Νόμος 4303/14

Ν4303/2014: Κύρωση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου Επείγουσα ρύθμιση για την αναπλήρωση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων λόγω πρόωρης λήξης της θητείας του (ΦΕΚ 136/Α/2014) και άλλες διατάξεις


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νόμος 4303/2014: Κύρωση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου Επείγουσα ρύθμιση για την αναπλήρωση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων λόγω πρόωρης λήξης της θητείας του (ΦΕΚ 136/Α/2014) και άλλες διατάξεις, (ΦΕΚ 231/Α/2014), 17-10-2014.

 

Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας

 

Εκδίδουμε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

Άρθρο πρώτο: Κύρωση Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου

 

Άρθρο δεύτερο: Τροποποίηση διατάξεων του νόμου [Ν] 2969/2001

 

Στο νόμο [Ν] 2969/2001 Αιθυλική αλκοόλη και αλκοολούχα προϊόντα (ΦΕΚ 281/Α/2001) επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις και συμπληρώσεις:

 

1. Στο άρθρο 3 η παράγραφος 11 αντικαθίσταται και προστίθεται παράγραφος 12 ως εξής:

 

{11)α. Πλήρως μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη με την εθνική μέθοδο (φωτιστικό οινόπνευμα):

 

Η αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης χαμηλής ποιότητας (κεφαλές και ουρές της απόσταξης, ακατέργαστη ή ακάθαρτη ή ακαθάριστη αιθυλική αλκοόλη) με κατ' όγκο αλκοολικό τίτλο τουλάχιστον 93% vol και όχι άνω των 96% vol., στην οποία προστίθενται οι ακόλουθες ουσίες ανά εκατόλιτρο ένυδρης αιθυλικής αλκοόλης 93% vol:

 

α) Μεθυλική αλκοόλη: 2 λίτρα.

β) Τερεβινθέλαιο: 1 λίτρο.

γ) Φωτιστικό πετρέλαιο: 0,50 λίτρα.

δ) Κυανούν του μεθυλενίου: 0,40 γραμμάρια. Το τελικό προϊόν πρέπει, ως έχει, να παρουσιάζει ένδειξη του εκατοντάβαθμου αλκοολόμετρου 93% vol στους 20° C.

 

β. Πλήρως μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη με την κοινή ευρωπαϊκή μέθοδο:

 

Η αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης (ουδέτερη ή ακατέργαστη), ως και η συνθετική αιθυλική αλκοόλη, στην οποία προστίθενται οι ουσίες που καθορίζονται, κατά το είδος και την αναλογία τους, στις εκάστοτε ισχύουσες ενωσιακές διατάξεις.

 

12. Ποτά από ζύμωση: Τα ποτά του κωδικού ΣΟ 22.06 που λαμβάνονται από αλκοολική ζύμωση καρπών, φρούτων και γενικά γεωργικών πρώτων υλών ή / και των χυμών αυτών και προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση.}

 

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι παραγωγής και διάθεσης των εν λόγω προϊόντων.

 

2. Η παράγραφος Β5 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{5. Τα δοχεία συλλογής και αποθήκευσης, καθώς και οι σωληνώσεις μεταφοράς, πρέπει να είναι από υλικά κατάλληλα για την αποθήκευση αλκοολούχων υγρών.

 

Τα δοχεία συλλογής και αποθήκευσης πρέπει να είναι κανονικού γεωμετρικού σχήματος, εγκατεστημένα έτσι ώστε να είναι ευχερής ο έλεγχος και η σφράγισή τους, πριν δε από την έναρξη λειτουργίας να έχουν ογκομετρηθεί και εγκριθεί αρμοδίως οι οικείοι ογκομετρικοί πίνακες, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.}

 

3. Στο άρθρο 7 η παράγραφος Γ3 αντικαθίσταται, ενώ προστίθεται και παράγραφος Γ4 ως εξής:

 

{Γ3. Τα αποσταγματοποιεία μπορούν να συστεγάζονται και συλλειτουργούν με οινοποιεία, στα οποία οι αρμόδιες κατά το άρθρο 2 του παρόντος νόμου Αρχές μπορούν να διενεργούν τους απαραίτητους ελέγχους σύμφωνα με όρους, προϋποθέσεις και διαδικασίες που καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

 

Γ4. Προκειμένου για τα στέμφυλα που εισάγονται στα αποσταγματοποιεία προς παραγωγή αποστάγματος στεμφύλων σταφυλής, μπορεί να αναγνωρίζεται, κατά τους σχετικούς ελέγχους, ανοχή έως 15% πλέον του ορίου της απόδοσής τους σε αιθυλική αλκοόλη που προβλέπεται στις σχετικές διατάξεις της παραγράφου Ε2 του παρόντος άρθρου.}

 

4. Η παράγραφος Δ6 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Δ6. Απαγορεύεται η συνύπαρξη και λειτουργία ποτοποιείου σε ενιαίο χώρο με άλλη επιχείρηση εκτός από αποσταγματοποιείο και οινοπνευματοποιείο Β' κατηγορίας. Ωστόσο, η συνύπαρξη αυτή δεν επιτρέπεται στην περίπτωση συστέγασης και συλλειτουργίας οινοποιείου και αποσταγματοποιείου.}

 

5. Η παράγραφος Δ10 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Δ10. α. Απαγορεύεται η εμφιάλωση αλκοολούχων ποτών από άλλους επιτηδευματίες πλην των ποτοποιών.

 

β. Κατά παρέκκλιση προς τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, στις περιπτώσεις των αποσταγματοποιείων που συστεγάζονται και συλλειτουργούν με οινοποιεία που διαθέτουν εμφιαλωτήριο οίνων, επιτρέπεται η εμφιάλωση στο υφιστάμενο εμφιαλωτήριο οίνων, αποκλειστικά και μόνον, των παραγομένων από το αποσταγματοποιείο αποσταγμάτων.

 

Στην περίπτωση αυτή, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ρυθμίζονται οι όροι και προϋποθέσεις για τη χρήση του εμφιαλωτηρίου για την εμφιάλωση των κατά τα ανωτέρω αποσταγμάτων, ενώ όσον αφορά τις διαδικασίες ελέγχου για την εμφιάλωση και τη διάθεση τούτων εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της περίπτωσης ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου.}

 

6. Οι παράγραφοι 6 και 7, ως και η περίπτωση β' της παραγράφου 11 του άρθρου 8 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{6. Επιτρέπεται η διάθεση στη λιανική πώληση εμφιαλωμένης της πλήρως μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, είτε με την εθνική μέθοδο (φωτιστικού οινοπνεύματος) είτε με την κοινή μέθοδο σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες ενωσιακές διατάξεις.

 

Η παρασκευή της πλήρως μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, είτε με την εθνική μέθοδο (φωτιστικού οινοπνεύματος) είτε με την κοινή μέθοδο πραγματοποιείται, αποκλειστικά και μόνον, από τα οινοπνευματοποιεία Α' και Β' κατηγορίας ή από τους νεφτοποιούς της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 5, ως και από τις φορολογικές αποθήκες εμπορίας που διακινούν χύμα, παντός είδους αιθυλική αλκοόλη, αποστάγματα και προϊόντα απόσταξης γεωργικής προέλευσης.

 

Η εμφιάλωση της πλήρως μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, είτε με την εθνική μέθοδο (φωτιστικού οινοπνεύματος) είτε με την κοινή μέθοδο, επιτρέπεται να γίνεται μόνο από επιτηδευματίες οι οποίοι κατέχουν ειδική, κατά περίπτωση, άδεια που εκδίδεται από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, επί τη βάσει της οποίας και μόνον επιτρέπεται η εκ μέρους τους προμήθεια αυτής.

