Νόμος 4002/11 - Άρθρο 2

Άρθρο 2: Λοιπές συνταξιοδοτικές διατάξεις


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1.α. Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 2084/1992, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

 

{Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 01-01-2013 και μετά, η σύνταξη καταβάλλεται ολόκληρη με τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας και του εξηκοστού έτους της ηλικίας τους.}

 

β. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 2084/1992 αντικαθίστανται, από 01-01-2008, ως εξής:

 

{4. α. Οι διατάξεις του τέταρτου εδαφίου της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από τα πρόσωπα αυτά υπάγονται στις διατάξεις του νόμου αυτού.

 

β. Ειδικά για τον υπολογισμό της σύνταξης των ανωτέρω προσώπων που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μέχρι 31-12-2014, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό αναπλήρωσης που αντιστοιχεί στα 35 έτη ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.}

 

γ. Οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 9 του νόμου [Ν] 2084/1992 αντικαθίστανται, από 01-01-2008, ως εξής:

 

{7. α. Οι διατάξεις του τέταρτου εδαφίου της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007,όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από τα πρόσωπα αυτά υπάγονται στις διατάξεις του νόμου αυτού.

 

β. Ειδικά για τον υπολογισμό της σύνταξης των ανωτέρω προσώπων που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μέχρι 31-12-2014, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό αναπλήρωσης που αντιστοιχεί στα 35 έτη ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.}

 

δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων β' και γ' έχουν εφαρμογή και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία πριν την ισχύ των διατάξεων αυτών.

 

2.α. Στο τέλος της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 3865/2010, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Σε περίπτωση που για τα ανωτέρω πρόσωπα προκύπτει σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία υποχρεωτική ασφάλιση στο Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων, έχουν εφαρμογή οι καταστατικές διατάξεις των τομέων αυτού. Ειδικά για όσους από τους ανωτέρω έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση από 01-01-1993 και μετά εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 39 του νόμου [Ν] 2084/1992.}

 

β. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίστανται, από την ημερομηνία ισχύος τους, ως εξής:

 

{3.α. Ειδικά τα πρόσωπα του άρθρου 7 του νόμου [Ν] 2084/1992, για τα οποία προκύπτει βάσει γενικών ή καταστατικών διατάξεων υποχρεωτική ασφάλιση στον Τομέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων και στον Τομέα Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών, του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων, ασφαλίζονται υποχρεωτικά στους ανωτέρω Τομείς, κατά περίπτωση.

 

Τα ανωτέρω πρόσωπα υπάγονται στην Ειδική Προσαύξηση του Τομέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων και στον Κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Τομέα Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του νόμου 3518/2006 (ΦΕΚ 272/Α/2006) και της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του νόμου [Ν] 982/1979 (ΦΕΚ 239/Α/1979), αντίστοιχα.

 

Για τους λοιπούς κλάδους ασφάλισης υπάγονται υποχρεωτικά στους αντίστοιχους Τομείς των κλάδων επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και ασθένειας του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων.

 

Για τους ελλείποντες κλάδους έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 39 του νόμου [Ν] 2084/1992.

 

β. Τα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης, εφόσον το επιθυμούν, μπορούν να ασφαλιστούν προαιρετικά στο Δημόσιο, καταβάλλοντος την εισφορά ασφαλισμένου που προβλέπεται για όσους έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο μέχρι 31-12-1992.

 

γ. Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα επιλέξουν την ασφάλιση τους προαιρετικά στο Δημόσιο, υπάγονται επίσης προαιρετικά για επικουρική ασφάλιση και πρόνοια στην ασφάλιση των αντίστοιχων Μετοχικών Ταμείων ή των αντίστοιχων τομέων του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας, καταβάλλοντος τις προβλεπόμενες για τους ασφαλισμένους από 01-01-1993 και εφεξής ασφαλιστικές εισφορές.

 

δ. Τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις α' και β' έχουν εφαρμογή και για όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν καταταγεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού.

