Νόμος 4093/12 - Άρθρο ia

Παράγραφος ΙΑ: Ρυθμίσεις για τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού - Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Υποπαράγραφος ΙΑ1: Ρυθμίσεις θεμάτων Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού

 

I) Καταργούμενες διατάξεις που αφορούν σε ειδικές επιδοτήσεις ανεργίας και ειδικές εισοδηματικές ενισχύσεις ανεργίας

 

1. Από 01-01-2013 καταργούνται οι ακόλουθες διατάξεις νόμων, όπως ισχύουν σήμερα κατά το μέρος που αφορούν σε ειδικές επιδοτήσεις ανεργίας και ειδικές εισοδηματικές ενισχύσεις ανεργίας, καθώς οι κανονιστικές και οι διοικητικές πράξεις, που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότησή τους:

 

Το άρθρο 43 του νόμου 2778/1999 (ΦΕΚ 295/Α/1999) με εξαίρεση την παράγραφο 5.
Το άρθρο 7 του νόμου 2941/2001 (ΦΕΚ 201/Α/2001) με εξαίρεση την παράγραφο 8.
Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 15 του νόμου 3144/2003 (ΦΕΚ 111/Α/2003).
Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του νόμου 3385/2005 (ΦΕΚ 210/Α/2005).
Τα άρθρα 10 και 11 του νόμου 3408/2005 (ΦΕΚ 272/Α/2005) με εξαίρεση την παράγραφο 4 του άρθρου 11.
Το άρθρο 13 του νόμου 3460/2006 (ΦΕΚ 105/Α/2006), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 11 του νόμου [Ν] 3660/2008 (ΦΕΚ 78/Α/2008).
Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 69 του νόμου 3518/2006 (ΦΕΚ 272/Α/2006).
Το άρθρο 23 του νόμου 3526/2007 (ΦΕΚ 24/Α/2007), με εξαίρεση τις παραγράφους 10 και 11.
Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 1, καθώς και το άρθρο 2 του νόμου 3667/2008 (ΦΕΚ 114/Α/2008).
Το άρθρο 3 του νόμου 3717/2008 (ΦΕΚ 239/Α/2008).
Το άρθρο 75 του νόμου 3746/2009 (ΦΕΚ 27/Α/2009).
Το άρθρο 32 του νόμου 3762/2009 (ΦΕΚ 75/Α/2009).
Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 του άρθρου 74 του νόμου 3996/2011 (ΦΕΚ 170/Α/2011).
Καταργούνται επίσης από τότε που ίσχυσαν οι διατάξεις του άρθρου 6 του νόμου 3717/2008 (ΦΕΚ 239/Α/2008).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο Γ7 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

2. Οι επιδοτούμενοι την 31-12-2012, με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις, συνεχίζουν από 01-01-2013 να επιδοτούνται με βάση τις κοινές περί ανεργίας διατάξεις και να λαμβάνουν το βασικό μηνιαίο επίδομα ανεργίας για χρονικό διάστημα 12 μηνών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 2961/1954 (ΦΕΚ 197/Α/1954), όπως ισχύουν.

 

3. Επιδοτούμενοι την 31-12-2012, των οποίων η επιδότηση με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις λήγει πριν την 31-12-2013, συνεχίζουν από 01-01-2013 να επιδοτούνται με βάση τις κοινές περί ανεργίας διατάξεις και να λαμβάνουν το βασικό μηνιαίο επίδομα ανεργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 2961/1954 (ΦΕΚ 197/Α/1954) μέχρι την ημερομηνία λήξης της επιδότησης, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί με βάση τις καταργούμενες διατάξεις.

 

4. Σε κάθε περίπτωση ουδείς άνεργος επιδοτούμενος μπορεί να συνεχίσει να επιδοτείται μετά την 31-12-2012 με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις.

 

5. Σε κάθε περίπτωση ουδείς άνεργος επιδοτούμενος, με βάση τις παραπάνω παραγράφους 2 και 3, μπορεί να συνεχίσει να επιδοτείται μετά την 31-12-2013.

 

II) Καταργούμενες διατάξεις που αφορούν στην επιδότηση λόγω ανεργίας απολυμένων μισθωτών λόγω συγχώνευσης - μεταφοράς - συνένωσης επιχειρήσεων

 

1. Από 01-01-2013 καταργούνται οι ακόλουθες διατάξεις νόμων, όπως ισχύουν σήμερα:

 

Το άρθρο 6 του νόμου [Ν] 435/1976 (ΦΕΚ 251/Α/1976).
Το άρθρο 4 του νόμου 3302/2004 (ΦΕΚ 267/Α/2004).

 

2. Επιδοτούμενοι την 31-12-2012, των οποίων η επιδότηση με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις λήγει πριν την 31-12-2013, συνεχίζουν από 01-01-2013 να επιδοτούνται με βάση τις κοινές περί ανεργίας διατάξεις και να λαμβάνουν το βασικό μηνιαίο επίδομα ανεργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 2961/1954 (ΦΕΚ 197/Α/1954) όπως ισχύουν, μέχρι την ημερομηνία λήξης της επιδότησης, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί με βάση τις καταργούμενες διατάξεις.

 

3. α. Σε κάθε περίπτωση ουδείς άνεργος επιδοτούμενος μπορεί να συνεχίσει να επιδοτείται μετά την 31-12-2012, με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις.

 

β. Σε κάθε περίπτωση ουδείς άνεργος επιδοτούμενος μπορεί να συνεχίσει να επιδοτείται μετά την 31-12-2013, με βάση τις παραπάνω υποπεριπτώσεις ΙΑ.1.ΙΙ.1 και ΙΑ.1.ΙΙ.2..

 

III) Μέτρα Κοινωνικής Πολιτικής Μακροχρονίων Ανέργων

 

1. Από 01-01-2014 Έλληνες υπήκοοι και υπήκοοι κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι είναι ασφαλισμένοι κατά της ανεργίας και ευρίσκονται σε διαρκή κατάσταση ανεργίας για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από 12 μήνες, δικαιούνται επίδομα μακροχρονίως ανέργου, εφόσον έχουν εξαντλήσει το δικαίωμα τακτικής επιδότησης ανεργίας και το ετήσιο οικογενειακό εισόδημά τους δεν ξεπερνά το ποσό των 10.000 €. Το όριο αυτό του εισοδήματος προσαυξάνεται κατά 586,08 € για κάθε ανήλικο τέκνο της οικογένειας.

 

2. Το ύψος του επιδόματος μακροχρονίως ανέργου δεν μπορεί να υπερβεί μηνιαίως το ποσό των 200 € και καταβάλλεται για όσο χρονικό διάστημα οι δικαιούχοι παραμένουν άνεργοι και ουδέποτε πέραν των 12 μηνών.

 

3. Το προαναφερόμενο επίδομα, καθώς και τα επιδόματα ανεργίας, ασθένειας και μητρότητας δεν λαμβάνονται υπόψη για τον κατά περίπτωση προσδιορισμό του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος με βάση το οποίο χορηγείται αυτό.

 

4. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζονται και εξειδικεύονται:

 

α) τα όρια ηλικίας των δικαιούχων, τα οποία δεν μπορούν να είναι μικρότερα των 20 και μεγαλύτερα των 66 ετών και τα κριτήρια που απαιτούνται για την απόκτηση της ιδιότητας του δικαιούχου, καθώς και η διαδικασία χορήγησης των παροχών αυτών,

β) το ύψος της προαναφερόμενης παροχής, καθώς και η διαδικασία, ο τόπος, ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής της,

γ) τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την απόδειξη της συνδρομής των όρων και προϋποθέσεων χορήγησης της προαναφερόμενης παροχής, καθώς και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την καταβολή της,

δ) οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την αναστολή ή τη διακοπή της παροχής και

ε) κάθε άλλο θέμα σχετικό με την παροχή.

 

5. Με όμοιες αποφάσεις δύνανται να αναπροσαρμόζονται το ύψος του προαναφερόμενου επιδόματος, τα όρια ηλικίας των δικαιούχων και το ύψος των εισοδηματικών ορίων.

 

6. Το παραπάνω επίδομα καταβάλλεται από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, με διάθεση των αναγκαίων κονδυλίων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Το ύψος της συνολικής δαπάνης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 35 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ1.ΙΙΙ.6 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 34 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

7. Ως ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, για την εφαρμογή του παρόντος, νοείται το συνολικό ετήσιο φορολογούμενο πραγματικό, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο, εισόδημα του φορολογούμενου, της συζύγου του και των ανήλικων τέκνων του από κάθε πηγή, με εξαίρεση τις αποζημιώσεις απόλυσης.

 

8. Οι παραπάνω εισοδηματικές ενισχύσεις δεν λαμβάνονται υπόψη για τον κατά περίπτωση προσδιορισμό του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος με βάση το οποίο χορηγούνται αυτές.

 

9. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του νόμου 3016/2002 παύει να ισχύει από 01-01-2014 εκτός του τελευταίου εδαφίου της που έχει ως εξής:

 

{στο άρθρο 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 179/1986 (ΦΕΚ 69/Α/1986) προστίθεται εδάφιο ι)στ' ως εξής:

 

(ι)στ) Τα επιδόματα μακροχρονίως ανέργων.}}

 

Υποπαράγραφος IA2: Ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων

 

1. Θεσπίζεται ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων, το οποίο αντικαθιστά τα καταργούμενα με τις υποπεριπτώσεις 12 και 14 της παρούσας διάταξης οικογενειακά επιδόματα.

 

2. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων καταβάλλεται λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων, την κλίμακα ισοδυναμίας, το ισοδύναμο εισόδημα και την εισοδηματική κατηγορία.

 

Ως κλίμακα ισοδυναμίας ορίζεται το σταθμισμένο άθροισμα των μελών της οικογένειας. Ο πρώτος γονέας έχει στάθμιση 1, ο δεύτερος γονέας έχει στάθμιση 1/3 και κάθε εξαρτώμενο τέκνο έχει στάθμιση 1/6. Ως ισοδύναμο εισόδημα ορίζεται το καθαρό, ετήσιο, συνολικό οικογενειακό εισόδημα διαιρεμένο με την κλίμακα ισοδυναμίας.

 

Οι οικογένειες που δικαιούνται το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων διαιρούνται αναλόγως του ισοδυνάμου εισοδήματος σε τέσσερις εισοδηματικές κατηγορίες, ως εξής:

 

(Α) έως 6.000 € που λαμβάνουν το πλήρες επίδομα,

(Β) από 6.001 € έως 12.000 € που λαμβάνουν τα 2/3 του επιδόματος,

(Γ) από 12.001 € έως 18.000 € που λαμβάνουν το 1/3 του επιδόματος.

