Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 2426/92

ΣτΕ 2426/1992


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 2426/1992

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Δ

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12-05-1992 με την εξής σύνθεση: Τ. Κούνδουρος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Π. Χριστόφορος, Μ. Βροντάκης, Σύμβουλοι, Δ. Πετρούλιας, Αικατερίνη Συγγούνα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Αλ. Κολιοπούλου.

 

Για να δικάσει την από 24-10-1991 αίτηση:

 

των 1) __________ και 2) __________, συνταξιούχων, κατοίκων Βύρωνος Αττικής, οδός __________ αριθμός __________, οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Απόστολο Αποστολίδη (αριθμός μητρώου 1132), που τον διόρισαν στο ακροατήριο, κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Ηλία Παπαδόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, και κατά του παρεμβαίνοντος __________, υπαλλήλου Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατοίκου Αθηνών, οδός __________, αριθμός __________ Πετράλωνα, ο οποίος παρέστη με την δικηγόρο Χαρίκλεια Αμπατζή - Πολυζωγοπούλου (αριθμός μητρώου 4386), που την διόρισε στο ακροατήριο.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν:

 

1) η 1928/1991 οικοδομική άδεια της Υπηρεσίας Πολεοδομίας Αθηνών της Νομαρχίας Αττικής,

2) η 567/1991 απόφαση της Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου (ΕΠΑΕ) της Νομαρχίας Αθηνών, που αναφέρεται στο 27/1991 πρακτικόν της και

3) κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Μ. Βροντάκη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, την πληρεξούσια του παρεμβαίνοντος και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και,

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως ακυρώσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (6142138 και 6142139/1991 διπλότυπα εισπράξεως της Δημοσίας Οικονομικής Υπηρεσίας Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών, 1113104, 1113105 και 1113106/1991 γραμμάτια παραβόλου).

 

2. Επειδή με την κρινόμενη αίτηση ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση α) της υπ' αριθμόν 1928/1991 οικοδομικής αδείας της Διευθύνσεως Πολεοδομίας Αθηνών, δια της οποίας επετράπη στον __________ η ανέγερση τριώροφης οικοδομής επί υποστηλωμάτων, σε γωνιαίο ακίνητο, επί των οδών Καραϊσκάκη και Μακρυγιάννη στο Βύρωνα, όμορο προς γωνιαίο ωσαύτως ακίνητο, επί των οδών Θεοτοκοπούλου και Μακρυγιάννη, επί του οποίου υφίσταται οικοδομή, ανεγερθείσα δυνάμει της υπ' αριθμόν 5037/1975 οικοδομικής αδείας της Υπηρεσίας Πολεοδομίας Αθηνών, κατά το πρότερον ισχύον στην περιοχή - βάσει του άρθρου 5 του από [ΒΔ] 13-05-1964 βασιλικού διατάγματος (ΦΕΚ 70/Δ/1964) - συνεχές σύστημα δομήσεως, οριζόντιες ιδιοκτησίες της οποίας φέρονται ότι ανήκουν στους αιτούντες και β) της προηγηθείσης πράξεως, εμπεριεχόμενης στο πρακτικό 27/1991, της οικείας Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου στην ανωτέρω Διεύθυνση Πολεοδομίας, που ενέκρινε, κατά το άρθρο 7 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, ύψος υποστηλωμάτων, επί των οποίων η επίδικη οικοδομή, άνω των τριών μέτρων.

 

3. Επειδή στη δίκη παρεμβαίνει παραδεκτώς προς διατήρηση της ισχύος των προσβαλλόμενων πράξεων, ο __________.

 

4. Επειδή, κατά το άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος, ο κοινός νομοθέτης δύναται κατ' αρχήν να τροποποιεί τις ισχύουσες πολεοδομικές διαρρυθμίσεις και να μεταβάλλει τους υφιστάμενους όρους δομήσεως των σχεδίων πόλεων, πλην η εισαγόμενη ρύθμιση πρέπει να βελτιώνει τις συνθήκες διαβιώσεως των κατοίκων. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να επέρχεται με τις νέες πολεοδομικές ρυθμίσεις επιδείνωση των όρων διαβιώσεως, δηλαδή υποβάθμιση του υπάρχοντος φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος. Η τήρηση της συνταγματικής αυτής επιταγής υπόκειται στον οριακό έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή, ο οποίος οφείλει, βάσει και των διδαγμάτων της κοινής πείρας να σταθμίσει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση κατά πόσον υποβαθμίζεται το περιβάλλον (βλέπε ΣΕ 10/1988, 1159/1989 Ολομέλεια).