 

7.α. Προκειμένου για την κατά την παράγραφο 1)β' του άρθρου 83 του νόμου [Ν] 2960/2001 και την παράγραφο 10 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη, η μετουσίωση μπορεί να διενεργείται επ' ονόματι των Οινοπνευματοποιών Β' κατηγορίας ή των φορολογικών αποθηκών εμπορίας χύμα, παντός είδους, αιθυλικής αλκοόλης, αποσταγμάτων και προϊόντων απόσταξης, με σκοπό την εν συνεχεία διάθεσή της τμηματικά στις δικαιούχες βιομηχανίες και βιοτεχνίες που κέκτηνται την προς τούτο σχετική έγκριση, υπό όρους, προϋποθέσεις και διαδικασίες που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

 

β. Δεν επιτρέπεται η καθ' οιονδήποτε τύπο ή τρόπο διάθεση στη λιανική πώληση της, κατά το προηγούμενο εδάφιο, μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, ταύτης προοριζομένης αποκλειστικά και μόνον για βιομηχανική χρήση.

 

11. β. για την πλήρη μετουσίωση, την παρασκευή, διάθεση και εμφιάλωση της, κατά την παράγραφο 11 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, ως και για την εμφιάλωση της ουδέτερης αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης και τη διάθεσή της στη λιανική πώληση.}

 

7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 14 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{6. Οι διοικητικές παραβάσεις του νόμου αυτού παραγράφονται, εάν εντός τριετίας από την τέλεσή τους δεν κοινοποιηθεί στον ή στους υπαιτίους η καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου της αρμόδιας αρχής.

 

Προκειμένου περί μη κανονικών δειγμάτων, κάθε είδους, αιθυλικής αλκοόλης, αποσταγμάτων και προϊόντων απόσταξης, ως και αλκοολούχων ποτών, η τέλεση των κατά τα ανωτέρω διοικητικών παραβάσεων ανατρέχει από την ημερομηνία κατά την οποία τα αποτελέσματα των οικείων χημικών εξετάσεων κατέστησαν οριστικά ή από της εκδόσεως της σχετικής γνωμοδοτήσεως του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου.}

 

Άρθρο τρίτο: Αξιοποίηση της κινητής περιουσίας του Ελληνικού Οργανισμού Μικρομεσαίων Μεταποιητικών Επιχειρήσεων και Χειροτεχνίας

 

Στο άρθρο 17 του νόμου 4038/2012 (ΦΕΚ 14/Α/2012) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

 

{5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να παραχωρείται κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, η χρήση της κινητής περιουσίας της εταιρείας Ελληνικός Οργανισμός Μικρομεσαίων Μεταποιητικών Επιχειρήσεων και Χειροτεχνίας ανώνυμη εταιρεία, η οποία έχει περιέλθει στο Ελληνικό Δημόσιο, βάσει της Απόφασης 4507/2011 (ΦΕΚ 2542/Β/2011), της παραγράφου 3 του άρθρου 17 του νόμου 4038/2012 (ΦΕΚ 14/Α/2012) και του με αριθμό 18404/2012 Δημοσίου Συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Παύλου Κουρνέτα, άνευ ανταλλάγματος και με σκοπό την αξιοποίησή της, σε Δημόσιες Υπηρεσίες, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και λοιπά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, εποπτευόμενα από το Δημόσιο. Η απόφαση εκδίδεται κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Επιτροπής Αξιολόγησης των Αιτημάτων, που λειτουργεί στο Υπουργείο Οικονομικών, έχοντας υπόψη τις καταγραφές που έχουν πραγματοποιηθεί από τις κατά τόπους Κτηματικές Υπηρεσίες, βάσει της υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου Δ6Α1114957ΕΞ2012 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.

 

Επί των ανωτέρω πράξεων μεταβιβάσεως ή παραχώρησης χρήσης εφαρμόζεται η παράγραφος 13 του άρθρου 14Α του νόμου 3429/2005 (ΦΕΚ 314/Α/2005), όπως ισχύει.}

 

Άρθρο τέταρτο: Διαδικαστικά ζητήματα μεσολάβησης και διαιτησίας συλλογικών διαφορών εργασίας

 

Άρθρο πέμπτο

 

Το άρθρο 27Α του νόμου 4172/2013 (ΦΕΚ 167/Α/2013), όπως αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 23 του νόμου 4302/2014 (ΦΕΚ 225/Α/2014), αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

 

{Μετά το άρθρο 27 του νόμου 4172/2013 (ΦΕΚ 167/Α/2013), όπως ισχύει, προστίθεται άρθρο 27Α ως εξής:

 

{Άρθρο 27Α: Αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση

 

1. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως 11 του παρόντος άρθρου αφορούν στην προαιρετική μετατροπή αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, επί προσωρινών διαφορών, σε οριστικές και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. Προς το σκοπό της ένταξης στις διατάξεις των παραγράφων αυτών και για την ανάληψη των σχετικών εταιρικών ενεργειών, απαιτείται απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων του νομικού προσώπου, κατόπιν ειδικής εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου. Η απόφαση αυτή αφορά στο σχηματισμό ειδικού αποθεματικού και στη δωρεάν έκδοση παραστατικών τίτλων δικαιωμάτων κτήσεως κοινών μετοχών (δικαιώματα μετατροπής) υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά τις διατάξεις της παραγράφου 6, στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του νομικού προσώπου με κεφαλαιοποίηση του ειδικού αποθεματικού και στην εξουσιοδότηση του Διοικητικού Συμβουλίου να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για την υλοποίηση των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης.

 

Η ως άνω απόφαση γνωστοποιείται στη Φορολογική Διοίκηση και στην Εποπτική Αρχή.

 

Η ένταξη στο ειδικό πλαίσιο των διατάξεων του παρόντος άρθρου λήγει με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων του νομικού προσώπου, κατόπιν εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται μέχρι το τέλος του προηγούμενου έτους εκείνου στο οποίο αφορά.

 

Οι αποφάσεις των προηγούμενων εδαφίων λαμβάνονται με την αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία που απαιτείται, κατά τις διατάξεις του νόμου [Ν] 2190/1920, για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.

 

Ειδικά, όσον αφορά στη λήξη της ένταξης, το νομικό πρόσωπο υποβάλλει προς την Εποπτική Αρχή σχετική αίτηση προς έγκριση τουλάχιστον 3 μήνες πριν από τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης, την οποία αυτή εγκρίνει ή απορρίπτει εντός 2 μηνών από την ημερομηνία υποβολής της.

 

2. Ο φόρος εισοδήματος, ο οποίος αναλογεί σε προσωρινές διαφορές, που αφορούν:

 

α) στο υπολειπόμενο (αναπόσβεστο) ποσό της χρεωστικής διαφοράς της παραγράφου 2 του άρθρου 27, που έχει προκύψει σε βάρος των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος νομικών προσώπων των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26 και

 

β) στο ποσό των συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών, λόγω πιστωτικού κινδύνου, αναφορικά με απαιτήσεις των προαναφερθέντων νομικών προσώπων, υφιστάμενες κατά την 31-12-2014, για το οποίο έχει ή θα λογισθεί αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση, σύμφωνα με τις διατάξεις των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) και τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή τις αντίστοιχες διατάξεις του προϊσχύσαντος νόμου 2238/1994, και εμφανίζεται στις τελευταίες εκάστοτε νομίμως ελεγμένες και εγκεκριμένες από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων, ετήσιες εταιρικές οικονομικές καταστάσεις των ανωτέρω νομικών προσώπων, εφόσον έχουν συνταχθεί με βάση τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, μετατρέπεται, στο σύνολό του ή μερικά με τον τρόπο που περιγράφεται κατωτέρω, κατά περίπτωση, σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση αυτού έναντι του Δημοσίου, σε περίπτωση κατά την οποία το λογιστικό, μετά από φόρους, αποτέλεσμα χρήσης του νομικού προσώπου είναι ζημία, σύμφωνα με τις, κατά τα παραπάνω, νομίμως ελεγμένες και εγκεκριμένες εταιρικές οικονομικές καταστάσεις από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων.

 

Το ποσό της οριστικής και εκκαθαρισμένης απαίτησης προσδιορίζεται δια του πολλαπλασιασμού του συνολικού ποσού της, κατά τα παραπάνω, οριζόμενης αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης με το ποσοστό που αντιπροσωπεύει η λογιστική, μετά από φόρους, ζημία χρήσης στο σύνολο των ιδίων κεφαλαίων, όπως αυτά εμφανίζονται στις εκάστοτε ετήσιες εταιρικές οικονομικές καταστάσεις του νομικού προσώπου, οι οποίες έχουν συνταχθεί για το οικείο φορολογικό έτος, μη συμπεριλαμβανομένης σε αυτά της λογιστικής ζημίας χρήσης [Φορολογική Απαίτηση = Ποσό Αναβαλλόμενης Φορολογικής Απαίτησης οικονομικών καταστάσεων X λογιστική, μετά από φόρους, ζημία χρήσης/(ίδια κεφάλαια - Λογιστική, μετά από φόρους, ζημία χρήσης)].

