Προεδρικό διάταγμα 23/93 - Άρθρο 30

Άρθρο 30


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η ανάθεση του έργου γίνεται βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και μετά από έλεγχο της επαγγελματικής επάρκειας των εργοληπτών που δεν αποκλείστηκαν δυνάμει του άρθρου 24 που διεξάγουν οι αναθέτουσες αρχές σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοδοτικής και τεχνικής ικανότητας που ορίζονται στα άρθρα 26 έως 29.

 

2. Τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τα δημόσια έργα είναι τα εξής:

 

α. είτε αποκλειστικά ή χαμηλότερη τιμή ή

 

β. αν η ανάθεση γίνεται στην προσφορά που είναι η πιο συμφέρουσα οικονομικά, διάφορα κριτήρια ανάλογα με το αντικείμενο της συμβάσεως π.χ. η τιμή, η προθεσμία εκτελέσεως, τα έξοδα λειτουργίας, η αποδοτικότητα, η τεχνική αξία. Στην περίπτωση αυτή οι αναθέτουσες αρχές μνημονεύουν στα συμβατικά τεύχη ή στην προκήρυξη όλα τα κριτήρια που πρόκειται να ληφθούν υπόψη για την ανάθεση του έργου, και, αν είναι δυνατό, κατά φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

 

3. Όταν η ανάθεση της σύμβασης γίνεται με βάση το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη και τις εναλλακτικές προσφορές που υποβάλλουν οι προσφέροντες, εφόσον οι προσφορές αυτές ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν καθορίσει οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές.

 

Στη συγγραφή υποχρεώσεων οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, καθώς και τον τρόπο υποβολής αυτών των προσφορών. Εάν δεν επιτρέπεται η υποβολή εναλλακτικών προσφορών, πρέπει να το αναφέρουν στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

 

Οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να μη δεχθούν την υποβολή εναλλακτικής προσφοράς αποκλειστικά και μόνο διότι οι τεχνικές προδιαγραφές έχουν καθοριστεί με αναφορά σε εθνικά πρότυπα που ισχύουν κατ' εφαρμογή των αντίστοιχων ευρωπαϊκών ή σε ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις ή σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 ή ακόμα με αναφορά σε εθνικές τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο άρθρο 12 παράγραφος 6 στοιχεία α και β.

 

4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν έχουν εφαρμογή όταν η ανάθεση των συμβάσεων βασίζεται σε άλλα κριτήρια, στα πλαίσια ρυθμίσεων της κείμενης νομοθεσίας που ίσχυαν κατά την 18-07-1989, ημερομηνία έκδοσης της οδηγίας 1989/440/ΕΟΚ και οι οποίες ρυθμίσεις δίνουν το προβάδισμα σε ορισμένους προσφέροντες, υπό τον όρο ότι αυτές συμβιβάζονται με τη Συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.

 

5. Εάν, για μια δεδομένη σύμβαση, οι προσφορές είναι υπερβολικά χαμηλές σε σχέση με τις προβλεπόμενες εργασίες, η αναθέτουσα αρχή πριν απορρίψει τις προσφορές, ζητά εγγράφως την αιτιολόγηση των στοιχείων της προσφοράς και στη συνέχεια επαληθεύει τα στοιχεία της προσφοράς λαμβάνοντας υπόψη τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά.

 

Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να λάβει υπόψη αιτιολογήσεις που επικαλούνται την οικονομία που επιτυγχάνεται χάρη στη μέθοδο κατασκευής, τις τεχνικές λύσεις που έχουν επιλεγεί, τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες υπό τις οποίες ο προσφέρων θα εκτελέσει τις εργασίες ή την πρωτοτυπία της μελέτης του. Εάν τα έγγραφα στοιχεία της σύμβασης προβλέπουν την ανάθεσή της στον υποβάλλοντα τη χαμηλότερη προσφορά, η αναθέτουσα αρχή οφείλει να γνωστοποιεί στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την απόρριψη των προσφορών τις οποίες θεωρεί υπερβολικά χαμηλές.

 

Εν τούτοις, και για την χρονική περίοδο μέχρι το τέλος του έτους 1992, και εφόσον η ισχύουσα εθνική νομοθεσία το επιτρέπει, η αναθέτουσα αρχή μπορεί κατ' εξαίρεση και χωρίς καμία διάκριση ως προς την εθνικότητα να απορρίπτει προσφορές υπερβολικά χαμηλές, σε σχέση με το οικείο έργο, δίχως να υποχρεούται να τηρεί τη διαδικασία που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, σε περίπτωση κατά την οποία οι προσφορές αυτές για μία ορισμένη σύμβαση είναι τόσο πολλές, ώστε η εφαρμογή της διαδικασίας αυτής θα οδηγούσε σε σοβαρή καθυστέρηση και θα έθετε σε κίνδυνο το δημόσιο συμφέρον που σχετίζεται με την υλοποίηση της εν λόγω σύμβασης. Όταν εφαρμόζεται αυτή η έκτακτη διαδικασία γίνεται αναφορά στην ανακοίνωση που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 5.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο καταργήθηκε από το άρθρο 37 του προεδρικού διατάγματος 334/2000 (ΦΕΚ 279/Α/2000).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.