Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Μετά το Κεφάλαιο Ε' του νόμου [Ν] 2076/1992 προστίθεται Κεφάλαιο ΣΤ' ως εξής: Το Κεφάλαιο ΣΤ' αναριθμείται σε Κεφάλαιο Ζ':
{Κεφάλαιο ΣΤ': Ειδικές Ρυθμίσεις για τα Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος
Άρθρο 20Α: Όροι και προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος
1.Τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος επιτρέπεται να συσταθούν και να λειτουργούν μόνο με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας.
2. Για τη χορήγηση από την Τράπεζα της Ελλάδος άδειας λειτουργίας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος απαιτείται η καταβολή σε μετρητά αρχικού κεφαλαίου τουλάχιστον τριών εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο κατατίθεται στην Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 6.
3. Το ύψος των ιδίων κεφαλαίων ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος πρέπει, καθ' όλη τη διάρκεια λειτουργίας του, να μην είναι κατώτερο του εκάστοτε απαιτούμενου ελάχιστου αρχικού κεφαλαίου.
4. Με την επιφύλαξη του ελάχιστου ορίου της παραγράφου 3:
α) τα ίδια κεφάλαια του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος πρέπει, ανά πάσα στιγμή, να μην υπολείπονται του μεγαλύτερου από τα ακόλουθα ποσά, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 2% επί:
α)α) του τρέχοντος υπολοίπου ή
β)β) του μέσου υπολοίπου των προηγούμενων έξι μηνών του συνόλου των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων που απορρέουν από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος που το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος έχει εκδώσει,
β) τα ίδια κεφάλαια ενός ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος που δεν έχει συμπληρώσει έξι μήνες λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένης της ημέρας έναρξης λειτουργίας του, πρέπει να μην υπολείπονται του μεγαλύτερου από τα ακόλουθα ποσά, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 2% επί:
α)α) του εκάστοτε τρέχοντος υπολοίπου ή
β)β) του προβλεπόμενου για έξι μήνες υπολοίπου του συνόλου των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος που θα έχει εκδώσει.
Η εκτίμηση για το προβλεπόμενο για έξι μήνες ποσό, που αναφέρεται στην περίπτωση (β)β) της παραγράφου αυτής, τεκμηριώνεται από το πρόγραμμα επιχειρηματικής δραστηριότητας του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, με την επιφύλαξη προσαρμογών του προγράμματος ύστερα από αίτημα της Τράπεζας της Ελλάδος.
5. Τα ελάχιστα όρια των παραγράφων 2 και 4 μπορούν να αναπροσαρμόζονται με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος. Σε κάθε περίπτωση, το ελάχιστο όριο του αρχικού κεφαλαίου δεν μπορεί να είναι μικρότερο του ενός εκατομμυρίου ευρώ.
Άρθρο 20Β: Περιορισμοί στις δραστηριότητες ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος
1. Οι δραστηριότητες των ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος περιορίζονται στην έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος και:
α) στην παροχή υπηρεσιών, χρηματοπιστωτικών και μη, οι οποίες συνδέονται στενά με την έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος, όπως η διαχείριση ηλεκτρονικού χρήματος, με τη διενέργεια λειτουργικών και άλλων βοηθητικών εργασιών που σχετίζονται με την έκδοσή του, καθώς και η έκδοση και διαχείριση άλλων μέσων πληρωμής, με εξαίρεση οποιαδήποτε πιστοδοτική δραστηριότητα,
β) στην αποθήκευση στοιχείων στο ηλεκτρονικό υπό θέμα εκ μέρους επιχειρήσεων ή φορέων του δημόσιου τομέα.
2. Απαγορεύεται στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος να κατέχουν οποιοδήποτε ποσοστό συμμετοχής σε άλλες επιχειρήσεις, εκτός εάν αυτές διενεργούν λειτουργικές ή άλλες βοηθητικές εργασίες που σχετίζονται με το ηλεκτρονικό χρήμα, το οποίο εκδίδεται ή διανέμεται από το συγκεκριμένο ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να καθορίζεται ότι, για την πραγματοποίηση κάθε ειδικής συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων αυτών, απαιτείται προηγούμενη έγκρισή της.
