Νόμος 4336/15 - Άρθρο 2 - Άρθρο g

Παράγραφος Γ: Ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Υποπαράγραφος Γ.1: Τροποποίηση του νόμου [Ν] 2318/1995 (ΦΕΚ 126/Α/1995)

 

1. Η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 2318/1995 (ΦΕΚ 126/Α/1995) τροποποιείται ως εξής:

 

{3. Ο δικαστικός επιμελητής ασκεί τα καθήκοντά του μόνο στην περιφέρεια του Εφετείου που είναι διορισμένος με εξαίρεση τις περιπτώσεις του άρθρου 43 του παρόντος. Οι δικαστικοί επιμελητές όμως των περιφερειών των Εφετείων Αθηνών-Πειραιά μπορούν να ασκούν τα καθήκοντά τους στις περιφέρειες των δύο Εφετείων αντίστοιχα. Η γεωγραφική κατανομή των οργανικών θέσεων των Δικαστικών Επιμελητών θα διασφαλίζει την ευρύτερη δυνατή κάλυψη των αναγκών των υπηρεσιών του δικαστικού επιμελητή και της ίσης πρόσβασης σε αυτές. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία θα εκδοθεί το αργότερο μέχρι 31-12-2015 θα καθορισθούν οι λεπτομέρειες εφαρμογής και ο τρόπος κάλυψης των θέσεων που θα λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της χώρας όπως απομακρυσμένες ορεινές περιοχές και εκτεταμένα νησιωτικά συμπλέγματα.}

 

2. Το άρθρο 43 του νόμου [Ν] 2318/1995 τροποποιείται και αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 43

 

Αν υπάρχουν τόσες κενές θέσεις σε περιφέρεια Εφετείου, στην οποία ο αριθμός των οργανικών θέσεων δεν υπερβαίνει τις είκοσι έξι ή έκτακτα κωλύματα των υπηρετούντων σε αυτό, ώστε οι απομένοντες δικαστικοί επιμελητές να μην επαρκούν για τις ανάγκες της περιφέρειας αυτής, μπορεί ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά από γνώμη των προέδρων εφετών και των προέδρων των οικείων συλλόγων δικαστικών επιμελητών, με απόφασή του, να αποσπάσει προσωρινά δικαστικό επιμελητή, που το ζητά, από περιφέρεια άλλου εφετείου. Αν δεν υπάρχει τέτοια αίτηση ο Υπουργός μπορεί, έχοντας τη γνώμη των παραπάνω προέδρων να επιτρέπει προσωρινά στους δικαστικούς επιμελητές της περιφέρειας ενός ή περισσότερων γειτονικών εφετείων να ασκούν τα καθήκοντά τους και στην περιφέρεια του εφετείου αυτού. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υποχρεούται μέσα σε τριάντα ημέρες από την πλήρωση των κενών οργανικών θέσεων ή την άρση των παραπάνω κωλυμάτων να εκδώσει απόφαση, με την οποία παύουν να ισχύουν οι ρυθμίσεις αυτές. Η απόφαση κοινοποιείται στους ενδιαφερομένους. Στην περίπτωση αυτή οι εκκρεμείς εκτελέσεις συνεχίζονται από άλλο δικαστικό επιμελητή, που ορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη της περιπτώσεως β' του άρθρου 26 του παρόντος. Αν η κατά τα πρώτο εδάφιο απόσπαση διαρκέσει περισσότερο από δύο χρόνια, δικαιούται ο αποσπασμένος με αίτησή του στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να ζητήσει την οριστική του μετάθεση στην περιφέρεια του εφετείου που έχει αποσπασθεί. Στην περίπτωση αυτή ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μεταθέτει υποχρεωτικά το δικαστικό επιμελητή, εφόσον υπάρχει κενή οργανική θέση, χωρίς άλλη διατύπωση.}

 

3. Το άρθρο 50 του νόμου [Ν] 2318/1995 τροποποιείται και αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο

 

50 Οι αμοιβές των δικαστικών επιμελητών καθορίζονται κάθε φορά, και για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει την πενταετία, με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η απόφαση λαμβάνει υπόψη τις διενεργούμενες πράξεις σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες της άσκησης του επαγγέλματος και τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της χώρας, καθώς και το βαθμό δυσκολίας πρόσβασης στις πράξεις αυτές. Επίσης, περιλαμβάνονται στην απόφαση η περιγραφή και το κόστος των πράξεων λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της διαφάνειας και της απλότητας. Το κόστος των πράξεων θα αναγράφεται υποχρεωτικά σε κάθε διενεργούμενη πράξη. Μέχρι τις 31-10-2015 θα εκδοθεί η κοινή υπουργική απόφαση που θα λάβει υπόψη τις ανωτέρω αρχές μετά από γνώμη της Ομοσπονδίας των Δικαστικών Επιμελητών Ελλάδας και της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών.}

 

4. Όπου στο νόμο [Ν] 2318/1995 αναφέρεται ο όρος Πρωτοδικείο ή περιφέρεια Πρωτοδικείου, γραμματεία Πρωτοδικείου ή Γραμματέας Πρωτοδικείου αντικαθίσταται η λέξη Πρωτοδικείο με τη λέξη Εφετείο ή Εφετείου.

 

Υποπαράγραφος Γ.2: Ρυθμίσεις θεμάτων συμβολαιογράφων

 

Μέχρι 31-10-2015 θα εκδοθεί κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών, που θα τροποποιεί το άρθρο 1 της υπ' αριθμόν 111376/2012 απόφασης (ΦΕΚ 13/Β/2012) για τη μείωση του ποσοστού αμοιβής των συμβολαιογραφικών πράξεων για ποσό αντικειμένου συναλλαγής από 00 έως 120.000 ευρώ, από 1% σε 0,80%.

 

Τα υπόλοιπα ποσοστά αμοιβής παραμένουν αμετάβλητα, όπως αναφέρονται στην ανωτέρω ισχύουσα κοινή υπουργική απόφαση.

