Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 410/1983 (06-06-1983)
Ι. Σχετικά με το υπ' αριθμόν 28530/5500/1983, έγγραφο ερώτημά σας, παρατηρούμε καταρχήν ότι τούτο αναφέρεται στην παράλληλη ισχύ πολλών νομοθετημάτων για την αυθαίρετη δόμηση, τα οποία λόγω της περιπτωσιολογίας τους δημιουργούν σύνθετα ζητήματα, για τα οποία ενδεχομένως να παραστεί ανάγκη πιο συγκεκριμένης κάθε φορά αντιμετώπισης. Έτσι πιο κάτω διατυπώνουμε τη γνώμη μας πάνω στα προβλήματα, που, όπως προκύπτει από το έγγραφό σας, απασχολούν την υπηρεσία σας σχετικά με το θέμα αυτό, ενόψει της εφαρμογής του πρόσφατου νόμου 1337/1983. Γενικά πάντως παρατηρούμε ότι κατά την ερμηνεία του νόμου αυτού παρουσιάζεται δυσχέρεια που οφείλεται στην έλλειψη πλήρους συστήματος καταργητικών διατάξεων, γενικών ή μερικών, έτσι ώστε προκειμένου να κριθεί η παράλληλη ισχύς διατάξεων άλλων προγενέστερων νομοθετημάτων πρέπει, ενόψει του άρθρου 2 του Αστικού Κώδικα, κατά το οποίο ο νόμος δεν τον καταργήσει ρητώς ή σιωπηρώς, να ερευνάται κάθε φορά αν η κρινόμενη διάταξη του προγενέστερου νόμου είναι αντίθετη ή ασυμβίβαστη προς τον νεώτερο αυτό νόμο και συνεπώς θεωρείται σιωπηρώς καταργηθείσα απ' αυτόν (Μπαλή Γενικές Αρχές παράγραφος 6 Γεωργιάδη - Σταθόπουλου Γενικές Αρχές υπό το άρθρο 2 παράγραφος 14, ολομέλεια Άρειος Πάγος 310/1966 Νομικό Βήμα 14 σελίδα 314, Άρειος Πάγος 588/1969 Νομικό Βήμα 18 σελίδα 314 κ.α).
ΙΙ. Στο κεφάλαιο Β του νόμου 1337/1983 αντιμετωπίζεται κατά τρόπο πάγιο και εξαντλητικό από τον νομοθέτη πάνω σε νέες βάσεις ολόκληρο το φάσμα των αυθαιρέτων κτισμάτων, παλαιών και νέων, προς το σκοπό της αρμονικής και σύμμετρης πολεοδομικής ανάπτυξης των οικισμών. Ειδικότερα στο άρθρο 15 προβλέπεται η αναστολή της κατεδάφισης των αυθαιρέτων κτισμάτων που έχουν ανεγερθεί μέχρι της 31-01-1983 και που βρίσκονται εντός ή εκτός του σχεδίου πόλεως ή εντός οικισμού προ του 1923, αν οι ιδιοκτήτες υποβάλλουν εμπρόθεσμα δηλώσεις (αρχική και συμπληρωματική), που προβλέπονται στο άρθρο αυτό.
Στην παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι δεν απαιτούνται τέτοιες δηλώσεις για αυθαίρετα κτίσματα που έχουν δηλωθεί κατά τις διατάξεις του αναγκαστικού νόμου 410/1968 και του νόμου 720/1977, για τις επί πλέον όμως προσθήκες στα παραπάνω κτίσματα εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου αυτού. Σε συνέχεια στο άρθρο 16 σε συνδυασμό προς το άρθρο 18 προβλέπεται η δυνατότητα να εξαιρεθούν από την κατεδάφιση τα αυθαίρετα κτίσματα είτε κείνται εντός σχεδίου ή εντός οικισμών προ του 1923 είτε βρίσκονται εκτός αυτού, καθορίζονται η διαδικασία και τα κριτήρια της εξαίρεσης αυτής και προβλέπεται σε περίπτωση τέτοιας εξαίρεσης, η επιβολή ειδικής εισφοράς και προστίμου διατήρησης του αυθαιρέτου, ενώ στο άρθρο 17 αντιμετωπίζεται σφαιρικά επί μονίμου βάσεως η κατασκευή νέων αυθαιρέτων κτισμάτων.
