Νόμος 4152/13 - Άρθρο g

Παράγραφος Γ: Ρυθμίσεις για την παροχή εκτιμητικών υπηρεσιών


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Υποπαράγραφος Γ.1: Ορισμοί

 

Για τους σκοπούς της παραγράφου Γ του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

 

Εκτίμηση: Κάθε εργασία ή / και έρευνα που έχει ως σκοπό την αποτίμηση της αξίας περιουσιακών στοιχείων, άυλων ή ενσώματων και εκτελείται με βάση τα ευρωπαϊκά ή διεθνώς αναγνωρισμένα εκτιμητικά πρότυπα.

 

Πιστοποιημένος εκτιμητής: Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο οποιασδήποτε μορφής, το οποίο διενεργεί εκτιμήσεις, όπως αυτές ορίζονται στο παρόν άρθρο, έχει λάβει την πιστοποίηση της υποπαραγράφου Γ.2. του παρόντος νόμου και έχει καταχωρηθεί στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών του Υπουργείου Οικονομικών, που προβλέπεται στο ίδιο άρθρο.

 

Αρμόδια Διοικητική Αρχή: Ορίζεται η Διεύθυνση Τομέων Παραγωγής της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών.

 

Υποπαράγραφος Γ.2: Εγγραφή στο μητρώο

 

1. Το επάγγελμα του πιστοποιημένου εκτιμητή ασκείται ελεύθερα μετά πάροδο τριμήνου από την αναγγελία έναρξής του στην Αρμόδια Διοικητική Αρχή και την εγγραφή του πιστοποιημένου εκτιμητή στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών. Το Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών τηρείται στην Αρμόδια Διοικητική Αρχή και δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών. Για την εγγραφή στο μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών πρέπει να τηρούνται οι διατάξεις περί απασχόλησης συνταξιούχου σύμφωνα με το άρθρο 16 του νόμου [Ν] 3863/2010 και να προσκομίζονται τα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ2.1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 38 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013).

 

2. Προκειμένου περί φυσικών προσώπων, η αναγγελία συνοδεύεται από τα κάτωθι απαραίτητα δικαιολογητικά:

 

α. Αίτηση πιστοποίησης, όπου αναφέρεται ο συγκεκριμένος ή οι συγκεκριμένοι κλάδοι στους οποίους επιθυμεί να πιστοποιηθεί ο ενδιαφερόμενος, συνοδευόμενη από βιογραφικό σημείωμα.

 

β. Πιστοποιητικό ποινικού μητρώου γενικής χρήσης, το οποίο ανανεώνεται κάθε δύο έτη με επιμέλεια της Αρμόδιας Διοικητικής Αρχής. Ο αιτών πρέπει να μην έχει καταδικαστεί αμετακλήτως για οποιοδήποτε κακούργημα ή για τα πλημμελήματα της κλοπής, υπεξαίρεσης, απάτης, υπεξαίρεσης στην υπηρεσία, πλαστογραφίας, απιστίας, ψευδορκίας, δόλιας χρεοκοπίας, καταδολίευσης δανειστών, τοκογλυφίας ή για κάποιο άλλο οικονομικής φύσεως έγκλημα.

 

γ. Φωτοαντίγραφο πτυχίου ανώτερης ή ανώτατης σχολής της ημεδαπής. Οι τίτλοι σπουδών που προέρχονται από ιδρύματα της αλλοδαπής πρέπει να είναι αναγνωρισμένοι από τον αρμόδιο Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης ως ισότιμοι και αντίστοιχοι ή ισότιμοι προς τους απονεμόμενους από τα ελληνικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

 

δ. Υπεύθυνη δήλωση, με την οποία ο ενδιαφερόμενος δηλώνει τα εκτιμητικά πρότυπα (ευρωπαϊκά ή διεθνή) που εφαρμόζει κατά τη διενέργεια εκτιμήσεων και τη δέσμευσή του για την πιστή τήρηση του κώδικα δεοντολογίας της υποπαραγράφου Γ.8.

 

ε. Βεβαίωση με υπογραφή και σφραγίδα πιστοποιημένου εκτιμητή ή δελτία παροχής υπηρεσιών με αιτιολογία την εκπόνηση εκτιμήσεων ή εκθέσεις εκτίμησης υπογεγραμμένες από τον ενδιαφερόμενο κατά τα τελευταία δύο έτη.

