Νόμος 4009/11 - Άρθρο 23

Άρθρο 23: Ένταξη καθηγητών σε κατηγορίες


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Οι καθηγητές εκλέγονται ως πλήρους απασχόλησης. Μετά τη συμπλήρωση τριετούς πραγματικής άσκησης καθηκόντων στη βαθμίδα του πρώτου διορισμού τους, μπορούν να ενταχθούν στην κατηγορία της μερικής απασχόλησης, οπότε και λαμβάνουν το 35% των τακτικών αποδοχών τους.

 

2. Οι καθηγητές πλήρους απασχόλησης υποχρεούνται να διαμένουν και να εγκαθίστανται στο νομό όπου εδρεύει η σχολή του Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος στο οποίο υπηρετούν και μπορούν:

 

α) Να αμείβονται από χρηματοδοτούμενα έργα που διαχειρίζεται ο Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ), ή και το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου οποιουδήποτε Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 58, ή οποιοδήποτε ερευνητικό ινστιτούτο ή κέντρο που εποπτεύεται από οποιοδήποτε Υπουργείο.

 

β) Να αμείβονται από δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας.

 

γ) Να ασκούν με ή χωρίς αμοιβή, καθώς και με αποζημίωση κατ' αποκοπή, κάθε είδους έργο ή δραστηριότητα, πλην εκείνων που προσδίδουν την εμπορική ιδιότητα, καθώς και να ασκούν τα καθήκοντα του διευθύνοντος συμβούλου του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου του ιδρύματος τους, που προβλέπεται στο άρθρο 58. Σε κάθε περίπτωση μπορούν να μετέχουν με οποιαδήποτε ιδιότητα σε εταιρείες τεχνολογικής βάσης - έντασης γνώσης που προβλέπονται από το άρθρο 23 του νόμου 2741/1999 (ΦΕΚ 199/Α/1999).

 

δ) Να αμείβονται από εκτέλεση κλινικού έργου και εφημερίων σε πανεπιστημιακές κλινικές.

 

ε) Να συμμετέχουν με αμοιβή στις διαδικασίες επιλογής προσωπικού του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού, καθώς και της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

 

στ) Να συμμετέχουν ως έμμισθα μέλη σε δύο κατ' ανώτατο όριο επιτροπές και επιστημονικά ή διοικητικά συμβούλια του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, στις οποίες προβλέπεται υποχρεωτικώς η συμμετοχή καθηγητών, καθώς και σε Διοικούσες Επιτροπές Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και ως μέλη της Ακαδημίας Αθηνών, ως μέλη ή επιστημονικοί συνεργάτες του Επιστημονικού Συμβουλίου, της Επιστημονικής Υπηρεσίας και Επιτροπών της Βουλής, καθώς και ως μέλη των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών με εξαίρεση τη θέση του προέδρου τους, πλην του προέδρου της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευσης, ή να κατέχουν τις προβλεπόμενες από τις κείμενες διατάξεις θέσεις Ειδικού Συμβούλου ή Ειδικού Συνεργάτη των Υπουργών, των Υφυπουργών ή των Γενικών Γραμματέων και να κατέχουν τις εκ του νόμου προβλεπόμενες θέσεις Επιστημονικού Διευθυντή και επιστημονικών συνεργατών του Κέντρου Ανάλυσης και Σχεδιασμού, καθώς και να ορίζονται μέλη του Επιστημονικού Συμβουλίου του Υπουργείου Εξωτερικών.

 

ζ) Να διδάσκουν σε οποιοδήποτε άλλο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα, σε δημόσιες σχολές, σε δημόσια Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης και Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης ή να παρέχουν διοικητικό έργο στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής.

