Νόμος 3518/06 - Άρθρο 58

Άρθρο 58: Ειδικές ρυθμίσεις Φορέων Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του νόμου [Ν] 1140/1981 (ΦΕΚ 68/Α/1981), όπως ισχύουν, προσαύξηση της σύνταξης δεν χορηγείται από Φορείς και Κλάδους Επικουρικής Ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Εξαιρούνται από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου οι τυφλοί συνταξιούχοι των ανωτέρω φορέων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί, των οποίων οι συντάξεις προσαυξάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του νόμου [Ν] 1140/1981, όπως ισχύουν.

 

Καταστατικές διατάξεις φορέων και Κλάδων Επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, που προβλέπουν προσαύξηση της σύνταξης όσων συνταξιούχων βρίσκονται συνεχώς σε κατάσταση που απαιτεί συνεχή επίβλεψη, περιποίηση και συμπαράσταση ετέρου προσώπου (απόλυτη αναπηρία), εξακολουθούν να ισχύουν.

 

Στους συνταξιούχους φορέων και Κλάδων Επικουρικής Ασφάλισης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, στους οποίους χορηγείτο η παροχή αυτή χωρίς η καταβολή της να προβλέπεται ρητά από καταστατικές ή άλλες διατάξεις, εξακολουθεί να χορηγείται.

 

Τα οικονομικά αποτελέσματα από την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής αρχίζουν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από υποβολή σχετικής αίτησης των ενδιαφερομένων.

 

2. α. Ασφαλισμένοι του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Ηλεκτροτεχνιτών Ελλάδος (ΤΕΑΗΕ), οι οποίοι έχουν συνταξιοδοτηθεί ή συνταξιοδοτούνται με κύρια σύνταξη από τον Οργανισμό Ασφάλισης Προσωπικού της Δημόσιας Επιχείρισης Ηλεκτρισμού με τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης των απασχολούμενων σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα ή σε ορυχεία, δίκτυα και σταθμούς παραγωγής, συνταξιοδοτούνται και από το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ηλεκτροτεχνιτών Ελλάδος, με τις ίδιες προϋποθέσεις. Η συνταξιοδότηση πραγματοποιείται μετά από εξαγορά στο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ηλεκτροτεχνιτών Ελλάδος του χρόνου, για τον οποίο έχουν καταβάλει στον Οργανισμό Ασφάλισης Προσωπικού της Δημόσιας Επιχείρισης Ηλεκτρισμού πρόσθετη εισφορά για τη συνταξιοδότηση τους με τις προϋποθέσεις αυτές και μέχρι 12 έτη ή 3.600 ημέρες ασφάλισης.

 

Η εξαγορά γίνεται με την καταβολή, από τον ασφαλισμένο, εισφοράς 2% επί του κατά την υποβολή της αίτησης 25-πλασίου του οριζομένου στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού Παροχών του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Ηλεκτροτεχνιτών Ελλάδος ημερομισθίου της συλλογικής σύμβασης της επαγγελματικής κατηγορίας του. Το προκύπτον ποσό εξοφλείται σύμφωνα με τις διατάξεις των πέμπτου και έκτου εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004).

 

β. Οι ανωτέρω ασφαλισμένοι δύνανται να επιλέξουν την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Οργανισμού Ασφάλισης Προσωπικού της Δημόσιας Επιχείρισης Ηλεκτρισμού, εξαιρούμενοι από την ασφάλιση του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Ηλεκτροτεχνιτών Ελλάδος. Η επιλογή γίνεται με αίτηση του ασφαλισμένου που υποβάλλεται εντός 3 μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος στον Οργανισμό Ασφάλισης Προσωπικού της Δημόσιας Επιχείρισης Ηλεκτρισμού και στο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ηλεκτροτεχνιτών Ελλάδος.

 

Ο Κλάδος Επικουρικής Ασφάλισης του Οργανισμού Ασφάλισης Προσωπικού της Δημόσιας Επιχείρισης Ηλεκτρισμού υποχρεούται να απονείμει τη σύνταξη στα παραπάνω αναφερόμενα πρόσωπα, υπολογίζοντας το ποσό της σύνταξης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του για ολόκληρο το χρόνο της διαδοχικής ασφάλισης, ανεξάρτητα από τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται με τις διατάξεις του άρθρου 14 του νόμου [Ν] 1902/1990 (ΦΕΚ 138/Α/1990). Η απόδοση των οφειλόμενων ποσών στον απονέμοντα φορέα γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 10 του νόμου [Ν] 1405/1983 (ΦΕΚ 180/Α/1983).

