Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Αριθμός 2242/1994
Το Συμβούλιο της Επικρατείας
Τμήμα Ε'
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 01-06-1994, με την εξής σύνθεση: Μ. Δεκλερής, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε Τμήματος, Γ. Δεληγιάννης, Ι. Μαρή, Κ. Μενουδάκος, Π. Ν. Φλώρος, Σύμβουλοι, Μ. Καραμανώφ, Ι. Μαντζουράνης, Πάρεδρος. Γραμματέας ο Β. Μαντζουράνης.
Δια να δικάσει την από 07-10-1992 αίτηση:
των: 1. _________, ... 27 _________
κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Ηλία Παπαδόπουλο, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,
και κατά του παρεμβαίνοντος Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (στο εξής ΟΜΜΑ), ιδρύματος μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Βασιλίσσης Σοφίας και Π. Κόκκαλη), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Προκόπη Παυλόπουλο (αριθμός μητρώου 7107), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες ζητούν να ακυρωθεί το από 30-09-1992 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 1070/Δ/1992) περί τροποποιήσεως του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγητού, Παρέδρου, Μ. Καραμανώφ.
Κατόπιν, το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων που παρέστησαν, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο του παρεμβαίνοντος Οργανισμού και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, που ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του Δικαστηρίου και,
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά το νόμο
1. Επειδή διά της υπό κρίσιν αιτήσεως, διά την οποίαν κατεβλήθησαν τα νόμιμα τέλη και το παράβολον (υπ' αριθμόν 1250697-8/1992 διπλότυπα Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, υπ' αριθμόν 592680, 2465024/1992 ειδικά γραμμάτια παραβόλου), ζητείται η ακύρωσις του από 30-09-1992 προεδρικού διατάγματος περί τροποποιήσεως του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου Αθηνών εις τον κοινόχρηστο χώρο 33 (Πάρκο Ελευθερίας) και τα παρακείμενα οικοδομικά τετράγωνα 32, 34 και 35 ως και περί καθορισμού όρων και περιορισμών δομήσεως των εντός του ανωτέρω χώρου εγκρινομένων κτιρίων (ΦΕΚ 1070/Δ/1992).
2. Επειδή ο 6ος, 9ος, 17ος, 18ος, 19ος, 21ος, 23ος, 24ος και 27ος των αιτούντων δεν παρέστησαν επ' ακροατηρίου ουδέ προσήγαγαν εντός της νομίμου προθεσμίας νόμιμο πληρεξούσιον. Όθεν, η υπό κρίσιν αίτησις είναι, ως προς αυτούς, απορριπτέα ως απαράδεκτος.
3. Επειδή οι αιτούντες, φερόμενοι ως ιδιοκτήτες διαμερισμάτων πολυκατοικίας ευρισκομένης εντός του κοινοχρήστου χώρου 33, εις τον οποίον αφορά η επίμαχος τροποποίησις, έχουν έννομο συμφέρον προς άσκηση της υπό κρίσιν αιτήσεως.
4. Επειδή εις την δίκην παρεμβαίνει μετ' εννόμου συμφέροντος υπέρ του κύρους του προσβαλλόμενου διατάγματος το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υπό την επωνυμία Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, εις ο αφορούν ρυθμίσεις του διατάγματος τούτου.
5. Επειδή εις τις παραγράφους 1 και 2 του νόμου [Ν] 205/1975 Περί εντάξεως περιοχής εις το Πνευματικόν Κέντρον Αθηνών (ΦΕΚ 235/Α/1975) ορίζονται τα εξής:
{1. Η εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως Αθηνών περιοχή η περιλαμβανομένη μεταξύ των οδών Βασιλίσσης Σοφίας, Λάχητος, του προς νότον ορίου του Νοσοκομείου Πολεμικού Ναυτικού και του ανατολικού ορίου του Νοσηλευτικού Ιδρύματος του Μετοχικού Ταμείου Στρατού μέχρι της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, εντάσσεται εις το κατά το νομοθετικό διάταγμα [Ν] 1122/1972 Πνευματικόν Κέντρον Αθηνών, εντός δε ταύτης, πλην του ήδη υπάρχοντος μνημείου, επιτρέπεται μόνον η ανέγερσις του υπό της υπ' αριθμόν 179/1956 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, της κυρωθείσης διά του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 3700/1957, προβλεπομένου Μεγάρου Μουσικής του Συλλόγου οι Φίλοι της Μουσικής.
