Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 3102/90

ΣτΕ 3102/1990


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 3102/1990

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Δ

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24-04-1990 με την εξής σύνθεση: Κ. Γ. Χαλαζωνίτης, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και των αρχαιοτέρων του Συμβούλων που είχαν κώλυμα, Π. Παραράς, Μ. Βροντάκης, Σύμβουλοι, Κ. Μενουδάκος, Δ. Πετρούλιας, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Βασίλης Μαντζουράνης.

 

Για να δικάσει την από 07-07-1985 αίτηση:

 

των: 1) Αστερίου Σωτηρίου Πύρρου και 2) Δημητρίου Ρίζου Ματίκα κατοίκων Θεσσαλονίκης (Αιγαίου 20 & Φιλελλήνων 2), οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Σπύρο Νικολάου (αριθμός μητρώου 13500/1990) που τον διόρισαν με πληρεξούσιο κατά του Υπουργού Γεωργίας, ο οποίος παρέστη με τον Κ. Βολτή, Πάρεδρο της Διοικήσεως.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 152034/3087/1983 απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου, Μ. Βροντάκη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού που ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως ακυρώσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (152781 και 152782/1983 διπλότυπα εισπράξεως του Ταμείου Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, 77851 και 170895/1983 γραμμάτια παραβόλου).

 

2. Επειδή με την αίτηση αυτή ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση: α) της αποφάσεως 45652/1983 του Νομάρχη Χαλκιδικής, που ανακάλεσε την προηγούμενη απόφαση 47326/1982 τούτου, δια της οποίας, εκδοθείσης κατ' εφαρμογήν του άρθρου 63 του νόμου 998/1979, είχε παραχωρηθεί στους αιτούντες κατ' ισομοιρία, οριστικώς και κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητος, το εξ 1/5 ιδανικό μερίδιο του Δημοσίου επί δασοτεμαχίου εκτάσεως 21 στρεμμάτων στη θέση Άγιος Ιωάννης της κτηματικής περιοχής Καλάνδρας της Κασσάνδρας Χαλκιδικής, του οποίου είχαν αναγνωρισθεί συνιδιοκτήτες δια της αποφάσεως 9146/695/1969 του Υφυπουργού Γεωργίας, και β) της αποφάσεως 152034/3087/1983 του Υφυπουργού Γεωργίας, δια της οποίας απερρίφθη προσφυγή των αιτούντων κατά της ανωτέρω νομαρχιακής αποφάσεως.

 

3. Επειδή επί της αιτήσεως αυτής εξεδόθη η απόφαση 15/1990 του Συμβουλίου της Επικρατείας, δια της οποίας ανεβλήθη η εκδίκαση της υποθέσεως προς το σκοπό της παροχής υπό της Διοικήσεως στο Δικαστήριο διευκρινίσεων και αποστολής σχετικών στοιχείων, αναγκαίων προς διάγνωση προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως. Παρασχεθεισών δε των διευκρινίσεων τούτων δια του εγγράφου 46001/1990 της Διευθύνσεως Δασών της Νομαρχίας Χαλκιδικής, η υπόθεση εισάγεται εκ νέου προς περαιτέρω εκδίκαση.

 

4. Επειδή, κατά το άρθρο 63 του νόμου 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α/1979):

 

{1. Υφιστάμενο ιδανικό μερίδιον του Δημοσίου επί δασών ή δασικών εκτάσεων δύναται, εφ' όσον είναι μικρότερο του 50% να παραχωρείται προς τους συγκυρίους (φυσικά ή νομικά πρόσωπα) τη αιτήσει τούτων, προτιμώμενων πάντως των συγκυρίων δασικών συνεταιρισμών ή Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως...

 

2. Η παραχώρησις ενεργείται δι' αποφάσεως του οικείου Νομάρχου, αποτελούσης νόμιμο τίτλο προς μετεγγραφή επί καταβολή του τιμήματος του παραχωρουμένου μεριδίου. Το τίμημα ορίζεται υπό της επιτροπής του άρθρου 10 παράγραφος 3 κατά τα εν άρθρο 6 οριζόμενα, η εξόφλησις δε αυτού δύναται να προβλέπεται και σε ίσες εξαμηνιαίες άτοκες δόσεις μέχρις εξ το πολύ. Εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει η μεταβίβασις του μεριδίου συντελείται από της εμπροθέσμου καταβολής της τελευταίας δόσεως του τιμήματος.