 

στ. Πιστοποιητικό, από το οποίο αποδεικνύεται ότι ο αιτών εκπληρώνει τουλάχιστον μία από τις κάτωθι προϋποθέσεις:

 

α)α) Έχει πιστοποιηθεί ως εκτιμητής από αρμόδιο φορέα διαπιστευμένο κατά ISO/IEC 17024, για το σχήμα του εκτιμητή, από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ), μέσω διαδικασίας εξετάσεων, προϋπόθεση για συμμετοχή στις οποίες αποτελεί η προσκόμιση πτυχίου ανώτερης ή ανώτατης σχολής της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. Οι τίτλοι σπουδών που προέρχονται από ιδρύματα της αλλοδαπής πρέπει να είναι αναγνωρισμένοι από τον αρμόδιο Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ) ως ισότιμοι και αντίστοιχοι ή ως ισότιμοι προς τους απονεμόμενους από τα ελληνικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

 

Εναλλακτικά, να έχει πιστοποιηθεί ως εκτιμητής από επαγγελματική εκτιμητική ένωση ή από εκτιμητικό οργανισμό που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος 38/2010 (ΦΕΚ 78/Α/2010).

 

β)β) Ασκεί νόμιμα το επάγγελμα του εκτιμητή σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε τρίτο κράτος σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαιότητας.

 

Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να προσκομίσει σχετικό πιστοποιητικό από τον αρμόδιο φορέα του κράτους - μέλους ή του τρίτου κράτους.

 

γ)γ) Έχει επιτυχώς ολοκληρώσει τη διαδικασία εξετάσεων, όπως αυτή ορίζεται στην υποπαράγραφο Γ.3.

 

ζ. Αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας, το οποίο πρέπει να ανανεώνεται κάθε έτος από τον ενδιαφερόμενο.

 

η. Αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, το οποίο πρέπει να ανανεώνεται κάθε έτος από τον ενδιαφερόμενο.

 

β. Το στοιχείο α)α' της υποπερίπτωσης στ' της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Γ.2 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του νόμου 4152/2013 (ΦΕΚ 107/Α/2013) αντικαθίσταται ως εξής:

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ2.2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 73 του νόμου 4170/2013 (ΦΕΚ 163/Α/2013), με την παράγραφο 5 του άρθρου 38 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013), με την παράγραφο Β2 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

3. Προκειμένου περί νομικών προσώπων, η αναγγελία συνοδεύεται από τα κάτωθι απαραίτητα δικαιολογητικά:

 

α. Αίτηση πιστοποίησης, στην οποία θα αναφέρεται ο συγκεκριμένος ή οι συγκεκριμένοι κλάδοι, στους οποίους επιθυμεί να πιστοποιηθεί.

 

β. Αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας, το οποίο πρέπει να ανανεώνεται κάθε έτος από το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο.

 

γ. Αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, το οποίο πρέπει να ανανεώνεται κάθε έτος από το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο.

 

δ. Επικυρωμένο αντίγραφο του ιδρυτικού του εγγράφου ή τυχόν τροποποιητικού αυτού, από το οποίο να προκύπτει ότι στο σκοπό του προβλέπεται η παροχή εκτιμητικών υπηρεσιών.

 

ε. Αποδεικτικά έγγραφα από τα οποία προκύπτει ότι στο νομικό πρόσωπο απασχολείται ένας ή περισσότεροι πιστοποιημένοι εκτιμητές, οι οποίοι είναι και οι μόνοι αρμόδιοι να διενεργούν εκτιμήσεις για λογαριασμό του νομικού προσώπου.

 

4. Η Αρμόδια Διοικητική Αρχή μπορεί εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αναγγελίας να απαγορεύσει την έναρξη του επαγγέλματος εφόσον δεν πληρούνται οι ανωτέρω νόμιμες προϋποθέσεις ή δεν προκύπτει η συνδρομή τους από τα υποβληθέντα στοιχεία. Στην περίπτωση αυτή, η Αρμόδια Διοικητική Αρχή ενημερώνει εγγράφως τον ενδιαφερόμενο ότι δεν είναι δυνατή η εγγραφή του στο Μητρώο, γνωστοποιώντας του και τους σχετικούς λόγους.

