Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 1297/1989
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Επειδή δια της αιτήσεως ταύτης ζητείται η αναίρεσις της υπ' αριθμόν 1123/1988 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, δια της οποίας, γενομένης εν μέρει δεκτής της από 01-04-1987 προσφυγής της αναιρεσίβλητου εταιρείας εργολάβου του δημοσίου έργου Κατασκευή θωρακίσεως εκ των κυμάτων της θαλάσσης του διαδρόμου αεροδρομίου Σκύρου, Σ-10, αναγνωρίσθηκε ότι το Δημόσιον όφειλε α) να καταβάλει εις την αναιρεσίβλητο εταιρεία ως υπόλοιπον εργολαβικού ανταλλάγματος ποσόν 30.090.081 δραχμών εντόκως προς 25% από 18-12-1982 δια το ποσόν των 18.500.081 δραχμών και β) να επιστρέψει δύο εγγυητικές επιστολές υπέρ της αναιρεσίβλητου εταιρείας δια συνολικόν ποσόν των 1.800.000 δραχμών, τις οποίας ουχί νομίμως παρακρατεί.
Επειδή τοιούτον αντικείμενον έχουσα η υπό κρίσιν αίτησις, ήτοι στρεφόμενοι κατ' αποφάσεως Διοικητικού Εφετείου αποφανθείσης επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεσιν έργου του δημοσίου ανατεθέντος εις την αναιρεσίβλητη εταιρεία κατά τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 (ΦΕΚ 198/Α/1972) και του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 475/1976 (ΦΕΚ 172/Α/1976), αφορώσης δε εις τον τρόπον υπολογισμού και την φύσιν των εκτελεσθεισών εργασιών και εντεύθεν του ύψους του οφειλομένου υπό του Δημοσίου εργολαβικού ανταλλάγματος, ασκείται παραδεκτώς από της απόψεως ταύτης συμφώνως προς τα άρθρα 1 παράγραφος 2 εδάφιο ι', 7 παράγραφος 1, 9 παράγραφος 1 εδάφιο γ' και 10 του νόμου [Ν] 1406/1983 (ΦΕΚ 182/Α/1983), το άρθρον 9 παράγραφος 4 του νόμου [Ν] 1649/1986 (ΦΕΚ 149/Α/1986) και το άρθρον 17 παράγραφος 1 και 3 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 (ΦΕΚ 198/Α/1972) (Βλέπε και Ολομέλεια ΣτΕ. 2655/1987).
Επειδή ως προς την προθεσμία ασκήσεως υπό της διαδίκου Διοικητικής Αρχής ή Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου του ενδίκου μέσου της αιτήσεως αναιρέσεως κατά των αποφάσεων των Τριμελών Διοικητικών Εφετείων, των εκδιδομένων κατά πρώτον και τελευταίον βαθμό κατ' εφαρμογήν του άρθρου 7 του νόμου [Ν] 1406/1983 επί διαφορών εκ διοικητικών συμβάσεων, εφ' όσον δεν έχει ορισθεί άλλως, εφαρμογή έχει η διάταξις του άρθρου 53 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 170/1973 Περί του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΦΕΚ 229/Α/1973), καθ' ην η προθεσμία αυτή των 60 ημερών άρχεται από της δημοσιεύσεως της καθ' ης η αναίρεσις αποφάσεως, μη εχούσης επί των περιπτώσεων τούτων εφαρμογήν, της διατάξεως του άρθρου 184 του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας (νόμος [Ν] 4125/1960), ως αυτή ισχύει αντικατασταθείσα δια του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 221/1975 (ΦΕΚ 263/Α/1975), η οποία ορίζει ως αφετήριο της προθεσμίας γεγονός δια την άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως υπό του Δημοσίου την κοινοποίηση της αποφάσεως προς τούτο.
Επειδή το άρθρον 12 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 Περί εκτελέσεως των Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 198/Α/1972) ορίζει μεταξύ άλλων ότι ...
Εξ άλλου το προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 475/1976 (ΦΕΚ 172/Α/1976) εις εκτέλεσιν της ως άνω εξουσιοδοτήσεως όρισε εις το άρθρο 2 ότι ... Εις δε το άρθρο 33 ορίζει ότι ...
Επειδή εκ του συνδυασμού των ανωτέρων διατάξεων προκύπτει 1) ότι τα δημόσια έργα εκτελούνται επί τη βάσει εγκεκριμένης μελέτης, περιλαμβάνουσας, πλην άλλων στοιχείων, τεχνική περιγραφή του έργου, δια της οποίας προσδιορίζεται η φύσις, ο χαρακτήρ, η θέσις και η έκτασις του έργου, τιμολόγιον μελέτης, περιέχον πλήρη περιγραφή και την τιμήν μονάδος εκάστου είδους εργασίας, προϋπολογισμό μελέτης, εις τον οποίον καταχωρούνται οι εκτελεστέες εργασίες κατ' είδος, ποσότητα και κατηγορίας, το άθροισμα των δαπανών κατά κατηγορία εργασιών και το άθροισμα του συνόλου των δαπανών κατασκευής του έργου υπολογιζόμενα επί τη βάσει της ποσότητας των εκτελεστέων εργασιών και των τιμών του τιμολογίου, και συγγραφές υποχρεώσεων, εις τις οποίας ας περιλαμβάνονται οι γενικοί ή ειδικοί (οικονομικοί και κατασκευαστικοί) όροι εκτελέσεως του έργου, ως πάντα ταύτα διαμορφώνονται τελικώς δια της συμβάσεως κατασκευής του έργου, 2) ότι οσάκις η αρτιότης του εκτελούμενου έργου επιβάλλει την εκτέλεσιν εργασιών πέραν των προβλεπομένων υπό της συμβάσεως κατασκευής ποσοτήτων (αυξημένες εργασίες) ή νέων τοιούτων μη προβλεπόμενων υπό της συμβάσεως ταύτης (νέες εργασίες), ο ανάδοχος του έργου υποχρεούται να εκτελέσει τις μεν αυξημένες εργασίες μέχρι ποσού (σου προς το 1/4 της αξίας της αντιστοίχου προς την συμβατικών τιμών μονάδος, τις δε νέας εργασίας μέχρι ποσού ίσου προς το 1/4 της συνολικής δαπάνης του συμβατικού προϋπολογισμού αμειβόμενος εις την περίπτωσιν ταύτη βάσει κανονιζόμενων τιμών μονάδος, 3) ότι οσάκις παρίσταται ανάγκη εκτελέσεως εργασιών είτε της πρώτης είτε