 

3. Χρόνος υπηρεσίας των ασφαλισμένων του Επικουρικού Ταμείου Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος, πέραν των 30 ετών και μέχρι 35, λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό του εφάπαξ βοηθήματος, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές για το χρόνο αυτόν. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου τροποποιούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 9 του νόμου [Ν] 2042/1992 (ΦΕΚ 75/Α/1992). Για την καταβολή του εφάπαξ βοηθήματος, το εξάμηνο δεν υπολογίζεται ως πλήρες έτος κατά τη συγκεφαλαίωση των ετών υπηρεσίας.

 

4. Οι μόνιμοι υπάλληλοι της πρώην Επιτροπής Δημοσίων Κήπων και Δενδροστοιχιών, οι οποίοι υπάγονταν στο καθεστώς του νόμου [Ν] 103/1975 για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος και αυτοδίκαια μετατάχθηκαν στο Δήμο Αθηναίων με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του νόμου 3274/2004, εξακολουθούν να υπάγονται, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις στο καθεστώς του νόμου [Ν] 103/1975, όπως αυτός ισχύει, και μετά τη μεταφορά τους στο Δήμο αυτόν, εφόσον επιλέξουν να διατηρήσουν το ασφαλιστικό καθεστώς που είχαν αντί αυτού στο οποίο αυτοδίκαια ασφαλίζονται.

 

Προς το σκοπό αυτόν, συστήνεται ειδικός λογαριασμός στο Δήμο Αθηναίων στον οποίο μεταφέρεται το υπόλοιπο του εξειδικευμένου αποθεματικού που είχε σχηματιστεί από τις κρατήσεις του νόμου [Ν] 103/1975 που έγιναν στις αποδοχές των υπαλλήλων οι οποίοι υπηρετούσαν πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου 3274/2004. Ο λογαριασμός αυτός αναλαμβάνει την υποχρέωση καταβολής, στους εν λόγω υπαλλήλους, του προβλεπόμενου κατά τις κείμενες διατάξεις εφάπαξ βοηθήματος ή επιστροφής των εισφορών τους με τη διαδικασία της περίπτωσης ε' της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του νόμου 3274/2004. Η ασφαλιστική τακτοποίηση του μεταταγέντος προσωπικού για το διάστημα από τη μετάταξη του μέχρι την ισχύ του παρόντος νόμου, γίνεται με την καταβολή των προβλεπόμενων αντίστοιχων εισφορών του νόμου [Ν] 103/1975 και του άρθρου 21 παράγραφος 1 του νόμου 3232/2004.

 

5. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του νόμου 3232/2004 εφαρμόζονται αναλόγως και στους ασφαλισμένους σε φορείς επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

 

6. Το προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 673/1979 περί επεκτάσεως των διατάξεων του νόμου [Ν] 103/1975 και επί των τακτικών υπαλλήλων του Ταμείου Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΑΔΚΥ) καταργείται.

 

Το ποσό που κατέβαλε κάθε υπάλληλος για το σχηματισμό του σχετικού κεφαλαίου, από την ημερομηνία υπαγωγής του στο καθεστώς του νόμου [Ν] 103/1975 μέχρι την κατάργηση του διατάγματος αυτού, επιστρέφεται, άτοκα, στους δικαιούχους.

 

Το ελλείπον ποσό για την επιστροφή των εισφορών αυτών καταβάλλεται από τα κεφάλαια του ταμείου κατά τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 103/1975.

 

7. α) Ο Χρόνος ασφάλισης προσώπων που έχει πραγματοποιηθεί ή θα πραγματοποιηθεί στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών ή άλλον φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης, ο οποίος, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία έπρεπε να πραγματοποιηθεί σε άλλο φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης, ισχύει ως Χρόνος ασφάλισης στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών ή στον φορέα επικουρικής ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε μέχρι την έναρξη της ασφάλισης τους στον φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης που έπρεπε να ασφαλισθούν.