ΙΙΙ. Από τη διάταξη του άρθρου 15 του νόμου 1337/1983 που εξαγγέλλει την δυνατότητα αναστολής κατεδάφισης όλων των αυθαίρετων κτισμάτων που έχουν αναγερθεί μέχρι 31-01-1983, εφόσον υποβληθούν οι δηλώσεις που προβλέπονται από το ίδιο άρθρο, και την παράγραφο 7 αυτού, κατά την οποία δεν απαιτούνται τέτοιες δηλώσεις για τα αυθαίρετα που έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του αναγκαστικού νόμου 410/1968 και του νόμου 720/1977, ερμηνευόμενες σύμφωνα με το πνεύμα του νόμου αυτού που κατά τα εκτεθέντα, θέλησε να ρυθμίσει πάγια και εξαντλητικά το όλο ζήτημα των αυθαίρετων εν γένει κατασκευών, λαμβάνοντας υπόψη και την ήδη υφισταμένη νομοθεσία, προκύπτει, κατά την γνώμη μας, ότι εφόσον κατά την έναρξη ισχύος του νέου νόμου το αυθαίρετο κτίσμα υπαγόταν στην ρύθμιση του αναγκαστικού νόμου 410/1968 και δεν είχε υποβληθεί δήλωση του τελευταίου τούτου νόμου, υπάγεται εφεξής στη ρύθμιση του νόμου 1337/1983 και συνεπώς οι ιδιοκτήτες τέτοιων μπορούν να υποβάλλουν δηλώσεις κατά το νόμο, αυτό, σύμφωνα με τον οποίο θα κριθούν τα ανωτέρω κτίσματα. Τούτο γιατί αντίκειται προς το ως άνω πνεύμα του νόμου 1337/1983, που αντιμετωπίζει κατά τα εκτεθέντα σφαιρικά και εξαντλητικά το θέμα της αυθαίρετης δόμησης, να δηλώνονται υπό την ισχύ του και μάλιστα χωρίς την τήρηση των προθεσμιών που θέτει αυτός, αυθαίρετα κτίσματα που θα υπάγονται σε διάφορο ρύθμιση (του αναγκαστικού νόμου 410/1968) και μάλιστα ευνοϊκότερη από την προβλεπόμενη απ' αυτόν, τόσον από την άποψη κριτηρίων για την εξαίρεση από την κατεδάφιση, όσον και από την άποψη των συνεπειών της αυθαίρετης δόμησης, αφού τα μεν υπαγόμενα στον αναγκαστικό νόμο 410/1968 αυθαίρετα ακίνητα εξαιρούνται από την κατεδάφιση με καταβολή της απ' αυτόν προβλεπόμενης εισφοράς, ενώ για τα λοιπά αυθαίρετα προβλέπεται από το νεώτερο νόμο η αναστολή από την κατεδάφιση και σε περίπτωση εξαίρεσης απ' αυτή η καταβολή από τον ιδιοκτήτη πλην της ειδικής εισφοράς αυθαιρέτου και προστίμου διατήρησης αυθαιρέτου.
Συνεπώς πρέπει να σημειωθεί ότι σχετικά με τα αυθαίρετα κτίσματα που υπάγονταν στο νόμο 720/1977, ο οποίος προέβλεπε την αυτόματη εξαίρεση από την κατεδάφιση αυτών, ο νόμος 1337/1983 περιέχει ειδικές ρυθμίσεις στο άρθρο 20 αυτού, ενόψει του ότι η εξαίρεση αυτή κρίθηκε από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ' αριθμόν 1876/80 απόφασή της ως αντισυνταγματική.
