Νόμος 2839/00 - Άρθρο 15

Άρθρο 15: Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 94 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (νόμος 2683/1999 (ΦΕΚ 19/Α/1999)) καταργείται.

 

2. Το άρθρου 116 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρα 116: Πειθαρχικά Όργανα

 

Πειθαρχική εξουσία στους υπαλλήλους ασκούν.

 

α) Οι πειθαρχικώς προϊστάμενοί τους.

β) Το Διοικητικό Συμβούλιο Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου για τους υπαλλήλους του Νομικού Προσώπου.

γ) Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο.

δ) Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 163Α και

ε) Το Συμβούλιο της Επικρατείας.}

 

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 120 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Τα υπηρεσιακά συμβούλια μπορούν να επιβάλλουν οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή. Τα υπηρεσιακά συμβούλια κρίνουν σε πρώτο βαθμό μετά από παραπομπή της υπόθεσης σε αυτά και σε δεύτερο βαθμό μετά από άσκηση ένστασης κατ' αποφάσεων πειθαρχικώς προϊσταμένων.

 

Το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο του άρθρου 163Α αποφαίνεται σε δεύτερο βαθμό ύστερα από ένσταση κατ' αποφάσεων των υπηρεσιακών συμβουλίων και σε πρώτο βαθμό για την εκδίκαση του παραπτώματος του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 123.}

 

4. Η περίπτωση β' του άρθρου 121 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{β) του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου που επιβάλλει τις πειθαρχικές ποινές του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός και άνω, της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή, του υποβιβασμού και της προσωρινής ή οριστικής παύσης και}

 

5. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 123 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Το παράπτωμα αυτό, για τα μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου, εκδικάζεται μετά από παραπομπή ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου.}

 

6. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 142 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων που έκριναν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, από τον υπάλληλο που τιμωρήθηκε, στις περιπτώσεις επιβολής της πειθαρχικής ποινής του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός και άνω, της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή, του υποβιβασμού, της προσωρινής και οριστικής παύσης. Όλες οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων που έκριναν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, υπέρ της διοίκησης, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο β' της επόμενης παραγράφου.}

 

7. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 142 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{4. Τα πειθαρχικά συμβούλια (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμιο), όταν κρίνουν μετά από ένσταση του υπαλλήλου ή υπέρ του δεν μπορούν να χειροτερέψουν τη θέση του.}

 

8. Η παράγραφος 3 του άρθρου 144 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{3. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης, με εξαίρεση τις πειθαρχικές αποφάσεις που επιβάλλουν την ποινή της προσωρινής ή οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού. Το Συμβούλιο της Επικρατείας μπορεί με απόφασή του να αναστείλει την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης, εφόσον πιθανολογεί ανεπανόρθωτη βλάβη του προσφεύγοντα ή ευδοκίμηση της προσφυγής. Στην περίπτωση αυτήν, η εκδίκαση της προσφυγής γίνεται μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη χορήγηση της αναστολής, άλλως η χορηγηθείσα αναστολή εκτέλεσης της πειθαρχικής απόφασης παύει να ισχύει.

 

Στην περίπτωση κατά την οποία έχει ασκηθεί προσφυγή κατά αποφάσεως η οποία επιβάλλει την ποινή της προσωρινής ή οριστική παύσης ή του υποβιβασμού, η εκδίκαση της προσφυγής γίνεται μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την άσκησή της, άλλως η πειθαρχική απόφαση εκτελείται από την οικεία υπηρεσία ή το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου., κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.}

 

9. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 158 του ανωτέρω Κώδικα διαγράφεται.

 

10. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 158 του ανωτέρω Κώδικα καταργείται.

 

11. Στο άρθρο 158 του ανωτέρω Κώδικα, οι λέξεις πρωτοβάθμια υπηρεσιακά συμβούλια αντικαθίστανται από τις λέξεις υπηρεσιακά συμβούλια και η παράγραφος 7 του ίδιου άρθρου καταργείται.

 

12. Η παράγραφος 2 του άρθρου 159 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{2. Σε κάθε υπηρεσία συνιστώνται, με απόφαση του οικείου Υπουργού, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ένα ή περισσότερα υπηρεσιακά συμβούλια.}

 

13. Η παράγραφος 5 του άρθρου 159 του ανωτέρω Κώδικα καταργείται.

 

14. Η παράγραφος 6 του άρθρου 159 του ανωτέρω Κώδικα αναριθμείται σε 5 και αντικαθίσταται ως εξής:

 

{5. Στην Ακαδημία Αθηνών και σε κάθε Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα συνιστώνται με απόφαση του Προέδρου και του Πρύτανη αντίστοιχα, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μέχρι δύο (2) υπηρεσιακά συμβούλια.}

 

15. Η παράγραφος 3 του άρθρου 160 του ανωτέρω Κώδικα διαγράφεται.

 

16. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 160 του ανωτέρω Κώδικα αναριθμούνται σε 3 και 4 αντίστοιχα και στην παράγραφο 3 διαγράφονται οι λέξεις και β' της παραγράφου 3 καθώς και οι λέξεις και γ' της παραγράφου 3.

 

17. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 163 του ανωτέρω Κώδικα, η λέξη πρωτοβάθμια διαγράφεται και στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου διαγράφεται, επίσης, η λέξη δευτεροβάθμια.