 

β) Ο οικείος φορέας, κλάδος ή λογαριασμός επικουρικής ασφάλισης που πρέπει να υπαχθούν τα ανωτέρω πρόσωπα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, προσδιορίζεται με απόφαση των αρμόδιων οργάνων των ενδιαφερόμενων φορέων, με την οποία ορίζεται και η ημερομηνία έναρξης της ασφάλισης τους.

 

γ) Εάν αμφισβητηθεί η νομιμότητα υπαγωγής των ανωτέρω προσώπων σε φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης, σύμφωνα με τη διάταξη της προηγούμενης περίπτωσης β', από τα πρόσωπα αυτά, τον εργοδότη ή τον φορέα επικουρικής ασφάλισης που είχαν ασφαλισθεί, ο οικείος, κατά περίπτωση, φορέας, κλάδος ή λογαριασμός επικουρικής ασφάλισης προσδιορίζεται με αιτιολογημένη απόφαση των αρμόδιων οργάνων των ενδιαφερόμενων φορέων. Σε περίπτωση διαφωνίας τους, ο οικείος φορέας επικουρικής ασφάλισης προσδιορίζεται από ειδική τριμελή επιτροπή, που απαρτίζεται από έναν εκπρόσωπο των ενδιαφερόμενων φορέων και έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας συγκροτείται η επιτροπή αυτή και καθορίζεται η διαδικασία λειτουργίας της και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

 

δ) Οι διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων έχουν εφαρμογή και στις περιπτώσεις μη κανονικής ασφάλισης προσώπων που έχουν προκύψει πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί απόφαση ακύρωσης και μεταφοράς των αντίστοιχων ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τις διατάξεις της Απόφασης του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων 7/805/19-06-2001 (ΦΕΚ 832/Β/2001).

 

ε) Σε περιπτώσεις που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχει εκδοθεί από φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης απόφαση με την οποία διεκδικείται χρόνος μη κανονικής ασφάλισης σε άλλον φορέα επικουρικής ασφάλισης και δεν είναι δυνατή η επιστροφή του συνόλου ή μέρους του αντίστοιχου χρόνου ασφάλισης από τον φορέα αυτόν λόγω παραγραφής σύμφωνα με τη νομοθεσία του, ο χρόνος αυτός ισχύει ως Χρόνος ασφάλισης στον φορέα που έχει πραγματοποιηθεί και δεν αναζητείται.

 

στ) Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις προσώπων που έχουν συνταξιοδοτηθεί από τον φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης στον οποίο είχαν υπαχθεί, καθώς και στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης στους φορείς αυτούς.

 

ζ) Ασφαλισμένοι του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών οι οποίοι έχουν υπαχθεί μη κανονικά στην ασφάλιση του φορέα αυτού και μέχρι την ημερομηνία προσδιορισμού του οικείου φορέα ασφάλισης έχουν συμπληρώσει την ηλικία των 55 ετών, δύνανται να ζητήσουν, με αίτηση που πρέπει να υποβληθεί εντός 6 μηνών από την ανωτέρω ημερομηνία, να παραμείνουν στην ασφάλιση του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών. Η αίτηση υποβάλλεται στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών και στον φορέα, κλάδο ή λογαριασμό επικουρικής ασφάλισης που έπρεπε να υπαχθούν και σε ουδεμία περίπτωση ανακαλείται.

 

η) Η Απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων υπ' αριθμόν 7/805/19-06-2001 (ΦΕΚ 832/Β/2001) καταργείται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

 

θ) Οποιαδήποτε άλλη περίπτωση σχετική με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, η οποία δεν ρυθμίζεται πλήρως από αυτές, ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

8. Η περίπτωση β' της παραγράφου 18 του άρθρου 22 του νόμου 3232/2004 (ΦΕΚ 48/Α/2004) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{β. Λοιπό ιπτάμενο προσωπικό και διοικητικό, τεχνικό και λοιπό προσωπικό εδάφους των αεροπορικών επιχειρήσεων, καθώς και της Olympic Catering κατά 1,8%, εκτός αυτού που υπάγεται στον Κανονισμό Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών.}

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 8 καταργήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του νόμου 4075/2012 (ΦΕΚ 89/Α/2012).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.