Νόμος 3535/07 - Άρθρο 29

Άρθρο 29: Καταγγελία εκ Μέρους του Δημοσίου - Συνέπειες


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Γεγονότα Αθέτησης Παραχωρησιούχου

 

Τα ακόλουθα γεγονότα, εκτός αν θεραπευθούν προς όφελος του Δημοσίου μέσα σε δέκα τέσσερις (14) ημέρες από την επίδοση έγγραφης ειδοποίησης του Δημοσίου προς τον Παραχωρησιούχο ή αν η επέλευση τους οφείλεται σε Γεγονός Καθυστέρησης ή Γεγονός Ευθύνης του Δημοσίου, θεωρούνται ως Γεγονότα Αθέτησης Παραχωρησιούχου:

 

1.1. Η πτώχευση ή με οποιοδήποτε τρόπο λύση του Παραχωρησιούχου,

 

1.2. Η αδυναμία του Παραχωρησιούχου να χρηματοδοτήσει το Έργο σύμφωνα με την υποχρέωση του εκ του άρθρου 7.3.1. Ως αδυναμία χρηματοδότησης του Έργου νοείται:

 

i) η αδυναμία του Παραχωρησιούχου να εκπληρώσει οποιαδήποτε προϋπόθεση αναγκαία για την εκταμίευση οιασδήποτε Καθορισμένης Δανειακής Σύμβασης, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την ουσιώδη καθυστέρηση ή τη μη δυνατότητα εκταμίευσης του συνόλου ή μέρους του αντίστοιχου δανείου,

 

ii) με την επιφύλαξη του άρθρου 30.1 (ix), η καταγγελία οποιασδήποτε από τις Καθορισμένες Δανειακές Συμβάσεις,

 

1.3. Υπό την επιφύλαξη τυχόν παρατάσεων που θα χορηγηθούν λόγω Γεγονότος Καθυστέρησης σύμφωνα με το άρθρο 26.2 και της ρήτρας του άρθρου 18.2.2:

 

i) η μη έκδοση Πιστοποιητικού Οριστικής Μελέτης, σύμφωνα με το άρθρο 17.4.6, εντός της προθεσμίας του άρθρου 18.2.1 (i),

 

ii) (δεν χρησιμοποιείται),

 

iii) η μη περάτωση των Μονίμων και Προσωρινών Κατασκευών του άρθρου 18.2.1 (ii) (a) και (b) εντός της προθεσμίας του ίδιου Άρθρου, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο Ανεξάρτητος Μηχανικός εκτιμά ότι λόγω της καθυστέρησης αυτής δεν υπάρχουν προοπτικές έκδοσης της Βεβαίωσης Περάτωσης Εργασιών της Περιόδου Τ1 (ΒΠΕΠ), κατά ή προ της εκπνοής της συνολικής προθεσμίας Μελετών - Κατασκευών του άρθρου 18.1.2, συνυπολογιζομένης και της περιόδου του Άρθρου 18.1.4,

 

iv) η εκ μέρους του Ανεξάρτητου Μηχανικού οποτεδήποτε εκτίμηση ότι κατά πάσα συνετή πρόβλεψη δεν υπάρχουν προοπτικές έκδοσης της Βεβαίωσης Περάτωσης Εργασιών της Περιόδου Τ1 (ΒΠΕΤ1), κατά ή προ της εκπνοής της συνολικής προθεσμίας Μελετών - Κατασκευών του άρθρου 18.1.2, συνυπολογιζομένης και της περιόδου του άρθρου 18.1.4 και

 

v) υπό την επιφύλαξη του άρθρου 18.1.4, η μη έκδοση της Βεβαίωσης Περάτωσης Εργασιών της Περιόδου Τ1 (ΒΠΕΤ1), εντός της προθεσμίας του άρθρου 18.1.2, 29.1.4 (δεν χρησιμοποιείται),

 

1.5. Η τροποποίηση του καταστατικού του Παραχωρησιούχου κατά παράβαση του άρθρου 9.2.1,

 

1.6. Η μη αντικατάσταση των εγγυητικών ΡΒ1Τ1, και ΡΒ4Τ2, σύμφωνα με το άρθρο 10.7,

 

