Νόμος 1828/89 - Άρθρο 11

Άρθρο 11: Προκαταβολή, παρακράτηση και απόδοση φόρου


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το άρθρο 15 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 15: Προκαταβολή του φόρου

 

1. Με βάση τη δήλωση του άρθρου 11 και λοιπών τίτλων βεβαίωσης του άρθρου 59 βεβαιώνεται ποσό ίσο με το μισό του φόρου που προκύπτει από τους βεβαιωτικούς αυτούς τίτλους, για το φόρο που αναλογεί στο εισόδημα του διανυόμενου οικονομικού έτους. Σε περίπτωση κατά την οποία στους βεβαιωτικούς αυτούς τίτλους περιλαμβάνονται και εισοδήματα για τα οποία ο φόρος παρακρατείται στην πηγή ή καταβάλλεται κατά τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων, ο φόρος που παρακρατήθηκε ή καταβλήθηκε για τα εισοδήματα αυτό εκπίπτει από το φόρο που πρέπει να βεβαιωθεί κατά το προηγούμενο εδάφιο. Αν το εισόδημα με βάση το οποίο ενεργείται η βεβαίωση του φόρου προσδιορίζεται κατά τρόπο τεκμαρτό, ο φόρος που αναλογεί στο τεκμαρτό αυτό εισόδημα λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ποσού που πρέπει να βεβαιωθεί κατά το παρόν άρθρο. Στην περίπτωση υποβολής δήλωσης φόρου εισοδήματος για πρώτη φορά το προς βεβαίωση ποσό της παραγράφου αυτής περιορίζεται στο μισό. Για την καταβολή του φόρου της βεβαίωσης αυτής εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 9.

 

2. Οι διατάξεις του πρώτου και τέταρτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται όταν:

 

α) Το ποσό που πρέπει να βεβαιωθεί δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές.

β) Στους βεβαιωτικούς τίτλους περιλαμβάνονται μόνο εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες γενικά και από ιδιοκατοίκηση κύριας κατοικίας.

 

3. Σε περίπτωση που δεν υποβλήθηκε δήλωση, ο οικονομικός έφορος προβαίνει στη βεβαίωση του προκαταβλητέου ποσού φόρου, με βάση την υπάρχουσα εγγραφή για το εγγύτερο, πριν από την παράλειψη υποβολής της δήλωσης, οικονομικό έτος, εφ' όσον διαπιστώνεται ότι ο υπόχρεος εξακολουθεί να αποκτά το εισόδημα.

 

4. Ειδικά, προκειμένου για αρχιτέκτονες και μηχανικούς ο προκαταβλητέος φόρος υπολογίζεται στη νόμιμη αμοιβή ως ακολούθως:

 

α) Σε τέσσερα τα εκατό (4%) προκειμένου για εκπόνηση μελετών και σχεδίων που αφορούν λιμενικά έργα κάθε είδους στα οποία περιλαμβάνονται οι ανωδομές πάνω σε αυτά, υδραυλικά έργα οδοποιίας και σιδηροδρόμων, καθώς και τοπογραφικές γενικά εργασίες.

 

β) Σε δέκα τα εκατό (10%) προκειμένου για εκπόνηση μελετών και σχεδίων που αφορούν οποιασδήποτε άλλης φύσεως έργα και για την επίβλεψη αυτών καθώς και των έργων της προηγούμενης περίπτωσης και της ενέργειας πραγματογνωμοσυνών κ.λ.π. για τα έργα αυτά. Εξαιρετικά, προκειμένου για αμοιβές αρχιτεκτόνων και μηχανικών για την επίβλεψη της εκτέλεσης κάθε είδους τεχνικών έργων που ορίζονται στις προηγούμενες περιπτώσεις, ο προκαταβλητέος φόρος επιβάλλεται πριν από τη θεώρηση των οικείων εργασιών από την αρμόδια Αρχή στο ποσό της αμοιβής επίβλεψης του δικαιούχου, όπως αυτή καταθέτεται στο Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του προεδρικού διατάγματος 242/1984 (ΦΕΚ 96/Α/1984) και προκειμένου για εκπόνηση μελετών ή σχεδίων και επιβλέψεων έργων του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των κοινωφελών ή θρησκευτικών ιδρυμάτων, ο προκαταβλητέος φόρος κατά τα ποσοστά της παρούσας υπολογίζεται στο ποσό της συμβατικής αμοιβής. Το ποσό του φόρου που προκύπτει κατά τα οριζόμενα στην παρούσα αποδίδεται στο δημόσιο ταμείο της περιφέρειας, της επαγγελματικής έδρας του δικαιούχου των αμοιβών αρχιτέκτονα ή μηχανικού με την υποβολή δήλωσης πριν από τη θεώρηση των σχεδίων ή μελετών ή από τη χορήγηση της σχετικής άδειας από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου, η οποία περιλαμβάνει τη νόμιμη ή συμβατική κατά περίπτωση αμοιβή, τον προκαταβλητέο φόρο, το ονοματεπώνυμο του δικαιούχου της αμοιβής, τη διεύθυνσή του, την αρμόδια για τη φορολογία δημόσια οικονομική υπηρεσία αυτού και εκείνου που του ανέθεσε τη σύνταξη της μελέτης ή των σχεδίων ή την επίβλεψη, πλην των περιπτώσεων που την ανάθεση έκαμε το Δημόσιο. Η δημόσια οικονομική υπηρεσία υποχρεούται να αποστείλει στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μετά από τη βεβαίωση του αποδοθέντος φόρου τη δήλωση η οποία του επιδόθηκε, πάνω στο σώμα της οποίας πρέπει απαραιτήτως να αναγράψει τον αριθμό και την ημερομηνία έκδοσης του οικείου τριπλοτύπου, καθώς και το ποσό που εισπράχθηκε. Η υπηρεσία του Δημοσίου, που είναι αρμόδια για τη θεώρηση των σχεδίων ή μελετών ή για τη χορήγηση της άδειας, απαγορεύεται να προβεί στη θεώρηση ή στη χορήγηση της άδειας, αν δεν καταβληθεί προηγουμένως στη δημόσια οικονομική υπηρεσία το οφειλόμενο ποσό του προκαταβλητέου φόρου. Η καταβολή αποδεικνύεται με την προσκόμιση του οικείου τριπλοτύπου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης, όπως και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.

