Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 2612/13

ΣτΕ 2612/2013


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 2612/2013

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Ολομέλεια

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 03-06-2011, με την εξής σύνθεση: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος, Α. Ράντος, Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ν. Ρόζος, Ε. Σαρπ, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Βηλαράς, Ι. Μαντζουράνης, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, Δ. Αλεξανδρής, Γ. Ποταμιάς, Ε. Νίκα, Ε. Αντωνόπουλος, Σπύρος Μαρκάτης, Σ. Χρυσικοπούλου, Η. Τσακόπουλος, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινός, Δ. Κυριλλόπουλος, Α. Καλογεροπούλου, Α. Σταθάκης, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Κουσούλης, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνης, Κ. Πισπιρίγκος, Α. Χλαμπέα, Σύμβουλοι, Χ. Ντουχάνης, Μ. Τσακάλη, Ι. Μιχαλακόπουλος, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Μ. Σταματελάτου και Β. Ραφτοπούλου, καθώς και η Πάρεδρος Μ. Τσακάλη μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 του νόμου [Ν] 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.

 

Για να δικάσει την από 12-11-2003 έφεση:

 

του __________, κατοίκου Ρόδου, οδός __________, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Βασίλειο Παπαγεωργίου (αριθμός μητρώου 11487), που τον διόρισε στο ακροατήριο, κατά της __________, κατοίκου Ρόδου, οδός __________, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Ιωάννη Καραγκούνη (αριθμός μητρώου 21444), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και κατά της υπ' αριθμόν 1362/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά.

 

Η πιο πάνω έφεση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ' αριθμόν 3561/2008 αποφάσεως του Ε' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.

 

Ο Εισηγητής, Σύμβουλος Ι. Μαντζουράνης, άρχισε τη συζήτηση της υποθέσεως με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία αποτελεί και την εισήγηση του Τμήματος.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του εκκαλούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους εφέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση και τον πληρεξούσιο της εκκαλούσας, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης έφεσης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (Α 1255290, 1334260/2003 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).

 

2. Επειδή, με την έφεση αυτή ζητείται η εξαφάνιση της 1362/2003 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, με την οποία ακυρώθηκε, μετά από αίτηση τη εφεσίβλητης, η 52/24-09-2001 οικοδομική άδεια της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Δήμου Ροδίων. Με την άδεια αυτή είχε επιτραπεί στον εκκαλούντα η ανέγερση τετραώροφης οικοδομής με πυλωτή σε οικόπεδό του κείμενο επί της οδού Βασιλέως Ηρακλείου (οικοδομικό τετράγωνο 112) της πόλης της Ρόδου.

 

3. Επειδή, η υπόθεση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου με την απόφαση 3561/2008 του Ε' Τμήματος, κατ' άρθρο 14 παράγραφος 5 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 και 100 παράγραφος 5 του Συντάγματος.

 

4. Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 παράγραφος 2 του νόμου [Ν] 3719/2008, των συμβούλων Δημητρίου Αλεξανδρή και Αντώνη Σταθάκη, τακτικών μελών της συνθέσεως που εκδίκασε την ανωτέρω υπόθεση, λαμβάνουν μέρος αντί αυτών στη διάσκεψη ως τακτικά μέλη οι Σύμβουλοι Μ. Σταματελάτου και Β. Ραφτοπούλου, αναπληρωματικά μέχρι τώρα της συνθέσεως (πρακτικό υπ' αριθμόν 58/2012).

 

5. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως προκύπτουν τα εξής:

 

Με την 362/1992 απόφαση του Ειρηνοδικείου Ρόδου έγινε δεκτή αγωγή της __________ και αναγνωρίσθηκε ότι αυτή απέκτησε με χρησικτησία τμήμα οικοπέδου 32,40 m2, το οποίο εμφανίζεται με στοιχεία ΕΖΗΕ στο από Μαΐου 1982 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού Δ. Παπακώστα. Το οικόπεδο αυτό εφάπτεται προς βορρά με άλλο οικόπεδο, έκτασης 302 m2, που περιήλθε στην ίδια (__________) με τα 13028 και 13029/19-12-1986 συμβόλαια της συμβολαιογράφου Ρόδου Μ. Λυριστή - Καλαϊτζάκη. Από τα ανωτέρω οικόπεδα σχηματίστηκε ένα ενιαίο οικόπεδο, έκτασης 334,40 m2, το οποίο εμφανίζεται στο από 22-11-1993 τοπογραφικό διάγραμμα, που είναι συνημμένο στην κτηματική μερίδα οικοδομών V - 58 Α του Δήμου Ρόδου, και είναι όμορο με ακίνητο που φέρεται ότι ανήκει στην εφεσίβλητη με κτηματική μερίδα V - 58 Β, επί του οποίου έχει ανεγερθεί διώροφη οικοδομή δυνάμει της 702/15-11-1972 οικοδομικής άδειας του Γραφείου Πολεοδομικών Εφαρμογών Ρόδου.

