Απόφαση 34628/85 - Άρθρο pd

Παράρτημα Δ: Μετρητές εύφλεκτων αερίων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Γενικά:

 

(α) Ο έλεγχος της συγκέντρωσης εύφλεκτων αερίων είναι ουσιώδης πριν δοθεί εξουσιοδότηση για εργασία εν θερμώ ή είσοδος σε εξοπλισμό ο οποίος προηγούμενα περιείχε εύφλεκτο υλικό. Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρησιμοποίηση ενός μετρητή καύσης αερίων που είναι φορητός και λειτουργεί με ξηρή μπαταρία και που αποτελεί εκ κατασκευής όργανο ασφαλές.

 

(β) Οι περισσότεροι μετρητές καύσης αερίων λειτουργούν με την καταλυτική καύση ενός δείγματος αερίου πάνω από ένα ενεργοποιημένο μεταλλικό νήμα συνήθως πλατίνας. Η αλλαγή της θερμοκρασίας που οφείλεται στην καύση προκαλεί μεταβολή της ηλεκτρικής αντίστασης του μεταλλικού νήματος, αυτό με τη σειρά του, προκαλεί μια ανισορροπία στο ηλεκτρικό κύκλωμα του οργάνου η οποία καταγράφεται σαν μια απόκλιση του δείκτη του μετρητή στην κλίμακα του οργάνου, σαν άμεσο ποσοστό του κατώτερου ορίου ανάφλεξης.

 

(γ) Δείγμα της ατμόσφαιρας που πρέπει να ελεγχθεί απορροφάται μέσω του οργάνου και σημειώνεται με προσοχή η ένδειξη της απόκλισης του δείκτη του μετρητή πάνω στην κλίμακα. Οι αρχές της μεθόδου της χρήσης ενός μετρητή καύσης αερίων είναι σχετικά απλές, αλλά υπάρχουν περιπτώσεις που το όργανο μπορεί να δώσει λανθασμένη ένδειξη, ίδε 1.1 - 1.4 και απαιτείται μεγάλη πείρα για την ερμηνεία, για να γίνεται σωστή και ασφαλής χρήση.

 

1.1 Δείγματα ληφθέντα πάνω από Εύφλεκτα Υγρά ή Στερεά Κατάλοιπα:

 

(α) Σε κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος, μια δοκιμή αερίου δεν θα δείξει την παρουσία του στον εξοπλισμό των καυσίμων όπως είναι η κηροζίνη και το ελαφρό πετρέλαιο, diesel, γιατί δεν παράγουν συσσώρευση εύφλεκτων αερίων σε τέτοιες θερμοκρασίες, π.χ. η πτητικότητα ενός υγρού πρέπει να είναι αρκετή για να παράγει μια συσσώρευση αερίων στη θερμοκρασία της δοκιμής πριν να υπάρξει κάποια ένδειξη του δείκτη του οργάνου.

 

Αυτό είναι σημαντικό όταν δίνεται άδεια για εργασία εν θερμώ, παραδείγματος χάρη σε ένα δίκτυο σωληνώσεων ελαφρού πετρελαίου diesel, καθότι το όργανο δεν θα δώσει ένδειξη στη θερμοκρασία του χώρου που βρίσκονται. Στη συνέχεια, η εργασία εν θερμώ στη σωλήνωση θα προκαλέσει την εξάτμιση οιονδήποτε υπόλοιπων ελαφρού πετρελαίου, diesel, με την πιθανότητα παραγωγής εύφλεκτου μίγματος.

 

(β) Όταν ελέγχεται εξοπλισμός που περιέχει στερεά κατάλοιπα, όπως είναι η σκουριά και τα κατακάθια, τα κατάλοιπα πρέπει να αναταραχτούν, αλλά όχι με την προβοσκίδα που παίρνεται το δείγμα, για να εξασφαλισθεί ότι δεν έχει παγιδευθεί αέριο κάτω από την επιφάνεια της.

 

1.2. Ανεπάρκεια Οξυγόνου.