1.7. Η μη προσκόμιση ή η μη ανανέωση ή/και αναπροσαρμογή της Εγγυητικής Επιστολής Καλής Εκτέλεσης Λειτουργίας - Συντήρησης εντός των προθεσμιών των άρθρων 10.6.1 και 10.6.2 αντίστοιχα,

 

1.8. Η συνδρομή Παρατεταμένου Γεγονότος Ανωτέρας βίας, σύμφωνα με το άρθρο 22.5.2. Στην περίπτωση η καταγγελία εκ μέρους του Δημοσίου έχει τα αποτελέσματα της καταγγελίας του άρθρου 30.1 (iv),

 

1.9. Η συνδρομή Παρατεταμένου Γεγονότος Ανωτέρας Βίας, σύμφωνα με το άρθρο 22.5.3,

 

1.10. Η καθυστέρηση Πληρωμής προς το Δημόσιο σύμφωνα με το άρθρο 25.7.7,

 

1.11. Η υπαίτια εκ μέρους του Παραχωρησιούχου διακοπή:

 

i) της Μελέτης - Κατασκευής του Έργου για συνεχόμενο χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες, ή

ii) της Λειτουργίας του Έργου για συνεχόμενο χρονικό διάστημα δέκα (10) ημερών.

 

1.12. Η μη τήρηση των Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων που διέπουν την εκτέλεση του Έργου,

 

1.13. Η Λειτουργία του Έργου, κατά παράβαση των όρων της Σύμβασης, με αποτέλεσμα να τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια των Χρηστών, και

 

1.14. Κάθε άλλη παράβαση οποιασδήποτε διάταξης της παρούσας Σύμβασης από τον Παραχωρησιούχο, εφόσον η παράβαση αυτή επιδρά ουσιωδώς αρνητικά επί του Έργου και οι συνέπειες της δεν ρυθμίζονται άλλως στην παρούσα Σύμβαση,

 

2. Καταγγελία εκ μέρους του Δημοσίου

 

2.1. Σε περίπτωση συνδρομής οιουδήποτε Γεγονότος Αθέτησης Παραχωρησιούχου, το Δημόσιο, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 31, δικαιούται να καταγγείλει τη Σύμβαση Παραχώρησης με επίδοση προς τον Παραχωρησιούχο και τους Δανειστές εγγράφου (η Γνωστοποίηση Καταγγελίας) στο οποίο αναφέρεται το Γεγονός Αθέτησης Παραχωρησιούχου.

 

2.2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 31, τα αποτελέσματα της καταγγελίας επέρχονται από την επίδοση της Γνωστοποίησης Καταγγελίας.

 

2.3. Πλην των περιπτώσεων του άρθρου 29.1.1, η αμφισβήτηση της ισχύος της καταγγελίας εκ μέρους του Παραχωρησιούχου με προσφυγή στο Διαιτητικό Δικαστήριο, αναστέλλει τα αποτελέσματα της μέχρι την έκδοση της Διαιτητικής Απόφασης.

 

2.4. Η ημερομηνία κατά την οποία επέρχονται τα αποτελέσματα της καταγγελίας, αποτελεί την Ημερομηνία Καταγγελίας (η Ημερομηνία Καταγγελίας).

 

2.5. Μέχρι την Ημερομηνία Καταγγελίας, οι Συμβαλλόμενοι εξακολουθούν να έχουν υποχρέωση εκπλήρωσης των συμβατικών τους υποχρεώσεων, εκτός αν, σε περίπτωση που εκκρεμεί Διαφορά, άλλως αποφασίσει το Διαιτητικό Δικαστήριο.

 

2.6. Σε περίπτωση που το Δημόσιο προτίθεται να κάνει χρήση των δικαιωμάτων υποκατάστασης που απορρέουν από τα άρθρα 29.3.1 (e) και 29.3.2 (e), οφείλει να περιλάβει τη σχετική δήλωση στη Γνωστοποίηση Καταγγελίας και να προβεί άμεσα σε σχετική έγγραφη γνωστοποίηση στους αντισυμβαλλόμενους του Παραχωρησιούχου στις συμβάσεις στις οποίες προτίθεται να τον υποκαταστήσει.