Εξάλλου η παράλληλη με τον νόμο 720/1977 ισχύς των διατάξεων του αναγκαστικού νόμου 410/1968 δεν μπορεί, φρονούμε, να αποτελέσει επιχείρημα για την παράλληλη ισχύ του ίδιου αναγκαστικού νόμου με το νόμο 1337/1983, ως προς τις δηλώσεις που υποβάλλονται μετά τον τελευταίο τούτο νόμο, δοθέντος ότι ο νόμος 720/1977 αναφέρεται σε ορισμένη κατηγορία αυθαιρέτων που είχαν ανεγερθεί πριν απ' αυτόν και περιέχει διατάξεις μόνον σε σχέση μ' αυτά, ενώ με το νόμο 1337/1983 επιχειρείται η εξαντλητική και πάνω σε μόνιμη πια βάση ρύθμιση του ζητήματος των αυθαιρέτων, τόσο των παλαιών, όσο και των νέων, σε τρόπο ώστε η παράλληλη με τον νεώτερο νόμο ισχύς των διατάξεων του αναγκαστικού νόμου 410/1968, για τα ακίνητα που δεν είχαν δηλωθεί κατά τις διατάξεις αυτού, να μη φαίνεται πλέον ανεκτή. Κατόπιν των ανωτέρω, σχετικά με το οικείο (αριθμός 2) σκέλος του ερωτήματός σας, έχουμε τη γνώμη ότι, καίτοι δεν υπάρχει στο νόμο 1337/1983 σαφής ρύθμιση διαχρονικού δικαίου ως προς την ισχύ των διατάξεων του αναγκαστικού νόμου 410/1968, δεν είναι πλέον δυνατή μετά τον νεώτερο νόμο η υποβολή δηλώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του αναγκαστικού νόμου 410/1968, ο οποίος ως προς το σημείο τούτο πρέπει να θεωρηθεί ότι καταργήθηκε σιωπηρώς με τον νεώτερο νόμο 1337/1983.
IV. Στο άρθρο 17 του νόμου 1337/1983 ρυθμίζεται εξαντλητικά και με αυστηρότητα το ζήτημα των νέων αυθαιρέτων κτισμάτων που ανεγείρονται μετά την 01-01-1983 ή δεν εξαιρούνται από την κατεδάφιση κατά το άρθρο 15 αυτού. Ειδικότερα προβλέπεται ρητώς και ανεπιφυλάκτως η υποχρεωτική κατεδάφιση αυτών χωρίς διάκριση εάν πρόκειται για μικρές ή μεγάλες παραβιάσεις και η επιβολή προστίμου ανέγερσης αυθαιρέτου και διατήρησης αυτού, απαγγέλλονται δε ποινές κατά των συνεργούντων στην αυθαίρετη δόμηση. Μάλιστα στην παράγραφο 7 του άρθρου αυτού προβλέπεται η έκδοση προεδρικού διατάγματος, που θα καθορίζει μεταξύ άλλων του όρους, τις προϋποθέσεις και την διαδικασία διαπίστωσης του αυθαιρέτου, που ρυθμίζονται ήδη στα άρθρα 118 και επόμενα του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού. Ενόψει της αυστηρότητας και της αποκλειστικότητας που παρουσιάζει η παραπάνω ρύθμιση θα πρέπει κατά την γνώμη μας να γίνει δεκτό, σε σχέση με το αντίστοιχο (αριθμός 1) σκέλος του ερωτήματος, ότι είναι ασυμβίβαστες προς το νόμο 1337/1983 και επομένως σιωπηρά καταργημένες κατά τα εκτεθέντα οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 124 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού κατά τις οποίες μπορεί να εγκρίνεται, σύμφωνα με τη διαδικασία της επομένης παραγράφου 4, από τη Διοίκηση η εξαίρεση από την κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών εάν πρόκειται περί μικροπαραβάσεων, των οποίων η καθαίρεση θα απέβαινε σε υπέρμετρη βλάβη του κτιρίου ή θα έθετε σε κίνδυνο τη φέρουσα κατασκευή αυτού ή θα παράβλαπτε υπέρμετρα την αισθητική εμφάνιση του κτιρίου ή θα απαιτούσε υπέρμετρες δαπάνες για την αποκατάσταση της αισθητικής και των οποίων παραβάσεων η διατήρηση δεν θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της κατασκευής, ούτε θα απέβαινε υπέρμετρα σε βάρος των πόλεων. Αν ο νομοθέτης, που τελεί εν γνώσει του ζητήματος των μικροπαραβάσεων τούτων, ήθελε την διατήρηση της ισχύος των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 124 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, ρητά θα παρέπεμπε σ' αυτή, όπως κάνει στο άρθρου 18 παράγραφος 4 σχετικά με την ισχύ των άρθρων 118 παράγραφος 2 και 120 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, που καθορίζουν την έννοια του αυθαίρετου και τους υπόχρεους για την καταβολή του προστίμου, που προβλέπεται γι' αυτά. Από την παραβολή μάλιστα του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983 προς την παράγραφο 1 του άρθρου 16 αυτού προκύπτει ότι η υπέρμετρη βλάβη της πόλεως από το αυθαίρετο κτίσμα, την οποία δεν προκαλούν συνήθως η μικροπαραβάσεις αυτές, αποτελεί κριτήριο ως προς την εξαίρεση από την κατεδάφιση των αυθαιρέτων κτισμάτων του άρθρου 16 και όχι και του άρθρου 17, ήτοι των νέων κτισμάτων.