της δευτέρας κατηγορίας πέραν του ως άνω ορίου (1/4) η αξία αυτών εξευρίσκεται επί τη βάσει κανονιζόμενων νέων τιμών μονάδος, 4) ότι ο ως άνω κανονισμός τιμών μονάδος ενεργείται δια πρωτοκόλλου συντασσομένου είτε τη αιτήσει του αναδόχου είτε οίκοθεν υπό του προϊσταμένου της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας και εγκρινομένου υπό της προϊσταμένης αυτής αρχής μετά γνώμη του αρμοδίου τεχνικού συμβουλίου, 5) ότι μετά του ως άνω πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος συντάσσεται υπό της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας συγκριτικός πίνακας, ο οποίος περιλαμβάνει τα μεγέθη των ποσοτήτων και της δαπάνης α) του αρχικού προϋπολογισμού, β) του ισχύοντος προϋπολογισμού βάσει του εγκριθέντος (τυχόν) προηγουμένου συγκριτικού πίνακας και γ) του προτεινομένου ήδη υπό του συγκριτικού τούτου πίνακα προϋπολογισμού, εγκρίνεται δε ομοίως υπό της προϊσταμένης της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχής, 6) ότι ο ανάδοχος του έργου καλείται και παραστεί κατά την σύνταξιν του πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος και του αντιστοίχου συγκριτικού πίνακα δικαιούμενος να ασκήσει σχετική ένσταση ενώπιον της προϊσταμένης της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχής, εις την οποίαν δύναται να περιλάβει και πρόταση περί εκτέλεσιν των υπέρ τα υποχρεωτικά όρια ποσοτήτων και 7) ότι ο ανάδοχος υποχρεούται να εκτελέσει τις υπέρ-συμβατικές εργασίες (αμφοτέρων των ως άνω κατηγοριών) επί την βάσει του συνταχθέντος δι' αυτές πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος και του αντιστοίχου συγκριτικού πίνακα μόνον εάν αποδεχθεί τον κανονισμόν των τιμών ρητώς ή υπογράψει ανεπιφυλάκτως το πρωτόκολλον και τον συγκριτικό πίνακα. Εκ των ανωτέρω παρέπεται ότι μετά την έγκριση υπό της προϊσταμένης της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχής του συνταχθέντος και γενομένου αποδεκτού, ως άνω, πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος και του αντιστοίχου συγκριτικού πίνακα δεν είναι δυνατή η αμφισβήτησις ουδέ πίνακα δεν είναι δυνατή η αμφισβήτησις ουδέ πολλώ μάλλον η μονομερής μεταβολή των δεδομένων τούτων εκ μέρους του κυρίου του έργου ούτε εις περίπτωσιν εμφανίσεως ανάγκης εκτελέσεως περαιτέρω υπέρ-συμβατικών εργασιών και συντάξεως ετέρου πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος και συγκριτικού πίνακα, άνευ της συναινέσεως του αναδόχου, εφόσον ανάγονται εις το συμβατικό μέρος της κατά τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 και του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 475/1976 καταρτιζόμενης εργολαβικής σχέσεως.
Επειδή, εξ άλλου το άρθρον 14 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 (ΦΕΚ 198/Α/1972) ορίζει ότι ... Περαιτέρω το προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 475/1976 (ΦΕΚ 172/Α/1976) εις το άρθρο 40 παράγραφοι 1 και 2 ορίζει ότι ... Εις το άρθρον 54 παράγραφος 1 ορίζεται ότι ...
Επειδή εκ του συνδυασμού των εις την προηγούμενη σκέψη παρατεθεισών διατάξεων, κατά την γνώμη που επικράτησε στο Τμήμα, προκύπτει 1) ότι τόσον η προσωρινή όσον και η οριστική παραλαβή του έργου συντελείται, κατ' αρχήν, από και δια της εγκρίσεως των αντιστοίχων πρωτοκόλλων, 2) ότι το πρωτόκολλον οριστικής παραλαβής συντάσσεται μετά την πάροδο του χρόνου εγγυήσεως του έργου, ήτοι δέκα πέντε μήνας από της βεβαιωμένης περατώσεως του έργου, εκτός αν καθορισθεί δι της συμβάσεως αναθέσεως του έργου χρόνος εγγυήσεως ελάσσων των 15 μηνών ή, εις όλως ειδικές περιπτώσεις, μείζων, ο οποίος όμως δεν δύναται να υπερβεί τα 3 έτη, 3) ότι υπό των διατάξεων τούτων δεν τάσσεται προθεσμία εις την προϊσταμένη αρχήν προς έγκρισις των ειρημένων πρωτοκόλλων, αλλά τούτο δεν σημαίνει ότι η τοιαύτη έγκρισις ή η άρνησις εγκρίσεως είναι απρόθεσμος, τουναντίον εκ του γεγονότος ότι επιβάλλεται η άμεση υποβολή των πρωτοκόλλων τούτων εις την προϊσταμένη αρχήν προς έγκριση, οι δε κατ' αυτών ενστάσεις του αναδόχου πρέπει να ασκηθούν εντός δεκαπενθημέρου προθεσμίας, ως και του γεγονότος ότι δια τις προπαρασκευαστικά της συντάξεως των πρωτοκόλλων τούτων πράξεις (σύνταξις επιμετρητικών τευχών, σύνταξις τελικού συνοπτικού επιμετρητικού πίνακα) προβλέπονται σύντομοι προθεσμίες (βλέπε άρθρο 49 παράγραφοι 2 και 7 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 475/1976), συνάγεται ότι και η έγκρισις αυτή πρέπει να ενεργείται εντός ευλόγου χρόνου, θεωρουμένου ως τοιούτου του τριμήνου από της υποβολής του οικείου πρωτοκόλλου εις την προϊσταμένη αρχή, 4) ότι μετά την πάροδο απράκτου του ως άνω τριμήνου το υποβληθέν πρωτόκολλον θεωρείται αυτοδικαίως εγκριθέν και 5) ότι, επομένως, τυχόν μετά την πάροδο άπρακτης της ως άνω τριμήνου προθεσμίας γενομένη έγκρισις του πρωτοκόλλου είναι τυπική, επιβεβαιούσα απλώς την δια της απράκτου παρόδου του κατά τ' ανωτέρω τριμήνου γενομένη έγκριση, της προϊσταμένης αρχής, εφόσον κατέλειπε άπρακτο το ανωτέρω τρίμηνον, μη δυναμένης πλέον να τροποποιήσει