2. Η πολεοδομική διάρθρωσις της περιοχής, η θέσις εν αυτή του κατά την προηγουμένη παράγραφο κτιρίου, οι όροι δομήσεως και το ανώτατον ύψος αυτού κατ' εξαίρεση από πάσης άλλης διατάξεως ως και η διαμόρφωσις του υπολοίπου χώρου εις χώρο πρασίνου ή ακάλυπτο τοιούτον καθορίζονται διά προεδρικού διατάγματος εκδιδομένου με πρόταση του Υπουργού Δημοσίων Έργων. Διά του αυτού προεδρικού διατάγματος δύναται να καταργηθούν υφιστάμενες εντός της περιοχής οδοί και να καθορισθεί πάσα εν γένει συναφής λεπτομέρεια.}
Επί τη βάσει των ανωτέρω διατάξεων εξεδόθη το από [ΠΔ] 09-02-1976 προεδρικό διάταγμα Περί πολεοδομικής διαρθρώσεως της περιοχής του Πνευματικού Κέντρου Αθηνών της περικλειόμενης μεταξύ των οδών Βασιλίσσης Σοφίας, Λάχητος, του προς Νότον ορίου του Νοσοκομείου Πολεμικού Ναυτικού και του Ανατολικού ορίου του Νοσηλευτικού Ιδρύματος του Μετοχικού Ταμείου Στρατού μέχρι της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας (ΦΕΚ 59/Δ/1976) διά του οποίου α) καθορίσθηκε η θέσις ανεγέρσεως του Μεγάρου Μουσικής του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής, β) καταργήθηκε η οδός Ευζώνων κατά το εμπίπτον εντός του ως άνω χώρου τμήμα, γ) διαπλατύνθηκε η οδός Λάχητος κατά το μεταξύ των οδών Ευζώνων και Βασιλίσσης Σοφίας τμήμα, δ) καθορίσθηκε κοινόχρηστος χώρος πρασίνου, ως ειδικότερα εμφαίνεται εις το προσαρτημένο και συν-δημοσιευθέν διάγραμμα και τέλος, καθορίσθηκαν όροι και περιορισμοί δομήσεως διά την ανέγερση του Μεγάρου Μουσικής.
Εν συνεχεία, διά του από [ΠΔ] 03-10-1978 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 663/Δ/1978) τροποποιήθηκε το ρυμοτομικό σχέδιον Αθηνών εις τον ως άνω καθορισθέντα διά την ανέγερση του Μεγάρου Μουσικής χώρο διά της εγκρίσεως υπογείου διαβάσεως αυτοκινήτων. Μετά ταύτα, διά της υπ' αριθμόν 1113/1990 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου Αθηνών (ΦΕΚ 507/Δ/1990) τροποποιήθηκε εκ νέου το ρυμοτομικό σχέδιον Αθηνών μεταξύ των οδών Σουηδίας, Λάχητος και Ευζώνων (οικοδομικό τετράγωνο 33) διά του χαρακτηρισμού υπογείου χώρου ως χώρου διά την κατασκευήν τριωρόφου σταθμού αυτοκινήτων.
Η απόφασις αυτή καταργήθηκε διά της μεταγενέστερης υπ' αριθμόν 102405/7167/1991 αποφάσεως του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 967/Δ/1991), διά της οποίας καθορίσθηκε νέον περίγραμμα του υπογείου χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων και επετράπη η δημιουργία δευτέρου, τρίτου και τετάρτου υπογείου διά την εξυπηρέτησιν σταθμού αυτοκινήτων 750 θέσεων.
