Νόμος 4674/20 - Άρθρο 53

Άρθρο 53: Βελτιώσεις διατάξεων πειθαρχικού δικαίου


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. α) Η παράγραφος 4 του άρθρου 104 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{4. Εντός τρίμηνης αποκλειστικής προθεσμίας από την πάροδο 1 έτους από τη θέση σε αργία, το πειθαρχικό συμβούλιο υποχρεούται να γνωμοδοτήσει, ύστερα από ερώτημα του αρμόδιου διοικητικού οργάνου για τη συνέχιση ή μη της αργίας, άλλως η αργία αίρεται. Σε κάθε περίπτωση, η αργία αίρεται αυτοδικαίως μετά από την πάροδο διετίας από την έκδοση της απόφασης θέσης του υπαλλήλου σε αργία.}

 

β) Η παράγραφος 4 του άρθρου 108 του νόμου [Ν] 3584/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{4. Εντός τρίμηνης αποκλειστικής προθεσμίας από την πάροδο 1 έτους από τη θέση σε αργία, το πειθαρχικό συμβούλιο υποχρεούται να γνωμοδοτήσει, ύστερα από ερώτημα του αρμόδιου διοικητικού οργάνου για τη συνέχιση ή μη της αργίας, άλλως η αργία αίρεται. Σε κάθε περίπτωση, η αργία αίρεται αυτοδικαίως μετά από την πάροδο διετίας από την έκδοση της απόφασης θέσης του υπαλλήλου σε αργία.}

 

2. α) Η παράγραφος 2 του άρθρου 105 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{2. Στον υπάλληλο που τελεί σε κατάσταση αργίας ή αναστολής άσκησης καθηκόντων καταβάλλεται το ήμισυ των αποδοχών του. Το υπόλοιπο ή μέρος αυτού μπορεί να αποδοθεί σε αυτόν, μετά από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου, εφόσον απαλλαγεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή τιμωρηθεί με πειθαρχική ποινή κατώτερη από την οριστική παύση.

 

Εάν ο υπάλληλος απαλλαγεί από κάθε πειθαρχική ευθύνη ή αποδειχθεί αβάσιμη η υπόνοια για έκνομη διαχείριση, επιστρέφεται το μέρος των αποδοχών που παρακρατήθηκε. Ειδικά στην περίπτωση αναστολής άσκησης καθηκόντων το μέρος των αποδοχών που παρακρατήθηκε κατά τη διάρκεια αυτής επιστρέφεται σε περίπτωση που ο υπάλληλος δεν τεθεί σε δυνητική αργία σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 104.}

 

β) Η παράγραφος 2 του άρθρου 109 του νόμου [Ν] 3584/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{2. Στον υπάλληλο που τελεί σε κατάσταση αργίας ή αναστολής άσκησης καθηκόντων καταβάλλεται το ήμισυ των αποδοχών του. Το υπόλοιπο ή μέρος αυτού μπορεί να αποδοθεί σε αυτόν, μετά από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου, εφόσον απαλλαγεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή τιμωρηθεί με πειθαρχική ποινή κατώτερη από την οριστική παύση.

 

Εάν ο υπάλληλος απαλλαγεί από κάθε πειθαρχική ευθύνη ή αποδειχθεί αβάσιμη η υπόνοια για έκνομη διαχείριση, επιστρέφεται το μέρος των αποδοχών του που παρακρατήθηκε. Ειδικά στην περίπτωση αναστολής άσκησης καθηκόντων το μέρος των αποδοχών που παρακρατήθηκε κατά τη διάρκεια αυτής επιστρέφεται σε περίπτωση που ο υπάλληλος δεν τεθεί σε δυνητική αργία σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 108.}

 

3. α) Η υποπερίπτωση ι)η' της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{ι)η) η άρνηση σύμπραξης, συνεργασίας, χορήγησης στοιχείων ή εγγράφων κατά τη διεξαγωγή έρευνας, επιθεώρησης ή ελέγχου από Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, τον Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και τα ιδιαίτερα Σώματα και Υπηρεσίες Επιθεώρησης και Ελέγχου.}

 

β) Η υποπερίπτωση λ)β' της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{λ)β) Το ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 3 του νόμου 3861/2010 (ΦΕΚ 112/Α/2010).}

 

4. Η περίπτωση γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 109 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Για τα λοιπά παραπτώματα μπορεί να επιβληθεί οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή με εξαίρεση την οριστική παύση, με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της περίπτωση η' της παραγράφου 1.}

 

5. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 114 του νόμου 3528/2007, οι λέξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 109 αντικαθίστανται από τις λέξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 4 του άρθρου 109.

 

6. α) Η περίπτωση δ' του άρθρου 116 του νόμου 3528/2007 καταργείται.

