Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 2940/89

ΣτΕ 2940/1989


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 2940/1989

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

1. Επειδή για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως ακυρώσεως, που λόγω σπουδαιότητος εισάγεται προς εκδίκαση διαπράξεως Προέδρου του Δ' Τμήματος στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος τούτου, με την οποία ζητείται η ακύρωση α) της υπ' αριθμόν 2224/11-10-1988 οικοδομικής αδείας της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Αθηνών, δια της οποίας επετράπη στην τεχνική και εμπορική εταιρεία Αφοί Κουτσιμπέλα Ομόρρυθμη Εταιρεία η ανέγερση πενταώροφης οικοδομής με υπόγειο σε ακίνητο επί της οδού Πανός 23 Α στο Γαλάτσι ((οικοδομικό τετράγωνο 181) όμορο, κατά την οπισθία πλευρά του, με ακίνητο των αιτουσών επί της οδού Ορφέως, 22, β) της υπ' αριθμόν 2530/18-11-1988 πράξεως αναθεωρήσεως της ως άνω οικοδομικής αδείας εκδοθείσης υπό της ρηθείσης Διευθύνσεως πολεοδομίας βάσει νέων σχεδίων και νέου τοπογραφικού, και γ) των, προηγηθεισών των ανωτέρω, πράξεων 35/819/22-09-1988 και 46/1016/17-11-1988 της Επιτροπής ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου στην ρηθείσα Διεύθυνση Πολεοδομίας, δια των οποίων διατυπώθηκε η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής αυτής ως προς τις υποβληθείσες προς έγκριση μελέτες, που προβλέπουν ανέγερση της οικοδομής σε επαφή προς το ρηθέν κοινό όριο. Οι τελευταίες αυτές πράξεις, που διαλαμβάνουν την ως άνω σύμφωνη γνώμη της εκδούσης αυτές επιτροπής, στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και προσβάλλονται απαραδέκτως με την κρινόμενη αίτηση. Ωσαύτως η πρώτη των προσβαλλόμενων, οικοδομική άδεια απέβαλε τον εκτελεστό της χαρακτήρα μετά την αναθεώρηση της δια της δευτέρας των πράξεων τούτων, στην οποία ενσωματώθηκε, και η οποία είναι πλέον η μόνη παραδεκτώς προσβαλλόμενη δια της αιτήσεως ακυρώσεως.

 

2. Επειδή στη δίκη παρεμβαίνει παραδεκτώς, προς διατήρηση της ισχύος των προσβαλλόμενων πράξεων, η ανωτέρω εταιρεία Αφοί Κουτσιμπέλα Ομόρρυθμη Εταιρεία.

 

3. Επειδή η ως άνω πράξη 2530/18-11-1988 αναθεωρήσεως της μνησθείσης οικοδομικής αδείας προσβάλλεται εμπροθέσμως δια της κρινομένης αιτήσεως κατατεθείσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας την 16-01-1989. Εξ άλλου, ναι μεν δια της εκθέσεως αυτοψίας 4470/1427/15-02-1989 υπαλλήλων της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Αθηνών χαρακτηρίσθηκαν ως αυθαίρετες και κατεδαφιστέες κατασκευές στο ακίνητο των αιτουσών αφενός δεξαμενή καυσίμων, βοηθητικό κτίσμα με χρήση λεβητοστασίου και καπνοδόχου λεβητοστασίου στο οπίσθιο ακάλυπτο χώρο και αφετέρου τμήμα της οικοδομής τούτων ανεγερθέν καθ' υπέρβαση της υπ' αριθμόν 1097/1978 οικοδομικής αδείας, διαστάσεων 0.10 x 13,00 x 6,50 m. Αυτή η δε έκθεση αυτοψίας επικυρώθηκε δια της, επί ενστάσεως των αιτουσών εκδοθείσης αποφάσεως 27/359/13-04-1989 της Επιτροπής του άρθρου 2 παράγραφος 4 του από 05-07-1983 προεδρικού διατάγματος ως προς τις προαναφερθείσες κατασκευές πλην της δεξαμενής καυσίμων, που είχε εν τω μεταξύ κατεδαφισθεί. Ακολούθως όμως, όπως εκτίθεται στο έγγραφο 14751/4426/25-04-1989 της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Αθηνών, κατεδαφίσθηκαν, εκτός της δεξαμενής καυσίμων, και το κτίσμα στον ακάλυπτο και η καπνοδόχος, το δε μνησθέν τμήμα της οικοδομής των αιτουσών με τις ρηθείσες διαστάσεις και εμβαδόν 1,30 m2 στο ισόγειο και τον Α' όροφο, εξαιρέθηκαν της κατεδαφίσεως δια της αποφάσεως 13888/4575/11-05-1989 του Νομάρχη Αθηνών. Με αυτά τα δεδομένα, δεν στερούνται εννόμου συμφέροντος οι αιτούσες προς άσκηση της κρινομένης αιτήσεως, τα δε σχετικώς προβαλλόμενα δια της παρεμβάσεως είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

