Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
A.1. Το άρθρο 2 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 2: Σκοπός, έδρα, διάρκεια
1. Σκοπός του Ταμείου είναι η συνεισφορά στη διατήρηση της σταθερότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, προς χάριν του δημοσίου συμφέροντος, και το Ταμείο ενεργεί σε συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας που απορρέουν από το νόμο 4046/2012 (ΦΕΚ 28/Α/2012), όπως αυτές επικαιροποιούνται δυνάμει της παραγράφου 3.δ του άρθρου 1 του ίδιου νόμου.
2. Στο πλαίσιο του σκοπού του το Ταμείο:
α) Παρέχει κεφαλαιακή ενίσχυση στα πιστωτικά ιδρύματα και στα μεταβατικά πιστωτικά ιδρύματα που συστήνονται σύμφωνα με το άρθρο 63Ε του νόμου [Ν] 3601/2007, με όρους που υπηρετούν τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου.
β) Παρακολουθεί και αξιολογεί, για τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο, το βαθμό συμμόρφωσης με τα σχέδια αναδιάρθρωσής τους, διασφαλίζοντας παράλληλα την επιχειρησιακή τους αυτονομία. Το Ταμείο διασφαλίζει τη με όρους αγοράς λειτουργία τους, με τρόπο ώστε να προάγεται η κατά διαφανή τρόπο συμμετοχή ιδιωτών στο κεφάλαιό τους και να τηρούνται οι περί κρατικών ενισχύσεων κανόνες.
γ) Ασκεί τα δικαιώματα του μετόχου που απορρέουν από τη συμμετοχή του στα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση, όπως τα δικαιώματα αυτά ορίζονται στον παρόντα νόμο και σε συμφωνίες - πλαίσιο που συνάπτει με τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 6 για τη ρύθμιση των σχέσεών του με αυτά, σε συμμόρφωση με κανόνες που υπηρετούν τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου και με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων και ανταγωνισμού.
δ) Διαθέτει μέρος ή το σύνολο των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν εκδοθεί από τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία συμμετέχει, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 8.
ε) Ασκεί τα δικαιώματά του στα μεταβατικά πιστωτικά ιδρύματα που συστήνονται σύμφωνα με το άρθρο 63Ε του νόμου [Ν] 3601/2007, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του νόμου [Ν] 3601/2007.
Ως πιστωτικά ιδρύματα, στο πλαίσιο του παρόντος νόμου, νοούνται τα πιστωτικά ιδρύματα, κατά την έννοια του νόμου [Ν] 3601/2007, που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα κατόπιν άδειας της Τράπεζας της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων αυτών που λειτουργούν στην αλλοδαπή καθώς και των θυγατρικών αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα.
3. Το Ταμείο ενεργεί βάσει ολοκληρωμένης στρατηγικής, η οποία αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών, της Τράπεζας της Ελλάδος και του Ταμείου, όπως αυτή κάθε φορά επικαιροποιείται.
4. Στο σκοπό του Ταμείου δεν εντάσσεται η προσωρινή ενίσχυση της ρευστότητας, που παρέχεται με βάση το νόμο 3723/2008 ή στο πλαίσιο λειτουργίας του ευρωσυστήματος και της Τράπεζας της Ελλάδος.
5. Στο σκοπό του Ταμείου δεν εντάσσονται η παρακολούθηση και ο έλεγχος των πράξεων και αποφάσεων των οργάνων της ειδικής εκκαθάρισης πιστωτικών ιδρυμάτων. Τα μέλη των συλλογικών οργάνων του Ταμείου δεν έχουν καμία εξουσία ή αρμοδιότητα ως προς πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που έχουν την ευθύνη διεξαγωγής της ειδικής εκκαθάρισης πιστωτικών ιδρυμάτων.
6. Το Ταμείο εδρεύει στην Αθήνα και η διάρκειά του ορίζεται μέχρι και την 30-06-2017.
Σε περίπτωση που κατά την αρχική ημερομηνία λήξης της διάρκειας του Ταμείου υφίστανται εν ισχύ τίτλοι παραστατικοί δικαιωμάτων κτήσης μετοχών, η διάρκεια του Ταμείου παρατείνεται αυτόματα για 1 ακόμα έτος. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, δύναται να παρατείνεται η διάρκεια του Ταμείου έως το μέγιστο 2 έτη, εφόσον είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των σκοπών του.}
A.2. Το άρθρο 6 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 6: Διαδικασίες ενεργοποίησης του Ταμείου
1. Πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο έχει αξιολογηθεί και κριθεί βιώσιμο από την Τράπεζα της Ελλάδος, υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, μπορεί να υποβάλει αίτημα στο Ταμείο για κεφαλαιακή ενίσχυση και μέχρι το ύψος του ποσού που προσδιορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με την παρακάτω διαδικασία:
α) Η Τράπεζα της Ελλάδος προσδιορίζει το κεφαλαιακό έλλειμμα του πιστωτικού ιδρύματος και ζητά από το τελευταίο να υποβάλει σχέδιο αναδιάρθρωσης το οποίο περιλαμβάνει όλα τα μέτρα που το πιστωτικό ίδρυμα αναλαμβάνει να εφαρμόσει, ώστε να καλύψει το εν λόγω κεφαλαιακό έλλειμμα. Ως προς πιστωτικά ιδρύματα που έχουν ήδη λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση, υποβάλλεται τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης.
β) Στο σχέδιο αναδιάρθρωσης ή το τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης, απαριθμούνται τα είδη των μέτρων άντλησης κεφαλαίου ή περιορισμού των κεφαλαιακών αναγκών που πρόκειται να αναληφθούν από το πιστωτικό ίδρυμα, ο χρόνος λήψης και η διάρκεια του κάθε μέτρου καθώς και η αναμενόμενη επίδραση αυτού στο κεφαλαιακό έλλειμμα του πιστωτικού ιδρύματος, με στόχο την ελαχιστοποίηση της ανάγκης για παροχή κρατικής ενίσχυσης από το Ταμείο. Τα ως άνω μέτρα μπορούν να συνίστανται, μεταξύ άλλων, στα εξής:
α. μη διανομή κερδών,
β. αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος,
γ. πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού και χαρτοφυλακίων ή κλάδων δραστηριότητας για την άντληση κεφαλαίων,
δ. πράξεις μεταβίβασης κινδύνου ή τιτλοποίησης χαρτοφυλακίων,
ε. πράξεις διαχείρισης παθητικού, συμπεριλαμβανομένων εθελοντικών μετατροπών τίτλων υβριδικού κεφαλαίου και τίτλων μειωμένης εξασφάλισης σε τίτλους που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια κατηγορίας 1 του πιστωτικού ιδρύματος, οι οποίες θα πρέπει να συμβάλλουν στη δημιουργία κεφαλαίων κατά 100 %, αν οι κεφαλαιακές ανάγκες δεν μπορούν να καλυφθούν πλήρως,
στ. καταγραφή των τίτλων ή υποχρεώσεων επί των οποίων δύναται να επιβληθούν τα υποχρεωτικά μέτρα του άρθρου 6Α, καθώς και τις διαδικασίες που θα πρέπει να εφαρμοστούν ώστε το πιστωτικό ίδρυμα να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 6Α.
Το σχέδιο αναδιάρθρωσης, αρχικό ή τροποποιημένο, πρέπει ακόμα να περιγράφει, υπό το πρίσμα συντηρητικών εκτιμήσεων, με ποιο τρόπο το πιστωτικό ίδρυμα θα παραμείνει βιώσιμο για τα επόμενα 3 έως 5 έτη.
γ) Σε συνέχεια της αξιολόγησης της βιωσιμότητας, η οποία επίσης λαμβάνει υπόψη το ανωτέρω σχέδιο αναδιάρθρωσης (ή τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης), η Τράπεζα της Ελλάδος παρέχει σύσταση στο πιστωτικό ίδρυμα που έχει κριθεί βιώσιμο να υποβάλει στο Ταμείο αίτημα για κεφαλαιακή ενίσχυση.
2. Κατά την υποβολή του αιτήματος από το πιστωτικό ίδρυμα για την παροχή της απαραίτητης για τη βιωσιμότητά του κεφαλαιακής ενίσχυσης από το Ταμείο, το πιστωτικό ίδρυμα υποβάλει ταυτόχρονα το σχέδιο αναδιάρθρωσης (ή το τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης, κατά περίπτωση), την επιστολή της Τράπεζας της Ελλάδος με την οποία προσδιορίζεται το κεφαλαιακό έλλειμμα που αναφέρεται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του παρόντος και επιστολή της Τράπεζας της Ελλάδος στην οποία αναφέρεται ότι το πιστωτικό ίδρυμα θα είναι βιώσιμο, εφόσον καλύψει το κεφαλαιακό του έλλειμμα.
