Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Η υπ' αριθμόν 51354/2641/Ε103/2010 κοινή υπουργική απόφαση τροποποιείται ως ακολούθως:
1. Το άρθρο 2 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 2: Ορισμοί
Για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης ισχύουν οι ορισμοί του άρθρου 2 του νόμου 3199/2003 (ΦΕΚ 280/Α/2003), όπως ισχύει, του άρθρου 2 του προεδρικού διατάγματος 51/2007 (ΦΕΚ 54/Α/2007), όπως ισχύει, καθώς και του άρθρου 2 της υπ' αριθμόν 38317/1621/2011 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 1977/Β/2007).
Επιπλέον ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1) υλικός φορέας νοείται ένα στοιχείο του υδάτινου περιβάλλοντος, κατά περίπτωση ύδατα, ιζήματα ή ζώντες οργανισμοί
2) ταξινομική ομάδα ζώντων οργανισμών νοείται μια συγκεκριμένη υδρόβια ταξινομική ομάδα εντός της ταξινομικής βαθμίδας υποσυνομοταξία, ομοταξία ή ισοδύναμής τους.}
2. Το άρθρο 3 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 3: Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ)
1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1.1, στα συστήματα επιφανειακών υδάτων εφαρμόζονται τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΠΠΠ) τα οποία καθορίζονται:
α) στο Μέρος Α του παραρτήματος Ι, όπως τροποποιείται με το Παράρτημα II του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης και αφορούν στις ουσίες προτεραιότητας και σε ορισμένους άλλους ρύπους,
β) στο Μέρος Β του παραρτήματος Ι, όπως τροποποιείται με την παράγραφο 6)β του άρθρου 2 της παρούσας απόφασης και αφορούν σε ειδικούς ρύπους, για την υποβοήθηση του προσδιορισμού της οικολογικής κατάστασης των συστημάτων των εσωτερικών επιφανειακών υδάτων.
Τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος εφαρμόζονται στα συστήματα επιφανειακών υδάτων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο μέρος Γ του παραρτήματος Ι, όπως τροποποιείται με την παράγραφο 6)γ του άρθρου 2 της παρούσας απόφασης.
1.1. Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εφαρμογή της παρούσας απόφασης και ιδίως της επίτευξης καλής χημικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων όσον αφορά τις ουσίες και τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος που απαριθμούνται σε αυτήν, τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος που προβλέπονται στο παράρτημα Ι μέρος Α, εφαρμόζονται:
α) για τις ουσίες με αριθμό 2, 5, 15, 20, 22, 23, 28 στο Παράρτημα Ι (Μέρος Α), για τις οποίες έχουν οριστεί αναθεωρημένα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος από τις 22-12-2015, με στόχο να έχει επιτευχθεί έως τις 22-12-2021 καλή χημική κατάσταση των επιφανειακών υδάτων ως προς τις ουσίες αυτές, μέσω προγραμμάτων μέτρων στο πλαίσιο των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ποταμού που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 7 του νόμου 3199/2003, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με τα άρθρα 10 και 12 του προεδρικού διατάγματος 51/2007, και
β) για τις πρόσφατα χαρακτηρισμένες ουσίες με αριθμό 34 έως 45 στο παράρτημα Ι (Μέρος Α) από τις 22-12-2018, για την επίτευξη καλής χημικής κατάστασης στα επιφανειακά ύδατα ως προς τις ουσίες αυτές έως τις 22-12-2027 και την πρόληψη της επιδείνωσης της χημικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων. Για τον σκοπό αυτό, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), καταρτίζει και υποβάλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έως τις 22-12-2018, πρόσθετο πρόγραμμα παρακολούθησης και προκαταρκτικό πρόγραμμα μέτρων που θα καλύπτουν τις ουσίες αυτές. Μέχρι τις 22-12-2021 η Ειδική Γραμματεία Υδάτων εγκρίνει το τελικό πρόγραμμα μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 8 του νόμου 3199/2003, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του προεδρικού διατάγματος 51/2007, το οποίο τίθεται πλήρως σε εφαρμογή το ταχύτερο δυνατόν μετά την ημερομηνία αυτή και το αργότερο έως τις 22-12-2024.
Το άρθρο 4 παράγραφοι 4 έως 9 του προεδρικού διατάγματος 51/2007 εφαρμόζεται κατ' αναλογία για τις ουσίες που απαριθμούνται στις ανωτέρω περιπτώσεις (α) και (β) της παραγράφου αυτής.