δια της απλώς επιβεβαιωτικής εγκριτικής πράξεως της το ήδη αυτοδικαίως ως εκ της απράκτου παρόδου του τριμήνου εγκριθέν πρωτόκολλον. Αν και κατά την γνώμη ενός των μετ' αποφασιστικής ψήφου μελών του Δικαστηρίου ο νόμος σκοπίμως ψήφου μελών του Δικαστηρίου ο νόμος σκοπίμως άφησε απρόθεσμη την έγκριση του πρωτοκόλλου (προσωρινής ή οριστικής) παραλαβής του έργου διότι θεώρησε ότι εξασφαλίζονται τα συμφέροντα τόσον του κυρίου του έργου όσον και του αναδόχου δια του καθιερωμένου δια των παραγράφων 4 και 6 του άρθρου 14 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 πλάσματος, συμφώνως προς το οποίον θεωρείται ως αυτοδικαίως συντελεσθείσα η μεν προσωρινή παραλαβή του έργου μετά ένα μήνα από της μετά τη πάροδο έτους από της βεβαιωμένης περατώσεως του έργου οχλήσεως του αναδόχου, η δε οριστική εάν δεν διενεργηθεί εντός διμήνου από της λήξεως του χρόνου εγγυήσεως του έργου (ήτοι εντός διμήνου μετά πάροδο δέκα πέντε μηνών από της βεβαιωμένης περατώσεως του έργου ή μετά πάροδο όσου χρόνου έχει συμφωνηθεί ως χρόνος εγγυήσεως) και μετά πάροδο 30 ημερών από της μετά ταύτα ειδικής οχλήσεως του αναδόχου, αντιμετωπιζόμενης έτσι της αδράνειας της υπηρεσίας τόσον περί την σύνταξιν πρωτοκόλλου (προσωρινής ή οριστικής) παραλαβής του έργου όσον και περί την έγκριση τούτου. Συνεπώς, κατά την γνώμη ταύτη, η ανωτέρω παραδοχή δια της οποίας καθιερώνεται πλασματική έγκρισις του πρωτοκόλλου (προσωρινής ή οριστικής) παραλαβής του έργου, από και δια της οποίας θεωρείται ομοίως συντελεσμένη η παραλαβή αυτή, ενδεχομένως όμως εις χρόνον προγενέστερο ή μεταγενέστερο του δια του ως άνω πλάσματος θεσπιζόμενου χρόνου συντελέσεως αυτής, δεν ευρίσκει εις τις προπαρατεθείσες διατάξεις.
Επειδή, εν προκειμένω, το Διοικητικό Εφετείο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση εδέχθη τα ακόλουθα: Δια της υπ' αριθμ. Φ. 440/Σ-10/564743/1977 αποφάσεως του ΓΕΑ/Κλάδος Γ/Δ/Διεύθυνσις Στρατιωτικών Έργων /Τμήμα 3Α εγκρίθηκε η μελέτη του έργου κατασκευή θωρακίσεως εκ των κυμάτων της θαλάσσης του διαδρόμου αεροδρομίου Σκύρου (έργον Σ-10) προϋπολογισμού δαπάνης δραχμών 112.000.000 δια το Βορειοανατολικό Τμήμα και δραχμών 23.000.000 δια το Δυτικό Τμήμα, ορίσθηκε δε περαιτέρω όπως η Διεύθυνσις Στρατιωτικών Έργων του Γενικού Επιτελείου Άμυνας προβεί επί τη βάσει των διατάξεων του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 και του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 475/1976, ως και των όρων της μελέτης, εις την εκτέλεσιν ή μη του Δυτικού Τμήματος εντός του έτους 1978, δίδουσα σχετική εντολήν εις τον ανάδοχο. Δια της υπ' αριθμ. Φ 440/Σ-10/546143/1999/28.2.1978 αποφάσεως του ΓΕΑ/κλάδος Γ'/Διεύθυνσις Στρατιωτικών Έργων/Τμήμα 6 ανετέθη απευθείας εις την αναιρεσίβλητο Εταιρεία, λόγω αποτυχίας δύο δημοπρασιών, η εκτέλεσις του Βορειοανατολικού Τμήματος του έργου εκ των πιστώσεων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων επί τη βάσει των διατάξεων του άρθρου 3 παράγραφος 2 επί τη βάσει των διατάξεων του άρθρου 3 παράγραφος 2. του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 και των όρων της Γενικής Συγγραφής του Έργου (Οκτώβριος 1977), του Προϋπολογισμού μελέτης (Δεκέμβριος 1977) και της από 09-02-1978 προσφοράς της αναδόχου της υπηρεσίας που διατήρησε στα της ειδικής συγγραφής υποχρεώσεων το δικαίωμα αναθέσεως της εκτελέσεως και του δυτικού τμήματος του έργου υπό τους αυτούς όρους υφ' ους ανετέθη και το βορειανατολικό, εφόσον αυτή γνωστοποιήσει εις την ανάδοχο την βούλησή της εντός του έτους 1978. Μετά την ως άνω απόφαση συνήφθη μεταξύ της αναδόχου και του Ελληνικού Δημοσίου η από 07-03-1978 σύμβασις, δια της οποίας, μεταξύ άλλων, συμφωνήθηκε α) ότι η ανάδοχος υποχρεούται να αποπερατώσει το όλον έργον εντός προθεσμίας 24 μηνών από της ημέρας εγκαταστάσεως της εις το έργον, β) ότι ο χρόνος εγγυήσεως ορίζεται εις 15 μήνας, μετά την πάροδο των οποίων οφείλει να γίνει η οριστική παραλαβή του έργου, γ) ότι ως ημερομηνία εγκαταστάσεως της αναδόχου ορίζεται η 17-03-1978 και δ) ότι η ανάδοχος, κατέθεσε ήδη εγγυητική επιστολή της Τραπέζης Πίστεως (Δ. 19081/17891/21-02-1978) ύψους 5.102.140 ως εγγύηση καλής εκτελέσεως και διατελούσα εν πλήρη γνώσει των συνθηκών του έργου, αποδέχεται ανεπιφυλάκτως την κατασκευήν των έργων. Την 17-03-1978 η ανάδοχος εγκαταστάθηκε εις το έργον και άρχισε την εκτέλεσιν των εργασιών. Κατά την πρόοδο των εργασιών αποφασίσθηκε υπό της Διευθύνσεως Στρατιωτικών Έργων του ΓΕΑ η κατασκευή των ειδικών τεχνητών ογκολίθων (τετράποδα) δια φυσικών αδρανών, αντί σκυροδέματος, ως προβλέπετο υπό της αρχικής μελέτης, και ο καθορισμός δι' αυτούς νέας τιμής. Ούτω συντάχθηκε υπό της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας ο 1ος Συγκριτικός πίνακας, όστις εμφάνισε μείωσιν της συνολικής δαπάνης του έργου κατά 2.235.500. Το ανωτέρω πρωτόκολλον κανονισμού νέων τιμών μονάδος και ο συγκριτικός πίνακας ενεκρίθησαν υπό της προϊσταμένης της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχής.