Τέλος, διά του προσβαλλόμενου, από 30-09-1992 προεδρικού διατάγματος περί τροποποιήσεως του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου Αθηνών εις τον κοινόχρηστο χώρο 33 και εις τα 32, 34 και 35 οικοδομικά τετράγωνα ως και καθορισμού όρων και περιορισμών δομήσεως (ΦΕΚ 1070/Δ/1992):
α) εγένετο μετατόπισις των ρυμοτομικών και οικοδομικών γραμμών, κατάργησις των μεταξύ αυτών οδών και έγκρισις πεζοδρόμων,
β) τροποποιήθηκε το προβλεπόμενο από το εγκεκριμένο σχέδιον προκήπιο,
γ) εντός του κοινοχρήστου χώρου 33 ενεκρίθη το περίγραμμα ορισμένων κτιρίων, εμφαινομένων εις το συν-δημοσιευόμενο διάγραμμα, και δη:
α. Κτιρίου Μουσείου Εθνικής Αντίστασης υπό στοιχείον 5,
β. Κτιρίου Εκθεσιακών Χώρων υπό στοιχείον 6,
γ. Κτιρίου Μουσείου Ελευθερίου Βενιζέλου υπό στοιχείο 7,
δ. Κτιρίου Μουσείου γενικού ενδιαφέροντος υπό στοιχείο 8,
ε. Κτιρίου Συνεδριακού Κέντρου υπό στοιχεία 1, 2, 3, 4, 1,
στ. Κτιρίου εστιατορίου υπό στοιχείο 9,
ζ. Κτιρίου καταστημάτων υπό στοιχείο 10 και
η. Υπογείου Χώρου Τεχνικής Εξυπηρετήσεως του Μεγάρου Μουσικής υπό στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, Η1, Θ1, Κ, Κ1, Α.,
δ) Εις την πρώτην στάθμη (α όροφο) του καθορισθέντος διά της προμνημονευθείσης υπ' αριθμόν 102405/7167/1991 αποφάσεως του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων υπογείου χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων επετράπη η δημιουργία χώρου Συνεδριακών Εκδηλώσεων ως και οι απαραίτητοι διαμορφώσεις (αίθριο - εκσκαφές) εις τον περιβάλλοντα κοινόχρηστο χώρο προς εξασφάλιση του ηλιασμού αυτού και της επικοινωνίας του με τον κοινόχρηστο χώρο.
Τέλος διά του αυτού διατάγματος καθορίσθηκε το μέγιστον ύψος των ανεγερθησομένων εντός των εγκρινομένων περιγραμμάτων κτιρίων, και δη του κτιρίου Συνεδριακού Κέντρου υπό στοιχεία 1, 2, 3, 4, 1 εις 12 m, του κτιρίου εστιατορίου υπό στοιχείο 9 εις 4.5 m, του κτιρίου καταστημάτων υπό στοιχείον 10 εις 3 m και του α υπογείου ορόφου (χώρου Συνεδριακών Εκδηλώσεων) εις 5 m, μετρούμενα από το δάπεδον έως την οροφή, επεβλήθη δε η φύτευσις του κοινοχρήστου χώρου 33 με υψηλό και χαμηλό πράσινο.
6. Επειδή κατά τις διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγματος επιβάλλεται εις την πολιτεία, αφ' ενός μεν η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αφ' ετέρου δε ο ορθολογικός χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός προς εξασφάλιση των αρίστων δυνατών όρων διαβιώσεως. Εκ του συνδυασμού των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι συνταγματικής προστασίας τυγχάνει όχι μόνον το φυσικό αλλά και το οικιστικό ή αστικό περιβάλλον, εκ του οποίου εξαρτάται εν πολλοίς η υγεία και η ποιότης ζωής των κατοίκων των πόλεων. Μεταξύ δε των διαφόρων παραγόντων του αστικού περιβάλλοντος, πρόδηλη ζωτική σημασία έχουν οι ελεύθεροι κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου, οι οποίοι, προκειμένου ιδία περί των