 

3. Ματαιούμενης της παραχωρήσεως του ανωτέρω μεριδίου, η εάν τούτο αποτελείται εκ των 50% και άνω του δάσους ή της δασικής εκτάσεως περί ης πρόκειται ενεργείται αυτούσια διανομή, αποχωριζόμενου τμήματος του επί ίσου κατ' αξίαν προς το ιδανικό μερίδιον του Δημοσίου, του υπολοίπου τμήματος παραμένοντος εις την πλήρη κυριότητα του ή των συγκυρίων (φυσικών ή νομικών προσώπων)...

 

4. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο διανομή ενεργείται υποχρεωτικώς και εις ας περιπτώσεις το μερίδιον του Δημοσίου είναι μικρότερο του 50%, πρόκειται όμως περί δάσους ή δασικής εκτάσεως συνεχόμενης μετά δημοσίου δάσους ή δασικής εκτάσεως επί τω τέλει αποχωρισμού του αναλόγου προς το ρηθέν μερίδιο τμήματος και προσθήκης αυτού εις το συνεχόμενο δημόσιον δάσος ή δασική έκταση...

 

5. Τα της διαδικασίας προς υποβολή αιτήσεων, έλεγχο των τίτλων και διενέργειαν των παραχωρήσεων ... καθορίζονται δια Προεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου με πρόταση του Υπουργού Γεωργίας.}

 

Εξ άλλου, κατά το άρθρο 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 467/1981 (ΦΕΚ 130/Α/1981):

 

{1. Η κατά τις διατάξεις του άρθρου 63 του νόμου 998/1979 παραχώρησις του ιδανικού μεριδίου του δημοσίου επί δασών ή δασικών εκτάσεων χωρεί, κατόπιν υποβολής υπό των συγκυρίων φυσικών ή νομικών προσώπων αιτήσεως προς το οικείον Δασαρχείον ή Διεύθυνση Δασών άνευ Δασαρχείου.

 

2. ...

 

3. Ο οικείος Δασάρχης ή Δασολόγος, οριζόμενος υπό του Διευθυντού Δασών εις περίπτωσιν Διευθύνσεως Δασών άνευ Δασαρχείου, μετά την περιέλευση σε αυτό της αιτήσεως υπό των ενδιαφερομένων, προβαίνει αμελλητί εις αυτοψία της επικοίνου εκτάσεως και έλεγχο των υποβληθέντων δικαιολογητικών και τίτλων. Εν συνεχεία συντάσσει έκθεση μετά σχεδιαγράμματος της εκτάσεως ταύτης την οποίαν υποβάλλει ομού μετά των δικαιολογητικών και της γνώμης του περί της συνδρομής ή μη των νομίμων προϋποθέσεων, του παραδεκτού ή μη της αιτήσεως και του καταβλητέου τιμήματος εις την οικεία Διεύθυνση Δασών.

 

4. Η αρμοδία Διεύθυνσις Δασών μετά την μελέτη του σχετικού φακέλου προβαίνει εις την σύνταξιν εκθέσεως περί της συνδρομής ή μη των νομίμων προϋποθέσεων, δι' ης προτείνει την παραδοχή ή απόρριψη της αιτήσεως.

 

5. Εις περίπτωσιν μη συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων, η απορριπτική έκθεσις της Διευθύνσεως Δασών μετά του σχετικού φακέλου, υποβάλλεται εις τον οικείον Νομάρχη, όστις τελικώς αποφαίνεται και γνωστοποιεί περί της αποφάσεώς του εις τον ή τους αιτούντες.

 

6. Εις περίπτωσιν συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων η περί αποδοχής έκθεσις της Διευθύνσεως Δασών υποβάλλεται μετά του σχετικού φακέλου εις την Επιτροπή του άρθρου 10 παράγραφος 3 του νόμου 998/1979 δια τον καθορισμό του τιμήματος του παραχωρητέου ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου. Η Επιτροπή αυτή προβαίνει περί τούτου εις την σύνταξιν εκθέσεως γνωμοδοτήσεως, μετά μελέτη του σχετικού φακέλου και αυτοψία της εκτάσεως επιστρέφει δε ταύτη μετά του φακέλου εις την αρμοδία Διεύθυνση Δασών, η οποία υποβάλλει την περί αποδοχής έκθεσή της, τον σχετικό φάκελο και την γνωμοδότηση της Επιτροπής εις τον οικείον Νομάρχη, όστις τελικώς αποφαίνεται περί της παραχωρήσεως του αιτούμενου ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου, εκδιδομένης εν καταφατική περιπτώσει της περί παραχωρήσεως αποφάσεως του κατά τα στο άρθρο 5 οριζόμενα:

