Νόμος 4151/13 - Άρθρο 4

Άρθρο 4: Ρύθμιση άλλων συνταξιοδοτικών θεμάτων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1.α. Στο τέλος της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του νόμου [Ν] 2084/1992 (ΦΕΚ 165/Α/1992) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Για όσους συμπληρώνουν τις ανωτέρω προϋποθέσεις από 01-01-2013 και μετά το όριο ηλικίας καταβολής της σύνταξης αυξάνεται στο 67ο έτος της ηλικίας τους.}

 

β. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 19 του νόμου [Ν] 2084/1992 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα, τα οποία κατά την 31-12-2012 είχαν συμπληρώσει δεκαπενταετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία και το 65ο έτος της ηλικίας τους.}

 

2.α. Από 01-01-2013 οι διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 8 του νόμου [Ν] 2592/1998 (ΦΕΚ 57/Α/1998), όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις συντάξεις των συνταξιούχων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός έχει οριοθετηθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1256/1982 (ΦΕΚ 65/Α/1982) που χορηγούνται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

 

β. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του νόμου [Ν] 2592/1998 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{α. Για την περίπτωση κύριας ή επικουρικής σύνταξης, ως το γινόμενο του συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου επί το ποσό της μηνιαίας σύνταξης που θα εδικαιούτο ο αιτών κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του στη Διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξάρτητα από τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων απονομής σύνταξης και επί τον αριθμό των ετησίως καταβαλλόμενων, σύμφωνα με τη νομοθεσία του οικείου φορέα, μηνιαίων συντάξεων.

 

β. Για την περίπτωση εφάπαξ παροχής, ως το γινόμενο του συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου επί το ποσό της εφάπαξ παροχής που θα εδικαιούτο ο αιτών κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του στη Διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανεξάρτητα από τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων απονομής της εφάπαξ παροχής.}

 

γ. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 6 του άρθρου 18 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:

 

{Η κατά τα ανωτέρω αναγωγή διενεργείται από τον οικείο οργανισμό ασφάλισης και προκειμένου για περιπτώσεις που αφορούν ασφαλιστικά δικαιώματα κύριας σύνταξης και εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, από τις Διευθύνσεις Ελέγχου και Εντολή Πληρωμής της Υπηρεσίας Συντάξεων, κατά περίπτωση.}

 

δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων β' και γ' ισχύουν από 01-05-2004.

 

3. Οι διατάξεις του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 2703/1999 (ΦΕΚ 72/Α/1999) έχουν εφαρμογή και για τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Προμηθειών Υγείας του νόμου 3580/2007 (ΦΕΚ 134/Α/2007). Σε περίπτωση που τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου, πριν το διορισμό τους στις θέσεις αυτές δεν είχαν ασφαλισθεί σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης της Χώρας, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, κατά τη διάρκεια της θητείας τους ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο γενικό ασφαλιστικό σύστημα της Χώρας (Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών).

 

4. α. Οι προθεσμίες του άρθρου 3 του νόμου 3075/2002 (ΦΕΚ 297/Α/2002), για τα τέκνα θανόντος συνταξιούχου, τα οποία κατά το χρόνο γέννησης του συνταξιοδοτικού δικαιώματός τους ήταν ανάπηρα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% μέχρι και ποσοστό 79%, αυξάνονται στο διπλάσιο. Οι προθεσμίες του άρθρου 3 του νόμου 3075/2002 (ΦΕΚ 297/Α/2002) δεν ισχύουν για τα τέκνα θανόντος συνταξιούχου, τα οποία κατά το χρόνο γέννησης του συνταξιοδοτικού δικαιώματός τους ήταν ανάπηρα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 80% και άνω. Δικαιώματα που έχουν κριθεί και απορριφθεί, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του νόμου 3075/2002, λόγω υποβολής του σχετικού αιτήματος εκπρόθεσμα, επανακρίνονται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης αυτής και τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επομένου της ημερομηνίας δημοσίευσης του νόμου αυτού μήνα.

