Νόμος 4469/17 - Άρθρο 15

Άρθρο 15: Συμμετοχή του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Για την ένταξη οφειλών προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στο μηχανισμό ρύθμισης του παρόντος νόμου εφαρμόζονται πέραν των κανόνων του άρθρου 9 και οι ειδικότεροι υποχρεωτικοί κανόνες του παρόντος άρθρου.

 

2. Με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων, το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να προβούν, στο πλαίσιο του παρόντος νόμου, σε αναδιάρθρωση οφειλών προς αυτούς, συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας διαγραφής μέρους αυτών.

 

3. Είναι άκυρος ο όρος σύμβασης αναδιάρθρωσης, που προβλέπει:

 

α) την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο σε περισσότερες από 120 δόσεις,

β) την τμηματική αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο ανά χρονικά διαστήματα που υπερβαίνουν το μήνα,

γ) την καταβολή μηνιαίας δόσης μικρότερης των 50 €,

δ) την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο,

ε) την ικανοποίηση απαιτήσεών του με άλλα ανταλλάγματα αντί χρηματικού ποσού.

 

4. Υφιστάμενες ρυθμίσεις οφειλών προς το Δημόσιο σύμφωνα με τους νόμους 4152/2013 (ΦΕΚ 107/Α/2013), 4174/2013 (ΦΕΚ 170/Α/2013), 4305/2014 (ΦΕΚ 237/Α/2014) και 4321/2015 (ΦΕΚ 32/Α/2015), εντάσσονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία έγκρισης της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η τροποποίηση των ανωτέρω ρυθμίσεων στις περιπτώσεις και στο βαθμό που η εφαρμογή τους καθιστά αδύνατη, βάσει της συνολικής δυνατότητας αποπληρωμής του οφειλέτη, την αναδιάρθρωση των οφειλών προς τους λοιπούς πιστωτές χωρίς αυτοί να περιέρχονται σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνοφειλετών και των βεβαρημένων υπέρ αυτών περιουσιακών στοιχείων τρίτων στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.

 

Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου, η τροποποίηση των υφιστάμενων ρυθμίσεων πραγματοποιείται με αύξηση του αριθμού των δόσεων κατά το απολύτως αναγκαίο μέτρο και έως το μέγιστο όριο της περίπτωσης α' της παραγράφου 3.

 

5. Ο αριθμός και το ύψος των δόσεων καταβολής του ποσού που προσδιορίζεται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο κατ' εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 και με την επιφύλαξη του παρόντος άρθρου, καθορίζονται με κριτήριο:

 

α) τη μηνιαία δυνατότητα αποπληρωμής του οφειλέτη,

β) τη μέγιστη διάρκεια της ρύθμισης και

γ) τον υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας, σύμφωνα με τις περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 2 του άρθρου 9.

 

Αν η ρύθμιση ως προς τους ιδιώτες πιστωτές έχει μεγαλύτερη διάρκεια από τη μέγιστη διάρκεια της ρύθμισης ως προς το Δημόσιο, τότε οι υποχρεωτικοί κανόνες του άρθρου 9 εφαρμόζονται αναφορικά με την καθαρή παρούσα αξία των καταβολών που πραγματοποιούνται κατά τη μεγίστη διάρκεια της ρύθμισης ως προς το Δημόσιο.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 5 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 53 του νόμου 4549/2018 (ΦΕΚ 105/Α/2018), με την παράγραφο 4 του άρθρου 61 του νόμου 4559/2018 (ΦΕΚ 142/Α/2018).

 

6. Ειδικώς στις περιπτώσεις οφειλετών με συνολικό ποσό βασικής οφειλής προς το Δημόσιο έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, στις οποίες δεν προσμετρώνται τυχόν οφειλές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4, εφαρμόζονται οι εξής κανόνες:

 

α) για βασικές οφειλές έως τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ, η αποπληρωμή αυτών και των επ' αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής γίνεται τμηματικά σε τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις κατ' ανώτατο όριο, με ελάχιστη μηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού,

 

β) για βασικές οφειλές άνω των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, η αποπληρωμή αυτών και των επ' αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής γίνεται τμηματικά σε εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις κατ' ανώτατο όριο, με ελάχιστη μηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής βασικής οφειλής.