 

5. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών δύναται:

 

α) Να ορίζεται όπως, προκειμένου για εισόδημα από εμπορία καπνού σε φύλλα, αντί για την προκαταβολή σε ποσό ίσο με το μισό του φόρου που αναλογεί στο εισόδημα του προηγούμενου οικονομικού έτους, προκαταβάλλεται για το φόρο του εισοδήματος του οικονομικού έτους που έχει αρχίσει, πριν από την έκδοση από τον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της άδειας, μεταφοράς ή μεταβίβασης του καπνού, ποσοστό δύο τα εκατό (2%) στην αξία του τιμολογίου των εξαγόμενων στην αλλοδαπή και ένα τα εκατό (1%) στα πωλούμενα στο εσωτερικό καπνά σε φύλλα.

 

β) Να ορίζεται όπως η προκαταβολή υπολογίζεται με άλλο τρόπο, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος.}

 

2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3323/1955 καταργείται.

 

3. Το άρθρο 29 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 29: Παρακράτηση και απόδοση φόρου

 

1. Έναντι του φόρου που αναλογεί στο εισόδημα από κινητές αξίες των άρθρων 25 και 26 ενεργείται παρακράτηση ποσοστού είκοσι πέντε τα εκατό (25%). Κατ' εξαίρεση, για το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα από τόκους, μερίσματα από ονομαστικές μετοχές και τοκομερίδια από ονομαστικές ομολογίες, κέρδη αμοιβαίων κεφαλαίων και μερίσματα που διανέμονται στους ασφαλισμένους κλάδου ζωής από τη συμμετοχή τους στα κέρδη των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, καθώς και για τις αμοιβές και ποσοστά των διοικητικών συμβούλων και τις εκτός μισθού αμοιβές και ποσοστά των διευθυντών και διαχειριστών των ανώνυμων εταιριών και για κάθε ποσό που καταβάλουν οι ανώνυμες εταιρίες από τα καθαρά τους κέρδη στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό αυτών, ο παρακρατούμενος φόρος υπολογίζεται με βάση τους φορολογικούς συντελεστές των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 9, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα αφορολόγητα ποσά του άρθρου 8. Ειδικά, για τα μερίσματα από μετοχές, κοινές ή προνομιούχες, ανεξάρτητα αν ο μέτοχος είναι ημεδαπό ή αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η παρακράτηση του φόρου γίνεται κατά τα ακόλουθα:

 

