Εγκύκλιος 22200/77 - Άρθρο 3

Άρθρο 3: Παροχή υδραυλικού υπολογισμού και συσκευές υδροληψίας


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Χρήση του τύπου του CLEMENT:

 

Σε περίπτωση λειτουργίας του αρδευτικού δικτύου κατά ζήτηση, οι παροχές σε μία θέση στο δίκτυο, θα υπολογίζονται από τον συνολικό αριθμό των υδροληψιών (N) που λειτουργούν ταυτόχρονα, κατάντη της θέσης αυτής, βάσει της σχέσης:

 

Ν= RP+u (p (1 -p)R)1/2 (1)

 

που ονομάζεται 1ος τύπος του CLEMENT ο οποίος για u= ε (της τυποποιημένης κανονικής κατανομής) δίδει σε κάθε θέση του δικτύου τον ανωτέρω αριθμό ανοιχτών υδροληψιών, σε συνάρτηση με τις τιμές R,P, u =ε.

 

Η τιμή u = ε εξαρτάται από την ποιότητα λειτουργίας του δικτύου (φ) και χαρακτηρίζει τη στάθμη πιθανότητας της σύγχρονης λειτουργίας (N) υδροληψιών εκ του συνόλου των εγκατεστημένων (R) στο αρδευτικό δίκτυο.

 

Στην ανωτέρω σχέση (1) η μέση τιμή είναι μ=R x Ρ και η τυπική απόκλιση σ =(Ρ(1- P)R)1/2 και

 

N= μ+ε6.

 

Σημειώνεται ότι:

 

N = Ο αριθμός των στομίων των ανοιχτών υδροληψιών που λειτουργούν ταυτόχρονα και βρίσκονται κατάντη κάθε θέσης του δικτύου

R = ο συνολικός αριθμός των εγκατεστημένων στομίων των υδροληψιών που βρίσκονται κατάντη κάθε θέσης του δικτύου

p = η μέση πιθανότητα λειτουργίας των στομίων, (p = 1/Β, B = βαθμός ελευθερίας που καθορίζεται στη γεωργική μελέτη)

u = συντελεστής που εξαρτάται από την ποιότητα λειτουργίας του δικτύου (λαμβάνεται u=ε)

ε= τυποποιημένη τυχαία μεταβλητή κανονικής κατανομής

φ= ποιότητα λειτουργίας του δικτύου

 

Ως ποιότητα λειτουργίας του δικτύου χαρακτηρίζεται εκείνη για την οποία σε κάθε εξυπηρετούμενο στόμιο υδροληψίας το υψόμετρο της πιεζομετρικής γραμμής αμέσως ανάντη αυτού, παραμένει για επιθυμητή στάθμη πιθανότητας του δικτύου ή ποιότητας λειτουργίας (φ), μεγαλύτερο ή ίσο προς το απαιτούμενο.

 

Σε ένα δίκτυο που συντίθεται από (m) ομάδες στομίων (i) και κάθε ομάδα χαρακτηρίζεται από τα στοιχεία (Ri, Pi) όπου ο αριθμός i=m των ανοιχτών στομίων (ΝI) που λειτουργούν και οι αντίστοιχες παροχές (QI) θα είναι:

 

e.1583.17(1) -(2)

 

= q0I= σταθερή παροχή των υδροληψιών (i) της ομάδας (m) (3)

 

Με τον ανωτέρω καθορισμό της ποιότητας λειτουργίας (φ) του δικτύου προέκυψε από επιστημονικές εργασίες ότι η εφαρμογή των παροχών με τις ανωτέρω σχέσεις (1), (2) και (3) σε όλα τα τμήματα του δικτύου που εξυπηρετούν περισσότερα από δέκα στόμια υδροληψίας και σε συνάρτηση με την πιθανότητα p είναι η ενδεδειγμένη. Έτσι εξασφαλίζεται η διατήρηση των απαιτούμενων υψομέτρων των πιεζομετρικών γραμμών αμέσως ανάντη όλων των στομίων, για την επιθυμητή στάθμη πιθανότητας(φ) για όλους τους πιθανούς συνδυασμούς των ανοιχτών στομίων που λειτουργούν κατάντη μιας εξεταζόμενης θέσης ενός τμήματος του δικτύου.