 

Εάν παρθεί δείγμα περίπου που περιέχει ανεπαρκές οξυγόνο για πλήρη καύση, τότε θα έχουμε ένα λανθασμένο αποτέλεσμα. Ειδικές διαδικασίες απαιτούνται για να προσδιορισθούν τα εύφλεκτα αέρια σε ένα αδρανές μείγμα αερίων. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν σωλήνες διάλυσης που θα επιτρέπουν μια κατά προσέγγιση ελεγχόμενη αναλογία του αέρα στο δείγμα, που πρέπει να απορροφηθεί εντός του οργάνου, αλλά δεν συνιστάται σαν ακριβής μέθοδος μέτρησης. Η τεχνική μπορεί να είναι χρήσιμη για συγκριτικούς σκοπούς, π.χ. καθ' όλη της διάρκεια μιας διαδικασίας καθαρισμού, όπου η ατμόσφαιρα καυσίμου αερίου διαλύεται σ' ένα αδρανές αέριο. Εάν υπάρχει υποψία ύπαρξης ανεπαρκούς ατμόσφαιρας οξυγόνου, τότε πρέπει να προηγηθεί ένας έλεγχος για οξυγόνο πριν τον έλεγχο ύπαρξης οιουδήποτε εύφλεκτου αερίου.

 

Όπου εντοπίζεται ανεπαρκής ατμόσφαιρα οξυγόνου, τότε η ένδειξη για εύφλεκτο αέριο χρειάζεται προσεκτική τεχνική ερμηνεία.

 

Υπάρχουν διάφοροι τύποι μετρητών για τη μέτρηση της συγκέντρωσης οξυγόνου.

 

1.3 Πλούσιες Ατμόσφαιρες Αερίου:

 

Εάν ένα δείγμα αερίου σε συγκέντρωση μεγαλύτερη από το κατώτερο όριο ανάφλεξης αναρροφηθεί μέσα σ' ένα μετρητή καύσης αερίων, ο δείκτης του μετρητή θα αποκλίνει ταχέως σε πλήρη ένδειξη της κλίμακας και μετά μπορεί να πέσει στο μηδέν ή και κάτω από αυτό.

 

Εάν αυτή η ταχεία απόκλιση προς τα δεξιά δεν παρατηρηθεί από το χειριστή μπορεί να σχηματισθεί η εντύπωση ότι δεν υπάρχει εύφλεκτο αέριο.

 

Συνεχής αναρρόφηση πλούσιας συγκέντρωσης αερίου δια μέσου του οργάνου θα προκαλέσει γρήγορο κάψιμο του μεταλλικού νήματος, το πιθανότερο εντός χρόνου δέκα έως είκοσι δευτερολέπτων. Δεν είναι φρόνιμο να γίνει δειγματοληψία σε ρεύματα πλούσιου αερίου, των οποίων η συγκέντρωση είναι πάνω από το χαμηλότερο όριο ανάφλεξης.

 

Πρέπει να χρησιμοποιηθούν σωλήνες διάλυσης για να βοηθηθεί η μέτρηση σε πλούσια ρεύματα αερίου, αλλά μπορούν να προκύψουν μεγάλες ανακρίβειες και άλλοι τύποι οργάνων είναι πιο κατάλληλοι.

 

1.4. Μολυσμένες Ατμόσφαιρες:

 

(α) Οι μετρητές καύσης αερίων δεν θα λειτουργήσουν σωστά εάν ξένα σωματίδια αναρροφηθούν εντός του οργάνου καθόσον αυτά μπορούν να μπλοκάρουν το φίλτρο εισροής, τους αναχαιτιστές ροής, προς τα πίσω ή την οπή ροής, να αλλοιώσουν ή να καλύψουν το μεταλλικό ανιχνευτικό νήμα ή να κάψουν τον ανιχνευτή και τα αντισταθμιστικά νήματα.

 

(β) Όταν γίνεται δειγματοληψία πάνω σε υγρά, πρέπει να δοθεί προσοχή ώστε να αποφευχθεί η αναρρόφηση υγρού εντός του οργάνου. Το νερό παραδείγματος χάρη, θα βλάψει το φίλτρο εισόδου και εύφλεκτα υγρά θα κάψουν τα νήματα. Υπάρχουν, ένας ειδικός καθετήρας με στερεό άκρο και μια παγίδα στο σωλήνα εισαγωγής, για να εμποδίζουν την οιανδήποτε λήψη υγρού να φθάσει στο όργανο, αλλά όπου είναι δυνατό ο καθετήρας δειγματοληψίας πρέπει να τοποθετείται αρκετά μακρυά από την επιφάνεια του υγρού.