 

Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων καθορίζεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων σε 40 € ανά μήνα για κάθε εξαρτώμενο τέκνο.

 

Για τον υπολογισμό της εισοδηματικής κατηγορίας λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα που αναφέρεται στο εκκαθαριστικό του τρέχοντος οικονομικού έτους.

 

γ. Η παράγραφος 6 του άρθρου 7 του νόμου 4110/2013 (ΦΕΚ 17/Α/2013) καταργείται.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 38 του νόμου 4144/2013 (ΦΕΚ 88/Α/2013), με την παράγραφο 2 του άρθρου 65 του νόμου 4170/2013 (ΦΕΚ 163/Α/2013).

 

3. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων καταβάλλεται για τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας του ή το 19ο έτος εφόσον φοιτούν στη μέση εκπαίδευση. Ειδικά, για τα τέκνα που φοιτούν στην ανώτερη ή ανώτατη εκπαίδευση, στο Μεταλυκειακό έτος - Τάξη Μαθητείας των Επαγγελματικών Λυκείων, καθώς και σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης, το επίδομα καταβάλλεται μόνο κατά το χρόνο φοίτησής τους που προβλέπεται από τον οργανισμό της κάθε σχολής και σε καμία περίπτωση μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους. Επιπλέον, ως εξαρτώμενα τέκνα για θεμελίωση του δικαιώματος λήψης του επιδόματος, λαμβάνονται υπόψη τα τέκνα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, καθώς και το απορφανισθέν τέκνο ή τα απορφανισθέντα τέκνα που αποτελούν ιδία οικογένεια και επήλθε θάνατος και των δύο γονέων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 78 του νόμου [Ν] 4485/2017 (ΦΕΚ 114/Α/2017).

 

4. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων καθορίζεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων σε 40 € ανά μήνα για κάθε εξαρτώμενο τέκνο.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 7 του νόμου 4110/2013 (ΦΕΚ 17/Α/2013).

 

5. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων χορηγείται κατόπιν αίτησης και το δικαίωμα αναγνωρίζεται από την 1η του επόμενου μήνα υποβολής της. Για τη διακοπή του επιδόματος, λόγω συμπλήρωσης των οριζομένων στην παράγραφο 3, κατά περίπτωση, ορίων, ως ημέρα γέννησης των τέκνων θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου τους έτους γέννησής τους και, προκειμένου περί φοιτητών ή σπουδαστών, η λήξη του ακαδημαϊκού ή σπουδαστικού έτους.

 

Ειδικά για την πρώτη εφαρμογή δικαιούχοι είναι όλα τα εξαρτώμενα τέκνα που έχουν γεννηθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και το δικαίωμα αναγνωρίζεται αναδρομικά:

 

α)α) από 01-01-2013 για τέκνα γεννημένα μέχρι 31-12-2012 και

 

β)β) από την 1η του επόμενου μήνα της γέννησής τους για τέκνα γεννημένα εντός του 2013.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 35 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).), με την παράγραφο 7 του άρθρου 38 του νόμου 4144/2013 (ΦΕΚ 88/Α/2013).

 

6. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων χορηγείται στις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων εφόσον έχουν μόνιμη και συνεχή δεκαετή διαμονή στην Ελλάδα και τα εξαρτώμενα τέκνα τους ευρίσκονται στην Ελλάδα:

 

α) Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα,

 

β) ομογενείς αλλοδαπούς που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα και διαθέτουν δελτίο ομογενούς,

 

γ) πολίτες κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα,

 

δ) πολίτες των χωρών που ανήκουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Νορβηγία, Ισλανδία και Λιχτενστάιν) και Ελβετούς πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα,

 

ε) αναγνωρισμένους πρόσφυγες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων (νομοθετικό διάταγμα [Ν] 3989/1959 (ΦΕΚ 201/Α/1959)), όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων (αναγκαστικός νόμος [Ν] 389/1968 (ΦΕΚ 125/Α/1968)),

 

στ) ανιθαγενείς, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1954 για το Καθεστώς των Ανιθαγενών (νόμος [Ν] 139/1975 (ΦΕΚ 176/Α/1975)),

 

ζ) δικαιούχους του ανθρωπιστικού καθεστώτος,

 

η) πολίτες άλλων κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας.

 

7. Το επίδομα της παρούσας υποπαραγράφου δεν προσμετράται στο καθαρό, ετήσιο, οικογενειακό εισόδημα και απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου.

 

8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζονται τα θέματα διαδικασίας χορήγησης και καταβολής του επιδόματος και ο φορέας καταβολής του. Με όμοιες αποφάσεις δύναται να επανακαθοριστεί η εντεταλμένη αρχή καταβολής και να αναπροσαρμοστεί το ύψος των επιδομάτων της παρούσας διάταξης.

 

9. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζεται και κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου.

 

10. Οι σχετικές πιστώσεις εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

 

11. Το εισοδηματικό κριτήριο της παραγράφου 22 του άρθρου 27 του νόμου 4052/2012 αναφέρεται στο καθαρό, ετήσιο, οικογενειακό εισόδημα (φορολογητέο εισόδημα) του έτους 2011, όπως αυτό δηλώθηκε στη φορολογική δήλωση των δικαιούχων. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται υποχρεωτικά για τις καταβολές του τελευταίου διμήνου του 2012. Τυχόν καταβολές που έγιναν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου σε υπερβαίνοντες τα όρια της παραγράφου 22 του άρθρου 27 του νόμου 4052/2012 και της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του νόμου 4025/2011 δεν αναζητούνται.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 11 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 35 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

12. Οι παράγραφοι 1 και 4 του άρθρου 63 του νόμου 1892/1990 και η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του νόμου 3454/2006, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, καθώς και η κατ' εξουσιοδότηση εκδοθείσα νομοθεσία, καταργούνται από 01-11-2012.

 

13. Η παράγραφος 3 του άρθρου 21 του νόμου 4025/2011 και η παράγραφος 22 του άρθρου 27 του νόμου 4052/2012, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, καταργούνται από 01-01-2013.

 

14. Το άρθρο 63 του νόμου 1892/1990, η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του νόμου 3454/2006, το άρθρο 6 του νόμου 3631/2008, τα άρθρα 42 και 43 του νόμου 3918/2011, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, παύουν να ισχύουν από την έναρξη εφαρμογής της παρούσας διάταξης, όσο αφορά στη χορήγηση και καταβολή των προϋφιστάμενων οικογενειακών επιδομάτων. Ομοίως καταργούνται και οι κατ' εξουσιοδότηση των ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις και κάθε άλλη απόφαση με την οποία ρυθμίζεται η καταβολή των επιδομάτων που αντικαθίστανται με το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων.

 

15. Κάθε διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου παύει να ισχύει από την έναρξη εφαρμογής της, όσο αφορά στη χορήγηση και καταβολή των προϋφιστάμενων οικογενειακών επιδομάτων. Το αφορολόγητο ποσό της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του νόμου 2238/1994 (ΦΕΚ 151/Α/1994) αντικαθίσταται από το προβλεπόμενο σε αυτή την υποπαράγραφο επίδομα από 01-01-2013.

 

16. Η εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας υποπαραγράφου άρχεται την 01-01-2013 εκτός αν ορίζεται άλλως στις προηγούμενες παραγράφους.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ3: Πιλοτικό πρόγραμμα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος

 

1. Τίθεται σε πιλοτική εφαρμογή πρόγραμμα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος σε δύο περιοχές της Επικράτειας με διαφορετικά κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά, οι οποίες θα οριστούν με την κοινή υπουργική απόφαση της περίπτωσης 3 της παρούσας υποπαραγράφου.

 

2. Το πρόγραμμα απευθύνεται σε άτομα και οικογένειες που διαβιούν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, παρέχοντας στους δικαιούχους ενίσχυση εισοδήματος συνδυαζόμενη με δράσεις κοινωνικής επανένταξης. Το πρόγραμμα λειτουργεί συμπληρωματικά με τις εκάστοτε εφαρμοζόμενες πολιτικές για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και η προκαλούμενη δαπάνη από αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 20 εκατομμυρίων ευρώ.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ3.2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 34 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις εφαρμογής της παρούσας υποπαραγράφου, ιδίως δε:

 

α. Οι δικαιούχοι για ένταξη στο πρόγραμμα.

 

β. Η βάση υπολογισμού και το ύψος του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για κάθε άτομο ή οικογένεια.

 

γ. Οι διαδικασίες ένταξης στο πρόγραμμα και καταβολής της παροχής ως διαφοράς μεταξύ του πραγματικού εισοδήματος και του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.

 

δ. Οι αρμόδιες υπηρεσίες για την εφαρμογή του προγράμματος, καθώς και η επιλογή των δύο περιοχών της Επικράτειας όπου θα εφαρμοστεί πιλοτικά το πρόγραμμα.

 

4. Η πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος αρχίζει την 01-01-2014.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ4: Αύξηση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης

 

1. Από 01-01-2013 για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και της Τράπεζας της Ελλάδος, εφαρμόζονται οι προϋποθέσεις του νόμου [Ν] 3863/2010 (ΦΕΚ 115/Α/2010), όπως ισχύει, ως προς τα όρια ηλικίας και το χρόνο ασφάλισης, όπως αυτά διαμορφώνονται με τις ανωτέρω διατάξεις από 01-01-2015.

 

2. Από 01-01-2013, όλα τα όρια ηλικίας της παραγράφου 1, καθώς και όλα τα ισχύοντα την 31-12-2012 όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου αυτά προβλέπονται, αυξάνονται κατά 2 έτη.

 

3. Από την αύξηση των ορίων ηλικίας ή / και του χρόνου ασφάλισης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού εξαιρούνται: α) οι ασφαλισμένες που θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις ως μητέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων, καθώς και οι χήροι πατέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων, β) οι ασφαλισμένοι στους ανωτέρω φορείς κοινωνικής ασφάλισης που έχουν ενταχθεί σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας του νόμου 4024/2011 (ΦΕΚ 226/Α/2011).

 

4. Θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέχρι 31-12-2012, λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης και ορίων ηλικίας, όπου αυτά προβλέπονται, δεν θίγονται και δύνανται να ασκηθούν οποτεδήποτε.