3. Το Ταμείο μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με την Τράπεζα της Ελλάδος, να ζητήσει από το πιστωτικό ίδρυμα να γίνουν αλλαγές ή προσθήκες στο εν λόγω σχέδιο αναδιάρθρωσης. Κατόπιν της έγκρισης του σχεδίου από το Ταμείο, αυτό διαβιβάζεται στο Υπουργείο Οικονομικών και υποβάλλεται από το Υπουργείο Οικονομικών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς έγκριση.
4. Κατόπιν της έγκρισης του σχεδίου αναδιάρθρωσης ή του τροποποιηθέντος σχεδίου αναδιάρθρωσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ταμείο παρέχει την κατά το άρθρο 7 κεφαλαιακή ενίσχυση, μόνο εφόσον η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6Α έχει δημοσιευθεί, τηρουμένων σε κάθε περίπτωση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων και των ακολουθούμενων πρακτικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
5. Το Ταμείο παρακολουθεί και αξιολογεί την προσήκουσα εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε τυχόν τροποποιημένου σχεδίου αναδιάρθρωσης, και οφείλει περαιτέρω να παράσχει στο Υπουργείο Οικονομικών κάθε αναγκαία πληροφορία, προκειμένου να διασφαλίζεται η ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Για την πραγματοποίηση του σκοπού του Ταμείου, το Ταμείο καθορίζει το περίγραμμα της συμφωνίας πλαίσιο με το πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο αποδέχεται και υπογράφει τη συμφωνία - πλαίσιο.
6. Το Ταμείο, μετά από απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, χορηγεί σε πιστωτικό ίδρυμα το οποίο έχει αξιολογηθεί και κριθεί βιώσιμο από την Τράπεζα της Ελλάδος και το οποίο έχει υποβάλει αίτημα κεφαλαιακής ενίσχυσης, βεβαίωση με την οποία δεσμεύεται ότι θα συμμετάσχει στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, μέχρι του ποσού που προσδιορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το Ταμείο χορηγεί τη βεβαίωση, χωρίς την τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 6A, εφόσον: α) έχει εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος το ως άνω αίτημα του πιστωτικού ιδρύματος, και μαζί με το σχέδιο αναδιάρθρωσης έχει γνωστοποιηθεί και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και β) η Τράπεζα της Ελλάδος κρίνει τη χορήγηση της βεβαίωσης αναγκαία αφενός προκειμένου το πιστωτικό ίδρυμα να συνεχίσει απρόσκοπτα τη λειτουργία του (going concern) και να πληροί τις απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας σύμφωνα με τις αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και αφετέρου για τη διατήρηση της σταθερότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Η κεφαλαιακή ενίσχυση δίδεται από το Ταμείο, μόνο κατόπιν της έγκρισης της ενίσχυσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και της δημοσίευσης της Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6A.
Η ανωτέρω δέσμευση του Ταμείου δεν ισχύει σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο ανακληθεί η άδεια του πιστωτικού ιδρύματος κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8 του νόμου [Ν] 3601/2007, ή έχουν ληφθεί τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 63Β του νόμου [Ν] 3601/2007, ή έχει αρχίσει διαδικασία ή λήψη μέτρων για την ανάκληση της άδειάς του πριν από την έναρξη της διαδικασίας της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου.
7. Εάν το Ταμείο χορηγήσει τη βεβαίωση που προβλέπεται στην παράγραφο 6, το Ταμείο μέχρι την ολοκλήρωση της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος: (α) ορίζει έως δύο εκπροσώπους του στο Διοικητικό Συμβούλιο του πιστωτικού ιδρύματος, που έχουν όλες τις εξουσίες που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 και εισηγούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Ταμείου και επιβλέπουν τη λήψη τους και β) μπορεί να ζητά από το πιστωτικό ίδρυμα κάθε στοιχείο και πληροφορία που θεωρεί απαραίτητα για την εκπλήρωση του σκοπού του, να διενεργεί ειδικούς ελέγχους (due diligence) και γενικά να ασκεί τα δικαιώματά του, κατ' εφαρμογή του άρθρου 11.
Τα ίδια δικαιώματα έχει το Ταμείο εάν προκαταβάλει την εισφορά που προβλέπεται στην παράγραφο 8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Ταμείου, μπορεί να καθορίζονται περαιτέρω θέματα εταιρικής διακυβέρνησης για το χρονικό διάστημα που ακολουθεί την έκδοση της δεσμευτικής βεβαίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του παρόντος ή την προκαταβολή της εισφοράς του Ταμείου σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 8, έως την πιστοποίηση καταβολής του Μετοχικού Κεφαλαίου.
8. Το Ταμείο εν όψει της συμμετοχής του, κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, σε κεφαλαιακή ενίσχυση πιστωτικού ιδρύματος,το οποίο έχει αξιολογηθεί και κριθεί βιώσιμο από την Τράπεζα της Ελλάδος, προκαταβάλλει την εισφορά του ή μέρος της εισφοράς αυτής και μέχρι του ποσού που προσδιορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου και του άρθρου 6Α, ύστερα από απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, εφόσον:
α. έχει υποβληθεί από το πιστωτικό ίδρυμα αίτημα κεφαλαιακής ενίσχυσης, το οποίο συνοδεύεται από σχέδιο αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου,
β. το αίτημα αυτό έχει εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος και έχει γνωστοποιηθεί και εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο 3,
γ. η Τράπεζα της Ελλάδος κρίνει ότι η προκαταβολή της εισφοράς είναι αναγκαία, προκείμενου να προστατεύεται η σταθερότητα του πιστωτικού συστήματος και να διασφαλίζεται η συνεισφορά του πιστωτικού συστήματος στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας και
δ. το πιστωτικό ίδρυμα έχει συνάψει με το Ταμείο και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενο, σύμβαση προεγγραφής.
Η προκαταβαλλόμενη εισφορά κατατίθεται σε λογαριασμό του πιστωτικού ιδρύματος που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος αποκλειστικά για το σκοπό συμμετοχής του Ταμείου στην ως άνω κεφαλαιακή ενίσχυση, και αποδεσμεύεται με την πιστοποίηση της καταβολής του κεφαλαίου κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 11 και την παράγραφο 3 του άρθρου 3Α του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920.
Αν η εισφορά συνίσταται σε τίτλους τηρούμενους στο Σύστημα Άυλων Τίτλων του νόμου [Ν] 2198/1994, ως δεσμευμένος λογαριασμός στην Τράπεζα της Ελλάδος νοείται είτε εκείνος τον οποίο τηρεί το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα ως φορέας στο Σύστημα Άυλων Τίτλων του νόμου [Ν] 2198/1994, είτε εκείνος τον οποίο τηρεί η Τράπεζα της Ελλάδος, ως φορέας του ως άνω Συστήματος, υπό την ιδιότητα του θεματοφύλακα του πιστωτικού ιδρύματος.
Έως την αποδέσμευση της ως άνω εισφοράς, η εισφορά μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη διασφάλιση ρευστότητας μέσω συναλλαγών πώλησης και επαναγοράς με αντισυμβαλλόμενους της αγοράς (εξασφαλίζοντας το δικαίωμα επαναγοράς των ίδιων κινητών αξιών στους όρους της συναλλαγής επαναγοράς) ή / και μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή της Τράπεζας της Ελλάδος, στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται ο Κανονισμός Λειτουργίας Συστήματος Παρακολούθησης Συναλλαγών επί Τίτλων με Λογιστική Μορφή, όπως ισχύει κάθε φορά.
Αν η συμμετοχή του Ταμείου στην κεφαλαιακή ενίσχυση, είναι μικρότερη από το ποσό που προκαταβλήθηκε, καθώς και αν η κεφαλαιακή ενίσχυση δεν πραγματοποιηθεί, το Ταμείο έχει αξίωση για επιστροφή του υπερβάλλοντος ή ολόκληρου του ποσού κατά περίπτωση, με επιτόκιο που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Τράπεζας της Ελλάδος και γνώμη του Ταμείου.