2. Για τις ουσίες με αριθμό 5, 15, 16, 17, 21, 28, 34, 35, 37, 43 και 44 του Παραρτήματος Ι (Μέρος Α), όπως ισχύει, εφαρμόζονται τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος για τους ζώντες οργανισμούς που καθορίζονται στο εν λόγω Παράρτημα.
Για ουσίες διαφορετικές από τις προαναφερόμενες, εφαρμόζονται για τα ύδατα τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος που καθορίζονται στο ανωτέρω Παράρτημα.
3. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μετά από εισήγηση της Ειδικής Γραμματείας Υδάτων, μπορεί, σε μία ή περισσότερες κατηγορίες επιφανειακών υδάτων, να ορίζεται ότι για υλικό φορέα διαφορετικό από εκείνον που καθορίζεται στην παράγραφο 2, ή, κατά περίπτωση, για ταξινομική ομάδα ζώντων οργανισμών άλλη από αυτές που καθορίζονται στο παράρτημα Ι (Μέρος Α), όπως ισχύει, εφαρμόζονται άλλα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος συμπληρωματικά ή διαφορετικά από τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος που ορίζονται στο εν λόγω Παράρτημα. Στην περίπτωση αυτή η ανωτέρω υπουργική απόφαση ορίζει ειδικότερα ότι:
α) εφαρμόζεται το σχετικό Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος που καθορίζεται στο παράρτημα Ι (Μέρος Α) ή, σε περίπτωση που δεν έχει προβλεφθεί Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος για τον συγκεκριμένο υλικό φορέα ή ταξινομική ομάδα ζώντων οργανισμών, να ορίζει άλλο Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος το οποίο παρέχει τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο προστασίας με το Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος που καθορίζεται στο εν λόγω Παράρτημα,
β) η μέθοδος ανάλυσης που χρησιμοποιείται για τον επιλεγμένο υλικό φορέα ή την ταξινομική ομάδα ζώντων οργανισμών, πληροί τα ελάχιστα κριτήρια επιδόσεων που καθορίζονται στο άρθρο 4 της υπ' αριθμόν 38317/1621/2011 κοινή υπουργική απόφαση και στις περιπτώσεις που τα κριτήρια αυτά δεν πληρούνται για κανέναν υλικό φορέα, ότι:
β)α) η παρακολούθηση διενεργείται βάσει των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών που δεν συνεπάγονται υπερβολικό κόστος καθώς και β)β) η μέθοδος ανάλυσης αποδίδει τουλάχιστον εξίσου καλά με εκείνη που διατίθεται για τον υλικό φορέα που καθορίζεται για την εν λόγω ουσία στην παράγραφο 2.
3)α. Όταν εντοπίζεται ενδεχόμενος κίνδυνος λόγω υπερβολικής έκθεσης είτε για το ίδιο το υδάτινο περιβάλλον είτε μέσω αυτού, ως αποτέλεσμα μέτρησης ή εκτίμησης των περιβαλλοντικών συγκεντρώσεων ή εκπομπών, καθώς και όταν εφαρμόζεται Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος ως προς ίζημα ή ζώντα οργανισμό, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων μέσω του Εθνικού Δικτύου Παρακολούθησης, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 4 του νόμου 3199/2003, διασφαλίζει επιπροσθέτως και την παρακολούθηση των επιφανειακών υδάτων καθώς και την εφαρμογή των ΜΕΣ-ΠΠΠ που ορίζονται στο Παράρτημα Ι (Μέρος Α), όπως ισχύει, εφόσον τέτοια Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος έχουν προσδιορισθεί.
3)β. Όταν, σύμφωνα με το άρθρο 5 της υπ' αριθμόν 38317/1621/2011 κοινή υπουργική απόφαση, η υπολογισθείσα μέση τιμή των αποτελεσμάτων μετρήσεων που πραγματοποιήθηκαν χρησιμοποιώντας τη βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική που δεν συνεπάγεται υπερβολικό κόστος, αναφέρεται ως κάτω από το όριο ποσοτικού προσδιορισμού και το όριο ποσοτικού προσδιορισμού ακόμη και της εν λόγω τεχνικής υπερβαίνει τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος, το αποτέλεσμα για την ουσία που καταμετρείται δεν λαμβάνεται υπόψη για την αξιολόγηση της γενικής χημικής κατάστασης του συγκεκριμένου υδατικού συστήματος.