 

ε. Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα, από την κατάταξη τους μέχρι και την ισχύ της παρούσας ρύθμισης, έχουν ασφαλιστεί στο Δημόσιο υποχρεωτικά αντί του Τομέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων ή του Τομέα Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών και επιθυμούν να συνεχίσουν την ασφάλιση τους στο Δημόσιο προαιρετικά, οι εισφορές που παρακρατήθηκαν υπέρ του Δημοσίου θεωρούνται εισφορές υπέρ της προαιρετικής ασφάλισης.

 

στ. Εάν τα ανωτέρω πρόσωπα δεν επιθυμούν να υπαχθούν προαιρετικά στο Δημόσιο, καθώς και στους φορείς - τομείς επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, τότε οι εισφορές που έχουν καταβληθεί για την ασφάλιση τους στο Δημόσιο και στους αντίστοιχους φορείς - τομείς επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, αποδίδονται στους Τομείς Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων και Υγειονομικών των κλάδων κύριας ασφάλισης, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων για την τακτοποίηση της ασφάλισης τους, με εξαίρεση τις εισφορές για τους αντίστοιχους Τομείς του κλάδου ασθένειας του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων.

 

ζ. Σε περίπτωση που επιθυμούν να συνεχίσουν την προαιρετική ασφάλιση τους στο Δημόσιο και δεν έχουν ασφαλιστεί στο Τομέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων ή το Τομέα Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών, καθώς και στους φορείς - τομείς επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, τότε η τακτοποίηση της ασφάλισης τους στους εν λόγω Τομείς για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα γίνεται με την καταβολή της προβλεπόμενης εισφοράς για τους από 01-01-1993 και εφεξής ελεύθερους επαγγελματίες, όπως αυτή διαμορφώνεται κατά τη δημοσίευση του παρόντος, για κάθε μήνα ασφάλισης, χωρίς την επιβολή πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων. Ασφαλιστικές εισφορές προς τους Τομείς του κλάδου ασθένειας του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων δεν αναζητούνται.

 

Η ως άνω καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών γίνεται εφάπαξ εντός τριμήνου από την πρώτη του επομένου της δημοσίευσης μήνα ή σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις ίσες με το ήμισυ του αριθμού των μηνών για τους οποίους καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές. Η πρώτη δόση καταβάλλεται εντός του τρίτου από τη δημοσίευση του παρόντος μήνα, και σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης, αυτή επιβαρύνεται με τα προβλεπόμενα για τις ασφαλιστικές εισφορές πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις. Το ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατό (100,00) ευρώ.

 

Για χρόνο ασφάλισης από την ισχύ του νόμου αυτού και εφεξής, καταβάλλονται οι προβλεπόμενες εισφορές για τους από 01-01-1993 και εφεξής έμμισθους ασφαλισμένους των Τομέων Μηχανικών και Υγειονομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων.

 

η. Σε περίπτωση συνταξιοδότησης πριν την εξόφληση της οφειλής έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 61 του νόμου [Ν] 3863/2010 (ΦΕΚ 115/Α/2010), όπως ισχύουν.

 

θ. Ασφαλιστικές εισφορές προς τους τομείς του κλάδου ασθένειας του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων, που δεν έχουν καταβληθεί από τα ως άνω πρόσωπα που είχαν ασφαλιστεί στο Δημόσιο αντί του Τομέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων ή του Τομέα Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών, δεν αναζητούνται.

 

ι. Για όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής έχουν καταταγεί για πρώτη φορά από 01-01-2011 και μετά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου αυτού, όπως ισχύουν κάθε φορά.}

 

ι)α) Από τις διατάξεις της περίπτωσης ι' εξαιρούνται οι απόφοιτοι παραγωγικών σχολών του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος, οι οποίοι πριν την κατάταξή τους σε αυτές, είχαν ασφαλιστεί στον Τομέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτικών Έργων και στον Τομέα Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων. Οι παραπάνω ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο Δημόσιο από την κατάταξή τους και προαιρετικά στους συναφείς με την ιδιότητά τους (μηχανικοί, ιατροί) ανωτέρω ασφαλιστικούς φορείς.