α) Στα μερίσματα που προέρχονται από μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο τέσσερις (4) τουλάχιστον μήνες πριν από τη λήξη της χρήσης στην οποία αναφέρεται το μέρισμα, παρακρατείται ο φόρος με συντελεστή σαράντα δύο τα εκατό (42%), αν τα μερίσματα προέρχονται από μετοχές, οι οποίες έγιναν ονομαστικές πριν από τη λήξη της χρήσης στην οποία αναφέρεται το μέρισμα και σαράντα πέντε τα εκατό (45%) αν προέρχονται από ανώνυμες μετοχές, χωρίς καμιά άλλη επιβάρυνση. Στους δικαιούχους των πιο πάνω μερισμάτων παρέχεται αφορολόγητο ποσό πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών το χρόνο για κάθε μέτοχο για τα μερίσματα που εισπράττει από την ίδια ανώνυμη εταιρία. Το αφορολόγητο ποσό για κάθε μέτοχο δεν μπορεί να ξεπεράσει συνολικά τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές, όταν τα μερίσματα προέρχονται από περισσότερες ανώνυμες εταιρίες. Για τον υπολογισμό του παρακρατούμενου φόρου, σύμφωνα με τα πιο πάνω, η έκπτωση του αφορολόγητου ποσού για μερίσματα που προέρχονται από μετοχές, ονομαστικές γίνεται από την ανώνυμη εταιρία κατά την καταβολή ή πίστωση των μερισμάτων στους μετόχους, εφ' όσον ο μέτοχος που εισπράττει το μέρισμα δηλώνει με υπεύθυνη δήλωσή του στην εταιρία ότι δεν έχει απαλλαγεί από την προείσπραξη του φόρου με βάση τη διάταξη αυτήν, κατά την είσπραξη μερισμάτων ονομαστικών μετοχών από άλλες ανώνυμες εταιρίες που αναφέρονται στην ίδια χρήση για ποσό μερισμάτων μεγαλύτερο από διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές, στο οποίο περιλαμβάνεται και το αφορολόγητο ποσό που ζητάει ο μέτοχος, με τη δήλωσή του αυτή. Προκειμένου για μερίσματα που προέρχονται από μετοχές ανώνυμες, ο υπολογισμός του παρακρατούμενου φόρου από την εταιρία θα γίνεται χωρίς καμία έκπτωση αφορολόγητου ποσού. Η έκπτωση των αφορολόγητων ποσών πενήντα χιλιάδων (50.000) ή διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών, κατά περίπτωση, Θα ενεργείται από την αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία κατά την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, που υποβάλλεται από το μέτοχο αφού συμπεριλάβει στη δήλωσή του και το ποσά των μερισμάτων από τυχόν ονομαστικές μετοχές που κατέχει εισηγμένες στο χρηματιστήριο, που αναφέρονται στην ίδια χρήση, προκειμένου να προσδιορισθεί το ύψος του αφορολόγητου ποσού που δικαιούται να λάβει ο μέτοχος για τα μερίσματα των ανώνυμων μετοχών. Η πιο πάνω παρεχόμενη έκπτωση του αφορολόγητου ποσού θα ενεργείται σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα αν ο μέτοχος επιθυμεί ή όχι να φορολογηθεί με τις γενικές διατάξεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων.

 

β) Στα μερίσματα που προέρχονται από μετοχές που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, παρακρατείται φόρος, χωρίς καμιά έκπτωση αφορολόγητου ποσού, με συντελεστή σαράντα εφτά τα εκατό (47%), αν τα μερίσματα προέρχονται από μετοχές οι οποίες έγιναν ονομαστικές πριν από τη λήξη της χρήσης στην οποία αναφέρεται το μέρισμα και πενήντα τα εκατό (50%), αν προέρχονται από ανώνυμες μετοχές, χωρίς καμιά άλλη επιβάρυνση.

 

2. Ο μέτοχος που έχει μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο ή ο μέτοχος που έχει ονομαστικές μετοχές που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις περιπτώσεις α' και β' της προηγούμενης παραγράφου, δικαιούται να ζητήσει όπως το συνολικό εισόδημα από μερίσματα από τις πιο πάνω μετοχές συναθροιστεί με τα λοιπά εισοδήματά του στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος και φορολογηθεί με βάση τις γενικές διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος, αλλιώς θεωρείται ότι εξαντλήθηκε η φορολογική του υποχρέωση με την παρακράτηση του φόρου σ' αυτά. Ο μέτοχος που έχει ανώνυμες μετοχές, που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, δε δικαιούται να συναθροίσει στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος το εισόδημα από τα μερίσματα αυτών των μετοχών, με τα λοιπά εισοδήματά του που υπόκεινται σε φορολογία, αλλά εξαντλείται η φορολογική του υποχρέωση για το εισόδημα από αυτά τα μερίσματα με την παρακράτηση του φόρου σ' αυτά.

 

3. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων, εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις που η διανομή του μερίσματος γίνεται με παροχή νέων μετοχών από την εταιρία προς τους μετόχους.

 

4. Τα μερίσματα που εισπράττονται κάθε χρόνο από τους μετόχους μιας ή περισσοτέρων εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου μέχρι του συνολικού ποσού των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος κατά τον υπολογισμό του απαλλασσόμενου συνολικού ποσού μερισμάτων συμπεριλαμβάνονται και τα ποσά μερισμάτων τα απαλλαγέντα από το φόρο με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1. Η απαλλαγή αφορά το μέρισμα ολόκληρης της χρήσης, εφ' όσον οι μετοχές ήταν εισηγμένες στο Χρηματιστήριο μέσα στην ίδια χρήση για χρονικό διάστημα τουλάχιστον εκατόν είκοσι (120) ημερών. Σε διαφορετική περίπτωση το μέρισμα φορολογείται ολόκληρο. Για τον υπολογισμό του παρακρατουμένου φόρου στα καταβαλλόμενα αυτά μερίσματα, η έκπτωση του πιο πάνω απαλλασσόμενου ποσού θα ενεργείται, για τα μερίσματα που προέρχονται από μετοχές ονομαστικές, από την καταβάλλουσα εταιρία επενδύσεων - χαρτοφυλακίου, κατόπιν υποβολής από το μέτοχο υπεύθυνης δήλωσης για το αφορολόγητο ποσό που τυχόν δικαιώθηκε κατά την είσπραξη μερισμάτων ονομαστικών μετοχών από άλλες ανώνυμες εταιρίες, ενώ για τα μερίσματα από μετοχές ανώνυμες, από την αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία κατά την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλεται από το μέτοχο, εφαρμοζομένων ανάλογα αυτών που αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1.