 

4. Επειδή, το άρθρο 9 του νόμου 1577/1985 Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (ΦΕΚ 210/Α/1985) υπό τον τίτλο Τρόπος δόμησης - θέση κτιρίου, ορίζει τα ακόλουθα:

 

{1. Το κτίριο τοποθετείται ελεύθερα μέσα στο οικόπεδο. Όπου το κτίριο δεν εφάπτεται με τα πίσω και τα πλάγια όρια του οικοπέδου, αφήνεται απόσταση Δ = 3 + 0.10 Η (όπου Η το πραγματοποιούμενο ύψος του κτιρίου, σε περίπτωση που εξαντλείται ο συντελεστής δόμησης ή το μέγιστο επιτρεπόμενο σε περίπτωση που δεν εξαντλείται ο συντελεστής αυτός).

 

2. Κατ' εξαίρεση από την προηγούμενη παράγραφο, κατά την έγκριση επέκταση ή αναθεώρηση σχεδίων πόλεων είναι δυνατόν να καθορίζονται περιορισμοί για τη θέση του κτιρίου σε σχέση με τα όρια του οικοπέδου, εφόσον αιτιολογούνται από την αντίστοιχη μελέτη της περιοχής.}

 

Η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου καθόριζε την θέση του κτιρίου σε περίπτωση που υπήρχε στο όμορο οικόπεδο κτίσμα κατοικίας που είχε ανεγερθεί σε υποχρεωτική απόσταση από το κοινό όριο πριν από την ισχύ του νέου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού. Η διάταξη αυτή επέτρεπε βασικώς την τοποθέτηση της οικοδομής σε επαφή με το κοινό όριο, όταν η γειτονική οικοδομή είχε ανεγερθεί σε απόσταση από το κοινό όριο μεγαλύτερη από την απόσταση Δ της υπό ανέγερση οικοδομής και στην αντίθετη περίπτωση την τοποθέτηση της νέας οικοδομής σε απόσταση 2,50 m από το κοινό όριο. Η διάταξη αυτή της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού κρίθηκε αντίθετη προς το άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος με την υπ' αριθμόν 10/1988 απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου και με άλλες αποφάσεις του Δ' Τμήματος. Μεταγενεστέρως ο νόμος 1772/1988 (ΦΕΚ 91/Α/1988) τροποποίησε διάφορες διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985), μεταξύ των οποίων και το άρθρο 9 παράγραφος 3 που αντικαταστάθηκε (άρθρο 1 παράγραφος 4) ως εξής:

 

{α) Σε περίπτωση που υπάρχει σε όμορο οικόπεδο μη ειδικό κτίριο και έχει ανεγερθεί μετά την ένταξη της περιοχής σε σχέδιο, με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την ισχύ του νόμου 1577/1985, σε περιοχή που ίσχυε το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δόμησης και σε απόσταση από το κοινό όριο ίση ή μεγαλύτερη του 1.00 m τότε το υπό ανέγερση κτίριο τοποθετείται υποχρεωτικώς σε απόσταση τουλάχιστον Δ από το κοινό όριο, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού... β)... γ) Κατ' εξαίρεση είναι δυνατή η ελεύθερη τοποθέτηση του κτιρίου κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση της αρμοδίας Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου η οποία κρίνει αιτιολογημένα ότι η προφαινόμενη τοποθέτηση του υπό ανέγερση κτιρίου εναρμονίζεται με το διαμορφωμένο οικιστικό και φυσικό περιβάλλον ολοκλήρου του οικοδομικού τετραγώνου. δ) Τα παραπάνω εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις που ίσχυε το συνεχές οικοδομικό σύστημα, μόνον εφόσον πρόκειται για όμορα μεσαία οικόπεδα και για το κοινό τμήμα του οπίσθιου ορίου τους.}

 

5. Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος ο κοινός νομοθέτης δύναται καταρχήν να τροποποιεί τις ισχύουσες πολεοδομικές διαρρυθμίσεις και να μεταβάλει τους υφιστάμενους όρους δομήσεως των σχεδίων πόλεων, πλην πρέπει η εισαγόμενη ρύθμιση να βελτιώνει της συνθήκες διαβιώσεως των κατοίκων. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να επέρχεται με τις νέες πολεοδομικές ρυθμίσεις επιδείνωση των όρων διαβιώσεως, δηλαδή υποβάθμιση του υπάρχοντος φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος. Η τήρηση της συνταγματικής αυτής επιταγής υπόκειται στον οριακό έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή, ο οποίος οφείλει, βάσει και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, να σταθμίσει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση κατά πόσον υποβαθμίζεται το περιβάλλον.

