Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 209/90

ΝΣΚ 209/1990


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 209/1990 (20-03-1990)

 

Αριθμός ερωτήματος: Το υπ' αριθμόν 17181/1990 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικοδομικών και Κτιριοδομικών Κανονισμών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Τμήμα Β' Γραφείο Μεταφοράς συντελεστή δόμησης.

 

Επί των τιθεμένων με τον υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου οίκοθεν 17181/1990 ερωτημάτων σας σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου 880/1979 σε περιπτώσεις ρυμοτομούμενων ακινήτων παρατηρούμε τα ακόλουθα:

 

Ειδικότερα στην διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971 ορίζεται ότι η κατά τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού αυτοδικαίως ως επερχόμενη ανάκληση αναγκαστικής απαλλοτριώσεως θεωρείται μη γενομένη σε περίπτωση που μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός έτους από την εκπνοή προθεσμίας των παραγράφων αυτών ο καθ' ου η απαλλοτρίωση υποβάλλει στη Διεύθυνση Απαλλοτριώσεων του Υπουργείου Οικονομικών έγγραφο δήλωση περί του ότι επιθυμεί την περαιτέρω διατήρηση της απαλλοτριώσεως στη δε διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου 880/1979 περί μεταφοράς συντελεστού δομήσεως ορίζεται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλόγως ... και δια το ρυμοτομούμενο τμήμα του ακινήτου για το οποίο δεν τυγχάνει υπόχρεος καταβολής αποζημιώσεως ο κύριος του ακινήτου. Ενόψει λοιπών των διατάξεων αυτών τίθεται το ερώτημα αν για να τύχει εφαρμογής η πιο πάνω διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου 880/1979 είναι αρκετή η βούληση του ιδιοκτήτη που έχει εκδηλωθεί με την αίτηση για μεταφορά συντελεστού δομήσεως ή απαιτείται να έχει τηρηθεί η διαδικασία που ορίζεται στην παραπάνω διάταξη και μέσα στην ανατρεπτική προθεσμία που ορίζει η διάταξη αυτή.

 

Κατά την ερμηνεία των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971 έχει γίνει δεκτό ότι η υποβολή της δήλωσης στο Υπουργείο Οικονομικών για την έκδοση πράξεως που έχει διαπιστωτικό χαρακτήρα περί μη ανακλήσεως της απαλλοτριώσεως δεν είναι αναγκαία όσα σαφώς και ανενδοίαστα έχει εκφρασθεί η βούληση του δικαιούχου της αποζημιώσεως να μη ασκήσει το προς το συμφέρον του ιδίου θεσπισθέν δικαίωμα να καταστήσει ανίσχυρο την απαλλοτρίωση επικαλούμενος την αυτοδίκαια ανάκλησή της με βάση της ερμηνεία αυτή και μάλιστα ενόψει στην προκειμένη περίπτωση του σκοπού για τον οποίο θεσπίσθηκε η ανωτέρω διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου 880/1979 για την διευκόλυνση εφαρμογής του σχεδίου πόλης θα πρέπει να δεχθούμε κατά την άποψή μας ότι και η αίτηση του δικαιούχου να υπαχθεί στις διατάξεις περί μεταφοράς συντελεστού δομήσεως εφόσον βέβαια αυτή έχει υποβληθεί μέσα στην παραπάνω ανατρεπτική προθεσμία του έτους σαφώς εκδηλώνει βούλησή του να μην ασκήσει το δικαίωμά του για ανάκληση της απαλλοτρίωσης.

 

Συνεπώς έχει την ευχέρεια η Διοίκηση για το ρυμοτομούμενο ακίνητο να δεχθεί την αίτηση του ενδιαφερομένου εφόσον συντρέχουν οι νομικές κατά λοιπά προϋποθέσεις και να εφαρμόσει αντί των διατάξεων περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων την διαδικασία μεταφοράς συντελεστού δομήσεως για να καταστεί έτσι το ρυμοτομούμενο κοινόχρηστο. Περαιτέρω και ενόψει του δεδομένου ιστορικού ότι οι αιτούντες την μεταφορά συντελεστού δομήσεως δεν είχαν την κυριότητα του ρυμοτομούμενου αλλά τους είχε εκχωρηθεί το δικαίωμα της αποζημιώσεως από τους δικαιοπαρόχους και ότι στο ρυμοτομούμενο είχε δημιουργηθεί πραγματική κατάσταση επί δεκαετίας δρόμος ασφαλτοστρωμένος με μεγάλη κυκλοφορία τίθεται το ερώτημα αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της επίμαχης διάταξης της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου 880/1979 δοθέντος όπως υποστηρίζει η αρμόδια Διεύθυνση (Γραφείο μεταφοράς συντελεστή δόμησης) ο λόγος για τον οποίο θα δικαιολογείτο η υπαγωγή του θέματος στην διάταξη αυτή έχει εκλείψει. Όπως έχει γίνει δεκτό παγίως από τη νομολογία (ΣτΕ 2494/1980) οι προβλεπόμενοι από το ρυμοτομικό σχέδιο κοινόχρηστοι χώροι περιέρχονται σε κοινή χρήση είτε με την συντέλεση της κηρυχθείσης απαλλοτριώσεως από το σχέδιο πόλης που επέρχεται κατά νόμο από της καταβολής στους δικαιούχους της προσδιορισθείσης αποζημιώσεως ή από της δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της γενομένης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων καταθέσεως της αποζημιώσεως είτε με την παραίτηση του δικαιούχου από του δικαιώματος αποζημιώσεως και την παραχώρηση του ακινήτου σε κοινή χρήση εκτός αν κατά την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου είχαν ήδη περιέλθει κατά τινά νόμιμο τρόπο σε κοινή χρήση οι προβλεπόμενοι απ' αυτό κοινόχρηστοι χώροι.

