Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Οι διατάξεις του άρθρου 9 του νόμου 2323/1995 Υπαίθριο εμπόριο και άλλες διατάξεις εφαρμόζονται αναλογικά και στις εμπορικές επιχειρήσεις.
2. Η διάταξη του άρθρου 15 του νόμου [Ν] 802/1978, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του νόμου [Ν] 1989/1991 (ΦΕΚ 192/Α/1991), αντικαθίσταται ως εξής:
{α) Επιτρέπεται η πώληση εμπορευμάτων με μειωμένες τιμές μόνο δύο φορές το χρόνο λόγω τέλους εποχής (τακτικές εκπτώσεις) κατά τις περιόδους Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου και Ιουλίου - Αυγούστου. Ο ακριβής χρόνος έναρξης και λήξης των περιόδων των τακτικών εκπτώσεων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης για όλη την Επικράτεια, ύστερα από πρόταση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, αφού συνεκτιμηθούν και οι προτάσεις των επαγγελματικών οργανώσεων που δεν είναι μέλη των εμπορικών συλλόγων.
β) Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται το περιεχόμενο και τα είδη των προσφορών που μπορεί να κάνει κάθε εμπορική επιχείρηση,η διάρκεια και οι τυχόν χρονικοί περιορισμοί ισχύος αυτών, η διαδικασία γνωστοποίησης και κάθε άλλη λεπτομέρεια,
γ) Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζεται το ύψος των προστίμων που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων για τις εκπτώσεις και τις προσφορές, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% των ακαθόριστων ετήσιων εσόδων του παραβάτη, το όργανο που τα επιβάλλει και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Τα χρηματικό πρόστιμα εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.}
3. α) Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του νόμου 2323/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
{Κατά της απόφασης του νομαρχιακού συμβουλίου επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την τελευταία δημοσίευσή της σε ημερήσια εφημερίδα ή ύστερα από πάροδο διμήνου από την υποβολή της αίτησης εφόσον δεν εκδόθηκε απόφαση.
Κατά της απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας επιτρέπεται άσκηση αίτησης ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου.}
β) Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 10 του νόμου 2323/1995 προστίθεται παράγραφος 4 που έχει ως εξής:
{4. Εφόσον έχουν εξαντληθεί τα m2 από την υπεραγορά που έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τα παραπάνω, για την Ίδρυση δεύτερης και επόμενων υπεραγορών λιανικού εμπορίου από την ίδια επιχείρηση, ή από επιχειρήσεις ελεγχόμενες από αυτήν στον ίδιο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης απαιτείται η άδεια της παραγράφου 1 που παρέχεται υπό τις προϋποθέσεις Ίδρυσης και λειτουργίας του πρώτου καταστήματος, ανεξάρτητα από το μέγεθος της επιφάνειας του νέου καταστήματος.}
Η υφιστάμενη παράγραφος 4 του ίδιου άρθρου αναριθμείται σε 5.
γ) Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζονται ειδικά θέματα που σχετίζονται με τη λειτουργία των υπεραγορών λιανικού εμπορίου και των πολυκαταστημάτων.
4. Σε περιπτώσεις μετασχηματισμού επιχειρήσεων τροφίμων οι άδειες ή εγκρίσεις που αποτελούν προϋπόθεση λειτουργίας τους και έχουν χορηγηθεί από οποιαδήποτε υπηρεσία του δημόσιου τομέα ισχύουν μετά το μετασχηματισμό, εφόσον η νέα επιχείρηση δραστηριοποιείται στο ίδιο αντικείμενο, για το οποίο χορηγήθηκε η άδεια.
5. α) Η περίπτωση Γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 400/1970, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
{Γ. Τα ακίνητα πλήρους κυριότητας ή συγκυριότητας που χωρεί αυτούσια διανομή, εφόσον βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως με πληθυσμό άνω των 15.000 κατοίκων και είναι ελεύθερα παντός βάρους.}
β) Το εδάφιο α' της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 400/1970, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
{α. Τα ακίνητα γίνονται δεκτά στο ύψος της αντικειμενικής τους αξίας. Για κάθε ακίνητο υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση τοπογράφου μηχανικού, εφόσον αυτό είναι οικόπεδο, ή πολιτικού ή αρχιτέκτονα μηχανικού εφόσον υπάρχει κτίσμα στην οποία εμφανίζεται η παρούσα κατάσταση του ακινήτου.}
γ) Η παράγραφος 12 του άρθρου 8 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 400/1970 (ΦΕΚ 10/Α/1970), όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει αντικαθίσταται ως εξής:
{12. α) Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται ο ενιαίος τρόπος υποβολής των καταστάσεων ασφαλιστικής τοποθέτησης και τα απαραίτητα δικαιολογητικά.