 

β. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 24 του άρθρου 3 του νόμου 3408/2005 (ΦΕΚ 272/Α/2005) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Εάν δεν υπάρχουν συνδικαιούχοι του λογαριασμού τα ανωτέρω ποσά καταλογίζονται σε βάρος των κληρονόμων.}

 

5. α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 11 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 3865/2010, που προστέθηκε με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του νόμου 4002/2011 (ΦΕΚ 180/Α/2011) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Στις διατάξεις της περίπτωσης αυτής υπάγονται και όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου 7 του άρθρου 19 του νόμου [Ν] 2084/1992 είχαν κατά την ανωτέρω ημερομηνία συμπληρώσει δεκαπενταετή πλήρη συντάξιμη υπηρεσία και το 65ο ή το 60ο έτος της ηλικίας τους, κατά περίπτωση, ανεξαρτήτως του χρόνου αποχώρησής τους από την Υπηρεσία.}

 

Δικαιώματα που έχουν κριθεί και απορριφθεί σύμφωνα με τις αντικαθιστάμενες διατάξεις επανακρίνονται μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την επομένη της λύσης της υπαλληλικής σχέσης ή από την επομένη της λήξης των τριμήνων αποδοχών, κατά περίπτωση.

 

β. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίστανται, από της ισχύος τους, ως εξής:

 

{4. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν έχουν εφαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα των οποίων το δικαίωμα γεννήθηκε πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ανωτέρω νόμου.}

 

γ. Οι διατάξεις του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του νόμου [Ν] 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{1.α. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Δημοσίου, γενικά, συμπεριλαμβανομένων και όσων λαμβάνουν βουλευτική σύνταξη ή χορηγία, που εργάζονται ως μισθωτοί εκτός του δημόσιου τομέα, όπως αυτός έχει οριοθετηθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1256/1982 (ΦΕΚ 65/Α/1982), μη εφαρμοζομένων στις περιπτώσεις αυτές των διατάξεων της περίπτωσης β' της παραγράφου 15 του άρθρου 2 του νόμου 3234/2004 (ΦΕΚ 52/Α/2004). Για τους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων και όσων λαμβάνουν βουλευτική σύνταξη ή χορηγία, που αυτοαπασχολούνται και έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους και προκειμένου για στρατιωτικούς το 47ο, περικόπτεται το ποσό της κύριας ή των κύριων συντάξεων που υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη, προσαυξανόμενου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 63 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 1/Α/1999), όπως ισχύει. Για όσα από τα πρόσωπα των προηγούμενων εδαφίων δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους και προκειμένου για τους στρατιωτικούς το 47ο, η σύνταξη αναστέλλεται, με εξαίρεση όσα από αυτά έχουν απολυθεί ή αποστρατευθεί αυτεπάγγελτα, χωρίς υπαιτιότητά τους.

 

β. Ως αυτοαπασχολούμενος θεωρείται αυτός που ασκεί δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών ή του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων, καθώς και αυτός που με βάση τις οικείες διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Μελετών υποχρεούται στην έκδοση στοιχείων απεικόνισης συναλλαγών.

 

γ. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων [Ν] 1897/1990 (ΦΕΚ 120/Α/1990) και 1977/1991 (ΦΕΚ 185/Α/1991), καθώς και για όσα από αυτά λαμβάνουν πολεμική σύνταξη ή σύνταξη παθόντος στην υπηρεσία και εξ αιτίας αυτής. Επίσης οι ανωτέρω διατάξεις δεν έχουν εφαρμογή για όσους έχουν τέκνο ανίκανο για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω, καθώς και για τους πολύτεκνους, των οποίων το ένα τουλάχιστον τέκνο είναι ανήλικο ή σπουδάζει και υπό τις προϋποθέσεις της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007.