 

Υποπαράγραφος Γ.3: Τροποποιήσεις του νόμου [Ν] 3588/2007 (ΦΕΚ 153/Α/2007)

 

1. H παράγραφος 1 του άρθρου 31 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{1. Συμβάσεις διαρκούς χαρακτήρα διατηρούν την ισχύ τους, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στο νόμο. Εξαιρούνται οι χρηματοοικονομικές συμβάσεις οι οποίες μπορούν να πάψουν να ισχύουν ή να τροποποιηθούν ως συνέπεια της πτώχευσης κατά τα ειδικότερα οριζόμενα σε αυτές.}

 

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 32 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) καταργείται.

 

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 90 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{1. Η προθεσμία της αναγγελίας των απαιτήσεων των πιστωτών είναι ένας (1) μήνας από τη δημοσίευση της Απόφασης που κήρυξε την πτώχευση στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών.}

 

4. Η παράγραφος του άρθρου 93 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{1. Η επαλήθευση των απαιτήσεων διενεργείται από τον σύνδικο ενώπιον του εισηγητή και αρχίζει 3 ημέρες μετά από την πάροδο της προθεσμίας για τις αναγγελίες. Η προθεσμία των επαληθεύσεων ορίζεται από τον εισηγητή και δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα (1) μήνα, μπορεί δε αυτή να παραταθεί από τον εισηγητή για 2 επιπλέον μήνες σε εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες η παράταση κρίνεται απαραίτητη λόγω του ύψους και της φύσης των απαιτήσεων και του αριθμού των πιστωτών. Ο εισηγητής ορίζει επίσης την ημέρα και ώρα της έναρξης των επαληθεύσεων, η οποία γνωστοποιείται στους πιστωτές από τον σύνδικο με την πρόσκληση του άρθρου 89.}

 

5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 95 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{2. Οι αντιρρήσεις εισάγονται από κοινού στο σύνολό τους, εντός 10 ημερών από την ολοκλήρωση των επαληθεύσεων, ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου που δικάζει κατά τη Διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, με έκθεση του εισηγητή, εντός 20 ημερών από την εισαγωγή των αντιρρήσεων. Στη συζήτηση κλητεύονται ο οφειλέτης και οι πιστωτές των οποίων αμφισβητήθηκαν οι απαιτήσεις, καθώς και αυτοί που υπέβαλαν τις αντιρρήσεις, με επιμέλεια του συνδίκου. Στη Διαδικασία μπορεί να παρέμβει όποιος έχει έννομο συμφέρον και η επιτροπή πιστωτών. Κατά της Απόφασης του δικαστηρίου επιτρέπεται μόνο έφεση. Αναίρεση δεν επιτρέπεται κατά των αποφάσεων του παρόντος άρθρου.}

 

6. Η παράγραφος 2 του άρθρου 96 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{2. Η αίτηση του άρθρου 5 παράγραφος 2 επί νομικών προσώπων υποβάλλεται από το όργανο της διοίκησης.}

 

7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 99 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1, το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα και βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών του κατά τρόπο γενικό, δύναται να υπαχθεί στη διαδικασία εξυγίανσης που προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο με απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου. Το πρόσωπο του προηγούμενου εδαφίου δύναται να υπαχθεί στη διαδικασία του παρόντος κεφαλαίου και όταν δεν συντρέχει παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης, αν κατά την κρίση του Δικαστηρίου υφίσταται απλώς πιθανότητα αφερεγγυότητάς του, η οποία δύναται να αρθεί με τη διαδικασία αυτή. Νεότερη διαδικασία εξυγίανσης για τον ίδιο οφειλέτη δεν είναι επιτρεπτή, αν δεν έχει παρέλθει τριετία από την επικύρωση προηγούμενης συμφωνίας εξυγίανσης, εκτός αν πρόκειται για συμφωνία που επικυρώνεται κατά το άρθρο 106Β.}

 

8. Η παράγραφος 5 του άρθρου 100 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) καταργείται.

 

9. Η παράγραφος 1 του άρθρου 101 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{1. Το πτωχευτικό δικαστήριο, εφόσον προβλέπει ότι η επίτευξη της συμφωνίας είναι δυνατή, ότι υπάρχουν βάσιμες προσδοκίες επιτυχίας της προτεινόμενης εξυγίανσης και ότι δεν παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 99 παράγραφος 2, αποφασίζει το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης για περίοδο όχι μεγαλύτερη των τεσσάρων (4) μηνών από την έκδοση της απόφασης και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ορίζει μεσολαβητή, σύμφωνα με το άρθρο 102. Ο πρόεδρος του πτωχευτικού δικαστηρίου δύναται με πράξη του ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, του μεσολαβητή ή πιστωτή να παρατείνει την περίοδο αυτή εφόσον αποδεικνύεται πρόοδος στις διαπραγματεύσεις. Η συνολική διάρκεια της περιόδου της διαδικασίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 μήνες.}

 

10. Στο άρθρο 103 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) μετά την παράγραφο 1, προστίθεται παράγραφος 1)α ως ακολούθως:

 

{1)α. Η παραπάνω αναστολή χορηγείται σε κάθε περίπτωση, όταν: (α) πιστωτές, οι οποίοι εκπροσωπούν ποσοστό τουλάχιστον 30% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένου του 20% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων πιστωτών, δηλώνουν είτε με προφορική δήλωσή τους ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου ή του προέδρου του που δικάζει την αίτηση λήψης προληπτικών μέτρων είτε με έγγραφη επιστολή τους που προσκομίζει ο αιτών, την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν ή ότι συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη συμφωνίας εξυγίανσης και (β) το δικαστήριο πιθανολογεί την επίτευξη συμφωνίας εξυγίανσης και την αποτροπή περιέλευσης του οφειλέτη σε κατάσταση παύσης πληρωμών.}

 