β) Οι καταστάσεις σχηματισμού των τεχνικών αποθεμάτων και των περιουσιακών στοιχείων που απαρτίζουν την ασφαλιστική τοποθέτηση υποβάλλονται στο Υπουργείο Ανάπτυξης μέχρι την 30η Ιουνίου κάθε έτους
γ) Ο έλεγχος του σχηματισμού των τεχνικών αποθεμάτων και της διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων που απαρτίζουν την ασφαλιστική τοποθέτηση ολοκληρώνεται υποχρεωτικά μέχρι την 31η Οκτωβρίου κάθε έτους. Μέχρι την ημερομηνία αυτή πρέπει να γίνουν και όλες οι προσαρμογές που κρίνονται αναγκαίες και υποδεικνύονται προς την ασφαλιστική εταιρεία από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης ως προς τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων. Παράβαση των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων και του παρόντος συνεπάγεται την επιβολή των κυρώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 9 και 43 και επόμενα του νόμου αυτού.
δ) Η ασφαλιστική τοποθέτηση που διαμορφώνεται οριστικά μέχρι την 31η Οκτωβρίου κάθε έτους μετά τον έλεγχο της εποπτεύουσας αρχής,διατηρείται υποχρεωτικά μέχρι την ολοκλήρωση του ελέγχου της ασφαλιστικής τοποθέτησης του επόμενου χρόνου εκτός και αν σύμφωνα με τις καταστάσεις σχηματισμού των τεχνικών αποθεμάτων και της ασφαλιστικής τοποθέτησης του επόμενου έτους η ασφαλιστική τοποθέτηση διαμορφώνεται σε μεγαλύτερο ύψος οπότε και η αύξησή της πρέπει να συντελείται κατά τα προβλεπόμενα στα εδάφια β' και γ' της παραγράφου αυτής.}
δ) Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 12Α του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 400/1970, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Με την ίδια δικαστική απόφαση ορίζεται και η αμοιβή του εκκαθαριστή.}
ε) Η παράγραφος 5 του άρθρου 17Α του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 400/1970, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
{Για τον υπολογισμό της υπεραξίας των ακινήτων και χρεογράφων, η οποία μπορεί να αποτελέσει στοιχείο περιθωρίου φερεγγυότητας, ως τρέχουσα αξία λαμβάνεται υπόψη για μεν τα ακίνητα η αντικειμενική τους αξία για δε τα χρεόγραφα αυτή που προκύπτει σύμφωνα με τις αξίες που αναφέρονται στο προσάρτημα των οικονομικών καταστάσεων.}
στ) Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 20 του νόμου [Ν] 1569/1985, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
{Σε περίπτωση θανάτου ή μόνιμης ολικής ανικανότητας συντονιστή ασφαλιστικής επιχείρησης, η ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται να καταβάλει στα πρόσωπα που ο συντονιστής όρισε ειδικά ως δικαιούχους ή ανάλογα με τη συμφωνία, στον ίδιο ή αν δεν όρισε δικαιούχους για την περίπτωση θανάτου, στους μέχρι και τέταρτου βαθμού συγγένειας κληρονόμους του για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, την προμήθεια που δικαιούνταν και αναλογούσε στην παραγωγή των ασφαλιστικών συμβούλων που συντόνιζε εφόσον γι' αυτό το διάστημα η παραγωγή εξακολουθεί να παραμένει στην ασφαλιστική επιχείρηση.}
ζ) Τα εδάφια α' και γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
{α) Αφαίρεση των πινακίδων και της άδειας κυκλοφορίας με πράξη της Αστυνομικής Αρχής για 1 χρόνο. Σε περίπτωση πρόκλησης ατυχήματος από όχημα χωρίς το παραπάνω ειδικό σήμα, οι πινακίδες και η άδεια κυκλοφορίας αφαιρούνται για δύο (2) χρόνια και επί υποτροπής για τρία (3) χρόνια. Για την επιστροφή των πινακίδων και της άδειας κυκλοφορίας μετά την παρέλευση των ανωτέρω περιόδων απαιτείται η προσκόμιση από τον ενδιαφερόμενο του σχετικού σήματος ασφάλισης.
