Νόμος 3666/08

Ν3666/2008: Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς και αντικατάσταση συναφών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νόμος 3666/2008: Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς και αντικατάσταση συναφών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, (ΦΕΚ 105/Α/2008), 10-06-2008.

 

Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας

 

Εκδίδουμε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

Άρθρο πρώτο

 

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει η παράγραφος 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος, η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη στις 31-10-2003, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην αγγλική και γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:

 

Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς

 

Προοίμιο

 

Τα Κράτη Μέρη της παρούσας Σύμβασης,

 

Εκτιμώντας τη σοβαρότητα των προβλημάτων και των απειλών που θέτει η διαφθορά στη σταθερότητα και την ασφάλεια των κοινωνιών, που υπονομεύει τους θεσμούς και τις αξίες της δημοκρατίας, τις ηθικές αξίες και τη δικαιοσύνη και διακυβεύει την διαρκή ανάπτυξη και την επικράτηση του δικαίου,

 

Εκτιμώντας επίσης τους δεσμούς μεταξύ της διαφθοράς και άλλων μορφών εγκλήματος, ιδίως του οργανωμένου εγκλήματος και του οικονομικού εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες,

 

Εκτιμώντας ακόμη τις περιπτώσεις διαφθοράς που αφορούν μεγάλες ποσότητες περιουσιακών στοιχείων, που μπορεί να αποτελούν σημαντικό ποσοστό των πόρων των Κρατών, και που απειλούν την πολιτική σταθερότητα και την διαρκή ανάπτυξη των εν λόγω Κρατών,

 

Πεπεισμένα ότι η διαφθορά δεν αποτελεί πλέον τοπικό ζήτημα, αλλά διεθνικό φαινόμενο που επηρεάζει όλες τις κοινωνίες και τις οικονομίες καθιστώντας απαραίτητη τη διεθνή συνεργασία για την πρόληψη και τον έλεγχό της,

 

Πεπεισμένα επίσης ότι απαιτείται ευρεία και πολυδιάστατη προσέγγιση για την αποτελεσματική πρόληψη και καταπολέμηση της διαφθοράς,

 

Πεπεισμένα περαιτέρω ότι η διαθεσιμότητα της τεχνικής αρωγής μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για τη βελτίωση της ικανότητας των Κρατών, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης της ικανότητας και της δημιουργίας θεσμών, να προλαμβάνουν και να καταπολεμούν αποτελεσματικά τη διαφθορά,

 

Πεπεισμένα ότι η παράνομη απόκτηση ατομικού πλούτου μπορεί να βλάψει ιδιαίτερα τους δημοκρατικούς θεσμούς τις εθνικές οικονομίες και την επικράτηση του νόμου,

 

Αποφασισμένα να προλαμβάνουν, να ανιχνεύουν και να αποτρέπουν με αποτελεσματικότερο τρόπο τις διεθνείς μεταφορές παράνομα αποκτηθέντων περιουσιακών στοιχείων και να ενισχύουν τη διεθνή συνεργασία στην ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων,

 

Αναγνωρίζοντας τις θεμελιώδεις αρχές της προσήκουσας νομικής διαδικασίας σε ποινικές δίκες, σε αστικές ή διοικητικές δίκες για την επιδίκαση περιουσιακών δικαιωμάτων,

 

Έχοντας υπόψη ότι η πρόληψη και η εκρίζωση της διαφθοράς αποτελεί υποχρέωση όλων των Κρατών και ότι πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους, με τη στήριξη και τη συμμετοχή ατόμων και ομάδων εκτός του δημόσιου τομέα, όπως η κοινωνία των πολιτών, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις και οι κοινοτικές οργανώσεις, για να είναι αποτελεσματικές οι προσπάθειές τους στον τομέα αυτό,

 

Έχοντας επίσης υπόψη τις αρχές της ορθής διαχείρισης των δημόσιων υποθέσεων και της δημόσιας περιουσίας, της διαφάνειας, της ευθύνης και της ισότητας ενώπιον του νόμου και την ανάγκη διαφύλαξης της ακεραιότητας και της προώθησης πολιτισμού απόρριψης της διαφθοράς,

 

Επιδοκιμάζοντας το έργο της Επιτροπής για την Πρόληψη του Εγκλήματος και της Ποινικής Δικαιοσύνης και του Γραφείου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της διαφθοράς,