 

5. Οι ασφαλισμένοι των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, οι οποίοι μέχρι 31-12-2012 έχουν κατοχυρώσει ή κατοχυρώνουν τις κατ' έτος προβλεπόμενες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, όπως αυτές καθορίζονται με το άρθρο 10 του νόμου [Ν] 3863/2010 (ΦΕΚ 115/Α/2010), όπως ισχύει, ή από προγενέστερες γενικές ή άλλες διατάξεις, δύνανται να συνταξιοδοτηθούν με τις προϋποθέσεις του ορίου ηλικίας και του χρόνου ασφάλισης που κατά περίπτωση κατοχυρώνουν.

 

6. Από 01-01-2014, το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 34 του νόμου 3996/2011 (ΦΕΚ 170/Α/2011), Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ), καταβάλλεται στους συνταξιούχους γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, με τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας. Ειδικά για τα παιδιά που λαμβάνουν σύνταξη λόγω θανάτου του γονέα τους, καθώς και για τους ανάπηρους με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω, το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων καταβάλλεται χωρίς να απαιτείται η συμπλήρωση του παραπάνω ορίου ηλικίας. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 34 του νόμου 3996/2011.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ4.6 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 8 του νόμου 4237/2014 (ΦΕΚ 36/Α/2014).

 

Υποπαράγραφος ΙΑ5: Μείωση συντάξεων και εφάπαξ βοηθημάτων

 

1. Από 01-01-2013 η μηνιαία σύνταξη ή το άθροισμα των μηνιαίων συντάξεων άνω των 1.000,00 ευρώ από οποιαδήποτε πηγή και για οποιαδήποτε αιτία μειώνονται ως εξής:

 

α. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος άνω των 1.000,01 ευρώ και έως 1.500,00 ευρώ μειώνεται στο σύνολο του ποσού κατά 5% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000,01 ευρώ.

 

β. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος από 1.500,01 ευρώ έως 2.000,00 ευρώ μειώνεται στο σύνολο του ποσού κατά 10% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.425,01 ευρώ.

 

γ. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος από 2.000,01 ευρώ έως 3.000,00 ευρώ μειώνεται κατά ποσοστό 15% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.800,01 ευρώ.

 

δ. Ποσό σύνταξης ή συντάξεων από 3.000,00 ευρώ και άνω μειώνεται κατά ποσοστό 20% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 2.550,01 ευρώ.

 

Στο ως άνω άθροισμα λαμβάνονται υπόψη τα μερίσματα, καθώς και κάθε είδους προσαυξήσεις. Επί του αθροίσματος αυτού το ποσό της μείωσης επιμερίζεται αναλογικά σε κάθε φορέα ή τομέα και αποτελεί έσοδο του οικείου ασφαλιστικού φορέα ή τομέα.

 

Για τον υπολογισμό του ποσοστού της μείωσης λαμβάνεται υπόψη το καταβλητέο ποσό συντάξεως ή του ως άνω αθροίσματος την 31-12-2012 μετά τις μειώσεις και τις παρακρατήσεις της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων.

 

Από τις ανωτέρω μειώσεις εξαιρούνται όσοι λαμβάνουν το μηνιαίο εξωιδρυματικό επίδομα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 42 του νόμου [Ν] 1140/1981 (ΦΕΚ 68/Α/1981), όπως ισχύουν.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ5.1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 34 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

2. Στους ασφαλισμένους μέχρι 31-12-1992 που αποχώρησαν ή θα αποχωρήσουν της υπηρεσίας από 01-08-2010 και μετά, στους οποίους δεν έχει εκδοθεί η σχετική απόφαση χορήγησης του εφάπαξ βοηθήματος, το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος μειώνεται ποσοστιαία κατά φορέα - τομέα πρόνοιας. Συγκεκριμένα: στον Τομέα Πρόνοιας Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου του Ταμείου Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα κατά 2,21%, στον Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων του Ταμείου Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα κατά 17,35%, στον Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ιπποδρομιών του Ταμείου Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα κατά 18,38%, στον Τομέα Πρόνοιας Ξενοδοχοϋπαλλήλων του Ταμείου Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα κατά 29,77%, στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Φαρμακευτικών Εργασιών του Ταμείου Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα κατά 63,91%, στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Εμπορικών Καταστημάτων του Ταμείου Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα κατά 41,52%, στον Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων κατά 22,67%, στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων κατά 42,29%, στον Τομέα Πρόνοιας Ορθόδοξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων κατά 36,94%, στον Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ταμείου Νομικών του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων κατά 52,21%, στον Τομέα Πρόνοιας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων κατά 6,19%, στον Τομέα Πρόνοιας Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Αθηνών του Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας κατά 8,21%, στον Τομέα Πρόνοιας Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Θεσσαλονίκης του Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας κατά 28,41%, στον Κλάδο Ασφάλισης Προσωπικού Δημόσιας Επιχείρισης Ηλεκτρισμού του Ταμείου Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας κατά 3,84%, στον Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ιονικής - Λαϊκής Τράπεζας του Ταμείου Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας κατά 41,17%, στον Τομέα Πρόνοιας Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων κατά 17,42%, στον Τομέα Πρόνοιας Δικηγόρων Αθηνών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων κατά 32,80%, στον Τομέα Πρόνοιας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων κατά 83,00%, στον Τομέα Πρόνοιας Αστυνομικών του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας κατά 1,94%, στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας κατά 45,49%, στο Λογαριασμό Πρόνοιας Υπαλλήλων Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών κατά 35,11%. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας μετά από τεκμηριωμένη εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου των οριζομένων στο προηγούμενο εδάφιο Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης πλην του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων μπορεί να αυξομειώνεται το ανωτέρω οριζόμενο ποσοστό μείωσης μέχρι 35%.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ5.2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 34 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

3. Οι ανωτέρω μειώσεις στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού Δημόσιας Επιχείρισης Ηλεκτρισμού του Ταμείου Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας διενεργούνται μετά την εφαρμογή των μειώσεων που προβλέπονται με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του νόμου 4024/2011 (ΦΕΚ 226/Α/2011).

 

4. Η ποσοστιαία μείωση 42,29%, καθώς και κάθε μεταβολή αυτής, στο ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγεί ο Τομέας Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων για χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε μετά την 01-01-2006 έχει εφαρμογή και στο ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που δικαιούνται οι αποχωρούντες υπάλληλοι, ασφαλισμένοι στο καθεστώς του νόμου [Ν] 103/1975 (ΦΕΚ 167/Α/1975), από το νομικό πρόσωπο στο οποίο τηρείτο ο λογαριασμός του νόμου [Ν] 103/1975 (ΦΕΚ 167/Α/1975) για χρόνο υπηρεσίας που διανύθηκε μέχρι 31-12-2005, σύμφωνα με το άρθρο 21 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004).

 

5. Στα πρόσωπα που δεν έχουν καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής ή οποιασδήποτε άλλης αποζημίωσης καταβάλλεται η αποζημίωση, λόγω αποχώρησης από την υπηρεσία για οποιονδήποτε λόγο, του νόμου [Ν] 3198/1955 (ΦΕΚ 98/Α/1955) σε συνδυασμό με το νόμο [Ν] 2112/1920 (ΦΕΚ 67/Α/1920) όπως ισχύουν. Το ποσό της καταβαλλόμενης αποζημίωσης είναι ανάλογο με το χρόνο υπηρεσίας που έχει πραγματοποιηθεί εκτός της ασφάλισης σε φορέα - τομέα πρόνοιας προς το συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους. Σε καμία περίπτωση η εν λόγω αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των 15.000,00 ευρώ.

 

6. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που ορίζει διαφορετικά τα θέματα των προηγούμενων περιπτώσεων καταργείται.

 

7. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, που εκδίδεται μέχρι 31-12-2012, μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, καθορίζεται η νέα τεχνική βάση για τις εφάπαξ παροχές των φορέων - τομέων πρόνοιας, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίησή της. Από 01-01-2014 το εφάπαξ βοήθημα που χορηγείται σε όλους τους ασφαλισμένους των φορέων - τομέων πρόνοιας υπολογίζεται σύμφωνα με τη νέα τεχνική βάση για τις εφάπαξ παροχές.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ6: Ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών - ανασχεδιασμός συνταξιοδότησης ανασφάλιστων - Ενιαίο σύστημα ελέγχου και πληρωμών συντάξεων και άλλες ρυθμίσεις

 

1. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τους ασφαλιζόμενους από 01-01-1993 μισθωτούς που προβλέπεται στην περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του νόμου [Ν] 2084/1992 (ΦΕΚ 165/Α/1992), όπως αυτή έχει αντικατασταθεί με την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004), ισχύει από 01-01-2013 και για τους υπαχθέντες στην ασφάλιση μέχρι 31-12-1992 μισθωτούς των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας συμπεριλαμβανομένων του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και της Τράπεζας της Ελλάδος. Όπου από γενική ή καταστατική διάταξη προβλέπεται μεγαλύτερο ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών, αυτό διατηρείται.

 

2. Αξιώσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που αφορούν την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών παραγράφονται μετά εικοσαετία από την τελευταία καταβολή. Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.

 

3. Από 01-01-2013 τα επιδόματα και δώρα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή κανονιστική πράξη ή καταστατική διάταξη για τους συνταξιούχους και βοηθηματούχους όλων των φορέων και τομέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθώς και του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων, του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και της Τράπεζας της Ελλάδος καταργούνται. Κατ' εξαίρεση από 01-01-2013 χορηγείται σε όσους λαμβάνουν το εξωιδρυματικό επίδομα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 42 του νόμου [Ν] 1140/1981, όπως ισχύουν, ως δώρο Χριστουγέννων ολόκληρο το ποσό του εξωιδρυματικού επιδόματος και ως δώρο Πάσχα και επιδόματος αδείας το ήμισυ του μηνιαία καταβαλλόμενου επιδόματος. Το ανωτέρω συνολικό ετήσιο ποσό των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα καθώς και του επιδόματος αδείας επιμερίζεται σε δωδεκάμηνη βάση και προσαυξάνει τη μηνιαία σύνταξή τους.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ6.3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 34 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

4. Από 01-01-2013 διακόπτεται η καταβολή της σύνταξης από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (τέως Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών) στους εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων και τα δικαιοδόχα μέλη τους που συνταξιοδοτήθηκαν για την ιδιότητά τους αυτή με βάση καταστατικές διατάξεις του τέως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Εκπροσώπων και Υπαλλήλων Εργατικών Επαγγελματικών Οργανώσεων (ΤΕΑΕΥΕΕΟ) του αναγκαστικού νόμου [Ν] 971/1937 (ΦΕΚ 482/Α/1937). Κατ' εξαίρεση, εξακολουθούν να καταβάλλονται συντάξεις στα πρόσωπα της ανωτέρω κατηγορίας και τα δικαιοδόχα μέλη τους, εφόσον δεν εργάζονται και δεν λαμβάνουν σύνταξη από άλλο φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως ονομασίας και νομικής μορφής, ή το Δημόσιο.

