Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Στο τέλος του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 2076/1992 προστίθεται παράγραφος 4, ως εξής:
{4. Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εκδίδεται μετά από έλεγχο της συνδρομής των απαιτούμενων τυπικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να καταργείται η εξαίρεση υπαγωγής στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου πιστωτικών ιδρυμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού.}
2. Στο άρθρο 4 του νόμου [Ν] 2076/1992 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α. Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
{1. Απαγορεύεται σε πρόσωπα ή σε επιχειρήσεις που δεν αποτελούν πιστωτικά ιδρύματα η κατ' επάγγελμα αποδοχή καταθέσεων χρημάτων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων της νομοθεσίας, απαγορεύεται επίσης η κατ' επάγγελμα χορήγηση δανείων ή πιστώσεων προς το κοινό, εφόσον δεν έχει παρασχεθεί ειδική άδεια της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι όροι για τη χορήγηση της άδειας του προηγούμενου εδαφίου καθορίζονται με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Η απαγόρευση του δεύτερου εδαφίου δεν καταλαμβάνει τη χορήγηση δανείων ή πιστώσεων με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της εκδόσεως πιστωτικών καρτών, για τη διάθεση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών είτε από την ίδια τη διαθέτουσα το αγαθό ή την υπηρεσία επιχείρηση είτε από επιχείρηση συνδεδεμένη με αυτήν, κατά την έννοια του άρθρου 42Ε παράγραφος 5 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 ή στενά με αυτήν συνεργαζόμενη, κατά τα οριζόμενα με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.}
β. Η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:
{3. Οι παραβάτες της διάταξης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης μέχρι τριών (3) ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι τριών εκατομμυρίων (3.000.000) ευρώ ή με αμφότερες τις ποινές.}
3. Στο άρθρο 18 του νόμου [Ν] 2076/1992 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α. στο τέλος της παραγράφου 1)α προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να θέτει γενικούς ή ειδικούς κατά πιστωτικό ίδρυμα κανόνες.}
β. Στο τέλος του άρθρου προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
{5. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να θεσπίζει κανόνες σχετικά με τις πληροφορίες και τα στοιχεία που τα εποπτευόμενα από αυτήν πρόσωπα οφείλουν να παρέχουν στους συναλλασσόμενους με αυτά ως προς τους όρους των συναλλαγών τους.
Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να επιβάλλει στα εποπτευόμενα από αυτήν πρόσωπα την υποχρέωση να περιλαμβάνουν είτε στους δημοσιευόμενους ισολογισμούς και αποτελέσματα χρήσεως ή στο προσάρτημα αυτών είτε στις εκθέσεις διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση, στοιχεία και πληροφορίες πέραν των προβλεπομένων από τον κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920, η αναφορά των οποίων προάγει κατά την κρίση της τη διαφάνεια μέσω της πληρέστερης ενημέρωσης των συναλλασσομένων και των αγορών για την οικονομική θέση των εποπτευόμενων ιδρυμάτων και την ακολουθούμενη από αυτά πολιτική ως προς την ανάληψη και διαχείριση κινδύνων. Τα ανωτέρω στοιχεία και πληροφορίες δύναται η Τράπεζα της Ελλάδος να διαφοροποιεί προκειμένου περί εποπτευόμενων προσώπων τα οποία έχουν εκδώσει τίτλους εισηγμένους σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά.
Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να καθορίζει κανόνες λογιστικής παρακολούθησης και αποτίμησης συγκεκριμένων στοιχείων εντός και εκτός ισολογισμού, καθώς και κανόνες λογιστοποίησης εσόδων και εξόδων που υποχρεούνται να τηρούν τα εποπτευόμενα από αυτήν πρόσωπα. Επίσης δύναται να επιβάλλει, στα ίδια πρόσωπα, το άνοιγμα και τον τρόπο λειτουργίας λογαριασμών για τη λογιστική παρακολούθηση συγκεκριμένων μεγεθών εποπτικού ενδιαφέροντος.
