Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 285/92

ΝΣΚ 285/1992


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 285/1992 (20-04-1992)

 

Αριθμός ερωτήματος: 95108/6256/1991 Διεύθυνσης Νομοθετικού Έργου - Τμήμα Κρίσεως Προσφυγών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.

 

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται: α) αν σε περίπτωση που μετά την 15-01-1924 αυξήθηκε το πλάτος οδού, που σχηματίσθηκε πριν από την ημερομηνία αυτή, είναι δηλαδή η αναγνώριση της οδού ως προϋφιστάμενης του 1923 και αν στην περίπτωση αυτή είναι δυνατή η προσκύρωση της υπόλοιπης έκτασης και β) αν μπορεί να αναγνωρισθεί ως οδός προϋφιστάμενη του 1923, αγροτικός δρόμος που εμπίπτει στην παράγραφο 3 του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος.

 

Επί των ερωτημάτων αυτών το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε ως κατωτέρω:

 

Στο άρθρο 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων, κωμών κ.λ.π. (ΦΕΚ 228/Α/1923) ορίζονται τα εξής:

 

{1. Δεν επιτρέπεται οιαδήποτε μεταβίβασις της κυριότητος μέρους ή του όλου γηπέδου, εφ' ου ο ιδιοκτήτης σχημάτισε ή ανεγνώρισε σχηματισθέντες τυχόν άνευ της θελήσεώς του κοινοχρήστους χώρους (ιδιωτικές οδούς και πλατείες κ.λ.π.), ή δεν σχημάτισε ουδέ ανεγνώρισε μεν τοιούτους, αλλά επιδιώκει τον σχηματισμόν ή την αναγνώρισή των δια της τοιαύτης μεταβιβάσεως. Εν τη έννοια του σχηματισμού κοινοχρήστων χώρων περιλαμβάνεται ο καθ' οιονδήποτε τρόπον ιδιωτική πρωτοβουλία ή συμφωνία γινόμενος περιορισμός ή παραίτησις δικαιωμάτων επί των ειρημένων γηπέδων επί τω τέλει αμέσου ή εμμέσου σχηματισμού των εν λόγω χώρων. Πάσα μεταβίβασις της κυριότητος, γινομένη παρά τις ανωτέρω διατάξεις, είναι αυτοδικαίως άκυρος...

 

3. Οι διατάξεις της ανωτέρω παράγραφο 1 δεν ισχύουν προκειμένου περί καλλιεργούμενων γηπέδων, κειμένων εκτός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων, κωμών κ.λ.π., εφ' ων σχηματίζονται ιδιωτικές οδοί προς μεταφορά των προϊόντων, εφ' όσον εκ των πραγμάτων προκύπτει ότι ο σχηματισμός αυτών την μεταφορά ταύτη μόνον σκοπεί, ουχί δε την εφαρμογήν ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας και την βάσει τούτου κατάτμηση των γηπέδων εις μικρά τμήματα. Επίσης δεν ισχύουν οι διατάξεις της αυτής παραγράφου 1:

 

α) δια πάσαν περαιτέρω μεταβίβαση της κυριότητος γηπέδων, ων μεταβιβάσθηκε ήδη αυτή παρά τις διατάξεις της εν λόγω παραγράφου προ της ισχύος του παρόντος άρθρου, εφ' όσον δεν επέρχεται αύξησις της επιφανείας των προ της ισχύος του άρθρου τούτου σχηματισθέντων ιδιωτική πρωτοβουλία κοινοχρήστων χώρων, και

β) ως προς τα εντός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων κ.λ.π. γήπεδα, εφ' ων σχηματίσθηκαν ιδιωτική πρωτοβουλία, προ της ισχύος του παρόντος άρθρου, κοινόχρηστοι χώροι (ιδιωτικές οδοί κ.λ.π.), εφ' όσον η κυριότης τμημάτων των εν λόγω γηπέδων μεταβιβάσθηκε ήδη προ της ισχύος του άρθρου τούτου, μετά δε την ισχύ αυτού ουδεμία αύξησις των αρχικώς σχηματισθέντων κοινοχρήστων χώρων έλαβε χώραν.

 

4. Αρμόδιος όπως αποφανθεί δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εάν η μεταβίβασις της κυριότητος επί γηπέδων εγένετο επί τω σκοπώ σχηματισμού επ' αυτού κοινοχρήστων χώρων και εν γένει της εφαρμογής ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας ή προς απλή μεταφορά προϊόντων, εάν επήλθε ή ου αύξησις της εκτάσεως των κοινοχρήστων τούτων χώρων και οποία η θέσις και έκτασις αυτών και ειδικότερα πότε υφίσταται περίπτωσις εφαρμογής των εξαιρέσεων α' και β' της προηγουμένης παραγράφου, είναι ο επί της Συγκοινωνίας υπουργός, όστις αποφαίνεται επί πάντων των ζητημάτων τούτων μετά γνώμη του Συμβουλίου των δημοσίων έργων. Εν περιπτώσει ενστάσεων των ενδιαφερομένων κατά της αποφάσεως του υπουργού, δύναται να αναθεωρήσει ούτος την αρχική απόφασή του μόνον εφ' άπαξ. Περίληψις των ανωτέρω αποφάσεων του υπουργού και της σχετικής γνωμοδοτήσεως του συμβουλίου των δημοσίων έργων δημοσιεύεται εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.}

 

Από τις διατάξεις αυτές του ανωτέρω άρθρου οι οποίες αποσκοπούν στον αποκλεισμό της δημιουργίας ιδιωτικών σχεδίων ρυμοτομίας, προκύπτει ότι απαγορεύεται η δημιουργία κοινοχρήστων χώρων με ιδιωτική πρωτοβουλία επί ποινή ακυρότητας των σχετικών πράξεων.