 

η) Να αμείβονται για τη συμμετοχή τους στα όργανα διοίκησης του ιδρύματος ή της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευσης ή κάθε άλλου φορέα που εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

 

θ) Να ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα με την επιφύλαξη των περιορισμών που προβλέπονται στην περίπτωση γ' της παρούσας παραγράφου και ύστερα από ενημέρωση του Κοσμήτορα της Σχολής στην οποία ανήκουν. Η παράλειψη εκπλήρωσης της ανωτέρω υποχρέωσης συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα σύμφωνα με την περίπτωση ε' της παραγράφου 1 άρθρου του άρθρου 23 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 160/2008 (ΦΕΚ 220/Α/2008).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 5 του νόμου 4076/2012 (ΦΕΚ 159/Α/2012), με την παράγραφο 2 του άρθρου 247 του νόμου 4281/2014 (ΦΕΚ 160/Α/2014), με την παράγραφο 13 του άρθρου 24 του νόμου [Ν] 4386/2016 (ΦΕΚ 83/Α/2016), με το άρθρο 15 του νόμου [Ν] 4451/2017 (ΦΕΚ 16/Α/2017).

 

3. α) Οι αμοιβές των καθηγητών και υπηρετούντων λεκτόρων πλήρους απασχόλησης της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 εισπράττονται μέσω του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας του Ιδρύματος όπου υπηρετούν και υπόκεινται σε παρακράτηση 5% επί του ακαθάριστου ποσού. Η ανωτέρω παρακράτηση αποτελεί πόρο του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας του οικείου Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος.

 

β) Οι καθηγητές και υπηρετούντες λέκτορες πλήρους απασχόλησης, οι οποίοι ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, είτε ατομικώς είτε μέσω εταιρείας, υποχρεούνται να αποδίδουν στον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας του Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, όπου υπηρετούν, ποσοστό 7% επί του ετήσιου καθαρού εισοδήματος που υπάγεται στην περίπτωση θ' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Το εν λόγω ποσό αποτελεί πόρο του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας του Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και αποδίδεται από τους υπόχρεους στον οικείο Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας. Οφειλές που θα προκύψουν σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο παραγράφονται μετά την πάροδο εικοσαετίας από το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο θα δημιουργηθούν. Έναρξη ισχύος της παρούσας ορίζεται η 01-01-2018.

 

γ) Τα ποσά που οφείλουν έως τις 31-12-2017 οι καθηγητές και οι υπηρετούντες λέκτορες πλήρους απασχόλησης που ασκούν ή ασκούσαν επιχειρηματική δραστηριότητα, είτε ατομικώς είτε μέσω εταιρείας, παραγράφονται με την πάροδο εικοσαετίας από το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε η οφειλή. Τα οφειλόμενα ποσά υπολογίζονται με ποσοστό 7% επί του ετήσιου καθαρού εισοδήματος των καθηγητών και υπηρετούντων λεκτόρων.

 

δ) Τα ποσά των περιπτώσεων β' και γ' που οφείλουν οι καθηγητές και υπηρετούντες λέκτορες των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων αποτελούν έσοδο του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας του οικείου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος. Για τον προσδιορισμό της απαίτησης, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων χορηγεί στους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων όλα τα απαραίτητα φορολογικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει το ετήσιο καθαρό εισόδημα των καθηγητών και υπηρετούντων λεκτόρων που υπάγονται στις ανωτέρω περιπτώσεις. Εν συνεχεία, ο Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας προσδιορίζει την απαίτηση και αποστέλλει στους οφειλέτες το οφειλόμενο ποσό. Εάν οι οφειλέτες καθηγητές δεν αποδώσουν στον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας το ποσό που οφείλουν, η Μονάδα Οικονομικής και Διοικητικής Υποστήριξης του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας αποστέλλει όλα τα απαραίτητα στοιχεία των υπόχρεων στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, προκειμένου αυτές να βεβαιώσουν και να εισπράξουν, υπέρ των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, τις οφειλές, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

 

ε) Τα ποσά της περίπτωσης β' προσδιορίζονται από τον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας μετά την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου καθηγητή και εισπράττονται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις έως το τέλος του επόμενου φορολογικού έτους. Το ποσό της περίπτωσης β' που καταβάλλεται κάθε έτος από τους υπόχρεους καθηγητές εκπίπτει στη φορολογική δήλωση που υποβάλλεται το επόμενο φορολογικό έτος.