 

Οι παροχές σχεδιασμού (QI) που ονομάζονται και παροχές clement θα εφαρμόζονται σε κάθε τμήμα του δικτύου που εξυπηρετεί περισσότερα από 10 στόμια και θα προκύπτουν με βάση τον αριθμό των εξυπηρετούμενων ανοιχτών στομίων (N) κατάντη του εξεταζόμενου τμήματος (i) και για την καθορισθείσα ποιότητα λειτουργίας (φ).

 

Για αριθμό στομίων (Ν) μικρότερο ή ίσο από δέκα (R≤10) στα τέρματα του δικτύου ο αριθμός των ανοιχτών στομίων που λειτουργούν συγχρόνως και η αντίστοιχη παροχή θα υπολογίζεται προσθετικά μέχρι τεσσάρων στομίων, σε κάθε περίπτωση.

 

Για αριθμό μεγαλύτερο των τεσσάρων και μέχρι δέκα στομίων (4<Ρ≤10) και μόνο σε αυτές τις περιπτώσεις θα εφαρμόζονται πάλι οι σχέσεις (1), (2) και (3), λαμβάνοντας ως φ=0,90 αν καθορίζεται ποιότητα λειτουργίας του δικτύου φ<0,90 στη γεωργική μελέτη. Αν καθορίζεται στη γεωργική μελέτη φ>0,90 τότε λαμβάνεται η τιμή αυτή.

 

Κατά την εφαρμογή των σχέσεων (1), (2) και (3) σε όλα τα τμήματα του δικτύου οι προκύπτουσες τιμές Ν θα στρογγυλοποιούνται στον αμέσως μεγαλύτερο αριθμό υδροληψίας.

 

Με τον τρόπο αυτό προκύπτει μία αύξηση των απωλειών, αφού με τις σχέσεις (1) και (2) προκύπτει ολίγο μεγαλύτερος αριθμός ανοιχτών υδροληψιών Ν στους αγωγούς τελευταίας τάξης. Η αύξηση αυτή είναι αποδεκτή διότι αφενός μεν απλοποιείται η διαδικασία του υπολογισμού για R≤10 και αφετέρου παρέχεται μεγαλύτερη ασφάλεια στην λειτουργία των αγωγών τελευταίας τάξης.

 

Οι τιμές των συντελεστών u=ε θα λαμβάνονται από ένα πίνακα κανονικής συνάρτησης κατανομής δηλαδή π.χ. για φ=0,90 - 0,95 - 0,99, κ.λ.π., αντίστοιχα u =ε = 1,28 - 1,645 - 2,33, κ.λ.π.

 

Συνιστάται να λαμβάνεται ποιότητα λειτουργίας του δικτύου (φ) =0,90 έως 0,95 για R>10 εκτός αν καθορίζεται αιτιολογημένα μεγαλύτερη ή μικρότερη ποιότητα (φ) στη γεωργική μελέτη.

 

Επίσης συνιστάται κατά το εφικτό ο χρόνος λειτουργίας του δικτύου εντός του 24ώρου να είναι όσο το δυνατό μεγαλύτερος για την επίτευξη χαμηλότερης πιθανότητας και αντίστοιχα χαμηλότερων παροχών σχεδιασμού, ώστε να επιτυγχάνεται ο σχεδιασμός οικονομικότερων δικτύων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την υπ' αριθμόν ΔΑΕΕ/1583/2017 εγκύκλιο.