συγχρόνων μεγαλουπόλεων, αποτελούν το εντελώς απαραίτητον διά την υγείαν των ανθρώπων υποκατάστατο του φυσικού περιβάλλοντος. Η ανάγκη δε προστασίας των χώρων αυτών καθίσταται συνεχώς επιτακτικότερα, καθ' ο μέτρον επιχειρείται, φανερώς ή συγκεκαλυμμένως, φαλκίδευσις της εκτάσεως αυτών προς επιδίωξη άλλων δημοσίων σκοπών ένεκεν του υπέρογκου κόστους των απαλλοτριώσεων εις την σύγχρονη πόλη. Τοιουτοτρόπως η διατήρησις των χώρων αυτών αποτελεί πλέον υψίστη προτεραιότητα διά την προστασία της ποιότητος του αστικού περιβάλλοντος, εις τρόπον ώστε και ελαχίστης τοιαύτης εκτάσεως η απώλεια να λογίζεται ανεπίτρεπτος επιδείνωσις του οικιστικού περιβάλλοντος. Εντεύθεν έπεται ότι δύναται μεν ο νομοθέτης, εις το πλαίσιον αστικών αναπλάσεων, να προβαίνει εις αναδιάταξη των χώρων αυτών, αλλά μόνον υπό τον απαράβατο όρον ότι εκ των αναπλάσεων τούτων δεν θα μειώνεται ουδέ επ' ελάχιστον η έκτασις των κοινοχρήστων τούτων χώρων, του όπερ υπόκειται εις τον πλήρη έλεγχο του ακυρωτικού δικαστού. Υπό την έννοια αυτήν, δύναται μεν εις το πλαίσιον αναπλάσεως να πραγματοποιείται ανταλλαγή κοινοχρήστου χώρου με οικοδομήσιμο τοιούτον, καθ' ην κοινόχρηστος χώρος, αποχαρακτηριζόμενος, καθίσταται οικοδομήσιμος έναντι αφορισμού ίσης εκτάσεως οικοδομήσιμου χώρου εις κοινόχρηστο. Πλην, όμως, κατά τις κείμενες διατάξεις νόμων, διά μεν τον αποχαρακτηρισμό κοινοχρήστου χώρου αρκεί η νομότυπος τροποποίησις του οικείου σχεδίου πόλεως, ενώ διά την μετατροπή οικοδομήσιμου χώρου εις κοινόχρηστο απαιτείται και η συντέλεσις της οικείας απαλλοτριώσεως. Ενυπάρχει ούτω εις την ειρημένη ανταλλαγή ο κίνδυνος προσωρινής ή και οριστικής απώλειας του αφορισθέντος κοινοχρήστου χώρου, εις ην περίπτωσιν ήθελε καθυστερήσει ή δεν ήθελε πραγματοποιηθεί η συντέλεσις της οικείας απαλλοτριώσεως. Επομένως, είναι πρόδηλο ότι στοιχειώδης εγγύησις προς διασφάλιση της κατά τα άνω συνταγματικώς προστατευόμενης εκτάσεως των αστικών κοινοχρήστων χώρων αποτελεί ο σεβασμός του κανόνος "πράσινο αντί πρασίνου". Πρακτικώς τούτο σημαίνει ότι, κατά την σύμφωνον προς το Σύνταγμα έννοια των οικείων διατάξεων νόμων, ο αποχαρακτηρισμός κοινοχρήστου χώρου εις το πλαίσιον αναπλάσεως τελεί υπό τον αυτονόητον όρον της συντελέσεως της απαλλοτριώσεως του αφοριζόμενου, εις αντιστάθμισή του, οικοδομήσιμου χώρου, μη αρκούσης της απλής κηρύξεως της απαλλοτριώσεως, η οποία εμπεριέχεται εις την τροποποίηση του σχεδίου πόλεως. Κατά ταύτα, διά να είναι νόμιμος ο αποχαρακτηρισμός κοινοχρήστου χώρου εις το πλαίσιον αναπλάσεως, δέον να συνοδεύεται από σαφή ρήτρα, καθ' ην η ισχύς της οικείας ατομικής πράξεως περί τροποποιήσεως του σχεδίου πόλεως ήρτηται από την συντέλεση της απαλλοτριώσεως του αντιστοίχως αφοριζόμενου οικοδομήσιμου χώρου, ης (ρήτρας) ελλειπούσης, είναι άκυρος τόσον ο αποχαρακτηρισμός του κοινοχρήστου όσον και ο αφορισμός του οικοδομήσιμου χώρου, λόγω του ειρημένου αρρήκτου νομικού δεσμού αυτών.