 

στ) Τα ποσά της περίπτωσης γ' που οφείλονται στους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων προσδιορίζονται, βεβαιώνονται και εισπράττονται ως εξής:

 

α)α) Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων υποβάλλει στους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας με κάθε πρόσφορο τρόπο μέσα σε προθεσμία 6 μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος όλα τα διαθέσιμα φορολογικά στοιχεία από τα οποία προκύπτουν τα καθαρά εισοδήματα ανά έτος των καθηγητών πλήρους απασχόλησης και των υπηρετούντων λεκτόρων που οφείλουν, καθώς και τα ποσά που αυτοί έχουν καταβάλει από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, είτε ατομικώς είτε μέσω εταιρείας.

 

β)β) Οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας προσδιορίζουν το οφειλόμενο ποσό και κοινοποιούν την πράξη προσδιορισμού με κάθε πρόσφορο τρόπο στους υπόχρεους καθηγητές.

 

γ)γ) Το οφειλόμενο ποσό μπορεί να καταβληθεί σε μηνιαίες δόσεις. Ο μέγιστος αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει το λόγο του συνολικού οφειλόμενου ποσού προς το ένα δωδέκατο (1/12) του ακαθάριστου μηνιαίου εισοδήματος του τελευταίου φορολογικού έτους.

 

δ)δ) Για τη ρύθμιση της οφειλής σε δόσεις, οι τελευταίοι υποβάλλουν δήλωση στον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας, ύστερα από σχετική ενημέρωσή τους για το σύνολο της οφειλής τους.

 

ε)ε) Σε περίπτωση που οι οφειλέτες καθηγητές δεν καταβάλουν το ποσό (ή κάποια δόση αυτού) στον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας, η Μονάδα Οικονομικής και Διοικητικής Υποστήριξης του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας αποστέλλει στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία του υπόχρεου όλα τα απαραίτητα στοιχεία, προκειμένου η τελευταία να εκδώσει σχετική πράξη βεβαίωσης και να εισπράξει το ποσό σύμφωνα με τη διαδικασία του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Με την ίδια διαδικασία εισπράττονται και οφειλές που θα δημιουργηθούν μετά την 01-01-2018.

 

στ)στ) Οι οφειλές καθηγητών και υπηρετούντων λεκτόρων, οι οποίες δημιουργήθηκαν μέχρι 31-12-2017 και αφορούν την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω εταιρείας, υπόκεινται σε περαίωση. Η περαίωση πραγματοποιείται, εφόσον υποβληθεί αίτηση περαίωσης, μέσα σε 6 μήνες από τον προσδιορισμό των σχετικών οφειλών από τη Μονάδα Οικονομικής και Διοικητικής Υποστήριξης του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας. Το ποσό που πρέπει να καταβληθεί για τη συντέλεση της περαίωσης ανέρχεται στο 20% της συνολικής οφειλής που βεβαιώνεται επί του καθαρού εισοδήματος.

 

Οι πράξεις προσδιορισμού των οφειλόμενων μπορούν, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου καθηγητή, να προβλέπουν τη ρύθμιση της καταβολής του οφειλόμενου ποσού σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, οι οποίες δεν μπορούν να είναι περισσότερες από 36.