11. Η παράγραφος 7 του άρθρου 103 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{7. Προληπτικά μέτρα που διατάχθηκαν σύμφωνα με το παρόν άρθρο ή τυχόν προσωρινή διαταγή που εκδόθηκε παύουν να ισχύουν μετά την παρέλευση της περιόδου που καθορίζεται από το Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 101 παράγραφος 1.}

 

12. Η παράγραφος 2 του άρθρου 106Β του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

{2. Στην περίπτωση αυτή, από την κατάθεση της συμφωνίας εξυγίανσης προς επικύρωση και μέχρι τη λήψη απόφασης του πτωχευτικού δικαστηρίου για την επικύρωση ή μη της συμφωνίας εξυγίανσης, αναστέλλονται αυτόματα τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση απαιτήσεων που έχουν γεννηθεί πριν την κατάθεση της συμφωνίας εξυγίανσης. Η ανωτέρω αναστολή δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 4 μήνες. Για τη χορήγηση άλλων προληπτικών μέτρων, εφαρμόζεται το άρθρο 103. Για την ως άνω διάρκεια αναστέλλεται η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά του οφειλέτη, εκτός εάν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης, τεχνολογικού ή εν γένει εξοπλισμού της που δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει τον κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη.

 

Για την ως άνω διάρκεια αναστέλλονται οι αποκλειστικές προθεσμίες άσκησης αξιώσεων και παραγραφής, υπό τις οποίες τελούν οι απαιτήσεις των πιστωτών και τα δικαιώματα των υπέρ του οφειλέτη εγγυητών και συνοφειλετών του εις ολόκληρον, καθώς και οι προθεσμίες και η άσκηση διαδικαστικών πράξεων. Η παρούσα παράγραφος ισχύει και σε περίπτωση αίτησης επικύρωσης συμφωνίας κατά το άρθρο 106ΣΤ και για τις υφιστάμενες κατά την ημέρα ανοίγματος της διαδικασίας απαιτήσεις. Η ως άνω αυτόματη αναστολή διώξεων μπορεί να εφαρμοστεί μόνον μία φορά. Στο Μητρώο Πτωχεύσεων του άρθρου 8 παράγραφος 3 σημειώνεται η έναρξη ισχύος της αυτόματης αναστολής διώξεων κατά την πρώτη υποβολή αίτησης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης κατά το άρθρο 106Β ή 106ΣΤ.}

 

13. Η παράγραφος 2 του άρθρου 106ΣΤ του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{2. Η αίτηση συνοδεύεται από την υπογεγραμμένη συμφωνία εξυγίανσης και από έκθεση εμπειρογνώμονα που πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 100 παράγραφος 4. Δεν αποκλείεται εμπειρογνώμονας να είναι ο εμπειρογνώμονας του άρθρου 100 παράγραφος 3. Στην έκθεση πρέπει να εκτίθεται η γνώμη του εμπειρογνώμονα σε σχέση με τη συνδρομή των προϋποθέσεων επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 106Ζ παράγραφοι 1 έως και 3. Σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 2)α του άρθρου 106Ζ, δεν απαιτείται να εκτίθεται η γνώμη του εμπειρογνώμονα σε σχέση με τη συνδρομή της προϋπόθεσης του στοιχείου α' της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου.

 

Σε περίπτωση που έχει λάβει χώρα συνέλευση των πιστωτών κατατίθεται η προβλεπόμενη στο άρθρο 105 παράγραφος 5 έκθεση, η οποία σε περίπτωση που κατά τη συνέλευση επήλθαν τροποποιήσεις της συμφωνίας εξυγίανσης συνοδεύεται από συμπλήρωμα, στο οποίο εκτίθεται η γνώμη του εμπειρογνώμονα για τις τροποποιήσεις αυτές.}

 

14. Η παράγραφος 2 του άρθρου 106Ζ του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{2. Το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης όταν, επιπλέον των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, πληρούνται σωρευτικά και τα ακόλουθα:

 

α. Πιθανολογείται ότι κατόπιν της επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης η επιχείρηση του οφειλέτη θα καταστεί βιώσιμη.

 

β. Πιθανολογείται ότι η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών δεν παραβλάπτεται κατά την έννοια του άρθρου 99 παράγραφος 2.

 

γ. Η συμφωνία εξυγίανσης δεν είναι αποτέλεσμα δόλου ή άλλης αθέμιτης πράξης ή κακόπιστης συμπεριφοράς του οφειλέτη, πιστωτή ή τρίτου, και δεν παραβιάζει διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, ιδίως του δικαίου του ανταγωνισμού.

 

δ. Η συμφωνία εξυγίανσης αντιμετωπίζει με βάση την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης τους πιστωτές, που βρίσκονται στην ίδια θέση. Αποκλίσεις από την Αρχή της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των πιστωτών επιτρέπονται για σπουδαίο επιχειρηματικό ή κοινωνικό λόγο που εκτίθεται ειδικά στην Απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου ή αν ο θιγόμενος πιστωτής συναινεί στην απόκλιση.

 

Ενδεικτικά, δύνανται να τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης απαιτήσεις πελατών της επιχείρησης του οφειλέτη, η μη ικανοποίηση των οποίων βλάπτει ουσιωδώς τη φήμη της ή τη συνέχισή της, απαιτήσεις, η εξόφληση των οποίων είναι αναγκαία για τη διατροφή του πιστωτή και της οικογένειάς του, καθώς και εργατικές απαιτήσεις.}

 

15. Στο άρθρο 106Ζ του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007), μετά την παράγραφο 2 προστίθεται παράγραφος 2)α, ως ακολούθως:

 

{2)α. Το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης χωρίς να ελέγχει τη συνδρομή της προϋπόθεσης υπό στοιχείο α' της προηγούμενης παραγράφου εφόσον πληρούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις:

 

α. Η συμφωνία περιλαμβάνει ρητή δήλωση των συμβαλλόμενων πιστωτών ότι συμφωνούν με το περιεχόμενο του επιχειρηματικού σχεδίου του άρθρου 106Ε παράγραφος 7.