 

Υπενθυμίζοντας το έργο που πραγματοποίησαν άλλοι διεθνείς και περιφερειακοί οργανισμοί στον τομέα αυτόν, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων της Αφρικανικής Ένωσης, του Συμβουλίου της Ευρώπης του Συμβουλίου Τελωνειακής Συνεργασίας (επίσης γνωστό ως Παγκόσμιος Τελωνειακός Οργανισμός), της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Συνδέσμου Αραβικών Κρατών, του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών,

 

Σημειώνοντας με ευχαρίστηση τα πολυμερή κείμενα που αφορούν την πρόληψη και καταπολέμηση της διαφθοράς, που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την Ενδοαμερικανική Σύμβαση κατά της Διαφθοράς, που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών στις 29-03-1996, τη Σύμβαση για τη Καταπολέμηση της Διαφθοράς με εμπλοκή Αξιωματούχων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή Αξιωματούχων των Κρατών - Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που υιοθετήθηκε οπό το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 26-05-1997, τη Σύμβαση για την Καταπολέμηση της Δωροδοκίας Ξένων Δημόσιων Αξιωματούχων σε Διεθνείς Επιχειρηματικές Συναλλαγές, που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης στις 21-11-1997, τη Σύμβαση Ποινικού Δικαίου για τη Διαφθορά, που υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης στις 27-01-1999, τη Σύμβαση Αστικού Δικαίου για τη Διαφθορά, που υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης στις 04-11-1999, και τη Σύμβαση της Αφρικανικής Ένωσης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, που υιοθετήθηκε από τους Αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων της Αφρικανικής Ένωσης στις 12-07-2003.

 

Καλωσορίζοντας τη θέση σε ισχύ στις 29-09-2003 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος,

 

Συμφώνησαν ως εξής.

 

Κεφάλαιο Ι: Γενικές διατάξεις

 

Άρθρο 1: Δήλωση σκοπού

Άρθρο 2: Χρήση όρων

Άρθρο 3: Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 4: Προστασία της κυριαρχίας

 

Κεφάλαιο II: Προληπτικά μέτρα

 

Άρθρο 5: Πολιτικές και πρακτικές πρόληψης της διαφθοράς

Άρθρο 6: Όργανα πρόληψης της διαφθοράς

Άρθρο 7: Δημόσιος τομέας

Άρθρο 8: Κώδικες συμπεριφοράς για δημόσιους λειτουργούς

Άρθρο 9: Δημόσιες προμήθειες και διαχείριση δημόσιων οικονομικών

Άρθρο 10: Δημόσια ενημέρωση

Άρθρο 11: Μέτρα που αφορούν τους δικαστές και τις εισαγγελικές υπηρεσίες

Άρθρο 12: Ιδιωτικός τομέας

Άρθρο 13: Συμμετοχή της κοινωνίας

Άρθρο 14: Μέτρα για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες

 

Κεφάλαιο ΙΙΙ: Ποινικοποίηση και επιβολή του νόμου

 

Άρθρο 15: Δωροδοκία εθνικών δημόσιων λειτουργών

Άρθρο 16: Δωροδοκία ξένων δημόσιων λειτουργών και λειτουργών δημόσιων διεθνών οργανισμών