 

5. Επειδή, κατά το άρθρο 9 του νόμου 1577/1985 με τον τίτλο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (ΦΕΚ 210/Α/1985), του οποίου η περίπτωση 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του νόμου 1772/1988 (ΦΕΚ 91/Α/1988):

 

{1. Το κτίριο τοποθετείται ελεύθερον μέσα στο οικόπεδο. Όπου το κτίριο δεν εφάπτεται με τα πίσω και πλάγια όρια του οικοπέδου, αφήνεται απόσταση Δ= 3+0,10 Η (όπου Η το πραγματοποιούμενο ύψος του κτιρίου, σε περίπτωση που εξαντλείται ο συντελεστής δόμησης ή το μέγιστο επιτρεπόμενο σε περίπτωση που δεν εξαντλείται ο συντελεστής αυτός.

 

2. ...

 

3. Α) Σε περίπτωση που υπάρχει σε όμορο οικόπεδο μη ειδικό κτίριο και έχει ανεγερθεί μετά την ένταξη της περιοχής σε σχέδιο, με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την ισχύ του νόμου 1577/1985, σε περιοχή που ίσχυε το πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δόμησης, και σε απόσταση από το κοινό όριο ίση ή μεγαλύτερη του 1 m τότε το υπό ανέγερση κτίριο τοποθετείται υποχρεωτικώς σε απόσταση τουλάχιστον Δ από το κοινό όριο, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού. Εάν στο οικοδομήσιμο τμήμα του οικοπέδου δεν εξασφαλίζεται, εξ αιτίας της υποχρέωσης αυτής διάσταση κτιρίου τουλάχιστον 9 m, το κτίριο τοποθετείται σε απόσταση από το κοινό όριο τουλάχιστον ίση με αυτή του προϋπάρχοντος στο όμορο οικόπεδο κτιρίου, εφ' όσον η απόσταση αυτή είναι μικρότερη από Δ. Την ίδια απόσταση οφείλει να τηρεί και αυτό (προϋπάρχον) σε περίπτωση επέκτασης ή εκ νέου κατασκευής του. Αν και στην περίπτωση αυτή δεν εξασφαλίζεται κτίριο με διάσταση τουλάχιστον 9 m έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού,

 

β) Ο ακάλυπτος χώρος που προκύπτει από την εφαρμογή των προηγουμένων διατάξεων είναι υποχρεωτικός ακάλυπτος χώρος,

 

γ) ...

 

δ) Τα παραπάνω εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις που ίσχυε το συνεχές οικοδομικό σύστημα, μόνο εφ' όσον πρόκειται για όμορα μεσαία οικόπεδα και για το κοινό τμήμα του οπισθίου ορίου τους.}

 

Εξ άλλου, κατά το άρθρο 18 του προϊσχύσαντος νομοθετικού διατάγματος 8/1973 περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (ΦΕΚ 124/Α/1973), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 10 έως και 17 του νομοθετικού διατάγματος 205/1974 (ΦΕΚ 363/Α/1974), αφορών σε οικόπεδα για τα οποία ίσχυε το συνεχές σύστημα δομήσεως:

 

{1. Το υποχρεωτικώς αφιέμενο ακάλυπτο τμήμα οικοπέδου ισούται προς το τμήμα της όλης επιφανείας αυτού το απομένον μετ' αφαίρεση της υπό των κτιρίων δυναμένης να καλυφθεί επιφανείας τούτου. Όπου το ρυμοτομικό σχέδιον η σχετική διάταξη προβλέπει κατά το πρόσωπον ή τα πρόσωπα του οικοπέδου προκήπιο (πρασιά), η επιφάνεια του προκηπίου τούτου προσμετρείται εις το υποχρεωτικώς αφιέμενο ακάλυπτο τμήμα του οικοπέδου.

 

2. Θέσις του ακαλύπτου τμήματος στο οικόπεδο και ελάχιστες διαστάσεις αυτού.

 

Α) Μεσαία οικόπεδα:

 

α) Το υποχρεωτικό ακάλυπτο τμήμα μεσαίου οικοπέδου το προκύπτον κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του άρθρου 17 του παρόντος ή της τυχόν ειδικής διατάξεως, ολόκληρον, είτε το απομένον μετά την αφαίρεση τυχόν υπάρχοντος προκηπίου, αφίεται μεταξύ της οπίσθιας όψεως του κτιρίου και του έναντι ταύτης οπισθίου ορίου του οικοπέδου και καθ' όλον το μήκος αυτού.

 

Το οπίσθιο όριον του δομήσιμου τμήματος του οικοπέδου δύναται να είναι γραμμή ευθεία, τεθλασμένη ή καμπύλη.