7. Επειδή εκ των ανωτέρω ρυθμίσεων προκύπτει ότι διά του προσβαλλόμενου προεδρικού διατάγματος επιχειρείται ανάπλασις του μείζονος χώρου του λεγομένου Πάρκου Ελευθερίας (κοινοχρήστου χώρου 33) και των παρακειμένων οικοδομικών τετραγώνων 32, 34 και 35, μη αποκλειόμενη, κατ' αρχήν, εκ του προμνημονευθέντος νόμου [Ν] 205/1975, εφ' όσον λαμβάνει χώραν επί τη βάσει την συν-ισχυουσών διατάξεων των άρθρων 3, 9, 29 και 70 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος (ΦΕΚ 228/Α/1923), τελούσα πάντως υπό τον ειρημένο αυτονόητον όρον του μη περιορισμού της κοινοχρήστου εκτάσεως του χώρου τούτου, διατηρούντος πάντοτε τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του κατά πάντα τα τμήματα αυτού τα μη καταλαμβανόμενα υπό νομίμων κτισμάτων. Ως όμως προκύπτει εκ των στοιχείων του φακέλλου και του συνοδεύοντος το διάταγμα υπ' αριθμόν 296/1992 Πρακτικού Επεξεργασίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, εις το πλαίσιον της αναπλάσεως ταύτης, τμήμα του κοινοχρήστου πρασίνου, αποχαρακτηριζόμενο προορίζεται διά την ανέγερση Συνεδριακού Κέντρου υπό στοιχεία 1, 2, 3, 4, 1, έναντι της αποδόσεως εις το κοινόχρηστο πράσινο εκτάσεως καταλαμβανόμενης υπό της πολυκατοικίας των αιτούντων. Η τοιαύτη αναδιάταξη οικοδομήσιμου και κοινοχρήστου χώρου εις το πλαίσιον της αναπλάσεως του Πάρκου Ελευθερίας είναι, κατά τα προεκτεθέντα, νόμιμος κατ' αρχήν, πλην όμως, δεν εγένετο, διά του προσβαλλόμενου προεδρικού διατάγματος κατά τον προεκτεθέντα προσήκοντα τρόπον, καθ' όσον ούτε εις το κείμενον του διατάγματος τούτου έχει περιληφθεί η αναγκαία κατά τα άνω ρήτρα, εξαρτώσα την ισχύ του αποχαρακτηρισμού του χώρου του προοριζομένου διά το εν λόγω Συνεδριακό Κέντρο εκ της συντελέσεως της απαλλοτριώσεως της πολυκατοικίας, ούτε δ' εκ του φακέλλου προκύπτει ότι έλαβε χώραν τοιαύτη συντέλεσις. Επομένως, κατά τα προεκτεθέντα, το προσβαλλόμενο διάταγμα, καθ' ο μέρος προβαίνει εις τον αποχαρακτηρισμό του κοινοχρήστου τούτου χώρου χωρίς την αρρήκτως μετ' αυτού συνδεόμενη ρήτρα, εξαρτώσα την ισχύ του αποχαρακτηρισμού εκ της συντελέσεως της απαλλοτριώσεως, είναι, διά τον λόγον τούτον, αυτεπαγγέλτως ερευνώμενο, ακυρωτέο ως μη νόμιμο.
8. Επειδή, εκ της ειρημένης αναδιατάξεως των κοινοχρήστων και οικοδομήσιμων χώρων του οικοδομικού τετραγώνου 33 θεμιτή παρίσταται, νομίμως αντισταθμιζόμενη εις πράσινο, μόνον η ανέγερσις του Συνεδριακού Κέντρου υπό στοιχεία 1, 2, 3, 4, 1, ουχί όμως και του εις οικείον διάγραμμα απεικονιζόμενου πολιτιστικού κέντρου υπό στοιχεία Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV, I, διά το οποίον ουδόλως προβλέπεται, ως έδει, το οικείον αντιστάθμισμα πρασίνου. Το κτίριον τούτο, καίπερ μη μνημονευόμενο εις το κείμενον του προσβαλλόμενου προεδρικού διατάγματος, εξακολουθεί απεικονιζόμενο εις το επίσημο διάγραμμα, διά τον λόγον δε αυτόν, και προς άρση πάσης αμφιβολίας, είναι σε τούτο ακυρωτέο το οικείον μέρος του διαγράμματος, λογιζόμενο ως εμπεριέχον την πράγματι ηθελημένη ρύθμιση του διαγράμματος, κατά τα βασίμως προτεινόμενα διά της υπό κρίσιν αιτήσεως.