V. Στην επόμενη παράγραφο 5 του άρθρου 124 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού ρυθμίζεται η περίπτωση των κατασκευαζόμενων κτιρίων βάσει αδείας που εκδόθηκε μεν με ευθύνη του μελετητή, αλλά ελέγχθηκε από την υπηρεσία ως καλώς έχουσα και προβλέπεται η δυνατότητα να κριθεί το κτίριο σαν μη κατεδαφιστέο κατά τις διατάξεις του αναγκαστικού νόμου 410/1968, έστω και εάν εκ των υστέρων κρίθηκε ότι αντίκειται στις κείμενες διατάξεις επί θεμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 119 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού. Στις περιπτώσεις αυτές η δήλωση του άρθρου 2 του αναγκαστικού νόμου 410/1968 γίνεται μέσα σε εξάμηνη προθεσμία που αρχίζει από την διαπίστωση της παραβάσεως και πάντως όχι πριν συμπληρωθεί εξάμηνο από την ισχύ του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού. Σχετικά με την διάταξη αυτή παρατηρούμε ότι ο νομοθέτης στη νέα εξαντλητική ρύθμιση που επιχειρεί με τον νόμο 1337/1983 δεν περιέχει ειδική ρύθμιση για τα αυθαίρετα, που ανεγέρθηκαν με ελεγμένη από την υπηρεσία άδεια, καίτοι το ζήτημα τούτο ήταν γνωστό σ' αυτόν και θα ανακύπτει και στο μέλλον, αλλά υπάγει και τα ανωτέρω αυθαίρετα, παρά την κάποια ιδιαιτερότητα που εμφανίζει η περίπτωσή τους, στις γενικές ρυθμίσεις περί αυθαιρέτων. Έτσι φρονούμε ότι πρέπει να αποκλεισθεί η επιβίωση της διατάξεως αυτής μετά το νόμο 1337/1983, που θα είχε σαν συνέπεια να κρίνονται οι σχετικές περιπτώσεις, οπόταν στο μέλλον εμφανίζονται, κατά τις διατάξεις του αναγκαστικού νόμου 410/1968, που δεν συμπορεύονται προς τις διατάξεις του νόμου 1337/1983. Η αντίθετη γνώμη θα μπορούσε να στηριχθεί στην ιδιαιτερότητα που παρουσιάζουν οι περιπτώσεις αυτές, κατά την οποία η ελεγμένη από την υπηρεσία οικοδομική άδεια κρίνεται μεταγενεστέρως μη νόμιμη ενόψει και του ότι η παράγραφος αυτή, αναφερόμενη σε ορισμένη κατηγορία κτισμάτων, έχει μεταβατικό χαρακτήρα.
VI. Συναφής προς την διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 124 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού τυγχάνει η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του νόμου 720/1977, που αναφέρεται στο τρίτο σκέλος του ερωτήματός σας, κατά την οποία κτίριο ή μέρος αυτού που κατασκευάστηκε με άδεια, εκδοθείσα μέχρι της ισχύος του νόμου τούτου, είτε αυτή εκδόθηκε μετά από έλεγχο της αρχής, είτε εκδοθείσα με ευθύνη του μελετητή ελέγχθηκε από την αρμόδια υπηρεσία ως καλώς έχουσα, εξαιρείται από την κατεδάφιση, κατόπιν υποβολής των κατ' άρθρο 1 του νόμου εκείνου δηλώσεων, χωρίς καταβολή της εισφοράς του άρθρου 2 αυτού. Φρονούμε ότι η διάταξη αυτή δεν μπορεί να εφαρμοσθεί, γιατί η αυτόματη εξαίρεση από την κατεδάφιση, στην οποία αναφέρεται, πρέπει να θεωρηθεί αντισυνταγματική, όπως κρίθηκε κατά τα εκτεθέντα η διάταξη του άρθρου 1 του νόμου 720/1977, από την οποία είναι εννοιολογικά εξαρτημένη. Εν γένει και ως προς την εφαρμογή της διάταξης αυτής μετά τον νόμο 1337/1983 ισχύουν αναλόγως, όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, σχετικά με την παράγραφο 5 του άρθρου 124 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού.
Ο Νομικός Σύμβουλος Διοίκησης