Δια της υπ' αριθμόν Φ. 440/25/562359/10138/16.12.19788 αποφάσεως του ΓΕΑ/Κλάδος Γ'/Διεύθυνσις Στρατιωτικών Έργων / Τμήμα 2 αποφασίσθηκε αφενός μεν τροποποίησις της εγκεκριμένης μελέτης του εκτελούμενου Βορειοανατολικού Τμήματος του έργου και ούτω αυξήθηκαν οι ποσότητες των αναγκαίων ποσοτήτων λιθορριπών και φυσικών ογκολίθων, αφετέρου δε η σύνταξις υπό της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας συγκριτικού πίνακα περιλαμβάνοντος τις ανωτέρω ποσότητας, προϋπολογισθείσας εις δραχμάς 6.000.000, δια δε της υπ' αριθμ. Φ. 440/Σ- 10/562527/19-01-1978 του ΓΕΑ/Κλάδος Γ'/Διεύθυνσις Στρατιωτικών Έργων / Τμήμα 4)β αποφασίσθηκε η ανάθεσις και του Δυτικού Τμήματος του έργου εις την αυτήν ανάδοχο υπό τους αυτούς όρους, υπό τους οποίους είχε ανατεθεί και το Βορειοανατολικό Τμήμα κατ' επέκτασιν της αρχικής εργολαβίας και εκλήθη η διευθύνουσα το έργον υπηρεσία να συντάξει συγκριτικό πίνακα εις τον οποίον να περιλάβει και τις εργασίας του Τμήματος τούτου υπό ίδιον κεφάλαιον. Ούτω συντάχθηκε υπό της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας την 18-04-1979 ο 2ος Συγκριτικός πίνακας, όστις, εγκριθείς υπό της προϊσταμένης αυτής αρχής δια της υπ' αριθμόν 368403/18-08-1979 αποφάσεώς της, εμφάνισε συνολική δαπάνη του έργου ύψους δραχμών 131.412.794 (ήτοι δραχμές 102.042.794 δια το βορειανατολικό τμήμα του έργου και δραχμές 6.000.000 δια προσθέτους ποσότητας λιθορριπών και ογκολίθων και δρχ. 23.370.000 δια το δυτικό τμήμα), ενώ δια της υπ' αριθμόν Φ. 440/Σ-10/371272/22-01-1980 αποφάσεως της προϊσταμένης της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχής αποφασίσθηκε η παράτασις της προθεσμίας περατώσεως του έργου μέχρι της 30-11-1980. Εις τις 16, 17, 20 και 21-10-1979 λόγω σφοδρής θαλασσοταραχής παρασύρθηκε μέρος του κατασκευασμένου βορειανατολικού τμήματος του έργου και ούτω παρέστη ανάγκη εκτελέσεως νέων εργασιών εις το τμήμα τούτο, Δια τις εργασίας αυτές συντάχθηκε την 02-07-1980, κατόπιν της από 18-06-1980 αιτήσεως του αναδόχου και σχετικών διαπραγματεύσεων το 2ο Πρωτόκολλον κανονισμού νέων τιμών μονάδος και ο 3ος Συγκριτικός Πίνακας, συμφώνως προς το οποίον η συνολική δαπάνη του έργου εν όψει και των νέων εργασιών έπρεπε να ανέλθει εις δραχμές 165.000.000. Το ανωτέρω πρωτόκολλον (2ο) και ο Συγκριτικός Πίνακας (3ος) ενεκρίθησαν δια της υπ' αριθμόν Φ./Σ-10/400/381.0003/Σ.5367/14-04-1980 αποφάσεως του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας / Κλάδος Γ' / Διεύθυνσις Έργων Γ5/4. Μετά ταύτα εξεδόθη η υπ' αριθμόν Φ. 440/Σ-10/371608/656/04-02-1981 απόφασις του ΓΕΑ/Κλάδος Γ'/Διεύθυνσις 15/4Δ, δια της οποίας παρετάθη η προθεσμία περατώσεως του έργου μέχρι 30-10-1981 και ορίσθηκε ότι κατόπιν της αποφάσεως αυτής έπαυσε να ισχύει η από 26-06-1980 δήλωσις του αναδόχου περί μη συνεχίσεως των εργασιών του έργου πέραν της 31-12-1980. Εκτελεσθεισών των εργασιών του αρχικού προϋπολογισμού ως και του 2ου και 3ου Συγκριτικού Πίνακα διεπιστώθη ότι χάριν της αριστότητας του έργου υφίστατο ανάγκη κατασκευής και άλλων ποσοτήτων ειδικών τεχνικών ογκολίθων, την οποίαν η ανάδοχος ανέλαβε να εκτελέσει κατόπιν ιδιαιτέρας συμφωνίας εις την τιμήν των 2755,50 δραχμών κατά κυβικό μέτρο. Ούτω συντάχθηκε το 3ο Πρωτόκολλον κανονισμού νέων τιμών μονάδος δια της ως άνω εργασίαν ως και ο 4ος Συγκριτικός Πίνακας, συμφώνως προς τον οποίον το σύνολον της δαπάνης του έργου προσδιορίσθηκε εις το ύψος των δραχμών 183.000.000. Το ανωτέρω πρωτόκολλον κανονισμού νέων τιμών μονάδος και ο Συγκριτικός Πίνακας ενεκρίθησαν δια της υπ' αριθμόν 382635/23-09-1981 αποφάσεως της Προϊσταμένης της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχής.