 

δ. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού για όσους συνταξιούχους αναλαμβάνουν εργασία ή αυτοαπασχολούνται από την ημερομηνία αυτή και μετά. Εάν έχουν αναλάβει εργασία ή αυτοαπασχολούνται πριν την ανωτέρω ημερομηνία, οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή από 01-01-2013.}

 

Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής έχουν εφαρμογή και για τα πρόσωπα που ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά από 01-01-1993 και μετά σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου. Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 7 του άρθρου 16 του νόμου [Ν] 2084/1992 καταργούνται.

 

6. α. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του νόμου 4024/2011 (ΦΕΚ 226/Α/2011) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Ειδικά στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης και υπό την προϋπόθεση ότι ο απονέμων φορέας είναι το Δημόσιο, για τα πρόσωπα των διατάξεων της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 33, το τμήμα σύνταξης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004) καταβάλλεται ταυτόχρονα με αυτό του Δημοσίου, χωρίς την οριζόμενη, από τις διατάξεις του β' εδαφίου των διατάξεων αυτών, μείωση. Ο συμμετέχων φορέας αποδίδει το αναλογούν ποσό στον απονέμοντα φορέα κατά το χρόνο συμπλήρωσης των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, που ισχύουν κατά περίπτωση, με βάση τις οικείες διατάξεις της νομοθεσίας του.}

 

β. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου 4002/2011 αντικαθίστανται από της ισχύος τους ως εξής:

 

{γ. Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου, οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια των προσώπων των προηγουμένων περιπτώσεων, υπολογίζονται επί των ανωτέρω συντάξιμων αποδοχών.}

 

γ. Στο τέλος της περίπτωσης δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου 4002/2011 προστίθεται, από της ισχύος τους, εδάφιο ως εξής:

 

{Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου και αυτής έχουν εφαρμογή για όσους από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα υπάγονται στο ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου ή συνταξιοδοτούνται με βάση τις δημοσιοϋπαλληλικές διατάξεις.}

 

δ. Στο τέλος του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του νόμου 4024/2011 προστίθεται η φράση χωρίς αυτό να δημιουργεί δικαίωμα υπαγωγής τους στις διατάξεις της περίπτωσης ι' της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007.

 

ε. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του νόμου 4051/2012 (ΦΕΚ 40/Α/2012) μετά τις λέξεις και άνω προστίθεται η φράση , καθώς και όσοι λαμβάνουν εξ ιδίου δικαιώματος πολεμική σύνταξη..

 

7. α. Κατ' εξαίρεση η καταργούμενη, με την περίπτωση β' της υποπαραγράφου β)2 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012, διάταξη της υποπερίπτωσης γ.γ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 3 του άρθρου 56 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007 εξακολουθεί να ισχύει μέχρι την 31-12-2013 για τα πρόσωπα της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1, καθώς και αυτά της παραγράφου 2 του άρθρου 33 του νόμου 4024/2011.

 

β. Η περίπτωση ε' των παραγράφων 5 και 6 των άρθρων 5 και 31, αντίστοιχα, του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007 αντικαθίσταται, από 01-01-2013, ως εξής:

 

{ε. Στην περίπτωση περικοπής της σύνταξης η άγαμη θυγατέρα μπορεί, μετά από αίτησή της, να ζητήσει την αναστολή καταβολής του μεριδίου της σύνταξής της, προκειμένου, να ανακαθοριστεί, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά κατηγορία συνταξιούχων διατάξεις, το μερίδιο των συνδικαιούχων προσώπων, σαν να μην υπάρχει στη σύνταξη η θυγατέρα που ζητά την αναστολή καταβολής του μεριδίου της. Στην περίπτωση αναστολής καταβολής της σύνταξης ο κατά τα ανωτέρω ανακαθορισμός του μεριδίου σύνταξης των συνδικαιούχων προσώπων γίνεται οίκοθεν από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων.}

 

γ. Από 01-01-2013 το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ' της υποπαραγράφου β)5 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 καταργείται.