 

5. Εφόσον πληρούνται όλες οι ανωτέρω προϋποθέσεις, η Αρμόδια Διοικητική Αρχή εγγράφει τον ενδιαφερόμενο στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών, εντός τριών μηνών, στον κλάδο ή στους κλάδους στους οποίους έχει πιστοποιηθεί και εκδίδει σχετικό πιστοποιητικό.

 

Υποπαράγραφος Γ.3: Διενέργεια εξετάσεων

 

1. Το πιστοποιητικό του στοιχείου γ)γ) της υποπερίπτωσης στ' της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Γ.2. του παρόντος νόμου χορηγείται μετά από επιτυχία του ενδιαφερόμενου σε εξετάσεις, στο γνωστικό αντικείμενο του κλάδου ή των κλάδων, στους οποίους επιθυμεί να πιστοποιηθεί. Οι εξετάσεις διεξάγονται κυρίως με το σύστημα των πολλαπλών επιλογών. Ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει σχετική αίτηση στην Αρμόδια Διοικητική Αρχή, συνοδευόμενη από τα δικαιολογητικά των υποπεριπτώσεων α', β', δ' και ε' της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Γ2 του παρόντος νόμου.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ3.1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 38 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013).

 

2. Οι εξετάσεις διενεργούνται δύο φορές το χρόνο από Εξεταστική Επιτροπή, τα μέλη της οποίας είναι τα εξής:

 

α. Δύο μέλη του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού από συναφείς, ως προς το γνωστικό αντικείμενο του εκτιμητή, Ανώτερες ή Ανώτατες Σχολές, με τους αναπληρωτές τους, εκ των οποίων ο αρχαιότερος ορίζεται πρόεδρος. Τα εν λόγω μέλη δεν θα πρέπει να ασκούν το επάγγελμα του πιστοποιημένου εκτιμητή.

 

β. Δύο εκπρόσωποι διεθνώς αναγνωρισμένων εκτιμητικών οργανισμών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα με τους αναπληρωτές τους με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από πρόταση του Ελληνικού Ινστιτούτου Εκτιμητικής.

 

γ. Ένας Προϊστάμενος Τμήματος ή Διεύθυνσης, της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με τον αναπληρωτή του. Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται υπάλληλος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με τον αναπληρωτή του.

 

Η θητεία της Επιτροπής είναι τριετής. Η συγκρότηση της Επιτροπής γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Αρμόδιας Αρχής.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ3.2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 38 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013).

 

3. Η Εξεταστική Επιτροπή συνεδριάζει νόμιμα, όταν παρίστανται, ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη, περισσότερα από τα μισά των διορισμένων τακτικών μελών (απαρτία). Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται εγγράφως, κατά πλειοψηφία και με συνοπτική αιτιολογία. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, ύστερα από εισήγηση της Εξεταστικής Επιτροπής, ορίζονται μεταξύ άλλων, η εξεταστέα ύλη και τα θέματα των εξετάσεων, ο τρόπος βαθμολόγησης των υποψηφίων, η διαδικασία, ο τρόπος, τα κριτήρια, οι όροι, οι προϋποθέσεις εξέτασης των υποψηφίων εκτιμητών ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής και κάθε άλλο θέμα συναφές με τη λειτουργία της Επιτροπής και τη διενέργεια των εξετάσεων. Με όμοια απόφαση ορίζονται τα μαθήματα προς εξέταση, μετά από εισήγηση της Αρμόδιας Αρχής, μετά από γνώμη της Εξεταστικής Επιτροπής στα οποία περιέχονται αντικείμενα συναφή με τα κεφάλαια της υποπαραγράφου Γ.4.. Με όμοια απόφαση ορίζεται η εξεταστέα ύλη, το ύψος και η διαδικασία καταβολής του παραβόλου της συμμετοχής των υποψηφίων στις εξετάσεις, καθώς και η αμοιβή των μελών της Εξεταστικής Επιτροπής του παρόντος άρθρου.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ3.3 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 38 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013).

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ3 καταργήθηκε με την παράγραφο Β2 του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (ΦΕΚ 85/Α/2014).