 

β. Η συμφωνία περιλαμβάνει: (α)α) λεπτομερή καταγραφή της ταυτότητας των συμβαλλομένων και μη πιστωτών και των απαιτήσεών τους και (β)β) σαφή αναφορά των πιστωτών, συμβαλλομένων και μη, οι απαιτήσεις των οποίων αναμένεται να επηρεαστούν από την υλοποίηση της συμφωνίας και ο τρόπος επηρεασμού τους.

 

γ. Η συμφωνία μαζί με το επιχειρηματικό σχέδιο έχουν κοινοποιηθεί σε όλους τους μη συμβαλλόμενους πιστωτές, οι απαιτήσεις των οποίων επηρεάζονται από τη συμφωνία, και ειδικότερα: (α)α) σε εκείνους που το ύψος της απαίτησής τους ανέρχεται σε ποσοστό 10% και άνω του συνολικού ύψους των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, με νόμιμη επίδοση δικαστικού επιμελητή, (β)β) σε εκείνους που το ύψος της απαίτησής τους είναι μικρότερο του 10% του συνολικού ύψους των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως ηλεκτρονική ή συστημένη ταχυδρομική επιστολή, τηλεομοιοτυπικό μήνυμα ή καταχώρηση περίληψής της στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του άρθρου 101 παράγραφος 2.}

 

16. Οι παράγραφοι 1, 2, 5, 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 106ΙΑ του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιούνται ως ακολούθως:

 

{1. Νομικά πρόσωπα που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 3 μπορούν να υπάγονται με απόφαση του κατ' άρθρο 4 δικαστηρίου στο καθεστώς της ειδικής εκκαθάρισης σε λειτουργία.

 

2. Η αίτηση υποβάλλεται από τον οφειλέτη ή πιστωτές του οι οποίοι εκπροσωπούν τουλάχιστον 20% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Η συζήτηση της αίτησης ενώπιον του δικαστηρίου ορίζεται εντός 20 ημερών από την υποβολή της και η απόφαση του δικαστηρίου εκδίδεται εντός 1 μηνός από τη συζήτηση. Για το παραδεκτό της αίτησης απαιτείται η ταυτόχρονη κατάθεση δήλωσης του προτεινομένου ως εκκαθαριστή (φυσικού ή νομικού προσώπου) περί αποδοχής του σχετικού έργου και έκθεσής του για το σχεδιασμό και την πορεία της εκκαθάρισης και της λειτουργίας της επιχείρησης σε εκκαθάριση. Ως εκκαθαριστής ορίζεται νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο, όπως ορίζονται στο νόμο 3693/2008 (ΦΕΚ 174/Α/2008) ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή πτυχιούχος ανωτάτης σχολής που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α 'τάξεως του νόμου 2515/1997 (ΦΕΚ 154/Α/1997).

 

Εκκαθαριστής μπορεί να ορισθεί και σύμπραξη προσώπων εφόσον συμμετέχει σε αυτή νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή πτυχιούχος ανωτάτης σχολής, που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α' τάξεως του νόμου 2515/1997. Για τον εκκαθαριστή ισχύουν οι παράγραφοι 1, 5 και 6 του άρθρου 106Ι. Ο εκκαθαριστής ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια. Με την κατάθεση της αίτησης μπορεί να λαμβάνονται από το Δικαστήριο Προληπτικά μέτρα κατά το άρθρο 103.

 

5. Η αίτηση κοινοποιείται στην επιχείρηση και περίληψη αυτής δημοσιεύεται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο και στο Δελτίο του άρθρου 101 παράγραφος 2 πριν από 10 εργάσιμες ημέρες, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η ημέρα της επίδοσης και της δικασίμου. Κύριες παρεμβάσεις μπορούν να ασκηθούν μόνον από πιστωτές που εκπροσωπούν ποσοστό τουλάχιστον 60% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένου του 40% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων πιστωτών. Οι κύριες παρεμβάσεις κατατίθενται υποχρεωτικά και με ποινή απαραδέκτου το αργότερο 3 εργάσιμες ημέρες πριν από τη δικάσιμο, με τον ίδιο παραπάνω υπολογισμό των ημερών, και συνεκδικάζονται, υποχρεωτικώς, όπως και οι τυχόν πρόσθετες παρεμβάσεις, με την αίτηση. Σε περίπτωση που οι κυρίως παρεμβαίνοντες αιτούνται την υπαγωγή του οφειλέτη στην Ειδική εκκαθάριση, ισχύουν, για το παραδεκτό του αιτήματός τους τα οριζόμενα στην παράγραφο 2. Το πτωχευτικό δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση, αν προβλέπει, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την έκθεση του εκκαθαριστή της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ότι η υπαγωγή στο καθεστώς της ειδικής εκκαθάρισης βελτιώνει τις πιθανότητες διατήρησης της επιχείρησης και διάσωσης θέσεων εργασίας χωρίς να παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών. Το προηγούμενο εδάφιο ισχύει και στην περίπτωση που οι κυρίως παρεμβαίνοντες του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου αιτούνται την υπαγωγή του οφειλέτη στη διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης. Το πτωχευτικό δικαστήριο αποδεχόμενο την αίτηση διορίζει με την Απόφαση του τον προτεινόμενο στην αίτηση εκκαθαριστή, εκτός εάν υπάρχει πέραν της μίας αίτηση ή κύρια παρέμβαση με το αυτό αίτημα (θέση σε Ειδική εκκαθάριση) και διαφορετική πρόταση ως προς τον εκκαθαριστή, οπότε διορίζει τον κατά την κρίση του καταλληλότερο.

 

6. Η Απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα, εκτός εάν άλλως προβλέπεται στο παρόν. Η Απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου δημοσιεύεται σε περίληψη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο και στο Δελτίο του άρθρου 101 παράγραφος 2.