Αν ανακληθεί η άδεια λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος πριν από την ολοκλήρωση της κεφαλαιακής ενίσχυσης και συσταθεί μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα κατά τις διατάξεις του άρθρου 63Ε του νόμου [Ν] 3601/2007, άρθρου που έχει προστεθεί με το άρθρο 4 του νόμου 4021/2011 (ΦΕΚ 218/Α/2011), οι τίτλοι του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, οι οποίοι είχαν δοθεί ως προκαταβαλλόμενη εισφορά του Ταμείου σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, αποτελούν περιουσία του μεταβατικού πιστωτικού ιδρύματος.
Η διαδικασία που προβλέπεται στα προηγούμενα εδάφια εφαρμόζεται ύστερα από απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Ταμείου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται:
α)α) οι ειδικότεροι όροι που συνομολογούνται κατά τη σύναψη των συμβάσεων προεγγραφής μεταξύ του Ταμείου, του πιστωτικού ιδρύματος και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για τη συμμετοχή του Ταμείου σε μελλοντική αύξηση του Μετοχικού Κεφαλαίου πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, μεταξύ των οποίων το δικαίωμα επαναγοράς ή παρόμοια δικαιώματα για τις αξίες που εισφέρονται από το Ταμείο,
β)β) οι ειδικότεροι όροι με τους οποίους εξασφαλίζονται τα δικαιώματα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που προβλέπονται στην από 15-03-2012 Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, της οποίας το σχέδιο εγκρίθηκε με το άρθρο 1 του νόμου 4046/2012 (ΦΕΚ 28/Α/2012) και
γ)γ) κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.
Με όμοια απόφαση δύναται να καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι που συνομολογούνται κατά τη σύναψη των συμβάσεων προεγγραφής του Ταμείου, του πιστωτικού ιδρύματος και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για τη συμμετοχή του Ταμείου στην κάλυψη υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών εκδόσεως του πιστωτικού ιδρύματος.}
A3. Στο νόμο [Ν] 3864/2010 προστίθεται άρθρο 6Α ως εξής:
{Άρθρο 6Α: Προϋποθέσεις της παροχής κεφαλαιακής ενίσχυσης
1. Εφόσον τα εθελοντικά μέτρα που προβλέπονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης της παρ. 1 του άρθρου 6 δεν μπορούν να καλύψουν το συνολικό κεφαλαιακό έλλειμμα του πιστωτικού ιδρύματος, όπως αυτό έχει προσδιορισθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, και εφόσον η εφαρμογή των μέτρων του άρθρου 8 ή και των άρθρων 63Β και επόμενα του νόμου [Ν] 3601/2007 είναι δυνατόν να προκαλέσει σημαντικές παρενέργειες στην οικονομία με αρνητικές συνέπειες στους πολίτες, και προκειμένου η κρατική ενίσχυση να είναι η μικρότερη δυνατή με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου κατόπιν σχετικής εισήγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, αποφασίζεται η υποχρεωτική εφαρμογή των μέτρων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, προς το σκοπό της κατανομής του υπολοίπου του κεφαλαιακού ελλείμματος του πιστωτικού ιδρύματος στους κατόχους τίτλων κεφαλαίου και υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης, όπως κρίνεται κάθε φορά αναγκαίο. Η κατανομή ολοκληρώνεται με τη δημοσίευση της ως άνω Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η ανωτέρω κατανομή, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 γίνεται σύμφωνα με την ακόλουθη σειρά:
α. κοινές μετοχές,
β. αν χρειάζεται, προνομιούχες μετοχές και άλλοι τίτλοι που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια κατηγορίας 1,
γ. αν χρειάζεται, όλες οι λοιπές υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης.
Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, απαιτήσεις της ίδιας τάξης τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης. Αποκλίσεις, τόσο από την ανωτέρω σειρά κατανομής όσο και από τον κανόνα της ίσης μεταχείρισης, δικαιολογούνται όταν υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι ύπαρξης σχετικών αποκλίσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 5.
2. Τα ανωτέρω μέτρα περιλαμβάνουν: α. την απορρόφηση τυχόν ζημιών από τους μετόχους μέχρι του σημείου όπου η αρνητική καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος θα διαμορφωθεί σε μηδενική όπου είναι απαραίτητο, δια της μείωσης της ονομαστικής αξίας των μετοχών του πιστωτικού ιδρύματος, ύστερα από απόφαση του αρμοδίου οργάνου του πιστωτικού ιδρύματος.
β. τη μείωση της ονομαστικής αξίας των προνομιούχων μετοχών και άλλων υποχρεώσεων που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια κατηγορίας 1 και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης μέχρι του σημείου όπου η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος θα είναι ίση με μηδέν, ή
γ. σε περίπτωση που η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος είναι ανωτέρα του μηδενός, τη μετατροπή των προνομιούχων μετοχών και άλλων υποχρεώσεων που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια κατηγορίας 1 και, εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος, σε τίτλους κεφαλαίου που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια της κατηγορίας 1, ώστε να αποκατασταθεί το αναγκαίο επίπεδο του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας για τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως αυτό ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Στις ανωτέρω υπό β' και γ' περιπτώσεις, όπου η υποχρεωτική μετατροπή δεν επαρκεί για την κάλυψη του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, όπως ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, και καθίσταται απαραίτητη η παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης από το Ταμείο, η μετατροπή γίνεται σε κοινές μετοχές.
3. Αντικείμενο των ανωτέρω μέτρων δύνανται να αποτελούν και:
α. οποιεσδήποτε υποχρεώσεις έχει αναλάβει το πιστωτικό ίδρυμα μέσω της παροχής εγγυήσεων σε σχέση με την έκδοση τίτλων κεφαλαίου ή υποχρεώσεων από τρίτα νομικά πρόσωπα που περιλαμβάνονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του πιστωτικού ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι οι ως άνω εγγυήσεις κατατάσσονται ως υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος, και
β. οποιεσδήποτε απαιτήσεις έναντι του πιστωτικού ιδρύματος λόγω εν ισχύ δανειακών συμφωνιών μεταξύ του πιστωτικού ιδρύματος και των ως άνω τρίτων νομικών προσώπων, οι οποίες κατατάσσονται ως υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος.
4. Η ανωτέρω Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου κατόπιν της εισήγησης της Τράπεζας της Ελλάδος, καθορίζει κατά τάξη, είδος, ποσοστό και ποσό συμμετοχής, τους τίτλους ή υποχρεώσεις που υπόκεινται στα μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, με βάση αποτίμηση ανεξάρτητου ελεγκτή, που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η διενέργεια της αποτίμησης αυτής εξαντλεί κάθε υποχρέωση λήψης ανεξάρτητης αποτίμησης για την πλήρωση των προϋποθέσεων οποιασδήποτε άλλης διάταξης νόμου, η οποία απαιτεί τη διενέργεια ανεξάρτητης αποτίμησης ως προς την ανωτέρω διαδικασία.
Οι ανωτέρω τίτλοι ή υποχρεώσεις μετατρέπονται υποχρεωτικά σε τίτλους κεφαλαίου στο πλαίσιο αύξησης κεφαλαίου που αποφασίζεται από το πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος νόμου, σε περίπτωση παράλειψης της οποίας τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 8 ή / και 63Β και επόμενα του νόμου [Ν] 3601/2007 και του νόμου 3458/2006.
5. Κατ' εξαίρεση και υπό την προϋπόθεση προηγούμενης θετικής απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με τα άρθρα 107 έως 109 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα ανωτέρω μέτρα μπορεί να μην εφαρμόζονται είτε συνολικά είτε σε σχέση με συγκεκριμένους τίτλους, σε περίπτωση που το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει, κατόπιν εισήγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, ότι:
α. τα μέτρα αυτά δύνανται να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, β. η εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων δύναται να οδηγήσει σε δυσανάλογα αποτελέσματα, όπως στην περίπτωση που η κεφαλαιακή ενίσχυση που πρόκειται να παρασχεθεί από το Ταμείο είναι μικρή σε σχέση με το σταθμισμένο έναντι κινδύνων ενεργητικό του πιστωτικού ιδρύματος, ή/και ένα σημαντικό μέρος του κεφαλαιακού ελλείμματος του πιστωτικού ιδρύματος έχει καλυφθεί μέσω του ιδιωτικού τομέα.
Η τελική εκτίμηση των ανωτέρω κινδύνων εναπόκειται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία κρίνει κατά περίπτωση.
6. Τα μέτρα που εφαρμόζονται στα πιστωτικά ιδρύματα κατά τις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου συνιστούν, για τους σκοπούς της ανακεφαλαιοποίησης που διενεργείται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου, μέτρα εξυγίανσης κατά τον ορισμό του άρθρου 2 της Οδηγίας 2001/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 04-04-2001 για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων, που εισήχθη στην ελληνική νομοθεσία με το νόμο 3458/2006.