Άρθρο 20Γ: Περιορισμοί στις επενδύσεις ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος
1. Τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος επενδύουν ποσό τουλάχιστον ίσο με τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις τους από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος που έχουν εκδώσει, αποκλειστικά στα ακόλουθα στοιχεία:
α) στοιχεία ενεργητικού που σταθμίζονται με μηδενικό συντελεστή πιστωτικού κινδύνου, σύμφωνα με τις διατάξεις του έκτου κεφαλαίου, παράγραφος 1)α, στοιχείο 1 έως και 4 της ΠΔ/ΤΕ 2054/18-03-1992 (ΦΕΚ 49/Α/1992), και έχουν επαρκή ρευστότητα,
β) καταθέσεις όψεως σε πιστωτικά ιδρύματα της ζώνης Α, όπως ορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 (β), του δεύτερου κεφαλαίου της ΠΔ/ΤΕ 2054/92, όπως ισχύει,
γ) χρεωστικούς τίτλους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 19 του νόμου [Ν] 2396/1996 (ΦΕΚ 73/Α/1996). Οι τίτλοι πρέπει:
α)α) να έχουν επαρκή ρευστότητα,
β)β) να μην περιλαμβάνονται στα στοιχεία της παραγράφου 1 (α),
γ)γ) να αναγνωρίζονται ως εγκεκριμένα στοιχεία, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 25 του νόμου [Ν] 2396/1996 και
δ)δ) να εκδίδονται από άλλες επιχειρήσεις εκτός από εκείνες οι οποίες κατέχουν ειδική συμμετοχή στο συγκεκριμένο ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος ή οι οποίες συμπεριλαμβάνονται στους ενοποιημένους λογαριασμούς αυτών των επιχειρήσεων, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
2. Οι επενδύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1)β και 1)γ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το εικοσαπλάσιο των ιδίων κεφαλαίων του ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος και υπόκεινται σε περιορισμούς τουλάχιστον ισοδύναμους προς αυτούς που έχουν θεσπιστεί με τις διατάξεις της ΠΔ/ΤΕ 2246/1993 (ΦΕΚ 198/Α/1993), για την εποπτεία και τον έλεγχο των μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων των πιστωτικών ιδρυμάτων.
3. Για την κάλυψη των κινδύνων αγοράς από την έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος και από τις επενδύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος επιτρέπεται να χρησιμοποιούν επαρκούς ρευστότητας στοιχεία εκτός ισολογισμού που σχετίζονται με επιτόκια ή με συναλλαγματικές ισοτιμίες είτε υπό μορφή χρηματοοικονομικών παραγώγων διαπραγματεύσιμων σε οργανωμένη αγορά, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 14 του νόμου [Ν] 2396/1996, στην οποία υπόκεινται σε υποχρεώσεις καθημερινής τήρησης περιθωρίων, είτε υπό μορφή συμβάσεων επί τιμών συναλλάγματος με αρχική προθεσμία λήξεως μέχρι δεκατεσσάρων ημερολογιακών ημερών. Η χρησιμοποίηση παραγώγων μέσων του προηγούμενου εδαφίου επιτρέπεται υπό τον όρο ότι ο στόχος που επιδιώκεται και που, στο μέτρο του δυνατού, επιτυγχάνεται είναι η πλήρης εξάλειψη των κινδύνων αγοράς.
4. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιβάλλει περιορισμούς στους κινδύνους αγοράς που τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος μπορούν να αναλαμβάνουν από τις επενδύσεις που πραγματοποιούν, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού.
5. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, τα στοιχεία του ενεργητικού αποτιμώνται στη χαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσεως ή της τρέχουσας τιμής αγοράς.
6. Εάν η αξία του συνόλου των στοιχείων, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, υπολειφθεί του ποσού των χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του εκδοθέντος ηλεκτρονικού χρήματος, η Τράπεζα της Ελλάδος εξασφαλίζει ότι το ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος θα λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την άμεση αποκατάσταση της απαιτούμενης σχέσης μεταξύ των μεγεθών αυτών. Για το σκοπό αυτόν, και μόνο προσωρινά, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιτρέψει στο ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος να καλύψει τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις του,από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος που έχει εκδώσει, με άλλα στοιχεία εκτός από εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μέχρι ποσού που δεν υπερβαίνει το χαμηλότερο από τα ακόλουθα ποσά:
α) ποσό ίσο με το 5% των πιο πάνω χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων ή
β) το ποσό των ιδίων κεφαλαίων του.
Άρθρο 20Δ: Κανόνες εσωτερικής διαχείρισης των ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος
Τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος υποχρεούνται να έχουν χρηστή και συνετή διαχείριση, καλή διοικητική οργάνωση, πρόσφορες λογιστικές διαδικασίες και επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, που να ανταποκρίνονται στους χρηματοοικονομικούς και μη χρηματοοικονομικούς κινδύνους στους οποίους είναι εκτεθειμένα, συμπεριλαμβανομένων του λειτουργικού κινδύνου, καθώς και των κινδύνων που συνδέονται με τη συνεργασία με οποιαδήποτε επιχείρηση που διενεργεί λειτουργικές ή άλλες βοηθητικές εργασίες σχετιζόμενες με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες.
Άρθρο 20Ε: Εξακρίβωση της τήρησης των υποχρεώσεων που επιβάλλονται στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος
Η τήρηση των υποχρεώσεων του προηγούμενου άρθρου, καθώς και η τήρηση των εν γένει απαιτήσεων και περιορισμών, που καθορίζονται σε σχέση με τη δραστηριότητα των ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος αποτελεί αντικείμενο εποπτείας και ελέγχου από την Τράπεζα της Ελλάδος, με αποφάσεις της οποίας μπορούν να καθορίζονται τα στοιχεία και οι πληροφορίες που υποχρεούνται οποτεδήποτε να της παρέχουν τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, καθώς και οι λεπτομέρειες και η διαδικασία εξακρίβωσης της τήρησης των απαιτήσεων και σχετικών περιορισμών.