 

ι)β) Στους Αξιωματικούς Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής απευθείας κατάταξης ειδικότητας τεχνικού (Τ) και ιατρού (I), οι οποίοι πριν την κατάταξή τους στις τάξεις του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής είχαν ασφαλισθεί στον Τομέα Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτικών Έργων και στον Τομέα Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων δύνανται να επιλέξουν τον υποχρεωτικό φορέα υπαγωγής τους. Οι ανωτέρω υποχρεούνται εντός διμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου να υποβάλουν σχετική δήλωση στη Διεύθυνση Χρηματικού, Ελέγχου Δαπανών και Ασφάλισης Προσωπικού του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, εφόσον επιθυμούν την αλλαγή του ασφαλιστικού φορέα υπαγωγής τους.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 του νόμου 4058/2012 (ΦΕΚ 63/Α/2012).

 

3.α. Οι διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{της παραγράφου 15 του άρθρου 9, της παραγράφου 7 του άρθρου 18, της παραγράφου 4 του άρθρου 20, της παραγράφου 17 του άρθρου 34, καθώς και της παραγράφου 7 του άρθρου 46 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007 και.}

 

β. Από τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3865/2010 διαγράφονται οι λέξεις του άρθρου 11 του νόμου αυτού και και το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου αντικαθίσταται ως εξής:

 

{α. Τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 1, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην ασφάλιση, που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 01-01-2015 και εφεξής.}

 

γ. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίστανται, ως εξής:

 

{1. Μετά τη δημιουργία του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας, από 01-01-2011 και την κατάργηση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 3863/2010 (ΦΕΚ 115/Α/2010), όλων των άλλων Επιτροπών Πιστοποίησης Αναπηρίας, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου που προβλέπουν δικαιοδοσία των Ανωτάτων Υγειονομικών Επιτροπών, Στρατού, Ναυτικού, Αεροπορίας, καθώς και της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής της Ελληνικής Αστυνομίας.}

 

δ. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίστανται, από 01-01-2011, ως εξής:

 

{5. Οι διατάξεις της περίπτωσης ε' της παραγράφου 2 και της περίπτωσης στ' της παραγράφου 3 του άρθρου 56 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007 καταργούνται από 01-01-2011.}

 

ε. Στο τέλος της παραγράφου 9 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 3865/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Από την ανωτέρω ημερομηνία καταργούνται οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 56 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007.}

 

4.α. Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 3865/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής δεν έχουν εφαρμογή για όσους θεμελιώνουν, κατά παρέκκλιση, συνταξιοδοτικό δικαίωμα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 19 του νόμου [Ν] 2084/1992, με εξαίρεση όσους έχουν αποχωρήσει μέχρι την 31-12-2010.}

 

β. Οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 19 του νόμου [Ν] 2084/1992 αντικαθίστανται, από 01-01-2011, ως εξής:

 

{7. Υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, καθώς και στρατιωτικοί που έχουν ασφαλισθεί, για κύρια σύνταξη, σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό Οργανισμό πριν την 01-01-1993, δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 1 και 26 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007, εφόσον συμπληρώνουν δεκαπενταετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία και το 65ο έτος της ηλικίας τους.}

 

5. α. Οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{2. α. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α', β' και δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους επιζώντες συζύγους με εξαίρεση όσους έχουν αναπηρία κατά ποσοστό 67% και άνω, που λαμβάνουν κατά μεταβίβαση ή εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξη από το Δημόσιο. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν πολεμική σύνταξη, γενικά, ή σύνταξη με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 (ΦΕΚ 120/Α/1990) και 1977/1991 (ΦΕΚ 185/Α/1991), καθώς και για όσα από αυτά υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 8 του νόμου [Ν] 2592/1998. Η σύνταξη που καταβάλλεται μειωμένη κατά 75% σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3620/2007 δεν λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.}

 

β. Οι επιζώντες των συζύγων που κατ' εφαρμογή της παραγράφου 9 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3620/2007, έχουν δικαιωθεί σύνταξη λόγω θανάτου από το Δημόσιο ή από φορέα κύριας ασφάλισης με καθεστώς εξομοιούμενο με αυτό του Δημοσίου, δικαιούνται την αντίστοιχη για την αυτή αιτία σύνταξη και από τον επικουρικό τους φορέα, ανεξάρτητα από την ημερομηνία που έχει επέλθει ο θάνατος, κατά τα οριζόμενα και με τους περιορισμούς που προβλέπονται από τον αντίστοιχο φορέα κύριας ασφάλισης. Αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί και είναι σε εκκρεμότητα κρίνονται οίκοθεν από τις αρμόδιες υπηρεσίες των φορέων και τα οικονομικά αποτελέσματα επέρχονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.