 

Τριτανακοπή κατά της Απόφασης που δέχεται την αίτηση δύναται να ασκηθεί από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νόμιμα σε αυτήν εντός αποκλειστικής προθεσμίας 30 ημερών από τη δημοσίευση της Απόφασης κατά το προηγούμενο εδάφιο. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση επιτρέπεται έφεση. Η έφεση ασκείται εντός 30 ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης, για τη δε συζήτηση της έφεσης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της. Με τη δημοσίευση της Απόφασης για θέση της επιχείρησης σε εκκαθάριση η εξουσία των καταστατικών οργάνων διοίκησης και διαχείρισης της επιχείρησης περιέρχεται στο σύνολό της στον διοριζόμενο εκκαθαριστή. Η αποδοχή της αίτησης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη αναστολή όλων των ατομικών διώξεων κατά του οφειλέτη καθ' όλη τη διάρκεια της ειδικής εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένων και των μέτρων διοικητικής εκτέλεσης από το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς και των μέτρων διασφάλισης της οφειλής κατά τις διατάξεις του άρθρου 46 του νόμου 4174/2013. Η θέση της επιχείρησης σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης σε λειτουργία δεν συνιστά από μόνη της σπουδαίο λόγο για την καταγγελία εκκρεμών συμβάσεων, ούτε αποτελεί λόγο ανάκλησης διοικητικών αδειών.

 

7. Ο εκκαθαριστής εγκαθίσταται με τη βοήθεια της Δημόσιας Αρχής στη διοίκηση της επιχείρησης, συντάσσει αμελλητί απογραφή των στοιχείων της επιχείρησης, σύμφωνα με την έκθεση της παραγράφου 2 και κατά το σχετικό χρονοδιάγραμμα και εν συνεχεία καταρτίζει με βάση την απογραφή Υπόμνημα Προσφοράς, στο οποίο, πλην των απογραφέντων στοιχείων της επιχείρησης, περιλαμβάνει και κάθε πληροφορία χρήσιμη για την εικόνα του ενεργητικού της. Ο ειδικός εκκαθαριστής, προκειμένου να διατηρήσει τη λειτουργία της επιχείρησης και να καλύψει δαπάνες και έξοδα της ειδικής εκκαθάρισης, δύναται να λάβει κατά τη διάρκεια της ειδικής εκκαθάρισης χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών, οι οποίες φέρουν το ειδικό προνόμιο του άρθρου 154 περίπτωση α'. Μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από την εγκατάστασή του στην επιχείρηση, ο εκκαθαριστής δημοσιεύει με ολοσέλιδη καταχώρηση σε δύο καθημερινής πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδες, στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Τομέας Νομικών) και αναρτά επίσης, στον τυχόν ιστότοπο της επιχείρησης στο διαδίκτυο Πρόσκληση Διενέργειας Δημόσιου Πλειοδοτικού Διαγωνισμού για την αγορά του συνόλου του ενεργητικού της υπό εκκαθάριση επιχείρησης ή / και αν αυτό προβλέπεται ως εναλλακτική δυνατότητα στην κατά την παράγραφο 2 έκθεση επί μέρους λειτουργικών συνόλων αυτής, ορίζοντας ημερομηνία για την ενώπιόν του στα γραφεία της επιχείρησης ή κατά την κρίση του στο κατάστημα του πτωχευτικού δικαστηρίου υποβολή δεσμευτικών με εγγυητική επιστολή προσφορών, απέχουσα 20 τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες και όχι πέραν των σαράντα (40) εργάσιμων ημερών από τη δημοσίευση της Πρόσκλησης, καθορίζοντας και τους λοιπούς όρους του σχετικού Πλειοδοτικού Διαγωνισμού, μεταξύ των οποίων δέσμευση ότι με την υπογραφή της Σύμβασης Μεταβίβασης θα καταβάλλεται τοις μετρητοίς το σύνολο του τιμήματος. Οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές παραλαμβάνουν από τον εκκαθαριστή το Υπόμνημα Προσφοράς και διεξάγουν έλεγχο για τα πωλούμενα στοιχεία της επιχείρησης, αφού υπογράψουν Συμφωνία Εχεμύθειας.

 