 

2. Πιθανότητα λειτουργίας των στομίων υδροληψίας

 

Η μέση πιθανότητα (p) λειτουργίας των στομίων υδροληψίας, που υπάρχει στον τύπο του Clement, πρέπει να ορίζεται βάσει των ειδικών κατά περίπτωση συνθηκών. Υπολογίζονται οι απαιτήσεις σε νερό της περιοχής του αρδευτικού δικτύου κατά τους μήνες της αρδευτικής περιόδου, βάσει του προγράμματος καλλιεργειών. Χρησιμοποιούνται προς τούτο εδαφολογικά και γεωπονικά κριτήρια και λαμβάνονται υπόψη η μέθοδος διανομής του νερού στον ογρό (όπως ο καταιονισμός, η επιφανειακή άρδευση, η κατά σταγόνες άρδευση) και οι εκτιμώμενες απώλειες του. Οι απώλειες νερού στον αγρό εκτιμώνται συνήθως στα εξής ποσοστά της παρεχομένης ποσότητας

 

στην περίπτωση καταιονισμού ποσοστό 15%
στην περίπτωση επιφανειακής αρδεύσεως ποσοστά 25%.

 

Δεν πρέπει όμως να αποκλείονται διαφορετικές εκτιμήσεις. Αντίθετα πρέπει να ορίζονται τα ποσοστά αυτά ύστερα από έρευνα των εδαφικών συνθηκών και να γίνεται σχετική δικαιολόγηση.

 

Για το μήνα της μεγαλύτερης απαιτήσεως νερού

 

(α) Εκτιμάται ο μεγαλύτερος εύλογος χρόνος (Τ) των αρδεύσεων, δηλαδή από τη χρονική διάρκεια του μήνα αφαιρούνται τα χρονικά διαστήματα, για τα οποία είναι εύλογο να γίνει δεκτό ότι δεν γίνεται άρδευση. Εξετάζονται π.χ. (χωρίς να προστίθενται υποχρεωτικά) οι ημέρες αργίας, οι ημέρες ισχυρών ανέμων, οι καύσωνες, ο χρόνος που απαιτείται για μετάβαση στους αγρούς από τον τόπο κατοικίας, ο χρόνος μεταφοράς του κινητού υλικού. Επισημαίνεται εδώ ότι η άρδευση γίνεται κατά αρδευτικούς κύκλους που η διάρκειά τους εξαρτάται, εκτός από τις απαιτήσεις νερού, από την ικανότητα του εδάφους να συγκρατεί νερό και από το πάχος του ριζοστρώματος (δηλαδή από το είδος της καλλιέργειας). Συνήθως γίνεται δεκτή μέση διάρκεια αρδεύσεως 16 ή 18 ωρών κατά 24ωρο. Δεν πρέπει όμως να αποκλείεται η παραδοχή μεγαλύτερου αριθμού ωρών. Αντιθέτως πρέπει να ερευνάται ποια είναι η σωστή διάρκεια, για την υπόψη μέθοδο αρδεύσεως, διότι η διάρκεια αυτή σχετίζεται με το μέγεθος των απαιτουμένων επενδύσεων κατασκευής των έργων.

 

(β) Υπολογίζεται η μέση συνεχής παροχή d0 κάθε στομίου, βάσει της απαιτούμενης ποσότητας νερού, του ανωτέρω χρόνου Τ, και του πλήθους των στομίων του δικτύου.

 

(γ) Υπολογίζεται ο απαιτούμενος χρόνος συνεχούς και ταυτόχρονης λειτουργίας (τ) όλων μαζί των στομίων του δικτύου με την πραγματική τους (εγκατεστημένη - Module) παροχή

 

(δ), που απαιτείται για την κάλυψη των απαιτήσεων κατά τον υπόψη κρίσιμο για τις αρδεύσεις μήνα.

 

Ως μέση πιθανότητα λειτουργίας ( p) του κάθε στομίου, για το μήνα των μεγαλυτέρων απαιτήσεων, ορίζεται ο λόγος:

 

Eqn160

 

όπου οι συμβολισμοί έχουν τη σημασία που τους δόθηκε στα ανωτέρω εδάφια α, β, γ.