 

Η απαίτηση της παρούσας παραγράφου γεννάται κατά το χρόνο έγκρισης των εκάστοτε ετήσιων εταιρικών οικονομικών καταστάσεων από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων και συμψηφίζεται με τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος του νομικού προσώπου ή και εταιρειών του ιδίου εταιρικού ομίλου (συνδεδεμένων επιχειρήσεων κατά την έννοια του παρόντος νόμου) του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν οι εγκριθείσες οικονομικές καταστάσεις. Προκειμένου για το συμψηφισμό με τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος, το νομικό πρόσωπο ή η συνδεδεμένη επιχείρηση μπορεί να υποβάλει εμπρόθεσμα συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία γέννησης της απαίτησης κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση που ο αναλογών φόρος εισοδήματος του φορολογικού έτους στο οποίο προέκυψε η λογιστική ζημία δεν επαρκεί για τον ολοσχερή συμψηφισμό της απαίτησης και κατά το μέρος που αυτή δεν έχει συμψηφισθεί, το νομικό πρόσωπο έχει άμεσα εισπράξιμη απαίτηση έναντι του Ελληνικού Δημοσίου για το υπόλοιπο (μη συμψηφισθέν) ποσό. Η απαίτηση αυτή καλύπτεται εντός 1 μηνός από την υποβολή της (αρχικής ή συμπληρωματικής) δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, το νομικό πρόσωπο εκδίδει δωρεάν παραστατικούς τίτλους δικαιωμάτων κτήσεως κοινών μετοχών (δικαιώματα μετατροπής), κατά τις διατάξεις της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, οι οποίοι ανήκουν κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο και αντιστοιχούν σε κοινές μετοχές συνολικής αγοραίας αξίας ίσης με το 110% του ποσού της εισπρακτέας φορολογικής απαίτησης.

 

Ως αγοραία αξία των μετοχών νοείται: (α) εφόσον οι μετοχές του νομικού προσώπου είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ο μέσος όρος της χρηματιστηριακής τιμής τους σταθμισμένος με βάση τον όγκο συναλλαγών, κατά τις προηγούμενες 30 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία που καθίσταται εισπρακτέα η, κατά τα παραπάνω, φορολογική απαίτηση ή (β) εφόσον οι μετοχές δεν είναι εισηγμένες, η εσωτερική λογιστική αξία τους, όπως προκύπτει από τον νόμιμα συνταγμένο τελευταίο ισολογισμό του νομικού προσώπου, αφού ληφθούν υπόψη τυχόν παρατηρήσεις στην έκθεση ελέγχου του νόμιμου ελεγκτή. Η άσκηση των δικαιωμάτων μετατροπής πραγματοποιείται χωρίς την καταβολή ανταλλάγματος, με την κεφαλαιοποίηση του ειδικού αποθεματικού.

 

3. Στην περίπτωση πτώχευσης, διαδικασίας εξυγίανσης, ειδικής εκκαθάρισης ή εκκαθάρισης του νομικού προσώπου, σε εφαρμογή διατάξεων της ελληνικής νομοθεσίας ή της ευρωπαϊκής, όπως αυτή έχει ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο, το υπολειπόμενο ποσό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου, μετατρέπεται σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση κατά τα οριζόμενα στην ίδια παράγραφο. Εάν η φορολογική απαίτηση δεν συμψηφισθεί ολοσχερώς με τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος του νομικού προσώπου, το μη συμψηφισθέν μέρος της ανωτέρω απαίτησης αποτελεί άμεσα εισπράξιμη απαίτησή του από το Δημόσιο.

 

4. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν εφαρμόζονται στο ποσό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης που έχει λογισθεί επί των συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω πιστωτικού κινδύνου αναφορικά με απαιτήσεις κατά εταιρειών του ιδίου εταιρικού ομίλου, καθώς και μετόχων, εταίρων, μελών διοικητικών συμβουλίων, διευθυνόντων συμβούλων, γενικών διευθυντών και διευθυντών αυτών. Ως εταιρεία του ιδίου εταιρικού ομίλου νοείται κάθε συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την έννοια του παρόντος νόμου.

 

5. Σε περίπτωση συμψηφισμού ή είσπραξης της απαίτησης, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο 2, το σχετικό ποσό αφαιρείται από τη συνολική φορολογική απαίτηση του νομικού προσώπου,

 

6. Για το ποσό που αντιστοιχεί στο ποσοστό 110% του ποσού της ανωτέρω απαίτησης, που δεν έχει συμψηφισθεί με το φόρο εισοδήματος του νομικού προσώπου, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, το νομικό πρόσωπο σχηματίζει ισόποσο ειδικό αποθεματικό, το οποίο προορίζεται αποκλειστικά για την αύξηση του μετοχικού του κεφαλαίου και την έκδοση παραστατικών τίτλων δικαιωμάτων κτήσεως κοινών μετοχών (δικαιώματα μετατροπής) προς το Ελληνικό Δημόσιο. Για το σκοπό αυτόν, κατά το χρόνο σχηματισμού του κατά τα ανωτέρω ειδικού αποθεματικού, το νομικό πρόσωπο εκδίδει προς το Ελληνικό Δημόσιο παραστατικούς τίτλους δικαιωμάτων κτήσεως κοινών μετοχών (δικαιώματα μετατροπής) η συνολική αξία των οποίων προσδιορίζεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι τίτλοι είναι μετατρέψιμοι σε κοινές μετοχές, οι οποίες μπορεί να εκδοθούν και υπέρ το άρτιο.

 

Οι, κατά τα παραπάνω, παραστατικοί τίτλοι είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμοι από τους κατόχους. Εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά την ημερομηνία έκδοσης των τίτλων, οι υφιστάμενοι μέτοχοι έχουν δικαίωμα εξαγοράς τους κατά την αναλογία συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο του νομικού προσώπου κατά το χρόνο έκδοσης των τίτλων. Η απόκτηση των τίτλων από το Ελληνικό Δημόσιο, καθώς και η άσκηση των δικαιωμάτων μετατροπής από τους κατόχους τους πραγματοποιείται χωρίς αντάλλαγμα και δεν αποτελεί δημόσια προσφορά κατά την έννοια του νόμου 3401/2005. Δεν αποτελεί, επίσης, δημόσια προσφορά η άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς των τίτλων από τους υπάρχοντες μετόχους.

 

Μετά την άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς από τους υφιστάμενους μετόχους ή την παρέλευση του εύλογου χρονικού διαστήματος χωρίς να ασκηθεί το δικαίωμα αυτό οι, κατά τα παραπάνω, παραστατικοί τίτλοι είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμοι έναντι ανταλλάγματος και διαπραγματεύσιμοι σε οργανωμένη αγορά.

 

7. Με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου ορίζονται κάθε σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου θέμα και ιδίως η διαδικασία του φορολογικού ελέγχου, τα απαιτούμενα στοιχεία τεκμηρίωσης για την επαλήθευση του ποσού της οριστικής και εκκαθαρισμένης απαίτησης κατά του Δημοσίου, η παρακολούθηση και πιστοποίηση του μη συμψηφισθέντος ετήσιου υπόλοιπου της φορολογικής απαίτησης της παραγράφου 2, ο τρόπος αποπληρωμής της, ο οποίος είναι είτε μετρητοίς είτε με ταμειακά ισοδύναμα, όπως αυτά ορίζονται στο πρότυπο 7 των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων, η πιστοποίηση της εξόφλησης της απαίτησης αυτής, οι βασικοί όροι που διέπουν τους εκδιδόμενους παραστατικούς τίτλους δικαιωμάτων κτήσεων κοινών μετοχών (δικαιώματα μετατροπής), η μεταβίβασή τους, η αξία μεταβίβασης, ο χρόνος και η διαδικασία άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς από τους μετόχους του νομικού προσώπου, ο χρόνος κατά τον οποίο αυτοί καθίστανται διαπραγματεύσιμοι σε οργανωμένη αγορά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια αναφορικά με το χρόνο και τη διαδικασία μετατροπής των δικαιωμάτων και την έκδοση (δωρεάν) κοινών μετοχών των νομικών προσώπων προς το Ελληνικό Δημόσιο.

