Νόμος 3259/04 - Άρθρο 6

Άρθρο 6: Περαίωση υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η περαίωση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήματος πραγματοποιείται με τη βεβαίωση φόρου επιπλέον εκείνου που τυχόν βεβαιώθηκε με βάση τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος που υποβλήθηκε. Ο επιπλέον αυτός φόρος υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων.

 

2. Προκειμένου για επιτηδευματία που δεν τήρησε βιβλία ή τήρησε βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων το ποσό του βεβαιωτέου φόρου υπολογίζεται ως εξής:

 

Τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή λογιστικών διαφορών δύο τοις εκατό (2%) για όλα τα επαγγέλματα, με εξαίρεση τα παρακάτω για τα οποία τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται ως εξής:

 

α) με συντελεστή λογιστικών διαφορών επτά τοις χιλίοις (7‰) ΚΑ 4214:

 

έμπορος (πρατήριο) βενζίνης και πετρελαίου ΚΑ 5402: πρατήριο χονδρικής πωλήσεως προϊόντων καπνοβιομηχανίας ΚΑ 5402: έμπορος προϊόντων καπνοβιομηχανίας, χονδρικώς,

 

β) με συντελεστή λογιστικών διαφορών δώδεκα τοις χιλίοις(12‰) ΚΑ 4235:

 

έμπορος πετρελαίου θέρμανσης (διανομή κατ' οίκον).

 

Το ποσό αυτό των λογιστικών διαφορών προσαυξάνεται με τη θετική διαφορά που προκύπτει μεταξύ των προσδιοριζόμενων εξωλογιστικά καθαρών κερδών με τη χρήση του μοναδικού συντελεστή καθαρού κέρδους και των δηλούμενων καθαρών κερδών.

 

Αν τα δηλούμενα καθαρά κέρδη είναι μεγαλύτερα των εξωλογιστικών καθαρών κερδών, η διαφορά αυτών μειώνει το ποσό των λογιστικών διαφορών. Στο τελικό ποσό που προκύπτει από τους ως άνω υπολογισμούς επιβάλλεται φόρος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

 

Εάν από τον παραπάνω υπολογισμό δεν προκύπτει φόρος ή προκύπτει:

 

α) Ποσό μικρότερο από διακόσια (200) ευρώ για επιτηδευματία που δεν τήρησε βιβλία ή τήρησε βιβλία πρώτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα διακόσια (200) ευρώ.

 

β) Ποσό μικρότερο των τριακοσίων (300) ευρώ για ελεύθερο επαγγελματία, όπως η έννοια αυτού καθορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 48 του νόμου 2238/1994, το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα τριακόσια (300) ευρώ).

 

γ) Ποσό μικρότερο από πεντακόσια (500) ευρώ για κάθε επιτηδευματία που τήρησε βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα πεντακόσια (500) ευρώ.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1)β του άρθρου 89 του νόμου 3746/2009 (ΦΕΚ 27/Α/2009) και την παράγραφο 1)ι)α του άρθρου 28 του νόμου 3697/2008 (ΦΕΚ 194/Α/2008).

 

3. Προκειμένου για επιτηδευματία που τήρησε βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων το ποσό του βεβαιωτέου φόρου υπολογίζεται ως εξής:

 

Τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή λογιστικών διαφορών δύο τοις εκατό (2%).

 

Το ποσό αυτό των λογιστικών διαφορών προσαυξάνεται με τη θετική διαφορά που προκύπτει μεταξύ των προσδιοριζόμενων εξωλογιστικά καθαρών κερδών με τη χρήση του μοναδικού συντελεστή καθαρού κέρδους μειωμένου κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) και των δηλούμενων καθαρών κερδών. Αν τα δηλούμενα καθαρά κέρδη είναι μεγαλύτερα των εξωλογιστικών καθαρών κερδών, η διαφορά αυτών μειώνει το ποσό των λογιστικών διαφορών. Στο τελικό ποσό που προκύπτει από τους ως άνω υπολογισμούς επιβάλλεται φόρος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), για όλες τις περιπτώσεις, εκτός Ανώνυμης Εταιρείας και Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης στις οποίες επιβάλλεται φόρος με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%).

 

Το ποσό του φόρου που προκύπτει από τον παραπάνω υπολογισμό δεν μπορεί να είναι μικρότερο από δύο τοις χιλίοις (2‰) του ποσού των ακαθάριστων εσόδων συνολικά (δηλωθέντων και τυχόν αποκρυβέντων), με εξαίρεση το επάγγελμα ΚΑ 5402: πρατήριο χονδρικής πωλήσεως προϊόντων καπνοβιομηχανίας ή έμπορος προϊόντων καπνοβιομηχανίας, χονδρικώς, για το οποίο το ποσό του φόρου δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ενάμισι τοις χιλίοις(1,5‰) του ποσού των προαναφερόμενων ακαθάριστων εσόδων.

 

Σε κάθε περίπτωση το παραπάνω ποσό φόρου δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εξακοσίων (600) ευρώ.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1)γ του άρθρου 89 του νόμου 3746/2009 (ΦΕΚ 27/Α/2009) και την παράγραφο 1)ι)β)του άρθρου 28 του νόμου 3697/2008 (ΦΕΚ 194/Α/2008).