Κατά το μεταξύ της ως άνω εγκρίσεως και της συντάξεως του 3ου Πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος και του 4ου Συγκριτικού Πίνακα χρονικόν διάστημα συντάχθηκε 5ος Συγκριτικός Πίνακας, δια να περιλάβει την κατασκευήν περαιτέρω ποσότητος (2.980 m3) ειδικών τεχνητών ογκολίθων επί τη ορισθείσα δια του 3ου πρωτοκόλλου τιμή μονάδος (2755.50 δραχμές) ως και ενός σηπτικού και δύο απορροφητικών βόθρων συνολικής δαπάνης 300.000 δραχμών, εν συνεχεία ενεκρίθη η τροποποίησις της μελέτης του έργου προϋπολογισμού δαπάνης δραχμών 10.000.000 δια της υπ' αριθμόν Φ. 28/440/3131/380675/4854/11-08-1981 αποφάσεως του ΓΕΑ/Κλάδος Γ'/Διεύθυνσις Γ5/2, την δε 07-09-1981 παρελήφθη υπό της αρμοδίας επιτροπής μέρος αφανών εκσκαφών εκ του Βορειοανατολικού Τμήματος του έργου συνταχθέντος του 1ου Πρωτοκόλλου παραλαβής εργασιών. Βραδύτερα, κριθείσης αναγκαίας της κατασκευής νέων ποσοτήτων φυσικών ογκολίθων συντάχθηκε την 08-12-1981, κατόπιν ιδιαιτέρας συμφωνίας μεταξύ της αναδόχου και της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας, 4ο Πρωτόκολλον κανονισμού νέας τιμής μονάδος δια την ως άνω εργασίαν και 6ος Συγκριτικός Πίνακας, συμφώνως προς το οποίον το σύνολον της δαπάνης του έργου έπρεπε να ανέλθει εις το ύψος των δραχμών 185.000.000 και ο οποίος ενεκρίθη μετά του ανωτέρου πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών δια της υπ' αριθμόν Φ. 440/Σ-10/379465/4296/30-06-1982 αποφάσεως του ΓΕΑ/Κλάδος Γ' / Διεύθυνσις Στρατιωτικών Έργων / Τμήματος Γ5/4Δ, αφού κατά το μεσολαβήσαν χρονικόν διάστημα μεταξύ της συντάξεως του 4ου Πρωτοκόλλου και του 6ου Συγκριτικού Πίνακα αφενός και της εγκρίσεως τούτων αφετέρου και δη την 31-03-1982 συντάχθηκε ο τελικός συνοπτικός επιμετρητικός πίνακας εργασιών.
Την 06-07-1982 συντάχθηκε υπό της αρμοδίας Επιτροπής πρωτόκολλον προσωρινής παραλαβής του έργου εκ του οποίου προκύπτει ότι το έργον περατώθηκε εμπροθέσμως την 20-12-1981 και ότι παρεδόθησαν όλες οι εργασίες οι αναφερόμενες εις τον τελικό συνοπτικό επιμετρητικό πίνακα και τινές άλλες πλέον τούτων τη αιτήσει της αναδόχου. Το πρωτόκολλον τούτο υπεβλήθη προς έγκριση εις την προϊσταμένη της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχήν δια του υπ' αριθμόν Σ-10/6213/20-09-1982 εγγράφου του Γραφείου Εκτελέσεων Έργων Σκύρου. Στην 01-10-1982 συντάχθηκε υπό του οποίου καθορίσθηκε το ποσόν απομείωσης της τιμής λιθοδέματος ανωδομής κατά κυβικών μέτρον και την 02-10-1982 συντάχθηκε υπό του ιδίου παρουσία εκπροσώπου της αναδόχου 6ο Πρωτόκολλον κανονισμού νέων τιμών μονάδος, δια του οποίου καθορίσθηκε η τιμή των 350.000 δραχμών δια την κατασκευήν ενός σηπτικού και τριών απορροφητικών βόθρων, απαραιτήτων δια την αποπεράτωση του έργου. Την αυτήν ημερομηνία (02-10-1982) συντάχθηκε ο 7ος Συγκριτικός Πίνακας ο οποίος υπεβλήθη προς έγκριση δια του υπ' αριθμ. Φ.440/Σ- 10/ΛΔ6260/04-10-1982 εγγράφου του Γραφείου Εκτελέσεως Έργων Σκύρου και συμφώνως προς τον οποίον το σύνολον της δαπάνης του έργου όφειλε να ανέλθει εις το ύψος των δραχμών 188.352.698. Επί τη βάση του πίνακα τούτου συντάχθηκαν την 17-11-1982 και 53 η πιστοποίησις πληρωμής εκτελεσθεισών εργασιών και την 18-11-1982 οι αντίστοιχες 52η και 53η πιστοποίησις πληρωμής εκτελεσθεισών εργασιών και την 18-11-1982 οι αντίστοιχοι 52η και 53η εντολές πληρωμής εις την ανάδοχο δια ποσόν δραχμές 4.900.000 και 6.900.000 αντιστοίχως. Την 02-06-1983 συντάχθηκε υπό της αρμοδίας Επιτροπής το πρωτόκολλον οριστικής παραλαβής του έργου, όπερ υπεβλήθη προς έγκριση εις την προϊσταμένη της διευθυνούσης το έργον υπηρεσία αρχήν δια του υπ' αριθμόν Σ-10/7056/18-10-1983 εγγράφου του γραφείου Εκτελέσεων Έργων Σκύρου. Εν συνεχεία ανασυντάχθηκε ο 7ος Συγκριτικός Πίνακας προκειμένου να περιληφθούν εργασίες, δια τις οποίας είχε εγερθεί ένδικος αμφισβήτησις υπό της αναδόχου και είχαν εκδοθεί οι υπ' αριθμόν 8764/1983 και 9076/1983 αποφάσεις του τότε αρμοδίου Εφετείου Αθηνών. Ο ανασυνταγμένος Συγκριτικός Πίνακας, ο οποίος προσδιόρισε το σύνολον της δαπάνης του έργου εις το ποσόν των δραχμών 196.525.336 υπεβλήθη προς έγκριση εις την Προϊσταμένη της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχήν δια του υπ' αριθμ. Σ-10/7056/18-10-1983 εγγράφου του Γραφείου Εκτελέσεως Έργων Σκύρου.