4. Για τις ουσίες για τις οποίες εφαρμόζεται Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος είτε ως προς ίζημα και/ή ζώντα οργανισμό, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων, μέσω του Εθνικού Δικτύου Παρακολούθησης, παρακολουθεί την εκάστοτε ουσία στον σχετικό υλικό φορέα τουλάχιστον μία φορά ετησίως, εκτός εάν οι τεχνικές γνώσεις και οι γνώμες των εμπειρογνωμόνων δικαιολογούν άλλη περιοδικότητα.
5. Τα επικαιροποιημένα Σχέδια Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ποταμού που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 του νόμου 3199/2003, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του προεδρικού διατάγματος 51/2007, συμπεριλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:
α) πίνακα στον οποίο εκτίθενται τα όρια ποσοτικού προσδιορισμού των μεθόδων ανάλυσης που εφαρμόζονται, καθώς και στοιχεία σχετικά με τις επιδόσεις των μεθόδων αυτών σε σχέση με τα ελάχιστα κριτήρια επιδόσεων που καθορίζονται στο άρθρο 4 της υπ' αριθμόν 38317/1621/2011 κοινή υπουργική απόφαση,
β) για τις ουσίες για τις οποίες εφαρμόζεται η παράγραφος 3:
β)α) τους σκοπούς και τους λόγους αυτής της επιλογής,
β)β) κατά περίπτωση, τα εναλλακτικά Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος που έχουν καθορισθεί, τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τα εν λόγω Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος προσφέρουν τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο προστασίας με τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος που καθορίζονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος Ι, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό των Προτύπων Ποιότητας Περιβάλλοντος, καθώς και τις κατηγορίες επιφανειακών υδάτων στις οποίες εφαρμόζονται,
β)γ) για λόγους σύγκρισης με τις πληροφορίες που αναφέρονται στην περίπτωση (α), τα όρια ποσοτικού προσδιορισμού των μεθόδων ανάλυσης για τους υλικούς φορείς που καθορίζονται στο παράρτημα Ι (Μέρος Α), όπως ισχύει, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων για τις επιδόσεις των μεθόδων αυτών σε σχέση με τα ελάχιστα κριτήρια επιδόσεων που καθορίζονται στο άρθρο 4 της υπ' αριθμόν 38317/1621/2011 κοινή υπουργική απόφαση,
γ) εάν η περιοδικότητα της παρακολούθησης υπερβαίνει το ένα έτος, αιτιολόγηση της εφαρμοζόμενης συχνότητας παρακολούθησης, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος.
5)α. Τα επικαιροποιημένα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμού τα οποία περιέχουν όλα τα αποτελέσματα και τον αντίκτυπο των μέτρων που λαμβάνονται για την πρόληψη της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων καθώς και η ενδιάμεση έκθεση στην οποία περιγράφεται η πρόοδος που έχει σημειωθεί ως προς την εφαρμογή του προβλεπόμενου προγράμματος μέτρων δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 3 του προεδρικού διατάγματος 51/2007, καθίστανται διαθέσιμα μέσω δικτυακής πύλης της Ειδικής Γραμματείς Υδάτων, στην οποία το κοινό έχει ηλεκτρονική πρόσβαση σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 της υπ' αριθμόν 11764/653/2006 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 327/Β/2006).
6. Βάσει της παρακολούθησης της κατάστασης των υδάτων η οποία διενεργείται από το Εθνικό Δίκτυο Παρακολούθησης, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 του νόμου 3199/2003, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με το άρθρο 11 του προεδρικού διατάγματος 51/2007, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων προβαίνει στην ανάλυση των μακροπρόθεσμων τάσεων των συγκεντρώσεων των ουσιών προτεραιότητας που εκτίθενται στο Μέρος Α του Παραρτήματος Ι, όπως ισχύει, οι οποίες τείνουν να συγκεντρώνονται είτε σε ιζήματα και/ή ζώντες οργανισμούς, αποδίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στις ουσίες υπ' αριθμούς 2, 5, 6, 7, 12, 15, 16, 17, 18, 20, 21, 26, 28, 30, 34, 35, 36, 37, 43 και 44 που παρατίθενται στο εν λόγω Παράρτημα. Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του προεδρικού διατάγματος 51/2007, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων λαμβάνει μέτρα που διασφαλίζουν ότι οι ανωτέρω συγκεντρώσεις δεν αυξάνονται σημαντικά είτε σε ιζήματα και/ή σχετικούς ζώντες οργανισμούς.