 

4. Για τον υπολογισμό του ποσού του βεβαιωτέου φόρου, σε περίπτωση αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης κατά την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 2, τα συγκεκριμένα ποσά της απόκρυψης προσαυξάνουν τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα του οικονομικού έτους που αφορούν και ο συντελεστής υπολογισμού του φόρου γίνεται:

 

α) Είκοσι οκτώ τοις εκατό (28%) όταν πρόκειται για Ανώνυμη Εταιρεία και Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης και είκοσι τρία τοις εκατό (23%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσοδα είναι μέχρι πέντε τοις εκατό (5%) των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων.

 

β) Τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) όταν πρόκειται για Ανώνυμη Εταιρεία και Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης και τριάντα τοις εκατό (30%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσοδα είναι πάνω από το πέντε τοις εκατό (5%) και μέχρι το δέκα τοις εκατό (10%) των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων.

 

γ) Σαράντα πέντε τοις εκατό (45%) όταν πρόκειται για Ανώνυμη Εταιρεία και Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης και σαράντα τοις εκατό (40%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσοδα είναι πάνω από το δέκα τοις εκατό (10%) και μέχρι το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων.

 

δ) Πενήντα δύο τοις εκατό (52%) όταν πρόκειται για Ανώνυμη Εταιρεία και Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης και σαράντα εφτά τοις εκατό (47%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσοδα είναι πάνω από το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) και μέχρι το είκοσι τοις εκατό (20%) των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων.

 

ε) Εξήντα τοις εκατό (60%) όταν πρόκειται για Ανώνυμη Εταιρεία και Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης και πενήντα πέντε τοις εκατό (55%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσοδα είναι πάνω από το είκοσι τοις εκατό (20%) των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων.

 

στ) Είκοσι οκτώ τοις εκατό (28%) όταν πρόκειται για Ανώνυμη Εταιρεία και Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης και είκοσι τρία τοις εκατό (23%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις που υπάρχει κάποια από τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 2 πλην όμως δεν προσδιορίζεται το ύψος της αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης.

 

Για την εφαρμογή των προηγούμενων περιπτώσεων λαμβάνονται υπόψη οι παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων οι οποίες:

 

α) έχουν οριστικοποιηθεί,

 

β) εκκρεμούν για διοικητική επίλυση της διαφοράς στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία ή στα Διοικητικά Δικαστήρια Α' και Β' βαθμού δικαιοδοσίας και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου,

 

γ) προκύπτουν από Έκθεση Ελέγχου της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή άλλης Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος και δεν έχει εκδοθεί ή έχει εκδοθεί και δεν έχει κοινοποιηθεί η σχετική απόφαση επιβολής προστίμου,

 

δ) προκύπτουν αναμφισβήτητα από δελτίο πληροφοριών ή άλλο έγγραφο στοιχείο της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή άλλης Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος ή άλλης αρχής ή από την αντιπαραβολή των δεδομένων έγγραφων στοιχείων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων με τα αντίστοιχα δεδομένα της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ή των εντύπων που τη συνοδεύουν, αλλά δεν έχει ακόμη συνταχθεί η σχετική έκθεση ελέγχου.

 

Για τις περιπτώσεις του εδαφίου αυτού (δ) πριν από την περαίωση της υπόθεσης θα συντάσσεται σχετική πράξη προστίμου, ώστε να περαιώνεται αυτή ταυτόχρονα με την υπόθεση σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 4 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1)δ του άρθρου 89 του νόμου 3746/2009 (ΦΕΚ 27/Α/2009).

 

5. Το ποσό του οφειλόμενου φόρου στην περίπτωση που δεν υπάρχει παράβαση Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή Αποκρυβείσα Φορολογητέα Ύλη, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) των ακαθάριστων εσόδων, τηρουμένων σε κάθε περίπτωση των κατώτατων ορίων του τελευταίου εδαφίου των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1)κ)δ του άρθρου 28 του νόμου 3697/2008 (ΦΕΚ 194/Α/2008).

 

6. Η ζημιά που τυχόν περιλαμβάνεται σε κάθε περαιούμενη ανέλεγκτη υπόθεση φορολογίας εισοδήματος συμψηφίζεται με το ποσό των λογιστικών διαφορών που υπολογίζεται κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος και το τυχόν ακάλυπτο ποσό αυτής μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα θετικά εισοδήματα των επόμενων ετών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, εκτός εάν η οικεία χρήση βαρύνεται με αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη.

 

Τυχόν ζημιά που προκύπτει από τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας περαιούμενης χρήσης δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα θετικά εισοδήματα των επόμενων ετών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, εφόσον η χρήση από την οποία προέρχεται ή έστω μία από τις επόμενες αυτής περαιούμενες χρήσεις βαρύνεται με αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη.

 

Στις περιπτώσεις αυτές επιβάλλεται το ελάχιστο ποσό βεβαιωτέου φόρου σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1)δ του άρθρου 28 του νόμου 3697/2008 (ΦΕΚ 194/Α/2008).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.