Επί τη βάσει του ως άνω ανασυνταχθέντος 7ου Συγκριτικού Πίνακα ανασυντάχθησαν την 28-05-1984 οι 52η και 53η πιστοποιήσεις εκτελεσθεισών εργασιών δια ποσόν δραχμές 13.825.926 και 16.264.155 αντιστοίχως. Εν συνεχεία εξεδόθη υπό της Προϊσταμένης της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχής Α) η υπ' αριθμόν Φ. 440/Σ-10/378468/3492/01-08-1985 απόφασις δια της οποίας ενεκρίθησαν αφενός μεν το από 06-07-1982 πρωτόκολλον προσωρινής παραλαβής του έργου μετά ορισμένων τροποποιήσεων αφετέρου δε το από 02-06-1983 πρωτόκολλον οριστικής παραλαβής του έργου, ως συντάχθηκε υπό της αρμοδίας Επιτροπής και Β) η υπ' αριθμόν Φ. 440/Σ-10/378589/3553/05-08-1985 όμοια, δια της οποίας ενεκρίθησαν α) το 5ο και 6ο Πρωτόκολλον Κανονισμού Νέων Τιμών Μονάδος και β) ο 7ο Συγκριτικός Πίνακας, τροποποιηθείς όμως ως προς ορισμένα σημεία ώστε το κόστος του έργου να διαμορφωθεί εις το ύψος των δραχμών 185.107.754.
Κατά των ως άνω αποφάσεων η ανάδοχος άσκησε την από 29-10-1985 αίτηση θεραπείας ενώπιον του Υπουργού Εθνικής Αμύνης, δια της οποίας πλην άλλων ισχυρισμών αφορώντων εις δευτερεύουσες αξιώσεις αυτής, προέβαλε ότι ουχί νομίμως η Προϊσταμένη της, προέβαλε ότι ουχί νομίμως η Προϊσταμένη Αρχή δια των ανωτέρω εγκριτικών πράξεών της τροποποίησε το πρωτόκολλον προσωρινής παραλαβής του έργου και τον συνταχθέντα υπό της διευθυνούσης το έργον και τον συνταχθέντα υπό της παραλαβής, του έργου και τον συνταχθέντα υπό της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας 7ο Συγκριτικό Πίνακα.
Ειδικότερα δε ισχυρίσθηκε ότι ουχί νομίμως η Προϊσταμένη Αρχή α) θεώρησε τις εργασίες του βορειανατολικού και του δυτικού τμήματος του έργου ως χωριστές ομάδες εργασίας, ενώ αρχήθεν είχαν αντιμετωπισθεί και υπό των δύο πλευρών ως αποτελούσες μίαν ομάδα και επί τη βάσει της ανωτέρω αντιλήψεως ανακατένειμε τις συμβατικές και υπερσυμβατικές εργασίες, β) εδέχθη ότι οι εργασίες αποκαταστάσεως των εκ της θαλασσοταραχής ζημιών ήσαν συμβατικές και ουχί υπερσυμβατικές εκτελεστέες επί τη βάσει νέων τιμών και γ) υπολόγισε διαφόρως το ποσοστόν (25%) των κατά νόμον εκτελεστέων υποχρεωτικώς υπό της αναδόχου υπερσυμβατικών εργασιών, διότι τα θέματα αυτά είχαν καταστεί αντικείμενον ιδιαιτέρων συμφωνιών, συναφθεισών συν τη πρόοδο του έργου και είχαν αποτελέσει δεδομένα των προηγουμένων συγκριτικών πινάκων, εγκριθέντων υπό της ως άνω αρχής και, ως εκ τούτο, δεν ηδύναντο να μεταβληθούν μονομερώς εκ των υστέρων επ' ευκαιρία της εγκρίσεως του τελευταίου Συγκριτικού Πίνακα. Της ανωτέρω αιτήσεως θεραπείας της αναδόχου δεν επελήφθη ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης εντός της νομίμου προθεσμίας, δι' ο και άσκησε αυτή την 27-01-1986 προσφυγή κατά της ως εκ της παρόδου της προθεσμίας ταύτης τεκμαιρόμενης απορρίψεως της αιτήσεως θεραπείας της ενώπιον του Εφετείου Αθηνών. Απορριφθείσης τύποις της προσφυγής ταύτης δι' έλλειψη δικαιοδοσίας του Εφετείου ασκήθηκε υπό της αναδόχου νέα τοιαύτη την 02-04-1987 ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών συμφώνως με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του νόμου [Ν] 1649/1986 (ΦΕΚ 149/Α/1986).