 

(γ) Η δειγματοληψία ατμοσφαιρών που περιέχουν υδρατμούς πρέπει γενικά να αποφεύγεται επειδή μπορεί να ληφθούν εσφαλμένα αποτελέσματα και η συμπύκνωση εντός του οργάνου θα οδηγήσει σε αποτυχία.

 

Η δοκιμή μπορεί εν τούτοις να γίνει με τη χρησιμοποίηση μιας υδροπαγίδας στην πλευρά της αναρρόφησης, που θα απορροφήσει τους συμπυκνωμένους υδρατμούς, αλλιώς πρέπει να δοθεί η αναγκαία καθυστέρηση χρόνου προτού επιχειρηθεί ο έλεγχος αερίου.

 

(δ) Φολίδες, σκουριά ή οποιαδήποτε άλλα μικρά στερεά σωματίδια δεν πρέπει να αναρροφώνται εντός του οργάνου καθόσον θα μπλοκάρουν τα εξαρτήματα όπως τον καθετήρα δειγματοληψίας τα φίλτρα εισόδου, τους αναχαιτιστές ροής προς τα πίσω ή την οπή ροής. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να παρατηρηθεί μια αργή ανταπόκριση της αναρρόφησης, και το όργανο θα πρέπει τότε να αποσυναρμολογηθεί και να συντηρηθεί.

 

Η αποφυγή των στερεών κατάλοιπων δεν είναι πάντοτε εύκολη, παραδείγματος χάρη στον έλεγχο μικρής διαμέτρου σωλήνων όπου η διάμετρος του καθετήρα δειγματοληψίας πλησιάζει εκείνη των σωλήνων. Πρακτικά το πέρασμα ενός σιδηρού βάκτρου προ της εισαγωγής του καθετήρα δειγματοληψίας είναι η καλύτερη μέθοδος.

 

(ε) Μερικά υλικά, εάν αναρροφηθούν εντός του οργάνου θα αλλοιώσουν το ανιχνευτικό μεταλλικό νήμα και τούτο θα επηρεάσει σοβαρά την ένδειξη του οργάνου. Αλκυλικές ενώσεις μολύβδου όταν προστίθενται στη βενζίνη, θα προκαλέσουν εναπόθεση μολύβδου στο μεταλλικό ανιχνευτικό νήμα, με αποτέλεσμα την απώλεια ανταπόκρισης (ακριβείας). Επομένως όταν πρέπει να ελεγχθούν ατμόσφαιρες μολυβδούχου βενζίνης, ή πρέπει να χρησιμοποιηθεί ειδικό όργανο με μεταλλικό νήμα υψηλής θερμοκρασίας, ή το κανονικό όργανο πρέπει να εξοπλισθεί με φίλτρο καταλυτικού τύπου.

 

Ο δεύτερος εναλλακτικός τρόπος δεν είναι πολύ αποτελεσματικός. Άλλα σώματα όπως κάλιο, νάτριο, μόλυβδος και αλογονούχοι υδρογονάνθρακες περιλαμβάνονται μέσα στις ουσίες που μπορούν να προκαλέσουν αλλοίωση του μεταλλικού νήματος.

 

2. Σωλήνες δειγματοληψίας:

 

Οι σωλήνες δειγματοληψίας που χρησιμοποιούνται είναι κατασκευασμένοι από επιλεγμένα υλικά και είναι σχεδιασμένοι για ελάχιστη προσρόφηση μιας σειράς αερίων.

 

Όταν γίνεται δειγματοληψία αερίων με υψηλές διαλυτικές ικανότητες πχ ξυλόλη, τότε απαιτούνται ειδικά υλικά με αυξημένη αντίσταση στην προσρόφηση. Στο βαθμό ακριβείας των αποτελεσμάτων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η πιθανή απώλεια λόγω προσρόφησης, η οποία θα ποικίλει ανάλογα με το αέριο που δοκιμάζεται, το μήκος του σωλήνα δειγματοληψίας, το υλικό και την παλαιότητα του π.χ. μπορεί ήδη να είναι κεκορεσμένο. Όταν χρησιμοποιούνται επεκτατικοί σωλήνες δειγματοληψίας (το κανονικό μήκος είναι περίπου 1,5 m), πρέπει να δίνεται περιθώριο στην αναρρόφηση του δείγματος μέσω του οργάνου.