9. Επειδή, κατά τα προεκτεθέντα, η συνταγματική απαγόρευσις της μειώσεως της εκτάσεως των κοινοχρήστων χώρων εις τις πόλεις δεν αποκλείει την αναδιάταξη οικοδομήσιμων και κοινοχρήστων χώρων εις ορισμένη περιοχήν, αλλά μόνον την συνεπεία ταύτης τελική μείωσιν των κοινοχρήστων χώρων. Εν προκειμένω δε, αυτός ούτος ο αποχαρακτηρισμός τμήματος του κοινοχρήστου χώρου 33 προς ανέγερση του ειρημένου συνεδριακού κέντρου δεν συνεπάγεται άνευ άλλου τινός μείωσιν του πρασίνου, ως αβασίμως υποστηρίζεται διά της υπό κρίσιν αιτήσεως, διότι, ως προκύπτει εκ του προσβαλλόμενου διατάγματος και των στοιχείων του φακέλλου ούτος γίνεται εις το πλαίσιον αναδιατάξεως των ελευθέρων και οικοδομήσιμων χώρων του Πάρκου Ελευθερίας και εις το πλαίσιον τούτο αντισταθμίζεται κατ' αρχήν διά της αποδόσεως εις το πράσινο του χώρου της πολυκατοικίας των αιτούντων. Υπό τα δεδομένα ταύτα, η πρόβλεψις της ανεγέρσεως του Συνεδριακού Κέντρου δεν αντίκειται εις τον ρηθέντα κανόνα, αλλά πάσχει, κατά τα προεκτεθέντα, μόνον καθ' ο μέρος δεν εξαρτά τον αποχαρακτηρισμό του πρασίνου εκ της συντελέσεως της οικείας απαλλοτριώσεως. Όθεν, οι περί του εναντίου ισχυρισμοί της υπό κρίσιν αιτήσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.
10. Επειδή, εξ ετέρου, η κατά τα άνω συνταγματική απαγόρευσις της μειώσεως των κοινοχρήστων χώρων των πόλεων χωρεί ανεξαρτήτως του είδους του δημοσίου συμφέροντος προς επιδίωξη του οποίου αποχαρακτηρίζονται αυτοί άρα, ισχύει και όταν η μείωσις αυτή επιχειρείται διά σκοπούς πολιτιστικού χαρακτήρος, θαλπόμενους υπό της πολιτείας εις το πλαίσιον της ενθαρρύνσεως των τεχνών κατά το άρθρο 16 του Συντάγματος. Το ζήτημα δε τούτο είναι διάφορον προς την προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας, κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος, η οποία αφορά εις την διατήρηση των πολιτιστικών μνημείων, περί ων δεν πρόκειται εις την υπό κρίσιν υπόθεση. Επομένως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο νομικός ισχυρισμός της παρεμβάσεως, κατά τον οποίον η θυσία του επιμάχου κοινοχρήστου χώρου συγχωρείται λόγω της ισοτίμου προστασίας την οποίαν απολαμβάνει κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος το πολιτιστικό περιβάλλον. Διότι ο κοινωφελής σκοπός της επεκτάσεως του Μεγάρου Μουσικής, μη αποτελούντος πολιτιστικό μνημείον, κατά την έννοια του άρθρου 24 του Συντάγματος, αποτελεί μεν θεμιτόν δημόσιον (πολιτιστικό) σκοπόν, ο σκοπός, όμως, ούτος δεν είναι ισοδύναμος ουδέ κατισχύει της συνταγματικής προστασίας των κοινοχρήστων χώρων, εφ' όσον προδήλως δεν αφορά εις την προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας.
