Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου υπάγονται οι ακυρωτικές διαφορές, οι οποίες γεννώνται από την προσβολή ατομικών διοικητικών πράξεων: α) που εκδίδονται, κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας περί αλλοδαπών εν γένει, με την επιφύλαξη της παραγράφου 9 και β) που αφορούν την αναγνώριση αλλοδαπού ως πρόσφυγα, υπό την έννοια της Σύμβασης της Γενεύης, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3989/1959 (Α'201) και του συναφούς πρωτοκόλλου της Νέας Υόρκης του 1967, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του αναγκαστικού νόμου [Ν] 389/1968 (ΦΕΚ 125/Α/1968).
2. Η παράγραφος 1 δεν καταλαμβάνει τις διαφορές, οι οποίες γεννώνται από την προσβολή πράξεων που αφορούν στην άρνηση χορήγησης σε αλλοδαπό άδειας άσκησης εξαρτημένης ή ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας, την άρνηση ανανέωσης ή την ανάκληση τέτοιας άδειας, όταν οι πράξεις αυτές δεν εκδίδονται κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας περί αλλοδαπών αλλά κατ' εφαρμογή ειδικής νομοθεσίας, εφαρμοζόμενης και επί ημεδαπών, με την οποία η άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας έχει υπαχθεί σε καθεστώς προηγούμενης άδειας.
3. Για την εκδίκαση των διαφορών της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 αρμόδιο κατά τόπο είναι το διοικητικό πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει η διοικητική αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη. Κατ' εξαίρεση, αν πρόκειται για διαφορές που αφορούν είτε απόρριψη αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης ή ανάκλησης ισχύοντος τίτλου διαμονής και εργασίας, είτε απόφαση επιστροφής που ενσωματώνεται σε πράξη απόρριψης του αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης τίτλου διαμονής, καθώς και σε απόφαση ανάκλησης ισχύοντος τίτλου διαμονής, αρμόδιο είναι το διοικητικό πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει η αρμόδια υπηρεσία της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στην οποία τηρείται ο διοικητικός φάκελος του αλλοδαπού, δηλαδή το ανά περιφερειακή ενότητα Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης.
4. Για την εκδίκαση των διαφορών της περίπτωσης β' της παραγράφου 1, αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο είναι το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, για αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από την Υπηρεσία Ασύλου, τα Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου και τα Αυτοτελή Κλιμάκια Ασύλου, που εδρεύουν εντός των Περιφερειών Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας, Δυτικής Ελλάδας, Πελοποννήσου, Βορείου Αιγαίου, Νοτίου Αιγαίου, Κρήτης και Αττικής. Για τις αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τα Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου και τα Αυτοτελή Κλιμάκια Ασύλου, που εδρεύουν εντός των Περιφερειών Ιονίων Νήσων, Ηπείρου, Δυτικής Μακεδονίας, Κεντρικής Μακεδονίας και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, αρμόδιο είναι το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης.
5. Για την εκδίκαση των διαφορών της παραγράφου 1 εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 2 έως και 4 του νόμου [Ν] 702/1977 (ΦΕΚ 268/Α/1977). Οι αποφάσεις των διοικητικών πρωτοδικείων επί των διαφορών αυτών υπόκεινται σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 702/1977.
6. Στις ακυρωτικές διαφορές της περίπτωσης α' της παραγράφου 1, μπορεί, κατ' εξαίρεση, να ζητηθεί η αναστολή της εκτέλεσης της διοικητικής πράξης με την υποβολή σχετικής αίτησης και πριν από την άσκηση αίτησης ακυρώσεως. Στην περίπτωση αυτή, ο διάδικος υποχρεούται να ασκήσει την αίτηση ακυρώσεως μέσα σε 30 ημέρες από την κατάθεση της αίτησης αναστολής και πάντως όχι πέραν της προθεσμίας του άρθρου 46 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989). Πριν από την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως μπορεί να διαταχθεί η αναστολή της εκτέλεσης της διοικητικής πράξης με προσωρινή διαταγή, η οποία ανακαλείται αυτεπαγγέλτως μετά την πάροδο άπρακτης της κατά το δεύτερο εδάφιο τριακονθήμερης προθεσμίας. Μετά την ανάκληση της προσωρινής διαταγής, η αίτηση αναστολής τίθεται στο αρχείο με πράξη του αρμοδίου προέδρου. Με τον ίδιο τρόπο, τίθενται στο αρχείο μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής εκκρεμείς αιτήσεις αναστολής, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί κατά τα ανωτέρω προσωρινή διαταγή. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 18/1989.