 

3. Αποτελέσματα Καταγγελίας Δημοσίου

 

Από την Ημερομηνία Καταγγελίας:

 

3.1. Περίοδος Μελετών - Κατασκευών (Τ1) Με εξαίρεση την καταγγελία δυνάμει του άρθρου 29.1.8, σε περίπτωση που το Δημόσιο καταγγείλει τη Σύμβαση κατά την Περίοδο Μελετών - Κατασκευών:

 

a) Όλα τα δικαιώματα του Παραχωρησιούχου και οποιουδήποτε τρίτου έλκοντος δικαιώματα από αυτόν επί του Χώρου Εκτέλεσης του Έργου και των Θαλασσίων Περιοχών, παύουν αμέσως,

 

b) περιέρχονται στο Δημόσιο όλες οι μέχρι το χρονικό αυτό σημείο Κατασκευές της Περιόδου Τ1.

 

c) περιέρχονται στο Δημόσιο τα πάσης φύσεως ταμειακά υπόλοιπα του Παραχωρησιούχου, περιλαμβανομένων των πάσης φύσεως υπολοίπων σε τραπεζικούς λογαριασμούς αποθεματικών εξυπηρέτησης δανείων, Χρηματοδοτικής Συμβολής κ.λ.π., τα οποία δεν είναι δεσμευμένα από τους Δανειστές.

 

d) περιέρχονται στο Δημόσιο όλες οι τυχόν απαιτήσεις του Παραχωρησιούχου κατά των ασφαλιστών, πέραν αυτών που είναι δεσμευμένα από τους Δανειστές,

 

e) το Ελληνικό Δημόσιο, εφ' όσον έχει τηρήσει τις προϋποθέσεις του άρθρου 29.2.6, δικαιούται να υποκαταστήσει τον Παραχωρησιούχο:

 

i) στη Σύμβαση Μελέτης - Κατασκευής, στη Σύμβαση Ελεγκτή Μελέτης και στη Σύμβαση Ανεξάρτητου Μηχανικού. Στην περίπτωση αυτή, το Δημόσιο θα αναλαμβάνει μόνο τις υποχρεώσεις του Παραχωρησιούχου, δυνάμει των ανωτέρω συμβάσεων, που προκύπτουν μετά την υποκατάσταση του Παραχωρησιούχου.

 

ii) στα ασφαλιστήρια συμβόλαια που υφίστανται κατά την ημέρα υποκατάστασης, και μέχρι το χρόνο για τον οποίο έχουν καταβληθεί τα σχετικά ασφάλιστρα χωρίς να απαιτείται η έκδοση προσθέτων πράξεων, αλλά δεν αναλαμβάνει την πληρωμή καθυστερούμενων ασφαλίστρων, υποχρεουμένου του Παραχωρησιούχου να περιλάβει στα ασφαλιστήρια συμβόλαια σχετικό όρο.

 

f) To Δημόσιο υποχρεούται να καταβάλει στον Παραχωρησιούχο ή στους Δανειστές (εφ' όσον το τελευταίο προβλέπεται στις Καθορισμένες Δανειακές Συμβάσεις), την αξία των μέχρι τη στιγμή της επέλευσης των αποτελεσμάτων της καταγγελίας άρτια εκτελεσθεισών Κατασκευών της Περιόδου Τ1 μείον:

 

i) την καταβληθείσα ή σύμφωνα με το άρθρο 7.2.7 αναληφθείσα μέχρι, την Ημερομηνία Καταγγελίας Χρηματοδοτική Συμβολή του Δημοσίου, συνυπολογιζομένων και των Κρατήσεων Καλής Εκτέλεσης, και

 

ii) μείον τη Δεσμευτική Επένδυση, που έχει καταβληθεί στον Παραχωρησιούχο μέχρι την Ημερομηνία Καταγγελίας.

 

9) Ως άρτια εκτελεσθείσες Κατασκευές θεωρούνται όλες οι Κατασκευές της Περιόδου Τ1 οι οποίες πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρούσας Σύμβασης. Για τον υπολογισμό της αξίας των άρτια εκτελεσθεισών Κατασκευών της Περιόδου Τ1 θα λαμβάνονται υπόψη το άθροισμα των ποσών που προσδιορίζονται στις αμέσως επόμενες υποπαραγράφους (i) έως (iv):

 

i) η δαπάνη των Κατασκευών της Περιόδου Τ1 που έχουν άρτια εκτελεσθεί, σύμφωνα με την Σύμβαση Μελέτης - Κατασκευής, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το Τίμημα Μελετών - Κατασκευών του Έργου, που αντιστοιχεί στις Κατασκευές αυτές, συν