 

γ. Η σύνταξη που χορηγείται στον επιζώντα σύζυγο με βάση τις οικείες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, κατά περίπτωση, περιορίζεται ως ακολούθως:

 

Αν η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντος και της συζύγου του, αφαιρουμένου του διαστήματος του γάμου τους, είναι μεγαλύτερη από δέκα έτη, η σύνταξη του επιζώντος συζύγου, υφίσταται, για κάθε πλήρες έτος διαφοράς, μείωση που καθορίζεται σε:

 

1% για τα έτη που συμπεριλαμβάνονται μεταξύ του 10ου και του 20ου έτους.

2% για τα έτη από το 21ο έως το 25ο έτος.

3% για τα έτη από το 26ο έως το 30ο έτος.

4% για τα έτη από το 31ο έως το 35ο έτος.

5% για τα έτη από το 36ο και άνω.

 

Εάν στη σύνταξη του επιζώντος συζύγου συμμετέχουν ανάπηρα ή ανήλικα τέκνα ή τέκνα που σπουδάζουν υπό τις προϋποθέσεις της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται επιμερίζεται στα τέκνα σε ίσα μέρη.

 

Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής δεν έχουν εφαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα των οποίων το δικαίωμα γεννήθηκε πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.

 

6.α. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{Για τον υπολογισμό του χρόνου θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 20 του παρόντος νόμου προσμετράται και ο ανωτέρω χρόνος σπουδών.}

 

β. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του νόμου [Ν] 3865/2010, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

 

{Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά από 01-01-1993 και μετά.}

 

7. Οι διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 164/1973 (ΦΕΚ 223/Α/1973) κατά το μέρος που αυτές αφορούν την αναγνώριση προϋπηρεσιών υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου σε άλλα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου καταργούνται και οι προϋπηρεσίες αυτές λογίζονται συντάξιμες με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007.

 

8. Οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1976/1991 (ΦΕΚ 184/Α/1991) καταργούνται.

 

9. Οι άγαμες ή διαζευγμένες θυγατέρες των οποίων η καταβολή της σύνταξης αναστέλλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 5 ή της παραγράφου 6 του άρθρου 31 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007, κατά περίπτωση, υπάγονται στο καθεστώς υγειονομικής περίθαλψης των ασφαλισμένων του Δημοσίου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν δικαίωμα υγειονομικής περίθαλψης από άλλο φορέα. Στην περίπτωση αυτή οι αναλογούσες κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη υπολογίζονται επί του ποσού της σύνταξης που θα τους καταβάλλονταν, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά και καταβάλλονται στον οικείο φορέα από τις ίδιες, μετά από αίτηση τους, που υποβάλλεται κατά το μήνα Ιανουάριο κάθε έτους. Κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων αυτών, η εν λόγω αίτηση υποβάλλεται εντός δύο μηνών από την ημερομηνία ισχύος του νόμου αυτού και οι αναλογούσες εισφορές υπολογίζονται από την ημερομηνία υποβολής της και μετά.

 

10. α. Ο χρόνος υπηρεσίας των προσώπων του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 86 του νόμου 3528/2007, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου του νόμου 3839/2010, στη θέση προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης, λογίζεται συντάξιμος και προσμετράται στο χρόνο υπηρεσίας που έχει διανύσει στην οργανική του θέση.

 

β. Οι διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 9 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης.

 

γ. Τα πιο πάνω ισχύουν και για όσους έχουν ήδη επιλεγεί σε θέσεις Γενικών Διευθυντών σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 86 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.