 

18. Μετά το άρθρο 163 του ανωτέρω Κώδικα προστίθεται άρθρο 163Α, που έχει ως εξής:

 

{Άρθρο 163Α: Σύσταση και συγκρότηση δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου

 

1. Συνιστάται στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο. Το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο κρίνει σε δεύτερο βαθμό, κατά το νόμο και την ουσία, τις αποφάσεις όλων των πρωτοβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων, αποκλειστικά για τις υποθέσεις που ορίζονται στον παρόντα Κώδικα. Τα πρωτοβάθμια πειθαρχικά συμβούλια είναι υποχρεωμένα να ενημερώνουν διαρκώς το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο για την πορεία και την έκβαση των πειθαρχικών υποθέσεων, από την εισαγωγή τους σε αυτά μέχρι την έκδοση της πειθαρχικής απόφασης. Με απόφαση του Προέδρου του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, ασκείται πειθαρχική δίωξη κατά των μελών των πρωτοβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων που παραβαίνουν τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 123 του παρόντος, καθώς και τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

 

2. Το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο είναι επταμελές και αποτελείται από:

 

α) έναν Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του Σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

β) δύο Συμβούλους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με τους αναπληρωτές τους, που υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

γ) ένα Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης με τον αναπληρωτή του Διευθυντή του ίδιου Υπουργείου, οι οποίοι ορίζονται από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης,

δ) το Γενικό Διευθυντή αρμόδιο για θέματα προσωπικού του οικείου Υπουργείου, της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας ή Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, όπου υπηρετεί ο πειθαρχικά διωκόμενος υπάλληλος, και αν δεν υπηρετεί Γενικός Διευθυντής, το Γενικό Διευθυντή αρμόδιο για θέματα προσωπικού του Υπουργείου που εποπτεύει το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, και

ε) δύο εκπροσώπους της Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων, με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι είναι μόνιμοι υπάλληλοι με βαθμό Διευθυντή, και οι οποίοι υποδεικνύονται με απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων. Εάν η Ανώτατη Διοίκηση Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων δεν υποδείξει τους ανωτέρω εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την περιέλευση σε αυτήν εγγράφου ερωτήματος του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, τα μέλη αυτά μαζί με τους αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης από υπηρεσίες και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, υπάλληλοι των οποίων υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος Κώδικα.

 

Χρέη Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Γραμματείας του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από το Διευθυντή της.

 

3. Τα μέλη του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου μαζί με τους αναπληρωτές τους ορίζονται για θητεία δύο (2) ετών που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, που εκδίδεται κατά το Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους απαγορεύεται η αντικατάσταση μελών, εκτός αν συντρέχουν αποδεδειγμένα σοβαροί υπηρεσιακοί ή προσωπικοί λόγοι.

 

4. Τα τακτικά μέλη των περιπτώσεων α', β' και ε' είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο. Η θητεία τους σε αυτό θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας τους στις οργανικές τους θέσεις και στο βαθμό τον οποίο κατέχουν, για όλες τις συνέπειες. Τα τακτικά μέλη των περιπτώσεων α' και β' μπορούν να παρίστανται κατά τις συνεδριάσεις της Ολομέλειας και των τμημάτων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Τα τακτικά μέλη της περίπτωσης ε' της παραγράφου 2 αποσπώνται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, προκειμένου να οριστούν ως μέλη του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου. Η απόσπαση είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία από την οποία προέρχονται. Στους αποσπασμένους καταβάλλονται από την υπηρεσία τους οι πάσης φύσεως αποδοχές και επιδόματα, που αντιστοιχούν στη θέση από την οποία προέρχονται.

 

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, καθορίζεται ειδική αποζημίωση των τακτικών μελών του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, καθώς και αποζημίωση των αναπληρωματικών μελών ανάλογα με τις συνεδριάσεις στις οποίες μετείχαν, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων.

 

6. Για τη διαδικασία ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 137, 138, 139, 140 και 141 του παρόντος Κώδικα.

 

7. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζεται ο ειδικότερος τρόπος λειτουργίας του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, τα ζητήματα υπηρεσιακής αναπλήρωσης των μελών της περίπτωσης ε' της παραγράφου 2 και κάθε σχετική λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

 

8. Το έργο του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου υποστηρίζεται από γραμματεία της οποίας η οργάνωση, οι θέσεις του προσωπικού και ο τρόπος λειτουργίας της καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.}

 

19. α. Ο τίτλος του άρθρου 164 αντικαθίσταται ως εξής: Ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου.

 

β. Η παράγραφος 1 του άρθρου 164 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων που έκριναν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, από τον υπάλληλο που τιμωρήθηκε, στις περιπτώσεις επιβολής της πειθαρχικής ποινής του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός και άνω, της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή, του υποβιβασμού, της προσωρινής και οριστικής παύσης. 'Όλες οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων που έκριναν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, υπέρ της διοίκησης, κατά τα οριζόμενα στην επόμενη παράγραφο.}

 

γ. Η παράγραφος 3 του άρθρου 164 του ανωτέρω Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

 

{3. Η ένσταση κατατίθεται στο πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο που τη διαβιβάζει αμελλητί στο δευτεροβάθμιο με τον πλήρη φάκελο της υπόθεσης.}

 

20. Η παράγραφος 5 του άρθρου 164 του ανωτέρω Κώδικα καταργείται.

 

21. Η παράγραφος 12 του άρθρου δεύτερου του νόμου 2683/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{12. Το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο συγκροτείται εντός του Δεκεμβρίου του έτους 2000. Από την 01-01-2001 αρχίζουν να ισχύουν και οι διατάξεις του παρόντος Κώδικα που ρυθμίζουν τη δυνατότητα υποβολής ένστασης ενώπιόν του.}

 

22. Οι υφιστάμενες οργανικές θέσεις στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους των Αντιπροέδρων και των Συμβούλων αυξάνονται κατά μία (1) και δύο (2) θέσεις αντίστοιχα.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.