Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 2248/04

ΣτΕ 2248/2004


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 2248/2004

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

ΤΜΗΜΑ Ε'

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 07-01-2004, με την εξής σύνθεση : Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Αθανάσιος Ράντος, Σύμβουλοι, Χρήστος Ντουχάνης, Μ. Τριπολιτσιώτη, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Β. Μαντζουράνης.

 

Για να δικάσει την από 17-01-2001 έφεση:

 

της __________, κατοίκου Κορωπίου Αττικής, οδός __________, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Ιωάννη Καλονόμο (αριθμός μητρώου 4752), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, κατά των: 1) Υπουργού Γεωργίας, ο οποίος παρέστη με την Ευαγγελία Σκαλτσά, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και 2) Συνεταιρισμού με την επωνυμία Οικοδομικός Συνεταιρισμός Ελλήνων Δικαστών και Εισαγγελέων, Συνεταιρισμός Περιορισμένης Ευθύνης, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Γ. Γενναδίου αριθμός 3, ο οποίος δεν παρέστη, και κατά του παρεμβαίνοντος Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχοινιά - Μαραθώνα, που εδρεύει στον Δήμο Μαραθώνα Ν. Αττικής, το οποίο δεν παρέστη, αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει το δικόγραφο της παρεμβάσεως νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, και κατά της υπ' αριθμόν 317/2000 απόφασης του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Μ. Τριπολιτσιώτη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της εκκαλούσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους εφέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή για την υπό κρίση έφεση έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (2108387/2001 ειδικό γραμμάτιο παραβόλου).

 

2. Επειδή με την έφεση αυτή ζητείται η εξαφάνιση της 317/2000 απόφασης του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε τριτανακοπή της εκκαλούσας κατά της προγενέστερης 551/1999 απόφασής του. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί αίτηση ακυρώσεως του Οικοδομικού Συνεταιρισμού Ελλήνων Δικαστών και Εισαγγελέων κατά της 420/26-01-1999 πράξης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, με την οποία αποφασίσθηκε, κατ' επίκληση των διατάξεων των άρθρων 71 του νόμου 998/1979 και 114 του νόμου 1892/1990, η κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών του ως άνω Οικοδομικού Συνεταιρισμού, οι οποίες είχαν ανεγερθεί σε δημόσια διακατεχόμενη δασική έκταση στη θέση Σχοινιά του Δήμου Μαραθώνα που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα.

 

3. Επειδή, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 71 του νόμου 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α/1979), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 46 του νόμου 2145/1993 (ΦΕΚ 88/Α/1993):

 

{1. Εργολάβοι, υπεργολάβοι, κατασκευαστές, οι εντολείς τους και κάθε τρίτος που επιχειρεί, άνευ δικαιώματος ... την ανέγερση οποιουδήποτε κτίσματος ή κατασκευάσματος ... ή πραγματοποιεί οποιασδήποτε φύσεως εγκατάσταση εντός δάσους ή δασικής εκτάσεως, δημόσιας ή ιδιωτικής, τιμωρούνται με φυλάκιση ... και με χρηματική ποινή ...},

 

ενώ, κατά την παράγραφο 2 του αυτού άρθρου 71 του νόμου 998/1979:

 

{2. ... Η δασική αρχή διατάσσει και, εν αρνήσει του υπόχρεου, εκτελεί άνευ ετέρας διατυπώσεως την κατεδάφιση των κτισμάτων.}

 

Εξ άλλου, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 114 του νόμου 1892/1990 (ΦΕΚ 101/Α/1990):

 

{1. Απαγορεύεται η ανέγερση οικοδομών, κτισμάτων και πάσης φύσεως εγκαταστάσεων εντός δημοσίων ή ιδιωτικών δασών ή δασικών ή αναδασωτέων εκτάσεων, που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαϊά ...},

 

ενώ, κατά την παράγραφο 2 του αυτού άρθρου:

 