 

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 2 του προεδρικού διατάγματος τούτου:

 

{1. Προς διαπίστωσιν της υπάρξεως αδιαμφισβήτητου δικαιώματος ιδιοκτησίας επί του δασοκτήματος, ο αρμόδιος δασάρχης ή ο δασολόγος της Διευθύνσεως Δασών άνευ Δασαρχείου οφείλει να ελέγξει, βάσει των προσκομιζομένων κατά το προηγούμενο άρθρο τίτλων και των παρά τη δασική υπηρεσία τηρουμένων στοιχείων, εάν το δάσος, εφ' ου το ιδανικό μερίδιο του Δημοσίου, έχει αναγνωρισθεί ως ιδιωτικό κατά τα υπόλοιπα ιδανικά κατά τινά των νομίμων τρόπων, ήτοι εάν υφίστανται:

 

α) Απόφασις της Γραμματείας των Οικονομικών εκδοθείσα μετά γνωμοδότηση της Επιτροπής του από [ΒΔ] 17-11-1836 βασιλικού διατάγματος περί ιδιωτικών δασών.

 

β) Απόφασις του βάσει του νόμου [Ν] 2201/1920 του διοικητικού δικαστηρίου που λειτούργησε παρά τω Υπουργείο Γεωργίας ή απόφασις του Υπουργού Γεωργίας εκδοθείσα μετά γνωμοδότηση των Συμβουλίων Δασών και Συμβουλίου Κτημάτων που λειτούργησαν προς τούτο παραλλήλως εφ' όσον έκριναν το θέμα της κυριότητος επί τη βάσει προσκομισθέντων τίτλων.

 

γ) Απόφασις του Υπουργού Γεωργίας εκδοθείσα μετά γνωμοδότηση του βάσει του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1747/1939 του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δασών που λειτούργησε, ως και των Α' και Β' Συμβούλιον Ιδιοκτησίας Δασών που το διαδέχτηκαν και εν συνεχεία Συμβουλίου Ιδιοκτησίας Δημοσίων Δασών.

 

δ) Απόφασις του Υπουργού Γεωργίας εκδοθείσα κατά την διαδικασίαν των άρθρων 7 και 8 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 86/1969

 

ε) Απόφασις του Υπουργού Γεωργίας ή του Νομάρχου εκδοθείσα κατά την διαδικασίαν του άρθρου 8 του νόμου 998/1979.

 

στ) Απόφασις των τακτικών δικαστηρίων εκδοθείσα επί αγωγής έναντι του Δημοσίου και που αναγνωρίζει την κυριότητα του αιτούντος.

 

2. Πέραν των ανωτέρω ελέγχεται και η νόμιμος προέλευσις εις τον αιτούντα, ιδανικού μεριδίου της συνιδιοκτησίας από της κατά την προηγουμένη παράγραφο εκδόσεως της αναγνωριστικής αποφάσεως.}

 

Η προβλεπομένη υπό των ανωτέρω διατάξεων παραχώρηση ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου επί δασών ή δασικών εκτάσεων ενεργείται, όχι επί τη βάσει κριτηρίων διαχειρίσεως της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, αλλά εξουσιαστικώς, προς εξυπηρέτηση κρατικής πολιτικής, που τείνει πράγματι εις θεραπεία σκοπού γενικότερου δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή της πλέον αποτελεσματικής προστασίας και εκμεταλλεύσεως του δασικού πλούτου της χώρας, δια τούτο και για την παραχώρηση αυτή, η οποία είναι κατά νόμον δυνητική, τάσσεται η διαγραφόμενη υπό των προδιαληφθεισών διατάξεων διοικητική διαδικασία (ΣτΕ 1739/1985). Η διαδικασία αυτή κινείται δια της υποβολής σχετικής αιτήσεως παραχωρήσεως παρά του ή των συγκυρίων της επικοίνου εκτάσεως. Ακολούθως, ο οικείος Δασάρχης, μετά διενέργεια αυτοψίας επί της εκτάσεως αυτής και έλεγχο των υποβληθέντων δικαιολογητικών και τίτλων, συντάσσει έκθεση μετά σχεδιαγράμματος της εκτάσεως, διατυπώνοντας τη γνώμη του περί της συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων για τη ζητούμενη παραχώρηση, του παραδεκτού ή μη της αιτήσεως και του καταβλητέου τιμήματος. Εν συνεχεία δε επιλαμβανόμενος ο οικείος Διευθυντής Δασών, και μετά μελέτη του σχετικού φακέλου, συντάσσει έκθεση περί της συνδρομής ή μη των νομίμων προϋποθέσεων, δια της οποίας προτείνει την παραδοχή ή μη της αιτήσεως. Τελικώς δε, και μετά καθορισμό υπό της Επιτροπής του άρθρου 10 παράγραφος 3 του νόμου 998/1979 του τιμήματος του υπό παραχώρηση ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου, αποφασίζει περί της αιτηθείσης παραχωρήσεως ο οικείος Νομάρχης.