 

Υποπαράγραφος Γ.4: Κλάδοι πιστοποιημένων εκτιμητών

 

Οι πιστοποιημένοι εκτιμητές δύνανται να δραστηριοποιούνται και να πιστοποιούνται σε έναν ή περισσότερους από τους εξής κλάδους:

 

α) Ακίνητα

β) μηχανολογικές εγκαταστάσεις και εξοπλισμός,

γ) επιχειρήσεις και άυλα αγαθά,

δ) κινητά κάθε είδους.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ4 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 38 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013).

 

Υποπαράγραφος Γ.5: Αντικείμενο εργασιών πιστοποιημένων εκτιμητών

 

Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας με τις οποίες καθορίζεται ειδική διαδικασία εκτιμήσεων συγκεκριμένων αγαθών, οι πιστοποιημένοι εκτιμητές διενεργούν εκτιμήσεις της αξίας αγαθών (ενσώματων ή άυλων), που αφορούν ενδεικτικά σε:

 

Ακίνητα και εμπράγματα δικαιώματα.
Βιομηχανικές εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό τους.
Μετοχές μη εισηγμένες στο Χρηματιστήριο και άλλους τίτλους κινητών αξιών ανωνύμων εταιρειών ή συμμετοχές σε άλλες εταιρείες ή συνεταιρισμούς.
Πάγια στοιχεία για την προσαρμογή στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα.
Έργα τέχνης.
Συλλογές, τιμαλφή, έπιπλα.
Άυλα αγαθά, περιλαμβανομένων δικαιωμάτων βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας, πνευματικών, συγγενικών δικαιωμάτων και γενικά κάθε άυλου στοιχείου που έχει οικονομική αξία.
Εκπόνηση μελετών οικονομικής σκοπιμότητας, εναλλακτικής χρησιμοποίησης ή βέλτιστης χρήσης περιουσιακών στοιχείων.
Εύλογο κόστος υλοποίησης επενδυτικών προγραμμάτων.
Ακίνητη περιουσία του ενεργητικού των Αμοιβαίων Κεφαλαίων.
Ακίνητη περιουσία των Ανώνυμων Εταιρειών Επενδύσεων.
Μελέτες οικονομικής σκοπιμότητας, εναλλακτικής ή βέλτιστης χρήσης περιουσιακών στοιχείων.
Κοστολόγηση τεχνικών έργων και λοιπών κατασκευών.
Ζημίες από τρομοκρατικές ενέργειες.

 

Υποπαράγραφος Γ.6: Αμοιβή

 

Η αμοιβή για τη διενέργεια εκτιμήσεων καθορίζεται ελεύθερα μετά από κοινή συμφωνία του πιστοποιημένου εκτιμητή και του ενδιαφερομένου.

 

Υποπαράγραφος Γ.7: Κανόνες εκτιμήσεων

 

Οι πιστοποιημένοι εκτιμητές οφείλουν να συντάσσουν τις εκτιμήσεις τους σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά ή διεθνή αναγνωρισμένα εκτιμητικά πρότυπα και με τον Κώδικα Δεοντολογίας, που προβλέπεται στην υποπαράγραφο Γ8 του παρόντος νόμου.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Γ7 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 38 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013).

 

Υποπαράγραφος Γ.8: Υποχρεώσεις πιστοποιημένων εκτιμητών

 

1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, θεσπίζεται Κώδικας Δεοντολογίας των πιστοποιημένων εκτιμητών.

 

2. Οι πιστοποιημένοι εκτιμητές οφείλουν να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του Κώδικα Δεοντολογίας.

 

3. Οι πιστοποιημένοι εκτιμητές υποχρεούνται ανά διετία να προσκομίζουν στην αρμόδια Διοικητική Αρχή σχετική βεβαίωση, επαγγελματική ταυτότητα ή άλλο πρόσφατο - πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο, από το οποίο να προκύπτει η διαρκής συμμόρφωσή τους με τις προϋποθέσεις των υποπεριπτώσεων α.α' και β.β' της υποπεριπτώσεως στ' της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Γ.2. του παρόντος νόμου. Μέσα σε προθεσμία που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες από τη λήξη της ισχύος των ανωτέρω στοιχείων.