γ) Χρηματικό πρόστιμο, το οποίο βεβαιώνεται με πράξη της Αστυνομικής Αρχής, υπέρ του κατά το άρθρο 16 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 489/1976 Επικουρικού Κεφαλαίου ίσο με το δραχμές ισόποσο των 1.000 € για τα λεωφορεία και τα φορτηγά δημόσιας χρήσης, των 500 € για τα επιβατηγά και άλλα οχήματα κάθε φύσης και των 250 € για τα δίκυκλα. Το παραπάνω χρηματικό πρόστιμο εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Δημόσιας Τάξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια, που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.}
η) Στο άρθρο 10 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 489/1976 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
{5. Η συζήτηση της κύριας αγωγής κατά ασφαλιστικής εταιρίας, του κατά το άρθρο 19 του παρόντος νόμου Επικουρικού Κεφαλαίου ή άλλου υπόχρεου για απώλεια εισοδήματος λόγω ατυχήματος που προκλήθηκε από αυτοκίνητο κηρύσσεται απαράδεκτη, αν δεν προσαχθεί βεβαίωση περί προηγούμενης κοινοποίησης αντιγράφου της αγωγής στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία του ενάγοντος.}
θ) Στην παράγραφο 2 του άρθρου 19 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 489/1976, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Από την ημερομηνία της απόφασης με την όποια κηρύσσεται η πτώχευση ασφαλιστικής εταιρείας ή ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της, οι τόκοι του ασφαλίσματος λόγω θανάτωσης, σωματικών βλαβών ή υλικών ζημιών από αυτοκινητιστικό ατυχήματα δεν μπορεί να υπερβαίνουν το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου ετήσιας διάρκειας.
ι) i. Η ισχύς της προηγούμενης περίπτωσης υπό στοιχείο α' της παρούσας παραγράφου ανατρέχει στον χρόνο έναρξης ισχύος του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 252/1996.
ii. Αμοιβές που έχουν καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος στους εκκαθαριστές ασφαλιστικών επιχειρήσεων, των οποίων η άδεια έχει ανακληθεί, θεωρούνται ότι νομίμως καταβλήθηκαν.
iii. Ακίνητα που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχουν γίνει δεκτά σε ασφαλιστική τοποθέτηση κατόπιν προηγούμενης εκτίμησης αυτών από επιτροπή του άρθρου 9 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 δύνανται να παραμείνουν σε ασφαλιστική τοποθέτηση στο 75% της αποδοθείσας αξίας.
iv. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου (υπό iii) της παρούσας περίπτωσης εφαρμόζονται και για τον υπολογισμό της υπεραξίας ακινήτων που αποτελεί στοιχείο του περιθωρίου φερεγγυότητας κατά ποσοστό όμως 85% της εκτιμηθείσας αξίας.
v. Ακίνητα προς ασφαλιστική τοποθέτηση για τα οποίο υπογράφηκε απόφαση συγκρότησης επιτροπής εκτίμησης αυτών μέχρι και την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξαιρούνται από τις ρυθμίσεις της περίπτωσης β' της παρούσας παραγράφου.
vi. Η διάταξη της υπό στοιχείο η' περίπτωσης καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς δίκες για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση.
vii. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 489/1976 εφαρμόζονται αναλογικά και στα αυτοκινούμενα - μηχανήματα έργων, που κυκλοφορούν ανασφάλιστα.
6. α) Στο άρθρο 4 του νόμου 2081/1992 προστίθεται παράγραφος που έχει ως εξής:
{Ποσοστό έως 8% επί των ετήσιων εσόδων από τις συνδρομές των μελών των Επιμελητηρίων, πλην των μελών των βιομηχανικών τμημάτων, διατίθεται για την ενίσχυση της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος, της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, ως και των Ομοσπονδιών και Σωματείων των μελών τους αναλόγως με την αριθμητική τους δύναμη.
Ο τρόπος κατανομής του ποσού αυτού, τα αποδεικτικά στοιχεία για τη δύναμη των δικαιούχων και κάθε άλλη λεπτομέρεια καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης μετά γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος και της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου. Με την ίδια απόφαση κατανέμεται μέρος από το ίδιο ποσοστό και στους Πανελλήνιο Σύνδεσμο Εξαγωγέων, και Σύνδεσμο Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος με βάση τη συναλλαγματική εισροή του συνόλου των μελών ενός εκάστου τούτων κατά την τελευταία τριετία.
β) Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 5 του ίδιου νόμου τροποποιείται ως εξής:
{Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης μετά από πρόταση της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων καθορίζεται το ποσοστό επί των συνδρομών των Επιμελητηρίων, το οποίο καταβάλλεται από αυτά προς την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων. Από τον πόρο της αυτόν η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων υποχρεούται να επιχορηγεί τα αναγνωρισμένα Ελληνικά Επιμελητήρια της αλλοδαπής. Το ύψος της επιχορήγησης καθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης.}
γ) Στο τέλος του άρθρου 1 του νόμου 2081/1992 Ρύθμιση του θεσμού των Επιμελητηρίων κ.λ.π. προστίθεται παράγραφος 7, η οποία έχει ως εξής:
{7. Αν στην περιφέρεια του νομού στην οποία εκτείνεται η τοπική αρμοδιότητα Επιμελητηρίου λειτουργούν περισσότερα Πρωτοδικεία, ιδρύεται και λειτουργεί παράρτημα του Επιμελητηρίου στην έδρα καθενός από τα Πρωτοδικεία που λειτουργούν εκτός της έδρας του νομού.