 

3. Ακρίβεια ελέγχου, βαθμονόμηση και συντήρηση:

 

(α) Οι μετρητές καύσης αερίων δίνουν ένα σχετικά σωστό αποτέλεσμα σε σχέση με το κατώτερο όριο ανάφλεξης σε μια σειρά εύφλεκτων αερίων. Εφόσον στο κατώτερο όριο ανάφλεξης, ίσοι όγκοι μιγμάτων αερίων στον αέρα αναπτύσσουν παρόμοιες ποσότητες θερμότητας καύσης τότε θα έχουν και παρόμοιες επιδράσεις στην αντίδραση των ανιχνευτικών μεταλλικών νημάτων. Για ακριβείς ενδείξεις, το όργανο πρέπει να βαθμονομηθεί στο αέριο που πρόκειται να εξετασθεί ή σε αέριο με τα ίδια αντίστοιχα φυσικά χαρακτηριστικά.

 

(β) Οι μετρητές καύσης αερίων δεν είναι κατάλληλοι για σωστή ποσοτική ανάλυση, εκτός υπό προσεκτικά ελεγχόμενες εργαστηριακές συνθήκες, με βαθμονόμηση κατάλληλη για το αέριο που πρόκειται να ελεγχθεί. Συνήθως χρησιμοποιούνται σαν όργανα ελέγχου για τον προσδιορισμό μια κατάστασης που να επιτρέπει ή να μην επιτρέπει την έναρξη δράσης. Είναι επίσης χρήσιμοι για να προσδιορίσουν αντίστοιχα μεγέθη π.χ. την πτώση συσσώρευσης αερίων κατά τη διάρκεια καθαρισμού.

 

(γ) Τα όργανα που παραλαμβάνονται από τους κατασκευαστές είναι βαθμονομημένα πάνω σ' ένα συγκεκριμένο αέριο, για παράδειγμα το πεντάνιο (κανονικό πεντάνιο) το οποίο επιτρέπει στο όργανο να μετρήσει μια μεγάλη σειρά από καύσιμα αέρια που προέρχονται από συνήθη πετρελαιοειδή.

 

Καμπύλες μετατροπής, που διατίθενται από τον κατασκευαστή, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να προσδιορίσουν την κατά προσέγγιση συσσώρευση αερίων, διαφορετικών, από το αέριο με το οποίο έγινε η βαθμονόμηση.

 

(δ) Πρέπει να γίνονται συχνοί έλεγχοι ανταπόκρισης σε όλα τα όργανα για να εξακριβώνεται, ότι το ανιχνευτικό μεταλλικό νήμα, είναι ικανοποιητικό. Αυτό μπορεί να γίνει, με την αναρρόφηση αερίων, πάνω από ένα γνωστό υγρό καύσιμο, όπως το ξυλένιο, δια μέσου του οργάνου και με τη σύγκριση της ένδειξης για τη θερμοκρασία του υγρού, με την ελάχιστη ένδειξη που έχει προσδιορισθεί από τον κατασκευαστή και που πρέπει να είναι αρκετά υψηλότερη από την τελευταία. Αυτό αφορά τον έλεγχο της ελάχιστης ένδειξης μόνο και όχι έλεγχο βαθμονόμησης. Ο τελευταίος έλεγχος μπορεί να γίνει εάν διέλθει μια γνωστή πυκνότητα αερίου, μέσω του οργάνου, όπως παραδείγματος χάρη, του πεντανίου. Πρόσφατα στην πράξη δοχεία αεροζόλ, με μεθάνιο και αέρα σε γνωστές πυκνότητες, διατίθενται και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για έλεγχο της ελάχιστης ένδειξης όπως επίσης και για τη βαθμονόμηση. Το περιεχόμενο ενός δοχείου αεροζόλ, έχει πυκνότητα πολύ μικρότερη από το κατώτερο όριο ανάφλεξης και επομένως δεν αποτελεί κίνδυνο για το περιεχόμενο του και οι έλεγχοι μπορούν να γίνουν σε χώρους εγκαταστάσεων, όπου ένας έλεγχος με ξυλένιο δεν επιτρέπεται. Το σύστημα επίσης των δοχείων αεροζόλ διευκολύνει καλύτερα από τις μεθόδους ελέγχου, σε υγρά. Η συχνότητα ελέγχου για ελάχιστη ένδειξη, ποικίλει ανάλογα με τη συχνότητα χρήσης του οργάνου και τον αριθμό ατόμων που χειρίζονται το όργανο. Όταν μόνον ένα άτομο χειρίζεται το όργανο, ένας εβδομαδιαίος έλεγχος ένδειξης είναι επαρκής, επειδή ο χειριστής πολύ γρήγορα αναπτύσσει την ικανότητα να γνωρίζει εάν η ένδειξη του οργάνου είναι εσφαλμένη ή όχι. Εάν ο ανιχνευτής αερίου δεν χρησιμοποιείται συχνά ή εάν τούτο χρησιμοποιείται από πολλά άτομα, τότε συνιστάται ένα σύστημα ελέγχου της ελάχιστης ένδειξης πριν από κάθε χρήση του οργάνου και γιαυτό τα δοχεία αεροζόλ με αέρα και μεθάνιο, είναι το περισσότερο κατάλληλα.

