Νόμος 2947/01 - Άρθρο 9

Άρθρο 9: Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος - Ρύθμιση θεμάτων εργοταξιακών λατομείων εκτός Νομού Αττικής


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Α. 1. Συνιστάται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.

 

2. Αρμοδιότητες της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος είναι:

 

α. Ο έλεγχος και η παρακολούθηση της εφαρμογής των περιβαλλοντικών όρων που επιβάλλονται για την πραγματοποίηση έργων και δραστηριοτήτων του Δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα και της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και η εισήγηση για την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης αυτών.

 

β. Η συλλογή και η επεξεργασία στοιχείων που αφορούν την τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, καθώς και των περιβαλλοντικών όρων που επιβάλλονται κατά την κείμενη νομοθεσία για την εκτέλεση και λειτουργία έργων και δραστηριοτήτων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

 

γ. Η εκπροσώπηση της χώρας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε θέματα ελέγχου τήρησης περιβαλλοντικών όρων σε έργα και δραστηριότητες.

 

δ. Η εισήγηση για τον καθορισμό προτύπων και μεθόδων μέτρησης πάσης φύσεως εκπομπών στο σύνολο των περιβαλλοντικών μέσων από σταθερές πηγές.

 

ε. Η εκπόνηση και η ανάθεση εκπόνησης μελετών και ερευνών, σχετικών με το αντικείμενο της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος.

 

στ. Η ανάληψη και η υλοποίηση προγραμμάτων από το Ελληνικό Δημόσιο ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από διεθνείς οργανισμούς που εδρεύουν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σχετικών με το αντικείμενό της.

 

ζ. Οι αρμοδιότητες του καταργούμενου, με την παράγραφο 11 του παρόντος, Ειδικού Σώματος Ελεγκτών για την Προστασία του Περιβάλλοντος, που καθορίζονται με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του νόμου 2242/1994 (ΦΕΚ 162/Α/1994).

 

3. Οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος πρέπει να είναι πτυχιούχοι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και να έχουν ικανή επιστημονική κατάρτιση, ενασχόληση και εμπειρία σε θέματα περιβάλλοντος.

 

4. Οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος μπορούν να διενεργούν αυτοψίες σε κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό έργο ή δραστηριότητα που υπάγεται στις διατάξεις περί προστασίας περιβάλλοντος ή επιβάλλεται για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων της παραγράφου 2 του παρόντος και να προβαίνουν σε ελέγχους και μετρήσεις, καθώς και στη συλλογή κάθε χρήσιμου κατά την κρίση τους στοιχείου για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος. Τούτο ισχύει ανεξάρτητα από την τυχόν αρμοδιότητα άλλης αρχής να προβαίνει σε ανάλογο έλεγχο.

 

Μετά από κάθε έλεγχο συντάσσεται έκθεση αυτοψίας από τον Επιθεωρητή ή το κλιμάκιο Επιθεωρητών που ενήργησαν τον έλεγχο. Εφόσον διαπιστωθεί παράβαση της νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος ή των περιβαλλοντικών όρων που έχουν επιβληθεί, συντάσσεται σχετική έκθεση ελέγχου η οποία επιδίδεται στον παραβάτη, ο οποίος ταυτόχρονα καλείται σε απολογία. Για την απολογία αυτή τάσσεται προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση της πρόσκλησης. Ύστερα από την υποβολή της απολογίας ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας που τάχθηκε για την υποβολή της, ο Επιθεωρητής Περιβάλλοντος συντάσσει αιτιολογημένη πράξη βεβαίωσης ή μη της παράβασης. Αντίγραφο της πράξης βεβαίωσης της παράβασης αποστέλλεται στην αρχή που χορήγησε στον παραβάτη την άδεια κατασκευής ή λειτουργίας του έργου ή έναρξης της δραστηριότητας ή, κατά περίπτωση, την ανανέωση αυτών. Αντίγραφο της ίδιας πράξης διαβιβάζεται επίσης και στον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών για τυχόν αξιόποινες πράξεις.

 

5. Σε περίπτωση που με την έκθεση της προηγούμενης παραγράφου διαπιστώνεται ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή άλλη παράβαση από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 30 του νόμου 1650/1986 (ΦΕΚ 160/Α/1986), όπως εκάστοτε ισχύει, η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος εισηγείται την επιβολή προστίμου, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, ως εξής:

 

α. στον οικείο Νομάρχη, εφόσον το πρόστιμο ανέρχεται έως είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) δραχμές

 

β. στον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, εφόσον το πρόστιμο κυμαίνεται από είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) δραχμές έως πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) δραχμές.

 

γ. στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, εφόσον το πρόστιμο υπερβαίνει τα πενήντα εκατομμύρια (50..000.000) δραχμές.

 

Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσά αυτά.