 

4. Σε περίπτωση κατά την οποία διαπιστωθεί η μη πλήρωση των ανωτέρω προϋποθέσεων, ο Υπουργός Οικονομικών, μετά από σχετική πρόταση της Αρμόδιας Διοικητικής Αρχής, μπορεί να προβεί σε οριστική ή προσωρινή ανάκληση της πιστοποίησης, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης ή την καθ' υποτροπή συμπεριφορά του πιστοποιημένου εκτιμητή, σε περίπτωση μη πλήρωσης των προϋποθέσεων της περίπτωσης 3 της παρούσας υποπαραγράφου, αφού θέσει στον ενδιαφερόμενο εύλογη προθεσμία για την υποβολή των στοιχείων που προβλέπονται στην περίπτωση 3 και αυτή παρέλθει άπρακτη.

 

Υποπαράγραφος Γ.9: Πειθαρχικό συμβούλιο

 

1. Συνιστάται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, πενταμελές Πειθαρχικό Συμβούλιο πιστοποιημένων εκτιμητών, το οποίο αποτελείται από:

 

α) Έναν Πάρεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας με τον αναπληρωτή του.

 

β) Έναν Πάρεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου με τον αναπληρωτή του.

 

γ) Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Τομέων Παραγωγής της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με τον αναπληρωτή του.

 

δ) Δύο πιστοποιημένους εκτιμητές με ελάχιστη εκτιμητική εμπειρία 10 ετών, με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι επιλέγονται μετά από κλήρωση.

 

Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζεται ο αρχαιότερος εκ των δύο Παρέδρων και γραμματέας υπάλληλος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με τον αναπληρωτή του. Η θητεία του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι τριετής με δυνατότητα ανανέωσης.

 

2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο επιλαμβάνεται, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν έγγραφης καταγγελίας, παραβάσεων της νομοθεσίας και του εκάστοτε ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει τις εργασίες των πιστοποιημένων εκτιμητών, περιπτώσεων πλημμελούς ασκήσεως των καθηκόντων του πιστοποιημένου εκτιμητή, ανάρμοστης ή αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς κατά την άσκηση των καθηκόντων του, καθώς και παραβάσεων του ισχύοντος κώδικα δεοντολογίας και των ευρωπαϊκών ή διεθνών αναγνωρισμένων εκτιμητικών προτύπων ή προδήλως εσφαλμένων εκτιμήσεων.

 

Υποπαράγραφος Γ.10: Εξουσίες πειθαρχικού συμβουλίου

 

1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφαίνεται αιτιολογημένα, μετά από κλήση σε ακρόαση του πιστοποιημένου εκτιμητή, εκτιμώντας δε τα πραγματικά περιστατικά, δύναται να επιβάλει, ανάλογα με τη βαρύτητα του παραπτώματος, τις ακόλουθες ποινές:

 

α) Έγγραφη επίπληξη.

 

β) Χρηματικό πρόστιμο έως 1.000.000 €, ανάλογο της βαρύτητας του παραπτώματος και του ύψους της προκληθείσης ζημίας. Σε περίπτωση υποτροπής, το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται να επιβάλλει πρόστιμο ύψους έως 2.000.000 €.

 

Ειδικώς, στην περίπτωση επιβολής προστίμου σε νομικό πρόσωπο, το επιβαλλόμενο πρόστιμο δύναται να ανέλθει έως ποσού ίσου με το δεκαπλάσιο της αμοιβής που τιμολογήθηκε στον πελάτη.

 

γ) Προσωρινή στέρηση πιστοποίησης για χρονικό διάστημα μέχρι ένα έτος.

 

δ) Οριστική διαγραφή του πιστοποιημένου εκτιμητή από το Μητρώο.

 

Για την επιμέτρηση του επιβαλλόμενου προστίμου σε κάθε μία από τις υποπεριπτώσεις α' έως και δ' της περίπτωσης αυτής λαμβάνονται υπόψη, ενδεικτικώς, η σοβαρότητα της παράβασης, ο κίνδυνος για την αξιοπιστία και την ορθή λειτουργία του θεσμού των πιστοποιημένων εκτιμητών, ο τυχόν προσπορισμός οφέλους και η τυχόν συνδρομή στο πρόσωπο του παραβάτη της ιδιότητας του κυρίου εταίρου στην περίπτωση άσκησης του επαγγέλματος από νομικό πρόσωπο.

 

Σε περίπτωση διαπίστωσης της τέλεσης παράβασης από πιστοποιημένο εκτιμητή, που διενεργεί πιστοποιήσεις στο όνομα και για λογαριασμό νομικού προσώπου, η ευθύνη του πιστοποιημένου εκτιμητή δεν αίρει την τυχόν σωρευτική πειθαρχική ευθύνη του νομικού προσώπου.