 

δ. Στο τέλος της περίπτωσης γ' της υποπαραγράφου β)1 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Ειδικά η καταβολή της βουλευτικής σύνταξης ή της χορηγίας δημάρχου αναστέλλεται, εφόσον οι κατά περίπτωση δικαιούχοι επανεκλεγούν στα αξιώματα αυτά.}

 

8. α. Στο τέλος της περίπτωσης δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου Μέτρα ενίσχυσης των χαμηλοσυνταξιούχων, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 211/Α/1996) και κυρώθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 2453/1997 (ΦΕΚ 4/Α/1997), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 του νόμου [Ν] 2592/1998 και το άρθρο 1 του νόμου [Ν] 2768/1999 (ΦΕΚ 273/Α/1999), προστίθεται περίπτωση ε', ως εξής:

 

{ε. Διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα.}

 

β. Ειδικά για τους συνταξιούχους του Δημοσίου, καταβάλλεται από 01-01-2012 ποσό ΕΚΑΣ 30 ευρώ μηνιαίως, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις:

 

α)α) Το συνολικό ετήσιο καθαρό εισόδημά τους από συντάξεις κύριες, επικουρικές, συμπεριλαμβανομένων και των μερισμάτων ή βοηθημάτων, καθώς και από μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα, κυμαίνεται από 8.472,10 ευρώ μέχρι 9.200,00 ευρώ.

 

β)β) Το συνολικό ετήσιο οικογενειακό καθαρό εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 13.500,00 ευρώ.

 

Τα παραπάνω ποσά αφορούν εισοδήματα που δηλώθηκαν με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2010 και δύνανται να αναπροσαρμόζονται με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 2768/1999.

 

γ)γ) Πληρούν όλες τις λοιπές προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της αναφερόμενης στην περίπτωση α' Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως ισχύει.

 

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της περίπτωσης α'.

 

γ. Από 01-01-2014 το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της αναφερόμενης στην περίπτωση α' Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{α. Έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους.}

 

δ. Η υποπαράγραφος Β6 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 καταργείται.

 

ε. Στο τέλος της περίπτωσης δ' της υποπαραγράφου Β3 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012, όπως τροποποιημένη με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του νόμου 4111/2013 ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Επίσης, εξαιρούνται των ανωτέρω μειώσεων οι αποδοχές, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 17 του νόμου [Ν] 875/1979 (ΦΕΚ 50/Α/1979), των Αναπήρων Πολέμου Αξιωματικών Πολεμικής Διαθεσιμότητας, καθώς και των υπηρετούντων στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας της κατηγορίας μονίμου διαθεσιμότητας, με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, σύμφωνα με γνωμάτευση της Ανωτάτης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής, όπως επίσης και όσοι συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων [Ν] 1897/1990 και 1977/1991. Γενικά, η γνωμάτευση των υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας λαμβάνεται εξίσου υπόψη για την εξαίρεση από τις μειώσεις της περίπτωσης δ' της υποπαραγράφου Β3 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012. Οι γνωματεύσεις δε της Ανώτατης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής ισχύουν και για τη συνταξιοδότηση από οποιονδήποτε άλλο φορέα συνταξιοδότησης.}

 

9. α. Μετά τη δημιουργία του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας με βάση τις διατάξεις του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 3863/2010 (ΦΕΚ 115/Α/2010), για τη συνταξιοδότηση των προσώπων που υπάγονται στις διατάξεις των νόμων [Ν] 1543/1985 (ΦΕΚ 73/Α/1985) και 1863/1989 (ΦΕΚ 204/Α/1989) οι αρμοδιότητες της Ειδικής Υγειονομικής Επιτροπής του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 1976/1991 (ΦΕΚ 184/Α/1991) ασκούνται από την Ανωτάτη Στρατού Υγειονομική Επιτροπή.