 

8. Από τη θέση σε ισχύ του παρόντος άρθρου, και για όσα νομικά πρόσωπα αποφασίσουν την ένταξή τους στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, δεν εφαρμόζεται ως προς τις σε αυτό αναφερόμενες φορολογικές απαιτήσεις κάθε άλλη διάταξη νόμου, η οποία τυχόν θέτει διαφορετικές προϋποθέσεις, αιρέσεις ή προθεσμίες στην επιστροφή από το Δημόσιο φόρου εισοδήματος. Η τυχόν μείωση του ποσού της φορολογικής απαίτησης, κατόπιν του ελέγχου της Φορολογικής Διοίκησης, συνεπάγεται την έκδοση πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου ή πράξης διόρθωσης αυτού, χωρίς αυτό να συνεπάγεται οποιαδήποτε αξίωση του νομικού προσώπου ή οποιουδήποτε άλλου σε βάρος οποιουδήποτε κατόχου, σχετικά με τους παραστατικούς τίτλους της παραγράφου 6 ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία.

 

9. Σε περίπτωση μετατροπής της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης επί του ποσού των συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω κάλυψης πιστωτικού κινδύνου κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση έναντι του Δημοσίου, το δικαιούχο νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημά του το ποσό των προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω κάλυψης πιστωτικού κινδύνου, που αφορούν στο ποσό της κατά τα ανωτέρω μετατραπείσας φορολογικής απαίτησης σε οριστική. Το ως άνω ποσό εγγράφεται σε ειδικό λογαριασμό του νομικού προσώπου.

 

10. Το ποσό της χρεωστικής διαφοράς, για το οποίο έχει πραγματοποιηθεί μετατροπή της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση έναντι του Δημοσίου, αφαιρείται από το υπολειπόμενο (αναπόσβεστο) ποσό της χρεωστικής διαφοράς, που εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα του νομικού προσώπου κατά τις διατάξεις του άρθρου 27 παράγραφος 2.

 

11. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου αφορούν φορολογικές απαιτήσεις που γεννώνται από το φορολογικό έτος 2016 και εφεξής και ανάγονται στο φορολογικό έτος 2015 και εφεξής. Κατ' εξαίρεση, στην περίπτωση πτώχευσης, διαδικασίας εξυγίανσης, ειδικής εκκαθάρισης ή εκκαθάρισης του νομικού προσώπου, η φορολογική απαίτηση γεννάται οποτεδήποτε συντρέξουν τα γεγονότα αυτά μετά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος.}}

 

Άρθρο έκτο: Παραγωγή και διάθεση ξυδιού

 

Παράγραφος 1: Ορισμοί και κατηγορίες ξυδιού

 

1. Ως ξύδι (ή όξος) νοείται το προϊόν που παράγεται με οξική ζύμωση ή αλκοολική και οξική ζύμωση, κατά περίπτωση, οποιασδήποτε πρώτης ύλης, από τις ακόλουθες:

 

α) Οίνοι κάθε κατηγορίας, όπως ορίζονται από τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1308/2013 (EEL 347/2013).

 

β) Ξηρή σταφίδα.

 

γ) Φρούτα και προϊόντα αλκοολικής ζύμωσης αυτών. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ως φρούτα νοούνται και τα τμήματα των φρούτων νωπών ή αποξηραμένων ή / και χυμοί αυτών.

 

δ) Αιθυλική αλκοόλη. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ως αιθυλική αλκοόλη νοείται η αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, το απόσταγμα οίνου, το απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής, το απόσταγμα οινολασπών, το απόσταγμα σταφίδας, η ακατέργαστη αλκοόλη ως και το προϊόν απόσταξης γεωργικής προέλευσης, όπως ορίζονται στην ενωσιακή και εθνική νομοθεσία.

 

ε) Βύνη δημητριακών ή / και δημητριακά.

 

στ) Μέλι και βρώσιμα υπολείμματα μελισσοκομίας.

 

ζ) Μπύρα.

 

2. Ανάλογα με τις χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες, το ξύδι που παράγεται διακρίνεται στις κάτωθι κατηγορίες:

 

α) Ξύδι από οίνο: Το ξύδι όπως αυτό ορίζεται στις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1308/2013, το οποίο παράγεται αποκλειστικά από την οξική ζύμωση οίνου.

 

β) Ξύδι από ξηρή σταφίδα: Το ξύδι που παράγεται αποκλειστικά από αλκοολική και οξική ζύμωση των υγρών εκχύλισης της ξηράς σταφίδας.

 

γ) Ξύδι από φρούτα: Το ξύδι που παράγεται από οξική ζύμωση ή αλκοολική και οξική ζύμωση των πρώτων υλών που αναφέρονται στην περίπτωση γ' της υποπαραγράφου 1, καθώς και το ξύδι που προκύπτει από αλκοολική και οξική ζύμωση μη οινοποιήσιμων σταφυλιών, συμπεριλαμβανομένων των απορρόγων σταφυλιών (απορρίμματα συσκευαστηρίων σταφυλιών) ή και των οινοποιήσιμων σταφυλιών σε ανάμιξη με εκχύλισμα ξηρής σταφίδας.

 

δ) Ξύδι από αλκοόλη: Το ξύδι που παράγεται από οξική ζύμωση της αιθυλικής αλκοόλης, όπως αυτή ορίζεται στην περίπτωση δ' της υποπαραγράφου 1.

 

ε) Ξύδι από δημητριακά: Το ξύδι που παράγεται από αλκοολική και οξική ζύμωση των πρώτων υλών που αναφέρονται στην περίπτωση ε' της υποπαραγράφου 1.

 

στ) Ξύδι από μέλι: Το ξύδι που παράγεται από αλκοολική και οξική ζύμωση των πρώτων υλών που αναφέρονται στην περίπτωση στ' της υποπαραγράφου 1.

 

ζ) Ξύδι από μπύρα: Το ξύδι που παράγεται από οξική ζύμωση της πρώτης ύλης που αναφέρεται στην περίπτωση ζ' της υποπαραγράφου 1.

 

η) Βαλσαμικό ξύδι: Το προϊόν που λαμβάνεται είτε με προσθήκη σε ξύδι αμπελοοινικής προέλευσης συμπυκνωμένου γλεύκους σταφυλιών ή / και ανακαθαρισμένου συμπυκνωμένου γλεύκους σταφυλιών, όπως αυτά ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΕ) υπ' αριθμόν 1308/2013 είτε με μερική αλκοολική ζύμωση και στη συνέχεια με οξική ζύμωση του προϊόντος συμπύκνωσης των υγρών που λαμβάνονται από την εκχύλιση ξηράς σταφίδας.

 

Το βαλσαμικό ξύδι έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, σύμφωνα με την υπ' αριθμόν 90/2009 απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ), η οποία εγκρίθηκε με την υπ' αριθμόν 90/2009/2011 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 270/Β/2011).

 

3. Επιτρέπεται η παραγωγή ξυδιού από περισσότερες της μίας πρώτες ύλες και η ανάμιξη ξυδιών των κατηγοριών που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις α' έως ζ' της προηγουμένης υποπαραγράφου 2. Προκειμένου για την αιθυλική αλκοόλη και για σκοπούς ελέγχου της νόμιμης χρήσης αυτής, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του νόμου [Ν] 2960/2001, με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, οι περιορισμοί, οι διαδικασίες και οι διατυπώσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται η ανάμιξή της με άλλη πρώτη ύλη με σκοπό την εν συνεχεία αξιοποίησή της, ως και η ανάμιξη του ξυδιού από αλκοόλη με ξύδια των υπολοίπων, κατά τα ανωτέρω, κατηγοριών.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1.3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 115 του νόμου [Ν] 4514/2018 (ΦΕΚ 14/Α/2018).