8. Μετά τη σύμφωνα με την Πρόσκληση λήξη της Διαδικασίας υποβολής και αποσφράγισης των προσφορών ακολουθεί η συγκριτική εκτίμησή τους από τον εκκαθαριστή, ο οποίος συντάσσει σχετική έκθεση στην οποία προτείνει τη σειρά των προσφορών, την αποδοχή της συμφερότερης προσφοράς και την κατακύρωση του διαγωνισμού. Η έκθεση αυτή κοινοποιείται σε όσους νόμιμα κατέθεσαν Προσφορές και υποβάλλεται στο πτωχευτικό δικαστήριο με σχετική αίτηση αποδοχής της. Για τη συζήτηση της αίτησης αυτής, τις τυχόν παρεμβάσεις και λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα για την αίτηση υπαγωγής σε εκκαθάριση, αναλόγως εφαρμοζόμενα. Το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει ή απορρίπτει τη σχετική Διαδικασία, αποδέχεται ή μη την υποβληθείσα αίτηση θέτοντας τυχόν επιπλέον όρους και ανακηρύσσει τον Αγοραστή ή τους Αγοραστές, κατά περίπτωση με Απόφασή του, που δεν υπάγεται σε ένδικα μέσα. Η Απόφασή του πτωχευτικού δικαστηρίου δημοσιεύεται σε περίληψη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο και στο Δελτίο του άρθρου 101 παράγραφος 2. Τριτανακοπή κατά της αποφάσεως δύναται να ασκηθεί από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νόμιμα σε αυτήν εντός αποκλειστικής προθεσμίας 30 ημερών από τη δημοσίευση της Απόφασης κατά το προηγούμενο εδάφιο. Σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης το πτωχευτικό δικαστήριο ορίζει και εισηγητή δικαστή για τις ανάγκες της διανομής του πλειστηριάσματος κατά την παράγραφο 9 του άρθρου αυτού. Με τη δημοσίευση της τυχόν θετικής Απόφασης ο εκκαθαριστής συντάσσει αμελλητί σχέδιο Σύμβασης Μεταβίβασης του Ενεργητικού της Επιχείρησης, το οποίο κοινοποιεί εγγράφως με σχετική πρόσκλησή του για υπογραφή, μετά από 5 εργάσιμες ημέρες, προς τον Αγοραστή ή τους Αγοραστές. Οι καλούμενοι υπογράφουν τη σχετική Σύμβαση, αποδεχόμενοι και τους τυχόν επιπλέον όρους της δικαστικής Απόφασης ή απαντούν αρνητικά μέσα στην προθεσμία των 5 εργάσιμων ημερών, οπότε η ίδια Διαδικασία ακολουθείται για τον τυχόν Δεύτερο Αγοραστή κ.ο.κ. Η παραπάνω υπογραφόμενη Σύμβαση επέχει θέση τελεσίδικης κατακύρωσης του άρθρου 1003 και επόμενα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Αν η δικαστική Απόφαση δεν έχει επιβάλει πρόσθετους όρους, ο Αγοραστής υποχρεούται να υπογράψει τη Σύμβαση Μεταβίβασης σύμφωνα με τους όρους του Υπομνήματος Προσφοράς και της προσφοράς του Αγοραστή. Μετά την καταβολή του τιμήματος, ο εκκαθαριστής συντάσσει αμελλητί πράξη εξόφλησης. Η πράξη αυτή προσαρτάται στη Σύμβαση Μεταβίβασης, επέχει θέση περίληψης έκθεσης κατακύρωσης του άρθρου 1005 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εφαρμόζοντας ως προς αυτήν αναλόγως όσα ισχύουν επί της τελευταίας και έχει, στην περίπτωση μεταβίβασης ακινήτων, ως άμεση έννομη συνέπεια, μετά τη μεταγραφή της και το σχετικό αίτημα προς τον υποθηκοφύλακα, την εξάλειψη και διαγραφή των υπέρ τρίτων βαρών, που έχουν εγγραφεί πριν από τη θέση της επιχειρήσεως στο καθεστώς της ειδικής εκκαθάρισης. Στη μεταβίβαση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης, στο πλαίσιο της ειδικής εκκαθάρισης, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 479 του Αστικού Κώδικα. Ως προς την παραπάνω Σύμβαση Μεταβίβασης, τις εκκρεμείς συμβάσεις της επιχείρησης και τις διοικητικές άδειες ισχύουν τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 106Θ του παρόντος. Η όλη Διαδικασία μεταβίβασης του ενεργητικού κατά τα προεκτεθέντα διαρκεί κατ' ανώτατο χρονικό όριο 12 μήνες, από την έναρξη των ενεργειών του εκκαθαριστή με τη σύνταξη της προβλεπόμενης στην παράγραφο 4 του παρόντος απογραφής με δυνατότητα παράτασης από το πτωχευτικό δικαστήριο 6 επιπλέον μηνών. Σε περίπτωση υπέρβασης των άνω χρονικών ορίων, η εκκαθάριση παύει αυτοδικαίως και σε περίπτωση που εκκρεμεί Αίτηση πτώχευσης προχωρά η εξέτασή της. Ως προς τη Διαδικασία μεταβιβάσεώς τους, σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης αυτής, ισχύουν τα ανωτέρω, αναλόγως εφαρμοζόμενα.

 

9. Ο εκκαθαριστής μέσα σε 15 εργάσιμες ημέρες από τη μεταβίβαση του ενεργητικού της επιχείρησης κατά τα προαναφερόμενα υποχρεούται να δημοσιοποιήσει, με τον τρόπο που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος, Πρόσκληση Αναγγελίας Απαιτήσεων των πιστωτών. Οι πιστωτές αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους μέσα σε προθεσμία 1 μηνός από τη δημοσιοποίηση της Πρόσκλησης. Στη συνέχεια ο εκκαθαριστής, αφού αφαιρέσει από το προϊόν της εκκαθάρισης τα έξοδα εκκαθάρισης, μέσα στα οποία περιλαμβάνονται και οι δαπάνες της λειτουργίας της επιχείρησης κατά την εκκαθάριση και αποδώσει τα αντίστοιχα ποσά συμμέτρως προς τους δικαιούχους, συντάσσει, για το απομένον υπόλοιπο, Πίνακα Κατάταξης κατά τις διατάξεις των άρθρων 153-161 του Πτωχευτικού Κώδικα εφαρμοζομένων αναλόγως. Αρμόδιο για την εκδίκαση τυχόν ανακοπών κατά του Πίνακα είναι το πτωχευτικό δικαστήριο, το οποίο δικάζει κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις.}

 

17. Το άρθρο 110 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) καταργείται.

 

18. Το άρθρο 154 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{Άρθρο 154

 

Μετά από την αφαίρεση των δικαστικών εξόδων, των εξόδων της διοίκησης της πτωχευτικής περιουσίας, στα οποία περιλαμβάνεται και η προσωρινή και οριστική αντιμισθία του συνδίκου και των τυχόν ομαδικών πιστωμάτων, οι πιστωτές κατατάσσονται με την ακόλουθη σειρά:

 