 

5. Πέρα από την απαλλαγή της προηγούμενης παραγράφου, το μέρισμα που διανέμεται από εταιρίες επενδύσεων-χαρτοφυλακίου απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος, μέχρι του ποσοστού κατά το οποίο το μέρισμα αυτό προέρχεται από πώληση χρεωγράφων ή μετοχών σε τιμή ανώτερη από την τιμή κτήσης αυτών ή από χρεώγραφα, μετοχές ή καταθέσεις, των οποίων το εισόδημα απαλλάσσεται από το φόρο σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

 

6. Κέρδη που διανέμονται σε μεριδιούχους αμοιβαίων κεφαλαίων απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος μέχρι του ποσού των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών ετησίως κατά μεριδιούχο. Για να τύχει, απαλλαγής από την παρακράτηση φόρου ο μεριδιούχος, θα πρέπει να δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση του στην ανώνυμη εταιρεία Διαχειρίσεως, αν κατά την ίδια χρήση έτυχε όμοιας απαλλαγής από άλλο αμοιβαίο κεφάλαιο, καθώς και το ποσό αυτής ή αν έτυχε ανάλογης απαλλαγής με βάση τη διάταξη της παραγράφου 1. Απαλλάσσονται οι μεριδιούχοι της υποχρέωσης υποβολής υπεύθυνης δήλωσης, αν τα λαμβανόμενα από καθένα μεριδιούχο κέρδη από το αμοιβαίο κεφάλαιο δεν υπερβαίνουν το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών.

 

7. Πέρα από την απαλλαγή της προηγούμενης παραγράφου, τα κέρδη που διανέμονται από το αμοιβαίο κεφάλαιο απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος, κατά το μέρος που προκύπτουν από πηγές των οποίων το εισόδημα απαλλάσσεται με βάση άλλες διατάξεις ή από την πώληση χρεογράφων ή μετοχών σε τιμές ανώτερες από την τιμή κτήσης.

 

8. Ο μέτοχος που έχει μερίσματα από μετοχές ανώνυμες εισηγμένες στο Χρηματιστήριο και ζητεί την έκπτωση με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του αφορολόγητου ποσού για τα μερίσματα αυτά, στην περίπτωση που δε θα συμπεριλάβει στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος το συνολικό ποσό των μερισμάτων από ονομαστικές μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο ή των κερδών στα αμοιβαία κεφάλαια, για τα οποία έχει τύχει της προβλεπόμενης από το νόμο έκπτωσης αφορολόγητου ποσού, με βάση την υπεύθυνη δήλωση που υπέβαλε στις εταιρίες κατά την είσπραξη των εισοδημάτων αυτών, υπόκειται σε πρόστιμο που ορίζεται στο άρθρο 73.

 

9. Απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος τα μερίσματα που διανέμονται στους ασφαλισμένους κλάδου ζωής από τη συμμετοχή τους στα κέρδη των ασφαλιστικών επιχειρήσεων μέχρι ποσού δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) δραχμών ετησίως για κάθε ασφαλισμένο και για το σύνολο των μερισμάτων που λαμβάνονται απ' αυτόν από τυχόν περισσότερες της μιας ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

 

10. Η παρακράτηση του φόρου ενεργείται:

 

α) Για εισοδήματα από προμερίσματα, μερίσματα και τόκους από ιδρυτικούς τίτλους και μετοχές των ημεδαπών ανώνυμων εταιριών, κατά την καταβολή ή την εγγραφή τους σε πίστωση του δικαιούχου και το αργότερο μέσα σε ένα μήνα από την έγκριση του ισολογισμού της ανώνυμης εταιρίας από τη γενική συνέλευση των μετοχών.

 

β) Για εισοδήματα από αμοιβές και ποσοστά διοικητικών συμβούλων, καθώς και εκτός μισθού αμοιβές και ποσοστά των διευθυντών και διαχειριστών των ημεδαπών ανώνυμων εταιριών, και από κέρδη που διανέμονται από ανώνυμες εταιρίες στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό τους, κατά την καταβολή ή την εγγραφή τους σε πίστωση του δικαιούχου και το αργότερο μέσα σε ένα μήνα από την έγκριση του ισολογισμού από τη γενική συνέλευση των μετοχών.