{2. Ανεγερθείσες ή ανεγειρόμενες οικοδομές, κτίσματα και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις στις ανωτέρω εκτάσεις κατεδαφίζονται υποχρεωτικά κατόπιν αποφάσεως του οικείου νομάρχη από την τεχνική υπηρεσία της νομαρχίας με την συνδρομή της δασικής υπηρεσίας...}

 

Τέλος, κατά την παράγραφο 3 του αυτού άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του νόμου 2145/1993:

 

{3. Η απόφαση περί κατεδαφίσεως εκδίδεται μετά από κλήτευση προ 2 τουλάχιστον εργασίμων ημερών, του φερομένου ως κυρίου ή νομέα ή κατόχου ή του εργολάβου της οικοδομής, του κτίσματος ή της εγκαταστάσεως. Η κλήτευση αυτή ενεργείται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας. Αν τα παραπάνω πρόσωπα είναι άγνωστα ή άγνωστης διαμονής, η κλήση τοιχοκολλάται στην είσοδο του κτίσματος. Κατά της αποφάσεως του νομάρχη περί κατεδαφίσεως επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του προέδρου του διοικητικού πρωτοδικείου της τοποθεσίας του ακινήτου, εντός 5 ημερών από την κοινοποίησή της στον προσφεύγοντα ή από την τοιχοκόλλησή της στο κτίσμα ... Οι επί της ...προσφυγής αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα ...},

 

ενώ, κατά την παράγραφο 6 του αυτού άρθρου:

 

{6. Οι προηγούμενες παράγραφοι 2 έως και 5 εφαρμόζονται αναλόγως και για περιπτώσεις κατεδάφισης κτιρίων ή εγκαταστάσεων, που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 71 του νόμου 998/1979.}

 

Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η διαφορά που γεννάται από την απόφαση του αρμοδίου οργάνου για την κατεδάφιση οικοδομής, κτίσματος και κάθε φύσεως εγκαταστάσεως, που έχουν ανεγερθεί μέσα σε δάση και δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, είναι διαφορά ακυρωτική και όχι διαφορά ουσίας. Εξάλλου, η απόφαση του Προέδρου του οικείου Διοικητικού Πρωτοδικείου, η οποία εκδίδεται επί της σχετικής αιτήσεως ακυρώσεως, υπόκειται σε έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 702/1977 (ΦΕΚ 268/Α/1977), δεδομένου ότι η διάταξη του άρθρου 114 παράγραφος 3 του νόμου 1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 45 του νόμου 2145/1993, κατά το μέρος που απαγορεύει την άσκηση ενδίκων μέσων κατά της πρωτόδικης απόφασης, αντίκειται στο άρθρο 95 παράγραφος 3 του Συντάγματος και είναι ανίσχυρη (παράβαλε ΣτΕ 3193/2000 Ολομέλεια κ.ά.).

 

4. Επειδή, τέλος, κατά την ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας εκδίκαση εφέσεων κατά των εν λόγω αποφάσεων του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 58 έως και 66 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989) (βλέπε ΣτΕ 5818/1996).

 

5. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 63 του προεδρικού διατάγματος 18/1989, παραδεκτώς παρεμβαίνει για πρώτη φορά στην παρούσα κατ' έφεση δίκη το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχοινιά - Μαραθώνα, το οποίο ιδρύθηκε με το από 04-09-2002 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 793/Δ/2002).

 