 

β. Οι διατάξεις του άρθρου 3 του νόμου 3075/2002 (ΦΕΚ 297/Α/2002) ως προς τις προθεσμίες για την άσκηση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος έχουν εφαρμογή και για όσους υπάγονται στις διατάξεις των νόμων [Ν] 91/1943 (ΦΕΚ 129/Α/1943), [Ν] 1205/1981 (ΦΕΚ 249/Α/1981), [Ν] 1543/1985 και [Ν] 1863/1989, καθώς και του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1512/1950 (ΦΕΚ 235/Α/1950).

 

10. α. Υπάλληλος που αποχωρεί από την Υπηρεσία προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί και λόγω πλάνης περί τα πράγματα δεν πληροί τους όρους και τις προϋποθέσεις για την άμεση καταβολή της σύνταξής του, μπορεί να επανέλθει στην Υπηρεσία μετά από αίτησή του, η οποία υποβάλλεται στον φορέα που αποχώρησε εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ημερομηνία που φέρει το έγγραφο της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων, το οποίο και τον πληροφορεί σχετικά.

 

β. Το χρονικό διάστημα από την αποχώρηση από την Υπηρεσία μέχρι την επαναφορά σε αυτή, των προσώπων της προηγούμενης περίπτωσης, δεν λογίζεται συντάξιμο και δεν καταβάλλονται αποδοχές για αυτό.

 

11. α. Οι διοριζόμενοι σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων με σχέση δημοσίου δικαίου δύνανται από την ημερομηνία του διορισμού τους να διατηρήσουν το ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο υπάγονταν πριν από το διορισμό τους στις θέσεις αυτές και όλη η εφεξής υπηρεσία τους στη νέα τους θέση θεωρείται ότι διανύεται στο καθεστώς αυτό. Η διατήρηση του προηγούμενου του διορισμού τους ασφαλιστικού - συνταξιοδοτικού καθεστώτος γίνεται με ανέκκλητη δήλωσή τους που υποβάλλεται στην Υπηρεσία ή στον Φορέα στον οποίο διορίζονται, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία του διορισμού τους. Η ανωτέρω προθεσμία για όσους υπηρετούν στις συγκεκριμένες θέσεις κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, αρχίζει από την ημερομηνία αυτή.

 

β. Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα δεν επιλέξουν την υπαγωγή τους στο ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 3865/2010, καταβάλουν εισφορές μη μετόχου υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.

 

γ. Η ασφαλιστική - συνταξιοδοτική τακτοποίηση των ανωτέρω υπαλλήλων από την ημερομηνία του διορισμού τους γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις οικείες διατάξεις του κάθε φορέα, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της περίπτωσης β' με την απόδοση των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν παρακρατηθεί, στους αντίστοιχους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης του ασφαλιστικού καθεστώτος που με τη δήλωσή τους έχουν επιλέξει οι υπάλληλοι αυτοί. Μετά την κατά τα ανωτέρω ασφαλιστική τακτοποίηση, τυχόν επιπλέον ασφαλιστικές εισφορές που έχουν παρακρατηθεί, από την ημερομηνία διορισμού τους και μετά υπέρ οποιουδήποτε φορέα, αποδίδονται αναδρομικά στους δικαιούχους, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων περί παραγραφής.

 

δ. Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται του μεν εργοδότη, όπου προβλέπεται, από τον φορέα στον οποίο διορίζονται, του δε ασφαλισμένου, από τους ίδιους.

 

ε. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 2320/1995 (ΦΕΚ 133/Α/1995) έχουν εφαρμογή και για τους υπαλλήλους της παραγράφου αυτής.

 

στ. Οι διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων δεν έχουν εφαρμογή για τους συνταξιούχους του Δημοσίου που διορίζονται σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων, για τους οποίους οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί των αποδοχών της θέσης του μετακλητού.

 

ζ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α' έως και ε' ισχύουν και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα υπηρετούν σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.