 

Από τον κανόνα όμως αυτόν εισάγεται εξαίρεση (με την παράγραφο 3), ως προς τους κοινόχρηστους χώρους που σχηματίσθηκαν με ιδιωτική πρωτοβουλία πριν από την ισχύ του άρθρου αυτού (που άρχισε από της ισχύος του από 04-01-1924 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 8/Α/1924), των οποίων ο νομοθέτης ανέχεται τη διατήρηση. Έτσι αναγνωρίζονται ως υφιστάμενες, παραλλήλως προς τις οδούς και πλατείες που προβλέπονται από το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως και οι οδοί και πλατείες που σχηματίσθηκαν με ιδιωτική πρωτοβουλία προ της 16-01-1924 και εφόσον μετά την ημερομηνία αυτή δεν επήλθε αύξηση των χώρων αυτών. Επί των οικοπέδων δε που έχουν πρόσοψη επ' αυτών, εφαρμόζονται όλες οι σχετικές πολεοδομικές διατάξεις που διέπουν τα οικόπεδα που έχουν πρόσοψη σε κοινόχρηστους χώρους, που προβλέπονται από το οικείο ρυμοτομικό σχέδιο, έως ότου καταργηθούν με την νόμιμη διαδικασία (ΣτΕ 1759/1988, 3102/1988, 3550/1988, 2167/1985, 1991/1984, 3710/1982, 3391/1981, 11906/1981, 1498/1980). Περαιτέρω, δια της παραγράφου 4 του άνω άρθρου θεσπίζεται αρμοδιότητα του Υπουργού Συγκοινωνιών (η οποία στη συνέχεια περιήλθε στον Υπουργό Δημοσίων Έργων και ήδη στον οικείο Νομάρχη) για την έκδοση διαπιστωτικής πράξης περί της συνδρομής, μεταξύ άλλων, και της ανωτέρω αναφερθείσης εξαιρετικής περιπτώσεως, δηλαδή του σχηματισμού κοινόχρηστου χώρου πριν από την έναρξη της ισχύος του ανωτέρω άρθρου, σε περίπτωση δε που υποβληθούν ενστάσεις, ο Υπουργός (ήδη Νομάρχης) μπορεί να αναθεωρήσει την αρχική απόφασή του ή να αναθεωρήσει την αρχική απόφασή του, μετά από αίτηση ενδιαφερομένου, μέσα σε εύλογο χρόνο (ΣτΕ 3550/1988, 2167/1985, 1498/1980). Τέλος στην εξαίρεση που θεσπίζεται με την παράγραφο 3 του άρθρου 20 ως προς τους κοινόχρηστους χώρους που σχηματίζονται με την ιδιωτική βούληση πριν από την ισχύ του άρθρου αυτού, των οποίων ο νομοθέτης ανέχεται την διατήρηση και αναγνωρίζει ότι επί των οικοπέδων που έχουν πρόσοψη επ' αυτών εφαρμόζονται όλες οι σχετικές πολεοδομικές διατάξεις που διέπουν τα επί των εγκεκριμένων οδών και πλατειών κείμενα οικόπεδα, περιλαμβάνεται και η περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της άνω παραγράφου 3 δηλαδή περιλαμβάνονται και οι οδοί οι οποίες προ της ισχύος του άρθρου 20, ήταν αγροτικοί δρόμοι που σχηματίσθηκαν προς μεταφορά των προϊόντων, καθ' όσον δεν γίνεται διάκριση στις άνω διατάξεις της παραγράφου 3, αλλά και νομολογιακά δεν διαπιστώθηκε διαφοροποίηση ως προς την αντιμετώπιση των εξαιρέσεων που θεσπίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής. Άλλωστε και από την διατύπωση της παραγράφου 4 του άνω άρθρου 20 στην οποία ορίζεται ότι:

 

{Αρμόδιος όπως αποφανθεί δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εάν η μεταβίβασις της κυριότητος επί γηπέδων εγένετο επί τω σκοπώ σχηματισμού επ 'αυτού κοινοχρήστων χώρων και εν γένει της εφαρμογής ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας ή προς απλή μεταφορά προϊόντων...}

 

συνάγεται ακριβώς το άνω συμπέρασμα, ότι δηλαδή και αγροτικοί δρόμοι προϋφιστάμενοι του 1923 εμπίπτουν στις εξαιρέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος.