 

Στις περιπτώσεις της παρούσας παραγράφου, και εφόσον συμμετέχουν ιδιώτες πιστωτές, το Δημόσιο δεν συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, ούτε υποβάλλει πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών και οι οφειλές προς αυτό προσμετρώνται στις θετικές ψήφους των συμμετεχόντων πιστωτών, εφόσον στο τελικό σχέδιο αναδιάρθρωσης έχουν τηρηθεί οι κανόνες του παρόντος άρθρου και οι λοιποί υποχρεωτικοί κανόνες του άρθρου 9, στο βαθμό που συμβιβάζονται με τους ανωτέρω κανόνες.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 6 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 53 του νόμου 4549/2018 (ΦΕΚ 105/Α/2018).

 

7. Αν στη σύμβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο το χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και όχι το χρόνο λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών του προηγούμενου εδαφίου τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ολοσχερούς αποπληρωμής των ρυθμιζόμενων οφειλών προς το Δημόσιο και της μη ακύρωσης ή ανατροπής της σύμβασης αναδιάρθρωσης σύμφωνα με το άρθρο 14.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 45 του νόμου 4587/2018 (ΦΕΚ 216/Α/2018).

 

8. Επί των οφειλών προς το Δημόσιο που ρυθμίζονται δυνάμει της σύμβασης αναδιάρθρωσης δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής, δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (νόμος 4174/2013), και του άρθρου 6 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

 

9. Αν η υποβληθείσα πρόταση του Δημοσίου δεν τίθεται σε ψηφοφορία σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 8, το Δημόσιο ψηφίζει υπέρ της συμφερότερης για εκείνο πρότασης, εφόσον διαπιστώνει την ορθή εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 και του παρόντος άρθρου. Αν μία μόνο πρόταση τίθεται σε ψηφοφορία, το Δημόσιο ψηφίζει υπέρ αυτής, μόνο αν διαπιστώνει την ορθή εφαρμογή των ανωτέρω υποχρεωτικών κανόνων.

 

10. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας στον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες που δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εφαρμόζεται το άρθρο 12 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (νόμος 4174/2013) και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση αυτού. Η ρύθμιση οφειλών στο πλαίσιο του παρόντος νόμου θεωρείται ως ρύθμιση τμηματικής καταβολής για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ανωτέρω σύμβαση.

 

11. Από την ημερομηνία υπογραφής από το Δημόσιο της εγκριθείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την κοινοποίηση στο Δημόσιο της δικαστικής απόφασης με την οποία επικυρώθηκε σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, για τις υπαγόμενες στη σύμβαση οφειλές:

 

α) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσμες δόσεις της σύμβασης,

 

β) αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 25 του νόμου 1882/1990 (ΦΕΚ 43/Α/1990) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται.

 

Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.

 

Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της σύμβασης και υπό την προϋπόθεση ότι: α) έχει εξοφληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της ρύθμισης δυνάμει αυτής, β) έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οι μη υπαγόμενες στη σύμβαση οφειλές και γ) έχουν υποβληθεί όλες οι δηλώσεις που προβλέπονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 6 του άρθρου 14, μετά από αίτηση του οφειλέτη, η Φορολογική Διοίκηση αποφασίζει ότι οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις. Η απόφαση αυτή εκδίδεται ανεξάρτητα από το εάν οι κατασχέσεις επιβλήθηκαν για υπαγόμενες ή μη στη σύμβαση οφειλές και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτή αποδίδονται στο Δημόσιο. Αν ανατραπεί ή ακυρωθεί η σύμβαση, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους, αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων, που έχουν επιβληθεί αποκλειστικά για οφειλές υπαγόμενες στη σύμβαση, αίρονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, εφόσον έχει εξοφληθεί ποσοστό τουλάχιστον 75% του συνολικού προς καταβολή στο Δημόσιο ποσού της σύμβασης. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται.

 

Από την αποστολή της πρόσκλησης από τον συντονιστή προς το Δημόσιο και καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας διαπραγμάτευσης αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 25 του νόμου 1882/1990 αναφορικά με τις οφειλές, των οποίων ζητείται η ρύθμιση. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 11 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 53 του νόμου 4549/2018 (ΦΕΚ 105/Α/2018), με την παράγραφο 9 του άρθρου 45 του νόμου 4587/2018 (ΦΕΚ 216/Α/2018).

