533/06

ΑΠ 533/2006


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 533/2006

 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ' Πολιτικό Τμήμα

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κρητικό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Γεώργιο Βούλγαρη, Δημήτριο Κυριτσάκη, Αχιλλέα Νταφούλη και Ανδρέα Μαρκάκη, Αρεοπαγίτες.

 

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 17-02-2006, με την παρουσία και της Γραμματέως Μάρθας Ψαραύτη, για να δικάσει μεταξύ:

 

Της αναιρεσείουσας: Α. συζύγου Α. Τ, κατοίκου Κορυδαλλού, η οποία δεν παραστάθηκε. Εμφανίσθηκε η πληρεξούσια δικηγόρος Ζωή Βισβάρδη, η οποία δήλωσε ότι η ως άνω αναιρεσείουσα απεβίωσε στις 28-11-2004, σύμφωνα με την 125/2004 προσκομισθείσα ληξιαρχική πράξη θανάτου του Δήμου Ζακυνθίων και την παρούσα δίκη συνεχίζουν οι μοναδικοί νόμιμοι κληρονόμοι της: α. Α. Τ του Π., κάτοικος Κορυδαλλού, β. Π. Τ. του Α., κάτοικος Αιγάλεω και γ. Α. συζύγου Δ. Ρ., κάτοικος Χαϊδαρίου, τους οποίους εκπροσώπησε η ίδια δια πληρεξουσίου εγγράφου.

 

Των αναιρεσιβλήτων: 1. Α. Δ. του Ν., 2. Γ. Δ. του Ν., κατοίκων Αιγάλεω και 3. Β. χήρας Ν. Δ., η οποία δεν παραστάθηκε. Οι πρώτη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ηλία Σπινάσα, ο δεύτερος παραστάθηκε με τον ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο, ο οποίος δήλωσε ότι η τρίτη αναιρεσίβλητη απεβίωσε στις 01-10-2004, σύμφωνα με την 34/2004 προσκομισθείσα ληξιαρχική πράξη θανάτου του Δήμου Τραγανού και την παρούσα δίκη συνεχίζουν επ' ονόματί της οι μοναδικοί και νόμιμοι κληρονόμοι της Α. Δ. και Γ. Δ. (πρώτη και δεύτερος αναιρεσίβλητοι).

 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 05-03-1999 αγωγή της ήδη αποβιώσασας Αναστασίας Τσιριγώτη, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1648/2001 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 7180/2002 οριστική του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 28-02-2003 αίτηση.

 

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αχιλλέας Νταφούλης ανάγνωσε την από 29-12-2005 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. Η πληρεξούσια των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

 

Σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο

 

Ι. Όπως συνομολογείται από τα διάδικα μέρη, που απευθύνουν τις προτάσεις τους κατά των κληρονόμων των αρχικών διαδίκων (Ολομέλεια Αρείου Πάγου [ΑΠ] 17/1989), και αποδεικνύεται από τα έγγραφα που προσκομίζονται με επίκληση (βλέπε την 125/2004 ληξιαρχική πράξη θανάτου της ληξιάρχου Δήμου Ζακυνθίων Στυλιανής Πήλικα και το 2371/30-03-2005 πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών του Δημάρχου του ίδιου Δήμου, καθώς και την 34/2004 ληξιαρχική πράξη του ληξιάρχου - Δημάρχου Τραγανού Ηλείας Γρηγορίου Γιαννακόπουλου, με το 26071/14-10-2004 πιστοποιητικό του Δημάρχου Αιγάλεω Αττικής), η αναιρεσείουσα Αναστασία σύζυγος Αλεξάνδρου Τσιριγώτη πέθανε στις 26-11-2004 και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τους Αλέξανδρο Παναγιώτη Τσιριγώτη (σύζυγο), Παναγιώτη Αλέξανδρου Τσιριγώτη και Αθηνά σύζυγος Δημητρίου Ρεμούνδου (τέκνα), επίσης η τρίτη αναιρεσίβλητη Βασιλική χήρα Νικολάου Δελασούδα πέθανε στις 01-10-2004 και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τους Γεώργιο Νικόλαου Δελασούδα και Ανατολή Νικόλαου Δελασούδα (τέκνα). Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στο ακροατήριο οι κληρονόμοι αυτοί (άρθρα 1710, 1813, 1820 και 1846 του Αστικού Κώδικα) με δήλωση των πληρεξουσίων δικηγόρων τους γνωστοποίησαν τη βίαιη διακοπή της δίκης που επήλθε με τους θανάτους αυτούς και την εκούσια στο όνομά τους επανάληψή της. Συνεπώς νόμιμα (άρθρα 286 εδάφιο α, 287 παράγραφος 1 και 290 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) επαναλαμβάνεται η δίκη, ως προς τα διάδικα αυτά μέρη που πέθαναν.