 

γ) Για εισοδήματα από ομολογίες και χρεόγραφα γενικά του ελληνικού Δημοσίου ή ημεδαπών νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, καθώς και από κινητές αξίες γενικά αλλοδαπής προέλευσης, κατά την εξαργύρωση των τοκομεριδίων ή την είσπραξη των μερισμάτων από το δικαιούχο.

 

δ) Για τόκους, από την καταβολή του ή την εγγραφή του στα βιβλία του οφειλέτη σε πίστωση του δανειστή.

 

ε) Για κέρδη από αμοιβαία κεφάλαια, κατά την καταβολή ή την εγγραφή τους σε πίστωση του δικαιούχου.

 

στ) Για εισοδήματα των παραγράφων 1, 3 και 6 του άρθρου 26, κατά την καταβολή ή την εγγραφή τους σε πίστωση του δικαιούχου και το αργότερο μέσα σ' ένα μήνα από την έγκριση από τη γενική συνέλευση των μετοχών.

 

ζ) Για εισοδήματα της παραγράφου 2 του άρθρου 26, κατά τη διάλυση της ανώνυμης εταιρίας.

 

11. Υπόχρεος σε παρακράτηση του φόρου ορίζεται:

 

α) Προκειμένου για τα εισοδήματα των περιπτώσεων α', β', στ' και ζ' της προηγούμενης παραγράφου η ημεδαπή ανώνυμη εταιρία που τα καταβάλλει.

β) Προκειμένου για τα εισοδήματα της περίπτωσης γ' της προηγούμενης παραγράφου, αυτός που ενεργεί στην Ελλάδα την εξαργύρωση ή την καταβολή τους.

γ) Προκειμένου για τόκους, ο χρεώστης που τους καταβάλλει.

δ) Προκειμένου για κέρδη από αμοιβαία κεφάλαια, η ανώνυμη εταιρεία Διαχειρίσεως που τα καταβάλλει.

 

12. Όσοι παρακρατούν φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού υποχρεούνται να αποδίδουν αυτόν με την υποβολή δήλωσης στη δημόσια οικονομική υπηρεσία, στην περιφέρεια της οποίας, έγινε η καταβολή των ποσών για τα οποία παρακρατήθηκε ο φόρος, μέσα στον επόμενο από την παρακράτηση μήνα. Ο φόρος καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης προκειμένου για τα εισοδήματα των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 10 και προκειμένου για τα εισοδήματα των περιπτώσεων γ' έως ζ' της ίδιας παραγράφου ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης.

 

13. Οι προϊστάμενοι των δημοσίων οικονομικών υπηρεσιών οι οποίοι παραλαμβάνουν τις δηλώσεις που ορίζονται στις προηγούμενες παραγράφους, υποχρεούνται αμέσως μετά την βεβαίωση του φόρου που αποδόθηκε να αποστέλλουν στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της περιφέρειας που έγινε η καταβολή των ποσών για τα οποία παρακρατήθηκε ο φόρος, τη δήλωση που τους επιδόθηκε, στο σώμα της οποίας πρέπει να αναγράφουν απαραιτήτως τον αριθμό και την ημερομηνία έκδοσης του σχετικού τριπλοτύπου και το ποσό που εισπράχθηκε.

 

14. Οι διαχειριστές πάγιας προκαταβολής και οι υπόλογοι χρηματικών ενταλμάτων γενικά αποδίδουν το φόρο με μηνιαίες δηλώσεις που υποβάλλονται στη δημόσια οικονομική υπηρεσία της περιφέρειάς τους μέχρι και το πρώτο δεκαήμερο του επόμενου μήνα από το μήνα της παρακράτησης.

 

15. Σε περίπτωση θανάτου του προσώπου που ενήργησε την παρακράτηση του φόρου, υπόχρεοι σε απόδοση τούτου κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους στη δημόσια οικονομική υπηρεσία και σε επίδοση της δήλωσης στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας είναι οι κληρονόμοι αυτού και ο καθένας ανάλογα με την κληρονομική μερίδα που περιήλθε σ' αυτόν.

 

16. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής των δηλώσεων του παρόντος άρθρου πρέπει απαραιτήτως πριν από την απόδοση του φόρου να θεωρείται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της περιφέρειας που έγινε η καταβολή των ποσών, ο οποίος υπολογίζει και τον πρόσθετο φόρο που προβλέπεται από το άρθρο 67. Επίσης, όταν συντρέχει περίπτωση, επιβάλλονται και οι λοιπές κυρώσεις του παρόντος.

 

17. Όταν δεν υποβάλλεται δήλωση ή υποβάλλεται ανακριβής δήλωση, επιβάλλονται οι κυρώσεις του παρόντος.

 

18. Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή του φόρου θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα.

