Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 224/92

ΝΣΚ 224/1992


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 224/1992 (06-04-1992)

 

Αριθμός ερωτήματος: Υπ' αριθμόν οίκοθεν 1764/124/1992 έγγραφο της Διεύθυνσης Οργάνωσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.

 

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται:

 

Α. Αν η από 24-09-1991 σύμβαση συναφθείσα μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ανώνυμης εταιρείας Μέθοδοι ΑΕ, για την συμπλήρωση της αρχικής από 20-12-90 σύμβασης, που αφορούσε την μελέτη οργάνωσης των κεντρικών υπηρεσιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, έχει αντικείμενο διαφορετικό από το αντικείμενο της αρχικής και εν γένει αν εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 16 και 17 του νόμου 716/1977.

 

Β. Εάν νομίμως συνομολογήθηκε με την συμπληρωματική σύμβαση η αμοιβή του αναδόχου για το συμπληρωματικό αντικείμενο στο ποσό των 18.000.000 δραχμών, το οποίο υπερβαίνει την αμοιβή που συμφωνήθηκε με την αρχική σύμβαση εξ 15.000.000 δραχμές, κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 50%.

 

Για το παραπάνω ερώτημα το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε ως ακολούθως:

 

I. Κατά το άρθρο 16 του νόμου 716/1977 περί μητρώου μελετητών και αναθέσεως και εκπονήσεως μελετών:

 

{1. Εις περίπτωσιν καθ' ην, κατά την διάρκειαν εκπονήσεως της μελέτης, προκύψει η ανάγκη εκτελέσεως συμπληρωματικών εργασιών, ειδικών μελετών, ερευνών, εργαστηριακών δοκιμών, ή και πάσης άλλης εργασίας απαραιτήτου δια την άρτια εκπόνηση της μελέτης, αυτή πραγματοποιείται ως κάτωθι: Υπό του Εργοδότου ή υπό Γραφείου Μελετών επιλεγομένων υπό του εργοδότου κατά την υπό του παρόντος νόμου καθοριζόμενη διαδικασίαν, αντιστοίχου δε κατηγορίας και τάξεως πτυχίου, προς την κατηγορία και τάξιν του αντικειμένου της συμπληρωματικής εργασίας ή μελέτης, εφ' όσον ο ανάδοχος δεν κέκτηται τα απαιτούμενα προς τούτο προσόντα, ή υπό του αναδόχου δι' απ' ευθείας αναθέσεως εις τούτον, κατόπιν υπογραφής συμπληρωματικής συμβάσεως.

 

2. Εις την περίπτωσιν της απ' ευθείας αναθέσεως εις τον ανάδοχο των, κατά την προηγούμενη παράγραφο, συμπληρωματικών εργασιών ή μελετών, ούτος δέον να έχει τα κατά τον παρόντα νόμο απαραίτητα προσόντα δια την ανάληψη των συμπληρωματικών εργασιών ή μελετών ή να συμπράξει μεθ' ετέρων Γραφείων Μελετών της εγκρίσεως του εργοδότου, ώστε να δύναται να αναλάβει αυτές κατά τις διατάξεις του παρόντος.}

 

Κατά δε το άρθρο 17 του ίδιου νόμου:

 

{1. Εάν παραστεί ανάγκη επέκτασης, συμπλήρωσης ή τροποποίησης της σύμβασης εντός του αρχικού αντικείμενου αυτής, ο ανάδοχος υποχρεούται, κατόπιν υπογραφής μαζί με τον εργοδότη συμπληρωματικής σύμβασης, μετά από γνώμη του αρμοδίου Συμβουλίου, να προβεί στη μελέτη του συμπληρωματικού αντικείμενου, εφόσον ο ολικός προϋπολογισμός δαπάνης του έργου ή η κατ' αποκοπή αμοιβή του ανάδοχου κατά περίπτωση δεν υπερβαίνει το 50% των αρχικών αμοιβών, που αναθεωρούνται κατά τις κείμενες διατάξεις.