 

6. Επειδή, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί, η παράγραφος 3 του άρθρου 9 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού αντικαταστάθηκε μετά την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την αντισυνταγματικότητά της, από το άρθρο 1 παράγραφος 4 του νόμου 1772/1988, όπου πλέον θεσπίζεται ο κανόνας της ανοικοδομήσεως του νέου κτιρίου σε υποχρεωτική απόσταση από το κοινό όριο οικοπέδων, όταν και η γειτονική οικοδομή έχει αφήσει υποχρεωτική απόσταση από την ισχύ προϋφιστάμενου του 1985 Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού. Ο οικοδομικός αυτός κανόνας αποβλέπει να παραμείνει ακάλυπτη μεταξύ των δύο οικοδομών η εδαφική εκείνη λωρίδα η οποία κρίνεται ότι είναι απαραίτητη για να εξασφαλισθεί επαρκής ηλιασμός, φωτισμός και αερισμός σε κτίρια που είχαν ανεγερθεί με την προοπτική ότι η αρτίωση της ακάλυπτης εδαφικής λωρίδας θα γίνει με την τήρηση υποχρεωτικής αποστάσεως και τη μελλοντική γειτονική οικοδομή. Η μείωση του πλάτους της εδαφικής αυτής λωρίδας επιφέρει εξ ορισμού την επιδείνωση των όρων διαβιώσεως των κατοίκων και υποβαθμίζει το υφιστάμενο οικιστικό περιβάλλον. Έτσι στην πιο πάνω περίπτωση (όμορης οικοδομής που έχει τηρήσει την υποχρεωτική απόσταση υπό την ισχύ παλαιοτέρων του 1985 Γενικών Οικοδομικών Κανονισμών) η εξαίρεση που θεσπίζει το εδάφιο γ' της μνημονευόμενης διατάξεως επιτρέποντας την τοποθέτηση της νέας οικοδομής σε επαφή με το κοινό όριο, ουσιαστικά αναιρεί τον σκοπό που επιδιώκει ο προηγουμένως νομοθετικός κανόνας της υποχρεωτικής απόστασης και αντίκειται προς το άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος γιατί επιδεινώνει τους όρους διαβιώσεως των κατοίκων. Η αντισυνταγματικότητα αυτή δεν αίρεται με την ανάθεση σε διοικητικό όργανο της διαπιστώσεως, κατά περίπτωση, αν το διαμορφωμένο οικιστικό περιβάλλον και το φυσικό περιβάλλον ολόκληρου του οικοδομικού τετραγώνου. (βλέπε ΣτΕ 1159/1989 Ολομέλεια).

 

7. Επειδή η προσβαλλόμενη πράξη αναθεωρήσεως, όπως και δι' αυτής αναθεωρηθείσα οικοδομική άδεια, εξεδόθησαν κατ' εφαρμογήν της ως άνω αντισυνταγματικής διατάξεως του άρθρου 9 παράγραφος 32 εδάφια γ' και δ' του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του νόμου 1772/1988 και επέτρεψαν κατόπιν συμφώνου γνώμης της Επιτροπής ενασκήσεως αρχιτεκτονικού ελέγχου, την ανοικοδόμηση της επίδικου πολυκατοικίας επί μεσαίου οικοπέδου, σε περιοχή όπου προηγουμένως ίσχυε το συνεχές σύστημα δομήσεως (βλέπε έγγραφο 26410/653/28-02-1989 του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων προς το Συμβούλιο της Επικρατείας ) σε επαφή εν μέρει με το οπίσθιο κοινό όριο προς το μεσαίο επίσης, ακίνητο των αιτουσών όπου είχε ανεγερθεί υπό το προϊσχύον συνεχές σύστημα δομήσεως οικοδομής τούτων, σε απόσταση 4,70 m (όπως εμφαίνεται στο συνοδεύον την προσβαλλόμενη πράξη τοπογραφικό διάγραμμα), από του ρηθέντος κοινού ορίου, και της οποίας αυθαίρετο τμήμα πλάτους 0,10 m στον ακάλυπτο χώρο έχει εξαιρεθεί, όπως εξετέθη της κατεδαφίσεως.

 

Με αυτά τα δεδομένα, και εν όψει των εκτεθέν των στην προηγούμενη σκέψη, η προσβαλλόμενη πράξη εκδοθείσα κατ' εφαρμογήν της ως άνω αντισυνταγματικής και ανίσχυρου διατάξεως του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, είναι ακυρωτέα, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της έρευνας των λοιπών λόγων ακυρώσεως.

 

8. Επειδή, συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και ν' απορριφθεί η ασκηθείσα παρέμβαση.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.