Άρθρο 17: Κατάχρηση ή ιδιοποίηση από δημόσιο λειτουργό

Άρθρο 18: Προσφορά για άσκηση επιρροής

Άρθρο 19: Κατάχρηση εξουσίας

Άρθρο 20: Παράνομος πλουτισμός

Άρθρο 21: Δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα

Άρθρο 22: Ιδιοποίηση περιουσίας στον ιδιωτικό τομέα

Άρθρο 23: Νομιμοποίηση προϊόντων εγκλήματος

Άρθρο 24: Απόκρυψη

Άρθρο 25: Παρεμπόδιση της δικαιοσύνης

Άρθρο 26: Ευθύνη νομικών προσώπων

Άρθρο 27: Συμμετοχή και απόπειρα

Άρθρο 28: Γνώση, πρόθεση και σκοπός ως στοιχεία του αδικήματος

Άρθρο 29: Παραγραφή

Άρθρο 30: Δίωξη, απόφαση και κυρώσεις

Άρθρο 31: Πάγωμα, κατάσχεση και δήμευση

Άρθρο 32: Προστασία μαρτύρων, πραγματογνωμόνων και θυμάτων

Άρθρο 33: Προστασία προσώπων που κάνουν καταγγελίες

Άρθρο 34: Συνέπειες των πράξεων διαφθοράς

Άρθρο 35: Αποζημίωση λόγω βλάβης

Άρθρο 36: Εξειδικευμένες αρχές

Άρθρο 37: Συνεργασία με τις αρχές επιβολής νόμου

Άρθρο 38: Συνεργασία μεταξύ εθνικών αρχών

Άρθρο 39: Συνεργασία μεταξύ εθνικών αρχών και του ιδιωτικού τομέα

Άρθρο 40: Τραπεζικό απόρρητο

Άρθρο 41: Ποινικό μητρώο

Άρθρο 42: Δικαιοδοσία

 

Κεφάλαιο IV: Διεθνής συνεργασία

 

Άρθρο 43: Διεθνής Συνεργασία

Άρθρο 44: Έκδοση

Άρθρο 45: Μεταφορά καταδίκων

Άρθρο 46: Αμοιβαία δικαστική συνδρομή

Άρθρο 47: Μεταφορά ποινικών διαδικασιών

Άρθρο 48: Συνεργασία των υπηρεσιών ανίχνευσης και καταστολής

Άρθρο 49: Κοινές έρευνες

Άρθρο 50: Ειδικές ανακριτικές μέθοδοι

 

Κεφάλαιο V: Ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων

 

Άρθρο 51: Γενική διάταξη

Άρθρο 52: Πρόληψη και ανίχνευση μεταφοράς προϊόντος εγκλήματος

Άρθρο 53: Μέτρα για την άμεση ανάκτηση περιουσίας

Άρθρο 54: Μηχανισμοί για την ανάκτηση περιουσίας μέσω διεθνούς συνεργασίας στην δήμευση

Άρθρο 55: Διεθνής συνεργασία για τους σκοπούς της δήμευσης

Άρθρο 56: Ειδική συνεργασία

Άρθρο 57: Επιστροφή και διάθεση περιουσιακών στοιχείων

Άρθρο 58: Μονάδα οικονομικών πληροφοριών

Άρθρο 59: Διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες και ρυθμίσεις

 

Κεφάλαιο VI: Τεχνική συνδρομή και ανταλλαγή πληροφοριών

 

Άρθρο 60: Εκπαίδευση και τεχνική συνδρομή

Άρθρο 61: Συλλογή, ανταλλαγή και ανάλυση πληροφοριών για τη διαφθορά

Άρθρο 62: Λοιπά μέτρα, εφαρμογή της Σύμβασης μέσω οικονομικής ανάπτυξης και τεχνικής συνδρομής

 

Κεφάλαιο VII: Μηχανισμοί υλοποίησης

 

Άρθρο 63: Διάσκεψη των Κρατών Μερών της Σύμβασης

Άρθρο 64: Γραμματεία

 

Κεφάλαιο VIII: Τελικές διατάξεις

 

Άρθρο 65: Εφαρμογή της Σύμβασης

Άρθρο 66: Διευθέτηση διαφορών

Άρθρο 67: Υπογραφή, επικύρωση, αποδοχή, έγκριση και προσχώρηση

Άρθρο 68: Θέση σε ισχύ

Άρθρο 69: Τροποποίηση

Άρθρο 70: Καταγγελία

Άρθρο 71: Θεματοφύλακας και γλώσσες

 

Σε πίστωση των οποίων, οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι, νόμιμα εξουσιοδοτημένοι από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.

 

Άρθρο δεύτερο

 

1. Τα άρθρα 159, 235, 236 και 237 του Ποινικού Κώδικα (προεδρικό διάταγμα 283/1985 (ΦΕΚ 106/Α/1985)) αντικαθίστανται ως εξής:

 

{Άρθρο 159: Δωροδοκία

 

1. Όποιος σχετικά με κάποια εκλογή ή ψηφοφορία που διενεργείται από τη Βουλή ή κάποια επιτροπή της ή από νομαρχιακό, δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο τοπικής αυτοδιοίκησης ή επιτροπή κάποιου από αυτά, προτείνει, παρέχει ή υπόσχεται σε βουλευτή ή σε σύμβουλο των παραπάνω συμβουλίων ή σε μέλος των επιτροπών αυτών δώρα ή οποιαδήποτε άλλα ωφελήματα που δεν του οφείλονται ως αντάλλαγμα για να μην λάβουν μέρος στην εκλογή ή στην ψηφοφορία ή για να ψηφίσουν με ορισμένο τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.