7. Η εφαρμογή των μέτρων των παραγράφων 1 έως 4, εθελοντικών ή υποχρεωτικών, δεν δύναται σε καμία περίπτωση:
α. να αποτελεί αιτία ενεργοποίησης συμβατικών ρητρών οι οποίες τίθενται σε εφαρμογή σε περίπτωση εκκαθάρισης, αφερεγγυότητας ή επέλευσης άλλου γεγονότος, το οποίο δύναται να χαρακτηρίζεται ως πιστωτικό γεγονός ή ισοδύναμο αφερεγγυότητας, και
β. να λογίζεται ως μη εκπλήρωση ή παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος για τη θεμελίωση σπουδαίου λόγου πρόωρης καταγγελίας σύμβασης από αντισυμβαλλομένους του πιστωτικού ιδρύματος.
Συμβατικοί όροι που αντίκεινται στα ανωτέρω δεν παράγουν αποτελέσματα.
8. Οι κάτοχοι τίτλων κεφαλαίου, υβριδικού κεφαλαίου ή δικαιούχοι άλλων απαιτήσεων μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος, περιλαμβανομένων και αυτών υπέρ των οποίων έχουν, άμεσα ή έμμεσα, παρασχεθεί εγγυήσεις από το πιστωτικό ίδρυμα, που κατατάσσονται ως υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος το οποίο υπόκειται στα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, δεν θα πρέπει, κατόπιν της εφαρμογής των μέτρων αυτών, να βρίσκονται σε δυσμενέστερη οικονομική θέση συγκριτικά με τη θέση στην οποία θα βρίσκονταν στην περίπτωση που το εν λόγω ίδρυμα ετίθετο σε ειδική εκκαθάριση. Στην περίπτωση κατά την οποία η προηγούμενη αρχή δεν τηρηθεί, οι ανωτέρω κάτοχοι τίτλων κεφαλαίου ή δικαιούχοι άλλων υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης έχουν το δικαίωμα να αποζημιωθούν από το Δημόσιο, εφόσον αποδείξουν ότι η οφειλόμενη στην εφαρμογή των υποχρεωτικών μέτρων ζημία τους είναι μεγαλύτερη από αυτή που θα είχαν υποστεί στην περίπτωση θέσης του πιστωτικού ιδρύματος σε ειδική εκκαθάριση. Σε κάθε περίπτωση, η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί τη διαφορά μεταξύ της αξίας των απαιτήσεων μετά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και της αξίας των απαιτήσεων σε περίπτωση ειδικής εκκαθάρισης, όπως η αξία αυτή προσδιορίζεται με βάση την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου.
9. Για τη διασφάλιση εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 8, διενεργείται αποτίμηση, η οποία προσδιορίζει τις απώλειες που θα υφίσταντο οι κάτοχοι των τίτλων ή δικαιούχοι υποχρεώσεων του παρόντος άρθρου αν, αντί της εφαρμογής των υποχρεωτικών μέτρων που ορίζονται στην Πράξη της παραγράφου 2 του παρόντος, το πιστωτικό ίδρυμα ετίθετο σε ειδική εκκαθάριση. Κάθε μορφή κρατικής ενίσχυσης προς το πιστωτικό ίδρυμα δεν θα λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της εν λόγω αποτίμησης. Η αποτίμηση αυτή πραγματοποιείται μετά την εφαρμογή των μέτρων της παραγράφου 2 από ανεξάρτητο εκτιμητή που ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών προκειμένου να εκτιμήσει κατά πόσο οι κάτοχοι τίτλων κεφαλαίου, υβριδικού κεφαλαίου και χρέους μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος θα βρίσκονταν σε ευμενέστερη οικονομική θέση στην περίπτωση που το εν λόγω ίδρυμα είχε τεθεί σε ειδική εκκαθάριση αμέσως πριν από την εφαρμογή της ανωτέρω Απόφασης.
10. H Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου της παραγράφου 1 δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Περίληψή της δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην ελληνική γλώσσα, και σε δύο φύλλα ημερήσιου τύπου, που κυκλοφορούν σε ολόκληρη την επικράτεια του κράτους - μέλους όπου το πιστωτικό ίδρυμα διατηρεί υποκατάστημα ή όπου άμεσα παρέχει διασυνοριακές τραπεζικές ή άλλες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, στην επίσημη γλώσσα αυτού του κράτους-μέλους. Η περίληψη περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
α. τους λόγους και τη νομική βάση για την έκδοσης της Πράξεως της παραγράφου 1,
β. τα διαθέσιμα ένδικα βοηθήματα κατά της Πράξεως και την προθεσμία άσκησής τους,
γ. τα αρμόδια δικαστήρια ενώπιον των οποίων ασκούνται τα ανωτέρω ένδικα βοηθήματα κατά της Πράξεως της παραγράφου 1.
11. Οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων της διαδικασίας ορισμού των ανεξάρτητων ελεγκτών, του περιεχομένου των ανεξάρτητων αποτιμήσεων και της εισήγησης της Τράπεζας της Ελλάδος, των μεθόδων αποτίμησης των τίτλων κεφαλαίου, υβριδικού κεφαλαίου και μειωμένης εξασφάλισης που μειώνονται ή μετατρέπονται, της δυνατότητας υποκατάστασης του εκδότη των τίτλων των μεθόδων διενέργειας της μετατροπής καθώς και των λεπτομερειών για την τυχόν αποζημίωση των κατόχων των τίτλων, ρυθμίζονται με σχετική Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου.
12. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου αποσκοπούν στην προστασία υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος, συνιστούν διατάξεις δεσμευτικού και άμεσου αποτελέσματος και υπερέχουν έναντι κάθε διάταξης με αντίθετο περιεχόμενο.}
A4. Το άρθρο 7 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 7: Χορήγηση της κεφαλαιακής ενίσχυσης Έκδοση μετοχών
1. Το Ταμείο συμμετέχει στην παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης αποκλειστικά προς το σκοπό της κάλυψης του κεφαλαιακού ελλείμματος του πιστωτικού ιδρύματος, όπως έχει προσδιορισθεί με την επιστολή της Τράπεζας της Ελλάδος σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 και μόνο μέχρι το ύψος του εναπομείναντος ποσού μετά την εφαρμογή των εθελοντικών μέτρων του άρθρου 6 παράγραφος 1)β, των υποχρεωτικών μέτρων του άρθρου 6Α και μετά από οποιαδήποτε τυχόν συμμετοχή επενδυτών του ιδιωτικού τομέα.
2. Με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και διαδικασιών που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 6Α, η κεφαλαιακή ενίσχυση παρέχεται μέσω της συμμετοχής του Ταμείου σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος με την έκδοση κοινών μετοχών ή με την έκδοση υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών (Contingent Convertible Securities) ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων που θα καλύπτονται από το Ταμείο.
Το Ταμείο δύναται να ασκεί, να διαθέτει ή να παραιτείται των δικαιωμάτων του προτίμησης σε περιπτώσεις αύξησης μετοχικού κεφαλαίου ή έκδοσης υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων των πιστωτικών ιδρυμάτων που αιτούνται την παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης.
3. Οι αυξήσεις αυτές καλύπτονται από το Ταμείο σε μετρητά ή με ομόλογα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ή με άλλα χρηματοοικονομικά μέσα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Η κεφαλαιακή ενίσχυση παρέχεται σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.
4. Οι αποφάσεις της παραγράφου 2 των πιστωτικών ιδρυμάτων για την αύξηση του Μετοχικού Κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων περί έκδοσης υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων, λαμβάνονται από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων, με την απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 29 παράγραφοι 1 και 2 και 31 παράγραφος 1 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920, όπως ισχύει και δεν ανακαλούνται.
Ομοίως, μπορούν να ληφθούν με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση της γενικής συνέλευσης για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ή για έκδοση υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων χρηματοοικονομικών μέσων ή για εξουσιοδότηση του διοικητικού συμβουλίου προς τα ανωτέρω καθώς και η σχετική απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, θα πρέπει να αναφέρουν ρητά ότι λαμβάνονται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου.