 

19. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο των δηλώσεων αυτού του άρθρου, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του.}

 

4. Στο νομοθετικό διάταγμα [Ν] 3323/1955 προστίθεται νέο άρθρο 37Α που έχει ως εξής:

 

{Άρθρο 37Α: Παρακράτηση και απόδοση φόρου

 

1. Στο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις η παρακράτηση του φόρου ενεργείται κατά τα ακόλουθα:

 

α) Στο εισόδημα των περιπτώσεων ε' και στ' της παραγράφου 2 του άρθρου 31 με βάση την κλίμακα του άρθρου 9. Ο φόρος παρακρατείται από την εταιρία περιορισμένης ευθύνης ή την ανώνυμη εταιρία κατά την καταβολή και υπολογίζεται στο ακαθάριστο ποσό.

 

β) Στα εισοδήματα εργοληπτών κατασκευής κάθε είδους τεχνικών έργων και ενοικιαστών δημοσίων, δημοτικών, κοινοτικών ή λιμενικών προσόδων με συντελεστή δυο τα εκατό (2%) που υπολογίζεται στην αξία του κατασκευαζόμενου έργου ή του μισθώματος. Υπόχρεος σε παρακράτηση ορίζεται το Δημόσιο γενικά και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ενεργεί εκκαθάριση ή καταβολή για τις περιπτώσεις αυτές. Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν παρακρατήθηκε ο φόρος, τότε αυτός αποδίδεται με δήλωση του δικαιούχου της αμοιβής κατά τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό.

 

γ) Στα εισοδήματα αντιπροσώπων, πρακτόρων, μεσιτών κ.λ.π., οι οποίοι αποκτούν αμοιβές ή προμήθειες που καταβάλλονται σ' αυτούς για τη σύναψη σύμβασης προμήθειας από αλλοδαπά εργοστάσια ή αλλοδαπούς οίκους οποιασδήποτε φύσης υλικού με συντελεστή δεκαπέντε τα εκατό (15%) που υπολογίζεται στο ποσό της αμοιβής ή της προμήθειας τους. Το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οι τράπεζες υποχρεούνται να παρακρατούν το φόρο κατά την εκκαθάριση ή καταβολή των προμηθειών ή αμοιβών.

 

δ) Στα εισοδήματα και κέρδη από συμμετοχή σε εταιρία περιορισμένης ευθύνης με συντελεστή δεκαπέντε τα εκατό (15%). Ο φόρος παρακρατείται από την εταιρία περιορισμένης ευθύνης κατά την έγκριση του ισολογισμού. Σε περίπτωση που δεν εγκριθεί ο ισολογισμός της εταιρείας μέσα σε χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου αυτής, η παρακράτηση ενεργείται την τελευταία ημέρα αυτού του τριμήνου. Τα καθαρά κέρδη εταιρείας περιορισμένης ευθύνης κατά το ποσό αυτών που προέρχεται από τη συμμετοχή της σε άλλη εταιρία περιορισμένης ευθύνης δεν υπόκεινται σε παρακράτηση.

 

ε) Δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, κοινωφελή ιδρύματα, οργανισμοί και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, δημόσιες επιχειρήσεις, τράπεζες και πιστωτικά ιδρύματα ή πιστωτικοί οργανισμοί, συνεταιρισμοί και ενώσεις τους, σύλλογοι γενικά και ενώσεις προσώπων ανεξάρτητα από το σκοπό τους, καθώς και επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες που τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, όταν για την επαγγελματική τους εξυπηρέτηση ή για την εκτέλεση του σκοπού τους καταβάλλουν σε τρίτους, εκτός από τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 99/1977 (ΦΕΚ 34/Α/1977), προμήθειες, μεσιτείες, αμοιβές ή άλλες κάθε είδους παροχές μη έμμισθης υπηρεσίας, ενοίκια αυτοκινήτων, μηχανημάτων ή άλλων κινητών πραγμάτων, εφ' όσον σ' αυτές τις περιπτώσεις δεν ορίζεται από το προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 99/1977 η έκδοση θεωρημένου αποδεικτικού στοιχείου από το δικαιούχο των αμοιβών αυτών, οφείλουν να παρακρατούν κατά την καταβολή της αμοιβής, φόρο, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δεκαπέντε τα εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό αυτής. Εξαιρούνται από την παρακράτηση οι προμήθειες που καταβάλλονται από ασφαλιστικές εταιρίες στους νόμιμους αντιπροσώπους ή εξουσιοδοτημένους γενικούς ή απλούς πράκτορές τους.

 

2. Στις περιπτώσεις β', γ' και ε' της προηγούμενης παραγράφου ο δικαιούχος των αμοιβών δύναται να ζητήσει την παρακράτηση του φόρου με μεγαλύτερο συντελεστή.

 

3. Ο φόρος που αναλογεί στο εισόδημα της παραγράφου 1 του άρθρου 32 παρακρατείται από τον υπόχρεο για την καταβολή του κέρδους ή της ωφέλειας κατά την πίστωση ή την καταβολή αυτών στο δικαιούχο.