 

Η εγκατεστημένη παροχή d πρέπει να είναι μεγαλύτερη της μέσης συνεχούς παροχής d0 του στομίου και δη επαρκώς ώστε να διασφαλίζεται η αδέσμευτη κατά ζήτηση λειτουργία και η δυνατότητα επιλογής καλλιέργειας, από το όλο πρόγραμμα των καλλιεργειών. Η παροχή αυτή d πρέπει οπωσδήποτε να επαρκεί για την άρδευση της πιο απαιτητικής καλλιέργειας του προγράμματος.

 

Στην περίπτωση καταιονισμού η παροχή d πρέπει επίσης να επαρκεί για την λειτουργία των εκτοξευτών. Επομένως πρέπει να εξετάζονται και τα χαρακτηριστικά στοιχεία του κινητού υλικού (διάταξη, αριθμός, παροχή εκτοξευτών ή ένταση βροχής, που σχετίζεται με τη φύση του εδάφους).

 

Στην περίπτωση επιφανειακής ή άλλης μεθόδου διανομής του νερού στους αγρούς, πρέπει η παροχή d να ανταποκρίνεται στις απατήσεις της μεθόδου.

 

Το αντίστροφο της μέσης πιθανότητας p (δηλαδή το 1/p) είναι μέτρο της ελευθερίας των καλλιεργητών στο να εκλέγουν το χρόνο αρδεύσεως και το είδος της καλλιέργειας. Σε μεγαλύτερες τιμές του 1/p αντιστοιχεί μεγαλύτερη ελευθερία των καλλιεργητών.

 

3. Ελεύθερη ή με περιορισμούς ζήτηση νερού

 

Δεν πρέπει να λαμβάνεται ως υποχρεωτική η ελεύθερη από περιορισμούς ζήτηση.

 

3.1. Στην περίπτωση ελεύθερης ζητήσεως νερού, η καλή ανταπόκριση του δικτύου εξαρτάται:

 

(α) από την εύστοχη επιλογή των καλλιεργειών και το, σωστό υπολογισμό των απαιτήσεων νερού ( βάσει εδαφολογικών και γεωπονικών κριτηρίων)

 

(β) από τον εύστοχο καθορισμό της, μέσης πιθανότητας λειτουργίας των στομίων, ύστερα από παράλληλη εξέταση:

 

των συνεπειών στις δαπάνες κατασκευής του δικτύου (μεγαλύτερη τιμή του d έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερες αρχικές δαπάνες επενδύσεων)
του μεγέθους της αρδευτικής μονάδας
των συνηθειών των καλλιεργητών,
της καλώς εννοούμενης ευκολίας στις αρδεύσεις.

 

(γ) από τη μέτρηση της καταναλώσεως νερού και την βάσει του όγκου επιβάρυνση των καλλιεργητών.

 