6. Επειδή, όπως, εν προκειμένω, προκύπτει από το φάκελο της υπόθεσης, με την 420/26-01-1999 πράξη του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής αποφασίσθηκε, κατ' επίκληση των διατάξεων που παρατίθενται στην τρίτη σκέψη, η κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών του Οικοδομικού Συνεταιρισμού Ελλήνων Δικαστών και Εισαγγελέων σε δημόσια διακατεχόμενη δασική έκταση εμβαδού 325,82 m2 στη θέση Σχοινιά περιοχής του Δήμου Μαραθώνα. Αίτηση ακυρώσεως του συνεταιρισμού κατά της πράξης αυτής του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής απορρίφθηκε με την 551/1999 απόφαση του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε τριτανακοπή η εκκαλούσα, ισχυριζόμενη ότι είναι μισθώτρια ισόγειας ταβέρνας ιδιοκτησίας του προαναφερομένου συνεταιρισμού, η οποία συγκαταλέγεται στα κτίσματα που είχαν κηρυχθεί κατεδαφιστέα με την παραπάνω πράξη του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής. Η τριτανακοπή απορρίφθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά της οποίας στρέφεται ήδη η υπό κρίση έφεση.

 

7. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του νόμου [Ν] 2717/1999 (ΦΕΚ 97/Α/1999) Οι διατάξεις του Κώδικα αυτού διέπουν την εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας δεν εφαρμόζεται, κατά συνέπεια, επί ακυρωτικών διαφορών, οι οποίες γεννώνται από πράξεις κατεδάφισης αυθαιρέτων κτισμάτων εντός δασών, δασικών ή αναδασωτέων εκτάσεων, έστω και αν η εκδίκαση των σχετικών αιτήσεων ακυρώσεως έχει ανατεθεί από το νόμο στον Πρόεδρο των Διοικητικών Πρωτοδικείων. Επί των διαφορών αυτών, επομένως, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι σχετικές διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 18/1989.

 

8. Επειδή στο άρθρο 51 παράγραφοι 1 και 2 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 ορίζεται ότι:

 

{1. Τρίτος, που βλάπτεται από την ακυρωτική απόφαση, δικαιούται να την ανακόψει μέσα σε προθεσμία εξήντα ημερών, η οποία αρχίζει από την κοινοποίηση της απόφασης προς αυτόν ή αφότου έλαβε γνώση της απόφασης με οποιοδήποτε άλλο τρόπο.

 

2. Στερείται το δικαίωμα ανακοπής ο τρίτος, στον οποίο με επιμέλεια του εισηγητή κοινοποιήθηκε αντίγραφο της αίτησης ακυρώσεως με σημείωμα της δικασίμου, είκοσι πλήρεις ημέρες πριν από αυτήν, καθώς και οποιοσδήποτε άσκησε παρέμβαση κατά τη συζήτηση. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι το έννομο συμφέρον για την άσκηση τριτανακοπής συνάπτεται στενά με το δικαίωμα για παρέμβαση, με την έννοια ότι το ένδικο μέσο της τριτανακοπής κατά ακυρωτικής απόφασης παρέχεται μόνο σε τρίτον, ο οποίος εδικαιούτο να παρέμβει στην ακυρωτική δίκη, επειδή είχε έννομο συμφέρον να διατηρηθεί η ισχύς της προσβαλλόμενης πράξης (βλέπε ΣτΕ 2207/1993 Ολομέλεια) και όχι σε εκείνον, ο οποίος βλάπτεται από εκτελεστή διοικητική πράξη που παρέλειψε ο ίδιος να προσβάλει με αίτηση ακυρώσεως.}

 

9. Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η τριτανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ήταν, σε κάθε περίπτωση απορριπτέα, διότι στρεφόταν όχι κατά ακυρωτικής, αλλά κατά απορριπτικής αιτήσεως ακυρώσεως δικαστικής αποφάσεως. Επομένως, ορθώς, αν και με διαφορετική αιτιολογία, απορρίφθηκε η εν λόγω τριτανακοπή, είναι δε απορριπτέοι οι λόγοι εφέσεως με τους οποίους υποστηρίζεται το αντίθετο.

 

10. Επειδή, κατόπιν τούτων, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την υπό κρίση έφεση.

 

Δέχεται την παρέμβαση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει στην εκκαλούσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, που ανέρχεται σε 380 €, καθώς και του παρεμβαίνοντος νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου που ανέρχεται σε 150 €.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 26-02-2004 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 20-08-2004.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.