 

ΙΙ. Από τα άρθρα 1, 2 παράγραφος 1, 3 , 4 , 5 και 13 του νόμου 3741/1929, 1 παράγραφος 1 και 3 του νομοθετικού διατάγματος 1024/1971, 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικα με σαφήνεια προκύπτει, ότι σε περίπτωση σύστασης κάθετης ιδιοκτησίας η συμφωνία ότι κάθε συνιδιοκτήτης θα έχει δικαίωμα κάλυψης ορισμένης επιφάνειας του κοινού οικοπέδου έχει χαρακτήρα δουλείας, κατά το περιεχόμενο της οποίας απαγορεύεται η κάλυψη ποσοστού μεγαλύτερου από εκείνο που αναλογεί στο ποσοστό του οικοπέδου του ή υπέρβαση του συντελεστή δόμησης που αναλογεί στην ιδιοκτησία του κατά τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις, γιατί αλλιώς περιορίζεται το δικαίωμα του συνιδιοκτήτη να εκμεταλλευθεί το χωριστό τμήμα οικοπέδου που του ανήκει ανεγείροντας αυτοτελή οικοδομή, δεδομένου ότι παρά τη σύσταση της κάθετης ιδιοκτησίας, το οικόπεδο από άποψη δόμησης παραμένει ενιαίο και επίκοινο και ο συντελεστής δόμησης υπολογίζεται ενιαίως, οπότε ο συνιδιοκτήτης που ζημιώνεται δικαιούται να απαιτήσει την κατεδάφιση κατά το μέτρο που υπάρχει υπέρβαση ή, κατά την επιλογή του ή στην περίπτωση που υπάρχει αδυναμία κατεδάφισης, την αποζημίωσή του ίση προς την αξία του δικαιώματος κάλυψης της επιφανείας που στερήθηκε. Η αποζημίωση αυτή υπολογίζεται κατά τα άρθρα 297, 298 του Αστικού Κώδικα και συνίσταται στην αξία της παραπάνω επιφανείας, ως προς την ποία και δημιουργείται στην περιουσία του κενό και όχι στην αξία του εδάφους, το οποίο παρ' όλη την υπέρβαση εξακολουθεί να του ανήκει.

 

Ειδικότερα η ζημία συνίσταται στην αξία του διαμερίσματος ή του ορόφου ή μέρους αυτών που στερήθηκε ο συνιδιοκτήτης, από την οποία πρέπει να αφαιρεθεί η αξία των υλικών και λοιπών δαπανών ανοικοδόμησης, όσο και η αξία του εδάφους που αντιστοιχεί σ' αυτό, γιατί διαφορετικά θα γινόταν αδικαιολογήτως πλουσιότερος, αφού η ζημία του θα υπολογιζόταν ανάλογα με την αξία πλήρως αποπερατωμένης οικοδομής με το ανάλογο ποσοστό εδάφους, ενώ ούτε το ποσοστό συγκυριότητάς του έχασε, ούτε δαπάνες ανέγερσής του πλήρωσε. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να περιέχονται στην αγωγή αποζημίωσης, γιατί διαφορετικά αυτή είναι αόριστη και ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, αφού στην ειδική διαδικασία των άρθρων 648 έως 657 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που δικάζονται και οι διαφορές του άρθρου 17 αριθμός 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, δεν είναι δυνατή η διεξαγωγή απόδειξης (άρθρα 118 εδάφιο 4, 216 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).

 

Στην προκείμενη περίπτωση η αναιρεσείουσα (ενάγουσα) με την από 05-03-1999 αγωγή της προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών ζήτησε επικουρικά να αναγνωριστεί, ότι οι αναιρεσίβλητοι (εναγόμενοι), επειδή με αντισυμβατικό και παράνομο τρόπο ανοικοδόμησαν την κάθετη ιδιοκτησία τους στο περιγραφόμενο κοινόκτητο οικόπεδο 240 τετρ. μέτρων και της στέρησαν έτσι τη δυνατότητα νόμιμης ανοικοδόμησης της δικής της εσωτερικής κάθετης ιδιοκτησίας, κατά τα αναφερόμενα με λεπτομέρεια στο δικόγραφο περιστατικά, υπέχουν υποχρέωση να καταβάλουν, σε ολόκληρο ο καθένας, ως αποζημίωσή της για τη ζημία που υπέστη από τη στέρηση της δυνατότητας ανέγερσης κτίσματος επιφανείας 160 m2 στο ενιαίο οικόπεδο, το συνολικό ποσό των 29.160.000 δραχμών, το οποίο υπολόγισε ίσο με ολόκληρη την αξία της συνιδιοκτησίας της (41,67 ‰) στο κοινόκτητο αυτό οικόπεδο (συνολική αξία όλου του οικοπέδου 70.000.000 δραχμές Χ 41,67 ‰) και όχι, όπως έπρεπε σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, προσδιορίζοντας την αξία έτοιμου διαμερίσματος ή διαμερισμάτων μετά από αφαίρεση της αξίας του ποσοστού οικοπέδου (το οποίο επίσης έπρεπε να προσδιορίζει) και της δαπάνης ανέγερσης.