 

Από την ίδια ως άνω ημερομηνία εξαιρούνται από την ασφάλιση στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (τέως Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών) οι εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων που απέκτησαν την ιδιότητά τους αυτή μέχρι τη συγχώνευση του τέως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Εκπροσώπων και Υπαλλήλων Εργατικών Επαγγελματικών Οργανώσεων στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών.

 

Οι ασφαλισμένοι του τέως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Εκπροσώπων και Υπαλλήλων Εργατικών Επαγγελματικών Οργανώσεων, οι οποίοι ήταν υπάλληλοι συνδικαλιστικών οργανώσεων ή του συγχωνευθέντος Ταμείου, καθώς και οι συνταξιούχοι της κατηγορίας αυτής, διέπονται από 01-01-2013 από τις καταστατικές διατάξεις του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (τέως Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών), καθώς και τις διατάξεις της γενικότερης νομοθεσίας, όπως ισχύουν. Οι εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί μέχρι 31-12-2012 οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, διέπονται από τις καταστατικές διατάξεις του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (τέως Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών).

 

5. Από 01-01-2013 η μηνιαία σύνταξη ανασφάλιστων υπερηλίκων του νόμου [Ν] 1296/1982 (ΦΕΚ 128/Α/1982), όπως ισχύει, καταβάλλεται, εφόσον συντρέχουν αθροιστικά οι εξής προϋποθέσεις:

 

α. Έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους.

 

β. Δεν λαμβάνουν ή δεν δικαιούνται οι ίδιοι σύνταξη από οποιονδήποτε Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή το Δημόσιο στην Ελλάδα ή το εξωτερικό, ανεξαρτήτως ποσού, και επίσης, σε περίπτωση εγγάμων, δεν λαμβάνει ο / η σύζυγός τους σύνταξη μεγαλύτερη από το πλήρες ποσό της συνταξιοδοτικής παροχής, λόγω γήρατος, του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 4169/1961.

 

γ. Διαμένουν μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα τα τελευταία 20 έτη πριν την υποβολή της αίτησης για συνταξιοδότηση και εξακολουθούν να διαμένουν κατά τη διάρκεια της συνταξιοδότησής τους.

 

δ. Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημά τους, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 4.320 € ή, στην περίπτωση εγγάμων, το συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 8.640 €.

 

Εξαιρούνται της παροχής οι μοναχοί / μοναχές οι οποίοι διαμένουν σε Ιερές Μονές και συντηρούνται από αυτές και όσοι εκτίουν ποινή φυλάκισης.

 

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας μετά γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων και του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την απόδειξη της συνδρομής των προϋποθέσεων που ορίζονται στις περιπτώσεις β' έως δ' της προηγούμενης παραγράφου, και η διαδικασία ελέγχου των εισοδηματικών κριτηρίων, καθώς και οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε όσους υποβάλλουν ανακριβή στοιχεία.

 

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας δύνανται να αναπροσαρμόζονται τα ποσά που αναφέρονται στην περίπτωση δ'.

 

Εκκρεμείς αιτήσεις, καθώς και αιτήσεις που υποβάλλονται μέχρι 31-12-2012 κρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος πλην του ορίου ηλικίας που ορίζεται το 65ο έτος.

 

Με τα κριτήρια που ορίζονται στις περιπτώσεις β' έως και δ' της παρούσας ρύθμισης, επανακρίνονται από 01-01-2013 και όσοι έχουν ήδη καταστεί συνταξιούχοι.

 

6. Εισφορές ασφαλισμένων του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων για υγειονομική περίθαλψη που δεν έχουν καταβληθεί εμπρόθεσμα για χρόνο ασφάλισης μέχρι 31-12-2012, επαναϋπολογίζονται με ποσοστό 2,50% επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 2458/1997 (ΦΕΚ 15/Α/1997) στην οποία είχαν καταταγεί και ισχύει κατά το χρόνο καταβολής των εισφορών.

 

7. Όπου από τις κείμενες διατάξεις του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων αναφέρεται το 64ο έτος της ηλικίας αντικαθίσταται από το 66ο και όπου το 65ο από το 67ο.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 καταργήθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 40 του νόμου [Ν] 4387/2016 (ΦΕΚ 85/Α/2016).

 

8. Από 01-07-2013 η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Ανώνυμη Εταιρεία ΗΔΙΚΑ ΑΕ του νόμου 3607/2007 (ΦΕΚ 245/Α/2007) καθίσταται ενιαίος φορέας ελέγχου και πληρωμών συντάξεων των δικαιούχων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και του Δημοσίου. Από 01-01-2013 μέχρι την 30-06-2013 οι πληρωμές των συντάξεων διενεργούνται από τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας των επόμενων παραγράφων.

 

Από 01-12-2012 η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης συγκεντρώνει, ελέγχει και διασταυρώνει τα στοιχεία των συντάξεων των δικαιούχων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και υπολογίζει το ποσό της μείωσης για τους συνταξιούχους, καθώς και για όσους λαμβάνουν συντάξεις από περισσότερους του ενός φορέα.

 

Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εποπτείας Υπουργείων Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Εθνικής Άμυνας και το Δημόσιο αποστέλλουν έως τη 10η ημέρα κάθε μήνα στην Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης, σε ηλεκτρονική μορφή μηνιαίο αρχείο πληρωμών συντάξεων, στο οποίο περιέχονται αναλυτικά και ανά συνταξιούχο τα ποσά των συντάξεων που καταβάλλει ο κάθε φορέας.

 

Τα Αρχεία Πληρωμών Συντάξεων περιέχουν όλα τα αναγκαία στοιχεία ταυτοποίησης (Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης, Αριθμός Φορολογικού Μητρώου κ.λ.π.).

 

Σε περίπτωση ελλιπών στοιχείων η επεξεργασία υλοποιείται στα διαθέσιμα στοιχεία και στους ταυτοποιημένους συνταξιούχους.

 

Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πραγματοποιούν τις μεταβολές των ποσών συντάξεων για τις οποίες έχουν ενημερωθεί από την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ρυθμίζονται τα θέματα των συντάξεων του Δημοσίου αναφορικά με τις υποχρεώσεις της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης και του Υπουργείου Οικονομικών, θέματα διασταυρώσεων και ταυτοποίησης στοιχείων προσώπων και αλληλοενημερώσεων μεταξύ Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης, Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και ΔΙΑΣ Ανώνυμη Εταιρεία, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τον καθορισμό και την εφαρμογή της διαδικασίας πληρωμής των συντάξεων του Δημοσίου.

 

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των ασφαλιστικών οργανισμών με τις ανωτέρω διατάξεις, οι Πρόεδροι και οι Διοικητές των ανωτέρω οργανισμών κηρύσσονται αυτοδικαίως έκπτωτοι μετά παρέλευση ενός διμήνου από τις οριζόμενες για την εφαρμογή της διάταξης αυτής προθεσμίες.

 

Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.

 

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των Ασφαλιστικών Οργανισμών με την έγκαιρη και ορθή αποστολή των απαραίτητων στοιχείων για τον υπολογισμό των συντάξεων, είτε δεν εφαρμόζουν τις περικοπές σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης, θα γίνεται αναστολή της επιχορήγησης τους για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Αν το μη συμμορφούμενο ταμείο δεν επιχορηγείται από τον κρατικό προϋπολογισμό αναστέλλεται η καταβολή της μισθοδοσίας των υπαλλήλων του μέχρι την συμμόρφωση με τη διάταξη του άρθρου αυτού.

 

Από 01-02-2013 ως ημερομηνία καταβολής των μηνιαίων συντάξεων κύριων, επικουρικών και μερισμάτων των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και του Δημοσίου ορίζεται η προτελευταία εργάσιμη ημέρα του προηγούμενου μήνα. Ο Οργανισμός Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών και ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων εξακολουθούν να καταβάλουν τις συντάξεις κατά την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίηση του παρόντος, καθώς και ο τρόπος εφαρμογής για Ασφαλιστικούς Οργανισμούς που καταβάλλουν παροχές που δεν ανάγονται σε μηνιαία βάση. Από τη δημοσίευση του νόμου αυτού κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ6.8 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 34 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013), με την παράγραφο 1 του άρθρου 36 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013), με την παράγραφο 1 του άρθρου 50 του νόμου 4250/2014 (ΦΕΚ 74/Α/2014).

 

9. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 2963/1954 (ΦΕΚ 195/Α/1954), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, εισφορά 0,75% επί των ημερομισθίων και μισθών των εργαζομένων υπέρ του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, η οποία βαρύνει τον οικείο εργοδότη, καταργείται από 01-11-2012.

 

10. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 678/1977 (ΦΕΚ 246/Α/1977) και του εδαφίου Γ' του άρθρου 7 του νόμου 3144/2003 (ΦΕΚ 111/Α/2003) εισφορά 0,35% υπέρ Οργανισμού Εργατικής Εστίας, η οποία βαρύνει τον οικείο εργοδότη, καταργείται από 01-11-2012.

 

11. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας δύναται να καθοριστεί και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή των περιπτώσεων 9 και 10 της παρούσας υποπαραγράφου.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ7: Ρυθμίσεις για το επάγγελμα του φορτοεκφορτωτή, τις επιχειρήσεις προσωρινής απασχόλησης, τα ιδιωτικά γραφεία ευρέσεως εργασίας για την εφαρμογή των νόμων 3919/2011 και 4038/2012

 

1. Όλες οι σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία φορτοεκφορτωτικές εργασίες, ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς της χρήσης του τόπου φόρτωσης (όπως για παράδειγμα είναι οι κεντρικές αγορές, τα λιμάνια κ.λ.π.) εκφόρτωσης, μεταφοράς και στοιβασίας των εμπορευμάτων ή άλλων κινητών πραγμάτων, διενεργούνται από εργαζομένους που είναι εφοδιασμένοι με τη βεβαίωση της παραγράφου 4 του παρόντος. Από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας εξαιρούνται οι λιμενικές ζώνες Πειραιώς και Θεσσαλονίκης.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.1 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

2. Κατ' εξαίρεση, δεν απαιτείται να εκτελούνται από εργαζομένους που διαθέτουν τη βεβαίωση της παραγράφου 4 του παρόντος οι ακόλουθες κατηγορίες φορτοεκφορτωτικών εργασιών:

 

α) Φορτώσεις γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, λιπασμάτων, γεωργικών εφοδίων ή άλλων ειδών που ανήκουν στους παραγωγούς από τους τόπους παραγωγής προς χώρους αποθήκευσης για λογαριασμό των παραγωγών.