 

β) Η περίπτωση στ' του άρθρου 116 του νόμου 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α/2007) αντικαθίσταται ως εξής: ο Διοικητής της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας.

 

7. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 118 του νόμου 3528/2007, οι λέξεις με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 117 διαγράφονται.

 

8. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 118 του νόμου 3528/2007 καταργείται.

 

9. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 118 του νόμου 3528/2007 καταργείται.

 

10. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 120 του νόμου 3528/2007 οι λέξεις με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 117 διαγράφονται.

 

11. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 122 του νόμου 3528/2007 ο αριθμός 8 αντικαθίσταται από τον αριθμό 9.

 

12. Η περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 141 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{β) υπέρ της διοίκησης ή υπέρ του υπαλλήλου, κάθε πειθαρχικώς προϊστάμενος, οι πρόεδροι των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119, ο Υπουργός, καθώς και ο Διοικητής της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας.}

 

13. Η παράγραφος 7 του άρθρου 141 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{7. Η ένσταση κατά των αποφάσεων των πειθαρχικώς Προϊσταμένων κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο, συντασσόμενης έκθεσης, αυτοπροσώπως ή με συστημένη αλληλογραφία. Η ένσταση κατά αποφάσεων του πειθαρχικού συμβουλίου που έκρινε σε πρώτο βαθμό κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, σε αυτό αυτοπροσώπως ή με συστημένη αλληλογραφία και συντάσσεται σχετική έκθεση. Το πειθαρχικό συμβούλιο διαβιβάζει την ένσταση αμελλητί στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο με τον πλήρη φάκελο της πειθαρχικής υπόθεσης. Η ένσταση του Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας αποστέλλεται σε κάθε περίπτωση με συστημένη αλληλογραφία στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο για τη σύνταξη έκθεσης κατάθεσης. Στις περιπτώσεις αποστολής της ένστασης με συστημένη αλληλογραφία, ως ημερομηνία κατάθεσης λογίζεται η ημερομηνία κατάθεσης της συστημένης αλληλογραφίας στο Ταχυδρομικό Κατάστημα.}

 

14. Η παράγραφος 8 του άρθρου 141 του νόμου 3528/2007 τροποποιείται ως εξής:

 

{8. Οι αποφάσεις των πειθαρχικών συμβουλίων που εκδίδονται μετά την 09-05-2013 και επιβάλλουν τις πειθαρχικές ποινές του υποβιβασμού και της οριστικής παύσης δεν υπόκεινται σε ένσταση από τον υπάλληλο που τιμωρήθηκε ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου αλλά σε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.}

 

15. Η παράγραφος 1 του άρθρου 142 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας έχουν οι μόνιμοι υπάλληλοι κατά των αποφάσεων του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου και των πειθαρχικών συμβουλίων που επιβάλλουν τις πειθαρχικές ποινές του υποβιβασμού ή της οριστικής παύσης.}

 

16. Η παράγραφος 3 του άρθρου 142 του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{3. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει ο Διοικητής της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας με αίτημα την επιβολή της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης και ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κατά τα ειδικώς οριζόμενα στις διατάξεις περί πειθαρχικής αρμοδιότητας του Διοικητή της Αρχής.}

 

17. Η παράγραφος 8 του άρθρου 146Α του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{8. Τα πειθαρχικά συμβούλια είναι υποχρεωμένα να ενημερώνουν ανά τετράμηνο το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο για την πορεία και την έκβαση των πειθαρχικών υποθέσεων, από την εισαγωγή τους σε αυτά μέχρι την έκδοση της πειθαρχικής απόφασης.}

 

18. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 13 του άρθρου 146Α του νόμου 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Τα τμήματα του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου βρίσκονται σε απαρτία όταν είναι παρόντα 4 τουλάχιστον μέλη τους, στα οποία απαραιτήτως περιλαμβάνεται ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του.}

 

19. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 146Β του νόμου 3528/2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Γραμματέας του πειθαρχικού συμβουλίου ορίζεται υπάλληλος κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης ή Τεχνολογικής Εκπαίδευσης με βαθμό τουλάχιστον Β'.}

 

20. Η παράγραφος 4 του άρθρου 146Β του νόμου 3528/2007, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών καθορίζεται η αποζημίωση των τακτικών και αναπληρωματικών μελών των πειθαρχικών συμβουλίων, καθώς και του γραμματέα με βάση, ιδίως, τον αριθμό των συνεδριάσεων στις οποίες μετείχαν και τον αριθμό των υποθέσεων που ολοκληρώθηκαν.}

 

21. Στην παράγραφο 8 του άρθρου 146Β του νόμου 3528/2007 οι αριθμοί 11, 12, 13, 14 και 15 αντικαθίστανται από τους αριθμούς 12, 13, 14, 15 και 16 αντίστοιχα.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.