11. Επειδή, κατά τα προεκτεθέντα, ο κοινόχρηστος χώρος 33, του λεγομένου Πάρκου Ελευθερίας, προβλέπεται ως χώρος πρασίνου και υπό τον χαρακτήρα τούτον είναι διάφορος του αστικού πάρκου ή άλσους κατά την έννοια του άρθρου 48 του νόμου 998/1979. Εν τοις πράγμασι δε ο ειρημένος χώρος αποτελείται από διαφόρου φύσεως και διακεκριμένα αλλήλων κατά χώρο τμήματα, ήτοι τμήματα διαμορφωμένου πρασίνου, ακάλυπτους χώρους και συστάδας δένδρων μη αποτελούσας μετά των άλλων ενιαίο οργανικό σύνολον εις τρόπον ώστε ολόκληρος η έκτασις να δύναται να χαρακτηρισθεί ως ενιαίο άλσος ή πάρκο. Όθεν, ο αποχαρακτηρισμός τμήματος του εν λόγω κοινοχρήστου χώρου διά την ανέγερση του ειρημένου συνεδριακού κέντρου, νομίμως αντισταθμιζόμενος, κατά τα προεκτεθέντα, δεν αποκλείεται εκ των άρθρων 48 και 49 του νόμου 998/1979, ως αβασίμως υποστηρίζεται διά της υπό κρίσιν αιτήσεως, νοουμένου βεβαίως ότι ο αποχαρακτηριζόμενος χώρος δεν εμπίπτει εις χώρο άλσους.
12. Επειδή, κατά τα προεκτεθέντα, ο αφορισμός ως κοινοχρήστου του οικοδομήσιμου χώρου, ο οποίος καταλαμβάνεται υπό της πολυκατοικίας των αιτούντων, λογιζόμενος ως αντιστάθμισμα αποχαρακτηρισθέντος κοινοχρήστου χώρου διά την ανέγερση του ειρημένου συνεδριακού κέντρου, αποτελούντος παράρτημα του Μεγάρου Μουσικής, προδήλως υπαγορεύθηκε εκ λόγων κοινής ωφελείας, διά τους οποίους, κατά το άρθρο 17 του Συντάγματος, είναι επιτετραμμένη η αναγκαστική απαλλοτρίωσις ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Όθεν, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως.
13. Επειδή η συνταγματικώς προστατευόμενη ζωτική λειτουργία των κοινοχρήστων χώρων πρασίνου εις την σύγχρονη πόλιν συνίσταται ιδίως εις το ότι οι χώροι αυτοί προορίζονται διά την ανάπαυση και αναψυχή των κατοίκων αυτής και την απαραίτητον επαφή αυτών με υποκατάστατο φυσικού περιβάλλοντος. Προς τον κύριον δε τούτον προορισμό των είναι ασύμβατοι και ανεπίτρεπτοι άλλες παράλληλοι χρήσεις των ιδίων χώρων που αποκλείουν, αλλοιώνουν, ή οπωσδήποτε επηρεάζουν δυσμενώς την κατά τον προεκτεθέντα κύριον προορισμό χρήσιν αυτών. Τοιαύτη δ' ασυμβίβαστος και ανεπίτρεπτος χρήσις είναι και η κατασκευή δημοσίου υπογείου χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων, ο οποίος, διά της αυξημένης κινήσεως των αυτοκινήτων, την οποίαν κατά κοινή πείρα συνεπάγεται εις την περιοχήν, διαταράσσει σοβαρώς την ακώλυτη πρόσβαση και την ήσυχη και απερίσπαστη απόλαυσιν του κοινοχρήστου χώρου πρασίνου. Εν προκειμένω, διά της υπ' αριθμόν 1113/1990 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου Αθηνών (ΦΕΚ 507/Δ/1990) εγένετο τροποποίησις του ρυμοτομικού σχεδίου της πόλεως των Αθηνών εις τον περί ου πρόκειται κοινόχρηστο χώρο 33 διά του χαρακτηρισμού του υπογείου χώρου υπό στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Α ως χώρου τριωρόφου σταθμού αυτοκινήτων. Εν συνεχεία, διά της υπ' αριθμόν 102405/7167/4-12-1991 αποφάσεως του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Δ 967), εκδοθείσης κατ' εφαρμογήν του άρθρου 6 παράγραφος 9 του νόμου 960/1979 περί επιβολής υποχρεώσεων προς δημιουργίαν χώρων σταθμεύσεως αυτοκινήτων, τροποποιήθηκε το περίγραμμα του ως άνω υπογείου χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων επετράπη η δημιουργία δευτέρου, τρίτου και τετάρτου υπογείου προς εξυπηρέτησιν σταθμού σταθμεύσεως αυτοκινήτων 750 θέσεων, καταργήθηκε δε ρητώς η ως άνω υπ' αριθμόν 1113/1990 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Αθηνών.