 

β) Φορτώσεις ή εκφορτώσεις ειδών σε χώρους βιομηχανικής παραγωγής.

 

γ) φορτώσεις ή εκφορτώσεις από νομικά πρόσωπα που παρείχαν πριν τη δημοσίευση του παρόντος, ως παραχωρησιούχοι ή πάροχοι αυτών λιμενικές υπηρεσίες φορτοεκφόρτωσης, εφόσον διατίθεται και συνεχίζει να υφίσταται σύστημα εκπαίδευσης σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας του μόνιμου προσωπικού ή τυχόν συνεργαζόμενων με σύμβαση έργου, που διενεργείται από αναγνωρισμένο φορέα. Οι εργαζόμενοι των παραπάνω νομικών προσώπων και μόνον εφόσον διατηρείται σε ισχύ σχέση εξαρτημένης εργασίας ή σύμβαση έργου, θεωρούνται κατά περίπτωση ισοδύναμοι με τους αναφερόμενους στην παράγραφο 4 του παρόντος για την άσκηση της εταιρικής δραστηριότητας χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ.7.2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 40 του νόμου 4144/2013 (ΦΕΚ 88/Α/2013).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.2 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

3. Για τους φορτοεκφορτωτές που δεν απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας η αμοιβή τους συμφωνείται ελευθέρως με τον φορτοπαραλήπτη. Σε κάθε άλλη περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις της κείμενης εργατικής νομοθεσίας. Οι κανονισμοί διεξαγωγής των φορτοεκφορτωτικών εργασιών καταρτίζονται με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και σε περίπτωση που δεν υπάρχουν Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, για μεν τα λιμάνια με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Ναυτιλίας και Αιγαίου, για την ξηρά με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. Ως προς την κοινωνική και ασφαλιστική προστασία αυτών, οι φορτοεκφορτωτές ασφαλίζονται στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών και η ασφαλιστική τους σχέση διέπεται από την οικεία νομοθεσία που διέπει το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών και τους κανονισμούς αυτού.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.3 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

4. α. Για την άσκηση του επαγγέλματος του φορτοεκφορτωτή ξηράς ή λιμένος απαιτούνται να συντρέχουν σωρευτικά στο πρόσωπο του ενδιαφερομένου οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

α)α) Είναι Έλληνας πολίτης ή ομογενής ή πολίτης κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή υπήκοος τρίτης χώρας που εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου της 25-11-2003 και στον οποίο έχει χορηγηθεί το καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος στην Ελλάδα, εφόσον για τον τελευταίο δεν συντρέχει κώλυμα δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας,

 

β)β) έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του,

 

γ)γ) είναι υγιής και γενικώς ικανός και κατάλληλος για την άσκηση του επαγγέλματος, βάσει ιατρικής γνωμάτευσης των υγειονομικών επιτροπών του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας,

 

δ)δ) δεν έχει καταδικαστεί ή δεν διώκεται ποινικά για εγκλήματα κατά της ασφάλειας των μεταφορών, σωματεμπορία, λαθρεμπόριο και εγκλήματα κατά της δημόσιας ή της ιδιωτικής περιουσίας.

 

β. α)α) Οι ενδιαφερόμενοι που πληρούν τις ως άνω προϋποθέσεις υποβάλλουν, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, αναγγελία έναρξης άσκησης του επαγγέλματος του φορτοεκφορτωτή ξηράς ή λιμένος, επισυνάπτοντας φάκελο με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, στο Τμήμα Φορτοεκφορτωτών της Διεύθυνσης Αμοιβής του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ως αρμόδιας υπηρεσίας. Η υπηρεσία προχωρεί στην εξέταση των δικαιολογητικών και σε περίπτωση συνδρομής των σχετικών προϋποθέσεων καταχωρεί τον ενδιαφερόμενο στο Εθνικό Μητρώο Φορτοεκφορτωτών, που λειτουργεί στο Τμήμα Φορτοεκφορτωτών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και εκδίδει υποχρεωτικά βεβαίωση, εντός αποκλειστικής δεκαήμερης προθεσμίας από την ημερομηνία υποβολής της αναγγελίας και της κατάθεσης όλων των δικαιολογητικών.

 

β)β) Το Εθνικό Μητρώο Φορτοεκφορτωτών λειτουργεί ως δημόσιος κόμβος πιστοποίησης των προϋποθέσεων για τη νόμιμη άσκηση του επαγγέλματος του φορτοεκφορτωτή, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, καθώς και ενημέρωσης των ενδιαφερομένων για την απασχόληση στον κλάδο. Το Εθνικό Μητρώο Φορτοεκφορτωτών θα λειτουργεί από 15-04-2013 αποκλειστικά ηλεκτρονικά.

 

Ειδικότερα, το Εθνικό Μητρώο Φορτοεκφορτωτών περιλαμβάνει δύο επίπεδα:

 

(α) Το Μητρώο Α' (Εισαγωγικό) αφορά τα πρόσωπα εκείνα που εκτελούν τις φορτοεκφορτωτικές εργασίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων του χειρισμού μηχανημάτων και οχημάτων φορτοεκφόρτωσης, του χειρισμού ειδικών ή επικίνδυνων φορτίων και της διενέργειας εξειδικευμένων φορτοεκφορτωτικών εργασιών, όπως θα εξειδικευθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Ναυτιλίας και Αιγαίου. Στο Μητρώο αυτό εγγράφονται όλα ανεξαιρέτως τα πρόσωπα που πληρούν τις προϋποθέσεις του εδαφίου α' της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και θα παρακολουθούν υποχρεωτικά ειδικό πρόγραμμα κατάρτισης σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας της φορτοεκφορτωτικής εργασίας σύμφωνα με το άρθρο 12 της Οδηγίας 391/1989/ΕΚ, όπως θα εξειδικευθεί με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και Ναυτιλίας και Αιγαίου.

 

(β) Το Μητρώο Β' αφορά τα πρόσωπα εκείνα που εκτελούν τις πάσης φύσεως φορτοεκφορτωτικές εργασίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ανάλογα με την πιστοποιημένη εξειδίκευσή τους. Προκειμένου να εγγραφούν στο Μητρώο Β', οι ενδιαφερόμενοι και εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Α' πρέπει να έχουν πιστοποιηθεί σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού με βάση τις προδιαγραφές που προβλέπει το Επαγγελματικό Περίγραμμα Φορτωτή - Εκφορτωτή Λιμένος και Ξηράς.

 

Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και Ναυτιλίας και Αιγαίου, θα καθορισθούν οι λεπτομέρειες που αφορούν, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία της πιστοποίησης, καθώς και το περιεχόμενο, τη διάρκεια, τις διαδικασίες υλοποίησης, τις πηγές χρηματοδότησης και κάθε άλλο θέμα που αφορά στην υλοποίηση προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης που μπορούν να οδηγήσουν στη λήψη της πιστοποίησης. Τα τυχόν διαθέσιμα του πρώην Λογαριασμού Προστασίας Φορτοεκφορτωτών Λιμενεργατών κατά τη στιγμή της δημοσιεύσεως του παρόντος μπορούν να διατίθενται για τους παραπάνω σκοπούς με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Ναυτιλίας και Αιγαίου.

 

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και όποιου τυχόν άλλου συναρμόδιου Υπουργού κατά περίπτωση απαιτείται, που εκδίδεται έπειτα από εισήγηση της Διεύθυνσης Αμοιβής του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ρυθμίζονται όλα τα ειδικότερα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας του Εθνικού Μητρώου Φορτοεκφορτωτών, το περιεχόμενο και ο τύπος της βεβαίωσης φορτοεκφορτωτή ξηράς και λιμένος, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα και λεπτομέρεια.

 

γ. Οι ενδιαφερόμενοι ενημερώνονται άμεσα με την υποβολή της αναγγελίας στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ότι δεν μπορούν να ασκήσουν νόμιμα το επάγγελμα του φορτοεκφορτωτή ξηράς ή λιμένος πριν τη χορήγηση της σχετικής βεβαίωσης ή την άπρακτη παρέλευση της δεκαήμερης αποκλειστικής προθεσμίας.

 

δ. Σε περίπτωση μη συνδρομής των σχετικών προϋποθέσεων, η υπηρεσία ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο ότι δεν μπορεί να του χορηγηθεί η σχετική βεβαίωση και επομένως αυτός δεν μπορεί να ασκήσει νόμιμα το επάγγελμα του φορτοεκφορτωτή ξηράς ή λιμένος.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.4 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

5. Οι εφοδιασμένοι νομίμως μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου με βιβλιάρια επαγγελματικής ταυτότητας φορτοεκφορτωτή ξηράς ή λιμένος εγγράφονται αυτοδικαίως στο Εθνικό Μητρώο Φορτοεκφορτωτών (Μητρώο Β') με μόνη την υποβολή σχετικής αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία, λαμβάνοντας άμεσα τη βεβαίωση σύμφωνα με το εδάφιο β' της παραγράφου 4 του παρόντος, η οποία και ισοδυναμεί με το βιβλιάριο.

 

Από τη χορήγηση της βεβαίωσης παύει να ισχύει το βιβλιάριο επαγγελματικής ταυτότητας φορτοεκφορτωτή ξηράς ή λιμένος.

 

Εγγράφονται επίσης αυτοδικαίως στο Εθνικό Μητρώο Φορτοεκφορτωτών (Μητρώο Β') με μόνη την υποβολή σχετικής αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία και όσοι έχουν ήδη αναγγελθεί και έχουν καταθέσει τα νόμιμα απαιτούμενα δικαιολογητικά στις Επιτροπές Ρύθμισης Φορτοεκφορτώσεων Ξηράς ή στις Επιτροπές Ρύθμισης Φορτοεκφορτώσεων Λιμένος ή έχει περάσει άπρακτη η τρίμηνη αποκλειστική προθεσμία.