 

2. Με την ίδια ποινή τιμωρούνται οι βουλευτές ή οι σύμβουλοι ή τα μέλη επιτροπών που σχετικά με κάποια από τις εκλογές ή ψηφοφορίες της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου δέχονται την παροχή ή υπόσχεση δώρων ή άλλων ωφελημάτων που δεν τους οφείλονται ή απαιτούν τέτοια ως αντάλλαγμα για να μην λάβουν μέρος στην εκλογή ή ψηφοφορία ή για να ψηφίσουν με ορισμένο τρόπο.

 

3. Επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών στον υπαίτιο των πράξεων των παραγράφων 1 και 2, αν η αξία των δώρων, ωφελημάτων ή ανταλλαγμάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ.

 

Άρθρο 235: Παθητική δωροδοκία

 

1. Υπάλληλος, ο οποίος, κατά παράβαση των καθηκόντων του ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, για τον εαυτό του ή για τρίτο, ωφελήματα οποιασδήποτε φύσης ή δέχεται υπόσχεση τούτων, για ενέργεια ή παράλειψη του μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, που ανάγεται στα καθήκοντά του ή αντίκειται σε αυτά, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.

 

2. Αν η αξία των ωφελημάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.

 

Άρθρο 236: Ενεργητική δωροδοκία

 

1. Όποιος υπόσχεται ή παρέχει σε υπάλληλο, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, οποιασδήποτε φύσης ωφελήματα για τον εαυτό του ή για τρίτο, για ενέργεια ή παράλειψη του μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, που ανάγεται στα καθήκοντα του ή αντίκειται σε αυτά, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.

 

2. Αν η αξία των ωφελημάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.

 

3. Η πράξη μένει ατιμώρητη, αν αυτός με δική του θέληση και πριν εξετασθεί οπωσδήποτε για την πράξη την αναγγείλει στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή σε οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο ή άλλη αρμόδια αρχή, εγχειρίζοντας έγγραφη αναφορά ή προφορικά οπότε συντάσσεται σχετική έκθεση. Στην περίπτωση αυτή το δώρο ή τα ωφελήματα που τυχόν κατασχέθηκαν ή έχουν παραδοθεί στον ανακριτή αποδίδονται σε αυτόν που το έδωσε και δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή η διάταξη του άρθρου 238.

 

Άρθρο 237: Δωροδοκία δικαστή

 

1. Εκείνος που καλείται κατά το νόμο να εκτελέσει δικαστικά καθήκοντα ή ο διαιτητής, αν απαιτήσουν ή δεχθούν δώρα ή άλλα ωφελήματα που δεν δικαιούνται ή την υπόσχεση ότι θα τα λάβουν με το σκοπό να διεξαχθεί ή να κριθεί μια υπόθεση που τους έχει ανατεθεί υπέρ ή εναντίον κάποιου, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.

 

2. Αν η αξία των δώρων ή ωφελημάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.

 

3. Όποιος για το σκοπό που αναφέρθηκε προσφέρει, υπόσχεται, διαμεσολαβεί ή δίνει τέτοια δώρα ή ωφελήματα σε κάποιο από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 ή σε οικείο τους, τιμωρείται: α) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, β) με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών αν η αξία των δώρων ή ωφελημάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ.

 

4. Η πράξη της προηγούμενης παραγράφου μένει ατιμώρητη, αν αυτός με δική του θέληση και πριν εξετασθεί οπωσδήποτε για την πράξη την αναγγείλει στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή σε οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο ή άλλη αρμόδια αρχή, εγχειρίζοντας έγγραφη αναφορά ή προφορικά οπότε συντάσσεται σχετική έκθεση. Στην περίπτωση αυτή το δώρο ή τα ωφελήματα που τυχόν κατασχέθηκαν ή έχουν παραδοθεί στον ανακριτή αποδίδονται σε αυτόν που το έδωσε και δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή η διάταξη του άρθρου 238.}

 