 

4. α) Η οξύτητα των ξυδιών που προορίζονται για κατανάλωση πρέπει να είναι τουλάχιστον 50 γραμμάρια ανά λίτρο, εκφρασμένη σε οξικό οξύ, για όλες τις κατηγορίες ξυδιών, εκτός από τα ξύδια από οίνο τα οποία πρέπει να έχουν οξύτητα τουλάχιστον 60 γραμμάρια ανά λίτρο.

 

β) Κάθε άλλο βρώσιμο προϊόν που παρασκευάζεται με διαδικασίες διαφορετικές από αυτές που περιγράφονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή των υπουργικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεών του και χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο του ξυδιού δεν θεωρείται ξύδι και χαρακτηρίζεται ως αρτυματική ύλη ή άρτυμα ή αναπλήρωμα ξυδιού.

 

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορούν να καθορίζονται:

 

α) Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι προδιαγραφές των διαφόρων κατηγοριών ξυδιού, καθώς και των πρώτων υλών παραγωγής του.

 

β) Οι τυχόν νέες κατηγορίες ξυδιού, οι πρώτες ύλες παραγωγής τους, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και προδιαγραφές αυτών.

 

Παράγραφος 2: Αρμόδιες αρχές

 

1. α) Αρμόδιες αρχές για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι:

 

α)α) Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δια της Διεύθυνσης Μεταποίησης Τυποποίησης και Ποιοτικού Ελέγχου, ως αρμόδια κεντρική αρχή.

 

β)β) Οι Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων, σύμφωνα με τις παραγράφους 4, 5, 8 και 11.

 

γ)γ) Τα Περιφερειακά Κέντρα Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου (ΠΚΠΦ και ΠΕ) του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τα οποία εποπτεύουν, συντονίζουν και συνεπικουρούν τις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων στο ελεγκτικό τους έργο.

 

β) Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να ανατίθενται πρόσθετες αρμοδιότητες στις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων και να καθορίζεται κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου.

 

2. α Για τον έλεγχο της αιθυλικής αλκοόλης, ως και των άλλων πρώτων υλών εκ των κατά την υποπαράγραφο 1 της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επιτρεπομένων για την παραγωγή ξυδιού που, αυτούσιες ή τα προϊόντα της κατεργασίας των οποίων, υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και παραλαμβάνονται προς οξοποίηση στα οξοποιεία, αρμόδιες Αρχές είναι οι Χημικές Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους και οι Τελωνειακές Αρχές υπό τον έλεγχο και την εποπτεία των οποίων τελούν τα εν λόγω οξοποιεία, εφαρμοζομένων και των σχετικών διατάξεων του νόμου [Ν] 2969/2001 (ΦΕΚ 281/Α/2001) και του νόμου [Ν] 2960/2001 (ΦΕΚ 265/Α/2001).

 

β. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου που αναφέρονται στην περίπτωση της αιθυλικής αλκοόλης εφαρμόζονται επίσης στις περιπτώσεις των λοιπών πρώτων υλών, εκ των κατά την υποπαράγραφο 1 της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επιτρεπομένων που, αυτούσιες ή τα προϊόντα της κατεργασίας των οποίων, υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και παραλαμβάνονται προς κατεργασία από τα οξοποιεία για παραγωγή ξυδιού.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2.2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 67 του νόμου 4389/2016 (ΦΕΚ 94/Α/2016).

 

Παράγραφος 3: Εγκαταστάσεις παραγωγής και εμφιάλωσης ξυδιού

 

1. Η παραγωγή ξυδιού κάθε κατηγορίας γίνεται από τα οξοποιεία. Το ξύδι διατίθεται προς εμπορία είτε προσυσκευασμένο είτε χύμα. Η εμφιάλωση του ξυδιού γίνεται από τα οξοποιεία, καθώς και από τα εμφιαλωτήρια ξυδιού.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3.1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του νόμου 4442/2016 (ΦΕΚ 230/Α/2016).

 

2. Απαγορεύεται εντός των οξοποιείων η παραγωγή προς εμπορία οίνου, καθώς και οποιουδήποτε άλλου γεωργικού προϊόντος και τροφίμου πλην του ξυδιού και αυτών που αναφέρονται στην περίπτωση α' της υποπαραγράφου 5.

 

3. Απαγορεύεται η συστέγαση οξοποιείου με οινοποιείο.

 

4. Οι δεξαμενές που προορίζονται για την αποθήκευση της παραλαμβανόμενης, προς οξοποίηση, αιθυλικής αλκοόλης πρέπει να είναι σύμφωνες με τις σχετικές διατάξεις του νόμου [Ν] 2969/2001 για τα δοχεία συλλογής και αποθήκευσης της αιθυλικής αλκοόλης, ενώ ο σχεδιασμός, η διαρρύθμιση, η κατασκευή και η χωροδιάταξή τους πρέπει να επιτρέπουν την εύκολη και ασφαλή πρόσβαση σε αυτές.

 

5. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων:

 

α) Καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες, σύμφωνα με τις οποίες επιτρέπεται στα οξοποιεία που διαθέτουν τις κατάλληλες εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, η παραγωγή σταφιδίνης, γλυκόζης, οπωροσακχάρου, σιροπιού σύκων, σταφιδομέλιτος, χαρουποσιροπίου, καθώς και η κατεργασία φρούτων, τομάτας και λαχανικών προς παρασκευή χυμών, συμπυκνωμένων ή μη, πολτών, πηκτών, μαρμελάδων και σαλτσών με βάση το ξύδι.

 

β) Καθορίζονται οι προδιαγραφές των δεξαμενών αποθήκευσης, των μηχανημάτων και των σωληνώσεων μεταφοράς ξυδιού, καθώς και τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία του ξυδιού.

 

γ) Ρυθμίζεται η διαδικασία, με την οποία είναι δυνατή η παραλαβή οινοποιήσιμων σταφυλιών προς αλκοολική ζύμωση και εν συνεχεία οξική ζύμωση για την παραγωγή ξυδιού από οίνο, καθώς και η διαδικασία με την οποία είναι δυνατή η παραλαβή μη οινοποιήσιμων σταφυλιών προς αλκοολική ζύμωση και εν συνεχεία οξική ζύμωση για την παραγωγή ξυδιού από σταφύλι.

 

δ) Μπορούν να καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες, σύμφωνα με τις οποίες επιτρέπεται η συστέγαση οξοποιείου με μονάδα παραγωγής συμπυκνωμένου γλεύκους και η συμπύκνωση γλεύκους για παραγωγή βαλσαμικού ξυδιού.

 

Παράγραφος 4: Έναρξη λειτουργίας οξοποιείου και εμφιαλωτηρίου ξυδιού

 

1. Στο οξοποιείο ή και εμφιαλωτήριο ξυδιού τηρείται αρχείο σχετικά με τις πρώτες ύλες που παραλαμβάνονται προς κατεργασία, τις κατηγορίες ξυδιών που παράγονται ή και εμφιαλώνονται και το σχετικό διάγραμμα ροής.

 

Αν μεταξύ των κατά τα ανωτέρω πρώτων υλών περιλαμβάνεται και η αιθυλική αλκοόλη ή και άλλη πρώτη ύλη στην οποία, είτε αυτοτελώς, είτε στα παραγόμενα ενδιαμέσως από την κατεργασία αυτής προϊόντα, εφαρμόζεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης με μη μηδενικό συντελεστή, ο υπεύθυνος της επιχείρησης ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές κατά την υποπαράγραφο 2 της παραγράφου 2, οι οποίες ελέγχουν τις οικείες εγκαταστάσεις συντάσσοντας σχετική έκθεση με βάση την οποία και αναλόγως του αποτελέσματος αυτής επιτρέπεται η παραλαβή των εν λόγω πρώτων υλών, προς κατεργασία, από το οξοποιείο.

 

2. Η Διεύθυνση Μεταποίησης και Ποιοτικού Ελέγχου Προϊόντων Φυτικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καταρτίζει και τηρεί Μητρώο Επιχειρήσεων ξυδιού για την παραγωγή/ εμφιάλωση ξυδιού όλων των κατηγοριών, σε εθνικό επίπεδο, το οποίο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και στο οποίο εγγράφονται όλες οι επιχειρήσεις ξυδιού.