Για την έκδοση των κοινών μετοχών ή μετατρέψιμων ομολογιών ή χρηματοοικονομικών μέσων, η προθεσμία για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης και των επαναληπτικών της, καθώς και για την υποβολή εγγράφων στις εποπτικές αρχές συντέμνεται στο ένα τρίτο των προθεσμιών που προβλέπονται στον κωδικοποιημένο νόμο [Ν] 2190/1920, όπως ισχύει.
Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται σε κάθε γενική συνέλευση που αφορά την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
5. α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920 περί ανωνύμων εταιριών, η τιμή κάλυψης των μετοχών ή των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων χρηματοοικονομικών μέσων από το Ταμείο ορίζεται με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου. Η απόφαση του Γενικού Συμβουλίου βασίζεται, μεταξύ άλλων, σε 2 εκθέσεις αποτίμησης, που διενεργούνται από δύο ανεξάρτητους χρηματοοικονομικούς συμβούλους, οι οποίοι διαθέτουν κύρος και εμπειρία σε αντίστοιχα θέματα και ειδικότερα σε αποτιμήσεις πιστωτικών ιδρυμάτων, εφαρμοζομένων σχετικώς των διατάξεων του άρθρου 11 του παρόντος νόμου. Η απόφαση λαμβάνεται δε με απαρτία 2/3 και πλειοψηφία 2/3 των μελών του και λαμβάνει υπόψη της τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς και το σκοπό του Ταμείου σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος. Η απόφαση του Γενικού Συμβουλίου κοινοποιείται στο όργανο του πιστωτικού ιδρύματος που είναι αρμόδιο για τον καθορισμό της τιμής διάθεσης των μετοχών ή των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων.
Δεν επιτρέπεται η διάθεση νέων μετοχών στον ιδιωτικό τομέα σε τιμή κατώτερη της τιμής κάλυψης αυτών από το Ταμείο στο πλαίσιο της ίδιας έκδοσης. Η τιμή διάθεσης στον ιδιωτικό τομέα δύναται να είναι χαμηλότερη της τιμής προηγούμενων καλύψεων μετοχών από το Ταμείο, ή της τρέχουσας χρηματιστηριακής τιμής.
β) Το Ταμείο ζητά από τους χρηματοοικονομικούς συμβούλους να λάβουν υπόψη όλες τις σχετικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων κάθε διαθέσιμης αξιολόγησης της ποιότητας του ενεργητικού του πιστωτικού ιδρύματος, των αποτελεσμάτων ασκήσεων προσομείωσης ακραίων καταστάσεων καθώς και των συνθηκών της αγοράς και θα τους παρέχει κάθε σχετική πληροφορία.
Σύνοψη των όρων επιλογής των χρηματοοικονομικών συμβούλων καθώς και των στοιχείων και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, αναρτώνται και δημοσιεύονται στην επίσημη ιστοσελίδα του Ταμείου μέσα σε 10 ημέρες από την ολοκλήρωση των συναλλαγών.
γ) Με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες ή άλλα μετατρέψιμα χρηματοοικονομικά μέσα μπορούν να εκδοθούν από τα πιστωτικά ιδρύματα και να καλυφθούν από το Ταμείο, τους όρους μετατροπής των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών και των άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων, και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, εφόσον απαιτηθεί, για την εφαρμογή παρόντος άρθρου.}
A5. Το άρθρο 7Α του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 7Α: Δικαιώματα ψήφου
1. Εκτός αν άλλως προβλέπεται στο παρόν άρθρο, το Ταμείο θα ασκεί χωρίς περιορισμούς τα δικαιώματα ψήφου που αντιστοιχούν στις μετοχές που αναλαμβάνει στο πλαίσιο κεφαλαιακής ενίσχυσης που λαμβάνει χώρα κατά το άρθρο 7.
2. Το Ταμείο ασκεί τα δικαιώματα ψήφου του με τους περιορισμούς που ορίζονται στην παράγραφο 3 στις παρακάτω περιπτώσεις:
(α) Για τις μετοχές ως προς τις οποίες τύγχαναν εφαρμογής οι εν λόγω περιορισμοί, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 9 του νόμου 4051/2012 κατά το χρόνο της ανάληψης των μετοχών από το Ταμείο.
(β) Για τις μετοχές που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο κεφαλαιακής ενίσχυσης κατά το χρόνο ισχύος της παραγράφου 7 του άρθρου 9 του νόμου 4051/2012, αλλά ως προς τις οποίες οι εν λόγω περιορισμοί δεν ίσχυσαν λόγω της μη επίτευξης του σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις απαιτούμενου ποσοστού συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα. Οι εν λόγω περιορισμοί στα δικαιώματα ψήφου του Ταμείου θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση ότι η ιδιωτική συμμετοχή στην πρώτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος αύξηση μετοχικού κεφαλαίου που θα λάβει χώρα μετά τη δημοσίευση του παρόντος είναι τουλάχιστον ίση με το 50%.
3. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το Ταμείο ασκεί το δικαίωμα ψήφου στη Γενική Συνέλευση μόνο για τις αποφάσεις τροποποίησης του καταστατικού, περιλαμβανομένης της αύξησης ή μείωσης κεφαλαίου ή της παροχής σχετικής εξουσιοδότησης στο διοικητικό συμβούλιο, συγχώνευσης, διάσπασης, μετατροπής, αναβίωσης, παράτασης της διάρκειας ή διάλυσης της εταιρίας μεταβίβασης στοιχείων του ενεργητικού, περιλαμβανομένης της πώλησης θυγατρικών, ή για όποιο άλλο θέμα απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία κατά τα προβλεπόμενα στον κωδικοποιημένο νόμο [Ν] 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών. Για τους σκοπούς υπολογισμού της απαρτίας και της πλειοψηφίας στη Γενική Συνέλευση, οι μετοχές του παρόντος άρθρου δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων για θέματα άλλα από αυτά που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια της παραγράφου αυτής.
4. Το Ταμείο ασκεί πλήρως τα δικαιώματα ψήφου που αντιστοιχούν στις μετοχές της παραγράφου 2, χωρίς τους περιορισμούς της παραγράφου 3 εάν διαπιστωθεί, με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου του Ταμείου, ότι παραβιάζονται ουσιώδεις υποχρεώσεις του πιστωτικού ιδρύματος οι οποίες προβλέπονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης ή προάγουν την υλοποίηση αυτού ή περιγράφονται στη συμφωνία πλαίσιο του άρθρου 2.
5. Κάθε διάθεση μετοχών από το Ταμείο προς επενδυτές του ιδιωτικού τομέα που λαμβάνει χώρα κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 ή στο πλαίσιο της εξάσκησης των δικαιωμάτων που ενσωματώνονται στους τίτλους της παραγράφου 6 του άρθρου 8 θα λογίζεται ότι επιφέρει μείωση στη συμμετοχή του Ταμείου όσον αφορά τις μετοχές για τις οποίες το Ταμείο ασκεί περιορισμένα δικαιώματα ψήφου.
6. Για όσο χρόνο το Ταμείο ασκεί τα δικαιώματα ψήφου με τους περιορισμούς του παρόντος άρθρου, πέραν των γνωστοποιήσεων του νόμου [Ν] 3556/2007 (ΦΕΚ 91/Α/2007):
α) το Ταμείο γνωστοποιεί στον Εκδότη και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οποιαδήποτε μεταβολή στον αριθμό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει στα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγήσει κεφαλαιακή ενίσχυση σύμφωνα με τον παρόντα νόμο στο τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου απέκτησε ή διέθεσε μετοχές, καθώς και το συνολικό αριθμό δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει. Ο Εκδότης δημοσιοποιεί τις πληροφορίες του προηγούμενου εδαφίου άμεσα και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός δύο ημερών διαπραγμάτευσης από την ημερομηνία της παραπάνω παραλαβής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του νόμου [Ν] 3556/2007,
β) οι διατάξεις των άρθρων 9 παράγραφος 6, 10 και 11 του νόμου [Ν] 3556/2007 (ΦΕΚ 91/Α/2007) δεν τυγχάνουν εφαρμογής στο Ταμείο και
γ) πρόσωπα που αποκτούν ή διαθέτουν σημαντικές συμμετοχές ή ποσοστά δικαιωμάτων ψήφου που αφορούν σε πιστωτικά ιδρύματα, στα οποία έχει χορηγηθεί κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο, οφείλουν να γνωστοποιούν κατά τις διατάξεις του νόμου [Ν] 3556/2007 και των κατά εξουσιοδότηση αυτού αποφάσεων τις μεταβολές επί των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχουν με βάση το συνολικό αριθμό δικαιωμάτων ψήφου, πλην αυτών του Ταμείου, όπως αυτές γνωστοποιούνται από το Ταμείο σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση α'. Η γνωστοποίηση αυτή αφορά μόνο σε μεταβολές σε δικαιώματα ψήφου επί μετοχών και όχι επί τίτλων παραστατικών δικαιωμάτων κτήσης μετοχών.
Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της παρούσας παραγράφου επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του νόμου [Ν] 3556/2007.}
A6. Το άρθρο 8 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{Άρθρο 8: Διάθεση ιδίας συμμετοχής
1. Με απόφαση του Ταμείου καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία διάθεσης του συνόλου ή μέρους των μετοχών πιστωτικού ιδρύματος που κατέχει το Ταμείο, λαμβάνοντας υπόψη τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4 το αργότερο εντός πενταετίας από τη συμμετοχή του στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος. Η διάθεση μπορεί να γίνεται τμηματικά ή άπαξ, κατά την κρίση του Ταμείου, υπό την προϋπόθεση ότι οι μετοχές διατίθενται εντός των χρονικών ορίων του πρώτου εδαφίου και σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. Η διάθεση των μετοχών εντός των χρονικών ορίων του πρώτου εδαφίου, δεν δύναται να γίνει προς επιχείρηση η οποία ανήκει άμεσα ή έμμεσα στο κράτος σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών κατόπιν εισηγήσεως του Ταμείου, μπορούν να παραταθούν οι προθεσμίες που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο.
Προκειμένου να λάβει την ανωτέρω απόφαση το Γενικό Συμβούλιο του Ταμείου λαμβάνει έκθεση από έναν ανεξάρτητο χρηματοοικονομικό σύμβουλο, ο οποίος διαθέτει διεθνώς αναγνωρισμένο κύρος και πείρα σε αντίστοιχα θέματα Η έκθεση συνοδεύεται από αναλυτικό χρονοδιάγραμμα διάθεσης των μετοχών. Στην έκθεση αιτιολογούνται επαρκώς οι προϋποθέσεις και ο τρόπος διάθεσης των μετοχών καθώς και οι απαραίτητες ενέργειες για την ολοκλήρωση της διαδικασίας και την τήρηση του χρονοδιαγράμματος.
Η διάθεση πραγματοποιείται με τρόπο που να συνάδει με τους σκοπούς του Ταμείου, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 2.
2. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του νόμου 3401/2005, η διάθεση δύναται να πραγματοποιείται με πώληση μετοχών του πιστωτικού ιδρύματος στο κοινό ή σε συγκεκριμένο(ους) επενδυτή(ες) ή ομάδα επενδυτών:
i) μέσω ανοιχτού διαγωνισμού ή μέσω πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε επιλεγμένους επενδυτές,
ii) με χρηματιστηριακές εντολές,
iii) με δημόσια προσφορά μετοχών με αντάλλαγμα μετρητών ή με ανταλλαγή άλλων κινητών αξιών και
iv) με τη διαδικασία βιβλίου προσφορών (book building).
3. Το Ταμείο δύναται να μειώνει την συμμετοχή του στα πιστωτικά ιδρύματα μέσω αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου των πιστωτικών ιδρυμάτων, δια της παραίτησης από την άσκηση ή δια της διάθεσης των δικαιωμάτων προτίμησης που του αναλογούν.
4. Η τιμή διάθεσης των μετοχών από το Ταμείο στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 και η ελάχιστη τιμή κάλυψης των μετοχών από τους ιδιώτες επενδυτές στις περιπτώσεις της παραγράφου 3 ορίζονται από το Γενικό Συμβούλιο του Ταμείου, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 5 του άρθρου 7. Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο οριζόμενες τιμές διάθεσης ή κάλυψης, δύνανται να είναι χαμηλότερες της τιμής κτήσης των μετοχών από το Ταμείο ή της τρέχουσας χρηματιστηριακής τιμής. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου και της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του κωδικοποιημένου νόμου [Ν] 2190/1920.
5. Σε περίπτωση που μετοχές του πιστωτικού ιδρύματος αναλαμβάνονται από συγκεκριμένο επενδυτή ή από ομάδα επενδυτών ή επέλθει μείωση της συμμετοχής του Ταμείου κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 3 υπέρ συγκεκριμένου επενδυτή ή ομάδας επενδυτών:
α) Το Ταμείο δύναται να προσκαλεί τους ενδιαφερόμενους επενδυτές να υποβάλουν προσφορές, καθορίζοντας στη σχετική πρόσκληση τη διαδικασία, τις προθεσμίες, το περιεχόμενο των προσφορών και τους λοιπούς όρους υποβολής αυτών, μεταξύ των οποίων και την παροχή από τους ενδιαφερόμενους επενδυτές, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας κρίνεται αυτό σκόπιμο, απόδειξης ύπαρξης κεφαλαίων και εγγυητικών επιστολών.
β) Το Ταμείο δύναται να συνάπτει συμφωνία μετόχων, εφόσον κρίνει αυτό σκόπιμο, στην οποία καθορίζονται οι σχέσεις μεταξύ Ταμείου και του επενδυτή ή της ομάδας επενδυτών, καθώς και να προβαίνει στις σχετικές τροποποιήσεις της «συμφωνίας-πλαίσιο» της παραγράφου 2 του άρθρου 2, που πιθανά έχει συνάψει με το πιστωτικό ίδρυμα. Στο πλαίσιο αυτό, δύναται να προβλέπεται η υποχρέωση των επενδυτών ή / και του Ταμείου να διατηρήσουν τη συμμετοχή τους για ορισμένο χρονικό διάστημα.
γ) Το Ταμείο δύναται να παρέχει δικαιώματα πρώτης προσφοράς και δικαίωμα πρώτης άρνησης σε επενδυτές που προσδιορίζονται σύμφωνα με τα αναφερόμενα κατωτέρω υπό στοιχείο δ' κριτήρια.
δ) Για την επιλογή του επενδυτή ή της ομάδας επενδυτών λαμβάνονται υπόψη και συνεκτιμώνται κριτήρια αξιολόγησης, όπως ιδίως η εμπειρία του επενδυτή στο αντικείμενο της επιχείρησης και στην αναδιάρθρωση πιστωτικών ιδρυμάτων, η φερεγγυότητα, η δυνατότητα ολοκλήρωσης της συναλλαγής και το προσφερόμενο τίμημα. Τα κριτήρια αξιολόγησης που εφαρμόζονται σε κάθε διαδικασία κοινοποιούνται στους υποψήφιους επενδυτές πριν την υποβολή δεσμευτικής προσφοράς εκ μέρους τους.
6. Με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζεται η μεθοδολογία της υπό στοιχείο (iii) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου ανταλλαγής παραστατικών τίτλων δικαιωμάτων που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 της ΠΥΣ 38/2012 και της προσαρμογής των όρων και προϋποθέσεών τους, σε περίπτωση αύξησης της ονομαστικής αξίας της μετοχής με μείωση του συνολικού αριθμού των παλαιών μετοχών (reverse split), διάσπασης των παλαιών μετοχών με αναλογία που θα αποφασισθεί από το πιστωτικό ίδρυμα, και προσαρμογής της ονομαστικής αξίας της νέας μετοχής (split), καθώς και αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου χωρίς κατάργηση του δικαιώματος προτίμησης των παλαιών μετόχων. Στην περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου χωρίς κατάργηση του δικαιώματος προτίμησης η προσαρμογή μπορεί να γίνει μόνο στην τιμή εξάσκησης των δικαιωμάτων που ενσωματώνονται στους παραστατικούς τίτλους. Η προσαρμογή μπορεί να γίνει μέχρι του ποσού που αναλογεί στα έσοδα του Ταμείου από την πώληση των δικαιωμάτων προτίμησης και πραγματοποιείται μετά την πώληση . Η ως άνω απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζει και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.}
A7. 1. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται η λέξη 7 από τη λέξη 9 και στο δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται η λέξη 5 από τη λέξη 7.
2. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 οι λέξεις παραγράφου 2 αντικαθίστανται με τις λέξεις παραγράφου 6.
3. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 μετά τη λέξη μέλους προστίθενται οι λέξεις σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4.
4. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 προστίθεται περίπτωση ε' ως εξής:
{ε. έχουν διατελέσει υπάλληλοι ή σύμβουλοι πιστωτικών ιδρυμάτων εποπτευομένων από την Τράπεζα της Ελλάδος ή κατέχουν μετοχικό κεφάλαιο ή διαθέτουν χρηματοοικονομική συμμετοχή που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με το μετοχικό κεφάλαιο τέτοιου ιδρύματος αξίας 100.000 € ή ανώτερης κατά τα τελευταία 3 έτη πριν την τοποθέτησή τους.}
5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{7. Οι ιδιότητες του Βουλευτή, μέλους της Κυβερνήσεως, στελέχους Υπουργείου ή άλλης δημόσιας αρχής, στελέχους, υπαλλήλου ή συμβούλου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, το οποίο τελεί υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή προσώπου που κατέχει μετοχές τέτοιου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος αξίας 100.000 € ή άνω ή διαθέτει χρηματοοικονομική συμμετοχή που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με το μετοχικό κεφάλαιο του ως άνω ιδρύματος για ισόποσο ποσό 100.000 € ή άνω, είναι ασυμβίβαστες με εκείνην του μέλους του Γενικού Συμβουλίου ή της Εκτελεστικής Επιτροπής.}
6. Η παράγραφος 9 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{9. Το Γενικό Συμβούλιο αποφασίζει με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν εισήγησης της Εκτελεστικής Επιτροπής για τα θέματα που προβλέπονται παρακάτω και είναι αρμόδιο για τον έλεγχο της ορθής λειτουργίας και της εκπλήρωσης του σκοπού του Ταμείου. Ειδικότερα, το Γενικό Συμβούλιο:
α. ενημερώνεται από την Εκτελεστική Επιτροπή για τη δράση της και ελέγχει τη συμμόρφωση αυτής στις διατάξεις του παρόντος νόμου και ιδίως στις αρχές που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2,
β. αποφασίζει για τα θέματα σχετικά με την παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης, την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου και τη διάθεση της συμμετοχής του Ταμείου κατά τα άρθρα 6, 7, 7Α και 8,
γ. εγκρίνει την πολιτική, τις καταστατικές διατάξεις και τους εσωτερικούς κανόνες που εφαρμόζονται προκειμένου για τη διοίκηση και τις πράξεις του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένου και του Κώδικα Δεοντολογίας των μελών του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής,
δ. εγκρίνει το διορισμό των ανώτατων στελεχών του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, του Διευθυντή Εσωτερικής Επιθεώρησης, του Διευθυντή Διαχείρισης Κινδύνων, του Διευθυντή Διαχείρισης Επενδύσεων, του Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών και του Διευθυντή Νομικής Υπηρεσίας,
ε. εγκρίνει τους γενικούς όρους και προϋποθέσεις απασχόλησης του προσωπικού του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής αμοιβών, κατά παρέκκλιση της ισχύουσας νομοθεσίας,
στ. εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό του Ταμείου,
ζ. εγκρίνει την ετήσια έκθεση και άλλες επίσημες εκθέσεις και τις λογιστικές καταστάσεις του Ταμείου,
η. εγκρίνει το διορισμό εξωτερικών ελεγκτών του Ταμείου,
θ. εγκρίνει τη σύσταση ενός ή περισσοτέρων συμβουλευτικών οργάνων, καθορίζει τους όρους και προϋποθέσεις διορισμού των μελών τους και καθορίζει τους όρους αναφοράς των εν λόγω οργάνων,
ι. συγκροτεί μία ή περισσότερες επιτροπές αποτελούμενες από μέλη του Γενικού Συμβουλίου και/ή άλλα πρόσωπα και καθορίζει τις αρμοδιότητές τους,
κ. εγκρίνει τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Γενικού Συμβουλίου και τον Κανονισμό Προμηθειών αγαθών και υπηρεσιών, για κάθε σύμβαση μη εμπίπτουσα στις διατάξεις του προεδρικού διατάγματος 60/2007,
κ)α. λαμβάνει οποιαδήποτε άλλη απόφαση και ασκεί οποιαδήποτε άλλη εξουσία ή αρμοδιότητα που προβλέπεται από τον παρόντα νόμο ή την κείμενη νομοθεσία ότι ασκείται από το Γενικό Συμβούλιο.}
7. Η παράγραφος 10 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{10. Η Εκτελεστική Επιτροπή είναι αρμόδια για την προπαρασκευή του έργου του Ταμείου, την εφαρμογή των αποφάσεων των αρμόδιων οργάνων και την εκτέλεση των πράξεων που απαιτούνται για τη διοίκηση και λειτουργία καθώς και την εκπλήρωση του σκοπού του Ταμείου. Ειδικότερα, η Εκτελεστική Επιτροπή έχει ενδεικτικά τις ακόλουθες εξουσίες και αρμοδιότητες:
α. εισηγείται στο Γενικό Συμβούλιο για τα θέματα της προηγούμενης παραγράφου,
β. εκτελεί τις αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου που λαμβάνονται με ή χωρίς εισήγηση της Εκτελεστικής Επιτροπής,
γ. με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, προβαίνει σε όλες τις πρόσφορες ή απαιτούμενες ενέργειες για τη διοίκηση του Ταμείου, την εκτέλεση των πράξεών του, συμπεριλαμβανομένων των δυνάμει του άρθρου 2 εξουσιών και αρμοδιοτήτων του, την ανάθεση συμβάσεων για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, την ανάληψη συμβατικών υποχρεώσεων επ' ονόματι του Ταμείου, το διορισμό των μελών του προσωπικού και των συμβούλων του Ταμείου και γενικότερα την εκπροσώπησή του,
δ. αναθέτει οποιαδήποτε εκ των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της σε οποιοδήποτε από τα μέλη της ή σε στελέχη του Ταμείου, σύμφωνα με τους γενικότερους όρους και προϋποθέσεις που έχουν εγκριθεί από το Γενικό Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη θέματα σύγκρουσης συμφερόντων και υπό την προϋπόθεση ότι ο Διευθύνων Σύμβουλος ασκεί πρωτίστως τις εξουσίες του σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 11,
ε. ασκεί κάθε άλλη εξουσία και αρμοδιότητα που προβλέπεται στον παρόντα νόμο ή την κείμενη νομοθεσία,
στ. εκπροσωπεί δικαστικά και εξώδικα το Ταμείο,
ζ. ασκεί οποιαδήποτε άλλη αρμοδιότητα που δεν απονέμεται ρητά στο Γενικό Συμβούλιο.
Όλες οι εξουσίες, δυνάμει του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, οι οποίες έχουν ανατεθεί στο Ταμείο, θεωρούνται ότι έχουν ανατεθεί στην Εκτελεστική Επιτροπή, εκτός αν προορίζονται ρητά για το Γενικό Συμβούλιο.}
8. Η παράγραφος 13 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{13. Το Γενικό Συμβούλιο συνέρχεται όσο συχνά απαιτούν οι εργασίες του Ταμείου, σε κάθε δε περίπτωση 10 φορές κατ' ημερολογιακό έτος. Οι συνεδριάσεις του Γενικού Συμβουλίου συγκαλούνται από τον Πρόεδρο, ο οποίος και προεδρεύει σε αυτές. Σε περίπτωση απουσίας του Προέδρου, οι συνεδριάσεις συγκαλούνται από ένα από τα άλλα μέλη του Γενικού Συμβουλίου, εκτός του εκπροσώπου του Υπουργείου Οικονομικών και εκτός του προσώπου που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το μέλος αυτό το οποίο και προεδρεύει στη συνεδρίαση, επιλέγεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Γενικού Συμβουλίου σχετικά με τη διαδικασία αναπλήρωσης του Προέδρου.
Οι συνεδριάσεις του Γενικού Συμβουλίου συγκαλούνται με κοινοποίηση της ώρας, του τόπου και της ημερήσιας διάταξης της συνεδρίασης σε όλα τα μέλη και τους Παρατηρητές του Γενικού Συμβουλίου, τουλάχιστον 3 εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία για την οποία έχει οριστεί η συνεδρίαση, εκτός από περίπτωση επείγουσας ανάγκης ή έπειτα από συναίνεση όλων των μελών, οπότε στην περίπτωση αυτή η συνεδρίαση μπορεί να συγκληθεί σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα όπως ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Γενικού Συμβουλίου. Συνεδριάσεις μπορούν τέλος να συγκληθούν και κατόπιν αιτήματος 5 μελών του Συμβουλίου προς τον Πρόεδρο αυτού.}
9. Στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 διαγράφονται οι λέξεις του Γενικού Συμβουλίου και προστίθενται οι λέξεις της Εκτελεστικής Επιτροπής και μετά τη λέξη Λειτουργίας προστίθενται οι λέξεις της Εκτελεστικής Επιτροπής.