 

12. α. Οι συντάξεις όσων από τα πρόσωπα που υπάγονται στα ειδικά μισθολόγια των παραγράφων 13 έως και 36 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του νόμου 4093/2012 αναπροσαρμόζονται από 01-08-2012 οίκοθεν από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό και με τις διατάξεις του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007. Ειδικά για την αναπροσαρμογή των συντάξεων όσων από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία από 01-07-2011 και μετά, λαμβάνονται υπόψη, μετά από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου και την προσκόμιση σχετικής διοικητικής πράξης της Υπηρεσίας από την οποία αποχώρησε και οι διατάξεις της περίπτωσης 38 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012.

 

β. Οι διατάξεις της περίπτωσης ι' της υποπαραγράφου Β1 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα πρόσωπα της παραγράφου 13 του άρθρου 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007.

 

γ. Οι διατάξεις της περίπτωσης θ' της υποπαραγράφου Β2 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 καταργούνται.

 

13. α. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής:

 

{3. Για την προσφορά η όχι διακεκριμένων υπηρεσιών αποφαίνεται, με πλήρως αιτιολογημένη γνώμη, εννεαμελής Επιτροπή η οποία συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού αποτελούμενη από 1 Πρόεδρο προερχόμενο από τον πανεπιστημιακό χώρο, με τον αναπληρωτή του, 4 προσωπικότητες των γραμμάτων, των τεχνών και των επιστημών, 1 υπάλληλο της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, τον Προϊστάμενο της καθ' ύλην αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο οποίος μπορεί να αναπληρώνεται από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος και 2 προσωπικότητες, αναλόγως των 8 κατηγοριών λογοτεχνών και καλλιτεχνών της προηγούμενης παραγράφου, μετά από πρόταση των συλλογικών τους φορέων, σε όσες περιπτώσεις υπάρχει συλλογική εκπροσώπηση.}

 

β. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 3620/2007, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Η σύνταξη αυτή είναι μηνιαία, απονέμεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο δε αριθμός των προτεινόμενων δικαιούχων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 20 ετησίως.}

 

γ. Οι περιπτώσεις α', β' και γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής:

 

{α. Να έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους ή το 50ό έτος εφόσον έχουν καταστεί ανίκανοι για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό ανικανότητας 67% και άνω. Η ανικανότητα κρίνεται με γνωμάτευση της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής, στην οποία παραπέμπεται ο αιτών από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού.

 

β. Να μη λαμβάνουν άλλη σύνταξη ίση ή μεγαλύτερη των 720 € από οποιονδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης.

 

γ. Ο μέσος όρος του εισοδήματος που έχει δηλωθεί συνολικά κατά τα τρία προηγούμενα οικονομικά έτη από εκείνο που υποβάλλεται η αίτηση για συνταξιοδότηση, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και αυτό που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, να μην υπερβαίνει το δωδεκαπλάσιο της μηνιαίας κύριας ακαθάριστης σύνταξης που αντιστοιχεί, κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού, σε πτυχιούχο δημόσιο υπάλληλο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με 35 έτη δημόσιας υπηρεσίας. Επίσης να υπάρχει δηλωθέν εισόδημα στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία από την άσκηση της δραστηριότητας λογοτέχνη ή καλλιτέχνη, κατά ένα οποιοδήποτε οικονομικό έτος πριν τη συμπλήρωση του 60ου έτους της ηλικίας ή του 50ου για όσους έχουν καταστεί ανίκανοι.}

 

δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής:

 

{5. α. Η μηνιαία σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ανέρχεται στο ποσό των 720 ευρώ. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου η σύνταξη αυτή μεταβιβάζεται στον επιζώντα σύζυγο και στα ανήλικα ή ανίκανα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω τέκνα, εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη ή δεν έχουν εισόδημα μεγαλύτερο του κατωτάτου ορίου σύνταξης του Δημοσίου, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά. Η διάταξη της περίπτωσης β' της παραγράφου 10 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002 καταργείται.