 

Όσοι φορτοεκφορτωτές είναι ήδη πιστοποιημένοι σε συγκεκριμένα επίπεδα εγγράφονται αυτόματα στο αντίστοιχο Μητρώο.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.5 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

6. α. Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας διεξάγει μέσω των περιφερειακών υπηρεσιών Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία τακτικούς και έκτακτους ελέγχους σε επιχειρήσεις και χώρους εργασίας όπου απασχολούνται φορτοεκφορτωτές.

 

β. Η Γενική Διεύθυνση Υγιεινής και Ασφάλειας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ενημερώνει τους φορτοεκφορτωτές και τους φορτοπαραλήπτες σχετικά με τα μέτρα πρόληψης, ασφάλειας και προστασίας της υγείας των φορτοεκφορτωτών και της δημόσιας υγείας, καθώς και για τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνουν για την προστασία αυτών.

 

γ. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των διαδικασιών ελέγχου, ο τύπος και το περιεχόμενο των εντύπων και οδηγιών ενημέρωσης του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και της Γενικής Διεύθυνσης Υγιεινής και Ασφάλειας του Υπουργείου, οι επιβαλλόμενες ποινές και κυρώσεις, και όποιο άλλο σχετικό θέμα αφορά την εφαρμογή της ελληνικής και κοινοτικής νομοθεσίας σε ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας στην εργασία ή την απασχόληση των φορτοεκφορτωτών. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου, καθορίζονται οι όροι και οι διαδικασίες εισόδου των λιμενεργατών στους λιμενικούς χώρους, ο έλεγχος από τις λιμενικές αρχές για τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στην ασφάλεια των λιμένων και της ναυσιπλοΐας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.6 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

7. Το σύνολο των κανονιστικών πράξεων που προβλέπονται ανωτέρω εκδίδονται το αργότερο μέχρι 31-12-2012, σταδιακά και κατά προτεραιότητα αναγκαιότητας από τη δημοσίευση του παρόντος.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.7 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 34 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.7 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

8. Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Ναυτιλίας και Αιγαίου δύναται να καθορίζονται τυχόν δικαιώματα, αμοιβές και αποζημιώσεις υπέρ τρίτων που επιβαρύνουν τα φορτία κατά τις φορτοεκφορτώσεις στους λιμένες.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.8 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 63 του νόμου 4150/2013 (ΦΕΚ 102/Α/2013).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.8 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

9. Από τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται οι ακόλουθες διατάξεις νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, αναγκαστικών νόμων, νομοθετικών διαταγμάτων, όπως ισχύουν σήμερα, καθώς και κάθε κανονιστική διοικητική πράξη που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση αυτών:

 

Το άρθρο 5 του νόμου [Ν] 74/1975 (ΦΕΚ 139/Α/1975).
Το νομοθετικό διάταγμα [Ν] 1254/1949 (ΦΕΚ 288/Α/1949) με εξαίρεση τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 αυτού.
Το άρθρο 9 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3789/1957.
Τα άρθρα 11 και 12 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 369/1989.
Η παράγραφος 4 του άρθρου 1, τα άρθρα 3, 4, 5, 6, οι παράγραφοι 1, 3, 5, 6 και 7 του άρθρου 7 του νόμου [Ν] 1082/1980 και το προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 104/1985.
Τα άρθρα 37, 38 και 39 του νόμου [Ν] 3239/1955.
Οι παράγραφοι 3, 5, 6 και 7 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 4504/1966.
Το από [ΠΔ] 04-03-1932 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 64/Α/1932) Κωδικοποιημένος Νόμος [Ν] 5167/1932 με εξαίρεση τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ' εφαρμογή του άρθρου 11 αυτού.
Ο νόμου [Ν] 1473/1950.
Ο αναγκαστικός νόμος [Ν] 2212/1940.
Ο νόμος [Ν] 1749/1944.
Το άρθρο 26 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3083/1954.
Ο αναγκαστικός νόμος [Ν] 381/1936.
Το άρθρο 2 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1782/1942.
Το άρθρο 5 του νόμου [Ν] 6178/1934 με εξαίρεση τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ' εφαρμογή του άρθρου 5 αυτού.
Το άρθρο 4 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1495/1938.
Το άρθρο 9 εδάφιο 1 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 583/1937.
Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 4547/1955.
Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 25 του νόμου [Ν] 1876/1990.

 

Οι Επιτροπές Ρύθμισης Φορτοεκφορτώσεων Ξηράς που προβλέπονταν στο άρθρο 11 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 369/1989 (ΦΕΚ 164/Α/1989), καθώς και οι Επιτροπές Ρύθμισης Φορτοεκφορτώσεων Λιμένων που προβλέπονταν στο άρθρο 12 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 369/1989, οι οποίες καταργήθηκαν με τα παραπάνω εδάφια, ασκούν μόνο και αποκλειστικά αρμοδιότητες εκκαθάρισης, για θέματα, που προβλέπονται στην περίπτωση στ' της παραγράφου 3 του άρθρου 11 και στην περίπτωση ζ' της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 369/1989, και αυτό μέχρι την περάτωση της εκκαθάρισης των λογαριασμών τους και όχι πέραν του διμήνου από τη δημοσίευση του νόμου.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.9 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 40 του νόμου 4144/2013 (ΦΕΚ 88/Α/2013).

 

10. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη με τις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου καταργείται.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ7.10 καταργήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 4455/2017 (ΦΕΚ 22/Α/2017).

 

Υποπαράγραφος ΙΑ8: Τροποποιούμενες διατάξεις περί επιχειρήσεων προσωρινής απασχόλησης

 

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 122 του νόμου 4052/2012 (ΦΕΚ 41/Α/2012) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Οι επιχειρήσεις προσωρινής απασχόλησης δεν επιτρέπεται να ασκούν άλλη δραστηριότητα πέραν αυτής που ορίζεται στο άρθρο 115 περίπτωση β', με εξαίρεση:

 

α) μεσολάβηση για εξεύρεση θέσεως εργασίας, για την οποία έχει γίνει αναγγελία έναρξής της στη Διεύθυνση Απασχόλησης και δεν έχει απαγορευτεί η άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας,

β) αξιολόγηση ή και κατάρτιση ανθρώπινου δυναμικού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις,

γ) συμβουλευτική και επαγγελματικό προσανατολισμό, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.}

 

2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 123 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{Επιχείρηση Προσωρινής Απασχόλησης μπορεί να συσταθεί από φυσικό ή νομικό πρόσωπο.}

 

3. Τα άρθρα 2 και 3 της υπ' αριθμόν [Α] 30342/2002 απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ 337/Β/2002) καταργούνται.

 

4. Η περίπτωση α' της παραγράφου 4 του άρθρου 117 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{α) Αν συνεχίζεται η απασχόληση του μισθωτού από τον έμμεσο εργοδότη μετά τη λήξη της διάρκειας της αρχικής τοποθέτησης και των τυχόν νόμιμων ανανεώσεων της ακόμα και με νέα τοποθέτηση, χωρίς να μεσολαβεί διάστημα 23 ημερολογιακών ημερών, θεωρείται ότι πρόκειται για σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου μεταξύ του μισθωτού και του έμμεσου εργοδότη.}

 

Υποπαράγραφος ΙΑ9: Τροποποιούμενες διατάξεις περί ιδιωτικών γραφείων εργασίας

 

1. α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 98 του νόμου 4052/2012 (ΦΕΚ 41/Α/2012) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Αντικείμενο των Ιδιωτικών Γραφείων Ευρέσεως Εργασίας (στο εξής ΙΓΕΕ) και των υποκαταστημάτων τους είναι η μεσολάβηση για τη σύναψη συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας μεταξύ εργοδοτών και αναζητούντων εργασία ημεδαπών ή πολιτών κράτους - μέλους Ευρωπαϊκής Ένωσης ή νομίμως διαμενόντων στην Ελλάδα πολιτών τρίτων χωρών με δικαίωμα πρόσβασης στην απασχόληση, υπό την προϋπόθεση ότι για συγκεκριμένες ειδικότητες δεν προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις διαφορετικός τρόπος προώθησης στην απασχόληση. Επίσης, τα Ιδιωτικά Γραφεία Ευρέσεως Εργασίας επιτρέπεται να ασκούν τη δραστηριότητα της συμβουλευτικής και του επαγγελματικού προσανατολισμού, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις κείμενες διατάξεις.}

 

β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 98 του νόμου 4052/2012 καταργείται.

 

2. Το εδάφιο β' της παραγράφου 2 του άρθρου 100 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{β. να είναι κάτοχος πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ημεδαπής ή με αναγνωρισμένο ισότιμο τίτλο αλλοδαπής, οποιουδήποτε αντικειμένου, αλλά να διαθέτει αποδεδειγμένη διετή εμπειρία σε θέματα διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα στοιχεία i), ii) και iii) της υποπερίπτωσης β)β' της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 101.}

 

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 100 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{3. Οι μεσολαβήσεις διενεργούνται από τον διευθυντή του Ιδιωτικού Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας ή και από υπάλληλο του Ιδιωτικού Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας, ο οποίος έχει τα προσόντα που προβλέπονται στην παράγραφο 2.}

 

4. Η περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{β) ως προς την κτιριακή υποδομή: Το Ιδιωτικό Γραφείο Ευρέσεως Εργασίας πρέπει να διαθέτει έναν επαγγελματικό χώρο, ιδιόκτητο ή μισθωμένο, αυτόνομο για τους σκοπούς του, ώστε να προστατεύονται τα προσωπικά δεδομένα των αναζητούντων εργασία και των εργοδοτών. Ο ανωτέρω χώρος πρέπει να είναι σύμφωνος με το προεδρικό διάταγμα 16/1996 Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας στους χώρους εργασίας σε συμμόρφωση με την Οδηγία 1989/654/EOK (ΦΕΚ 10/Α/1996). Το Ιδιωτικό Γραφείο Ευρέσεως Εργασίας πρέπει να προσκομίζει πιστοποιητικό πυρασφάλειας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και φωτοαντίγραφο του τίτλου ιδιοκτησίας ή του μισθωτηρίου συμβολαίου.}

 

5. Το στοιχείο β)β' της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του νόμου 4052/2012 (ΦΕΚ 41/Α/2012) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{β)β) υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του νόμου 1599/1986 (ΦΕΚ 75/Α/1986) και της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του νόμου 2690/1999 (ΦΕΚ 45/Α/1999) του Διευθυντή του Ιδιωτικού Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας, στην οποία θα αναφέρεται η επαγγελματική εμπειρία του και η οποία θα συνοδεύεται από τα παρακάτω δικαιολογητικά απόδειξης της διετούς εμπειρίας της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 100.}

