Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης:
(α) Δημόσιος λειτουργός σημαίνει: (i) οποιοδήποτε πρόσωπο κατέχει νομοθετική, εκτελεστική, διοικητική ή δικαστική θέση σε Κράτος Μέρος, ανεξάρτητα αν είναι διορισμένος ή αιρετός, είναι μόνιμος ή προσωρινός, είναι έμμισθος ή άμισθος, ανεξάρτητα από την αρχαιότητα του, (ii) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εκτελεί δημόσια λειτουργία σε δημόσια υπηρεσία ή δημόσια επιχείρηση, ή παρέχει δημόσια υπηρεσία, όπως ορίζεται στην εθνική νομοθεσία του Κράτους Μέρους και όπως ορίζεται στο δίκαιο του εν λόγω Κράτους Μέρους (iii) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ορίζεται ως δημόσιος λειτουργός στην εθνική νομοθεσία Κράτους Μέρους. Ωστόσο, για το σκοπό ορισμένων συγκεκριμένων μέτρων που περιέχονται στο κεφάλαιο II της παρούσας Σύμβασης δημόσιος λειτουργός μπορεί να σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο εκτελεί δημόσια λειτουργία ή παρέχει δημόσια υπηρεσία, όπως ορίζονται στην εγχώρια νομοθεσία του Κράτους Μέρους και όπως ορίζεται στο δίκαιο του εν λόγω Κράτους Μέρους.
(β) Ξένος δημόσιος λειτουργός σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο κατέχει νομοθετική, εκτελεστική, διοικητική ή δικαστική θέση ξένης χώρας, ανεξάρτητα αν είναι διορισμένος ή αιρετός. Σε αυτόν συμπεριλαμβάνονται και τα πρόσωπα που κατέχουν θέση σε δημόσιο οργανισμό και δημόσια επιχείρηση της ξένης χώρας.
(γ) Λειτουργός δημόσιου διεθνούς οργανισμού σημαίνει διεθνή δημόσιο υπάλληλο ή οποιοδήποτε πρόσωπο είναι εξουσιοδοτημένο από τον εν λόγω οργανισμό να ενεργεί εκ μέρους του.
(δ) Περιουσία σημαίνει περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους ενσώματα ή ασώματα, κινητά ή ακίνητα, υλικά ή άυλα και τίτλοι ή έγγραφα που αποδεικνύουν τη κυριότητα ή τα σχετικά δικαιώματα επί των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων.
(ε) Προϊόντα εγκλήματος σημαίνει οποιαδήποτε περιουσία προέρχεται ή αποκτάται, άμεσα ή έμμεσα, μέσω της τέλεσης εγκλήματος.
(στ) Πάγωμα ή κατάσχεση σημαίνει την προσωρινή απαγόρευση της μεταβίβασης, μετατροπής, διάθεσης ή μετακίνησης περιουσίας ή προσωρινής ανάληψης της διαχείρισης ή ελέγχου περιουσίας, βάσει διαταγής που εκδίδεται από δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή.
(ζ) Δήμευση, σημαίνει τη μόνιμη στέρηση της περιουσίας δυνάμει διαταγής δικαστηρίου ή άλλης αρμόδιας αρχής.
(η) Βασικό έγκλημα σημαίνει οποιοδήποτε αδίκημα από το οποίο παράγονται έσοδα, που μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο εγκλήματος όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 23 της παρούσας Σύμβασης.
(θ) Ελεγχόμενη παράδοση σημαίνει την τεχνική που επιτρέπει την κίνηση παράνομων ή ύποπτων φορτίων εκτός διαμέσου ή εντός της επικράτειας ενός ή περισσοτέρων Κρατών, εν γνώσει και υπό την επίβλεψη των αρμόδιων αρχών τους, με σκοπό την ανίχνευση εγκλήματος και την αποκάλυψη των προσώπων που εμπλέκονται στην τέλεσή του.