2. Το άρθρο τέταρτο του νόμου 3560/2007 (ΦΕΚ 103/Α/2007) αντικαθίσταται, ως εξής:

 

Άρθρο τέταρτο: Δωροδοκία μελών αλλοδαπών δημόσιων συνελεύσεων

 

Οι διατάξεις του άρθρου 159 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί των:

 

α) πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς οποιοδήποτε πρόσωπο που είναι μέλος δημόσιας συνέλευσης που ασκεί νομοθετικές ή διοικητικές εξουσίες δηλαδή μέλος της Βουλής ή Επιτροπής της ή οποιουδήποτε Συμβουλίου Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε κάθε άλλο κράτος μέρος της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο και

 

β) πράξεων ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας από και προς μέλη κοινοβουλευτικών συνελεύσεων διεθνών ή υπερεθνικών οργανισμών, στους οποίους η Ελληνική Δημοκρατία είναι μέλος.}

 

3. Το άρθρο δεύτερο του νόμου [Ν] 2656/1998 (ΦΕΚ 265/Α/1998) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο δεύτερο: Δωροδοκία αλλοδαπού δημόσιου λειτουργού

 

1. Όποιος, κατά την άσκηση διεθνών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και με σκοπό να αποκτήσει ή να διατηρήσει αθέμιτο επιχειρηματικό ή άλλο, μη οφειλόμενο, πλεονέκτημα, χρηματικό ή μη, προσφέρει, υπόσχεται ή δίνει, ο ίδιος ή μέσω τρίτου, δώρα ή άλλα μη οφειλόμενα ανταλλάγματα, σε αλλοδαπό δημόσιο λειτουργό, κατά την έννοια της σύμβασης του ΟΟΣΑ που κυρώνεται με το άρθρο πρώτο του νόμου αυτού, υπέρ αυτού ή τρίτου, προκειμένου αυτός να προβεί σε ενέργεια ή παράλειψη που ανάγεται στην υπηρεσία του ή αντίκειται στα καθήκοντα του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.

 

2. Αν η αξία των δώρων ή των ανταλλαγμάτων υπερβαίνει το συνολικό ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.

 

3. Τα δοθέντα δώρα ή η αξία τους, καθώς επίσης και τα προϊόντα του εγκλήματος, που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο, ή η αξία τους, δημεύονται.

 

4. Το άρθρο 30 παράγραφος 2 του [Π] Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις αυτές.}

 

4. Το άρθρο τρίτο του νόμου [Ν] 2803/2000 (ΦΕΚ 48/Α/2000) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο τρίτο: Δωροδοκία

 

1. Οι υπαίτιοι των πράξεων της παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας υπαλλήλου, που προβλέπονται στα άρθρα 2 και 3 του από 27-09-1996 Πρωτοκόλλου της Σύμβασης για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που κυρώνεται με το νόμο αυτόν, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.

 

2. Με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών τιμωρούνται αν η αξία των δώρων υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ.

 

3. Στις περιπτώσεις αυτές το δικαστήριο διατάσσει τη δήμευση των δώρων που δόθηκαν ή της αξίας τους.}

 

5. Η διάταξη του άρθρου πέμπτου του νόμου 3560/2007 (ΦΕΚ 103/Α/2007) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο πέμπτο: Ενεργητική και παθητική δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα

 

1. Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους τιμωρείται όποιος με πρόθεση, κατά την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, υπόσχεται, προσφέρει ή παρέχει, άμεσα ή έμμεσα, οποιοδήποτε μη οφειλόμενο πλεονέκτημα ή αντάλλαγμα σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει διευθυντική θέση ή εργάζεται με οποιαδήποτε ιδιότητα σε φορείς του ιδιωτικού τομέα, για τον ίδιο ή για τρίτον, για ενέργεια ή για παράλειψη κατά παράβαση των καθηκόντων του, όπως αυτά διαγράφονται από το νόμο, τη σύμβαση εργασίας, τους εσωτερικούς κανονισμούς, τις εντολές ή οδηγίες των προϊσταμένων του ή προκύπτουν από τη φύση της θέσης του στην υπηρεσία του εργοδότη. Η πράξη μένει ατιμώρητη, αν συντρέχουν στο πρόσωπο του δράστη οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 236 του Ποινικού Κώδικα και στην περίπτωση αυτή το δώρο ή το ωφέλημα που τυχόν κατασχέθηκε ή έχει παραδοθεί στην αρμόδια αρχή αποδίδεται σε αυτόν που το έδωσε και δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή η διάταξη του άρθρου 238 του Ποινικού Κώδικα. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και κάθε διευθυντής ή εργαζόμενος με οποιαδήποτε ιδιότητα σε φορείς του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος με πρόθεση κατά την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας απαιτεί ή λαμβάνει, άμεσα ή έμμεσα οποιοδήποτε μη οφειλόμενο αντάλλαγμα για τον ίδιο ή για οποιονδήποτε άλλο ή δέχεται υπόσχεση ενός τέτοιου πλεονεκτήματος ή ανταλλάγματος, για ενέργεια ή παράλειψη του κατά παράβαση των καθηκόντων του.