 

6. Το στοιχείο i) της υποπερίπτωσης β)β' της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{i) αποδεικτικά της απαιτούμενης επαγγελματικής εμπειρίας για τον Διευθυντή [πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις προϋπηρεσίας εργοδοτών-επιχειρήσεων, βεβαίωση κύριου ασφαλιστικού φορέα ή αντίγραφα των δελτίων ασφαλιστικών εισφορών ή των Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (ΑΠΔ) για το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στις βεβαιώσεις των επιχειρήσεων, βεβαίωση από την οικεία Επιθεώρηση Εργασίας ή απόσπασμα κατατεθειμένου Πίνακα Προσωπικού από αυτήν ή αναγγελία πρόσληψης στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού από τις επιχειρήσεις που χορήγησαν τη βεβαίωση προϋπηρεσίας.}

 

7. Η υποπερίπτωση γ)γ' της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{γ)γ) αναγγελία πρόσληψης από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού και Πίνακα Προσωπικού και ωρών εργασίας που έχει κατατεθεί στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, εκ των οποίων αποδεικνύεται η πρόσληψη του διευθυντή του Ιδιωτικού Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας στην περίπτωση του εδαφίου β' της παραγράφου 1 του άρθρου 100 του παρόντος. Ο Πίνακας Προσωπικού και ωρών εργασίας αναζητείται από την οικεία Επιθεώρηση Εργασίας από τη Διεύθυνση Απασχόλησης.}

 

8. Το στοιχείο δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του νόμου 4052/2012 καταργείται.

 

9. Η παράγραφος 2 του άρθρου 102 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{2. Για την άσκηση της δραστηριότητας / επαγγέλματος από υποκατάστημα Ιδιωτικού Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας πρέπει να πληρούνται οι όροι, οι προϋποθέσεις και να προσκομίζονται τα δικαιολογητικά που ορίζονται στα άρθρα 100 και 101 του παρόντος. Από τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στα ανωτέρω άρθρα προσκομίζονται μόνο αυτά που αφορούν αποκλειστικά το υποκατάστημα και όσα έχουν κατατεθεί ήδη αλλά έχει παρέλθει η ημερομηνία ισχύος τους.}

 

10. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 104 του νόμου 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Ειδικά αν μεταβληθεί η έδρα του Ιδιωτικού Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας ή του υποκαταστήματος αυτού εφαρμόζεται η διαδικασία για έναρξη της άσκησης δραστηριότητας - επαγγέλματος Ιδιωτικού Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας του άρθρου 101, προσκομίζοντας τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που αφορούν την επελθούσα μεταβολή, καθώς και τα δικαιολογητικά που έχουν κατατεθεί ήδη αλλά έχει παρέλθει η ημερομηνία ισχύος τους.}

 

Υποπαράγραφος IA10: Ρυθμίσεις για την ενδυνάμωση της αγοράς εργασίας και προώθηση της απασχόλησης - χρονικά όρια λειτουργίας των καταστημάτων και εργασίας του προσωπικού αυτών

 

1. α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1037/1971 Περί χρονικών ορίων λειτουργίας των καταστημάτων και εργασίας του προσωπικού αυτών από την έναρξη ισχύος του παρόντος αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 7

 

Απαγόρευση συναλλαγών σε καταστήματα Κατά τις ώρες μη λειτουργίας των καταστημάτων απαγορεύεται κάθε συναλλαγή εντός αυτών.}

 

β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1037/1971, το άρθρο 7Α του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1037/1971 που προστέθηκε με το άρθρο 244 του νόμου [Ν] 4072/2012 καταργούνται.

 

2. Η παράγραφος 6 του άρθρου 42 του νόμου 1892/1990 εφαρμόζεται ανεξαρτήτως του χρόνου λειτουργίας των καταστημάτων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1037/1971, όπως αυτό ισχύει σε συνδυασμό με την παράγραφο 1 του άρθρου 42 του νόμου 1892/1990, όπως ισχύει.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ11: Νέο σύστημα διαμόρφωσης κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας (διάταξη πλαίσιο), κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας

 

1. Με την παρούσα διάταξη θεσπίζεται νέο σύστημα καθορισμού νόμιμου κατωτάτου μισθού υπαλλήλων και ημερομισθίου εργατοτεχνιτών, το οποίο τίθεται σε ισχύ την 01-04-2013. Εντός του πρώτου τριμήνου του 2013 θεσπίζεται με πράξη υπουργικού συμβουλίου η διαδικασία διαμόρφωσης νομοθετικά καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, της αγοράς εργασίας (ιδίως ως προς τα ποσοστά ανεργίας και απασχόλησης) και τη διαβούλευση της κυβέρνησης με εκπροσώπους κοινωνικών εταίρων, εξειδικευμένους επιστημονικούς, ερευνητικούς και λοιπούς φορείς. Κατά το Α' τρίμηνο του 2014 το σύστημα αυτό αξιολογείται ως προς την απλότητα και αποτελεσματικότητα της εφαρμογής, τη μείωση της ανεργίας, την αύξηση της απασχόλησης και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

 

2. α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του νόμου [Ν] 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος, ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.}

 

β. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 1876/1990 προστίθενται οι λέξεις:

 

{, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του νόμου.}

 

3. Μέχρι τη λήξη της περιόδου οικονομικής προσαρμογής που προβλέπουν τα Μνημόνια που προσαρτώνται στο νόμο 4046/2012 και οι επακολουθούσες τροποποιήσεις αυτών καθορίζεται ο νόμιμος κατώτατος μισθός υπαλλήλων και το ημερομίσθιο εργατοτεχνιτών ως εξής:

 

(α) Για τους υπάλληλους άνω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός ορίζεται 586,08 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες άνω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται σε 26,18 ευρώ.

 

(β) Για τους υπάλληλους κάτω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός ορίζεται 510,95 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες κάτω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται σε 22,83 ευρώ.

 

(γ) i) Ο κατά τα άνω κατώτατος μισθός των υπαλλήλων άνω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 10% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως τρεις τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών άνω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως έξι τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 18 ετών και άνω.

 

ii) Ο κατά τα άνω κατώτατος μισθός των υπαλλήλων κάτω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 10% για μία τριετία προϋπηρεσίας και για προϋπηρεσία 3 ετών και άνω και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών κάτω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως δύο τριετίες και συνολικά 10% για προϋπηρεσία 6 και άνω ετών.

 

iii) Για τους εγγεγραμμένους ανέργους στα οικεία μητρώα ανέργων, άνω των 25 ετών με διάρκεια συνεχόμενης ανεργίας μεγαλύτερη των 12 μηνών (μακροχρόνια ανεργία ) που προσλαμβάνονται ως υπάλληλοι, ο κατώτατος μισθός της περίπτωσης α' της παρούσης παραγράφου προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία και συνολικά με 15% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω.

 

δ) Οι ως άνω προσαυξήσεις προϋπηρεσίας καταβάλλονται σε εργαζόμενο με προϋπηρεσία σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε ειδικότητα, για μεν τους εργατοτεχνίτες μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους, για δε τους υπαλλήλους μετά τη συμπλήρωση του 19ου έτους της ηλικίας τους και ισχύουν για την συμπληρωθείσα υπηρεσία την 14-02-2012.

 

ε) Πέραν της μηνιαίας τακτικής προσαύξησης λόγω προϋπηρεσίας καμία άλλη προσαύξηση δεν περιλαμβάνεται στο νομοθετικά καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο.

 

στ) Έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10% αναστέλλεται η προσαύξηση του νομοθετικά καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για προϋπηρεσία, που συμπληρώνεται μετά την 14-02-2012.

 

ζ) Ατομικές συμβάσεις εργασίας και συλλογικές συμβάσεις εργασίας κάθε είδους δεν επιτρέπεται να ορίζουν μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης κατώτερο από το νομοθετικά καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος IA11.3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο ΙΑ7.1 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

4. Κάθε αναφορά της ισχύουσας νομοθεσίας γενικά στον ελάχιστο μισθό ή στο ελάχιστο ημερομίσθιο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) νοείται ο νόμιμος νομοθετημένος κατώτατος μισθός και κατώτατο ημερομίσθιο.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ12: Αποζημίωση απόλυσης ιδιωτικών υπαλλήλων με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου

 

1. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου η διάταξη του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 2112/1920 (ΦΕΚ 67/Α/1920), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει και το εδάφιο Β' της παραγράφου 2 του άρθρου 74 του νόμου [Ν] 3863/2010 (ΦΕΚ 115/Α/2010), όπως αυτό τροποποιήθηκε από το εδάφιο β' της παραγράφου 5 του άρθρου 17 του νόμου 3899/2010 (ΦΕΚ 212/Α/2010) αντικαθίστανται ως εξής:

 

{1. Η καταγγελία σύμβασης εργασίας ιδιωτικού υπαλλήλου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των 12 μηνών, δεν δύναται να πραγματοποιηθεί χωρίς προηγούμενη έγγραφη προειδοποίηση του εργοδότη, και η οποία θα ισχύει από την επομένη της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο με τους εξής όρους:

 

α) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 12 συμπληρωμένους μήνες έως 2 έτη, απαιτείται προειδοποίηση 1 μηνός πριν την απόλυση.

β) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 2 έτη συμπληρωμένα έως 5 έτη, απαιτείται προειδοποίηση 2 μηνών πριν την απόλυση.

γ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 5 έτη συμπληρωμένα έως 10 έτη απαιτείται προειδοποίηση 3 μηνών πριν την απόλυση.

δ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 10 έτη συμπληρωμένα και άνω απαιτείται προειδοποίηση 4 μηνών πριν την απόλυση.