 

ii) τις λοιπές δαπάνες που έχουν καταβληθεί από τον Παραχωρησιούχο μέχρι την Ημερομηνία Καταγγελίας, για την εκτέλεση του Έργου (και δεν περιλαμβάνονται στην ανωτέρω υπό (i) δαπάνη των Κατασκευών της Περιόδου Τ1) περιλαμβανομένης και της αμοιβής των υπηρεσιών του Ανεξάρτητου Μηχανικού και του Ελεγκτή Μελέτης καθώς και τις δαπάνες ασφάλισης, συν

 

iii) τους τόκους και λοιπά έξοδα των Καθορισμένων Δανειακών Συμβάσεων (συνυπολογιζόμενης και της αρνητικής η θετικής αξίας που έχουν κατά την Ημερομηνία Καταγγελίας οι συμβάσεις αντιστάθμισης κινδύνου που είναι Καθορισμένες Δανειακές Συμβάσεις) που αντιστοιχούν στην πιο πάνω δαπάνη μέχρι την Ημερομηνία Καταγγελίας και τις σχετικές αμοιβές που καθορίζονται στις συμβάσεις αυτές μέχρι την ίδια ημερομηνία, συν

 

iv) τις δαπάνες των εγγυητικών επιστολών που έχει εκδώσει ο Παραχωρησιούχος προς το Δημόσιο σύμφωνα με το Άρθρο 10 της παρούσας.

 

h) Η Εγγυητική Επιστολή Καλής Εκτέλεσης Μελετών - Κατασκευών και οι Κρατήσεις Καλής Εκτέλεσης καταπίπτουν υπέρ του Δημοσίου, ως εύλογη αποζημίωση,

 

i) Ανεξάρτητα από οποιοδήποτε όρο του παρόντος άρθρου 29.3.1, σε περίπτωση που το ποσό που καταβάλλεται δυνάμει του άρθρου 29.3.1 (f) (η Απαίτηση των Δανειστών), είναι μικρότερο από τις Υποχρεώσεις προς τους Δανειστές κατά την Ημερομηνία Καταγγελίας το Δημόσιο υποχρεούται να καταβάλει την προκύπτουσα διαφορά μέχρι του ποσού του προϊόντος κατάπτωσης των εγγυήσεων της ανωτέρω παραγράφου (h), εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία οριστικοποίησης του ποσού της Απαίτησης των Δανειστών.

 

i) Η καταβολή της Απαίτησης των Δανειστών που προκύπτει κατά την ανωτέρω παράγραφο (f) θα γίνει σε ισόποσες συνεχόμενες εξαμηνιαίες δόσεις. Η πρώτη δόση θα είναι πληρωτέα μετά από έξι (6) μήνες από την Ημερομηνία Καταγγελίας και η τελευταία δόση θα είναι πληρωτέα την προγραμματισμένη ημερομηνία τελικής εξόφλησης βάσει των Καθορισμένων Δανειακών Συμβάσεων (κατά την αρχική τους λήξη και θεωρώντας ότι δεν υπάρχει επίσπευση αποπληρωμής τους) και θα περιλαμβάνει όλα τα υπολειπόμενα ποσά. Η Απαίτηση των Δανειστών θα καταβάλλεται εντόκως, με τόκο που θα υπολογίζεται με αναφορά σε διαδοχικές περιόδους εκτοκισμού, η πρώτη των οποίων θα αρχίζει την Ημερομηνία Καταγγελίας και θα τελειώνει την ημερομηνία της πληρωμής της πρώτης δόσης και κάθε επομένη περίοδος θα αρχίζει την τελευταία ημέρα της προηγούμενης και θα τελειώνει την ημέρα της πληρωμής της τότε ακόλουθης δόσης.