 

5. Επειδή, εν προκειμένω δια της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως ανεκλήθη η προηγούμενη (υπ' αριθμόν 47326/1982) νομαρχιακή απόφαση περί παραχωρήσεως στους αιτούντες του εξ 1/5 ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου επί της μνησθείσης εκτάσεως με τις εξής επάλληλες αιτιολογίες:

 

α) Δεν προηγήθη σύνταξη και υποβολή εκθέσεως του Διευθυντή Δασών,

 

β) Η συνταχθείσα έκθεση του Δασάρχη δεν περιέχει την απαιτούμενη κατά νόμον γνώμη του περί της συνδρομής ή μη των νομίμων προϋποθέσεων για την επίδικη παραχώρηση

 

γ) Δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, και ιδίως από την έκθεση του Δασάρχη αν είχε προηγηθεί της εκδόσεως της ανακληθείσης πράξεως ο υπό του άρθρου 2 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 467/1981 επιβαλλόμενος έλεγχος για τη διαπίστωση της υπάρξεως αδιαμφισβήτητου δικαιώματος συνιδιοκτησίας των αιτούντων επί της εκτάσεως στην οποία αφορά η επίδικη παραχώρηση της νομίμου περιελεύσεως σ' αυτούς των ιδανικών τους μεριδίων,

 

δ) Η προηγηθείσα της εκδόσεως της ανακληθείσης πράξεως, απόφαση 2569/23-10-1981 του Δασάρχη Κασσάνδρας που χαρακτήρισε την έκταση στην οποία αφορά η επίδικη παραχώρηση εν μέρει μόνον ως δάσος και κατά το λοιπό μέρος ως χορτολιβαδική έκταση, είναι εσφαλμένη και παράνομη, και

 

ε) Η προηγηθείσα της εκδόσεως της ανακληθείσης πράξεως, απόφαση 10/1982 της κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 του νόμου 998/1979 Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων Χαλκιδικής προέβη εσφαλμένως και κατά παράβαση των οριζομένων υπό της διατάξεως του άρθρου 6 παράγραφος 2 του νόμου 998/1979 στην εκτίμηση της αξίας της εκτάσεως στην οποία αφορά η επίδικη παραχώρηση, προοριζομένης για τη δημιουργία θερινών κατασκηνώσεων, προς προσδιορισμό του τιμήματος του παραχωρηθέντος ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου.

 

6. Επειδή δια της κρινομένης αιτήσεως ακυρώσεως προβάλλεται, εν σχέσει προς την, κατά την προσβαλλόμενη νομαρχιακή πράξη, έλλειψη εκθέσεως του Διευθυντού Δασών, πλάνη περί τα πράγματα της Διοικήσεως, προβαλλομένου ειδικότερον ότι τέτοια έκθεση συνιστά η από 30-11-1981 επισημειωματική πράξη του Διευθυντού Δασών Χαλκιδικής επί της υπ' αριθμόν 2772/12-11-1981 εκθέσεως του Δασάρχη Κασσάνδρας. Τούτο δε το γεγονός προκύπτει εκ της πράξεως 10/1982 της κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 του νόμου 998/1979 Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων Νομού Χαλκιδικής, επιληφθείσης του καθορισμού του τιμήματος για το υπό παραχώρηση ιδανικό μερίδιο του Δημοσίου επί της μνησθείσης εκτάσεως όπου εκτίθεται ότι:

 

{ετηρήθη η διαδικασία της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 467/1981 (... αίτηση μετά λοιπών δικαιολογητικών, εκτιμητική έκθεση Δασάρχου υπ' αριθμόν 2772/12-11-1981, εισαγωγή υποθέσεως ενώπιον της Επιτροπής υπό Διευθυντού Δασών από 30-11-1981) ...}

 