 

Με αυτό το περιεχόμενο η βάση αυτή της αγωγής ήταν αόριστη και ορθά απορρίφθηκε ως τέτοια από την αναιρεσιβαλλόμενη, η οποία σωστά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις άνω διατάξεις, χωρίς να αξιώσει περισσότερα στοιχεία από όσα εδώ ο νόμος απαιτεί για τη θεμελίωση του δικαιώματος της αναιρεσείουσας. Συνεπώς το Εφετείο δεν υπέπεσε στην από το άρθρο 559 αριθμός 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλεπόμενη πλημμέλεια και ο αντίθετος πρώτος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

ΙΙΙ. Ο από το άρθρο 559 αριθμός 19 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας λόγος αναίρεσης προϋποθέτει ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας και ελλείψεις ή ασάφειες στη διατύπωση της ελάσσονος πρότασης της προσβαλλόμενης απόφασης σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, άρα ο λόγος αυτός δεν ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας απέρριψε την αγωγή ή την ένσταση ως μη νόμιμη ή ως αόριστη (Ολομέλεια Αρείου Πάγου [ΑΠ] 44/1990). Στην κρινόμενη υπόθεση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη, το Εφετείο απέρριψε το επικουρικό αίτημα της αγωγής για αποζημίωση, όπως στην προηγούμενη σκέψη αναφέρθηκε, ως αόριστο. Επομένως ο δεύτερος λόγος αναίρεσης, κατά τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε το πιο πάνω αίτημα της αγωγής ως αόριστο, έχει ανεπαρκή και αντιφατική αιτιολογία, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.

 

IV. Κατά το άρθρο 174 του Αστικού Κώδικα δικαιοπραξία που αντιβαίνει σε απαγορευτική διάταξη νόμου, αν δεν συνάγεται κάτι άλλο, είναι άκυρη. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1, 2 παράγραφος 1, 3 , 4 , 5, 8 παράγραφος 1, 9 και 13 του νόμου 3741/1929, 1, 2 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος 1024/1971, 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικα, με τη συστατική της, οριζοντίως ή καθέτως, διαιρεμένης ιδιοκτησίας πράξη επιτρέπεται να επιφυλαχθεί, υπέρ ενός ή περισσοτέρων ιδιοκτητών οριζοντίως ή καθέτως διαιρεμένων ιδιοκτησιών, το δικαίωμα επέκτασης της οικοδομής προς τα άνω, προς τα κάτω και προς τα πλάγια. Στην περίπτωση αυτή, οι οικοδομές που θα ανεγερθούν στο μέλλον ανήκουν στην αποκλειστική κυριότητα εκείνου υπέρ του οποίου έγινε η επιφύλαξη του δικαιώματος επέκτασης της οικοδομής. Το κύρος της πράξης, με την οποία συνίσταται νομότυπα σε ένα ακίνητο διαιρεμένη οριζοντίως ή καθέτως (υπό την απλή ή σύνθετη μορφή της) ιδιοκτησία δεν εξαρτάται από τη συμφωνία αυτής προς τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις, ούτε από την ύπαρξη ή μη, κατά το χρόνο κατάρτισης της συμφωνίας, διαιρεμένων υπό την ανωτέρω έννοια ιδιοκτησιών, δεδομένου ότι είναι επιτρεπτή κατά το νόμο η σύσταση αυτοτελών, καθέτως ή οριζοντίως διαιρεμένων ιδιοκτησιών και σε μέρη της οικοδομής που πρόκειται να κατασκευαστούν μελλοντικά, η δε κατά παράβαση των ισχυουσών πολεοδομικών διατάξεων σύσταση τέτοιων ιδιοκτησιών επισύρει μόνον τις προβλεπόμενες από τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις κυρώσεις και δεν επηρεάζει το κύρος της νομότυπα καταρτισθείσας σχετικής συστατικής συμφωνίας. Τέλος δικαιοπραξία που είναι αντίθετη σε απαγορευτική διάταξη νόμου είναι άκυρη, όταν επιπλέον προκύπτει από την τελευταία με σαφήνεια ή ρητά, ότι η ρύθμιση αποβλέπει στην επαγωγή ακυρότητας.