 

k) Το επιτόκιο που θα εφαρμόζεται για ολόκληρη ή για μέρος μιας συγκεκριμένης περιόδου εκτοκισμού είναι σταθερό και θα ισούται με την απόδοση του ομολόγου του Δημοσίου κατά την Ημερομηνία Καταγγελίας αντίστοιχης ή (αν δεν υφίσταται) όσο το δυνατόν πλησιέστερης μέσης διάρκειας με τη μέση διάρκεια αποπληρωμής του ως άνω ποσού. Την τελευταία ημέρα κάθε περιόδου εκτοκισμού το Δημόσιο θα υποχρεούται να καταβάλει τον τόκο που προέκυψε κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής με το επιτόκιο που ίσχυε για την εν λόγω περίοδο. Αν το τέλος μιας περιόδου εκτοκισμού δεν συμπίπτει με εργάσιμη ημέρα, η περίοδος αυτή θα παραταθεί έως την επόμενη εργάσιμη ημέρα, εκτός εάν η επόμενη αυτή ημέρα είναι σε άλλον ημερολογιακό μήνα, οπότε η περίοδος θα τελειώσει την αμέσως προηγούμενη εργάσιμη ημέρα.

 

Εναλλακτικά, εφόσον αυτό προβλέπεται στις Καθορισμένες Δανειακές συμβάσεις θα είναι δυνατό λαμβανομένων υπόψη των SWAP rates κατά την Ημερομηνία Καταγγελίας καθώς και του επιτοκίου που υπολογίστηκε στο προηγούμενο εδάφιο της ίδιας παραγράφου (κ), να υπολογισθεί περιθώριο επί του εξαμηνιαίου επιτοκίου Euribor, βάσει του οποίου περιθωρίου, πλέον του εξαμηνιαίου επιτοκίου Euribor, θα γίνεται ο υπολογισμός των τόκων. Σε περίπτωση που το υπολογιζόμενο περιθώριο είναι μικρότερο του μηδενός (αρνητικό περιθώριο) τότε ο ως άνω υπολογισμός των τόκων θα γίνεται βάσει του εξαμηνιαίου επιτοκίου Euribor, χωρίς να συνυπολογίζεται οποιοδήποτε περιθώριο. Την τελευταία ημέρα κάθε περιόδου εκτοκισμού το Δημόσιο θα υποχρεούται να καταβάλει τον τόκο που προέκυψε κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής με το επιτόκιο που ίσχυε για την εν λόγω περίοδο. Αν το τέλος μιας περιόδου εκτοκισμού δεν συμπίπτει με εργάσιμη ημέρα, η περίοδος αυτή θα παραταθεί έως την επόμενη εργάσιμη ημέρα, εκτός εάν η επομένη αυτή ημέρα είναι σε άλλον ημερολογιακό μήνα, οπότε η περίοδος θα τελειώσει στην αμέσως προηγούμενη εργάσιμη ημέρα.

 

l) Το Δημόσιο δύναται στο τέλος κάθε περιόδου εκτοκισμού, αφού ειδοποιήσει προς τούτο τον Παραχωρησιούχο και τους Δανειστές, τουλάχιστον είκοσι μία (21) ημέρες πριν, να προπληρώσει (χωρίς οποιαδήποτε επιβάρυνση ή ποινή) ολόκληρο ή οποιοδήποτε μέρος της Απαίτησης των Δανειστών που οφείλεται τη χρονική εκείνη στιγμή. Τα ποσά της Απαίτησης των Δανειστών που πρέπει να καταβληθούν από το Ελληνικό Δημόσιο βάσει της παρούσας Σύμβασης, θα είναι ελεύθερα από οποιονδήποτε περιορισμό ή προϋποθέσεις και χωρίς καμία μείωση ή παρακράτηση λόγω φόρου, συμψηφισμού ή άλλης προβλέψεως.

 

m) Συμφωνείται ότι σε περίπτωση που η καταγγελία εκ μέρους του Δημοσίου γίνεται δυνάμει του άρθρου 29.1.9, επέρχονται τα ανωτέρω αποτελέσματα, με τις εξής εξαιρέσεις:

 

i) Δεν εφαρμόζεται η ρήτρα της ανωτέρω παραγράφου (h), και

 

ii) Τα καταβλητέο ποσό δυνάμει της ανωτέρω παραγράφου (f) ισούται με την αξία των άρτια εκτελεσθεισών Κατασκευών της Περιόδου Τ1.

 

η) Επιστρέφεται στον Παραχωρησιούχο η Εγγυητική Επιστολής Δεσμευτικής Επένδυσης.