7. Στις ακυρωτικές διαφορές της περίπτωσης β' της παραγράφου 1, μετά από αίτηση αναστολής εκτέλεσης, παρέχεται σε ένα στάδιο προσωρινή δικαστική προστασία, από τον αρμόδιο εισηγητή δικαστή, με την έκδοση συνοπτικά αιτιολογημένης απόφασης. Εντός 2 εργάσιμων ημερών από την κατάθεσή της, η αίτηση κοινοποιείται με επιμέλεια του αιτούντος προς τον αρμόδιο Υπουργό, ο οποίος οφείλει, στην περίπτωση αυτή, να διαβιβάσει στο δικαστήριο το φάκελο της υπόθεσης μέσα σε 5 εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίηση. Μέσα στην ίδια προθεσμία, ο Υπουργός μπορεί να διατυπώσει τις απόψεις του και ο αιτών να προσκομίσει τα αποδεικτικά στοιχεία, στα οποία στηρίζει τους ισχυρισμούς του.
Η απόφαση του εισηγητή δικαστή, επί της αίτησης, εκδίδεται μέσα σε προθεσμία 7 ημερών, από την πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών, εφόσον έχει προσκομιστεί στο δικαστήριο το οικείο αποδεικτικό κοινοποίησης. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 18/1989. Κατ' εξαίρεση, εφόσον υπάρχει ειδικώς καθορισμένη ημεροχρονολογία εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης από τη Διοίκηση, η οποία είναι μικρότερη των 7 ημερών από την κατάθεση της αίτησης αναστολής εκτέλεσης, ο αρμόδιος δικαστής μπορεί να εκδώσει προσωρινή διαταγή αναστολής εκτέλεσης που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση. Η προσωρινή διαταγή ισχύει μέχρι την έκδοση της απόφασης του δικαστηρίου επί της αίτησης αναστολής σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια. Η προσωρινή διαταγή ανακαλείται υποχρεωτικώς αυτεπαγγέλτως από τον δικαστή σε περίπτωση παράλειψης του αιτούντος να καταβάλλει το νόμιμο παράβολο, καθώς και να προβεί, εντός των κατά τα προηγούμενα εδάφια προθεσμιών, στις προβλεπόμενες κοινοποιήσεις. Στις διαφορές αυτές κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος, ο πρόεδρος του συμβουλίου διεύθυνσης του δικαστηρίου ή ο οριζόμενος από αυτόν πρόεδρος, με πράξη του, η οποία εκδίδεται το συντομότερο δυνατό, απαλλάσσει τον αιτούντα από την υποχρέωση καταβολής τελών και παραβόλου.
Η υποβολή του αιτήματος δεν διακόπτει την προθεσμία για την άσκηση του οικείου ενδίκου βοηθήματος. Το αίτημα υποβάλλεται αυτοτελώς και μπορεί να αφορά στην απαλλαγή από τα τέλη και το παράβολο της αιτήσεως ακυρώσεως ή/και της αιτήσεως αναστολής, πρέπει δε, σε κάθε περίπτωση, να συνοδεύεται από τα σχετικά έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία. Σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος, ο αιτών υποχρεούται, επί ποινή απαραδέκτου, να καταβάλει τα τέλη και το παράβολο που δεν έχουν καταβληθεί, εάν μεν πρόκειται για αίτηση αναστολής, μέσα σε προθεσμία 3 ημερών από την έκδοση της σχετικής απορριπτικής πράξης, εάν δε πρόκειται για αίτηση ακυρώσεως, έως την προτεραία της συζήτησης της αιτήσεως ακυρώσεως.
8. Οι διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς ενώπιον των διοικητικών εφετείων υποθέσεις, για τις οποίες δεν έχει ορισθεί δικάσιμος, οι οποίες διαβιβάζονται στα κατά τόπο αρμόδια διοικητικά πρωτοδικεία της παραγράφου 4 με πράξεις των Προέδρων των Τριμελών Συμβουλίων Διεύθυνσης ή των Προέδρων που διευθύνουν τα δικαστήρια. Για τις υποθέσεις αυτές δεν εφαρμόζονται οι προθεσμίες του άρθρου 110 του νόμου [Ν] 4636/2019 (ΦΕΚ 169/Α/2019).
9. Οι ακυρωτικές διαφορές που γεννώνται από την προσβολή ατομικών διοικητικών πράξεων που αφορούν στην κτήση και απώλεια της ελληνικής ιθαγένειας, υπάγονται στην αρμοδιότητα των κατά τόπον αρμόδιων τριμελών διοικητικών εφετείων εφαρμοζομένων αναλογικά των διατάξεων των άρθρων 2 έως 4 του νόμου [Ν] 702/1977. Οι σχετικές αποφάσεις των διοικητικών εφετείων υπόκεινται σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 5 του ανωτέρω νόμου. Η διάταξη της παραγράφου αυτής καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων υποθέσεις, που ασκήθηκαν από την 01-01-2020 έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι οποίες διαβιβάζονται στα κατά τόπο αρμόδια διοικητικά εφετεία με πράξεις των Προέδρων των Τριμελών Συμβουλίων Διεύθυνσης ή των Προέδρων που διευθύνουν τα δικαστήρια.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 57 του νόμου [Ν] 4689/2020 (ΦΕΚ 103/Α/2020).
|