Επί της προσφυγής ταύτης, δια της οποίας επαναλήφθηκαν οι ισχυρισμοί της αιτήσεως θεραπείας της αναδόχου, εξεδόθη η ήδη προσβαλλόμενη απόφασις, δια της οποίας επί του κυρίου θέματος, το οποίον η προσφυγή έθεσε, εγένετο δεκτό ότι δεν ήταν δυνατή η μονομερής μεταβολή του πρακτικού οριστικής παραλαβής του έργου και του 7ου συγκριτικού πίνακα κατά την έγκριση υπό της Προϊσταμένης Αρχής, διότι τα μεταβληθέντα στοιχεία είχαν διαμορφωθεί κατόπιν ιδιαιτέρων συμφωνιών των μερών κατά τη σύνταξιν των προηγουμένων συγκριτικών πινάκων, οίτινες είχαν εγκριθεί υπό της προϊσταμένης αρχής, πέραν δε τούτου το πρωτόκολλον οριστικής παραλαβής του έργου, υποβληθέν προς έγκριση εις την προϊσταμένη αρχήν την 18-10-1983, είχε αυτοδικαίως εγκριθεί την 18-01-1984, ήτοι μετά πάροδο απράκτου τριμήνου από της υποβολής του και επομένως και εξ αυτού του λόγου δεν ήταν δυνατόν να μεταβληθούν τα δεδομένα αυτού κατά την επακολουθήσασα τυπική πλέον έγκρισή του. Επί τη βάσει δε της σκέψεως ταύτης το δικάσαν Διοικητικό Εφετείον έκρινε περαιτέρω ότι συμφώνως προς τα στοιχεία του πρωτοκόλλου οριστικής παραλαβής του έργου και του 7ου συγκριτικού πίνακα, ως ταύτα είχαν συνταχθεί και υποβληθεί προς έγκριση υπό της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας, το Ελληνικό Δημόσιον όφειλε να καταβάλει εις την ανάδοχο - αναιρεσίβλητο εταιρεία ως υπόλοιπον εργολαβικού ανταλλάγματος ποσόν 30.090.081 δραχμών εντόκως προς 25% από 18-12-1982 δια το ποσόν των δραχμών 11.590.000 και από 14-09-1984 δια το ποσόν των δραχμών 18.500.081, γενομένης δεκτής εν μέρει της προσφυγής αυτής και ακυρωθείσης εν μέρει της υπό του Υπουργού Εθνικής Αμύνης σιωπηρής ως και της ρητής απορρίψεως που επακολούθησε (απόφασις Φ/Σ-10/374761/1865/06-06-1986 του ΓΕΑ/κλάδος Γ'/Διεύθυνσις Γ5/4) της ενώπιόν του ασκηθείσης αιτήσεως θεραπείας κατά των πράξεων της Προϊσταμένης της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας αρχής, δια των οποίων ενεκρίθη μετά των ειρημένων τροποποιήσεων το ως άνω πρωτόκολλον οριστικής παραλαβής του έργου και ο 7ος συγκριτικός πίνακας.
Επειδή ούτως αποφαινόμενο το δικάσαν Εφετείον νομίμως αιτιολόγησε την κρίσιν του, οι δε λόγοι αναιρέσεως, δια των οποίων προβάλλεται ότι η μεταβολή δια του 7ου συγκριτικού πίνακα και του Πρακτικού οριστικής παραλαβής του έργου ορισμένων δεδομένων των προγενεστέρων συγκριτικώς πινάκων, τα οποία δεν ήσαν σύμφωνα προς τον νόμον, συνιστά κατά τούτο ανάκληση παρανόμων διοικητικών πράξεων, η οποία είναι νόμιμος, διότι η διοίκησις δύναται να ανακαλεί τις παρανόμους πράξεις της και ότι τα δεδομένα των προηγουμένων συγκριτικώς πινάκων, τα οποία μετεβλήθησαν δια του τελευταίου, διαμορφώθηκαν εκ παραδρομής και ουσιώδους πλάνης της υπηρεσίας κατά παράβασιν των διατάξεων του άρθρου 12 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 και των άρθρων 42 και 43 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 475/1976 και ως εκ τούτου ήσαν ακυρώσιμα συμφώνως προς τα άρθρα 140, 141 και 184 του Αστικού Κώδικα, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι διότι, εφόσον, ως εξετέθη, εκ της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει και δεν αμφισβητείται ότι τα μεταβληθέντα δεδομένα απετέλεσαν αντικείμενον ιδιαιτέρων συμφωνιών μεταξύ αναδόχου και δημοσίας υπηρεσίας εκ δε των προπαρατεθεισών ειδικών διατάξεων περί εκτελέσεως δημοσίων έργων συνάγεται ότι δεν συγχωρείται τοιαύτη μεταβολή, δεν έχουν εφαρμογήν ούτε οι γενικές αρχές περί ανακλήσεως υπό της διοικήσεως των παρανόμως πράξεών της, ούτε οι διατάξεις περί ακυρώσεως δηλώσεως ουσιώδους πλάνης του Αστικού Κώδικα.
Επειδή, ο λόγος αναιρέσεως, δια του οποίου προβάλλεται περαιτέρω ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφασις είναι αναιρετέα, διότι το Διοικητικό Εφετείον που την εξέδωσε ουχί νομίμως έκρινε ότι τα πρωτόκολλα προσωρινής και οριστικής παραλαβής του έργου είχαν αυτοδικαίως εγκριθεί μετά την πάροδο άπρακτου τριμήνου από της υποβολής αυτών εις την προϊσταμένη αρχήν, ήτοι το μεν πρώτον, υποβληθέν την 20-09-1982, είχε αυτοδικαίως εγκριθεί την 20-12-1982 το δε δεύτερον, υποβληθέν την 18-10-1983, είχε αυτοδικαίως εγκριθεί από της 18-01-1984, και ότι επομένως και εκ του λόγου τούτου δεν ήταν δυνατή η τροποποίησις του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής του έργου δια της ρητής εγκρίσεως αμφοτέρων τούτων που επακολούθησε, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος εφόσον, ως εξετέθη, κατά την έννοια του νόμου τα πρωτόκολλα προσωρινής και οριστικής παραλαβής θεωρούνται ως αυτοδικαίως εγκριθέντα μετά την πάροδο απράκτου τριμήνου από της υποβολής των εις την προϊσταμένη αρχήν, μετά δε την τοιαύτη έγκριση των δεν δύναται να τροποποιηθούν υπό της τυχόν ρητής εγκριτικής πράξεως τούτων που επακολούθησε. Κατά την γνώμη όμως ενός των μετ' αποφασιστικής ψήφου μελών του Δικαστηρίου ο λόγος ούτος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής, διότι σκοπεί να αποκρούσει την βασική σκέψη της προσβαλλόμενης αποφάσεως, καθ' ην δεν υπάρχει δυνατότης μεταβολής δια των συντασσομένων μεταγενεστέρως συγκριτικών πινάκων ή των πρωτοκόλλων προσωρινής ή οριστικής παραλαβής του έργου (και δη κατά την έγκριση τούτων υπό της προϊσταμένης αρχής) των δεδομένων προγενεστέρων εγκεκριμένων συγκριτικών πινάκων, άτινα διαμορφώθηκαν βάσει ιδιαιτέρων συμφωνιών των μερών και η οποία, ως ήδη εξετέθη, ευρίσκει νόμιμο και επαρκές έρεισμα εις τον χαρακτήρα των δεδομένων τούτων ως αναγομένων εις το συμβατικό μέρος της κατά τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 και του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 475/1976 καταρτιζόμενης εργολαβικής σχέσεως.