 

3.2. Περίοδος Λειτουργίας (Τ2)

 

Σε περίπτωση που το Δημόσιο καταγγείλει τη Σύμβαση κατά την Περίοδο Λειτουργίας:

 

a) Όλα τα δικαιώματα του Παραχωρησιούχου και οποιουδήποτε τρίτου έλκοντος δικαιώματα από αυτόν επί του Έργου Παραχώρησης, παύουν αμέσως,

 

b) To σύνολο του Έργου περιέρχεται στο Δημόσιο,

 

c) περιέρχονται στο Δημόσιο τα πάσης φύσεως ταμειακά υπόλοιπα του Παραχωρησιούχου, περιλαμβανομένων των πάσης φύσεως υπολοίπων σε λογαριασμούς αποθεματικών εξυπηρέτησης δανείων, πέραν αυτών που είναι δεσμευμένα από τους Δανειστές.

 

d) περιέρχονται στο Δημόσιο όλες οι τυχόν απαιτήσεις του Παραχωρησιούχου κατά των ασφαλιστών, πέραν αυτών που είναι δεσμευμένες από τους Δανειστές,

 

e) το Ελληνικό Δημόσιο, εφ' όσον έχει τηρήσει τις προϋποθέσεις του άρθρου 29.2.6, δικαιούται να υποκαταστήσει τον Παραχωρησιούχο:

 

i) στη Σύμβαση Λειτουργίας. Στην περίπτωση αυτή, το Δημόσιο θα αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του Παραχωρησιούχου, δυνάμει της συμβάσεως αυτής, που προκύπτουν μετά την υποκατάσταση του Παραχωρησιούχου.

 

ii) στα ασφαλιστήρια συμβόλαια που υφίστανται κατά την ημέρα υποκατάστασης, και μέχρι το χρόνο για τον οποίο έχουν καταβληθεί τα σχετικά ασφάλιστρα χωρίς να απαιτείται η έκδοση προσθέτων πράξεων, αλλά δεν αναλαμβάνει την πληρωμή των μέχρι την Ημερομηνία Καταγγελίας ληξιπροθέσμων ασφαλίστρων, υποχρεουμένου του Παραχωρησιούχου να περιλάβει στα ασφαλιστήρια συμβόλαια σχετικό όρο.

 

f) Καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου η Εγγυητική Επιστολή Καλής Εκτέλεσης Λειτουργίας και (εφ' όσον δεν έχουν ακόμα αποδοθεί) οι Κρατήσεις Καλής Εκτέλεσης ως εύλογη αποζημίωση,

 

g) στον Παραχωρησιούχο ή στους Δανειστές (εφ' όσον το τελευταίο προβλέπεται στις Καθορισμένες Δανειακές Συμβάσεις), ποσό που θα ισούται με το μικρότερο μεταξύ,

 

i) των Υποχρεώσεων προς τους Δανειστές κατά την Ημερομηνία Καταγγελίας, και

 

ii) του ποσού της Καθαρός Παρούσας Αξίας Σειράς Χρηματοροών (ΚΠΑ(ΧΡ)). Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η ΚΠΑ(ΧΡ) υπολογίζεται ως εξής:

 

ΚΠΑ(ΧΡ) = Α - Β

 

όπου:

 

Α = Η καθαρά παρούσα αξία (ΚΠΑ) των εσόδων του Παραχωρησιούχου, όπως αυτά λογίζονται ως το αλγεβρικό σύνολο των Αμέσων Εσόδων που ο Παραχωρησιούχος θα είχε εισπράξει και των τυχόν Πληρωμών προς το Δημόσιο που θα είχε καταβάλει, από την Ημερομηνία Καταγγελίας μέχρι την προβλεπόμενη στις Καθορισμένες Δανειακές Συμβάσεις ημερομηνία αποπληρωμής τους, με βάση τις πιο πρόσφατες Προβλέψεις, πλέον τυχόν καταβλητέων αποζημιώσεων λόγω Γεγονότος Ευθύνης του Δημοσίου που έχει συμβεί προ της Ημερομηνίας Καταγγελίας και

 

B = (C1 - C2) + Ε + F + G

 

όπου:

 

C1 = η συνολική δαπάνη που τυχόν απαιτείται κατά την Ημερομηνία Καταγγελίας για την αποκατάσταση του Έργου, ώστε να καταστεί δυνατή η λειτουργία και συντήρηση του Έργου από το Δημόσιο κατά τα πρότυπα και το επίπεδο εξυπηρέτησης που προβλέπονται από την παρούσα Σύμβαση,