(α) Οι απαιτήσεις από χρηματοδοτήσεις του οφειλέτη οποιασδήποτε φύσεως, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχιση της δραστηριότητάς του και των πληρωμών του με βάση τη συμφωνία εξυγίανσης ή το σχέδιο αναδιοργάνωσης της επιχείρησης. Το ίδιο προνόμιο έχουν και απαιτήσεις προσώπων που, με βάση τη συμφωνία εξυγίανσης, συνεισέφεραν αγαθά ή υπηρεσίες προς το σκοπό συνέχισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη και των πληρωμών, για την αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών που συνεισέφεραν. Επίσης, το ίδιο προνόμιο έχουν και απαιτήσεις από χρηματοδότηση κάθε φύσης, παροχή αγαθών και υπηρεσιών προς τον οφειλέτη κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την αίτηση ανοίγματος Διαδικασίας εξυγίανσης μέχρι την έκδοση απόφασης επί της αίτησης για την επικύρωση της συμφωνίας ή τη λήξη της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 1, στο μέτρο που η παροχή του προνομίου αυτού προβλέπεται από τη Διαδικασία εξυγίανσης. Το προνόμιο των προηγούμενων εδαφίων δεν αφορά σε μετόχους ή εταίρους για τις εισφορές τους σε μετρητά ή σε είδος στα πλαίσια αύξησης του κεφαλαίου του οφειλέτη.

 

β) Οι απαιτήσεις για την κηδεία ή τη νοσηλεία του οφειλέτη, της συζύγου και των τέκνων του, εφόσον προέκυψαν κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν την κήρυξη της πτώχευσης. Στην ίδια τάξη υπάγονται και οι απαιτήσεις αποζημίωσης δανειστών, λόγω αναπηρίας ποσοστού 80% και άνω, με εξαίρεση την ικανοποίηση για ηθική βλάβη, εφόσον προέκυψαν έως την κήρυξη της πτώχευσης.

 

γ) Οι απαιτήσεις για την παροχή τροφίμων αναγκαίων για τη συντήρηση του οφειλέτη, του συζύγου και των τέκνων του, αν προέκυψαν κατά τους τελευταίους 6 μήνες πριν από την κήρυξη της πτώχευσης.

 

δ) Οι απαιτήσεις από την παροχή εξαρτημένης εργασίας, καθώς και οι απαιτήσεις από αμοιβές, έξοδα και αποζημιώσεις των δικηγόρων, που αμείβονται με πάγια περιοδική αμοιβή, εφόσον προέκυψαν μέσα στην τελευταία διετία πριν την κήρυξη της πτώχευσης. Απαιτήσεις από αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σχέσεως εργασίας, καθώς και οι απαιτήσεις των δικηγόρων για αποζημίωση λόγω λύσης της σύμβασης έμμισθης εντολής κατατάσσονται στην τάξη αυτή ανεξάρτητα από το χρόνο που προέκυψαν. Οι απαιτήσεις του Δημοσίου από φόρο προστιθέμενης αξίας και παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους με τις προσαυξήσεις κάθε φύσης και τους τόκους που επιβαρύνουν τις απαιτήσεις αυτές.

 

Στην ίδια τάξη υπάγονται και οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οι απαιτήσεις αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου προς διατροφή, καθώς και οι απαιτήσεις αποζημίωσης λόγω αναπηρίας ποσοστού 67% και άνω, εφόσον προέκυψαν έως την κήρυξη της πτώχευσης.

 

ε) Οι απαιτήσεις αγροτών ή αγροτικών συνεταιρισμών από πώληση αγροτικών προϊόντων, αν προέκυψαν κατά τον τελευταίο χρόνο πριν την κήρυξη της πτώχευσης.

 

στ) Οι απαιτήσεις του Δημοσίου και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης από κάθε αιτία, με τις προσαυξήσεις κάθε φύσης και τους τόκους που επιβαρύνουν τις απαιτήσεις αυτές.

 

ζ) Οι απαιτήσεις του Συνεγγυητικού κατά του οφειλέτη, εφόσον ο τελευταίος έχει ή είχε στο παρελθόν την ιδιότητα της επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 3606/2007 και οι απαιτήσεις του Συνεγγυητικού έχουν προκύψει εντός 2 ετών πριν από την κήρυξη της πτώχευσης.}

 

19. Το άρθρο 156 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{Άρθρο 156

 

Επί διανομής προϊόντος εκποίησης πράγματος ή χρηματικής ποσότητας, εφαρμόζεται το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.}

 

20. Το άρθρο 162 του νόμου [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) τροποποιείται ως ακολούθως:

 

{Άρθρο 162

 

Αν η Πτωχευτική περιουσία έχει εκτιμηθεί κατά την απογραφή του άρθρου 68 σε ποσό μικρότερο από 100.000 ευρώ, ακολουθείται η Διαδικασία του παρόντος Κεφαλαίου. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των λοιπών κεφαλαίων του παρόντος Κώδικα.}

 

21. Μετά το άρθρο 170 προστίθεται άρθρο 170Α στο νόμο [Ν] 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας (ΦΕΚ 153/Α/2007) ως ακολούθως:

 

{Άρθρο 170Α: Περίοδος απαλλαγής

 

Ο οφειλέτης φυσικό πρόσωπο ο οποίος επιπλέον έχει κηρυχθεί συγγνωστός σύμφωνα με το άρθρο 167 θα απαλλάσσεται πλήρως από τις απαιτήσεις κατά της πτωχευτικής περιουσίας μετά από την παρέλευση τριών ετών από την κήρυξη της πτώχευσης.}

 

22. 1. Από 01-01-2017 οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στον Πτωχευτικό Κώδικα (νόμος [Ν] 3588/2007) ως αρμοδιότητες του συνδίκου, του μεσολαβητή, του ειδικού εντολοδόχου και του ειδικού εκκαθαριστή ασκούνται από τον διαχειριστή αφερεγγυότητας. Ως διαχειριστής αφερεγγυότητας διορίζεται φυσικό πρόσωπο εγγεγραμμένο σε μητρώο που τηρείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

 

2. Συστήνεται Επιτροπή Διαχείρισης Αφερεγγυότητας η οποία λειτουργεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η Επιτροπή αποτελείται από τον πρόεδρο και 4 μέλη, που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με τους αναπληρωτές τους με τριετή θητεία, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μέχρι δύο φορές. Η θητεία των αναπληρωτών είναι ίσης χρονικής διάρκειας με τη θητεία του αντίστοιχου τακτικού.

