Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 28/2003
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Φιλιππόπουλο, Αντιπρόεδρο, Αχιλλέα Ζήση, Ιωάννη Βερέτσο, Σπυρίδωνα Μπαρμπαστάθη και Γεώργιο Ναυπλιώτη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 04-12-2002, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Μανιατάκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: ___________ που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Λάμπρο Οικονόμου.
Του αναιρεσίβλητου: ___________ που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αρτεμισία Δρούγα, βάσει δηλώσεως κατ' άρθρο 242 παράγραφος 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 30-11-1998 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Ερινεού. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 6/1999 του ίδιου Δικαστηρίου και 70/2001 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αιγίου. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 19-11-2001 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Γεώργιος Ναυπλιώτης ανάγνωσε την από 20-11-2002 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη.
Σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο
Επειδή με το άρθρο 25 του νόμου 1577/1985 περί του (ισχύοντος) Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού ορίζεται ότι:
{1. Απαγορεύεται η σύσταση δουλειών, οι οποίες συνεπάγονται περιορισμό της δυνατότητας ανέγερσης η επέκτασης των κτιρίων ή εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Από την απαγόρευση αυτή εξαιρείται η δουλεία διόδου, εφόσον αποτελεί τη μοναδική δίοδο προς κοινόχρηστο χώρο οικοπέδου ή κτιρίου ή αυτοτελούς από πλευράς δόμησης ορόφου. Δικαιοπραξίες που αντιβαίνουν στις διατάξεις της παραγράφου αυτής είναι απολύτως άκυρες.
2. Δουλείες που έχουν συσταθεί έως τη δημοσίευση του νόμου αυτού δεν παρεμποδίζουν την έκδοση οικοδομικής αδείας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Οι δουλείες αυτές καταργούνται κατά τη διαδικασία των επόμενων παραγραφών, αν εκδοθεί νόμιμη οικοδομική άδεια για να γίνουν στο δουλεύον ακίνητο κατασκευές ή εγκαταστάσεις που καθιστούν αδύνατη, εν όλων ή εν μέρει, την άσκηση της δουλείας. Κατ' εξαίρεση, δεν υπάγονται στην παράγραφο αυτή η δουλεία κοινού σκελετού και η δουλεία διόδου, όπως αυτή ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο.
3. Στο δικαιούχο της καταργούμενης δουλείας καταβάλλεται αποζημίωση. Ο καθορισμός του ποσού της αποζημίωσης, ανεξάρτητα από την αξία του αντικειμένου της διαφοράς, γίνεται από το ειρηνοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το δουλεύον ακίνητο που δικάζει κατά τις σχετικές διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας, ύστερα από αίτηση του δικαιούχου της δουλείας ή εκείνου, στον οποίο έχει χορηγηθεί νόμιμη οικοδομική άδεια για την εκτέλεση εργασιών ασυμβίβαστων με την άσκηση της δουλείας.
4. Η δουλεία καταργείται με την καταβολή ή την κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων της αποζημίωσης. Μετά την κατάργηση επιτρέπεται να εκτελεστούν, σύμφωνα με την οικοδομική άδεια, οι εργασίες τις οποίες εμπόδιζε η δουλεία.}
Τα ίδια ορίζονταν και με το άρθρο 100 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973 περί του (προϊσχύοντος) Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού. Ενώ όμως, όπως προκύπτει από τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 125 παράγραφος 2 του τελευταίου (νομοθετικό διάταγμα 8/1973), δεν ίσχυαν οι διατάξεις του άρθρου 100 αυτού δια τις εκτός των εγκεκριμένων σχεδίων των οικισμών περιοχές ως και δια τους οικισμούς τους στερημένους εγκεκριμένου σχεδίου, με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 28 παράγραφος 3 του ήδη ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985) ορίζεται ότι σε οικισμούς χωρίς εγκεκριμένο σχέδιο εφαρμόζεται και το ως άνω άρθρο 25 αυτού, δηλαδή ενώ υπό την ισχύ του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νομοθετικό διάταγμα 8/1973) εξακολούθησαν στους οικισμούς χωρίς εγκεκριμένο σχέδιο να ισχύουν οι μέχρι της ισχύος αυτού συσταθείσες δουλείες που παρεμποδίζουν την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών στο δουλεύον ακίνητο, αντιθέτως υπό τον ισχύοντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό (νόμος 1577/1985) καταργούνται στους οικισμούς χωρίς εγκεκριμένο σχέδιο κατά την αναφερόμενη στην άνω διάταξη του άρθρου 25 διαδικασία οι δουλείες που είχαν συσταθεί πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και των οποίων η άσκηση καθίσταται αδύνατη από την εκτέλεση κατασκευών ή εγκαταστάσεων με βάση νόμιμη οικοδομική άδεια στο δουλεύον ακίνητο.