 

Στην αρμόδια υπηρεσία που υπέβαλε το σχετικό ερώτημα, αλλά και σε ενδιαφερόμενους ιδιώτες δημιουργεί αμφιβολίες η διατύπωση στα εδάφια α και β της παραγράφου 3 του άνω άρθρου 20, (... εφόσον μετά ταύτα δεν επήλθε αύξηση των χώρων αυτών), διατυπώνουν δε την άποψη, ότι η εξαίρεση ως προς τους κοινοχρήστους χώρους, οι οποίοι σχηματίσθηκαν με ιδιωτική πρωτοβουλία πριν από την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών ισχύει εφόσον μετά ταύτα δεν επήλθε αύξηση των χώρων αυτών, ενώ αν έχει επέλθει εν τω μεταξύ αλλαγή των διαστάσεων της προϋφιστάμενης προ του 1923 κοινοχρήστου οδού, τότε αυτή συνολικά (κατά τον προϋπάρχον και το προσαυξηθέν τμήμα) δεν είναι δυνατόν να υπαχθεί στην εξαίρεση της παραγράφου 3 και ότι η οδός στην περίπτωση αυτή καταργείται. Η ανεπιεικής αυτή άποψη όμως δεν φαίνεται να βρίσκει έρεισμα στις διατάξεις που παρατέθηκαν και ιδίως στη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 20, στην οποία δεν γίνεται καμιά διάκριση ως προς την αρμοδιότητα του οικείου Νομάρχη να κρίνει πότε υφίσταται περίπτωση εφαρμογής κάθε μιας των εξαιρέσεων της παραγράφου 3. Περαιτέρω η αποδοχή της άποψης αυτής θα απέφερε δυσμενείς συνέπειες και σε άλλους ιδιοκτήτες, που έχουν πρόσοψη επί της εν λόγω οδού, χωρίς οι ίδιοι να ευθύνονται για την προσαύξηση του εύρους της προ του 1923 υφισταμένης οδού.

 

Τέλος κατά το άρθρο 42 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος παράγραφοι 1 και 2 και τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις, η προσκύρωση οικοπέδου είναι επιτρεπτή όταν τούτο υπολείπεται του απαιτούμενου ελάχιστου εμβαδού, σε κάθε άλλη δε περίπτωση όταν το οικόπεδο στερείται προσώπου επί οδού ή καίτοι έχει το απαιτούμενο εμβαδόν, στερείται των ελαχίστων διαστάσεων κ.λ.π., η προσκύρωση επιτρέπεται εφόσον η τακτοποίηση του οικοπέδου καθίσταται ανέφικτη (ΣτΕ 1773/1977, 308/1976). Εξάλλου με το άρθρο 28 του νόμου 1337/1983 ορίσθηκε ότι:

 

{ιδιωτικοί δρόμοι, πλατείες και λοιποί χώροι κοινής χρήσεως που έχουν σχηματιστεί με οποιοδήποτε τρόπο έστω και κατά παράβαση των κείμενων πολεοδομικών διατάξεων και που βρίσκονται μέσα σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεων, θεωρούνται ως κοινόχρηστοι χώροι που ανήκουν στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα. Για τους χώρους αυτούς δεν οφείλεται καμία αποζημίωση λόγω ρυμοτομίας. Σε περίπτωση όμως που οι χώροι αυτοί καταργούνται με το σχέδιο πόλεως προσκυρώνονται κατά τις κείμενες διατάξεις.}

 

Η έννοια της παραπάνω διάταξης είναι ότι οι αναφερόμενοι σ' αυτή κοινόχρηστοι χώροι θεωρούνται ως κοινόχρηστοι, όχι για την εφαρμογή των πολεοδομικών διατάξεων, αλλά ότι περιέρχονται στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα και δεν οφείλεται γι' αυτούς αποζημίωση λόγω ρυμοτομίας. Στην προκείμενη περίπτωση η κατά τα άνω έκταση κατά το μέρος που προσαύξησε το πλάτος της προ του 1923 υφισταμένης οδού, εφόσον αφέθηκε ως κοινόχρηστος χώρος πρέπει να θεωρηθεί ότι περιήλθε στον οικείο Δήμο και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος είναι δυνατή η προσκύρωσή του.

 

Εν όψει των ανωτέρω το τμήμα γνωμοδοτεί ομόφωνα σε καθένα από τα άνω ερωτήματα ότι:

 

Σε περίπτωση που μετά την 16-01-1924 αυξήθηκε με ιδιωτική πρωτοβουλία το πλάτος οδού, που σχηματίσθηκε πριν από το 1923, η οδός εξακολουθεί να αναγνωρίζεται μόνον ως προς το πλάτος που είχε πριν από την προσαύξηση, η δε υπόλοιπη έκταση περιέρχεται στον οικείο Δήμο και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος είναι δυνατή η προσκύρωσή της στις όμορες ιδιοκτησίες και β) Αγροτικός δρόμος που εμπίπτει στην παράγραφο 3 του άρθρου 20 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος, είναι δυνατόν ν' αναγνωρισθεί ως οδός προϋφιστάμενη του 1923.

 

Θεωρήθηκε

Αθήνα 04-05-1992

Ο Προεδρεύων Νομικός Σύμβουλος

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.