 

(ε) Η συντήρηση και ο ηλεκτρολογικός έλεγχος των κυκλωμάτων του οργάνου και της κατάστασης της εισόδου του φίλτρου και των αναχαιτιστών φλόγας πρέπει να ελέγχονται σε μηνιαία βάση από αρμόδιο μηχανικό οργάνων. Επίσης πιθανόν οι μπαταρίες να χρειάζονται αλλαγή ταυτόχρονα μ' αυτό τον έλεγχο.

 

4. Πιστοποιητικό ελέγχου του οργάνου για πραγματική ασφάλεια:

 

(α) Ο κατασκευαστής προμηθεύει αντίγραφο του πιστοποιητικού που ισχύει, για το όργανο ότι είναι πραγματικά ασφαλές και σ' αυτό θα αναφέρονται όλα τα αέρια για τα οποία μπορεί το όργανο να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια. Είναι σημαντικό να μη χρησιμοποιηθεί το όργανο σε άλλες κατηγορίες αερίων, παραδείγματος χάρη, όργανο που δεν φέρει το σωστό τύπο αναχαιτιστών φλόγας, θα είναι επικίνδυνο εάν χρησιμοποιηθεί σε αέριο υψηλού βαθμού ανάφλεξης όπως είναι το υδρογόνο.

 

Πρέπει γι' αυτό να δοθούν οδηγίες εάν πρόκειται να δοκιμασθούν αέρια τα οποία δεν ανήκουν σ' αυτές τις κατηγορίες που αναφέρονται.

 

(β) Εάν ο ανιχνευτής αερίων περιέχεται μέσα σε θήκη από αλουμίνιο, το εξωτερικό κινητό πλαστικό κάλυμμα δεν πρέπει να αφαιρείται κατά τη χρήση, επειδή η θήκη του αλουμινίου σε επαφή με σκουριασμένες επιφάνειες σιδήρου, μπορεί να προκαλέσει σπίθα. Το πλαστικό κάλυμμα αποτελεί ένα αναπόσπαστο τμήμα του πιστοποιητικού της έγκρισης.

 

5. Εκπαίδευση:

 

(α) Οι τεχνικές μέθοδοι που συνδέονται με τη δοκιμή αερίων είναι σχετικά απλές με την προϋπόθεση ότι είναι γνωστές και προβλέπονται οι περιορισμοί της χρήσης, τα προβλήματα μόλυνσης και οι περιπτώσεις που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί το όργανο. Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων απαιτεί μεγάλη προσοχή και είναι απαραίτητη η εκπαίδευση για να βοηθηθεί, ο δοκιμαστής αερίων, να αποκτά πείρα.

 

(β) Η εκπαίδευση των δοκιμαστών αερίων πρέπει να επαναλαμβάνεται κατά τακτά χρονικά διαστήματα πχ περίπου κάθε έξη μήνες για τους έκτακτους δοκιμαστές, όπως και οι χειριστές της εγκατάστασης. Οι κανονικοί δοκιμαστές αερίων οι οποίοι έχουν περίπου δύο χρόνων πείρα πιθανόν να χρειάζονται μόνον έκτακτη δοκιμασία, ώστε να επιβεβαιώνεται ότι εκτελούν τους ελέγχους σωστά.