 

Συνεπώς εφόσον το ρυμοτομούμενο ανεξάρτητα από οποιαδήποτε πραγματική κατάσταση δεν έχει περιέλθει σε κοινή χρήση κατά τα ανωτέρω δεν έχει εκλείψει κατά την γνώμη μας ο λόγος εφαρμογής της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου 880/1979 εξάλλου νομιμοποιούμενος να ζητήσει τη μεταφορά συντελεστού δομήσεως είναι σύμφωνα και με τον σκοπό για τον οποίο θεσπίσθηκε η επίμαχη διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 2 και εκείνος στον οποίο εκχωρήθηκε δικαίωμα λήψεως της αποζημιώσεως για το ρυμοτομούμενο καθόσον κατά την άποψή μας παράλληλα του έχουν εκχωρηθεί και τα συναφή και παρεπόμενα δικαιώματα μεταξύ των οποίων θα πρέπει να δεχθούμε ότι περιλαμβάνεται και το δικαίωμα να ζητήσει αντί της αποζημιώσεως την μεταφορά συντελεστού δομήσεως.

 

Τέλος τίθεται το ερώτημα αν ενόψει της υπ' αριθμόν 356/1987 γνωμοδότησης της Συνέλευσης των Προϊσταμένων Νομικών Διευθύνσεων ο καθ' ου η απαλλοτρίωση υποβάλει δήλωση ότι επιθυμεί να αποζημιωθεί με την διαδικασία της μεταφοράς συντελεστού δομήσεως μετά την παρακατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων της αποζημιώσεως επέρχεται άρση των συνεπειών της συντελεσμένης απαλλοτρίωσης. Με την υπ' αριθμόν 356/1987 πιο πάνω γνωμοδότηση έγινε δεκτό από την πλειοψηφία ότι μετά την ανάληψη από το Δημόσιο της παρακατατεθείσας αποζημιώσεως για την ρυμοτομούμενη έκταση μετά την συναίνεση των φερομένων ως δικαιούχων της αποζημιώσεως είναι δυνατό να χώρησε η περαιτέρω διαδικασία μεταφοράς του συντελεστού δόμησης γιατί με την ανάληψη του ποσού αυτού ανατράπηκαν τα αποτελέσματα της παρακατάθεσης της αποζημιώσεως και της συντέλεσης της απαλλοτριώσεως και η κυριότητα του ακινήτου επανήλθε στον προηγούμενο κύριο αυτού.

 

Αλλά από το δεδομένο ιστορικό που τέθηκε στην Συνέλευση των Προϊσταμένων των Νομικών Διευθύνσεων προκύπτει ότι την αίτηση οι ενδιαφερόμενοι για την μεταφορά του συντελεστού δόμησης την είχαν υποβάλει πριν από την συντέλεση της απαλλοτριώσεως.

 

Θα μπορούσε κατ' αρχήν να υποστηριχθεί η άποψη με ασθενέστερα επιχειρήματα ότι η λύση αυτή εφαρμόζεται και σε αιτήσεις που έχουν υποβληθεί μετά την συντέλεση της απαλλοτριώσεως δοθέντος ότι έτσι επιτυγχάνεται και ο οικονομικός και αποταμιευτικός σκοπός για το Δημόσιο που αποβλέπει εκτός των άλλων η επίμαχη διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του νόμου 880/1979.

 

Αποκλίνουμε όμως προς την άποψη ότι το χρονικό αυτό σημείο κατά την αληθή έννοια της κρινομένης διατάξεως θα πρέπει να είναι κρίσιμο γιατί πριν από την συντέλεση της απαλλοτριώσεως ο ενδιαφερόμενος καθ' ο είχε ευχέρεια νόμιμα ζήτησε από την Διοίκηση την κίνηση διαδικασίας μεταφοράς συντελεστού δόμησης αντί της αποζημιώσεως για το ρυμοτομούμενο και συνεπώς όπως έκρινε η γνωμοδότηση αν προηγήθηκε η συντέλεση της απαλλοτριώσεως το γεγονός αυτός δεν τον εμποδίζει μετά την ανατροπή κατά τον εκτεθέντα τρόπο των αποτελεσμάτων της συντελεσμένης απαλλοτριώσεως να ζητήσει την ικανοποίηση της αιτήσεώς του για μεταφορά συντελεστού δόμησης.

 

Μετά όμως από την συντέλεση της απαλλοτριώσεως δεν νομιμοποιείται πλέον κατά την άποψή μας ο καθ' ου η απαλλοτρίωση να ζητήσει το πρώτον στο στάδιο αυτό την κίνηση της διαδικασίας μεταφοράς συντελεστού δόμησης καθόσον όπως αναφέρθηκε κατά την έννοια της διατάξεως της παραγράφου 7 του άρθρου 2 σε συνδυασμό με τις σχετικές διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος 797/1971 την ευχέρεια του αυτή θα μπορεί να την ασκήσει καθ' ον χρόνον στο ρυμοτομούμενο δεν έχει περατωθεί η απαλλοτριωτική διαδικασία που επέρχεται με την συντέλεση της απαλλοτριώσεως.

 

Συνεπώς επί των τεθέντων ερωτημάτων φρονούμε ότι προσήκουν οι παραπάνω απαντήσεις.

 

Ο Πάρεδρος Διοίκησης

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.