Τέλος, διά του προσβαλλόμενου προεδρικού διατάγματος, που αντικατέστησε, κατά την ορθή του έννοια την ανωτέρω υπ' αριθμόν 102405/7167/1991 απόφαση του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, γίνεται ρητή αναφορά εις τον διά της υπουργικής ταύτης αποφάσεως καθορισθέντα υπόγειον χώρο σταθμεύσεως αυτοκινήτων, ορίζεται δε περαιτέρω ότι εις την πρώτην στάθμη (α όροφο) του υπογείου τούτου χώρου:
{... επιτρέπεται η δημιουργία χώρου Συνεδριακών Εκδηλώσεων, ως και οι απαραίτητες διαμορφώσεις (αίθριο - εκσκαφές) στον περιβάλλοντα κοινόχρηστο χώρο, για την εξασφάλιση του ηλιασμού αυτού και επικοινωνίας με τον κοινόχρηστο χώρο},
τέλος δε καθορίζεται το μέγιστον ύψος του υπογείου τούτου ορόφου (χώρου Συνεδριακών Εκδηλώσεων) εις 5 m μετρούμενο από το δάπεδον έως την οροφή. Εκ της αλληλουχίας και διατυπώσεως των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι διά του προσβαλλόμενου προεδρικού διατάγματος σκοπείται πράγματι η κατασκευή δημοσίου υπογείου χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων, διότι ουδείς απολύτως περιορισμός τίθεται ως προς τον κύκλο των χρηστών αυτού, ουδέ ορίζεται ρητώς ότι ούτος αποτελεί παράρτημα του Μεγάρου Μουσικής προοριζόμενος εις αποκλειστική εξυπηρέτησιν της λειτουργίας του, του όπερ σημαίνει ότι ο σταθμός είναι ανοικτός εις το ευρύ κοινόν. Η τοιαύτη όμως διά του προσβαλλόμενου προεδρικού διατάγματος πρόβλεψις κατασκευής δημοσίου υπογείου χώρου σταθμεύσεως αυτοκινήτων κάτωθεν του κοινοχρήστου πρασίνου δεν είναι, κατά τα προεκτεθέντα, νόμιμος και διά τον λόγον τούτον, βασίμως προβαλλόμενο, το διάταγμα είναι σε τούτο ακυρωτέο.
Εξ άλλου, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο συναφής ισχυρισμός της παρεμβάσεως καθ' ον ο επίμαχος υπόγειος σταθμός αυτοκινήτων δεν είναι δημόσιος αλλά προορίζεται ως παρακολουθηματικός χώρος του Μεγάρου Μουσικής, λειτουργών αποκλειστικώς προς εξυπηρέτησιν των δραστηριοτήτων του. Διότι, ναι μεν τοιούτον τι θα ήταν επιτρεπτό, εφ' όσον η πρόβλεψις και ρύθμισις τοιούτου καταλλήλου χώρου, συνδεόμενη με περιορισμένη χρήσιν αυτού, δεν συνεπάγεται, κατά κοινή πείρα, σοβαρή διατάραξη της ειρημένης ζωτικής λειτουργίας του κοινοχρήστου πρασίνου, πλην όμως, τούτο, κατά τα προεκτεθέντα, δεν ορίζεται ρητώς και σαφώς, ως έδει, εις το προσβαλλόμενο διάταγμα, αλλά εκ του κειμένου αυτού προκύπτει το αντίθετο.
Δια ταύτα
Δέχεται την υπό κρίσιν αίτηση ως προς τους παραστάντες αιτούντες.
Ακυρώνει το από 30-09-1992 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 1070/Δ/1992), κατά τα στο αιτιολογικό.
Απορρίπτει την αίτηση ως προς τους μη παραστάντες.
Απορρίπτει την ασκηθείσα παρέμβαση.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.
Επιβάλλει συμμέτρως εις βάρος του Δημοσίου και του παρεμβαίνοντος την δικαστική δαπάνη των παραστάντων αιτούντων εκ 28.000 δραχμών.
Επιβάλλει εις τους μη παραστάντες αιτούντες την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου εκ 14.000 δραχμών και του παρεμβαίνοντος εκ 19.600 δραχμών.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 07-07-1994 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 10-08-1994.