 

Με το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 2624/2000 έγγραφο της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Ρόδου, που εκδόθηκε μετά από αίτηση της __________, βεβαιώθηκε ότι το ανωτέρω οικόπεδο ιδιοκτησίας της είναι μη ρυμοτομούμενο, άρτιο και οικοδομήσιμο και ότι οι όροι δόμησής του είναι οι ισχύοντες στον τομέα Θ και τη ζώνη VΧ του ρυμοτομικού σχεδίου Ρόδου. Με το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 7016/04-10-2000 νεότερο έγγραφό της η Διεύθυνση Πολεοδομίας Ρόδου ζήτησε από το Γραφείο Περιβάλλοντος - Χωροταξίας Ρόδου να πληροφορηθεί αν το ανωτέρω οικόπεδο των 302 m2 μπορούσε να θεωρηθεί ως κατά παρέκκλιση άρτιο και οικοδομήσιμο, με βάση το άρθρο 24 παράγραφος 5 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985, όπως ίσχυε, θέτοντας υπόψη του ανωτέρω Γραφείου τα ακόλουθα δεδομένα: α) ότι το εν λόγω οικόπεδο δημιουργήθηκε στις 31-03-1939, οπότε καταχωρήθηκε στο οικείο κτηματικό βιβλίο, όπως προκύπτει από το υπ' αριθμόν 2/31-01-2002 πρακτικό της επιτροπής του άρθρου 7 του νόμου 2839/2000 Νομού Δωδεκανήσου, με αρχικό εμβαδόν 302 m2 και πρόσωπο 2,50 μ. και β) ότι με την απόκτηση του γειτονικού οικοπέδου 32,40 m2 από την ίδια ιδιοκτήτρια με χρησικτησία που συμπληρώθηκε το 1981, το εμβαδόν του ανήλθε σε 334,40 m2 και το πρόσωπο του οικοπέδου σε 12,50 m.

 

Στο υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 640/30-10-2000 απαντητικό έγγραφο του Τμήματος Περιβάλλοντος - Χωροταξίας Ρόδου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου προς το Δήμο Ρόδου αναφέρεται ότι οι ως άνω δύο ιδιοκτησίες αποτέλεσαν ενιαίο οικόπεδο ως συνεχόμενες ιδιοκτησίες του ίδιου ιδιοκτήτη (__________), το οποίο είναι κατά παρέκκλιση άρτιο και οικοδομήσιμο, ανεξάρτητα από τον τρόπο συνένωσης των δύο τμημάτων.

 

Με το υπ' αριθμόν 21627/10-09-2001 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Ρόδου Δ. Γιώρτσου το ως άνω οικόπεδο πωλήθηκε στον εκκαλούντα __________, υπέρ του οποίου εκδόθηκε η ακυρωθείσα οικοδομική άδεια, με την οποία επετράπη η ανέγερση της μνημονευμένης ήδη τετραώροφης οικοδομής, με ολική επιφάνεια ορόφων 388,26 m2, επιφάνεια ημιυπαίθριων χώρων 74,84 m2, καλυπτόμενη επιφάνεια 127,77 m2, ύψος οικοδομής 16 m και ολικό όγκο 1.390 m3. Η εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε ότι το ενιαίο οικόπεδο των 334,40 m2, που είναι ενταγμένο σε σχέδιο πόλεως πριν από το έτος 1985, δημιουργήθηκε μετά την έναρξη της ισχύος του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 (νόμος 1577/1985), σύμφωνα με τον οποίο (άρθρο 6 παράγραφος 2)β) η αρτιότητα του εν λόγω οικοπέδου μπορεί να κριθεί μόνο κατά τον κανόνα, όπως αυτός θεσπίζεται με το από [ΒΔ] 26-09-1963 βασιλικό διάταγμα (ΦΕΚ 177/Δ/1963), κατά το οποίο, για να είναι άρτιο και οικοδομήσιμο, πρέπει να έχει ελάχιστο πρόσωπο 13 m και ελάχιστο εμβαδόν 500 m2 Δεδομένου δε ότι τα αντίστοιχα μεγέθη του οικοπέδου είναι 12,50 m και 334,40 m2 δεν είναι άρτιο και οικοδομήσιμο. Το Διοικητικό Εφετείο, περαιτέρω, απέρριψε ισχυρισμό του εκκαλούντος ότι το εν λόγω οικόπεδο θα μπορούσε να θεωρηθεί άρτιο και οικοδομήσιμο κατά το άρθρο 24 παράγραφος 5 του νόμου 1577/1985, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 21 παράγραφος 2 του νόμου 2831/2000.