 

2. Στην περίπτωση, κατά την οποία σημειωθεί υπέρβαση μεγαλύτερη του ποσοστού που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, ο ανάδοχος υποχρεούται στη συμπλήρωση τυχόν εκκρεμούς σταδίου της μελέτης, βάσει του νέου αντικείμενου, της σύμβασης η οποία μπορεί να λυθεί σύμφωνα με την κρίση του εργοδότη.}

 

Περαιτέρω στο άρθρο 9 του σε εκτέλεση του νόμου αυτού εκδοθέντος προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 196/1979 προβλέπεται η διαδικασία υπογραφής μεταξύ του εργοδότη και του αναδόχου συμπληρωματικής σύμβασης κατά το άρθρο 17 του νόμου 716/1977, ειδικότερα δε σύμφωνα με την παράγραφο 12 του ως άνω άρθρου 9:

 

{Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και δια την περίπτωσιν αναθέσεως εις τον ανάδοχο συμπληρωματικών εργασιών κατά την διάταξη του άρθρου 16 του νόμου 716/1977. Ο περιορισμός του 50% του άρθρου 17 του νόμου 716/1977 ισχύει και επί των συμπληρωματικών εργασιών του άρθρου 16.}

 

II. Εν προκειμένω από το υποβληθέν ερώτημα και τα στοιχεία του φακέλλου προκύπτουν τα ακόλουθα.

 

Με την από 20-12-1990 σύμβαση, που συνήφθη μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου (Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων) και της ανώνυμης εταιρείας Μεθόδων και Προγραμματισμού ανατέθηκε από το πρώτο στην δεύτερη:

 

{η εκπόνηση της μελέτης οργάνωσης της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, όπως ειδικότερα περιγράφεται αναλυτικά στην παράγραφο 2 (Ανάλυση Αντικειμένου Μελέτης) του σχετικού Τεύχους Προδιαγραφών, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της μελέτης}

 

(άρθρο 2.1. της σύμβασης), αντί αμοιβής, σε 15.000.000 δραχμές. Η διάρκεια της σύμβασης ορίσθηκε στο άρθρο 4 αυτής σε εκατόν ογδόντα ημερολογιακές ημέρες, στο ίδιο άρθρο δε προβλέφθηκε ότι:

 

{η μελέτη θα εκπονηθεί σε δύο φάσεις, την Α φάση και την Β φάση, ως εξής:

 

4.2.1. Α' ΦΑΣΗ: Θα καλύψει τα κεφάλαια 2.1. (Περιγραφή της Παρούσας Κατάστασης) και 2.2. (Διάγνωση Αδυναμιών) του Τεύχους Προδιαγραφών και η εκπόνησή της θα ολοκληρωθεί σε 90 ημερολογιακές ημέρες. Η έναρξη της Α Φάσης θα γίνει την 07-01-1991.

 

4.2.2. Β' ΦΑΣΗ: Θα καλύψει τα κεφάλαια 2.3. (Προτάσεις και 2.4. (Πρόγραμμα - Χρονοδιάγραμμα Εφαρμογής Προτάσεων) του Τεύχους Προδιαγραφών και η εκπόνησή της θα ολοκληρωθεί σε 90 ημερολογιακές ημέρες. Η έναρξη της Β Φάσης θα γίνει με σχετική εντολή της Διευθύνουσας Υπηρεσίας.}

 

Η μελέτη άρχισε την 07-01-1991 και η πρώτη φάση παραδόθηκε στη διευθύνουσα Υπηρεσία την 22-04-1991. Την 23-04-1991 η ανάδοχος εταιρεία με επιστολή της προς την υπηρεσία γνωστοποίησε σ' αυτήν ότι κατά την γνώμη της η μελέτη θα έπρεπε να επεκταθεί τόσο στις περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου, όσο και στα εποπτευόμενα απ' αυτό νομικά πρόσωπα, διότι εάν δεν ακολουθηθεί η μεθοδολογία αυτή τότε και οι προτάσεις που πρόκειται να διατυπωθούν κατά την Β' φάση της μελέτης δεν μπορούν να θεωρηθούν πλήρως ολοκληρωμένες, αφού θα αναφέρονται μόνο στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. Εν τω μεταξύ κατά την 11-04-1991 δημοσιεύτηκε ο νόμος [Ν] 1943/1991, από το νόμο δε αυτόν (άρθρο 1 παράγραφος 4) και από εγκυκλίους, που απέστειλε το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης για την εφαρμογή του ως άνω Νόμου προέκυψε η υποχρέωση του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων για την υποβολή προς το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης προτάσεων σε θέματα διοικητικού εκσυγχρονισμού. Κατόπιν των ανωτέρω το ζήτημα, στα πλαίσια της διαδικασίας κατάρτισης συμπληρωματικής σύμβασης, εισήχθη στο Κεντρικό Συμβούλιο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, το οποίο ενώ καταρχάς γνωμοδότησε κατά πλειοψηφία κατά της προτάσεως περί συνάψεως συμπληρωματικής σύμβασης με τον ανάδοχο (συνεδρίαση 11-09-1991), τελικά δέχθηκε την ανάθεση συμπληρωματικής μελέτης στον ανάδοχο (συνεδρίαση 16-09-1991). Κατόπιν της υπ' αριθμόν 62315/1959/1990 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων καταρτίσθηκε μεταξύ του Δημοσίου και του αναδόχου η από 24-09-1991 συμπληρωματική σύμβαση, κατά την οποία μεταξύ άλλων:

 

Α) στο τέλος του άρθρου 2 της αρχικής σύμβασης (βλέπε περί αυτού ανωτέρω) προτίθεται η φράση:

 

{προσαρμοσμένο στις προβλέψεις του Κεφαλαίου Α του νόμου [Ν] 1943/1991 και τις οδηγίες που διατυπώνονται στην εντολή Γ/γ/4021/1991 του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης για το πρόγραμμα Διοικητικού Εκσυγχρονισμού, κατά τα οριζόμενα στην παρακάτω παράγραφο 4.2.2.}

 

Β) Ορίζεται (παράγραφος 4) ότι η μελέτη θα εκπονηθεί σε τρεις φάσεις και δη προστίθεται μεταξύ της Α και Β φάσης της αρχικής σύμβασης η Α1 φάση, η οποία περιλαμβάνει τρία στάδια, το πρώτο των οποίων αφορά στην αποτύπωση της οργανωτικής κατάστασης και διάγνωση οργανωτικών αδυναμιών και προβλημάτων των περιφερειακών, νομαρχιακών και τοπικών υπηρεσιών του Υπουργείου, το δεύτερο τα ίδια ως άνω στοιχεία των νομικών προσώπων που εποπτεύονται από το Υπουργείο και το τρίτο διαλαμβάνει το σχεδιασμό των προγραμμάτων και προδιαγραφών των αναγκαίων μελετών και ενεργειών για το διοικητικό εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών του Υπουργείου και των εποπτευομένων απ' αυτό νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του νόμου [Ν] 1943/1991 και τις σχετικές οδηγίες του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης και

 

Γ) ορίζεται (άρθρο 7) η συνολική δαπάνη για την εκπόνηση της μελέτης κατ' αποκοπή σε 35.640.000 δραχμές (περιλαμβανομένου του φόρου προστιθέμενης αξίας εκ 26.400.00 δραχμές), καταβάλλεται δε αυτή στον ανάδοχο τμηματικώς κατά τα λεπτομερώς αναφερόμενα στην συμπληρωματική αυτή σύμβαση.

 