 

Ως απαγορευτικές διατάξεις θεωρούνται και αυτές με τις οποίες θεσπίζεται κανόνας δημόσιας τάξης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και κάθε τέτοιος κανόνας είναι οπωσδήποτε και απαγορευτικός. Διατάξεις δημόσιας τάξης είναι και αυτές του δεύτερου κεφαλαίου του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1955 (βασιλικό διάταγμα της 09-08-1955 (ΦΕΚ 266/Α/1955)), όσο και των άρθρων 8 και επόμενα του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 (νόμος 1577/1985), που προνοούν για τη θέση που αφήνεται ο υποχρεωτικός ακάλυπτος χώρος του οικοπέδου, καθώς και για τον τρόπο της δόμησης και της τοποθέτησης του κτιρίου στο οικόπεδο. Όμως από τις πολεοδομικές αυτές διατάξεις και ιδίως το άρθρο 22 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1955 δεν προκύπτει ότι απαγορεύεται καθεαυτή η σύσταση διαιρεμένης ιδιοκτησίας με την οποία ορίζεται ότι το έτερο τμήμα του κοινού οικοπέδου θα βρίσκεται στο βάθος αυτού, δηλαδή στο μέρος που το οικόπεδο συνορεύει με όμορη ιδιοκτησία και αφήνεται ως υποχρεωτικός ακάλυπτος χώρος του.

 

Στην προκείμενη περίπτωση η αναιρεσείουσα ισχυρίστηκε με την αγωγή της, ότι με τις 8383/1959 και 17908/1986 συστατικές πράξεις οριζόντιας ιδιοκτησίας των συμβολαιογράφων Αθηνών Χρήστου Κωνσταντίνου και Βασιλείου Χρόνη, αντίστοιχα, έγιναν παράνομες, απαγορευμένες από τον Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, συμφωνίες, γιατί:

 

α) συμφωνήθηκε να συσταθεί εσωτερική κάθετη ιδιοκτησία στη θέση του κοινόκτητου οικοπέδου που βρισκόταν στο βάθος του, συνορεύει με όμορη ιδιοκτησία και προοριζόταν να αποτελεί τον υποχρεωτικά ακάλυπτο χώρο κατά τις διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού,

β) δεν προσδιορίστηκε στις πράξεις αυτές σύστασης κάθετης ιδιοκτησίας επακριβώς η θέση που έπρεπε να ανεγερθούν οι οικοδομές, ώστε να μπορεί ο καθένας να ανοικοδομήσει νόμιμα την κάθετη ιδιοκτησία του, χωρίς να παρεμποδίζει τα δικαιώματα των άλλων και

γ) στη δεύτερη (τροποποιητική) πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας παράνομα καθορίστηκε ότι η οριζόντια ιδιοκτησία της πρόσοψης θα έχει από το κοινόκτητο οικόπεδο την αποκλειστική χρήση 162 m2 (πρόσοψη 9 m και βάθος 18 m), πράγμα που κατέστησε αδύνατη τη νόμιμη ανοικοδόμηση της εσωτερικής κάθετης ιδιοκτησίας της.

 

Με βάση αυτά ζήτησε, επικουρικότερα, να αναγνωριστεί ότι οι παραπάνω πράξεις σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, με τις οποίες δημιουργούνται παράνομα δύο κάθετες - οριζόντιες ιδιοκτησίες, είναι άκυρες, γιατί είναι αντίθετες στις διατάξεις του τότε Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό 1955, σε συνδυασμό προς το άρθρο 174 του Αστικού Κώδικα. Με τέτοιο περιεχόμενο το αίτημα αυτό δεν ήταν νόμιμο σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν και σωστά το Εφετείο ως τέτοιο το απέρριψε, αφού δεν προκύπτει από κάποια διάταξη νόμου και μάλιστα αυτές του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1955 και 1985 ότι οι πράξεις αυτές είναι άκυρες. Συνακόλουθα πρέπει, ο τρίτος αντίθετος λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθμός 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για παραβίαση των προαναφερομένων διατάξεων του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού και του άρθρου 174 του Αστικού Κώδικα και για αντίστοιχη πλημμέλεια, να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

Για τους λόγους αυτούς

 

Απορρίπτει την από 28-02-2003 αίτηση της αναιρεσείουσας (αρχικά) Α. συζύγου Α. Τ., για αναίρεση της 7180/2002 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.

 

Και

 

Καταδικάζει τους κληρονόμους της αναιρεσείουσας αυτής, που συνέχισαν εκούσια στο όνομά τους την παρούσα δίκη, στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων Α. και Γ. Ν. Δ., την οποία ορίζει σε επτακόσια εβδομήντα (770) ευρώ.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 01-03-2006. Και Δημοσιεύθηκε, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 17-03-2006.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.