 

2. Στον υπαίτιο των πράξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών αν η αξία των πλεονεκτημάτων ή ανταλλαγμάτων υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ.

 

3. Η διάταξη του άρθρου 238 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζεται και στα αδικήματα του παρόντος άρθρου.}

 

6. Η διάταξη της παραγράφου 2 του δωδέκατου άρθρου του νόμου 3560/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{2. Κατά την ποινική προδικασία για τις πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για την αποτελεσματική προστασία από πιθανή εκδίκηση ή εκφοβισμό των καταγγελλόντων τις πράξεις αυτές ή των ουσιωδών μαρτύρων ή των πραγματογνωμόνων ή των θυμάτων ή συγγενών τους ή άλλων προσώπων που συνδέονται στενά με αυτούς, όπου τούτο είναι αναγκαίο, με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφοι 2 έως 4 του νόμου [Ν] 2928/2001.}

 

7. α) Στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 2225/1994 προστίθενται τα εξής: πριν από το άρθρο 168 παράγραφος 1 159 παράγραφος 3, πριν από το άρθρο 264 παράγραφος β' 235 περίπτωση β', 236 περίπτωση β', 237 περιπτώσεις β' των παραγράφων 1 και 2 και πριν από το άρθρο 374 342 παράγραφος 1 και 2, 348, 348Α παράγραφος 3.

 

β) Στην ίδια παράγραφο του παραπάνω άρθρου προστίθενται οι εξής περιπτώσεις:

 

{στ) το άρθρο δεύτερο παράγραφος 1 περίπτωση β' του νόμου [Ν] 2656/1998,

ζ) το άρθρο τρίτο παράγραφος 1 περίπτωση β' του νόμου [Ν] 2803/2000,

η) το άρθρο 2 παράγραφος 1 περιπτώσεις α' και β' του νόμου 2331/1995.

 

γ) Στην τελευταία φράση της ίδιας παραγράφου του ίδιου άρθρου, μετά τις λέξεις Ποινικού Κώδικα, προστίθεται η φράση:

 

{καθώς επίσης και για τα εγκλήματα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 342 του Ποινικού Κώδικα και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 348Α του Ποινικού Κώδικα.}

 

Άρθρο τρίτο: Ορολογία

 

Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου οι όροι δημόσιος λειτουργός, ξένος δημόσιος λειτουργός, λειτουργός δημόσιου διεθνούς οργανισμού, περιουσία, προϊόντα εγκλήματος, πάγωμα ή κατάσχεση, δήμευση, βασικό έγκλημα, ελεγχόμενη παράδοση έχουν την έννοια που ορίζεται στο άρθρο 2 της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο ΙΕ20.14 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

Άρθρο τέταρτο: Δωροδοκία αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών, λειτουργών διεθνών οργανισμών κ.λ.π.

 

1. Οι διατάξεις των άρθρων 235, 236, 237 και 238 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί των πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς δημόσιους υπαλλήλους, λειτουργούς και δικαστές, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ένορκοι και οι διαιτητές, άλλου κράτους μέρους της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.

 

2. Οι διατάξεις των άρθρων 235, 236 και 238 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί των πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς λειτουργούς ή άλλους υπαλλήλους με οποιαδήποτε συμβατική σχέση, κατά την έννοια των οικείων κανονισμών προσωπικού, κάθε δημόσιου διεθνούς ή υπερεθνικού οργανισμού ή φορέα στον οποίο η Ελληνική Δημοκρατία είναι μέλος, καθώς και σε κάθε πρόσωπο, αποσπασμένο ή όχι, που εκτελεί καθήκοντα που αντιστοιχούν σε αυτά που εκτελούν οι εν λόγω λειτουργοί ή υπάλληλοι.