Η τοπική αρμοδιότητα των παραρτημάτων αυτών ταυτίζεται με την τοπική αρμοδιότητα των αντίστοιχων Πρωτοδικείων.}
7. Η παράγραφος 10 του άρθρου 3 του νόμου 2081/1992 καταργείται και αντικαθίσταται ως εξής:
{Η Κεντρική ένωση Επιμελητηρίων μπορεί να ιδρύει γραφεία στο εξωτερικό που στελεχώνονται με ειδικό επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό η μισθοδοσία των οποίων βαρύνει τον προϋπολογισμό της. Ειδικά το βοηθητικό προσωπικό θα προσλαμβάνεται επί τόπου, θα έχουν δε ελληνική ή αλλοδαπή ιθαγένεια ελληνικής όμως καταγωγής.}
8. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 81/1997 (ΦΕΚ 69/Α/1997) αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Στο άρθρο 4 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 102/1990 (ΦΕΚ 47/Α/1990) συνιστώνται δύο (2) επιπλέον θέσεις ειδικών επιστημόνων σε θέματα Διεθνών Σχέσεων ή Διεθνούς Ευρωπαϊκού Δικαίου ή Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και γενικώς σε θέματα, που έχουν σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση}
9. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 1712/1987, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 9 του νόμου 2081/1992, καταργείται.
10. α) Η παράγραφος 3 του άρθρου 36 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:
{3. Οι ελεγκτές αμείβονται πάντοτε από την εταιρία. Το ποσό της αμοιβής τους ορίζεται με την απόφαση της γενικής συνέλευσης που τους διορίζει. Ποσοστό της αμοιβής των ελεγκτών παρακρατείται και αποδίδεται στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Το ελάχιστο όριο της αμοιβής των ελεγκτών, καθώς και το ποσοστό της παρακράτησης και η διαδικασία απόδοσής του στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης ύστερα από γνώμη της Κεντρικής Διοίκησης του οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.
Η αμοιβή των ορκωτών ελεγκτών καθορίζεται με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 18 του νόμου [Ν] 2231/1994 (ΦΕΚ 139/Α/1994):
β) Η παράγραφος 5 του άρθρου 4 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 Περί ανωνύμων εταιρειών. όπως ισχύει, που προστέθηκε με το άρθρο 26 του νόμου [Ν] 2339/1995 (ΦΕΚ 204/Α/1995) καταργείται.
γ) Στο άρθρο 13 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 9 ως εξής:
{9. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 29 παράγραφοι 3 και 4 και 31 παράγραφος 2 μπορεί να θεσπιστεί πρόγραμμα διαθέσεως μετόχων στον Πρόεδρο. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, το Διευθύνοντα Σύμβουλο και όλο το προσωπικό της εταιρείας με τη μορφή δικαιώματος προαιρέσεως αγοράς μετοχών κατά τους όρους της αποφάσεως αυτής, περίληψη της οποίας υπόκειται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7Β. Η απόφαση αυτή της Γενικής Συνελεύσεως πρέπει ιδίως να ορίζει τον ανώτατο αριθμό μετοχών που μπορεί να εκδοθούν, που δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/10 των υφιστάμενων μετοχών, αν οι εργαζόμενοι ασκήσουν το δικαίωμα (option) αγοράς μετοχών, την τιμή διαθέσεως αυτών καθώς και τους όρους διαθέσεως των μετοχών στους εργαζομένους.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας με απόφασή του, εκδίδει τα πιστοποιητικό δικαιώματος αγοράς μετοχών και κατά το μήνα Δεκέμβριο κάθε χρόνου εκδίδει μετοχές στους εργαζόμενους που άσκησαν το δικαίωμά τους, αυξάνοντας το κεφάλαιο της εταιρείας αντιστοίχως και πιστοποιεί την αύξηση του κεφαλαίου κατά το άρθρο 11. Οι αυξήσεις αυτές του κεφαλαίου δεν αποτελούν τροποποιήσεις του Καταστατικού και δεν εφαρμόζεται επ' αυτών η παράγραφος 5 του άρθρου αυτού.}
δ) Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Νομικά πρόσωπα, τηρουμένου του προηγούμενου εδαφίου, μετέχουν στη Γενική Συνέλευση ορίζοντας ως εκπροσώπους τους έως τρία φυσικά πρόσωπα.}
ε) Όπου στον κωδικοποιημένο νόμου [Ν] 2190/1920, όπως ισχύει, γίνεται αναφορά σε Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες νοούνται οι Αθλητικές Ανώνυμες Εταιρείες.