Επί του ζητήματος της προσβαλλομένης υπάρξεως επισημειωματικής πράξεως του Διευθυντή Δασών Χαλκιδικής με ημερομηνία 30-11-1981 επί της υπ' αριθμόν 2772/12-11-1981 εκθέσεως του Δασάρχη Κασσάνδρας, υιοθετούσης το περιεχόμενό της, εζητήθη δι' αλλεπαλλήλων εγγράφων του Εισηγητού της υποθέσεως προς τη Διοίκηση να δοθεί εκ μέρους της απάντηση επί του ισχυρισμού τούτου των αιτούντων, και επί καταφατικής απαντήσεως ν' αποσταλεί αντίγραφο της μνησθείσης εκτιμητικής εκθέσεως του Δασάρχη Κασσάνδρας μετά της επ' αυτής επισημειωματικής πράξεως του Διευθυντή Δασών Χαλκιδικής. Επ' αυτού, στο μεν έγγραφο 101611/6939/1987 της Διευθύνσεως Προστασίας Δασών του Υπουργού Γεωργίας προς το Συμβούλιο της Επικρατείας εκτίθεται ότι:

 

{... η πράξη του Διευθυντή Δασών Χαλκιδικής που ζητήσαμε, δεν φαίνεται να υπάρχει}

 

στο δε έγγραφο 45254/1989 της Διευθύνσεως Δασών Χαλκιδικής προς το Συμβούλιο της Επικρατείας εκτίθεται ότι:

 

{στη 2272/12-11-1981 εκτιμητική πράξη του Δασάρχη Κασσάνδρας δεν υπάρχει πράξη του Διευθυντή Δασών νομού Χαλκιδικής.}

 

Εν όψει τούτων, δια της προδικαστικής αποφάσεως 15/1990 του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανεβλήθη η εκδίκαση της υποθέσεως, προς τον σκοπό όπως διευκρινιστεί υπό της Διοικήσεως σαφώς στο Δικαστήριο, ποία η μνημονευόμενη στην πράξη 10/1982 της Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων Νομού Χαλκιδικής, από 30-11-1981 εισαγωγή υποθέσεως ενώπιον της Επιτροπής Διευθυντού Δασών, αποστελλόμενου παντός σχετικού στοιχείου.

 

Επακολούθησε η αποστολή στο Συμβούλιο της Επικρατείας του εγγράφου 46001/14-03-1990 της Διευθύνσεως Δασών της Νομαρχίας Χαλκιδικής, όπου εκτίθενται τα εξής:

 

{Από τα στοιχεία που μας έχουν ζητηθεί κατά καιρούς σχετικά με την υπόθεση Πύρρου Ματίκα έχουν αποσταλεί επικυρωμένα αντίγραφα σε σας από αυτά που βρίσκονται στον σχετικό φάκελο. Πέραν αυτών που σας στείλαμε δεν έχουμε τίποτα άλλο, ούτε και την εισήγηση του τότε Διευθυντή Δασών που εισήγαγε την υπόθεση στην πρωτοβάθμια Επιτροπή Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων νομού Χαλκιδικής. Επισημειωματικά σας αναφέρουμε ότι ο πρωτότυπος φάκελος λείπει ολόκληρος χωρίς να υπάρχει σχετικό έγγραφο που απεστάλη και τα όσα στοιχεία που κατά καιρούς σας στείλαμε είναι από αντίγραφα του πρωτοτύπου που είχε την πρόνοια κάποιος υπάλληλος της υπηρεσίας μας να κρατήσει.}

 

Με αυτά όμως τα δεδομένα εφ' όσον, όπως εκτίθεται στο τελευταίο έγγραφο της Διοικήσεως προς το Συμβούλιο της Επικρατείας, δεν καθίσταται εφικτή η ανεύρεση του πρωτότυπου φακέλου της υποθέσεως, δεν δύναται μετά βεβαιότητος ν' αποκλεισθεί η ύπαρξη της επικαλούμενης υπό των αιτούντων - αναφερομένων προς απόδειξη της, στην μνησθείσα εισαγωγική παρατήρηση της πράξεως 10/1982 της Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων Νομού Χαλκιδικής - από 30-11-1981 επισημειωματικής πράξεως του Διευθυντή Δασών Χαλκιδικής επί της προηγούμενης συνταχθείσας οικείας εκθέσεως του Δασάρχη Κασσάνδρας για την επίδικη παραχώρηση. Συνεπώς κλονίζεται η πρώτη των ανωτέρω επαλλήλων αιτιολογικών βάσεων της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως, περί εκδόσεως της δι' αυτής ανακληθείσης νομαρχιακής αποφάσεως χωρίς να έχει προηγηθεί αυτής η, κατά νόμον απαιτουμένη ως ουσιώδης τύπος της διαδικασίας, έκθεση του Διευθυντή Δασών Χαλκιδικής, σύμφωνα με τον βασίμως προβαλλόμενο σχετικό λόγο ακυρώσεως.