Άρθρο 20ΣΤ: Εξαιρέσεις
1. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 55 παράγραφος 21 του Καταστατικού της, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να εξαιρεί ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος από την εφαρμογή διατάξεων του νόμου αυτού, εφόσον πληρούται τουλάχιστον ένα από τα πιο κάτω κριτήρια:
α) Η δραστηριότητα έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος οδηγεί στην ανάληψη από τον εκδότη συνολικού ποσού χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος, το οποίο δεν υπερβαίνει κανονικά μεν τα τρία εκατομμύρια ευρώ, ουδέποτε δε τα τέσσερα εκατομμύρια ευρώ.
β) Το ηλεκτρονικό χρήμα που εκδίδεται από το ίδρυμα γίνεται δεκτό ως μέσο πληρωμής μόνο από συνδεδεμένες επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 42Ε, παράγραφος 5 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920, οι οποίες και διενεργούν λειτουργικές ή άλλες βοηθητικές εργασίες σχετικές με το ηλεκτρονικό χρήμα, το οποίο εκδίδει ή διανέμει το ίδρυμα.
γ) Το ηλεκτρονικό χρήμα που εκδίδεται από το ίδρυμα γίνεται δεκτό ως μέσο πληρωμής μόνο από περιορισμένο αριθμό επιχειρήσεων, οι οποίες μπορούν να διακριθούν σαφώς λόγω:
α)α) της εγκατάστασής τους σε περιορισμένη περιοχή ή
β)β) των στενών οικονομικών ή επιχειρηματικών τους σχέσεων με το ίδρυμα - εκδότη, όπως ύπαρξη κοινών μέσων προώθησης πωλήσεων ή διανομής.
2. Τα υπό στοιχεία β' και γ' κριτήρια εξαίρεσης της προηγούμενης παραγράφου αναγνωρίζονται ως τέτοια, εφόσον η δραστηριότητα της έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος οδηγεί σε συνολικό ποσό χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων από το μη αποδοθέν υπόλοιπο του ηλεκτρονικού χρήματος, το οποίο δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτώ εκατομμυρίων ευρώ. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να αναπροσαρμόζει τα όρια των κριτηρίων εξαίρεσης, τα οποία, πάντως, δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν, στην περίπτωση του υπό στοιχείο α' κριτηρίου, τα ποσά των πέντε και έξι εκατομμυρίων ευρώ, αντίστοιχα.
3. Για τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που εξαιρούνται από διατάξεις του παρόντος νόμου, σύμφωνα με τις δύο πρώτες παραγράφους, ισχύουν τα ακόλουθα:
α) η ανώτατη ικανότητα αποθήκευσης ανά ηλεκτρονικό υπόθεμα που τίθεται στη διάθεση των κομιστών για τη διενέργεια πληρωμών δεν μπορεί να υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα ευρώ,
β) υποχρεούνται να υποβάλλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο και μέχρι τρεις μήνες από την περίοδο αναφοράς, έκθεση περί των δραστηριοτήτων τους, η οποία περιλαμβάνει το συνολικό ποσό των συναφών με το ηλεκτρονικό χρήμα χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων που υπέχουν, καθώς και άλλα στοιχεία που είναι δυνατόν να καθορίζονται με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος,
γ) δεν καλύπτονται από τις ρυθμίσεις αμοιβαίας αναγνώρισης που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Άρθρο 20Ζ: Συμπληρωματική εφαρμογή διατάξεων
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2, 3 και 4, τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος υπόκεινται, κατ' αναλογία, στις διατάξεις του νόμου αυτού για τα πιστωτικά ιδρύματα.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 5, 9, 14, 15, 16, 23, 24 και 27 έως και 36 δεν εφαρμόζονται στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.
3. Οι ρυθμίσεις για την αμοιβαία αναγνώριση που προβλέπονται στο Κεφάλαιο Γ' του νόμου αυτού δεν εφαρμόζονται σε άλλες δραστηριότητες ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος εκτός από την έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος.
4. Στα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος εφαρμόζονται μόνο οι αναφορές σε πιστωτικά ιδρύματα που περιλαμβάνονται:
α) στον κωδικοποιημένο νόμο [Ν] 2190/1920,
β) στο νόμο 2331/1995 (ΦΕΚ 173/Α/1995) και τη λοιπή εν γένει νομοθεσία περί πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες,
γ) στο νόμο 2789/2000 (ΦΕΚ 21/Α/2000),
δ) στα προεδρικά διατάγματα [ΠΔ] 267/1995 (ΦΕΚ 149/Α/1995) και [ΠΔ] 33/2000 (ΦΕΚ 27/Α/2000).}