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αιγίου, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, δέχτηκε, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικώς περί των πραγμάτων κρίση του, ότι οι διάδικοι είναι κύριοι δύο ομόρων αγροτικών ακινήτων που βρίσκονται στον οικισμό Ζήρειας Πατρών στη θέση Ζευγολατιό ή Τάργα. Ότι ο εναγόμενος και οι δικαιοπάροχοί του ασκούσαν αδιάκοπα επί 55 έτη πριν από την άσκηση της ένδικης αγωγής το δικαίωμα της πραγματικής δουλείας διοχέτευσης αρδευτικού ύδατος στο δεσπόζον ως άνω ακίνητό τους από υδραύλακα πλάτους 0.50 m και μήκους 55 m που διερχόταν δια μέσου του ως άνω δουλεύοντος ακινήτου της ενάγουσας. Και ότι η ενάγουσα κατά το έτος 1998 ανήγειρε στο δουλεύον ως άνω ακίνητό της οικοδομής και έχωσε τον ως άνω υδραύλακα (καταστήσασα αδύνατη την άσκηση της άνω δουλείας). Με βάση τις ως άνω παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως και κυρίως εκείνη κατά την οποία το δουλεύον ως άνω ακίνητο της ενάγουσας βρίσκεται στον παραπάνω χωρίς εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο οικισμό Ζήρειας Πατρών, ήταν εφαρμοστέες στην ένδικη υπόθεση οι διατάξεις των άρθρων 28 παράγραφος 3 και 25 παράγραφοι 2 - 4 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985), οπότε με την συνδρομή των λοιπών αναφερόμενων σ' αυτές νόμιμων όρων μπορούσε να καταργηθεί η κατά τα άνω υπέρ του αναιρεσίβλητου εναγομένου υφισταμένη πραγματική δουλεία διοχετεύσεως αρδευτικού ύδατος στο δεσπόζον ως άνω ακίνητο τούτου δια μέσω του άνω δουλεύοντος ακινήτου της αναιρεσείουσας ενάγουσας.
Ενόψει τούτων με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι ήταν εν προκειμένω εφαρμοστέα η διάταξη του άρθρου 125 παράγραφος 2 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νομοθετικό διάταγμα 8/1973) η οποία απέκλειε την εφαρμογή του άρθρου 100 τούτου και ο οποίος είχε ήδη καταργηθεί στο σύνολό του με το άρθρο 31 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού και ότι δεν συνέτρεξε στην ένδικη υπόθεση ο από τις διατάξεις των άρθρων 28 παράγραφος 3 και 25 παράγραφοι 2 - 4 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού προβλεπόμενος ως άνω λόγος καταργήσεως της παραπάνω πραγματικής δουλείας με αποτέλεσμα να απορρίψει την αγωγή της αναιρεσείουσας με την οποία ζητήθηκε να αναγνωρισθεί ότι αποσβέστηκε η ως άνω δουλεία εις βάρος του ακινήτου της, εσφαλμένα εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 125 παράγραφος 20 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νομοθετικό διάταγμα 8/1973), ενώ έπρεπε να εφαρμόσει τις διατάξεις των άρθρων 28 παράγραφος 3 και 25 παράγραφοι 2 - 4 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985). Επομένως η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως με την οποία αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από το άρθρο 560 αριθμός 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας πλημμέλεια της παραβιάσεως από το άνω δευτεροβάθμιο δικαστήριο των παραπάνω ουσιαστικών διατάξεων είναι βάσιμη και πρέπει να αναιρεθεί εκ τούτου η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο πιο πάνω δικαστήριο που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές (άρθρο 580 παράγραφος 3 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Πρέπει τέλος να καταδικαστεί ο αναιρεσίβλητος που ηττάται στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας (άρθρα 176 και 183 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Για τους λόγους αυτούς
Αναιρεί την προσβαλλόμενη 70/2001 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείο Αιγίου.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο πιο πάνω Πολυμελές Πρωτοδικείο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές.
Και
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσείουσας, την οποία ορίζει σε χίλια τριακόσια πενήντα (1350) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 27-12-2002 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 08-01-2003.