 

7. Επειδή περί της επιδίκου παραχωρήσεως συνετάγη, μετά διενέργεια αυτοψίας, η από 06-11-1981 έκθεση του Δασάρχη Κασσάνδρας, όπου βεβαιώνεται η νομότυπη σύνταξη και υποβολή παρά των αιτούντων των απαιτουμένων νομίμων δικαιολογητικών, υιοθετείται το περιεχόμενο της προηγουμένης συνταχθείσας από 09-10-1981 εκθέσεως του ιδιώτη δασολόγου Βασίλη Τσελεπή αναφορικά με τη γενική περιγραφή της παραχωρηθείσης εκτάσεως και μετά παραδοχή, όπως εκ του όλου περιεχομένου της προκύπτει, της συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων για την επίδικη παραχώρηση, διατυπώνεται γνώμη του Δασάρχη περί της αξίας της ως άνω εκτάσεως προς προσδιορισμό του τιμήματος παραχωρήσεως του ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου. Με τα δεδομένα αυτά παρίσταται πλημμελώς και η δεύτερη επάλληλη αιτιολογία της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως ότι η συνταχθείσα έκθεση του Δασάρχη δεν περιείχε την απαιτουμένη κατά νόμον γνώμη του περί της συνδρομής ή μη των νομίμων προϋποθέσεων για την επίδικη παραχώρηση, κατά του βασίμως προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως.

 

8. Επειδή, όπως προκύπτει από την, συνημμένως υποβληθείσα δια της μνησθείσης από 06-11-1981 εκθέσεως του Δασάρχη Κασσάνδρας, απόφαση 9146/695/1969 του Υφυπουργού Γεωργίας, δι' αυτής, εκδοθείσης μετά γνωμοδότηση του Συμβουλίου Ιδιοκτησίας Δημοσίων Δασών, αναγνωρίσθηκε υπέρ των αιτούντων δικαίωμα ιδιοκτησίας επί της εκτάσεως, στην οποία αφορά η επίδικη παραχώρηση του ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου. Ως εκ τούτου, στηρίζεται επί ανακριβούς εκδοχής η τρίτη επάλληλη αιτιολογία της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου αν είχε προηγηθεί της εκδόσεως της ανακληθείσης δι' αυτής νομαρχιακής αποφάσεως ο υπό του άρθρου 2 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 467/1981 επιβαλλόμενος έλεγχος για τη διαπίστωση της υπάρξεως αδιαμφισβήτητου δικαιώματος συνιδιοκτησίας των αιτούντων επί της εκτάσεως στην οποία αφορά η επίδικη παραχώρηση, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως.

 

9. Επειδή, κατά το άρθρο 14 του νόμου 998/1979:

 

{1. Εάν δεν έχει καταρτισθεί εισέτι δασολόγιο, ο χαρακτηρισμός περιοχής τινός ή τμήματος της επιφανείας, της γης ως δάσους ή δασικής εκτάσεως και ο καθορισμός των ορίων τούτων δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος νόμου, ως και ο προσδιορισμός της κατηγορίας εις ην ανήκει δάσος ή δασική έκτασις κατά τις στο άρθρο 4 διακρίσεις, ενεργείται κατ' αίτηση οιουδήποτε έχοντος έννομο συμφέρον ή και αυτεπαγγέλτως δια πράξεως του κατά τόπον αρμοδίου δασάρχου.

 

2. Η κατά την προηγουμένη παράγραφο πράξις, ερειδόμενη επί σχετικής εισηγήσεως αρμοδίου δασολόγου και των τυχόν υφισταμένων στοιχείων φωτογραφήσεως και χαρτογραφήσεως της περιοχής ή παντός ετέρου σχετικού στοιχείου, δέον να είναι προσηκόντως αιτιολογημένη δι' αναφοράς εις την μορφολογία του εδάφους, το είδος, την σύνθεση, την έκταση της βλαστήσεως, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής, τις τυχόν επελθούσας προσφάτους αλλοιώσεις ή καταστροφές, ως και εις παν έτερον χρήσιμο στοιχείον προς χαρακτηρισμό της εκτάσεως. Η πράξις αυτή κοινοποιείται εις τον υποβαλόντα την σχετική αίτηση ιδιώτη ή νομικό πρόσωπον ή δημοσία υπηρεσία, αποστέλλεται δε εις τον οικείον δήμο ή κοινότητα και εκτίθεται επί ένα μήνα με μέριμνα του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητας εις το δημοτικόν ή κοινοτικό κατάστημα. Ανακοίνωσις περί της συντάξεως της ως άνω πράξεως και της αποστολής αυτής εις τον οικείον δήμο ή κοινότητα μετά περιλήψεως του περιεχομένου της δημοσιεύεται εις δύο τουλάχιστον τοπικές εφημερίδες ή εις μίαν τοπική και μίαν εφημερίδα των Αθηνών ή της Θεσσαλονίκης.