στ) Η παράγραφος 3 του άρθρου 29 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:
{3. Εξαιρετικά προκειμένου για αποφάσεις που αφορούν στη μεταβολή της εθνικότητας της εταιρείας, σε μεταβολή του αντικειμένου της επιχείρησης αυτής σε επαύξηση των υποχρεώσεων των μετόχων, σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου μη προβλεπόμενη, από το Καταστατικό, σύμφωνα με το άρθρο 13 (παράγραφοι 1 και 2) ή επιβαλλόμενη από διατάξεις νόμων ή γενόμενη με κεφαλαιοποίηση αποθεματικών, σε μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, σε έκδοση δανείου δι' ομολογιών, σε μεταβολή του τρόπου διάθεσης των κερδών, σε συγχώνευση, διάσπαση, μετατροπή, αναβίωση, παράταση της διάρκειας ή διάλυση της εταιρείας, παροχή ή ανανέωση εξουσίας προς το Διοικητικό Συμβούλιο για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ή έκδοση ομολογιακού δανείου, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1, η συνέλευση ευρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται κατ' αυτήν μέτοχοι εκπροσωπούντες τα δύο τρίτα (2/3) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. }
ζ) Τα δύο τελευταία εδάφια της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 Περί ανωνύμων εταιρειών, όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 11 του νόμου [Ν] 2339/1995 (ΦΕΚ 204/Α/1995), αντικαθίστανται ως εξής και αριθμούνται ως περίπτωση ε':
{ε) σε μια ημερήσια ή εβδομαδιαία τουλάχιστον εφημερίδα, από εκείνες που εκδίδονται στην έδρα της και σε περίπτωση που δεν εκδίδεται εφημερίδα στην περιοχή αυτή σε μια ημερήσια ή εβδομαδιαία τουλάχιστον εφημερίδα από τις εκδιδόμενες στην πρωτεύουσα του νομού στον οποίο η εταιρεία έχει την έδρα της.
Εξαιρετικά αν η εταιρεία εδρεύει σε δήμο ή κοινότητα του Νομού Αττικής, εκτός του Δήμου Αθηναίων, η πρόσκληση πρέπει να δημοσιεύεται σε μία ημερήσια ή εβδομαδιαία τουλάχιστον εφημερίδα από εκείνες που εκδίδονται στην έδρα της και σε περίπτωση που δεν εκδίδεται εφημερίδα στην περιοχή αυτή σε μία ημερήσια η εβδομαδιαία τουλάχιστον εφημερίδα από τις εκδιδόμενες στην έδρα της νομαρχίας, στην οποία υπάγεται η εταιρεία.
Οι ημερήσιες ή εβδομαδιαίες τουλάχιστον εφημερίδες πρέπει να εμπίπτουν στα κριτήρια του άρθρου 1 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1263/1972 και του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 4286/1963, αντίστοιχα, όπως αυτοί ισχύουν και να κυκλοφορούν ανελλιπώς το λιγότερο ως εβδομαδιαίες για τρία (3) τουλάχιστον χρόνια.}
η) Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 5 του άρθρου 43Β του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920,όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 7 του άρθρου 13 του νόμου [Ν] 2339/1995 (ΦΕΚ 204/Α/1995), αντικαθίστανται ως εξής και αριθμούνται ως περίπτωση γ'.
{γ) σε μια ημερήσια ή εβδομαδιαία τουλάχιστον εφημερίδα, από εκείνες που εκδίδονται στην έδρα της και σε περίπτωση που δεν εκδίδεται εφημερίδα στην περιοχή αυτή σε μια ημερήσια ή εβδομαδιαία τουλάχιστον εφημερίδα από τις εκδιδόμενες στην πρωτεύουσα του νομού στον οποίο η εταιρεία έχει την έδρα της. Εξαιρετικά αν η εταιρεία εδρεύει σε δήμο ή κοινότητα του Νομού Αττικής, εκτός του Δήμου Αθηναίων, τα έγγραφα της παραγράφου 4 πρέπει να δημοσιεύονται σε μια ημερήσια ή εβδομαδιαία τουλάχιστον εφημερίδα από εκείνες που εκδίδονται στην έδρα της και σε περίπτωση που δεν εκδίδεται εφημερίδα στην περιοχή αυτή σε μια ημερήσια ή εβδομαδιαία τουλάχιστον εφημερίδα από τις εκδιδόμενες στην έδρα της νομαρχίας, στην οποία υπάγεται η εταιρεία.