6.1. Η Ειδική Γραμματεία Υδάτων, μέσω του Εθνικού Δικτύου Παρακολούθησης του άρθρου 4 παράγραφος 4 του νόμου 3199/2003, καθορίζει τη συχνότητα παρακολούθησης είτε σε ιζήματα και/ή ζώντες οργανισμούς, ούτως ώστε να υπάρχουν επαρκή δεδομένα για μια αξιόπιστη ανάλυση των μακροπρόθεσμων τάσεων. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές, που προβλέπονται στις νέες παραγράφους 8 και 8)α του άρθρου 3 της Οδηγίας 2008/105/ΕΚ, που εισάγονται με την παράγραφο 2 της Οδηγίας 2013/39/ΕΕ, η παρακολούθηση πρέπει να γίνεται ανά τριετία, εκτός εάν οι τεχνικές γνώσεις και η γνώμη των εμπειρογνωμόνων δικαιολογούν άλλη περιοδικότητα.}
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 4 και η παράγραφος 6 του άρθρου 5 διαγράφονται.
4. Μετά το άρθρο 6 παρεμβάλλονται τα νέα άρθρα 6Α, 6Β και 6Γ που έχουν ως ακολούθως:
{Άρθρο 6Α
Εάν, σύμφωνα με το νέο άρθρο 7Α (παράγραφος 3) που εισάγεται με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2013/39/ΕΕ, προκύπτει ότι, σε εθνικό επίπεδο, είναι απαραίτητη η λήψη συμπληρωματικών μέτρων προκειμένου να διευκολυνθεί η τήρηση των διατάξεων του νόμου 3199/2003 και του προεδρικού διατάγματος 51/2007 για μια συγκεκριμένη ουσία που έχει εγκριθεί δυνάμει του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμόν 1107/2009 ή του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 528/2012, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων σε συνεργασία με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή/και τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, που είναι αρμόδιοι, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, για την εφαρμογή των ανωτέρω Κανονισμών, μεριμνά για την, κατά περίπτωση, εφαρμογή των άρθρων 21 ή 44 του Κανονισμού (ΕΚ) υπ' αριθμόν 1107/2009 ή των άρθρων 15 ή 48 του Κανονισμού (ΕΕ) υπ' αριθμόν 528/2012, ως προς την εν λόγω ουσία ή τα προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω ουσία.
Στις ανωτέρω περιπτώσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι τυχόν αξιολογήσεις κινδύνου και οι κοινωνικοοικονομικές αναλύσεις ή οι αναλύσεις κόστους - οφέλους που απαιτούνται δυνάμει των ανωτέρω Κανονισμών, συμπεριλαμβανομένης της διαθεσιμότητας εναλλακτικών λύσεων.
Άρθρο 6Β: Ειδικές διατάξεις για ορισμένες ουσίες
1. Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του τμήματος 1.4.3 του παραρτήματος III (παρουσίαση των αποτελεσμάτων παρακολούθησης και ταξινόμησης της χημικής κατάστασης των υδάτων) του προεδρικού διατάγματος 51/2007, των στόχων και των υποχρεώσεων που καθορίζονται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α) και στο άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο ι)α) του ίδιου διατάγματος καθώς και των μέτρων που ορίζονται στο άρθρο 9, παράγραφος 2 και 4 του νόμου 3199/2003, σε συνδυασμό με το άρθρο 13 του προεδρικού διατάγματος 51/2007, είναι δυνατόν στα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμού να συμπεριλαμβάνονται συμπληρωματικοί χάρτες που παρουσιάζουν τα στοιχεία σχετικά με τη χημική κατάσταση μιας ή περισσότερων από τις κατωτέρω ουσίες, ξεχωριστά από τα στοιχεία που αφορούν τις υπόλοιπες ουσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι (Μέρος Α), όπως ισχύει. Οι ουσίες αυτές είναι οι ακόλουθες:
α) ουσίες με αριθμό 5, 21, 28, 30, 35, 37, 43 και 44 (ουσίες που συμπεριφέρονται ως πανταχού παρούσες ΑΒΤ)
β) ουσίες με αριθμό 34 έως 45 (πρόσφατα χαρακτηρισμένες ουσίες)
γ) ουσίες με αριθμό 2, 5, 15, 20, 22, 23 και 28 (ουσίες για τις οποίες ορίζονται αναθεωρημένα, αυστηρότερα ΠΠΠ).