 

Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται για λόγους προστασίας του δημοσίου συμφέροντος να δημοσιοποιεί με κάθε πρόσφορο κατά την κρίση του μέσο τις αποφάσεις αυτού που αφορούν την επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων.

 

2. Κατά των αποφάσεων του Πειθαρχικού Συμβουλίου χωρεί προσφυγή στα αρμόδια Διοικητικά Δικαστήρια, μέσα σε προθεσμία 60 ημερών από την κοινοποίησή τους.

 

3. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται κατ' εφαρμογή της περίπτωσης 3 της παρούσας υποπαραγράφου αποτελούν έσοδα του Δημοσίου και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (νομοθετικό διάταγμα [Ν] 356/1974), από την εκάστοτε αρμόδια φορολογική αρχή, η οποία οφείλει να ενημερώσει άμεσα την Αρμόδια Διοικητική Αρχή για την είσπραξη ή μη του προστίμου.

 

4. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο στο πλαίσιο της διερεύνησης υποθέσεως για τη διαπίστωση της τυχόν τέλεσης παραβάσεων της νομοθεσίας και του ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει τις εργασίες των πιστοποιημένων εκτιμητών δύναται να λαμβάνει κατά την κρίση του ένορκες ή ανωμοτί μαρτυρικές καταθέσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και να ζητά επεξηγήσεις για τα γεγονότα ή έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό της πιστοποίησης και να καταγράφει τις σχετικές απαντήσεις.

 

5. Η λήψη μαρτυρικών καταθέσεων, σύμφωνα με την περίπτωσης 4 της παρούσας υποπαραγράφου, πραγματοποιείται στην έδρα της Αρμόδιας Διοικητικής Αρχής. Το ελεγχόμενο πρόσωπο που πρόκειται να καταθέσει κλητεύεται εγγράφως σε ορισμένη ημέρα και ώρα. Η κλήση υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Η κλήση περιέχει συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης, για την οποία πρόκειται να εξεταστεί ο μάρτυρας και μνημονεύει την αρχή στην οποία αυτό καλείται. Η κλήση επιδίδεται στο εξεταζόμενο πρόσωπο με δικαστικό επιμελητή, εφαρμοζομένων αναλόγως των άρθρων 47 έως 57 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, 1 τουλάχιστον εργάσιμη ημέρα πριν από την ημέρα για την οποία καλείται προς εξέταση. Η προθεσμία κλήσης μπορεί να παρατείνεται σε 5 εργάσιμες ημέρες, εφόσον το εξεταζόμενο πρόσωπο έχει την κατοικία ή έδρα του εκτός του νομού Αττικής. Η προθεσμία κλήσης παρατείνεται σε 10 εργάσιμες ημέρες, εφόσον το εξεταζόμενο πρόσωπο έχει την κατοικία ή έδρα του εκτός της ελληνικής επικράτειας.

 

6. Ο μάρτυρας, πριν καταθέσει, καλείται να δηλώσει το όνομα και το επώνυμό του, τον τόπο της γέννησης και της κατοικίας του, καθώς και την ηλικία του.

 

7. Για τη μαρτυρική κατάθεση συντάσσεται από τον γραμματέα του Πειθαρχικού Συμβουλίου, έκθεση μαρτυρικής κατάθεσης. Η έκθεση πρέπει να αναφέρει τον τόπο και την ημερομηνία της κατάθεσης, την ώρα κατά την οποία άρχισε και τελείωσε η κατάθεση και το ονοματεπώνυμο του μέλους του Πειθαρχικού Συμβουλίου που έλαβε την κατάθεση, του γραμματέα και του μάρτυρα, καθώς και ακριβή καταγραφή όσων κατατέθηκαν από τον μάρτυρα. Η έκθεση διαβάζεται από όλα τα παρευρισκόμενα κατά την εξέταση πρόσωπα και υπογράφεται από αυτά. Αν κάποιο από τα πρόσωπα αυτά αρνείται να υπογράψει, αυτό αναφέρεται στην έκθεση. Η έκθεση αποτελεί πλήρη απόδειξη για όσα έχει καταθέσει ο μάρτυρας. Η έκθεση είναι άκυρη, εάν λείπουν η χρονολογία (εκτός αν προκύπτει με βεβαιότητα από το όλο περιεχόμενο της έκθεσης ή από άλλα έγγραφα που επαναλαμβάνονται σε αυτήν), η αναγραφή των ονομάτων και των επωνύμων ή η υπογραφή των προσώπων που παρευρέθηκαν στην κατάθεση. Η έκθεση συντάσσεται σε δύο αντίγραφα, από τα οποία ένα αντίγραφο δίδεται στον μάρτυρα και το άλλο τίθεται στο φάκελο της υπόθεσης.