 

6. Επειδή, στο άρθρο 6 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 (νόμος 1577/1985) ορίζονται τα εξής:

 

{1. Οικόπεδο που εντάσσεται σε σχέδιο πόλης μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού θεωρείται άρτιο και οικοδομήσιμο, αν έχει τα ελάχιστα όρια εμβαδού και προσώπου, κατά τον κανόνα ή κατά παρέκκλιση, τα οποία καθορίζονται στην περιοχή και αν μέσα στο οικοδομήσιμο τμήμα του μπορεί να εγγραφεί κάτοψη κτιρίου με την ελάχιστη επιφάνεια και την ελάχιστη πλευρά εφόσον καθορίζεται από τους όρους δόμησης της περιοχής.

 

2. Οικόπεδο που βρίσκεται μέσα σε ρυμοτομικό σχέδιο κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου θεωρείται άρτιο και οικοδομήσιμο:

 

α) Όταν πρόκειται για οικόπεδο που έχει δημιουργηθεί πριν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, αν έχει το ελάχιστο όριο εμβαδού και προσώπου, κατά τον κανόνα ή κατά παρέκκλιση, που ισχύουν στην περιοχή.

 

β) Όταν πρόκειται για οικόπεδο που δημιουργείται μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, αν έχει τα ελάχιστα όρια εμβαδού και προσώπου που ισχύουν κατά τον κανόνα στην περιοχή ή εκείνα που αναφέρει το νομοθετικό διάταγμα 8/1973, αν αυτά είναι μεγαλύτερα και συγχρόνως εάν μπορεί να εγγράφεται στο οικοδομήσιμο τμήμα του κάτοψη κτιρίου με ελάχιστη επιφάνεια 50 m2 και ελάχιστη πλευρά 5 m, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 25 του νόμου 1337/1983.

 

3. ...}

 

Στην προκειμένη περίπτωση το επίδικο ενιαίο οικόπεδο εμβαδού 334,4 m2 δημιουργήθηκε με τη σύμπτωση στο ίδιο πρόσωπο της κυριότητας δύο μικρότερων γειτονικών οικοπεδικών εκτάσεων, δηλαδή μίας 32,40 m2 και μίας 302 m2, όπως εκτέθηκε παραπάνω. Η σύμπτωση αυτή επήλθε στο πρόσωπο της Μαρίας Κόνιαρη αφενός με τη μεταβίβαση σε αυτήν της κυριότητας επί της δεύτερης από τις παραπάνω εκτάσεις, που έγινε με τα υπ' αριθμόν 13028 και 13029/19-12-1986 συμβόλαια, και αφετέρου με τη συμπλήρωση στο πρόσωπό της δεκαπενταετούς κτητικής παραγραφής (χρησικτησίας) επί της πρώτης από τις παραπάνω εκτάσεις, που αναγνωρίστηκε με την υπ' αριθμόν 362/1992 απόφαση του Ειρηνοδικείου Ρόδου ότι είχε επέλθει κατά το χρόνο άσκησης της από 02-12-1991 αγωγής της ενώπιον του Ειρηνοδικείου Ρόδου.

 

7. Επειδή, στο ισχύον στην επίδικη εντός σχεδίου περιοχή από [ΒΔ] 26-09-1963 βασιλικό διάταγμα Περί καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων... της πόλεως Ρόδου (ΦΕΚ 177/Δ/1963), ορίζεται ότι:

 

{Άρθρο 1

 

Οι όροι και περιορισμοί δομήσεως των οικοπέδων του ρυμοτομικού σχεδίου της πόλεως Ρόδου ορίζονται ως ακολούθως κατά τομείς ...

 

α) Τα ελάχιστα όρια εμβαδού και διαστάσεων των οικοπέδων των περιλαμβανομένων εντός των τομέων... ορίζονται ως ακολούθως: ...

 

Τομεύς Θ': Ελάχιστον πρόσωπον 13 m, ελάχιστον βάθος 20 m, ελάχιστον εμβαδόν 500 m2 ...