Οι ορκωτοί ελεγκτές, οι οποίοι ελέγχουν τις δημοσιευόμενες οικονομικές καταστάσεις των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος προσώπων, οφείλουν να αναφέρουν στο πιστοποιητικό τους εάν θεωρούν επαρκείς τις σχηματισμένες προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις και, σε αντίθετη περίπτωση, να αναφέρουν το ποσό κατά το οποίο, σύμφωνα με την εκτίμησή τους, οι προβλέψεις υπολείπονται των απαιτουμένων. Στην ετήσια έκθεση των ορκωτών ελεγκτών πρέπει να αναφέρονται αναλυτικά οι εκτιμήσεις τους ως προς το ύψος των επισφαλειών και την επάρκεια των προβλέψεων, καθώς και οι τυχόν αδυναμίες ή προβλήματα στο λογιστικό σύστημα ή το σύστημα εσωτερικού ελέγχου που εντοπίστηκαν κατά τη διεξαγωγή του τακτικού ετήσιου ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων.}
4. Το άρθρο 22 του νόμου [Ν] 2076/1992, υπό τον νέο τίτλο: Μέτρα εποπτείας - κυρώσεις, αναμορφώνεται ως εξής:
α. Στην υφιστάμενη παράγραφο 1, η οποία ήδη αριθμείται ως 1)α προστίθενται, υπό στοιχείο β, τα ακόλουθα εδάφια:
{β. Όταν ένα πιστωτικό ίδρυμα παρουσιάζει σημαντικά μειωμένη ρευστότητα με πιθανολογούμενη ανεπάρκεια ιδίων κεφαλαίων είναι δυνατόν, για λόγους προστασίας των καταθετών και άλλων πιστωτών του, να ορισθεί, με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εκδίδεται μετά προηγούμενη ακρόαση του νόμιμου εκπροσώπου του πιστωτικού ιδρύματος και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, παράταση του χρόνου εκπλήρωσης ορισμένων ή του συνόλου των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) μηνών, που μπορεί να ανανεωθεί, με νεότερη Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, για ένα (1) ακόμη μήνα. Με την ίδια ως άνω Πράξη και για το αυτό χρονικό διάστημα διορίζεται στο πιστωτικό ίδρυμα Επίτροπος, ο οποίος έχει τις εξουσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1665/1951. Δεν απαιτείται ο διορισμός που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο εάν έχει ήδη διορισθεί Επίτροπος στο πιστωτικό ίδρυμα.
Κατά τη διάρκεια της ως άνω παράτασης αναστέλλονται οι προθεσμίες και η άσκηση των διαδικαστικών πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του πιστωτικού ιδρύματος.
Το ίδιο ισχύει για τις αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων και κήρυξης της πτώχευσης.
Η παράταση της εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων τερματίζεται αυτοδικαίως με τη λήξη της αναφερόμενης στην Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος προθεσμίας, μπορεί δε να αρθεί, με νεότερη Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, και πριν από την πάροδο του χρόνου που ορίζεται στην προγενέστερη πράξη.
Η παράταση της εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων δεν συνιστά καθεαυτήν περίπτωση μη διαθέσιμης κατάθεσης κατά την έννοια του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 2832/2000, ούτε περίπτωση παύσης πληρωμών κατά την έννοια του άρθρου 526 του [Π] Εμπορικού Νόμου.}
β. Στο τέλος του άρθρου προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6:
{6. Σε περίπτωση άσκησης δραστηριότητας χωρίς την απαιτούμενη από την ισχύουσα νομοθεσία άδεια της Τράπεζας της Ελλάδος, η τελευταία μπορεί να επιβάλλει κατά του παραβάτη με Πράξη του Διοικητή της ή εξουσιοδοτούμενων από αυτόν οργάνων, πρόστιμο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου μέχρις ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ.
Το όριο του προστίμου αναπροσαρμόζεται με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Ανεξαρτήτως της παραπάνω ή τυχόν άλλων προβλεπόμενων κυρώσεων είναι δυνατή η σφράγιση των γραφείων και εγκαταστάσεων του παραβάτη από όργανα της Τράπεζας της Ελλάδος με τη συνδρομή της αστυνομικής αρχής κατά τους όρους του νόμου.}
5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 27 του νόμου [Ν] 2076/1992 τροποποιείται ως εξής:
Οι λέξεις δώδεκα μηνών ή δωδεκαμήνου αντικαθίστανται αντιστοίχως από τις λέξεις: έξι μηνών ή εξαμήνου.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχουν ισχύ από 01-01-2002.