Ως προς τις ανωτέρω εφημερίδες ισχύουν οι προϋποθέσεις της περίπτωσης ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 26.}
11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις λειτουργίας των εμπορικών εκθέσεων και των εκθεσιακών κέντρων στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και οι διοικητικές κυρώσεις και τα πρόστιμα σε περίπτωση παραβίασης των όρων και προϋποθέσεων αυτών. Το ύψος των διοικητικών προστίμων εξειδικεύεται ανάλογα με το είδος της παράβασης και μπορεί να κυμαίνεται μεταξύ 500 και 30.000 €. Επίσης, δύνανται να προβλέπονται οι περιπτώσεις διακοπής λειτουργίας της έκθεσης και οριστικής ή προσωρινής ανάκλησης της άδειας καταλληλότητας εκθεσιακού χώρου. Με την ίδια απόφαση τίθενται προδιαγραφές, οι οποίες, πέραν του ειδικού κτιριοδομικού κανονισμού, περιλαμβάνουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις των συνθηκών πρόσβασης και τον ελάχιστο αριθμό θέσεων στάθμευσης κατ' αντιστοιχία προς την επιφάνεια των εκθεσιακών χώρων και καθορίζεται μεταβατική περίοδος, όχι μεγαλύτερη των τριών ετών, για τη συμμόρφωση των υφιστάμενων εκθεσιακών κέντρων στις παραπάνω προϋποθέσεις. Με όμοια απόφαση υπαίθριες ή στεγασμένες εκθέσεις εμβαδού μικρότερου των 1.000 m2 μπορούν να εξαιρούνται από την εφαρμογή μέρους των παραπάνω ρυθμίσεων.
12. Συμπληρώνεται ο πίνακας της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του προεδρικού διατάγματος 84/1984 (ΦΕΚ 33/Α/1984) με την προσθήκη των δραστηριοτήτων:
{Α) Τροφοδοσία με τρόφιμα (κέτερινγκ) ΚΑ ΕΣΥΕ 555.2 και
Β) Αποθήκες - Ψυγεία ΚΑ ΕΣΥΕ 631.2, ως ακολούθως:
Α/Α
|
Κ/Α ΕΣΥΕ
|
Δραστηριότητα
|
91
|
555.2
|
Τροφοδοσία με τρόφιμα
|
92
|
631.2
|
Αποθήκες με ψυγεία
|
Οι παραπάνω δραστηριότητες επιτρέπεται να ιδρύονται:
α) σε περιοχές Γενικής Κατοικίας με την προϋπόθεση ότι η συνολική επιφάνεια των χώρων αποθήκευσης δεν υπερβαίνει τα 1500 m2,
β) σε περιοχές επαγγελματικής εγκατάστασης και σε Βιομηχανικά Πάρκα - Βιοτεχνικά Πάρκα - Βιομηχανικές Επιχειρηματικές Περιοχές, καθώς και σε εκτός σχεδίου περιοχές του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 707/1979 χωρίς περιορισμό στην κινητήρια ισχύ και τη συνολική επιφάνεια των χώρων αποθήκευσης.}
13. Τα ιδιωτικά σχολεία γενικής, τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, τα κάθε είδους φροντιστήρια και οι ιδιωτικοί βρεφονηπιακοί παιδικοί σταθμοί, τα ιδιωτικά Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης και τα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών μπορούν να αυξήσουν τα δίδακτρά τους για το σχολικό έτος 1999 - 2000 μέχρι ποσοστό 2,5% στα εισπραχθέντα δίδακτρα του προηγούμενου σχολικού έτους 1998 - 1999.
Στην έννοια του παραπάνω όρου δίδακτρα περιλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως ποσό που εισπράττονται για παροχή πρόσθετων υπηρεσιών που συνδέονται με την εκπαιδευτική υπηρεσία, όπως τροφεία, έξοδα μεταφοράς, δαπάνες για εκμάθηση ξένων γλωσσών, μουσικής, χορού ή για φροντιστηριακά μαθήματα κ.λ.π.
Πληρωμές που τυχόν έχουν γίνει για το σχολικό έτος 1999 - 2000 με την προοπτική αύξησης θεωρούνται ότι έχουν δοθεί έναντι των ετήσιων διδάκτρων που προκύπτουν από τις ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου. Τα επιπλέον εισπραχθέντα ποσό επιστρέφονται.
Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου τιμωρούνται με πρόστιμο από 50.000 δραχμές έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές, ανά μαθητή για τον οποίο εισπράττονται τα δίδακτρα αυτό. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης δημοσίων εσόδων. Η διαδικασία και οι ειδικότεροι όροι είσπραξης του προστίμου ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Ανάπτυξης.