 

β) Κατά παρέκκλιση του προηγουμένου εδαφίου, θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα τα οικόπεδα των τομέων ... Θ' ..., άτινα κατά την 03-09-1962, ημέραν δημοσιεύσεως του από [ΒΔ] 15-07-1962 βασιλικού διατάγματος ...έχουν: ...

 

Τομεύς Θ': ελάχιστον πρόσωπον 8 m ελάχιστον βάθος 12 m, ελάχιστον εμβαδόν 150 m2.}

 

8. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω εκτεθέντων το επίδικο οικόπεδο δεν ήταν δυνατόν να οικοδομηθεί επί τη βάσει των ανωτέρω διατάξεων του από [ΒΔ] 29-06-1963 βασιλικού διατάγματος. Τούτο διότι, ακόμη και επί τη εκδοχή ότι δημιουργήθηκε προ του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 και ότι πληρούσε τις προϋποθέσεις του κατά παρέκκλιση ελαχίστου προσώπου το οποίο, κατά το (αναφερόμενο στην προηγούμενη σκέψη) ισχύον στην περιοχή ρυμοτομικό σχέδιο είναι 8 m, δεν προκύπτει, ούτε προβλήθηκε από τον εκκαλούντα, ότι πάντως το επίμαχο οικόπεδο είχε δημιουργηθεί προ της 03-09-1962, ώστε να δύναται να τύχουν εφαρμογής οι ως άνω, κατά παρέκκλιση, ρυθμίσεις. Συνεπώς, ορθώς, ει και επί άλλη αιτιολογία απέρριψε, κατά τούτο, την αίτηση ακυρώσεως το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, κατόπιν αυτού δε οι προβαλλόμενοι σχετικώς λόγοι εφέσεως πρέπει ν' απορριφθούν.

 

9. Επειδή, στο άρθρο 24 παράγραφος 5 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ήτοι μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 21 παράγραφος 2 του νόμου 2831/2000 (ΦΕΚ 140/Α/2000), ορίζεται ότι:

 

{Οικόπεδο άρτιο κατά κανόνα ή κατά παρέκκλιση ως προς το εμβαδόν, το οποίο δεν έχει το κατά παρέκκλιση ελάχιστο πρόσωπο, εάν δεν μπορεί να τακτοποιηθεί κατά τρόπο ώστε να αποκτήσει το κατά κανόνα πρόσωπο, θεωρείται άρτιο και οικοδομήσιμο εφόσον με την τακτοποίηση αποκτήσει το κατά παρέκκλιση πρόσωπο ή εάν το οικόπεδο πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 25 του νόμου 1337/1983, όπως εκάστοτε ισχύει, εκτός εάν η παραπάνω έλλειψη οφείλεται σε υπαίτια κατάτμηση από τους ιδιοκτήτες ή τους δικαιοπαρόχους τους με δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου μετά την ισχύ του νόμου [Ν] 1651/1977 ...}

 

Κατά την έννοιά της και ως εκ του σκοπού της στη διάταξη αυτή υπάγονται, όχι μόνον τα οικόπεδα που αποκτούν το κατά παρέκκλιση πρόσωπο με τακτοποίηση, αλλά και αυτά που το αποκτούν με συνένωση ομόρων οικοπέδων και αποτελούν ενιαίο οικόπεδο.

 

10. Επειδή, η ως άνω διάταξη του άρθρου 24 παράγραφος 5 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985, προ της αντικαταστάσεώς της με το άρθρο 21 παράγραφος 2 του νόμου 2831/2000, είχε ως εξής:

 