 

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζεται κάθε σχετικό θέμα που αφορά την τήρηση, οργάνωση και λειτουργία του Μητρώου Επιχειρήσεων ξυδιού, καθώς και την τήρηση από τις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων αντίστοιχου μητρώου για τις επιχειρήσεις της περιοχής αρμοδιότητας τους.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του νόμου 4442/2016 (ΦΕΚ 230/Α/2016).

 

Παράγραφος 5: Διακίνηση προϊόντων οξοποιίας

 

1. Οι οξοποιοί ή / και οι εμφιαλωτές ξυδιού υποχρεώνονται να τηρούν βιβλίο, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, στο οποίο να καταχωρίζουν κάθε μήνα τις εισαχθείσες πρώτες ύλες κατά κατηγορία, τις κατεργασθείσες ποσότητες πρώτων υλών και την περιεκτικότητα αυτών σε σάκχαρα ή / και αλκοόλη, τις παραχθείσες και διακινηθείσες ποσότητες ξυδιού κατά κατηγορία, καθώς και την περιεκτικότητα αυτών σε οξικό οξύ.

 

2. α) Οι οξοποιοί οφείλουν να υποβάλλουν στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία ανήκουν, ετήσια δήλωση παραγωγής.

 

β) Αν οι οξοποιοί χρησιμοποιούν αιθυλική αλκοόλη ως πρώτη ύλη, επιπλέον της ετήσιας δήλωσης παραγωγής της περίπτωσης α', οφείλουν να υποβάλλουν και μηνιαία δήλωση παραγωγής και διακίνησης στην κατά τόπον αρμόδια Χημική Υπηρεσία του ΓΧΚ, εντός δεκαημέρου από της λήξεως εκάστου μηνός.

 

Στην περίπτωση αυτή, στο τέλος εκάστου μηνός, διενεργείται από την κατά τόπον αρμόδια Χημική Υπηρεσία του ΓΧΚ καταμέτρηση υπολοίπων των πάσης φύσεως πρώτων υλών, αυτούσιων ή υπό κατεργασία, ως και των ημιετοίμων ή ετοίμων προϊόντων, συντασσομένου σχετικού πρωτοκόλλου.

 

Στις δηλώσεις των περιπτώσεων α' και β' περιλαμβάνονται υποχρεωτικά τα στοιχεία που καταχωρίζονται στα βιβλία, σύμφωνα με την υποπαράγραφο 1.

 

3. Η αρμόδια Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας και η Χημική Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, κατά περίπτωση, προβαίνουν στον έλεγχο της δήλωσης παραγωγής αφού προβούν στον έλεγχο των βιβλίων, καθώς και σε κάθε άλλο σχετικό έλεγχο, τον οποίο κρίνουν απαραίτητο.

 

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι λεπτομέρειες που αφορούν στις δηλώσεις, στα βιβλία που πρέπει να τηρούν τα οξοποιεία, καθώς και στη διακίνηση των προϊόντων οξοποιίας.

 

Παράγραφος 6: Επισήμανση

 

1. Η επισήμανση του ξυδιού πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας και επιπλέον τις ακόλουθες απαιτήσεις:

 

α) Η ονομασία πώλησης του ξυδιού πρέπει να είναι αυτή της ονομασίας της κατηγορίας στην οποία ανήκει το ξύδι. Στην περίπτωση συμμετοχής περισσοτέρων της μίας πρώτων υλών, η ονομασία πώλησης του ξυδιού πρέπει να φέρει την ένδειξη ξύδι από..., η οποία συμπληρώνεται από τις ονομασίες των αντίστοιχων κατηγοριών κατά σειρά φθίνουσας συμμετοχής στο τελικό προϊόν.

 

Στην περίπτωση ξυδιού που παρασκευάζεται από ένα είδος φρούτου ο όρος φρούτα αντικαθίσταται από την ονομασία του συγκεκριμένου φρούτου που χρησιμοποιήθηκε για την παρασκευή του. Ειδικά για την περίπτωση του ξυδιού από μήλα μπορεί, αντί της ονομασίας πώλησης ξύδι από μήλα, να χρησιμοποιείται, εναλλακτικά, η ονομασία μηλόξυδο.

 

Το ξύδι που παράγεται από σταφύλια, μη οινοποιήσιμα, συμπεριλαμβανομένων των απορρόγων συσκευαστηρίων ή με ανάμιξη οινοποιήσιμων ή μη σταφυλιών ή προϊόντων αυτών μεταξύ τους ή/και με εκχύλισμα ξηρής σταφίδας πρέπει να φέρει την ονομασία πώλησης ξύδι από σταφύλια ή γνήσιο ξύδι ή ξύδι αμπελοοινικής προέλευσης.

 

β) Ξύδι αμπελοοινικής προέλευσης μπορεί να ονομάζεται το ξύδι που προέρχεται από προϊόντα του αμπελοοινικού τομέα.

 

γ) Η ένδειξη της επί τοις εκατό περιεκτικότητας σε οξικό οξύ αναγράφεται υποχρεωτικά στην επισήμανση του ξυδιού.

 

2. Ξύδια τα οποία έχουν παρασκευαστεί νομίμως ή έχουν διατεθεί στο εμπόριο σε άλλα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε κράτη της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη συμφωνία Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου ή στην Τουρκία, μπορούν να διατεθούν στην ελληνική αγορά, εφόσον έχουν παρασκευασθεί σύμφωνα με πρότυπα, προδιαγραφές ή και διαδικασίες παραγωγής και ελέγχου ώστε να εγγυώνται ισοδύναμο επίπεδο ποιότητας και ασφάλειας για την ανθρώπινη υγεία.

 

3. Το βαλσαμικό ξύδι, το οποίο παράγεται με εκχύλιση ξηρής σταφίδας μπορεί να φέρει στην επισήμανσή του την ένδειξη βαλσαμικό ξύδι από εκχύλιση ξηρής σταφίδας ή βαλσαμικό ξύδι από ξηρή σταφίδα.

 

4. Στο ξύδι από οίνο, μπορεί να αναγράφεται η οινοποιήσιμη ποικιλία του, αν αυτή μπορεί να αποδειχθεί από τον οξοποιό με την τήρηση των κανόνων ιχνηλασιμότητας.

 

5. Αν οι πρώτες ύλες παραγωγής είναι ελληνικής προέλευσης, μπορεί στην επισήμανση του ξυδιού να αναγράφεται ο όρος από ελληνικές πρώτες ύλες ή ο όρος από ελληνικά / ελληνικούς, ο οποίος συμπληρώνεται με την κατηγορία των πρώτων υλών.

 

6. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δύναται να καθορίζονται ειδικές ενδείξεις της επισήμανσης των ξυδιών και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

 

Παράγραφος 7: Διάλυμα οξικού οξέος

 

1. Κάθε προϊόν που παράγεται κατόπιν αραίωσης σε νερό οξικού οξέος, κατάλληλου για ανθρώπινη κατανάλωση, το οποίο χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο ξυδιού, καθώς και οποιοδήποτε μείγμα αυτού του προϊόντος με ξύδι, δεν θεωρείται ως ξύδι, αλλά χαρακτηρίζεται ως διάλυμα οξικού οξέος. Τα προϊόντα, στα οποία περιέχεται διάλυμα οξικού οξέος αναγράφεται υποχρεωτικά η ένδειξη Διάλυμα οξικού οξέος/ή τεχνητό ξύδι.

 

2. Απαγορεύεται η παραγωγή ή η εμφιάλωση διαλύματος οξικού οξέος από οξοποιούς ή εμφιαλωτές ξυδιού και γενικά η παρουσία, για οποιονδήποτε λόγο, στα οξοποιεία και στα εμφιαλωτήρια ξυδιού των προϊόντων που αναφέρονται στην υποπαράγραφο 1, καθώς και κάθε είδους βιομηχανικού οξικού οξέος.

 

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.