14. Οι διατάξεις του άρθρου 11 του νόμου 2648/1988 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στις υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης και των γενικών γραμματειών που ανήκουν σε αυτό, καθώς και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που εποπτεύονται από αυτό. Οι όροι και οι προϋποθέσεις εφαρμογής του μέτρου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.
15. Η παράγραφος 8 του άρθρου 7 του νόμου 2323/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
{8. Οι αποκλειστικές προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 25 (λάθος?) του νόμου 1929/1991 και παρατάθηκαν μέχρι 31-12-1995 παρατείνονται εκ νέου μέχρι 31-12-1999.}
16. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 7 του νόμου 2702/1999 προτάσσεται η εξής φράση:
{στην παράγραφο 1 του άρθρου 44 του νόμου 669/1977 προστίθεται εδάφιο ως εξής:}
17. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του νόμου 2601/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
{δ) Στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης υποβάλλονται οι αιτήσεις υπαγωγής των επιχειρηματικών σχεδίων της υποπερίπτωσης (xv) της περίπτωσης (α), της υποπερίπτωσης (ν) της περίπτωσης (ε) και της υποπερίπτωσης (xii) της περίπτωσης (ζ), της παραγράφου 1 του άρθρου 3, ύψους μέχρι 1 δισεκατομμύριο δραχμές ή ύψους από 1 δισεκατομμύριο δραχμές μέχρι 3 δισεκατομμύρια δραχμές εφόσον η ίδια συμμετοχή δεν προέρχεται από κεφάλαια εξωτερικού ή προέρχονται και από κεφάλαια εξωτερικού σε ποσοστό μικρότερο του 50%. Οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται μετά από σχετική πρόσκληση για εκδήλωση ενδιαφέροντος, η οποία γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης, που εκδίδεται τουλάχιστον τρεις (3) μήνες πριν από τον καθοριζόμενο στην ίδια απόφαση χρόνο υποβολής των αιτήσεων υπαγωγής και λαμβάνει ευρεία δημοσιότητα στον οικονομικό και πολιτικό τύπο εθνικής, περιφερειακής και νομαρχιακής κυκλοφορίας.
Επίσης, στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης υποβάλλονται κατά τους όρους του προηγούμενου εδαφίου οι αιτήσεις υπαγωγής των επενδύσεων των υποπεριπτώσεων (xvii), (xviii), (xx) και (xxi) της περίπτωσης (α), καθώς και των επενδύσεων της περίπτωσης (στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 3, ύψους μέχρι 1 δισεκατομμύριο δραχμές ή ύψους από 1 δισεκατομμύριο δραχμές μέχρι 3 δισεκατομμύρια δραχμές, εφόσον η ίδια συμμετοχή δεν προέρχεται από κεφάλαια εξωτερικού ή προέρχεται και από κεφάλαια εξωτερικού, αλλά σε ποσοστό μικρότερο του 50%.}
18. Η περίπτωση β' της παραγράφου 8 του άρθρου 8 του νόμου 2601/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
{β) Οι διαδικασίες εξέτασης και υπαγωγής των επενδύσεων των υποπεριπτώσεων (xvii), (xviii), (xx) και (xxi) της περίπτωσης (α), καθώς και των επενδύσεων της περίπτωσης (στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 3 από την αρμόδια υπηρεσία και γνωμοδοτική επιτροπή ολοκληρώνονται το αργότερο εντός πέντε (5) μηνών από την υποβολή της σχετικής αίτησης, οι δε αποφάσεις υπαγωγής εκδίδονται το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών από την ως άνω ημερομηνία εντός των οποίων δημοσιεύεται και η περίληψή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.}
19. Η παράγραφος 9 περίπτωση α' του άρθρου 8 του νόμου 2601/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
{9. α) Οι διαδικασίες εξέτασης και υπαγωγής των επιχειρηματικών σχεδίων της υποπερίπτωσης (xv) της περίπτωσης (α), της υποπερίπτωσης (ν) της περίπτωσης (ε) και της υποπερίπτωσης (xii) της περίπτωσης (ζ), της παραγράφου 1 του άρθρου 3, από την αρμόδια υπηρεσία και γνωμοδοτική επιτροπή ολοκληρώνονται το αργότερο εντός πέντε (5) μηνών από την υποβολή της σχετικής αίτησης, οι δε αποφάσεις υπαγωγής εκδίδονται το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών από την ως άνω ημερομηνία, εντός των οποίων δημοσιεύονται και οι περιλήψεις τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.}
20. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 37 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 406/1998 (ΦΕΚ 286/Α/1998) απαλείφεται η φράση κατά το μέτρο που οι θέσεις αυτές κρίνονται αναγκαίες για την κάλυψη των πραγματικών αναγκών της εταιρείας.
21. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του νόμου 2323/1995 αντικαθίσταται ως εξής: Στους Νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης δεν ισχύουν οι παραπάνω περιορισμοί.
22. Το Νομαρχιακό Συμβούλιο της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης με απόφασή του μπορεί να χορηγεί άδεια σε πλωτά μέσα που κινούνται στις φυσικές και τεχνητές λίμνες, καθώς και στους πλωτούς ποταμούς για την άσκηση μόνο τουριστικής ξενάγησης. Η ανωτέρω απόφαση θα λαμβάνεται μετά από σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Επιτροπής της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης που θα συγκροτείται με απόφαση του νομάρχη,τα μέλη της οποίας θα έχουν ως κατωτέρω:
α) το νομάρχη, ως πρόεδρο,
β) εκπροσώπους των Υπουργείων Γεωργίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Εμπορικής Ναυτιλίας, Ανάπτυξης και τον εκπρόσωπο του Εθνικού Οργανισμού Τουρισμού, ως μέλη,
γ) χρέη γραμματέα θα εκτελεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Εμπορίου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.
23 Στο τέλος της δεύτερης παραγράφου του δεύτερου άρθρου του νόμου [Ν] 2388/1996 Κύρωση της από 06-12-1995 συμβάσεως πωλήσεως μεταξύ της εταιρείας ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΞΑΓΩΓΕΣ, της εταιρείας ΒΙΟΜΑΓΝ, ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ, ΕΜΠΟΡΙΚΗ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ και του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ, ως εκ τρίτου συμβαλλομένου και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 50/Α/1995) προστίθεται το εξής εδάφιο:
{Με την ίδια διαδικασία η διάρκεια των ως άνω αδειών μπορεί να παραταθεί για δύο ακόμη έτη.}
24. α. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 2251/1994 για την Προστασία των καταναλωτών (ΦΕΚ 191/Α/1994) προστίθεται εδάφιο που έχει ως ακολούθως:
{Ειδικό, όταν ελέγχεται το περιεχόμενο του γενικού όρου συναλλαγών στο πλαίσιο των διαδικασιών της παραγράφου 9 του άρθρου 10 (συλλογική δικαστική προστασία) και της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του παρόντος νόμου προτιμάται η δυσμενέστερη για τον καταναλωτή ερμηνευτική εκδοχή, εφόσον αυτή οδηγεί σε απαγόρευση διατύπωσης και χρήσης του σχετικού όρου:
β. Η παράγραφος 6 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 2251/1994 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
{6. Γενικοί όροι συναλλαγών που έχουν ως αποτέλεσμα τη διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή απαγορεύονται και είναι άκυροι. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας γενικού όρου ενσωματωμένου σε σύμβαση κρίνεται αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σύμβαση, ο σκοπός της, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψή της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία αυτή εξαρτάται.}
γ. Η φράση Καταχρηστικοί είναι ιδίως οι όροι που:, στην αρχή της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 2251/1994 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
{Σε κάθε περίπτωση καταχρηστικοί είναι ιδίως οι όροι που:}
δ. Η παράγραφος 9 του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 2251/1994 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
{9. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση όταν η σύμβαση μεταξύ προμηθευτή και καταναλωτή συνδέεται στενά με την Ελλάδα ή άλλη χώρα του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, ανεξάρτητα από τη συμβατική επιλογή δικαίου χώρας εκτός Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.
ε. Στο άρθρο 2 του νόμου [Ν] 2251/1994 προστίθεται παράγραφος 10, που έχει ως ακολούθως:
{10. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για κάθε όρο σύμβασης που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης. Θεωρείται ότι ο όρος δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης, όταν ο καταναλωτής δεν μπόρεσε να επηρεάσει το περιεχόμενό του. Το γεγονός ότι για ορισμένα στοιχεία κάποιου όρου ή για έναν μεμονωμένο όρο υπήρξε ατομική διαπραγμάτευση δεν αποκλείει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου στο υπόλοιπο της σύμβασης, εάν από το σύνολο των περιστάσεων προκύπτει ότι πρόκειται για σύμβαση προσχώρησης. Το βάρος απόδειξης ότι υπήρξε ατομική διαπραγμάτευση φέρει ο προμηθευτής.}
στ. Μετά το πρώτο εδάφιο του στοιχείου α' της παραγράφου 9 του άρθρου 10 του νόμου [Ν] 2251/1994 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως ακολούθως:
{Όταν η ως άνω παράνομη συμπεριφορά εκδηλώνεται μετά από σύσταση ή υπόδειξη ενώσεων των προμηθευτών ή εφόσον οι ενώσεις των προμηθευτών προβαίνουν στην ως άνω συμπεριφορά, τότε μπορεί να ζητηθεί και από αυτές η παύση της,}