 

4. Όσοι παρακρατούν φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α' και ε' της παραγράφου 1 υποχρεούνται να αποδίδουν αυτόν με εφάπαξ καταβολή στη δημόσια οικονομική υπηρεσία της περιφέρειας στην οποία έγινε η καταβολή των ποσών για τα οποία έγινε η παρακράτηση, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου των μηνών Απριλίου, Ιουλίου, Οκτωβρίου και Ιανουαρίου κάθε έτους με προσωρινή δήλωση, η οποία περιλαμβάνει τα ακαθάριστα ποσά που έχουν καταβληθεί στο προηγούμενο ημερολογιακό τρίμηνο και τον παρακρατηθέντα φόρο. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας υποχρεούται αμέσως μετά τη βεβαίωση του αποδοθέντος φόρου να αποστείλει στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της περιφέρειας, που έγινε η καταβολή των ποσών αυτών, η δήλωση που του επιδόθηκε, στο σώμα της οποίας πρέπει να αναγράφει απαραιτήτως τον αριθμό και την ημερομηνία έκδοσης του σχετικού τριπλοτύπου και το ποσό που εισπράχθηκε. Η εκπρόθεσμη δήλωση πρέπει απαραιτήτως πριν από την απόδοση του φόρου να θεωρείται από τον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, που είναι εκείνος στην περιφέρεια του οποίου έγινε η καταβολή των ποσών, ο οποίος υπολογίζει τον πρόσθετο φόρο.

 

5. Όσοι παρακρατούν φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων β', γ' και δ ' της παραγράφου 1 και της παραγράφου 3 υποχρεούνται να αποδίδουν αυτόν με την υποβολή δήλωσης στη δημόσια οικονομική υπηρεσία της περιφέρειας που έγινε η καταβολή των ποσών για τα οποία παρακρατήθηκε ο φόρος μέσα στον επόμενο από την παρακράτηση μήνα με εφάπαξ καταβολή του.

 

6. Οι διατάξεις των παραγράφων 13 έως 19 του άρθρου 29 εφαρμόζονται αναλόγως.}

 

5. Το άρθρο 43 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 43: Παρακράτηση φόρου

 

1. Στο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες ο φόρος παρακρατείται από εκείνον που απασχολεί κατά σύστημα έμμισθο ή ημερομίσθιο προσωπικό είτε καταβάλλει συντάξεις, επιχορηγήσεις, μερίσματα και κάθε άλλη παροχή. Η παρακράτηση ενεργείται κατά την καταβολή και ο φόρος υπολογίζεται:

 

α) Με βάση την κλίμακα του άρθρου 9 για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό, τους συνταξιούχους και τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες με σχέση μίσθωσης εργασίας πάνω από ένα έτος στον ίδιο εργοδότη ή με σχέση μίσθωσης εργασίας αορίστου χρόνου, μετά από προηγούμενη αναγωγή του μισθού ή της σύνταξης ή του ημερομίσθιου ή της αμοιβής, που ορίζεται με άλλη βάση, σε ετήσιο εισόδημα.

 

β) Στους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες ορισμένου χρόνου αλλά διάρκειας μικρότερης από ένα έτος, με συντελεστή στο ακαθάριστο ποσό του ημερομισθίου, ο οποίος ορίζεται σε δύο τα εκατό (2%) για τα ημερομίσθια από δύο χιλιάδες πεντακόσιες (2.500) έως τρεις χιλιάδες (3.000) δραχμές, σε τέσσερα τα εκατό (4%) για τα ημερομίσθια από τρεις χιλιάδες μία (3.001) έως τρεις χιλιάδες πεντακόσιες (3.500) δραχμές, σε έξι τα εκατό (6%) για τα ημερομίσθια από τρεις χιλιάδες πεντακόσιες μία (3.501) έως τέσσερις χιλιάδες (4.000) δραχμές και σε οκτώ τα εκατό (8%) για τα ημερομίσθια από τέσσερις χιλιάδες μία (4.001) και πάνω δραχμές.

 

γ) Στις ακαθάριστες αμοιβές για υπερωριακή εργασία, υπερεργασία, επιχορηγήσεις, επιδόματα, αποζημιώσεις και σε κάθε άλλου είδους πρόσθετες αμοιβές ή παροχές, οι οποίες καταβάλλονται τακτικά ή έκτακτα, με συντελεστή ο οποίος ορίζεται σε δέκα τα εκατό (10%) όταν το καταβαλλόμενο ποσό δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές σε μηνιαία βάση υπολογιζόμενο, και σε είκοσι τα εκατό (20%) όταν το καταβαλλόμενο ποσό είναι μεγαλύτερο από τις πέντε χιλιάδες (5.000) δραχμές στο σύνολό του. Ο δικαιούχος μισθωτός μπορεί να ζητήσει να παρακρατηθεί φόρος με μεγαλύτερο συντελεστή.