 

6. Ακρίβεια των Οργάνων:

 

(α) Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός από τύπους μετρητών καύσης αερίων που διατίθενται στην αγορά και που ποικίλουν σε ακρίβεια και ασφάλεια λειτουργίας. Ο βαθμός ακρίβειας δεν είναι κρίσιμος εκεί όπου τα όργανα χρησιμοποιούνται μόνο για τον προσδιορισμό εύφλεκτων αερίων σε περιπτώσεις ανάληψης δράσης ή όχι, όπως γίνεται όταν πρόκειται να δοθεί άδεια για εργασία, εν θερμώ. Εκεί που μικρές ποσότητες εύφλεκτων αερίων εξετάζονται κυρίως για τις τοξικές τους ιδιότητες, τότε η ακρίβεια έχει μεγαλύτερη σημασία. Σ' αυτή την περίπτωση, οι ανιχνευτές τοξικών αερίων, είναι καταλληλότεροι από τους μετρητές καύσης αερίων.

 

(β) Πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια μέσω του προμηθευτή των οργάνων, για να εξασφαλισθεί ότι παραδεκτά λάθη σε ενδείξεις πυκνοτήτων αερίων, παρουσιάζονται μόνο στην ασφαλή κατεύθυνση της κλίμακας δηλαδή ότι ο μετρητής δείχνει ψηλότερα από το σωστό.

 

7. Ερμηνεία των αποτελεσμάτων:

 

Προτού επιτραπεί η είσοδος ατόμων ή η εκτέλεση εργασίας σε δεξαμενές ή σε ορισμένα μέρη ή σε άλλα μέρη όπου υπάρχει πιθανότητα ύπαρξης επικίνδυνης ατμόσφαιρας, ή συγκέντρωση αερίων πρέπει να είναι, όπως διευκρινίζεται στον Πίνακα 3.6 για τις συνθήκες εισόδου και τον τύπο εργασίας που θα εκτελεσθεί. Εάν ο μετρητής καύσης αερίων δείξει αύξηση στη συσσώρευση αερίου πάνω από τα προδιαγεγραμμένα όρια, η εργασία πρέπει να σταματήσει και τα άτομα να εγκαταλείψουν τη δεξαμενή ή τον ορισμένο χώρο έως ότου γίνει περαιτέρω απαερίωση ώστε η συσσώρευση του αερίου να ελαττωθεί ή κάτω από τα όρια που αναφέρονται στον πίνακα.

 

8. Φορητοί συναγερμοί ανίχνευσης αερίων:

 

Μπορούν να χρησιμοποιηθούν φορητοί συναγερμοί ανίχνευσης εύφλεκτων αερίων, σαν προστασία κατά το χρόνο που εκτελείται η εργασία, εν θερμώ, για την ανίχνευση ή την προειδοποίηση παρουσίας αερίου. Οι ανιχνευτές συνήθως λειτουργούν με επαναφορτιζόμενες υγρές ή ξηρές μπαταρίες, δίνοντας συνεχή χρήση 14 ωρών που ακολουθείται από μια περίοδο φόρτισης περίπου 10 ωρών. Το αέριο δεν χρειάζεται να αναρροφηθεί μέσα σ' αυτά τα όργανα αλλά εισέρχεται με διάχυση. Οι κεφαλές του ανιχνευτικού οργάνου πρέπει να τοποθετούνται πολύ κοντά στην εργασία που εκτελείται και στην πιο πιθανή πηγή διαρροής αερίου. Εάν ο συναγερμός ενεργοποιηθεί, τότε πρέπει να σταματήσει η εργασία και η άμεση γειτονική περιοχή να εκκενωθεί. Αυτά τα όργανα, για τα οποία υπάρχουν πολλοί τύποι, μπορούν να ρυθμιστούν ώστε να δίνουν συνθήκες συναγερμού, σε περίπτωση διαπίστωσης καταστάσεων στην απαιτούμενη αναλογία ασφαλείας του κατώτερου ορίου ανάφλεξης, συνήθως περίπου 20%.

 

Η διαφυγή αερίου αποδεικνύεται:

 

(α) Μια απόκλιση στην κλίμακα του μετρητή.

 

οπότε

 

(β) Ακούγεται ένας ευκρινής ήχος συναγερμού εάν η ένδειξη του μετρητού υπερβεί την προκαθορισμένη αναλογία του κατώτερου ορίου ανάφλεξης και στη συνέχεια.

 

(γ) Εμφανίζεται ένα φως που αναβοσβήνει.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.