 

Εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως τον εργαζόμενο κατά τα ανωτέρω, καταβάλλει στον απολυόμενο το ήμισυ της κατά το επόμενο εδάφιο του παρόντος αποζημίωσης.}

 

2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 2112/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{3. 1. Εργοδότης που παραμελεί την υποχρέωση προειδοποίησης για καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού υπαλλήλου οφείλει να καταβάλει στον απολυόμενο υπάλληλο αποζημίωση απόλυσης ως κατωτέρω, εκτός αν οφείλεται μεγαλύτερη αποζημίωση βάσει σύμβασης ή εθίμου ως εξής:

 

Πίνακας Αποζημιώσεων Υπαλλήλων

Χρόνος υπηρεσίας στον ίδιο εργοδότη

Ποσό αποζημίωσης

1 έτος συμπληρωμένα έως 4 έτη

2 μηνών

4 έτη συμπληρωμένα έως 6 έτη

3 μηνών

6 έτη συμπληρωμένα έως 8 έτη

4 μηνών

8 έτη συμπληρωμένα έως 10 έτη

5 μηνών

10 έτη συμπληρωμένα

6 μηνών

11 έτη συμπληρωμένα

7 μηνών

12 έτη συμπληρωμένα

8 μηνών

13 έτη συμπληρωμένα

9 μηνών

14 έτη συμπληρωμένα

10 μηνών

15 έτη συμπληρωμένα

11 μηνών

16 έτη συμπληρωμένα και άνω

12 μηνών

}

 

Ο υπολογισμός της ως άνω αποζημίωσης γίνεται με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 3198/1955 (ΦΕΚ 98/Α/1955) εξακολουθεί να ισχύει.

 

3. Για ιδιωτικούς υπαλλήλους με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, που ήδη απασχολούνται και έχουν συμπληρώσει στον ίδιο εργοδότη προϋπηρεσία άνω των 17 ετών, καταβάλλεται αποζημίωση απόλυσης επιπλέον της προβλεπόμενης στην προηγούμενη περίπτωση αποζημίωσης, οποτεδήποτε κι αν απολυθούν κατά την εξής αναλογία:

 

Για 17 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

1 μηνός αποζημίωση

Για 18 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

2 μηνών αποζημίωση

Για 19 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

3 μηνών αποζημίωση

Για 20 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

4 μηνών αποζημίωση

Για 21 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

5 μηνών αποζημίωση

Για 22 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

6 μηνών αποζημίωση

Για 23 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

7 μηνών αποζημίωση

Για 24 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

8 μηνών αποζημίωση

Για 25 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

9 μηνών αποζημίωση

Για 26 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

10 μηνών αποζημίωση

Για 27 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα

11 μηνών αποζημίωση

Για 28 έτη προϋπηρεσίας και άνω

12 μηνών αποζημίωση

 

Για τον ανωτέρω υπολογισμό λαμβάνονται υπόψη:

 

i) ο χρόνος προϋπηρεσίας που είχε συμπληρώσει ο υπάλληλος κατά τη δημοσίευση του παρόντος ανεξάρτητα από το χρόνο απόλυσής του, και

 

ii) οι τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης που δεν υπερβαίνουν το πόσο των 2.000 €.

 

Σε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 8 του νόμου [Ν] 3198/1955, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί, λαμβάνονται υπόψη για τον ανωτέρω υπολογισμό οι τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 3198/1955.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος ΙΑ12.3 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 34 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οποιαδήποτε διάταξη ευνοϊκότερη των περιπτώσεων 2 και 3 της παρούσας υποπαραγράφου, προσαρμόζεται στα προβλεπόμενα από αυτές όρια.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ13: Απλοποίηση διαδικασιών και μείωση διοικητικών βαρών που αφορούν το σώμα επιθεώρηση εργασίας

 

1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 30 του νόμου 3996/2011 (ΦΕΚ 170/Α/2001) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Ο εργοδότης υποχρεούται να καταθέσει συμπληρωματικούς πίνακες προσωπικού ως προς τα μεταβληθέντα στοιχεία: α) για την πρόσληψη νέου εργαζομένου, το αργότερο την ίδια ημέρα της πρόσληψης και πάντως πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο, β) για την αλλαγή ή τροποποίηση του ωραρίου ή την οργάνωση του χρόνου εργασίας την ίδια μέρα ή το αργότερο εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την ημέρα αλλαγής ή τροποποίησης του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας και γ) για την αλλαγή νόμιμου εκπροσώπου της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και για μεταβολή των αποδοχών των εργαζομένων εντός 15 μερών. Η κατάθεση συμπληρωματικών στοιχείων μπορεί γίνει γραπτά ή ηλεκτρονικά.}

 

2. Η υπέρβαση του νομίμου ωραρίου εργασίας για περιπτώσεις που δεν υπάγονται στα προβλεπόμενα στις σχετικές διατάξεις του άρθρου 3 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 515/1970 (ΦΕΚ 95/Α/1970) επιτρέπεται για 2 ώρες ημερησίως και έως 120 ώρες το έτος, έπειτα από αναγγελία αυτών από τον εργοδότη στην οικεία Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας πριν ή το αργότερο κατά την ημέρα πραγματοποίησης της υπερωριακής απασχόλησης, με ταυτόχρονη ενημέρωση του Ειδικού Βιβλίου Υπερωριών, που τηρείται στην επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 515/1970 και το άρθρο 13 του νόμου 3846/2010. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω επειγουσών επιχειρησιακών αναγκών, η υπερωριακή απασχόληση επιτρέπεται να αναγγέλλεται στην οικεία Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας το αργότερο εντός της επόμενης ημέρας από την έναρξη της υπερωριακής απασχόλησης. Αντίγραφο της αναγγελίας τηρείται στον τόπο παροχής της εργασίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 35 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013).

 

3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η θεώρηση του βιβλίου δρομολογίων από την οικεία Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας, η τήρηση του οποίου προβλέπεται: α) για τα φορτηγά αυτοκίνητα από τη διάταξη του άρθρου 4 του από [ΒΔ] 28-01-1938 βασιλικού διατάγματος (ΦΕΚ 35/Α/1938) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, β) για τα τουριστικά λεωφορεία από τη διάταξη του άρθρου 2 της υπουργικής απόφασης [Α] 51266/1975 (ΦΕΚ 1458/Β/1975), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, και γ) για τα λεωφορεία του ΚΤΕΛ από τη διάταξη του άρθρου 27 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 246/2006 (ΦΕΚ 261/Α/2006), όπως ισχύει.

 

4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η θεώρηση του Βιβλίου Ημερήσιων Δελτίων Απασχολούμενου Προσωπικού οικοδομικών εργασιών και τεχνικών έργων από την οικεία κοινωνική επιθεώρηση εργασίας, η τήρηση του οποίου προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου μόνου της υπουργικής απόφασης 1801/1989 (ΦΕΚ 569/Β/1989) όπως ισχύει.

 

Υποπαράγραφος ΙΑ14: Χρονικά όρια εργασίας και κατάργηση εισφοράς υπέρ Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων

 

1. Από την ισχύ του παρόντος, η παράγραφος 4 του άρθρου 42 του νόμου 1892/1990 (ΦΕΚ 101/Α/1990) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{4. Με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας μπορούν να καθορίζονται ζητήματα που αφορούν τις ημέρες εβδομαδιαίας απασχόλησης εργαζομένων στα καταστήματα για συνολικό εβδομαδιαίο συμβατικό ωράριο 40 ωρών.}

 

2. Το άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 88/1999 (ΦΕΚ 94/Α/1999) Ελάχιστες προδιαγραφές για την οργάνωση του χρόνου εργασίας σε συμμόρφωση με την Οδηγία 1993/104/ΕΚ αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 3

 

(Άρθρο 3 Οδηγίας)

 

Ημερήσια ανάπαυση

 

Για κάθε περίοδο 24 ωρών, η ελάχιστη ανάπαυση δεν μπορεί να είναι κατώτερη από 11 συνεχείς ώρες.

 

Η περίοδος των 24 ωρών αρχίζει την 00:01 και λήγει την 24:00 ώρα.}

 

3. Το άρθρο 8 του νόμου [Ν] 549/1977 (ΦΕΚ 55/Α/1977), κατά το μέρος που κύρωσε το άρθρο 7 της από 26-01-1977 Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΦΕΚ 60/Β/1977), και το οποίο είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 6 του νόμου 3846/2010 (ΦΕΚ 66/Α/2010), αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 7: Κατάτμηση αδείας

 

i) Επιτρέπεται κατ' εξαίρεση, η κατάτμηση του χρόνου αδείας εντός του αυτού ημερολογιακού έτους σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της αδείας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες των 6 εργασίμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και των 5 εργασίμων ημερών επί πενθημέρου ή προκειμένου περί ανηλίκων των 12 εργασίμων ημερών.

 

ii) Η κατάτμηση του χρόνου αδείας επιτρέπεται και σε περισσότερες των δύο περιόδων, από τις οποίες η μία πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον 12 εργάσιμες ημέρες επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και 10 εργάσιμες ημέρες, επί πενθημέρου, ή προκειμένου περί ανηλίκων 12 εργάσιμες ημέρες, μετά από έγγραφη αίτηση του εργαζόμενου προς τον εργοδότη.

 

Ειδικά, σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό και εποχικό προσωπικό και παρουσιάζουν ιδιαίτερη σώρευση εργασίας που οφείλεται στο είδος ή στο αντικείμενο εργασιών τους, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, για το τακτικό προσωπικό, ο εργοδότης δύναται να χορηγεί το τμήμα της αδείας των 10 εργασίμων ημερών επί πενθημέρου ή 12 επί εξαημέρου, οποτεδήποτε εντός του ημερολογιακού έτους.

 

Η αίτηση αυτή του εργαζόμενου, καθώς και η απόφαση του εργοδότη δεν απαιτούν έγκριση από την αρμόδια υπηρεσία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, διατηρούνται στην επιχείρηση επί 5 έτη και είναι στη διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας.

 

Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής διέπονται κατά τα λοιπά από τις διατάξεις της νομοθεσίας για την άδεια.}

 

4. α. Η προβλεπόμενη εισφορά ασφαλισμένου ποσοστού 4,950 ‰ επί των ανά λίτρο προ Φόρου Προστιθέμενης Αξίας τιμών των βενζινών, των πετρελαίων εκτός πετρελαίου θέρμανσης και φωτιστικού και του υγραερίου υπέρ του Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων ΤΕΑΠΥΚ του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών, της παραγράφου 2 του άρθρου 9 της υπουργικής απόφασης [Α] 20210/4231/152/2004 (ΦΕΚ 427/Β/2004) καταργείται από τον επόμενο μήνα της δημοσίευσης του παρόντος νόμου.

 

β. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών, αναλογιστική μελέτη και γνώμη του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλειας (ΣΚΑ) καθορίζονται οι πόροι υπέρ του Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων ΤΕΑΠΥΚ, ο τρόπος είσπραξης και απόδοσής τους, ο υπολογισμός των παροχών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.