1)α. Στα Σχέδια Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ποταμού, μπορεί να παρουσιάζεται και το εύρος της απόκλισης από την τιμή ΠΠΠ για τις ουσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, περιπτώσεις α) έως γ). Οι συμπληρωματικοί χάρτες πρέπει να διασφαλίζουν τη συγκρισιμότητά τους στο επίπεδο Λεκάνης Απορροής Ποταμού και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και να υποβάλλονται από την Ειδική Γραμματεία Υδάτων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή μαζί με τα Σχέδια Διαχείρισης.
2. Για τις ουσίες υπ' αριθμούς 5, 21, 28, 30, 35, 37, 43 και 44 στο Παράρτημα Ι (Μέρος Α), όπως ισχύει, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων έχει τη δυνατότητα να ορίζει, μέσω του Εθνικού Δικτύου Παρακολούθησης του άρθρου 4 παράγραφος 4 του νόμου 3199/2003, τη διενέργεια λιγότερο εντατικής παρακολούθησης από εκείνη που απαιτείται για τις ουσίες προτεραιότητας σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 της παρούσας απόφασης και το παράρτημα III του προεδρικού διατάγματος 51/2007, με την προϋπόθεση ότι η παρακολούθηση είναι αντιπροσωπευτική και ότι υπάρχει αξιόπιστη στατιστική βάση αναφοράς σχετικά με την παρουσία των ουσιών αυτών στο υδάτινο περιβάλλον. Σύμφωνα με την παράγραφο 6.1. (δεύτερο εδάφιο) του άρθρου 3, η παρακολούθηση θα πρέπει να γίνεται ανά τριετία, εκτός εάν οι τεχνικές γνώσεις και η γνώμη των εμπειρογνωμόνων δικαιολογούν άλλη περιοδικότητα.
Άρθρο 6Γ: Κατάλογος ουσιών προς επιτήρηση
1. Η Ειδική Γραμματεία Υδάτων μέσω του Εθνικού Δικτύου Παρακολούθησης του άρθρου 4 παράγραφος 4 του νόμου 3199/2003, παρακολουθεί σε επιλεγμένους αντιπροσωπευτικούς σταθμούς για περίοδο τουλάχιστον 12 μηνών, κάθε ουσία που δεν είναι ΠΠΠ και περιλαμβάνεται στον κατάλογο ουσιών προς επιτήρηση, που έχει εγκριθεί με την Εκτελεστική Απόφαση 2015/495/ΕΕ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως εκάστοτε ισχύει. Για τον πρώτο κατάλογο ουσιών προς επιτήρηση, η περίοδος παρακολούθησης αρχίζει μέσα σε έξη μήνες από την έγκριση του, δηλαδή την 20-09-2015. Για κάθε ουσία που περιλαμβάνεται στους επακόλουθους καταλόγους, η ανωτέρω αρχή αρχίζει την παρακολούθηση εντός έξι μηνών από την εγγραφή της στους καταλόγους.
2. Σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 8Β, η οποία εισάγεται με την παράγραφο 5 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2013/39/ΕΕ, για την παρακολούθηση των ανωτέρω ουσιών επιλέγονται τουλάχιστον 6 σταθμοί.
2.1. Κατά την επιλογή των αντιπροσωπευτικών σταθμών παρακολούθησης, της συχνότητας και του χρονικού σημείου παρακολούθησης κάθε ουσίας, λαμβάνονται υπόψη τα πρότυπα χρήσης και η πιθανότητα εμφάνισης της ουσίας. Η παρακολούθηση πρέπει να διενεργείται τουλάχιστον μία φορά ετησίως.
3. Όταν υπάρχουν επαρκή, συγκρίσιμα, αντιπροσωπευτικά και πρόσφατα στοιχεία παρακολούθησης για μια συγκεκριμένη ουσία από υφιστάμενα προγράμματα ή μελέτες παρακολούθησης, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων μπορεί να αποφασίζει να μην διενεργείται πρόσθετη παρακολούθηση για την εν λόγω ουσία, στο πλαίσιο του μηχανισμού του καταλόγου ουσιών προς επιτήρηση, με την προϋπόθεση ότι η παρακολούθηση της ουσίας έχει διεξαχθεί με μέθοδο που πληροί τις απαιτήσεις των τεχνικών κατευθυντήριων γραμμών που προβλέπονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του νέου άρθρου 8Β, το οποίο εισάγεται με την παράγραφο 5 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2013/39/ΕΕ.