 

11. Οι διατάξεις της παραγράφου 17 του άρθρου 4 του νόμου 3513/2006 (ΦΕΚ 265/Α/2006) έχουν ανάλογη εφαρμογή και για:

 

i. τους υπαλλήλους κρατικών Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου και δημοσίων επιχειρήσεων ή άλλων επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, καθώς και για τους υπαλλήλους των λοιπών Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου που μετατάσσονται, μεταφέρονται ή εντάσσονται σε φορείς που διέπονται από διαφορετικό ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς από αυτό στο οποίο υπάγονταν μέχρι τη μετάταξη ή τη μεταφορά τους, τους υπαλλήλους του Δημοσίου ή των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ή των ανεξάρτητων αρχών ή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού ή των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού που εντάσσονται σε θέσεις Υπηρεσιών ή Φορέων που διέπονται από διαφορετικό ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς από αυτό στο οποίο υπάγονταν μέχρι την ένταξη τους.

 

12. Ειδικά για τους συνταξιούχους του Δημοσίου που λαμβάνουν με τη σύνταξη τους το επίδομα ανικανότητας των παραγράφων 4, 5 ή 6 του άρθρου 54 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007, καθώς και των άρθρων 101 ή 103 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 168/2007 (ΦΕΚ 209/Α/2007), τα ποσά της παραγράφου 1 του άρθρου μόνου του νόμου [Ν] 3847/2010 (ΦΕΚ 67/Α/2010), προσαυξάνονται, το μεν δώρο Χριστουγέννων με ολόκληρο το ποσό του ανωτέρω επιδόματος ανικανότητας, το δε δώρο Πάσχα και το επίδομα αδείας με το ήμισυ του ποσού αυτού, κατά περίπτωση.

 

Κατά τα λοιπά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 6 του άρθρου μόνου του νόμου [Ν] 3847/2010.

 

13. Από 01-08-2011, τα ποσοστά των περιπτώσεων β' έως και η' της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του νόμου [Ν] 3865/2010 (ΦΕΚ 120/Α/2010) αναπροσαρμόζονται σε 6%, 7%, 9%, 10%, 12%, 13% και 14%, αντίστοιχα.

 

14. α. Από 01-08-2011, από τους συνταξιούχους του Δημοσίου, που δεν έχουν συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας, παρακρατείται επιπλέον μηνιαία εισφορά ως εξής:

 

i. για συντάξεις από 1.700,01 ευρώ έως 2.300,00 ευρώ, ποσοστό 6%,

 

ii. για συντάξεις από 2.300,01 ευρώ έως 2.900,00 ευρώ, ποσοστό 8% και

 

iii. για συντάξεις από 2.900,01 ευρώ και άνω, ποσοστό 10%.

 

β. Για τον προσδιορισμό του συνολικού ποσού της σύνταξης της προηγούμενης περίπτωσης, λαμβάνεται υπόψη το ποσό της μηνιαίας βασικής σύνταξης, καθώς και τα συγκαταβαλλόμενα με αυτή ποσά του επιδόματος εξομάλυνσης του άρθρου 1 του νόμου 3670/2008 (ΦΕΚ 117/Α/2008) και της τυχόν προσωπικής και αμεταβίβαστης διαφοράς, αφαιρουμένου του ποσού της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων της προηγούμενης παραγράφου.

 

γ. Εξαιρούνται της ανωτέρω εισφοράς όσοι αποστρατεύθηκαν με πρωτοβουλία της Υπηρεσίας, καθώς και όσοι λαμβάνουν με τη σύνταξη τους το επίδομα ανικανότητας του άρθρου 54 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007 ή συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 (ΦΕΚ 120/Α/1990) και 1977/1991 (ΦΕΚ 185/Α/1991).

 

δ. Η παραπάνω παρακράτηση διακόπτεται τον επόμενο μήνα από τη συμπλήρωση του 60ου έτους ηλικίας.

 

ε. Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της επιπλέον εισφοράς δεν μπορεί να υπολείπεται των χιλίων επτακοσίων (1.700) ευρώ.

 

στ. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 11 του νόμου [Ν] 3865/2010.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.