3.2. Στην περίπτωση που επιδιώκεται οικονομία στις αρχικές επενδύσεις έστω και σε βάρος της ευκολίας των αρδεύσεων ή όταν συντρέχουν άλλοι λόγοι, (όπως αν εκτιμάται ως βραδεία η εξέλιξη χρησιμοποιήσεως του δικτύου) συνιστάται να προβλέπονται περιορισμοί στη ζήτηση. Η εγκατεστημένη παροχή d (δηλαδή το Module) πρέπει οπωσδήποτε να επαρκεί για την άρδευση της πιο απαιτητικής καλλιέργειας του προγράμματος. Οι παροχές όμως των αγωγών και του αντλιοστασίου συνιστάται να ορίζονται βάσει προγραμματισμένης λειτουργίας των στομίων, ικανής να ανταποκριθεί σε ένα εύλογο καλλιεργητικά πρόγραμμα (που δεν πρέπει να ταυτίζεται υποχρεωτικά με το μέσο πρόγραμμα της ευρύτερης περιοχής), με σωστή εκλεγμένη χρονική διάρκεια των αρδεύσεων. Επισημαίνεται εδώ η αβεβαιότητα που υπάρχει στην εκτίμηση των απαιτήσεων των φυτών και στο οποιοδήποτε πρόγραμμα καλλιεργειών και τη μελλοντική τεχνική των αρδεύσεων. Όπως είναι προφανές, οι περιορισμοί παροχής και συνεπώς ελευθερίας του καλλιεργητού, που επιβάλλονται για το μήνα των μεγάλων απαιτήσεων νερού σε καθεστώς πλήρους αναπτύξεως των αρδεύσεων στην περιοχή του υπόψη δικτύου, αμβλύνονται στους άλλους μήνες της αρδευτικής περιόδου και μάλιστα στα πρώτα χρόνια από την κατασκευή του δικτύου. Η αύξηση χρησιμοποιήσεως των αρδευτικών δικτύων καταιονισμού, σε πολλές περιπτώσεις, υπήρξε τόσο βραδεία ώστε να έχουν απαιτηθεί 10 με 15 χρόνια για χρησιμοποίηση της εγκατεστημένης δυναμικότητας σε ποσοστό 80%. Το με προγραμματισμένη λειτουργία σύστημα καταιονισμού πρέπει να έχει σχεδιαστεί ούτως ώστε να είναι ευχερής η ενίσχυσή του για επάρκεια στην κατά ζήτηση λειτουργία.

 

3.3. Εάν γίνει αποδεκτό, ότι η παροχή ευκολιών στον καλλιεργητή θα επιταχύνει την εξέλιξη των αρδεύσεων, τότε π πρόκριση μεταξύ των λύσεων ελεύθερης ή με περιορισμούς ζητήσεως είναι εύλογο να αποτελέσει αντικείμενο τεχνικοοικονομικής διερευνήσεως. Η εξέλιξη, όμως, των αρδεύσεων εξαρτάται και από άλλους παράγοντες, που μπορούν να έχουν ανασταλτική επίδραση.

 

4. Συσκευές υδροληψίας.

 

(α) Η πίεση που πρέπει να εξασφαλιστεί στα ανάντη των υδροληψιών εξαρτάται:

 

από τις απώλειες στους κινητούς ή μόνιμους αγωγούς μεταφοράς μέχρι τις θέσεις χρησιμοποιήσεως του νερού,
από την απαιτουμένη πίεση για εφαρμογή της μεθόδου αρδεύσεως, όπως π.χ. η απαιτουμένη μέση πίεση για την καλή λειτουργία των εκτοξευτών στην περίπτωση εφαρμογής συστήματος καταιονισμού,
από τις υψομετρικές διαφορές στην αρδευτική μονάδα, από τις τοπικές απώλειες στις συσκευές υδροληψίας.

 

(β) Υδροληψίες με διατάξεις ογκομέτρησης και αυτοματοποιημένης ρυθμίσεως (πιέσεως και παροχής) πρέπει να προβλέπονται ύστερα από στάθμιση των πλεονεκτημάτων από τη χρησιμοποίηση αυτών των συσκευών σε σχέση με την οικονομική επιβάρυνση που προκαλούν. Ρύθμιση πιέσεως πρέπει να προβλέπεται  μόνο εάν απαιτείται για τη λειτουργία του περιορισμού παροχής ή για την καλή λειτουργία των συστημάτων διανομής του νερού στους αγρούς.

 

(γ) θα μπορεί να ληφθούν και δυσμενέστερες παραδοχές, όσον αφορά στη διαθέσιμη πίεση για τις υψηλότερα κείμενες αρδευτικές μονάδες, εάν έτσι προκύπτει αξιόλογη οικονομία στην κατασκευή του δικτύου και στη λειτουργία του.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.