 

12. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου:

 

α) Ως βασική οφειλή νοείται το ποσό της οφειλής που αρχικά βεβαιώθηκε, χωρίς τους τόκους ή τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που την επιβαρύνουν σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (νόμος 4174/2013) ή τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (νομοθετικό διάταγμα [Ν] 356/1974), όπως το ποσό αυτό έχει διαμορφωθεί, από το χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων έως την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4, μετά από τυχόν καταβολές, αναγκαστική είσπραξη ή διαγραφή βάσει νόμιμου τίτλου.

 

β) Ως διαγραφή νοείται η διαγραφή βασικής οφειλής, καθώς και η απαλλαγή από τόκους, προσαυξήσεις ή πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής.

 

γ) Ως προσαυξήσεις ήτόκοι εκπρόθεσμης καταβολής νοούνται οι προσαυξήσεις ή τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής κατά τα άρθρα 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και 6 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως τα ποσά αυτά έχουν διαμορφωθεί την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος.

 

13. Όλες οι προηγούμενες παράγραφοι εφαρμόζονται αναλόγως και για οφειλές υπέρ τρίτων οι οποίες βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση.

 

14. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων μπορεί να εξειδικεύονται η μεθοδολογία και τα κριτήρια της παραγράφου 5 για τον προσδιορισμό του αριθμού και του ύψους των δόσεων καταβολής για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο, τα κριτήρια για τη διαμόρφωση της ψήφου του Δημοσίου σύμφωνα με την παράγραφο 9, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 13.

 

15. Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εκπροσωπούνται στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών από το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) του άρθρου 101 του νόμου 4172/2013 (ΦΕΚ 167/Α/2013).

 

Οι παράγραφοι 3 έως 9 εφαρμόζονται αναλόγως και για τις οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης:

 

α) Ως βασική οφειλή νοείται το ποσό της οφειλής που αρχικά βεβαιώθηκε, χωρίς τους τόκους ή τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που την επιβαρύνουν σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί από το χρόνο κατά τον οποίο η οφειλή κατέστη ληξιπρόθεσμη έως την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4, ύστερα από τυχόν καταβολές, αναγκαστική είσπραξη ή διαγραφή βάσει νόμιμου τίτλου.

 

β) Ως διαγραφή νοείται η διαγραφή βασικής οφειλής, με την επιφύλαξη της παραγράφου 16, καθώς και η απαλλαγή από τόκους, προσαυξήσεις ή πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής.

 

γ) Ως προσαυξήσεις ή τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής νοούνται οι προσαυξήσεις ή τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής σύμφωνα με το άρθρο πρώτο παράγραφος ΙΑ υποπαράγραφος ΙΑ.2 περίπτωση 11 του νόμου 4152/2013 και το άρθρο 6 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως τα ποσά των προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής έχουν διαμορφωθεί την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη διατάξεις του παρόντος.

 

16. Η διαγραφή βασικής οφειλής παρακρατούμενων εισφορών εργαζομένων προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης απαγορεύεται.

 

17. Η διαγραφή βασικής οφειλής προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν επηρεάζει τα ασφαλιστικά δικαιώματα τρίτων.

 

18. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας στον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες που δεσμεύονται από την απόφαση επικύρωσης σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις των φορέων. Η ρύθμιση οφειλών στο πλαίσιο του παρόντος νόμου θεωρείται ως ρύθμιση τμηματικής καταβολής για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ανωτέρω σύμβαση.

 

19. Από την ημερομηνία υπογραφής από το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών της εγκριθείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την κοινοποίηση στο Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών της δικαστικής απόφασης με την οποία επικυρώθηκε σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, για τις υπαγόμενες στη σύμβαση οφειλές:

 

α) Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη.

 

Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσμες δόσεις της σύμβασης.

 

β) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη για τα αδικήματα του αναγκαστικού νόμου [Ν] 86/1967 (ΦΕΚ 136/Α/1967) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.

 

Από την αποστολή της πρόσκλησης από τον συντονιστή προς τον Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης και καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας διαπραγμάτευσης αναστέλλεται η ποινική δίωξη για τα αδικήματα του αναγκαστικού νόμου [Ν] 86/1967 αναφορικά με τις οφειλές, των οποίων ζητείται η ρύθμιση. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 19 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 45 του νόμου 4587/2018 (ΦΕΚ 216/Α/2018).