Επειδή το άρθρον 7 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1266/1972 εις την παράγραφο 1 ορίζει ότι...(παρατίθεται η διάταξη). Εξ άλλου, το άρθρο 12 του νόμου 889/1979 Περί της αναθεωρήσεως τιμών κατασκευής των δημοσίων έργων και ετέρων τινών συναφών διατάξεων (ΦΕΚ 77/Α/1979) όρισε ότι... (παρατίθεται η διάταξη). Τέλος κατά την πράξη υπουργικού συμβουλίου [Π] 145/1979 (ΦΕΚ 287/Α/1979), αίτινες εξεδόθησαν κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 15 παράγραφος 5 του νόμου [Ν] 876/1979 (ΦΕΚ 48/Α/1979), το ανώτατον όριον του νομίμου και εξ υπερημερίας τόκου ανέρχεται εις ποσοστόν 25% ετησίως. Εκ της αντιπαραβολής των ανωτέρω. Εκ της αντιπαραβολής των ανωτέρω παρατεθεισών διατάξεων προκύπτει ότι η πρώτη τούτων, δια της οποίας οριζόταν ότι δια την καθυστέρηση πληρωμής πιστοποιήσεων πέραν των δύο μηνών από της κατά τα συμπεφωνημένα χρονικά διαστήματα υποβολής των εις την διευθύνουσα το έργον υπηρεσία οφείλεται εις το ανάδοχο τόκος υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών προς 6% ετησίως, εφόσον εγένετο υπ' αυτού σχετική όχλησις, προδήλως τροποποιήθηκε υπό της δευτέρας, ορισθέντος ότι δια την τοιαύτη καθυστέρηση οφείλεται αυτοδικαίως, ήτοι άνευ οχλήσεως τινός, ο εκάστοτε ισχύων τόκος υπερημερίας, όστις ήδη από του έτους 1979 έχει ορισθεί εις 25% και ότι κατ' εξαίρεση οφείλεται τόκος προς 6% προκειμένου περί απαιτήσεων του αναδόχου αναγνωριζομένων κατά την διαδικασίαν επιλύσεως διαφόρων κατά την εκτέλεσιν δημοσίου έργου. Η ανωτέρω θεσπιζόμενη όμως εξαίρεσις είναι αντισυνταγματική και ως τοιαύτη ανίσχυρος, διότι παρακωλύει τούτον από της ασκήσεως προσφυγής εις το δικαστήριον προς αναγνώριση των απαιτήσεών του κατά παράβασιν του άρθρου 20 του ισχύοντος Συντάγματος (1975), δια του οποίου ορίζεται ότι έκαστος δικαιούται εις παροχή εννόμου προστασίας υπό των δικαστηρίων. Κατά την γνώμη δε ενός των μετ' αποφασιστικής ψήφου μελών του δικαστηρίου η ρηθείσα εξαίρεσις αντίκειται περαιτέρω και προς την υπό του άρθρου 4 του ισχύοντος Συντάγματος (1975) καθιερούμενη αρχήν της ισότητας, διότι, άνευ αποχρώντος λόγου, θεσπίζει διάφορον μεταχείριση των απαιτήσεων των αναδόχων, οι οποίες αναγνωρίζονται και καταβάλλονται υπό του κυρίου του έργου οικειοθελώς και εκείνων οι οποίες αναγνωρίζονται κατά την διαδικασίαν επιλύσεως διαφορών ανακυπτουσών κατά την εκτέλεσιν δημοσίου έργου και δη εφ' όσον η διάκρισις αυτή παρακωλύει τον ανάδοχο εις την άσκηση του συνταγματικού του δικαιώματος της προσφυγής εις δικαστική αναγνώριση των απαιτήσεών του. Όθεν ο λόγος αναιρέσεως δια του οποίου προβάλλεται ότι κατά παράβασιν της ως άνω ανίσχυρου διατάξεως του άρθρου 12 παράγραφος 2, του νόμου 889/1979 το δικάσαν Εφετείον δια της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του έκρινε ότι το Ελληνικό Δημόσιον οφείλει να καταβάλει τις δια της αυτής αποφάσεώς του αναγνωρισθείσας εις βάρος του τελευταίου τούτου απαιτήσεις της αναιρεσίβλητου εταιρείας εκ της εκτελέσεως του ειρημένου έργου εντόκως προς 25% και ουχί προς 6% ως έδει, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Επειδή, ουχ ήττον, λόγω της σπουδαιότητος των ως άνω ανακυπτόντων ζητημάτων το Δικαστήριον κρίνει ότι η υπόθεσις πρέπει να παραπεμφθεί εις το Τμήμα υπό επταμελή σύνθεση συμφώνως προς το άρθρον 14 παράγραφος 5 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 170/1973 (ΦΕΚ 229/Α/1973), ως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε δια της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του νόμου [Ν] 702/1977 (ΦΕΚ 268/Α/1977) και της παραγράφου 1 του νόμου [Ν] 1470/1984 (ΦΕΚ 112/Α/1984), οριζομένου ως εισηγητού του Συμβουλίου Αδαμάντιου Φαρμάκη.