{Οικόπεδο άρτιο κατά τον κανόνα ως προς το εμβαδόν, το οποίο δεν έχει το κατά παρέκκλιση ελάχιστο πρόσωπο, αν δεν μπορεί να τακτοποιηθεί κατά τρόπο ώστε να αποκτήσει το κατά κανόνα πρόσωπο θεωρείται άρτιο και οικοδομήσιμο εφόσον με την τακτοποίηση αποκτήσει το κατά παρέκκλιση πρόσωπο ή εάν μπορεί να ανεγερθεί κτίριο με τις προϋποθέσεις του άρθρου 25 του νόμου 1337/1983, εκτός αν η παραπάνω έλλειψη οφείλεται σε υπαίτια κατάτμηση από τους ιδιοκτήτες ή τους δικαιοπαρόχους τους με δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου μετά την έναρξη της ισχύος του νόμου 651/1977 (ΦΕΚ 207/Α/1977). Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η αρχική διάταξη του άρθρου 24 παράγραφος 5 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 (νόμος 1577/1985) προέβλεπε, κατά το ενδιαφέρον μέρος της, ότι μόνο τα κατά τον κανόνα άρτια ως προς το εμβαδόν οικόπεδα, τα οποία δεν είχαν το κατά την παρέκκλιση ελάχιστο πρόσωπο, αν δεν μπορούσαν με τακτοποίηση ή κατ' άλλον τρόπο (συνένωση) να αποκτήσουν το κατά τον κανόνα ελάχιστο πρόσωπο, θεωρούνταν άρτια και οικοδομήσιμα, εφόσον με την τακτοποίηση ή τη συνένωση αποκτούσαν το κατά την παρέκκλιση ελάχιστο πρόσωπο. Από τον ανωτέρω κανόνα, σε συνδυασμό με το άρθρο 6 παράγραφος 2 περίπτωση β' του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985, προέκυπτε ότι τα κατά την παρέκκλιση άρτια ως προς το εμβαδόν, αλλά μη άρτια (κατά τον κανόνα ή την παρέκκλιση) ως προς το πρόσωπο οικόπεδα, δεν μπορούσαν να ανοικοδομηθούν, παρά μόνο αν καθίσταντο άρτια κατά τον κανόνα ως προς όλα τα κρίσιμα μεγέθη. Με τη διάταξη του άρθρου 21 παράγραφος 2 του νόμου 2831/2000 παρέχεται πλέον δυνατότητα ανοικοδόμησης και των κατά την παρέκκλιση άρτιων ως προς το εμβαδόν, αλλά μη άρτιων ως προς το πρόσωπο οικοπέδων, εφόσον με μεταγενέστερη τακτοποίησή τους, ή άλλως πως (συνένωση) καταστούν άρτια κατά την παρέκκλιση και ως προς το πρόσωπο. Η εξέλιξη αυτή συνεπάγεται προδήλως, κατά την κοινή πείρα, επιβάρυνση του οικιστικού περιβάλλοντος, στο μέτρο που οδηγεί στην ανοικοδόμηση ακινήτων, τα οποία υπό το προγενέστερο καθεστώς θα μπορούσαν να οικοδομηθούν μόνο εφόσον θα καθίσταντο κατά νόμιμο τρόπο άρτια και οικοδομήσιμα κατά τον κανόνα ως προς όλα τα κρίσιμα μεγέθη (εμβαδόν, βάθος, πρόσωπο). Πέραν, αυτού, η ανωτέρω ρύθμιση έχει ως αποτέλεσμα την ποσοτική αύξηση των κατά παρέκκλιση άρτιων οικοπέδων και της συναφούς δόμησής τους ,δηλαδή τη διεύρυνση και αλλοίωσή της, από τη φύση της, εξαιρετικού χαρακτήρα κατά παρέκκλιση δόμησης. Για το λόγο αυτό η ως άνω ρύθμιση της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του νόμου 2831/2000 είναι ανίσχυρη ως αντιβαίνουσα στο άρθρο 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος. Στην προκειμένη περίπτωση η μία εκ των δύο συνενωθεισών οικοπεδικών εκτάσεων (302 m2) είχε δημιουργηθεί, κατά τα προκύπτοντα από το φάκελο της υποθέσεως, από του έτους 1939. Συνεπώς, το οικόπεδο αυτό (η έκταση δηλαδή των 302 m2) τουλάχιστον, υφιστάμενο ήδη το έτος 1962, είχε το κατά παρέκκλιση εμβαδόν (αρτιότητα 150 m2) του άρθρου 1 του ως άνω από [ΒΔ] 26-09-1963 βασιλικού διατάγματος και θα μπορούσε να οικοδομηθεί με τη νεότερη διάταξη του άρθρου 24 παράγραφος 5 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 (όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 21 παράγραφος 2 του νόμου 2831/2000), η οποία, όμως, από τα ανωτέρω εκτεθέντα αντίκειται στο άρθρο 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος. Κατά συνέπειαν, ούτε βάσει αυτής της διατάξεως ήταν δυνατόν να οικοδομηθεί το επίδικο οικόπεδο, όπως ορθώς, ει και επ' άλλη αιτιολογία έκρινε η εκκαλούμενη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου λόγου εφέσεως, ως και της εφέσεως στο σύνολό της.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την έφεση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει στον εκκαλούντα τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης εξ 920 €.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 16-03-2012 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 28-06-2013.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.