 

δ) Στα εισοδήματα που καταβάλλονται αναδρομικά, όπως αυτά αναφέρονται στο άρθρο 41, με συντελεστή είκοσι τα εκατό (20%) στο καταβαλλόμενο ποσό ανεξάρτητα από το έτος στο οποίο ανάγονται για να φορολογηθούν τα εισοδήματα αυτά.

 

ε) Στα χρηματικά ποσά της παραγράφου 5 του άρθρου 40, με συντελεστή είκοσι τα εκατό (20%) στο καταβαλλόμενο ποσό, ανεξάρτητα από το έτος στο οποίο ανάγονται για να φορολογηθούν αυτά.

 

στ) Στις αμοιβές των αξιωματικών του εμπορικού ναυτικού, τις οποίες αυτοί δικαιούνται για τις υπηρεσίες που παρέχουν σε πλοία ως και για τις αμοιβές του ιπτάμενου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 9. Ο φόρος που παρακρατείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής μειώνεται κατά ποσοστό δέκα τα εκατό (10%) κατά την παρακράτησή του.

 

2. Σε περίπτωση μη υποβολής προσωρινής δήλωσης ή εκπρόθεσμης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς προσωρινής δήλωσης, επιβάλλεται πρόσθετος φόρος και πρόστιμο κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 67 με ενιαίο φύλλο ελέγχου, που εκδίδεται μετά τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή της οριστικής δήλωσης, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 50Α για τον προσωρινό έλεγχο. Επίσης, όταν συντρέχει περίπτωση, επιβάλλονται και οι λοιπές κυρώσεις του παρόντος.

 

3. Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή του φόρου θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα.

 

4. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, δύναται, προκειμένου για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, να μεταβάλλονται ο συντελεστής του παρακρατούμενου φόρου και το ποσό του ημερομισθίου.

 

5. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται λεπτομερέστερα ο τρόπος παρακράτησης και ιδιαίτερα ο τρόπος αναγωγής των αμοιβών σε ετήσιο εισόδημα, ο υπολογισμός του φόρου σε περίπτωση που ο μισθωτός ή ο συνταξιούχος εισπράττει μισθούς, ημερομίσθια, πρόσθετες αμοιβές ή αποζημιώσεις ή συντάξεις ή μερίσματα και λοιπά βοηθήματα ή οποιαδήποτε παροχή από περισσότερους από ένα εργοδότες ή φορείς, και γενικά ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.}

 

6. Η παράγραφος 7 του άρθρου 44 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να μεταφέρεται, για ορισμένες κατηγορίες υπόχρεων, η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος, την 16η, 17η και 18η του μήνα απόδοσης του φόρου και να κατανέμονται σ' αυτές οι υπόχρεοι με βάση την αλφαβητική σειρά της επωνυμίας ή του τίτλου τους.

 

Επίσης με τις ίδιες αποφάσεις δύναται να ορίζεται ως αρμόδιο για την είσπραξη του φόρου που παρακρατούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί από μισθούς, ημερομίσθια ή κάθε είδους παροχές ή αμοιβές που καταβάλλουν σε πρόσωπα που απασχόλησαν σε υποκαταστήματα, πρατήρια ή σε άλλες μονάδες τους που λειτουργούν εκτός έδρας τους, τη δημόσια οικονομική υπηρεσία της έδρας τους και να καθορίζεται το περιεχόμενο της προσωρινής και οριστικής δήλωσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.}

 

7. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 48 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3323/1955 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{1. Στο εισόδημα από αμοιβές ελευθέριου επαγγέλματος ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή δεκαπέντε τα εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό αυτών. Ο φόρος παρακρατείται από τις δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, κοινωφελή ιδρύματα, οργανισμούς και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, δημόσιες επιχειρήσεις, τράπεζες και πιστωτικά ιδρύματα ή πιστωτικούς οργανισμούς, συνεταιρισμούς και ενώσεις τους, συλλόγους γενικά και ενώσεις προσώπων ανεξάρτητα από το σκοπό τους, καθώς και από επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων κατά την καταβολή των αμοιβών. Εξαιρούνται από την παρακράτηση οι προμήθειες που καταβάλλονται από ασφαλιστικές εταιρίες στους νόμιμους αντιπροσώπους ή εξουσιοδοτημένους γενικούς ή απλούς πράκτορές τους.

 

2. Ο φορολογούμενος δύναται να ζητήσει να παρακρατηθεί φόρος με μεγαλύτερο συντελεστή.}

 

8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 48 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3323/1955 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Ο κατά τα ανωτέρω παρακρατούμενος φόρος εισοδήματος αποδίδεται στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου των μηνών Απριλίου, Ιουλίου, Οκτωβρίου και Ιανουαρίου κάθε έτους με δήλωση που περιλαμβάνει τα εντός του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού τριμήνου παρακρατηθέντα ποσά φόρου.}

 

9. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 40 και η παράγραφος 3 του άρθρου 48 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3323/1955 καταργούνται.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.