4. Η Ειδική Γραμματεία Υδάτων υποβάλλει έκθεση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης που διενεργούνται σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους 1, 2, 2.1 και 3. Για τον πρώτο κατάλογο ουσιών προς επιτήρηση, τα αποτελέσματα της παρακολούθησης υποβάλλονται με έκθεση εντός 21 μηνών από την έγκριση του καταλόγου ουσιών προς επιτήρηση, και εν συνεχεία ανά δώδεκα μήνες για την περίοδο κατά την οποία η ουσία διατηρείται στον κατάλογο.
Για κάθε ουσία που περιλαμβάνεται στους επακόλουθους καταλόγους, η Ειδική Γραμματεία Υδάτων υποβάλλει έκθεση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης εντός 21 μηνών από την εγγραφή της ουσίας στον κατάλογο ουσιών προς επιτήρηση και, στη συνέχεια, ανά 12 μήνες για την περίοδο κατά την οποία η ουσία παραμένει στον κατάλογο. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει στοιχεία για την αντιπροσωπευτικότητα των σταθμών παρακολούθησης και τη στρατηγική παρακολούθησης.}
5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
{1. Το παράρτημα IX του άρθρου 19 του προεδρικού διατάγματος 51/2007 (ΦΕΚ 54/Α/2007) αντικαθίσταται από το παράρτημα Ι του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης.}
6. Το παράρτημα Ι του άρθρου 8, τροποποιείται ως ακολούθως:
α) στο μέρος Α ο πίνακας 1 αντικαθίσταται από τον πίνακα που παρατίθεται στο παράρτημα II του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης,
β) στο μέρος Β, Πίνακας 2, διαγράφονται οι γραμμές με αύξοντα αριθμό 25 και 26 (heptachlor και heptachlor hepoxide),
γ) στο μέρος Γ, τα σημεία 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
{2. Στήλες 6 και 7 του πίνακα: για κάθε δεδομένη μάζα επιφανειακών υδάτων, η εφαρμογή ΜΕΣ-ΠΠΠ σημαίνει ότι η μετρούμενη συγκέντρωση σε οποιοδήποτε αντιπροσωπευτικό σημείο παρακολούθησης εντός της υδάτινης μάζας δεν υπερβαίνει το πρότυπο.
Ωστόσο, σύμφωνα με το σημείο 1.3.4 του παραρτήματος III του προεδρικού διατάγματος 51/2007, είναι δυνατόν να εφαρμόζονται στατιστικές μεθόδους, όπως ο υπολογισμός του εκατοστή μορίου, προκειμένου να διασφαλίζεται αποδεκτός βαθμός εμπιστοσύνης και ακρίβειας για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης προς τα ΜΕΣ-ΠΠΠ. Στην περίπτωση αυτή, οι εν λόγω στατιστικές μέθοδοι πρέπει να είναι σύμφωνες προς τους λεπτομερείς κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 9 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2008/105/ΕΚ.}
3. Τα Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος για τα ύδατα που καθορίζονται στο παρόν Παράρτημα εκφράζονται ως ολικές συγκεντρώσεις στο συνολικό δείγμα ύδατος.
Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, στις περιπτώσεις του καδμίου, του μολύβδου, του υδραργύρου και του νικελίου (εφεξής μέταλλα) το Πρότυπο Ποιότητας Περιβάλλοντος για τα ύδατα αναφέρεται στην εν διαλύσει συγκέντρωση, δηλαδή την εν διαλύσει φάση δείγματος ύδατος που λαμβάνεται με διήθηση μέσω ηθμού 0,45 μm ή κάθε ισοδύναμη προεπεξεργασία ή, εφόσον αναφέρεται ρητά, στη βιοδιαθέσιμη συγκέντρωση.
Κατά την εκτίμηση των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης σε σχέση με τα οικεία Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος, είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη:
α) οι φυσικές συγκεντρώσεις μετάλλων σε μη εκτεθειμένο περιβάλλον και οι ενώσεις τους, στην περίπτωση που οι συγκεντρώσεις αυτές εμποδίζουν τη συμμόρφωση προς τα οικεία Πρότυπα Ποιότητας Περιβάλλοντος,
β) ο βαθμός σκληρότητας, το pΗ, η συγκέντρωση του διαλυμένου οργανικού άνθρακα ή άλλες παράμετροι ποιότητας του ύδατος, οι οποίες επηρεάζουν τη βιοδιαθεσιμότητα των μετάλλων, εφόσον οι βιοδιαθέσιμες συγκεντρώσεις προσδιορίζονται με τη χρήση κατάλληλων μοντέλων βιοδιαθεσιμότητας.}