 

Παράγραφος 8: Έλεγχοι

 

1. Οι έλεγχοι των οξοποιείων και των εμφιαλωτηρίων ξυδιού διακρίνονται σε διοικητικούς και επιτόπιους και διενεργούνται είτε από τους αρμόδιους για τα αμπελοοινικά προϊόντα υπάλληλους των Διευθύνσεων Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής είτε από κλιμάκια ελεγκτών, τα οποία συγκροτούνται με απόφαση των Προϊσταμένων των Περιφερειακών Κέντρων Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου και τα οποία αποτελούνται από:

 

α) 2 υπάλληλους των Διευθύνσεων Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής, εκ των οποίων ο ένας αρμόδιος για τα αμπελοοινικά προϊόντα και ο δεύτερος αρμόδιος ποιοτικός ελεγκτής και

 

β) 1 υπάλληλο των Περιφερειακών Κέντρων Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου.

 

2. Τα Περιφερειακά Κέντρα Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου:

 

α) Εποπτεύουν, συντονίζουν και συνεπικουρούν τις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής στο ελεγκτικό τους έργο.

 

β) Σε κάθε εισαγωγή από τρίτη χώρα ή από κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρώτων υλών, οι οποίες προορίζονται για οξοποίηση, ενημερώνουν άμεσα τη Διεύθυνση Μεταποίησης, Τυποποίησης και Ποιοτικού Ελέγχου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς και την αρμόδια Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας του τόπου προορισμού, η οποία μεριμνά για την παρακολούθηση του προϊόντος και την ορθή επισήμανσή του.

 

Στην περίπτωση οξοποιείων που κατεργάζονται, μεταξύ των άλλων πρώτων υλών, και αιθυλική αλκοόλη, ενημερώνουν άμεσα και τις κατά την υποπαράγραφο 2 της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου αρμόδιες Αρχές, οι οποίες ενεργούν για τον έλεγχο και τη δειγματοληψία, προς χημική εξέταση, της εισαγόμενης κατά τα ανωτέρω πρώτης ύλης.

 

3. Ο έλεγχος και η εποπτεία των οξοποιείων που κατεργάζονται, μεταξύ των άλλων πρώτων υλών, και αιθυλική αλκοόλη διενεργείται, από τις κατά την υποπαράγραφο 2 της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου αρμόδιες αρχές, ιδίως όσον αφορά τους χώρους, τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό, την παραλαβή και χρήση της αιθυλικής αλκοόλης, καθώς και των λοιπών πρώτων υλών, τον τρόπο για τη βεβαίωση της κατεργασίας των πρώτων υλών ως και την πίστωσή τους, σύμφωνα με όρους, προϋποθέσεις και διαδικασίες που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ενώ μπορεί να επιβάλλονται απαγορεύσεις, περιορισμοί και υποχρεώσεις προκειμένου για την κατεργασία ή τη συγκατεργασία των διαφόρων πρώτων υλών.

 

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της προηγουμένης υποπαραγράφου, με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθορίζεται η διαδικασία ελέγχου των οξοποιείων και των εμφιαλωτηρίων ξυδιού και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

 

Παράγραφος 9: Μέτρα συμμόρφωσης

 

1. Οι αρμόδιες αρχές, αν κατά την άσκηση του ελεγκτικού τους έργου διαπιστώσουν μη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις ή τις διαδικασίες που προβλέπει η ενωσιακή νομοθεσία, η κατ' εφαρμογή αυτής εθνική νομοθεσία, καθώς και οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, επιβάλλουν, κατά περίπτωση, και στο βαθμό που απαιτείται και κατά λόγο αρμοδιότητας, τα μέτρα συμμόρφωσης που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11 και 12 του νόμου [Ν] 4235/2014 (ΦΕΚ 32/Α/2014), στις σχετικές διατάξεις του νόμου [Ν] 2969/2001, καθώς και τις διοικητικές και ποινικές κυρώσεις της παραγράφου 10 του παρόντος άρθρου.

 

2. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να καθορίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής των μέτρων συμμόρφωσης.

 

Παράγραφος 10: Διοικητικές και ποινικές κυρώσεις

 

1. α) Στους οξοποιούς και εμφιαλωτές ξυδιού που παρασκευάζουν ή εμφιαλώνουν διάλυμα οξικού οξέος και σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου 7, εκτός εκείνων της υποπαραγράφου 3 αυτής, επιβάλλεται πρόστιμο από 3.000 έως 6.000 €.

 

β) Σε περίπτωση υποτροπής το κατά τα ανωτέρω πρόστιμο τριπλασιάζεται.

 

2. Σε όποιους υποπίπτουν σε οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή των υπουργικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του και με την επιφύλαξη των διατάξεων της υποπαραγράφου 5 ή παράβαση η οποία προβλέπεται στις περιπτώσεις α' Γενικά και β' Τομέας Τροφίμων της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του νόμου [Ν] 4235/2014, συμπεριλαμβανομένου και του Υποτομέα κανόνων παραγωγής και διάθεσης τροφίμων μη ζωικής προέλευσης, οι παραβάσεις του οποίου μπορούν να εξειδικεύονται με προεδρικό διάταγμα, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 36 του ίδιου νόμου, επιβάλλονται, κατά περίπτωση, τα διοικητικά πρόστιμα που προβλέπονται για τις παραβάσεις αυτές.

 

3. Όποιος παράγει, εισάγει, αποθηκεύει, διακινεί ή διαθέτει στην κατανάλωση ξύδι όλων των κατηγοριών ή διάλυμα οξικού οξέος, το οποίο κατά διαπίστωση των αρμοδίων αρχών είναι επιβλαβές για την υγεία του ανθρώπου, τιμωρείται με την ποινική κύρωση της παραγράφου 3 του άρθρου 27 του νόμου [Ν] 4235/2014. Για τον προσδιορισμό της έννοιας του επιβλαβούς για την υγεία προϊόντος εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 4235/2014.

 

4. Οι διοικητικές και ποινικές κυρώσεις του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων αυτών που προβλέπονται στην υποπαράγραφο 5, επιβάλλονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 4235/2014.

 

5. α) Επιβάλλεται πρόστιμο από 1.000 έως 3.000 €:

 

α)α) Στους οξοποιούς που εναποθέτουν σε μη ογκομετρημένες δεξαμενές την παραλαμβανόμενη αιθυλική αλκοόλη που προορίζεται για την παραγωγή ξυδιού από αλκοόλη.

 

β)β) Στους οξοποιούς που παραλαμβάνουν αιθυλική αλκοόλη προς οξοποίηση, οι οποίοι παραλείπουν να υποβάλλουν, υποβάλλουν εκπρόθεσμα ή συντάσσουν ανακριβώς την κατά τις διατάξεις της περίπτωσης β' της υποπαραγράφου 2 της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, μηνιαία δήλωση.

 

γ)γ) Επιφυλασσομένων των σχετικών διατάξεων των νόμων [Ν] 2960/2001 και [Ν] 2969/2001, οι οξοποιοί που παραλαμβάνουν αιθυλική αλκοόλη προς οξοποίηση, οι οποίοι υποπίπτουν σε οποιαδήποτε άλλη παράβαση του παρόντος, ως και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν για την εφαρμογή του, αρμοδιότητας των κατά την υποπαράγραφο 2 της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου αρμοδίων αρχών, που δεν προβλέπεται στην παρούσα υποπαράγραφο.

 

β) Επιβάλλεται πρόστιμο από 3.000 έως 6.000 €:

 

α)α) Στους οξοποιούς που παραλαμβάνουν αιθυλική αλκοόλη προς οξοποίηση, οι οποίοι δεν τηρούν ή τηρούν ανακριβώς το προβλεπόμενο βιβλίο, καθώς και στους εξ αυτών αρνούμενους να παραδώσουν για έλεγχο, στους αρμοδίους υπαλλήλους των κατά την υποπαράγραφο 2 της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου αρμοδίων αρχών, το βιβλίο αυτό ως και τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία που προβλέπονται από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

 

β)β) Στους οξοποιούς που παραλαμβάνουν αιθυλική αλκοόλη προς οξοποίηση, οι οποίοι αρνούνται να επιτρέψουν την είσοδο στο εργοστάσιο των αρμοδίων για τον έλεγχο υπαλλήλων των κατά την υποπαράγραφο 2 της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου αρμοδίων αρχών ή παρακωλύουν καθ' οιονδήποτε τρόπο τη διενέργεια του ελέγχου.