 

6. Η είσπραξη των επιβαλλόμενων προστίμων γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

 

7. Κατά των πράξεων επιβολής προστίμου χωρεί προσφυγή στο διοικητικό πρωτοδικείο.

 

Οι παραπάνω διαφορές διέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 53 του νόμου 3900/2010 (ΦΕΚ 213/Α/2010).

 

8. α. Η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος συγκροτείται σε τομείς που έχουν έδρα στα μεγάλα αστικά συγκροτήματα της χώρας.

 

β. Της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και των τομέων αυτής προΐσταται Γενικός Επιθεωρητής, μόνιμος υπάλληλος ή υπάλληλος με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, με έδρα την Αθήνα με πενταετή θητεία.

 

γ. Των τομέων της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος προΐστανται Τομεάρχες Επιθεωρητές, μόνιμοι υπάλληλοι ή υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, με πενταετή θητεία, υπό την εποπτεία και τις εντολές του Γενικού Επιθεωρητή.

 

δ. Ο χρόνος της θητείας του Γενικού Επιθεωρητή και του Τομεάρχη Επιθεωρητή θεωρείται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων Προϊσταμένου Διεύθυνσης.

 

ε. Ο χρόνος της θητείας των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος θεωρείται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων Προϊσταμένων Τμήματος.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 8 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 του νόμου 3937/2011 (ΦΕΚ 60/Α/2011).

 

9. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, καθορίζονται:

 

α. η διοικητική και οργανωτική δομή της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και των τομέων αυτής, η έδρα, τα διοικητικά όρια ευθύνης κάθε τομέα και η κατά τόπο αρμοδιότητά τους και

 

β. οι θέσεις και τα προσόντα του προσωπικού της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και των τομέων αυτής, κατά κατηγορία και ειδικότητα.

 

10. α. Η πλήρωση των θέσεων του προσωπικού της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος γίνεται κατά τη διαδικασία του νόμου 2190/1994 (ΦΕΚ 28/Α/1994), όπως κάθε φορά ισχύει, ύστερα από δημόσια προκήρυξη. Στην προκήρυξη προσδιορίζονται οι κατηγορίες των θέσεων και εξειδικεύονται τα κατά νόμο απαιτούμενα γενικά και ειδικά προσόντα, καθώς και τα τυχόν πρόσθετα προσόντα, που πρέπει να συμπληρώνουν οι υποψήφιοι κάθε κατηγορίας για την κατάληψη της θέσεως.

 

Για την κάλυψη των αναγκών της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος μπορεί να αποσπάται προσωπικό που υπηρετεί με μόνιμη ή με ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σχέση στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του νόμου 2190/1994, και το οποίο συγκεντρώνει τα απαιτούμενα για κάθε θέση προσόντα. Η απόσπαση γίνεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και του οικείου Υπουργού, χωρίς γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου.

 

Η απόσπαση διαρκεί μέχρι τρία έτη και μπορεί να παρατείνεται έως δύο φορές για ίσο χρονικό διάστημα με απόφαση, και αναδρομικής ισχύος, των ίδιων Υπουργών. Με τη συμπλήρωση συνολικού χρόνου απόσπασης εννέα ετών οι υπάλληλοι επανέρχονται στην υπηρεσία από την οποία έχουν αποσπαστεί.

 

Το προσωπικό που αποσπάται στην Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος λαμβάνει το μισθό, τα επιδόματα και όλες τις επιπλέον τακτικές αποδοχές, καθώς και τις οποιεσδήποτε λοιπές απολαβές της οργανικής του θέσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του νόμου [Ν] 2470/1997 (ΦΕΚ 40/Α/1997). Με την επιφύλαξη των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος μπορεί με, απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, να αναθέτει με διαπραγμάτευση σε ιδιώτες το έργο τεχνικού ή νομικού συμβούλου.

 

β. Το προσωπικό της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος λαμβάνει ειδική πρόσθετη αμοιβή, που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Οικονομικών, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν βαρύνει τον τακτικό προϋπολογισμό. Στο προσωπικό της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος καταβάλλονται εκτός έδρας αποζημίωση και οδοιπορικά έξοδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 2685/1999, όπως ισχύει σήμερα.

 

γ. Για τη νομική υποστήριξη του έργου της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, μπορεί να προσλαμβάνονται δικηγόροι, ανάλογων προσόντων και εμπειρίας προς το αντικείμενο της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, με σχέση εμμίσθου εντολής.