 

β. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος λαμβάνει και άλλη σύνταξη μικρότερη των 720 ευρώ, η σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού περιορίζεται τόσο όσο το άθροισμα των δύο συντάξεων να μην υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό.}

 

ε. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ' της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 3620/2007, καταργούνται.

 

στ. Στο τέλος της περίπτωσης α' της παραγράφου 13 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 3620/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί για μια μόνο φορά.}

 

ζ. Οι διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 13 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής:

 

{β. Τυχόν μη προταθέντες από την Επιτροπή της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, λόγω κάλυψης του αριθμού της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, μπορούν να επανακριθούν για μία ακόμη φορά, εντός της επομένης τριετίας και, κατόπιν παρέλευσης της τριετίας, για μία ακόμη φορά.}

 

η. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή για όσες αιτήσεις έχουν υποβληθεί ή θα υποβληθούν στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού από 01-01-2013 και μετά. Οι αιτήσεις αυτές κρίνονται ή επανακρίνονται από την Επιτροπή του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 3620/2007 μετά τη συγκρότησή της, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' και εξετάζονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της παραγράφου αυτής. Αιτήσεις που έχουν υποβληθεί μέχρι την 31-12-2012 και εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο εξετάζονται με βάση τις αντικαθιστώμενες διατάξεις.

 

θ. Συντάξεις που έχουν χορηγηθεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού ή θα χορηγηθούν μετά την ημερομηνία αυτή, σε λογοτέχνες - καλλιτέχνες, των οποίων οι αιτήσεις υποβλήθηκαν στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού μέχρι την 31-12-2012, αναπροσαρμόζονται από 01-01-2013, οίκοθεν από την Υπηρεσία Συντάξεων, ως ακολούθως:

 

α.α. σε όσους δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα κύριας ή επικουρικής σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του νόμου 3075/2002 όπως τροποποιημένες, με τις διατάξεις της ανωτέρω περίπτωσης δ', ισχύουν και

 

β.β. για όσους λαμβάνουν και άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης και της σύνταξης του Δημοσίου, των οποίων το άθροισμα υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, το ποσό της χορηγούμενης σύνταξης λογοτέχνη - καλλιτέχνη περικόπτεται μέχρι το ήμισυ αυτού. Μετά την κατά τα ανωτέρω περικοπή, το άθροισμα των καταβαλλομένων συντάξεων του προηγούμενου εδαφίου δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000 ευρώ.

 

14. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α', β' και γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του νόμου 3075/2002 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους μόνιμους υπαλλήλους του Δημοσίου που αποσπώνται στην Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 της από 31-12-2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου Ρυθμίσεις κατεπειγόντων θεμάτων των Υπουργείων Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και του Υπουργού Επικρατείας (ΦΕΚ 256/Α/2012).

 

15. Οι μετατασσόμενοι, γενικά, σε κατάσταση πολεμικής ή μόνιμης διαθεσιμότητας υπόκεινται σε κράτηση για κύρια σύνταξη υπέρ Δημοσίου, μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας του βαθμού τους.

 

16. Ως ημερομηνία καταβολής των συντάξεων του Δημοσίου ορίζεται η προτελευταία εργάσιμη ημέρα του προηγούμενου μήνα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να τροποποιείται η ανωτέρω ημερομηνία.

 

17. Οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων και αυτού εφαρμόζονται αναλόγως και για τους υπαλλήλους των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των άλλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς και οι συντάξεις τους βαρύνουν το Δημόσιο. Επίσης οι διατάξεις των άρθρων 2, 3, καθώς και αυτού έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν σύνταξη που δεν καταβάλλεται από το Δημόσιο, καθώς και για το προσωπικό του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών Ταμείων του προσωπικού των Σιδηροδρομικών Δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3395/1955 (ΦΕΚ 276/Α/1955), εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις.

