Νόμος 4512/18 - Άρθρο 331

Άρθρο 331: Η πειθαρχική απόφαση


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η πειθαρχική απόφαση διατυπώνεται εγγράφως.

 

2. Κατά την επιμέτρηση της ποινής το Πειθαρχικό Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη:

 

α) τη βαρύτητα του αδικήματος και κυρίως τη βλάβη που προκάλεσε το αδίκημα, τη φύση, το είδος και το αντικείμενο του αδικήματος, τις περιστάσεις υπό τις οποίες διαπράχθηκε αυτό, την ένταση του δόλου ή το βαθμό αμέλειας του διωκόμενου,

 

β) την προσωπικότητα του ιατρού, την πείρα του, τις ατομικές, κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη πορεία του, καθώς και τη διαγωγή του μετά την πράξη, τη μετάνοια που επέδειξε και την προθυμία να επανορθώσει τις συνέπειες αυτής.

 

3. Στην απόφαση μνημονεύονται:

 

α) ο τόπος και ο χρόνος έκδοσής της,

 

β) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του μονομελούς πειθαρχικού οργάνου ή των μελών του συλλογικού πειθαρχικού οργάνου,

 

γ) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του κρινόμενου,

 

δ) τα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος, προσδιορισμένα κατά τόπο και χρόνο,

 

ε) η υποβολή ή όχι απολογίας,

 

στ) η αιτιολογία της απόφασης,

 

ζ) η γνώμη των μελών του συλλογικού οργάνου που μειοψήφησαν και

 

η) η απαλλαγή του κρινόμενου ή η ποινή που του επιβάλλεται.

 

Αν η πειθαρχική απόφαση περί της ενοχής του διωκομένου λαμβάνεται κατά πλειοψηφία, όλα τα μέλη του πειθαρχικού συμβουλίου ψηφίζουν για την επιβλητέα ποινή. Λευκή ψήφος ή αποχή από την ψηφοφορία δεν επιτρέπεται. Η παράλειψη των στοιχείων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α', β' και γ', εκτός του ονοματεπώνυμου του κρινόμενου, δεν συνεπάγεται ακυρότητα της απόφασης, εφόσον αυτά προκύπτουν από το φάκελο της υπόθεσης.

 

4. Η πειθαρχική απόφαση υπογράφεται από το όργανο που την εκδίδει. Όταν αυτή εκδίδεται από συλλογικό όργανο, υπογράφεται από τον πρόεδρο και τον γραμματέα.

 

5. Η πειθαρχική απόφαση κοινοποιείται σε αντίγραφο με τη φροντίδα της υπηρεσίας στον ιατρό και γνωστοποιείται στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένδικα μέσα. Η κοινοποίηση της απόφασης στον ιατρό ενεργείται από τον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος. Στον ιατρό γνωστοποιείται επίσης η τυχόν δυνατότητα ασκήσεως ενδίκων μέσων και η σχετική προθεσμία ασκήσεώς τους.

 

6. Η πειθαρχική απόφαση δεν ανακαλείται.

 

7. Ο Ιατρικός Σύλλογος εισπράττει τα πρόστιμα κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Οι αποφάσεις που επιβάλλουν οριστική ή προσωρινή παύση γνωστοποιούνται στον Υπουργό Υγείας.

 

8. Ο ιατρός που τιμωρήθηκε οφείλει μέσα σε προθεσμία 5 ημερολογιακών ημερών από τη γνωστοποίηση σε αυτόν της τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης και εφόσον του επιβλήθηκε ποινή οριστικής ή προσωρινής παύσης να προσέλθει στα γραφεία του Συλλόγου, στον οποίο ανήκει, και να παραδώσει το δελτίο της ιατρικής του ταυτότητας. Από την επόμενη ημέρα της παράδοσης του δελτίου αρχίζει η έκτιση της ποινής. Αν δεν έχει εφοδιασθεί με δελτίο ταυτότητας, τότε καταθέτει σχετική υπεύθυνη δήλωση και από την επόμενη ημέρα της κατάθεσης της δήλωσης αυτής, αρχίζει η έκτιση της ποινής. Αν δεν κατατεθεί το δελτίο της ταυτότητάς του ή η υπεύθυνη δήλωση, η έκτιση της ποινής αρχίζει με την παρέλευση της κατά τα άνω πενθήμερης προθεσμίας από τη γνωστοποίηση της τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης. Αν ο ιατρός τιμωρηθεί τελεσίδικα με την ποινή της οριστικής παύσης, αποβάλλει αυτοδίκαια την ιδιότητα του ιατρού.

 

9. Αν η απόφαση για την οριστική παύση εξαφανισθεί με απόφαση του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών ή με δικαστική απόφαση, οι ιατρικοί σύλλογοι οφείλουν να συμμορφωθούν αμέσως.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.