 

δ. Οι αποδοχές του Γενικού Επιθεωρητή Περιβάλλοντος καθορίζονται στο ύψος των αποδοχών που προβλέπονται κάθε φορά για Γενικό Διευθυντή Υπουργείου, επιπλέον δε καταβάλλεται και η ειδική πρόσθετη αμοιβή της παραγράφου 12)β του άρθρου 22 του νόμου 1418/1984, που προστέθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 2 του νόμου 3554/2007 (ΦΕΚ 80/Α/2007).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 10 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο έβδομο του νόμου 3621/2007 (ΦΕΚ 279/Α/2007) και με άρθρο τρίτο του νόμου [Ν] 3831/2010 (ΦΕΚ 34/Α/2010)

 

11. Από τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου, το Ειδικό Σώμα Ελεγκτών για την Προστασία του Περιβάλλοντος, που προβλέπεται στο άρθρο 4 του νόμου 2242/1994 (ΦΕΚ 162/Α/1994), καταργείται και οι προβλεπόμενες αρμοδιότητές του ασκούνται από την Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος του παρόντος άρθρου.

 

Β. 1. Στο τέλος του άρθρου 5 του νόμου 1428/1984 (ΦΕΚ 43/Α/1984), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του νόμου 2115/1993 (ΦΕΚ 15/Α/1993), προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

 

{4. α. Ειδικά, για την ίδρυση λατομείων αδρανών υλικών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση είτε Ολυμπιακών και συνοδών έργων και εγκαταστάσεων, εκτός του Νομού Αττικής, είτε δημοσίων έργων που, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, χαρακτηρίζονται ως έργα εθνικής σημασίας, με την απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων καθορίζονται επίσης και οι λοιποί όροι, περιορισμοί και απαγορεύσεις που προκύπτουν από την ισχύουσα λατομική νομοθεσία (άρθρο 8 παράγραφος 2 του νόμου 1428/1984, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του νόμου 2115/1993 και εκάστοτε ισχύει. Οι ανωτέρω όροι τίθενται στην απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων:

 

i. είτε του χώρου εξόρυξης υλικών, αυτοτελώς,

 

ii. είτε του έργου εθνικής σημασίας, αυτού καθ' εαυτού, και εξειδικεύονται στις τεχνικές τους λεπτομέρειες με την έγκριση από τις εκάστοτε αρμόδιες υπηρεσίες περιβάλλοντος, πριν από την πραγματοποίηση της εξόρυξης Ειδικής Περιβαλλοντικής Τεχνικής Μελέτης Εφαρμογής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται προδιαγραφές για τη σύνταξη της παραπάνω ειδικής μελέτης και ρυθμίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια.

 

β. Η ανωτέρω απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων επέχει θέση:

 

i. άδειας εκμετάλλευσης, υπό την προϋπόθεση ότι θα αποκτηθεί προηγουμένως το δικαίωμα εκμεταλλεύσεως επί του χώρου εξόρυξης,

 

ii. έγκρισης επέμβασης σε δάση ή δασικές εκτάσεις υπό την προϋπόθεση ότι την απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων συνυπογράφει ο Υπουργός Γεωργίας.

 

γ. Προκειμένου για δημόσιους χώρους εξόρυξης, η εκμίσθωσή τους γίνεται απευθείας, στον ανάδοχο του έργου, σύμφωνα με τους όρους, μέτρα, περιορισμούς και κατευθύνσεις που τίθενται στην απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, είτε του έργου αυτού καθ' εαυτού είτε του χώρου εξόρυξης υλικών, αυτοτελώς.

 

Για τα ανωτέρω λατομεία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του νόμου 1428/1984, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του νόμου 2115/1993.

 

δ. Οι ρυθμίσεις των προηγούμενων περιπτώσεων εφαρμόζονται και για την εκμετάλλευση των χώρων εξόρυξης, καθώς και την εντός αυτών ανέγερση, εγκατάσταση και λειτουργία μηχανολογικών εγκαταστάσεων για την επεξεργασία των εξορυσσόμενων προϊόντων ή και την παραγωγή έτοιμου - σκυροδέματος ή και ασφαλτομίγματος.

 

ε. Στη περίπτωση των λατομείων της παρούσας παραγράφου απαγορεύεται η διάθεση αδρανών υλικών, πέραν αυτών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου.

 

στ. Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται για την ίδρυση λατομείων αδρανών υλικών στο Νομό Αττικής.

 

2. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του νόμου 1428/1984, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του νόμου 2115/1993, προστίθενται εδάφια ως εξής:

 

{Κατ' εξαίρεση, για την ίδρυση λατομείων αδρανών υλικών που είναι αναγκαία για την εκτέλεση είτε Ολυμπιακών και συνοδών έργων και εγκαταστάσεων, εκτός του Νομού Αττικής είτε δημόσιων έργων που, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, χαρακτηρίζονται ως έργα εθνικής σημασίας, εφαρμόζονται οι περιορισμοί του άρθρου 10 του νόμου 1428/1984, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 του νόμου 2115/1993. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται για την ίδρυση λατομείων αδρανών υλικών στο Νομό Αττικής.}

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.