 

18 α. Το προσωπικό του μεταβατικού πιστωτικού ιδρύματος Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος, το οποίο συστάθηκε με την αριθμόν 2124/Β.95 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 74/Α/1995), το οποίο πριν την πρόσληψή του σε αυτό υπηρετούσε στην Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία και υπαγόταν για κύρια, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη στο ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, εξακολουθεί να διέπεται, από την ημερομηνία της πρόσληψής του στο ανωτέρω μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα, από το ίδιο ασφαλιστικό - συνταξιοδοτικό καθεστώς και όλη η εφεξής υπηρεσία του στη νέα του θέση θεωρείται ότι διανύεται στο καθεστώς αυτό.

 

β. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του ανωτέρω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από το ανωτέρω μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα, του δε ασφαλισμένου από τον ίδιο.

 

γ. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 2320/1995 έχουν εφαρμογή, όπου συντρέχει περίπτωση και για το προσωπικό της παραγράφου αυτής.

 

δ. Η πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, όσων από τους ανωτέρω υπαλλήλους ενταχθούν σε πρόγραμμα εθελούσιας αποχώρησης, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις άμεσης καταβολής της σύνταξής τους από τους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, καθώς και του εφάπαξ βοηθήματος από τον φορέα πρόνοιας και το μέρισμα από το Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων, προσαυξάνεται με όσα έτη υπολείπονται για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων αυτών. Η προαναφερόμενη προσαύξηση δεν μπορεί να υπερβεί τα 7 έτη. Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη, για την αναγνώριση ως συντάξιμου του ανωτέρω πλασματικού χρόνου, στους φορείς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας, καθώς και στο Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων βαρύνουν το μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία και καταβάλλονται στον κάθε φορέα εφάπαξ εντός τριμήνου από την ημερομηνία εθελούσιας αποχώρησης, παρεχομένης έκπτωσης 15% επί του καταβαλλομένου ποσού. Για τον υπολογισμό της πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας του πρώτου εδαφίου λαμβάνονται υπόψη και αυτές που αναγνωρίζονται ως συντάξιμες με βάση τις ισχύουσες, κατά περίπτωση, διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 169/2007, την αναγνώριση των οποίων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις αυτές, υποχρεούται ο υπάλληλος να ζητήσει από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, πριν τον υπολογισμό του ανωτέρω πλασματικού χρόνου.

 

ε. Σε περίπτωση που μετά την κατά τα ανωτέρω προσαύξηση δεν επιτυγχάνεται η άμεση καταβολή της σύνταξης, κύριας και επικουρικής, καθώς και του εφάπαξ βοηθήματος και του μερίσματος, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους να ζητήσουν την αναγνώριση των ετών που υπολείπονται με την καταβολή εκ μέρους τους των προβλεπομένων ασφαλιστικών εισφορών, εργοδότη και ασφαλισμένου. Ο προαναφερόμενος χρόνος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 5 έτη.

 

ζ. Ο πλασματικός χρόνος της περίπτωσης δ', καθώς και ο χρόνος της περίπτωσης ε' λαμβάνονται υπόψη τόσο για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος για κύρια και επικουρική σύνταξη, καθώς και για εφάπαξ βοήθημα και μέρισμα όσο και για την προσαύξηση των παροχών αυτών. Η αναγνώριση των ανωτέρω χρόνων, κατά το μέρος που αφορά την κύρια σύνταξη, γίνεται με πράξη της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου 4024/2011. Για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών της περίπτωσης ε' ισχύουν τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του νόμου [Ν] 2084/1992.

 

η. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, καθώς και η διαδικασία της καταβολής από το μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία του ποσού του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης δ', ο έλεγχος αυτού και ο τρόπος κάλυψής του από το ανωτέρω πιστωτικό ίδρυμα στην περίπτωση που το καταβληθέν ποσό είναι μικρότερο από αυτό που αντιστοιχεί στις αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές όπως αυτές θα υπολογισθούν με την αναγνωριστική πράξη της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.