 

Ψευδείς ή ανακριβείς μαρτυρικές καταθέσεις τιμωρούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 225 του Ποινικού Κώδικα.

 

Υποπαράγραφος Γ.11: Καταργούμενες διατάξεις

 

1. Το άρθρο 15 του νόμου [Ν] 820/1978 (ΦΕΚ 174/Α/1978), το προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 279/1979 (ΦΕΚ 81/Α/1979), καθώς και το άρθρο 2 του νόμου 2515/1997 (ΦΕΚ 154/Α/1997) όπως ισχύουν, καταργούνται.

 

2. Όπου στην κείμενη νομοθεσία, αναφέρεται το Ειδικό Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών, νοείται εφεξής το σύνολο των πιστοποιημένων εκτιμητών του παρόντος νόμου.

 

3. Καταργείται οποιαδήποτε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, απόφαση ή πράξη που είναι αντίθετη ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

 

4. Εκκρεμείς υποθέσεις εκτιμήσεων, που έχει αναλάβει το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών διεκπεραιώνονται μέσα σε χρονικό διάστημα 3 μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών παύει να αναλαμβάνει νέες υποθέσεις εκτιμήσεων.

 

Υποπαράγραφος Γ.12: Τελικές - Μεταβατικές διατάξεις

 

1. Ειδικότερα ζητήματα σχετικά με την κατάργηση του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, όπως οι εκκρεμείς δίκες, η διαφύλαξη και διαχείριση των αρχείων, κάθε θέμα κατάστασης προσωπικού και κάθε άλλο σχετικό θέμα, ρυθμίζονται, κατά περίπτωση, με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εποπτεύουν το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών. Οι εν λόγω αποφάσεις θα εκδοθούν εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία θα εκδοθεί εντός έξι μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, ρυθμίζονται ζητήματα κινητής και ακίνητης περιουσίας, τρόπου διάθεσης των ταμειακών υπολοίπων και κάθε άλλης σχετικής λεπτομέρειας.

 

2.α. Απαιτήσεις, υποχρεώσεις και πάσης φύσεως εκκρεμότητες, που υφίστανται κατά την κατάργηση του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, μεταφέρονται στα Υπουργεία Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εποπτεύουν το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών, τα οποία συνεχίζουν και τις εκκρεμείς δίκες.

 

β. Η κυριότητα και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί του συνόλου της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, περιέρχονται αυτοδικαίως, χωρίς την τήρηση οποιουδήποτε τύπου, πράξης ή συμβολαίου και χωρίς αντάλλαγμα, στο Ελληνικό Δημόσιο, με την επιφύλαξη των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για δωρεές, κληρονομιές και κληροδοσίες και η αποκλειστική χρήση και διαχείρισή τους ανήκει στα Υπουργεία Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εποπτεύουν το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών. Μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ο Υπουργός Οικονομικών προβαίνει στη διενέργεια απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων, που κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου περιέρχονται στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου. Απόσπασμα της έκθεσης απογραφής, που περιγράφει τα ακίνητα που αποκτώνται κατά κυριότητα από το Ελληνικό Δημόσιο, καθώς και τα λοιπά εμπράγματα δικαιώματα επί των ακινήτων, καταχωρίζεται ατελώς στα οικεία βιβλία του αρμοδίου, κατά περίπτωση, Υποθηκοφυλακείου ή Κτηματολογικού Γραφείου.

 

γ. Ταμειακά υπόλοιπα και υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, μεταφέρονται μέσα σε 3 μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος, με εντολή του Υπουργού Οικονομικών, σε λογαριασμό του Δημοσίου, αποτελούν έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού και εγγράφονται ως αντίστοιχες πιστώσεις στον προϋπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.