Προεδρικό διάταγμα 59/07 - Άρθρο 17

Άρθρο 17: Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων, των συμφωνιών - πλαισίων και των δυναμικών συστημάτων αγορών


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό, εκτός Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, εκτιμώμενο από τον αναθέτοντα φορέα. Ο υπολογισμός αυτός λαμβάνει υπόψη το εκτιμώμενο συνολικό ποσό, συμπεριλαμβανομένου του τυχόν προβλεπόμενου δικαιώματος προαιρέσεως ή τυχόν ανανεώσεων της σύμβασης. Στην περίπτωση που ο αναθέτων φορέας προβλέπει βραβεία ή την καταβολή χρηματικών ποσών στους υποψηφίους ή προσφέροντες, λαμβάνει τα ποσά αυτά υπόψη του κατά τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης.

 

2. Οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να καταστρατηγούν το παρόν διάταγμα κατανέμοντας τα σχέδια έργων ή τις προτεινόμενες αγορές για την απόκτηση συγκεκριμένης ποσότητας προμηθειών και / ή υπηρεσιών ή χρησιμοποιώντας ειδικές μεθόδους υπολογισμού της αξίας των συμβάσεων.

 

3. Για τις συμφωνίες - πλαίσια και για τα δυναμικά συστήματα αγορών, η εκτιμώμενη αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία εκτός Φόρου Προστιθέμενης Αξίας του συνόλου των συμβάσεων που προβλέπονται για τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας ή του συστήματος.

 

4. Για τους σκοπούς του άρθρου 16, οι αναθέτοντες φορείς περιλαμβάνουν στην εκτιμώμενη αξία των συμβάσεων έργων την αξία των εργασιών καθώς και όλων των προμηθειών ή υπηρεσιών που απαιτούνται για την εκτέλεση των έργων, και τις θέτουν στη διάθεση του εργολήπτη.

 

5. Η αξία των προμηθειών ή των υπηρεσιών που δεν είναι απαραίτητες για την εκτέλεση μιας συγκεκριμένης σύμβασης έργων δεν μπορεί να προστίθεται στην αξία αυτής της σύμβασης έργων, με αποτέλεσμα να εξαιρείται η απόκτηση αυτών των προμηθειών ή υπηρεσιών από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος.

 

6. α) Όταν προτεινόμενο έργο ή προτεινόμενη αγορά υπηρεσιών μπορεί να οδηγήσει σε ταυτόχρονη σύναψη χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η εκτιμώμενη συνολική αξία όλων αυτών των τμημάτων. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων είναι ίση με ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που καθορίζεται στο άρθρο 16, το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στη σύναψη κάθε τμήματος. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή αυτή για τα τμήματα, η εκτιμώμενη αξία των οποίων εκτός Φόρου Προστιθέμενης Αξίας είναι μικρότερη των 80.000 € για τις υπηρεσίες και του 1.000.000 € για τα έργα υπό τον όρο ότι το συνολικό ποσό των συγκεκριμένων τμημάτων δεν υπερβαίνει το 20% της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων.

 

β) Όταν ένα σχέδιο αγοράς για την απόκτηση ομοιογενών προμηθειών μπορεί να οδηγήσει σε ταυτόχρονη σύναψη χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η εκτιμώμενη συνολική αξία όλων αυτών των τμημάτων κατά την εφαρμογή του άρθρου 16. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων είναι ίση με ή υπερβαίνει την αξία που καθορίζεται στο άρθρο 16, το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στη σύναψη κάθε τμήματος. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή αυτή για τα τμήματα η εκτιμώμενη αξία των οποίων εκτός Φόρου Προστιθέμενης Αξίας είναι μικρότερη των 80.000 €, υπό τον όρο ότι το συνολικό ποσό των συγκεκριμένων τμημάτων δεν υπερβαίνει το 20 % της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων.

 

7. Όταν πρόκειται για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών, οι οποίες έχουν περιοδικό χαρακτήρα ή προβλέπεται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης γίνεται με βάση:

 

α) είτε την πραγματική συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων του ιδίου τύπου που έχουν συναφθεί κατά τη διάρκεια του προηγούμενου δωδεκαμήνου ή οικονομικού έτους, η οποία, ει δυνατόν, αναπροσαρμόζεται, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ενδεχόμενες μεταβολές στις ποσότητες ή στην αξία τους κατά τους 12 μήνες που έπονται της αρχικής σύμβασης β) είτε την εκτιμώμενη συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων που συνήφθησαν κατά το δωδεκάμηνο που έπεται της πρώτης παράδοσης ή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εφόσον αυτό υπερβαίνει τους 12 μήνες.

 

8. Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης που περιλαμβάνει ταυτοχρόνως υπηρεσίες και προμήθειες βασίζεται στη συνολική αξία των υπηρεσιών και των προμηθειών, ανεξάρτητα από την επιμέρους αξία τους. Στον υπολογισμό αυτόν, περιλαμβάνεται η αξία των εργασιών τοποθέτησης και εγκατάστασης.

 

9. Όσον αφορά στις συμβάσεις προμηθειών που έχουν ως αντικείμενο τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση - πώληση προϊόντων, ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης λαμβάνεται: α) για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εάν ο χρόνος αυτός είναι 12 μήνες ή λιγότερο, η εκτιμώμενη συνολική αξία για τη διάρκεια της σύμβασης ή, αν η διάρκεια αυτή υπερβαίνει τους 12 μήνες, η συνολική αξία της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης υπολειπόμενης αξίας και β) για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου ή τις συμβάσεις των οποίων η διάρκεια δεν μπορεί να προσδιορισθεί, η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί 48.

 

10. Για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας συμβάσεων υπηρεσιών, λαμβάνονται υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, τα ακόλουθα ποσά:

 

α) όσον αφορά στις ασφαλιστικές υπηρεσίες, το καταβλητέο ασφάλιστρο και οι άλλοι τρόποι αμοιβής

 

β) όσον αφορά στις τραπεζικές και άλλες χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, οι αμοιβές, οι προμήθειες, οι τόκοι και οι άλλοι τρόποι αμοιβής

 

γ) όσον αφορά στις συμβάσεις που περιλαμβάνουν μελέτες, οι αμοιβές, προμήθειες και οι άλλοι τρόποι αμοιβής.

 

11. Όταν πρόκειται για συμβάσεις υπηρεσιών στις οποίες δεν αναφέρεται συνολική τιμή, ως βάση υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων λαμβάνεται:

 

α) για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εάν η διάρκεια τους είναι ίση ή μικρότερη από 48 μήνες, η συνολική αξία για όλη τη διάρκεια της σύμβασης

 

β) για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου ή τις συμβάσεις των οποίων η διάρκεια υπερβαίνει τους 48 μήνες, η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί 48.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 377 του νόμου 4412/2016 (ΦΕΚ 147/Α/2016).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.