 

C2 = οι ασφαλιστικές αποζημιώσεις τις οποίες θα εισπράξει το Δημόσιο ή είχε εισπράξει ο Παραχωρησιούχος πριν την Ημερομηνία Καταγγελίας λόγω επελεύσεως ασφαλισμένου κινδύνου που προξένησε ζημία η οποία για να αποκατασταθεί απαιτείται η καταβολή μέρους της δαπάνης C1,

 

Ε = η καθαρά παρούσα αξία των δαπανών για τη λειτουργία και συντήρηση του Έργου, από την Ημερομηνία Καταγγελίας έως την προβλεπόμενη στις Καθορισμένες Δανειακές Συμβάσεις ημερομηνία αποπληρωμής τους (στην οποία δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες που περιλαμβάνονται στο C1 ανωτέρω), με βάση τις πιο πρόσφατες Προβλέψεις,

 

F = ποσά που έχουν κατατεθεί ή τοποθετηθεί από ή στο όνομα του Παραχωρησιούχου σε αποθεματικό λογαριασμό εξυπηρέτησης οφειλών για εξασφάλιση υποχρεώσεων έναντι των Δανειστών βάσει των Καθορισμένων Δανειακών Συμβάσεων,

 

G = οποιοδήποτε ποσό, που δεν περιλαμβάνεται στο υπό (F) ανωτέρω, σε μετρητά ή ισοδύναμο μετρητών και άλλα ποσά που εξασφαλίζουν τις απαιτήσεις των Δανειστών και είναι στη διάθεση τους (είτε σε αποθεματικό λογαριασμό είτε αλλού) καθώς και όσες εισπράξεις από ασφάλειες έχουν καταβληθεί ή πρόκειται δεσμευτικά να καταβληθούν στον Παραχωρησιούχο και είναι διαθέσιμες στους Δανειστές και αποδεδειγμένα δεν έχουν δεσμευτεί για άλλη χρήση η για πληρωμές σε τρίτους.

 

ΚΠΑ σημαίνει την καθαρά παρούσα αξία κάθε μίας κατά περίπτωση σειράς χρηματοροών που υπολογίζεται για μια συγκεκριμένη ημερομηνία με τον ακόλουθο τρόπο:

 

n.3535.07.1

 

NPV(CF) = Καθαρή Παρούσα Αξία Σειράς Χρηματοροών (Net Present Value of Cash Flow)

rt = Προεξοφλητικό επιτόκιο που ισούται με το μέσο σταθμισμένο κόστος δανεισμού των Καθορισμένων Δανειακών Συμβάσεων, όπως υπολογίζεται για την περίοδο από την Ημερομηνία Καταγγελίας μέχρι την συμβατικά προβλεπόμενη τελική ημερομηνία αποπληρωμής των Καθορισμένων Δανειακών Συμβάσεων.

Ct = Οι σχετικές χρηματοροές νια κάθε έτος t μπορεί να αφορά το προαναφερθέντα στοιχεία Α και Ε)

t = 1 Αναφέρεται στο έτος που αρχίζει κατά την ημερομηνία καταγγελίας της παρούσας Σύμβασης

t = n Αναφέρεται στο έτος κατά το οποίο επέρχεται η προγραμματισμένη τελική ημερομηνία αποπληρωμής των δανείων που ισχύει σύμφωνα με τις Καθορισμένες Δανειακές Συμβάσεις.

 

h) Η καταβολή του ανωτέρω μικρότερου ποσού θα γίνεται σύμφωνα με τους όρους των παραγράφων (j), (κ) και (l) του άρθρου 29.3.1.

 

i) Συμφωνείται ότι σε περίπτωση που η καταγγελία εκ μέρους του Δημοσίου γίνεται δυνάμει του άρθρου 29.1.9, επέρχονται τα ανωτέρω αποτελέσματα, πλην της εφαρμογής της ρήτρας της ανωτέρω παραγράφου (f).

 

3.3. Περίοδος Τ3

 

Σε περίπτωση που το Δημόσιο καταγγείλει τη Σύμβαση κατά την Περίοδο Τ3, θα δικαιούται να ζητήσει την κατάπτωση της Εγγυητικής Επιστολής Λειτουργίας, εκτός αν η καταγγελία γίνεται δυνάμει του άρθρου 29.1.8.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.