 

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζεται η ανά συνεδρίαση αποζημίωση των μελών της Επιτροπής.

 

4. Στην αρμοδιότητα της Επιτροπής υπάγονται η χορήγηση της άδειας διαχειριστή αφερεγγυότητας, η ανανέωση και η ανάκλησή της, καθώς και η μέριμνα για την τήρηση του μητρώου διαχειριστών αφερεγγυότητας.

 

Στην αρμοδιότητα της Επιτροπής υπάγεται, επίσης, και ο έλεγχος της εκ μέρους των διαχειριστών της τήρησης των νόμιμων υποχρεώσεών τους.

 

5. Με την απόφαση της παραγράφου 2 συγκροτείται πειθαρχικό συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από ένα δικαστικό λειτουργό ως πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας, εξαιρουμένου του προέδρου της. Η θητεία του πειθαρχικού συμβουλίου συμπίπτει με τη θητεία των μελών της Επιτροπής. Με όμοια απόφαση συγκροτείται δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο. Η αποζημίωση του δικαστικού λειτουργού και των μελών του πρωτοβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, καθώς και του Προέδρου και των μελών του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, καθορίζεται με την κοινή απόφαση της παραγράφου 3.

 

6. Η Επιτροπή Διαχείρισης Αφερεγγυότητας υποστηρίζεται γραμματειακά από το Τμήμα Ποιότητας, Αποδοτικότητας και Διοικητικής Οργάνωσης της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

 

7. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας και των πειθαρχικών συμβουλίων.

 

8. Στο μητρώο διαχειριστών αφερεγγυότητας εγγράφονται όσοι επιτύχουν σε γραπτές πανελλήνιες εξετάσεις που προκηρύσσονται με απόφαση της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας, με την οποία καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη διεξαγωγή τους.

 

9. Οι εξετάσεις διενεργούνται από Επιτροπή Εξετάσεων, η οποία επιλέγει τα θέματα των εξετάσεων και βαθμολογεί τους υποψηφίους. Η Επιτροπή Εξετάσεων συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

 

10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζεται το ύψος της αμοιβής του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής Εξετάσεων. Το παράβολο συμμετοχής στις εξετάσεις ορίζεται στο ποσό των 100 €. Το ύψος του παραβόλου μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

 

11. Με Προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού καθορίζονται, ακόμα και κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Πτωχευτικού Κώδικα, η σύνθεση της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας και της Επιτροπής Εξετάσεων, τα προσόντα των διαχειριστών αφερεγγυότητας, τα κωλύματα και ασυμβίβαστα για τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων στις εξετάσεις και την εγγραφή στο μητρώο, η διαδικασία των εξετάσεων, τα εξεταζόμενα αντικείμενα, ο χρόνος πραγματοποίησής τους, τα θέματα σχετικά με τη λειτουργία της Επιτροπής Εξετάσεων, τη χορήγηση της άδειας, καθώς και οι προϋποθέσεις ανανέωσής της, η οργάνωση του μητρώου διαχειριστών, τα κωλύματα διορισμού διαχειριστή σε συγκεκριμένη διαδικασία αφερεγγυότητας και η αντικατάστασή του, οι υποχρεώσεις του διαχειριστή αφερεγγυότητας, ο προσδιορισμός της αμοιβής του, τα παραπτώματα, οι πειθαρχικές κυρώσεις που η διάπραξή τους επισύρει και η διαδικασία επιβολής τους, η ιδιότητα των μελών του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, καθώς και η ευθύνη του διαχειριστή. Με το ίδιο Προεδρικό διάταγμα θεσπίζεται και κάθε αναγκαία μεταβατική ρύθμιση σχετικά με τις εκκρεμείς, κατά το χρόνο ενάρξεως ισχύος του, διαδικασίες.

 

12. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εγκρίνεται ο Κώδικας Δεοντολογίας των Διαχειριστών Αφερεγγυότητας.

 

Με όμοια απόφαση προβλέπεται διαδικασία καταγγελίας στην Επιτροπή Διαχείρισης Αφερεγγυότητας πράξεων ή παραλείψεων των διαχειριστών που ενδέχεται να αποτελούν πειθαρχικά παραπτώματα και καθορίζεται η διαδικασία εξέτασης των καταγγελλομένων.

 

13. Ο διαχειριστής υποχρεούται να συμμετέχει σε προγράμματα διαρκούς επιμόρφωσης, τα οποία διοργανώνονται από πιστοποιημένους φορείς επιμόρφωσης. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις πιστοποίησης των φορέων επιμόρφωσης, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις επιμόρφωσης των διαχειριστών αφερεγγυότητας. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, καθορίζονται:

 

α) οι φορείς που μπορούν να εκτελούν τα προγράμματα επιμόρφωσης,

β) οι προδιαγραφές των χώρων επιμόρφωσης,

γ) το ελάχιστο περιεχόμενο των προγραμμάτων,

δ) τα προσόντα των εκπαιδευτών,

ε) ο έλεγχος εκτέλεσης των προγραμμάτων και συμμετοχής των διαχειριστών σε αυτά,

στ) η μέθοδος επιμόρφωσης και

ζ) κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ3.22 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του νόμου 4423/2016 (ΦΕΚ 182/Α/2016) και τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 32 του νόμου 4474/2017 (ΦΕΚ 80/Α/2017).

 

23. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 22 ανωτέρω, η παρούσα υποπαράγραφος Γ.3 εφαρμόζεται επί των διαδικασιών που αρχίζουν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος, με την εξαίρεση της παραγράφου 21, η οποία θα ισχύει από την 01-10-2016 και θα εφαρμόζεται επί διαδικασιών που αρχίζουν από την 01-01-2016.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ3.23 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του νόμου 4378/2016 (ΦΕΚ 55/Α/2016).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.