 

3. Οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί των πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας που αναφέρονται σε πρόσωπα που ασκούν δικαστικά καθήκοντα ή καθήκοντα διαιτητή ή ενόρκου σε διεθνή δικαστήρια, των οποίων η δικαιοδοσία είναι αποδεκτή από την Ελληνική Δημοκρατία. Ως προς τις πράξεις της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς τους λοιπούς αξιωματούχους των εν λόγω διεθνών δικαστηρίων, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 235, 236 και 238 του Ποινικού Κώδικα.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο ΙΕ20.14 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

Άρθρο πέμπτο: Δωροδοκία μελών δημόσιων συνελεύσεων

 

1. Οι διατάξεις του άρθρου 159 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί των πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς οποιοδήποτε πρόσωπο που είναι μέλος δημόσιας συνέλευσης που ασκεί νομοθετικές ή διοικητικές εξουσίες, μέλος της Βουλής ή Επιτροπής της ή οποιουδήποτε Συμβουλίου Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε κάθε άλλο κράτος μέρος της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.

 

2. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 5 του άρθρου 159 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί πράξεων ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας από και προς μέλη κοινοβουλευτικών συνελεύσεων διεθνών ή υπερεθνικών οργανισμών, στους οποίους η Ελληνική Δημοκρατία είναι μέλος.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο ΙΕ20.14 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

Άρθρο έκτο: Νομιμοποίηση εσόδων από αδικήματα διαφθοράς

 

Μετά το εδάφιο ι)στ)ι)στ' του στοιχείου α' του νόμου 2331/1995, όπως έχει τροποποιηθεί με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του νόμου 3424/2005 (ΦΕΚ 305/Α/2005) προστίθεται εδάφιο ι)ζ)ι)ζ)', το οποίο έχει ως εξής:

 

{ι)ζ)ι)ζ) Τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα από τις διατάξεις των άρθρων τέταρτου, πέμπτου και όγδοου του νόμου, με τον οποίο κυρώνεται η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη στις 31-10-2003.}

 

Άρθρο έβδομο: Μέτρα για τη διευκόλυνση της συλλογής των αποδείξεων και για την προστασία συνεργατών δικαιοσύνης και μαρτύρων

 

1. Κατά την ποινική προδικασία για τις πράξεις που προβλέπονται από την κυρούμενη με τον παρόντα νόμο Σύμβαση μπορεί να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για την αποτελεσματική προστασία από πιθανή εκδίκηση ή εκφοβισμό των καταγγελλόντων τις πράξεις αυτές ή των ουσιωδών μαρτύρων ή των πραγματογνωμόνων ή των θυμάτων ή συγγενών τους ή άλλων προσώπων που συνδέονται στενά με αυτούς, όπου τούτο είναι αναγκαίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφοι 2 ως 4 του νόμου [Ν] 2928/2001.

 

2. Για τις αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται στα άρθρα 235, 236 και 237 του Ποινικού Κώδικα και στα άρθρα τέταρτο, πέμπτο και έκτο του παρόντος νόμου εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη του άρθρου 253Α παράγραφος 1 περιπτώσεις γ', δ', ε' και παράγραφοι 2 και 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο ΙΕ20.14 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

Άρθρο όγδοο: Ευθύνη νομικών προσώπων

 

Το άρθρο δέκατο του νόμου 3560/2007 (ΦΕΚ 103/Α/2007) εφαρμόζεται και σε σχέση με πράξεις που προβλέπονται από την κυρούμενη με τον παρόντα νόμο Σύμβαση και τελούνται σε οποιοδήποτε κράτος μέρος.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο ΙΕ20.14 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

Άρθρο ένατο: Ειδικές ανακριτικές αρχές

 

Στα αδικήματα που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο οι ανακριτικές πράξεις διεξάγονται από τα αρμόδια όργανα της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων. Παράλληλα διατηρείται και η αρμοδιότητα των κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οργάνων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο ΙΕ20.14 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

Άρθρο δέκατο: Δικαιοδοσία - Αυτεπάγγελτη δίωξη

 

1. Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 42, σε συνδυασμό με τα άρθρα 23 παράγραφος 1 (α) (i) ή (β) (i) (ii) της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.