 

Σε περίπτωση που οι οφειλέτες καθηγητές δεν καταβάλουν το ποσό (ή κάποια δόση αυτού) στον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας, η Μονάδα Οικονομικής και Διοικητικής Υποστήριξης του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας αποστέλλει στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία του υπόχρεου όλα τα απαραίτητα στοιχεία, προκειμένου η τελευταία να εκδώσει σχετική πράξη βεβαίωσης και να εισπράξει, υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας, το οφειλόμενο ποσό σύμφωνα με τη διαδικασία του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

 

ζ) Τα έσοδα που εισπράττει ο Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας από τις οφειλές, οι οποίες δημιουργήθηκαν μέχρι τις 31-12-2017 και αφορούν την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας καθηγητών, είτε ατομικά είτε μέσω εταιρείας, χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση ερευνητικών/εκπαιδευτικών έργων/προγραμμάτων καθηγητών, οι οποίοι μέχρι τις 31-12-2017 απέδιδαν στον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Έρευνας το ποσοστό από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και δεν είχαν οφειλές εξ αυτής της αιτίας. Η Επιτροπή Ερευνών αποφασίζει για τον τρόπο κατανομής των εν λόγω ποσών σε ερευνητικά/εκπαιδευτικά προγράμματα.

 

η) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία αποστολής όλων των απαραίτητων φορολογικών στοιχείων από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων στους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας, η διαδικασία προσδιορισμού του οφειλόμενου ποσού, ο τρόπος είσπραξης ή συμψηφισμού του ποσού των ανωτέρω παραγράφων, ο τρόπος και το είδος ρύθμισης της οφειλής, ο αριθμός και το είδος των ρυθμιζόμενων δόσεων, η διαδικασία βεβαίωσης των οφειλόμενων ποσών, η διαδικασία είσπραξης παλαιότερων οφειλών και απόδοσής τους στους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας, η διαδικασία περαίωσης, ο τρόπος υποβολής των αιτήσεων των καθηγητών, και ρυθμίζεται κάθε άλλο τεχνικό ή λεπτομερειακό θέμα.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 35 του νόμου 4559/2018 (ΦΕΚ 142/Α/2018).

 

4. Καθηγητές μερικής απασχόλησης είναι υποχρεωτικά όσοι κατέχουν θέση πλήρους απασχόλησης στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.

 

5. Οι καθηγητές που επιθυμούν να υπηρετήσουν κατά το επόμενο ακαδημαϊκό έτος ως μερικής απασχόλησης υποβάλλουν στη σχολή στην οποία υπηρετούν αίτηση, στην οποία δηλώνουν την παράλληλη απασχόληση που επιθυμούν να ασκήσουν. Η αίτηση εγκρίνεται από την κοσμητεία, αφού διαπιστωθεί τεκμηριωμένα ότι δεν παρακωλύεται η εύρυθμη λειτουργία και ότι καλύπτονται οι ανάγκες της σχολής. Την έγκριση ακολουθεί η έκδοση πράξης ένταξης στην κατηγορία της μερικής απασχόλησης από τον κοσμήτορα, η οποία κοινοποιείται στον πρύτανη και το Συμβούλιο του ιδρύματος, καθώς και στο Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Το ποσοστό της κατηγορίας αυτής των καθηγητών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 5% των καθηγητών της Σχολής κάθε ακαδημαϊκό έτος. Με τον Οργανισμό μπορεί να καθορίζονται οι ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες η αίτηση μπορεί να υποβάλλεται και κατά τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 61 του νόμου 4415/2016 (ΦΕΚ 159/Α/2016).

 

6. Για την κατοχή δεύτερης έμμισθης θέσης στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα από Καθηγητές μερικής απασχόλησης, απαιτείται σχετική άδεια της κοσμητείας, η οποία εγκρίνεται με απόφαση του πρύτανη.

 

7. Στον Οργανισμό κάθε ιδρύματος ορίζονται οι διδακτικές, ερευνητικές και διοικητικές υποχρεώσεις των καθηγητών πλήρους και μερικής απασχόλησης.

 

Οι καθηγητές και οι λέκτορες πλήρους απασχόλησης που έχουν την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού υποχρεούνται μόνο στην τήρηση των προβλεπόμενων ωρών διδασκαλίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 30 του νόμου 4452/2017 (ΦΕΚ 17/Α/2017).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.