 

3. Κατά της πράξεως του δασάρχου περί ης οι προηγούμενες παράγραφοι, επιτρέπονται αντιρρήσεις του νομάρχου, ως και παντός έχοντος έννομο συμφέρον φυσικού ή νομικού προσώπου, εντός δύο μηνών της κατά τα ανωτέρω προς αυτό κοινοποιήσεως, ή εφ' όσον δεν συντρέχει περίπτωσις κοινοποιήσεως, από της τελευταίας των κατά την προηγουμένη παράγραφο δημοσιεύσεων, ενώπιον της κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 επιτροπής του νομού, εις ον ευρίσκεται η υπό αμφισβήτηση έκτασις ή το μεγαλύτερο τμήμα αυτής. Η επιτροπή ως και η δευτεροβάθμιος τοιαύτη, λαμβάνουσα υπ' όψιν τον σχετικό φάκελο και τις προτάσεις του ενδιαφερομένου ως άνω ιδιώτη, νομικού προσώπου ή δημοσίας υπηρεσίας, δυναμένη δε και να διενεργήσει αυτοψία εν τη περιοχή καταστάσεως, αποφαίνεται αιτιολογημένα εντός τριμήνου προθεσμίας από της υποβολής των αντιρρήσεων.

 

4. Οι κατά την προηγουμένη παράγραφο αποφάσεις των επιτροπών, δι' ων χαρακτηρίζονται περιοχές τινές ή τμήματα αυτών ως δάση ή δασικές εκτάσεις, λαμβάνονται υποχρεωτικώς υπ' όψιν κατά την μεταγενεστέρα χαρτογράφηση και την σύνταξιν του δασολογίου της περιοχής ή κατά την συμπλήρωση αυτού, συμφώνως προς τα στα άρθρα 12 και 13 οριζόμενα.}

 

Δια των ανωτέρω διατάξεων θεσπίζεται το πρώτον ειδική διοικητική διαδικασία για τον χαρακτηρισμό μιας εκτάσεως ως δασικής ή μη, προς το σκοπό της επιλύσεως του σχετικού ζητήματος κατά τρόπο δεσμευτικό, τόσο για την Διοίκηση όσο και για τους ενδιαφερόμενους ιδιώτες. Η διαδικασία κινείται, είτε αυτεπαγγέλτως από τον αρμόδιο δασάρχη, είτε κατόπιν αιτήσεως από τον ενδιαφερόμενο ιδιώτη είτε κατόπιν παραπομπής του ζητήματος από δημόσια αρχή. Σε κάθε όμως περίπτωση ο δασάρχης υποχρεούται να ακολουθήσει τη διαδικασία του νόμου, εκδίδοντας προσηκόντως αιτιολογημένη απόφαση σύμφωνα με τα κριτήρια του νόμου, κοινοποιούμενη στον υποβαλόντα τη σχετική αίτηση ιδιώτη ή δημόσια αρχή και να τηρήσει τις διατυπώσεις δημοσιότητος που προβλέπονται στο νόμο. Η απόφαση του δασάρχη τελειώνεται ως διοικητική πράξη, από της εκδόσεως και αποστολής της στον ενδιαφερόμενο ιδιώτη ή τον οικείο οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως, μετά δε την κατά τον τρόπο αυτό τελείωση της πράξεως, δεν δικαιούται πλέον ο δασάρχης να επανέλθει επί της υποθέσεως ανακαλώντας ή τροποποιώντας την απόφασή του, η οποία υπόκειται μόνο εις ακύρωση ή μεταρρύθμιση από τις αρμόδιες επιτροπές κατά τη θεσπιζόμενη από το νόμο ενδικοφανή διαδικασία (βλέπε ΣτΕ 1147/1988 Ολομέλεια).