 

2. Τα προβλεπόμενα από τον παρόντα νόμο αδικήματα διώκονται αυτεπαγγέλτως, οπουδήποτε και αν τελέστηκαν.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο ΙΕ20.14 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

Άρθρο ενδέκατο: Δηλώσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης της Σύμβασης

 

1. Η Ελληνική Δημοκρατία δηλώνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 3 της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο, δεν δεσμεύεται από την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου της Σύμβασης.

 

2. Η Ελληνική Δημοκρατία δηλώνει ότι αρμόδια Κεντρική Αρχή στην οποία απευθύνονται αιτήσεις που γίνονται σύμφωνα με το κεφάλαιο IV της Σύμβασης είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης και κάθε σχετικό αίτημα, καθώς και τα συνοδευτικά του έγγραφα πρέπει να είναι μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα.

 

Άρθρο δωδέκατο

 

1. Το άρθρο 57 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 57

 

1. Η εξαίρεση προτείνεται από τον διάδικο πέντε ημέρες πριν από τη συζήτηση στο ακροατήριο, ενώ αργότερα έως ότου περατωθεί η συζήτηση στο ακροατήριο, μόνο αν πιθανολογείται ότι η περίπτωση ή οι λόγοι της εξαίρεσης προέκυψαν ή έγιναν γνωστοί στον διάδικο μετά την πάροδο της πενθήμερης προθεσμίας. Στην τελευταία περίπτωση, αν η εξαίρεση γίνει δεκτή, μπορούν, ύστερα από αίτηση, να κηρυχθούν άκυρες οι πράξεις της διαδικασίας στις οποίες είχε συμπράξει εκείνος του οποίου ζητείται η εξαίρεση.

 

2. Δεν επιτρέπεται αίτηση εξαίρεσης:

 

α) όλων των μελών του δικαστηρίου, στο οποίο υπηρετούν πράγματι περισσότεροι από πέντε δικαστές,

β) μελών του δικαστηρίου ή του γραμματέα του δικαστηρίου, το οποίο αποφασίζει για την αίτηση εξαίρεσης κατά το άρθρο 54,

γ) περισσοτέρων των οκτώ δικαστών για κάθε δικαστήριο στο οποίο υπηρετούν πράγματι τουλάχιστον δώδεκα δικαστές,

δ) περισσοτέρων των τεσσάρων δικαστών για κάθε δικαστήριο, στο οποίο υπηρετούν πράγματι τουλάχιστον επτά δικαστές και περισσοτέρων των δύο όταν υπηρετούν πράγματι λιγότεροι από επτά δικαστές,

ε) μελών του δικαστηρίου, το οποίο αποφασίζει για την παραπομπή της αίτησης εξαίρεσης από δικαστήριο σε δικαστήριο κατά το άρθρο 50.

 

3. Αίτηση εξαίρεσης, η οποία υποβάλλεται παρά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, είναι απαράδεκτη και απορρίπτεται από το ίδιο το δικαστήριο, του οποίου ζητείται η εξαίρεση μελών του. Η αίτηση αυτή δεν αποτελεί λόγο αποχής από την άσκηση των καθηκόντων τους για τα πρόσωπα των οποίων ζητείται η εξαίρεση.}

 

2. Το άρθρο 49 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 49

 

Την παραπομπή έχει δικαίωμα να ζητήσει οποιοσδήποτε διάδικος και αυτεπαγγέλτως ο πρόεδρος του δικαστηρίου ή του συμβουλίου διεύθυνσης του δικαστηρίου εφαρμόζοντας αναλόγως τις διατάξεις του άρθρου 307, στις περιπτώσεις 1 και 2 του άρθρου 48 και μόνον ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στην περίπτωση 3 του ίδιου άρθρου.}

 

3. Η περίπτωση 1 του άρθρου 48 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. αν από ένα δικαστήριο εξαιρεθούν τόσοι δικαστές, ώστε οι υπόλοιποι να μην αρκούν για τη νόμιμη συγκρότηση του δικαστηρίου.}

 

Άρθρο δέκατο τρίτο

 

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 68 αυτής.

 

Παραγγέλνουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

 

Αθήνα, 09-06-2008

 

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.