 

20. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μπορεί να εξειδικεύονται η μεθοδολογία και τα κριτήρια της παραγράφου 5 για τον προσδιορισμό του αριθμού και του ύψους των δόσεων καταβολής για την αποπληρωμή οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τα κριτήρια για τη διαμόρφωση της ψήφου του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών σύμφωνα με την παράγραφο 9, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή των παραγράφων 3 έως 9 και 15 έως 19.

 

21. Ύστερα από αίτηση οφειλετών του Δημοσίου ή Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίοι, σωρευτικά ή διαζευκτικά:

 

α) Εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου επειδή, σωρευτικά ή διαζευκτικά:

 

α)α) δεν εμπίπτουν στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 2,

 

β)β) εμπίπτουν στην περίπτωση ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 2,

 

γ)γ) εμπίπτουν στην παράγραφο 5 του άρθρου 2 ή οφειλές τους προς αυτούς ανήκουν στο υπολειπόμενο ποσοστό του έως 15% των συνολικών οφειλών τους,

 

δ)δ) είναι φυσικά πρόσωπα, τα οποία αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με το νόμο 4172/2013 αλλά δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα,

 

β) δεν κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν απαρτία πιστωτών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 χωρίς το Δημόσιο ή αντίστοιχα ο Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης να έχει δηλώσει την πρόθεσή του να μην συμμετάσχει στη διαδικασία, το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να προτείνουν στους εν λόγω οφειλέτες λύσεις ρύθμισης των οφειλών τους προς αυτούς, με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 3 του παρόντος.

 

Οι εν λόγω λύσεις ρύθμισης της παρούσας περιλαμβάνουν ισόποσες τοκοχρεωλυτικά υπολογισμένες μηνιαίες δόσεις, απαλλαγή σε ποσοστό 100% των προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 του νόμου 4174/2013 και του άρθρου 6 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 356/1974, δυνατότητα απαλλαγής από μέρος ή το σύνολο των τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και δυνατότητα διαγραφής μέρους της βασικής οφειλής με κριτήρια το ύψος των οφειλών, το εισόδημα και την αξία της περιουσίας των οφειλετών τους.

 

Η υπαγωγή σε ρύθμιση οφειλών κατ' εφαρμογή της παρούσας παραγράφου επιφέρει την αυτοδίκαιη απώλεια των τυχόν υφιστάμενων ρυθμίσεων για τις οφειλές που υπάγονται σε αυτήν.

 

Στις ρυθμίσεις οφειλών της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 9, των παραγράφων 1, 1)α, 2 και 5 του άρθρου 13, της παραγράφου 6 του άρθρου 14, εκτός των δύο τελευταίων εδαφίων αυτής, καθώς και των παραγράφων 7, 8, 10, 11, 12, 13, 15, 16, 17, 18 και 19 του παρόντος άρθρου. Με την υπαγωγή στις ως άνω ρυθμίσεις αναστέλλεται η παραγραφή των ρυθμιζόμενων οφειλών καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος αυτών και δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο έτους από τη λήξη της αναστολής.

 

Τα ευεργετήματα της ρύθμισης επεκτείνονται σε πρόσωπα που ευθύνονται αλληλεγγύως με τον οφειλέτη του πρώτου εδαφίου για το σύνολο ή μέρος των ρυθμιζόμενων οφειλών και υποβάλλουν αίτηση ρύθμισης από κοινού με αυτόν.

 

Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Υπουργού Οικονομικών εξειδικεύονται τα κριτήρια του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, δύναται να εξαιρεθούν κατηγορίες οφειλών από τις ρυθμίσεις αυτής, καθορίζεται η μεθοδολογία για τον προσδιορισμό του τελικού προς αποπληρωμή ποσού, του ύψους και του αριθμού των δόσεων, καθώς και του επιτοκίου αυτών και γενικώς ρυθμίζεται κάθε άλλο ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή αυτής.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 21 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 60 του νόμου [Ν] 4520/2018 (ΦΕΚ 30/Α/2018) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 53 του νόμου 4549/2018 (ΦΕΚ 105/Α/2018), με την παράγραφο 5 του άρθρου 61 του νόμου 4559/2018 (ΦΕΚ 142/Α/2018), με την παράγραφο 11 του άρθρου 45 του νόμου 4587/2018 (ΦΕΚ 216/Α/2018).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.