 

γ) Επιφυλασσομένων των σχετικών διατάξεων των νόμων [Ν] 2960/2001 και [Ν] 2969/2001, στους οξοποιούς που χρησιμοποιούν την παραλαμβανόμενη αιθυλική αλκοόλη ως πρώτη ύλη για την παραγωγή οποιουδήποτε άλλου προϊόντος εκτός από το ξύδι από αλκοόλη, ως και στους οξοποιούς που γενικά δεν αποδεικνύουν τη νόμιμη χρησιμοποίηση της παραλαμβανόμενης προς οξοποίηση αιθυλικής αλκοόλης, επιβάλλεται πρόστιμο 6.000 €.

 

δ) Επιφυλασσομένων των σχετικών διατάξεων των νόμων [Ν] 2960/2001 και [Ν] 2969/2001, στους οξοποιούς που παραλαμβάνουν αιθυλική αλκοόλη προς οξοποίηση οι οποίοι δεν αναφέρουν, αναφέρουν ανακριβώς τις εισαγόμενες στο οξοποιείο τους πρώτες ύλες ή γενικά δεν τηρούν τους όρους, διατυπώσεις και διαδικασίες, ως και τους περιορισμούς και απαγορεύσεις που καθορίζονται σχετικά με την παραλαβή και κατεργασία των πρώτων υλών, επιβάλλεται πρόστιμο 6.000 €.

 

ε. Οι διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου, εκτός της πρώτης περιόδου της περίπτωσης γ', εφαρμόζονται και προκειμένου για τους οξοποιούς οι οποίοι παραλαμβάνουν προς κατεργασία και παραγωγή ξυδιού και άλλες πρώτες ύλες, εκ των κατά την υποπαράγραφο 1 της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επιτρεπομένων, που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης.

 

στ) Σε περίπτωση υποτροπής, τα προβλεπόμενα από τις κατά τα ανωτέρω περιπτώσεις της παρούσας υποπαραγράφου τριπλασιάζονται.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 10.5 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 67 του νόμου 4389/2016 (ΦΕΚ 94/Α/2016).

 

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα πρόστιμα που προβλέπονται στην υποπαράγραφο 1, ενώ με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα πρόστιμα που προβλέπονται στην υποπαράγραφο 5.

 

Παράγραφος 11: Διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων

 

Οι διοικητικές κυρώσεις της παραγράφου 10 επιβάλλονται, εισπράττονται και αποδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 22 έως και 25 του νόμου [Ν] 4235/2014, εκτός των περιπτώσεων της υποπαραγράφου 5 αυτής για τις οποίες εφαρμόζονται οι διαδικασίες και διατυπώσεις που προβλέπονται στις σχετικές διατάξεις των νόμων [Ν] 2960/2001 και [Ν] 2969/2001.

 

Παράγραφος 12: Μεταβατικές διατάξεις

 

1. α) Μέχρι την εξάντληση των αποθεμάτων ήδη συ- σκευασμένων ξυδιών, επιτρέπεται η χρήση στην επισήμανση και στα συνοδευτικά έγγραφα αυτών των ονομασιών πώλησης που ίσχυαν πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν εφαρμογή και στο ξύδι που πρόκειται να συσκευαστεί εντός χρονικού διαστήματος 3 μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου,

 

β) Μέχρι την εξάντληση των αποθεμάτων και για χρονικό διάστημα 1 έτους, επιτρέπεται η διάθεση στην αγορά ξυδιού, του οποίου η οξύτητα δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου, εφόσον πληρούνται τα όρια οξύτητας που ίσχυαν πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου.

 

2. Στα οξοποιεία και εμφιαλωτήρια ξυδιού που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου λειτουργούν, δίνεται προθεσμία 6 μηνών να καταθέσουν στην κατά τόπον αρμόδια Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής αναγγελία έναρξης λειτουργίας, σύμφωνα με την υποπαράγραφο 1 της παραγράφου 4.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 12.2 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του νόμου 4442/2016 (ΦΕΚ 230/Α/2016).

 

Παράγραφος 13: Καταργούμενες διατάξεις

 

1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου καταργούνται, όπως ισχύουν:

 

α) Ο νόμου [Ν] 4586/1930 Περί προστασίας της παραγωγής φυσικού όξους και εμπορίας αυτού (ΦΕΚ 45/Α/1930).

 

β) Η υπ' αριθμόν 11795/1930 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας Περί καθορισμού των βιομηχανικών εργοστασίων εις τα οποία επιτρέπεται η εισαγωγή οξικού οξέος και περί των όρων και διατυπώσεων υπό τους οποίους επιτρέπεται αυτή (ΦΕΚ 82/Β/1930), καθώς και οι κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 1)ε του άρθρου 1 αυτής.

 

γ) Η υπ' αριθμόν 1733/1973/1973 απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου του Γενικού Χημείου του Κράτους Περί των όρων και υποχρεώσεων υφ' ους επιτρέπεται η παραγωγή και διάθεσις εις την κατανάλωση αναπληρωμάτων όξους εκ μήλων (ΦΕΚ 329/Β/1974), καθώς και η υπ' αριθμόν 2122/1962 όμοια απόφαση.

 

δ) Η υπ' αριθμόν 2056/1961/1961 απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου του Γενικού Χημείου του Κράτους Περί των όρων συσκευασίας, ους δέον να πληροί το εις την λιανική πώληση προσφερόμενο εμφιαλωμένο όξος (ΦΕΚ 74/Β/1962).

 

ε) Κάθε άλλη, γενική ή ειδική, διάταξη, η οποία έρχεται σε αντίθεση ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

 

2. Μέχρι την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων, για τις οποίες χορηγείται εξουσιοδότηση με τις περιπτώσεις α' έως και δ' της υποπαραγράφου 4 της παραγράφου 3, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις των κάτωθι κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί βάσει της κείμενης νομοθεσίας:

 

α) Του από [ΠΔ] 05-05-1928 προεδρικού διατάγματος Περί των όρων και διατυπώσεων, βάσει του οποίου επιτρέπεται η κατεργασία ξηράς σταφίδας εν γένει, για την παρασκευή όξους (ΦΕΚ 87/Α/1928), όπως συμπληρώθηκε με τα από [ΒΔ] 29-07-1938 (ΦΕΚ 321/Α/1938) και [ΒΔ] 23-03-1932 (ΦΕΚ 96/Α/1932) βασιλικά διατάγματα.

 

β) Της υπ' αριθμόν 3020343/2573/0029/2005 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών Καθορισμός των αναγκαίων όρων και περιορισμών ως και των τηρητέων διατυπώσεων και διαδικασιών ελέγχου για την παραγωγή σταφιδομέλιτος από τα εργοστάσια παραγωγής σταφιδίνης (ΦΕΚ 1392/Β/2005).

 

γ) Της υπ' αριθμόν 34252/1948 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών Περί των όρων και περιορισμών καθ' ους επιτρέπεται η στα εργοστάσια παρασκευής σταφιδίνης, γλυκόζης, οπωροσακχάρου και χαρουποσιροπίου κατεργασία οπωρών, τομάτας και διαφόρων άλλων λαχανικών προς παρασκευή οπών, χυμών συμπυκνωμένων ή μη, πολτών, ως και πηκτών και μαρμελάδων (ΦΕΚ 219/Β/1948).

 

3. Μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με την εξουσιοδοτική διάταξη της υποπαραγράφου 3 της παραγράφου 8 εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της υπ' αριθμόν 218/97/1997 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών Αντικατάσταση των 1170/1991, 1492/1991 και 91/1966 αποφάσεων του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου του Γενικού Χημείου του Κράτους, με τις οποίες έχει εγκριθεί η παραγωγή και κυκλοφορία αναπληρώματος ξυδιού από αλκοόλη (ΦΕΚ 453/Β/1997), εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

 

Άρθρο έβδομο: Έναρξη ισχύος

 

1. Οι διατάξεις του άρθρου πρώτου ισχύουν από την 05-06-2014.

 

2. Οι λοιπές διατάξεις του νόμου αυτού ισχύουν από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του.

 

Παραγγέλνουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

 

Αθήνα, 17-10-2014

 

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.