 

10. Επειδή, εν προκειμένω, ο Δασάρχης Κασσάνδρας δια της αποφάσεως 2569/23-10-1981 αυτού, προηγηθείσης της εκδόσεως της αποφάσεως 47326/10-08-1982 του Νομάρχη Χαλκιδικής που ανεκλήθη δια της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως, χαρακτήρισε την έκταση στην οποία αφορά η επίδικη παραχώρηση εν μέρει μόνον ως δάσος και κατά το λοιπό μέρος ως χορτολιβαδική έκταση. Την απόφαση δ' αυτή του δασάρχη Κασσάνδρας, κατά το μέρος που με αυτή χαρακτηρίσθηκε τμήμα της ως άνω εκτάσεως, ως χορτολιβαδική έκταση και όχι ως δάσος θεώρησε ως εσφαλμένη η προσβαλλόμενη νομαρχιακή απόφαση, η οποία - μεταξύ άλλων - και γι' αυτό τον λόγο, προέβη στην ανάκληση της προηγουμένης νομαρχιακής αποφάσεως που ενήργησε την επίδικη παραχώρηση. Αλλά εν όψει των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη, ο Νομάρχης Χαλκιδικής κατά την ενέργεια της επιδίκου παραχωρήσεως δεσμευόταν από το περιεχόμενο της προηγηθείσης αποφάσεως του Δασάρχη Κασσάνδρας, που είχε χαρακτηρίσει την ως άνω έκταση εν μέρει ως δάσος και εν μέρει ως χορτολιβαδική. Τη νομιμότητα της αποφάσεως αυτής ως ατομικής διοικητικής πράξεως, δεν ηδύνατο ν' αμφισβητήσει παρεμπιπτόντως, εξ αφορμής της επιδίκου παραχωρήσεως, δικαιούμενος μόνον, θεωρώντας την εσφαλμένη, ν' ασκήσει κατ' αυτής αντιρρήσεις ενώπιον της Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων, προς μεταρρύθμισή της. Συνεπώς, παρίσταται μη νόμιμη και η τέταρτη επάλληλη αιτιολογία της προσβαλλόμενης νομαρχιακής αποφάσεως ότι είναι εσφαλμένη και παράνομη η έχουσα εκδοθεί προ της ανακληθείσης νομαρχιακής πράξεως, ως άνω απόφαση του Δασάρχη Κασσάνδρας, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως.

 

11. Επειδή ο καθορισμός του τιμήματος παραχωρήσεως ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου επί δάσους ή δασικής εκτάσεως ενεργείται, κατά το άρθρο 63 παράγραφος 2 του νόμου 998/1979, δι' αποφάσεως της Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων, υποκείμενης, κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3 του νόμου τούτου, σε προσφυγή ενώπιον της Δευτεροβαθμίου Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων, ελεγχούσης τη νομιμότητα και ουσιαστική ορθότητα της αποφάσεως αυτής. Εν όψει τούτων, παρίσταται μη νόμιμη, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως και η πέμπτη επάλληλη αιτιολογία της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως, κατά την οποία η προηγηθείσα της εκδόσεως της δι' αυτής ανακληθείσης νομαρχιακής πράξεως, απόφαση της Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων Νομού Χαλκιδικής προέβη εσφαλμένως και κατά παράβαση των οριζομένων υπό της διατάξεως του άρθρου 6 παράγραφος 2 του νόμου 998/1979 στην εκτίμηση της αξίας της εκτάσεως την οποία αφορά η επίδικη παραχώρηση, προς προσδιορισμό του τιμήματος παραχωρήσεως του ιδανικού μεριδίου του Δημοσίου, αφού, επί αμφισβητήσεως της ορθότητας της ανωτέρω αποφάσεως της Επιτροπής Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων αρμοδία να κρίνει δεσμευτικά ήταν η Δευτεροβάθμια Επιτροπή Επιλύσεως Δασικών Αμφισβητήσεων επιλαμβανόμενη σχετικής προσφυγής κατ' αυτής.

 

12. Επειδή, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις. Δια ταύτα Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.

 

Ακυρώνει α) την απόφαση 45652/18-03-1983 του Νομάρχη Χαλκιδικής, και β) την απόφαση 152034/3087/14-06-1983 του Υφυπουργού Γεωργίας.

 

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου, και Επιβάλλει στο Δημόσιο να καταβάλλει στους αιτούντες δραχμές 42.000, για τη δικαστική τους δαπάνη.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 25-06-1990 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 13-09-1990.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.