10. Μετά το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Η ίδια ημερήσια διάταξη κοινοποιείται και στα μέλη του Γενικού Συμβουλίου.}
11. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 16 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{16. Το Γενικό Συμβούλιο τελεί σε απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον 5 μέλη του. Η Εκτελεστική Επιτροπή τελεί σε απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον 2 μέλη της, ένας εκ των οποίων είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος ή, σε περίπτωση απουσίας του, το μέλος που τον αντικαθιστά.}
12. Στην παράγραφο 18 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010 μετά τις λέξεις Εκτελεστικής Επιτροπής προστίθενται οι λέξεις και του Γενικού Συμβουλίου.
13. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 3864/2010 μετά τη λέξη προσόντων προστίθενται οι λέξεις:
{, με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης δ' της παραγράφου 9 του άρθρου 4.}
14. Στον τρίτο στίχο της περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του νόμου [Ν] 3864/2010 οι λέξεις το Διοικητικό Συμβούλιο αντικαθίστανται από τις λέξεις την Εκτελεστική Επιτροπή και οι λέξεις το οποίο. αντικαθίστανται από τις λέξεις η οποία, και στη συνέχεια στην περίπτωση β' της ίδιας παραγράφου προστίθεται υποπερίπτωση iii ως εξής:
{iii) που αφορά εταιρικές πράξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 7A και η οποία απόφαση δύναται να επηρεάσει σημαντικά τη συμμετοχή του Ταμείου στο μετοχικό κεφάλαιο του πιστωτικού ιδρύματος.}
15. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 10 του νόμου [Ν] 3864/2010 μετά τη λέξη Ταμείο προστίθενται οι λέξεις για όσο διάστημα συμμετέχει στο πιστωτικό ίδρυμα.
16. Η παράγραφος 2 του άρθρου 13 του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
{2. Εντός 1 μηνός από τη δημοσίευση των ετήσιων και των τριμηνιαίων ενδιάμεσων οικονομικών καταστάσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων, στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει το Ταμείο ή τα οποία χρηματοδοτεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του νόμου [Ν] 3601/2007, το Ταμείο εγκρίνει αντίστοιχα τις ετήσιες και τις τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του, που έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς. Οι ετήσιες και τριμηνιαίες ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου αναρτώνται στην ιστοσελίδα του. Αντίγραφο των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, με την έκθεση του ελεγκτή της επόμενης παραγράφου, καθώς και την έκθεση πεπραγμένων του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής και τις εκθέσεις του Προέδρου και του Διευθύνοντος Συμβούλου αναφορικά με τη διαχείριση του Ταμείου, αποστέλλεται στη Βουλή των Ελλήνων, τον Υπουργό Οικονομικών, τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου ως προς τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις αρχίζει την 30-03-2012 και ως προς τις τριμηνιαίες ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις αρχίζει την 30-03-2014.}
17. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του νόμου [Ν] 3864/2010 μετά τη λέξη έλεγχος προστίθενται οι λέξεις της ετήσιας οικονομικής διαχείρισης.
18. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 14 του νόμου [Ν] 3864/2010 διαγράφονται οι λέξεις του άρθρου 16Β και προστίθενται οι λέξεις των άρθρων 4 παράγραφος 2 περίπτωση ε'.
19. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 16 Α του νόμου [Ν] 3864/2010 μετά τις λέξεις του Ταμείου προστίθενται οι λέξεις , χωρίς να θίγεται με κανέναν τρόπο η αυτονομία του Ταμείου.
20. Στο άρθρο 16Α του νόμου [Ν] 3864/2010 προστίθεται, από τότε που ίσχυσε ο νόμος 4111/2013, παράγραφος 5 ως εξής:
{5. Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 2 του νόμου 4111/2013 (ΦΕΚ 18/Α/2013) δεν εφαρμόζονται για το Ταμείο.}
21. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 16Β του νόμου [Ν] 3864/2010 διαγράφονται οι λέξεις ή φαίνεται ότι επηρεάζουν και μετά τη λέξη προσώπων προστίθενται οι λέξεις εφόσον γνωρίζουν ότι υπάρχουν τέτοια πλεονεκτήματα.
22. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 16Γ του νόμου [Ν] 3864/2010 αντικαθίστανται ως εξής:
{3. Κατά τους επόμενους έξι μήνες από την αποχώρησή τους ή την καθ' οιονδήποτε λόγο λήξη της θητείας τους, τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής και του Γενικού Συμβουλίου του Ταμείου: (α) δεν μπορούν να απασχοληθούν σε πιστωτικά ιδρύματα που τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή σε νομικά πρόσωπα που ανήκουν στον ίδιο όμιλο με τα συγκεκριμένα πιστωτικά ιδρύματα και (β) υποχρεούνται να μην συμμετέχουν και να μην παρέχουν υπηρεσίες είτε ατομικά είτε μέσω παρένθετου προσώπου σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει συναλλαγεί με το Ταμείο με αντικείμενο που εμπίπτει στο βασικό σκοπό και τις λειτουργίες του Ταμείου όταν το ποσό που έχουν λάβει τα ανωτέρω φυσικά ή νομικά πρόσωπα από το Ταμείο κατά τους τελευταίους 24 μήνες πριν τη λήξη της θητείας ή την αποχώρησή τους από το Ταμείο δεν ξεπερνά το ποσό των 100.000 €. Οι απαγορεύσεις των περιπτώσεων α' και β' της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν και για το Προσωπικό του Ταμείου για χρονικό διάστημα 3 μηνών από το την ημέρα λήξης των συμβάσεών τους.
4. Οι αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, εφόσον λαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, θεωρούνται σύμφωνες με το σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον, επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο και υπηρετούσες τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου, όσον αφορά την αστική ευθύνη των μελών του Γενικού Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής καθώς και του προσωπικού του Ταμείου, έναντι τρίτων και έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. Η διάταξη αυτή δεν απαλλάσσει τους ανωτέρω από τυχόν ευθύνη τους έναντι του Ταμείου. Εφόσον το Γενικό Συμβούλιο έχει σχηματίσει ισχυρή άποψη, ότι οποιοδήποτε μέλος του Γενικού Συμβουλίου ή της Εκτελεστικής Επιτροπής έχει εκτελέσει καλόπιστα τα καθήκοντά του στο πλαίσιο του σκοπού του Ταμείου, τότε το Ταμείο μπορεί να καλύψει τη χρηματική δαπάνη για οποιεσδήποτε νομικές ενέργειες και δικαστικά έξοδα, στα οποία υποχρεώθηκε το μέλος αυτό λόγω νομικών ενεργειών εναντίον του, και να του καταβάλει τα σχετικά ποσά. Στην περίπτωση που δυνάμει οριστικής απόφασης, το μέλος αυτό καταδικασθεί από αστικό ή ποινικό δικαστήριο κάθε βαθμού, τότε το Ταμείο αναζητεί και λαμβάνει από το μέλος αυτό τις χρηματικές καταβολές της προηγούμενης παραγράφου.}
23. Στο άρθρο 16Γ του νόμου [Ν] 3864/2010 προστίθενται παράγραφοι 8 και 9 ως εξής:
{8. Η υποχρέωση υποβολής δημόσιας πρότασης της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του νόμου 3461/2006 δεν ισχύει σε περίπτωση άμεσης ή έμμεσης απόκτησης από το Ταμείο δικαιωμάτων ψήφου, συνεπεία της κεφαλαιακής ενίσχυσης που παρέχεται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, μέσω της συμμετοχής του Ταμείου σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου πιστωτικού ιδρύματος ή της μετατροπής των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή της άρσης των περιορισμών του Ταμείου στην άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου του άρθρου 7Α.
9. Οι μετοχές του Ταμείου δεν δύναται να αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιας πρότασης αλλά λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του νόμου 3461/2006.}
Α8. 1. Μέχρι την πλήρωση των δύο επιπλέον μελών του Γενικού Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, όπως αυτό τροποποιείται, το Ταμείο Διοικείται από το υφιστάμενο Γενικό Συμβούλιο και για το διάστημα αυτό το Γενικό Συμβούλιο τελεί σε απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον 4 μέλη του.
2. Οι διατάξεις του εδαφίου (ε) της παραγράφου 6 και οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 3864/2010, όπως αυτή τροποποιείται με το παρόν, δεν εφαρμόζονται για τα μέλη των οργάνων του Ταμείου κατά τη δημοσίευση του παρόντος.
3. Καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 της πράξης υπουργικού συμβουλίου 38/2012 (ΦΕΚ 223/Α/2012).