III. Από το διαληφθέν άρθρο 16 του νόμου 716/1977 προκύπτει σαφώς ότι στην περίπτωση κατά την οποία κατά την διάρκεια της εκποιήσεως της μελέτης προκύψει η ανάγκη εκτέλεσης οποιασδήποτε άλλης εργασίας, απαραίτητης για την άρτια εκπόνηση της μελέτης, αυτή εκτελείται από τον εργοδότη ή από γραφείο μελετών, που επιλέγεται από τον εργοδότη κατά την διαδικασία του ως άνω νόμου ή και από τον ίδιο τον ανάδοχο δι' απ' ευθείας αναθέσεως της εργασίας κατόπιν υπογραφής συμπληρωματικής σύμβασης, εφόσον αυτός έχει τα προς τούτο απαραίτητα κατά νόμο προσόντα. Στην προκειμένη περίπτωση με την ως άνω απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που εκδόθηκε μετά γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, ανατέθηκε στον ίδιο μελετητή, κατόπιν σύναψης συμπληρωματικής σύμβασης, η εκτέλεση των εργασιών της Α1 φάσης, ενόψει της πρότασης αυτού, κατά την οποία η μελέτη της οργάνωσης των κεντρικών υπηρεσιών του Υπουργείου θα έπρεπε να επεκταθεί στην αποτύπωση της οργανωτικής κατάστασης και την διάγνωση των οργανωτικών αδυναμιών και προβλημάτων των περιφερειακών υπηρεσιών του Υπουργείου και των εποπτευόμενων απ' αυτό νομικών προσώπων, διότι αλλιώς δεν ήταν δυνατή η άρτια εκπόνηση της Β φάσης της μελέτης, ήτοι της διατύπωσης προτάσεων για την οργάνωση των κεντρικών υπηρεσιών του Υπουργείου. Επί της τελευταίας αυτής εκτίμησης που αφορά την ανάγκη εκτέλεσης του πρώτου και του δεύτερου σταδίου της Α1 φάσης, το Νομικό Συμβούλιο δεν δύναται να εκφράσει γνώμη, διότι αυτή είναι κρίση τεχνική, εκφεύγουσα της αρμοδιότητάς του και ερειδόμενη επί στοιχείων που δεν ετέθησαν υπόψη του και δεν μπορούν να εκτιμηθούν απ' αυτό. Αν η Διοίκηση δεχθεί αιτιολογημένα, κατά την τεχνική κρίση της, ότι συνέτρεχε εν προκειμένω η ανάγκη εκπόνησης της μελέτης των δύο ως άνω σταδίων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι νομίμως συνομολογήθηκε η ως άνω συμπληρωματική σύμβαση, με την προϋπόθεση ότι ετηρήθη η διαδικασία του άρθρου 9 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 196/1979, που ισχύει εν προκειμένω κατά την παράγραφο 12 αυτού, ο δε ανάδοχος κατείχε τα απαιτούμενα για τις εργασίες αυτές νόμιμα προσόντα. Σε αντίθετη περίπτωση δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής του άρθρου 17 του νόμου 716/1977 περί επέκτασης, συμπλήρωσης και τροποποίησης της αρχικής σύμβασης εντός του αρχικού αντικειμένου αυτής, γιατί η μελέτη της υφιστάμενης οργανωτικής κατάστασης των περιφερειακών υπηρεσιών του Υπουργείου και των ως άνω νομικών προσώπων δεν εμπίπτει στο αντικείμενο της αρχικής σύμβασης, που συνίσταται στην μελέτη της οργάνωσης των κεντρικών μόνο υπηρεσιών του Υπουργείου.

 

IV. Εξάλλου καθόσον αφορά το τρίτο στάδιο της Α1 φάσης, που αναφέρεται στο σχεδιασμό των προγραμμάτων και προδιαγραφών των αναγκαίων μελετών για το διοικητικό εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών του Υπουργείου και των παραπάνω νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, το Νομικό Συμβούλιο έχει τη γνώμη ότι το στάδιο τούτο δεν εμπίπτει στις διατάξεις των άρθρων 16 και 17 του νόμου 716/1977, γιατί από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι ήταν αναγκαίο για την άρτια εκπόνηση της αρχικής μελέτης, αφού μάλιστα δεν αναφέρεται στην διατύπωση σχετικών προτάσεων του μελετητή, αλλά στο σχεδιασμό προγραμμάτων ή προδιαγραφών μελλουσών μελετών. Ούτε, εξάλλου, το στάδιο τούτο κείται εντός του αρχικού αντικειμένου της μελέτης. Άλλωστε, όπως προκύπτει από το άρθρο 1 παράγραφος 3 του νόμου [Ν] 1943/1991 η ανάθεση σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου μελετών σχετικών με το διοικητικό εκσυγχρονισμό γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που ελλείπει εν προκειμένω.

 

Κατόπιν των εκτεθέντων στο πρώτο σκέλος του παρόντος ερωτήματος προσήκει η λεπτομερής ως άνω εκτιθέμενη γνώμη.

 

V. Καθόσον αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος, περί περιορισμού της αμοιβής για την σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης στο 50% της αρχικής αμοιβής, τόσο κατά την εφαρμογή του άρθρου 16 όσον και του άρθρου 17 του νόμου 716/1977, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο περιορισμός αυτός δεν εμποδίζει την κατάρτιση συμπληρωματικής σύμβασης κατά τα εκτεθέντα εφόσον η συμπληρωματική αμοιβή του αναδόχου δεν υπερβαίνει κατά το ποσοστό αυτό την αρχική, ενώ ο εργοδότης δεν δεσμεύεται να συνάψει με τον ανάδοχο συμπληρωματική σύμβαση με αμοιβή υπερβαίνουσα το ποσοστό αυτό, εφόσον βεβαίως συντρέχουν κατά τα λοιπά οι προϋποθέσεις των ως άνω άρθρων (πράξη Ελεγκτικού Συνεδρίου 673/1991 βλέπε όμως και υπ' αριθμούς 183/1990 και 236/1983 πράξεις αυτού).

 

Θεωρήθηκε

Αθήνα 06-04-1992

Ο Αντιπρόεδρος

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.