 

β) Εφ' όσον εξ οιασδήποτε άλλης διατάξεως δεν προκύπτουν μείζονες αποστάσεις, εν ουδεμιά περιπτώσει ουδέ εις την περίπτωσιν υπάρξεως προκηπίου επιτρέπεται όπως κατά την εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του άρθρου 17 του παρόντος ή της τυχόν ειδικής διατάξεως οιονδήποτε σημείον της οπίσθιας όψεως του κτιρίου, απέχει του έναντι ταύτης οπισθίου ορίου του οικοπέδου απόσταση Δ μικροτέρα της διδόμενης υπό της σχέσεως Δ = 2,50 + 0,05 Η ένθα Η το μέγιστον επιτρεπόμενο ύψος του κτιρίου μετρούμενο από της προ τούτο αφετηρίας μετρήσεως.

 

γ) Κατ' εξαίρεση δια βάθη του οπισθίου ορίου του οικοπέδου από της γραμμής δομήσεως μέχρι και 12 m επιτρέπονται οι αποστάσεις από του οπισθίου ορίου οι καθοριζόμενες υπό της στήλης 3 του επομένου πίνακα αναλόγως του ύψους του κτιρίου. Εν τη περιπτώσει ταύτη η επιφάνεια του υποχρεωτικώς οπισθίου ακαλύπτου τμήματος είναι η προκύπτουσα βάσει των εν τω πίνακα τούτο οριζομένων ελαχίστων αποστάσεων. ...

 

Β) Γωνιαία οικόπεδα

 

α) α) Το υποχρεωτικώς ακάλυπτο τμήμα γωνιαίου οικοπέδου το προκύπτον κατ' εφαρμογήν των σχετικών διατάξεων του άρθρου 17 του παρόντος ή της τυχόν ειδικής διατάξεως, ολόκληρον είτε το απομένον μετά την αφαίρεση τυχόν υπάρχοντος προκηπίου, τοποθετείται εις την έναντι της γωνίας θέσιν του οικοπέδου μη δυνάμενο να εξικνείται μέχρις αποστάσεως ελάσσονος των 4 m από των γραμμών δομήσεως, εφαρμοζομένων ως προς τις αποστάσεις των οπισθίων όψεων των κτιρίων από των έναντι τούτων ορίων του οικοπέδου των διατάξεων του εδαφίου β' της παραγράφου 2Α του παρόντος άρθρου. Εις περίπτωσιν καθ' ον εις το ως άνω οικόπεδον προβλέπεται προκήπιο, η επί πλέον τούτου επιφάνεια του υποχρεωτικώς ακαλύπτου τμήματος δεν δύναται να είναι μικρότερα του 0,10 της επιφανείας του οικοπέδου που απομένει μετά την αφαίρεση του προκηπίου.

 

β) Κατ' εξαίρεση όταν τα βάθη γωνιαίου οικοπέδου ως προς μίαν οιανδήποτε γραμμή δομήσεως αυτού, εντός της περιοχής εις ην δύναται να αφίεται το υποχρεωτικώς ακάλυπτο τμήμα είναι μικρότερα των 12 μέτρων, επιτρέπονται αντιστοίχως οι αποστάσεις που δίδονται υπό των διατάξεων των εδαφίων γ' και δ' της παραγράφου 2Α του παρόντος, η δε ελαχίστη επιφάνεια του υποχρεωτικώς ακαλύπτου τμήματος ορίζεται εν τη περιπτώσει ταύτη εις 0,15 της όλης επιφανείας του οικοπέδου. Εις περίπτωσιν καθ' ην εις το ως άνω οικόπεδον προβλέπεται προκήπιο, η επί πλέον τούτου επιφάνεια του υποχρεωτικώς ακαλύπτου τμήματος δεν δύναται να είναι μικροτέρα του 0,10 της επιφανείας του οικοπέδου που απομένει μετά την αφαίρεση του προκηπίου.

 

γ) ...}

 

6. Επειδή εκ των προπαρατεθεισών διατάξεων του άρθρου 18 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νομοθετικό διάταγμα 205/1974) προκύπτει, ότι δι' αυτών (επιβαλλόταν σε οικόπεδα, κείμενα σε περιοχές όπου ίσχυε το συνεχές σύστημα δομήσεως, η υποχρέωση αφέσεως υποχρεωτικώς ακαλύπτου χώρου, η υποχρέωση δ' αυτή επιβαλλόταν και για τα γωνιαία οικόπεδα, στα οποία ο χώρος αυτός, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα ως προς τις ελάχιστες επιφάνειες και διαστάσεις, καθώς και αποστάσεις από των γραμμών δομήσεως, έπρεπε να τοποθετηθεί στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου. Δια του άρθρου 9 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985), του οποίου η παράγραφος 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του νόμου 1772/1988, θεσπίσθηκε (παράγραφος 1) ο Κανών της ελευθέρας τοποθετήσεως του κτιρίου μέσα στο οικόπεδο, της αρχής αυτής εχούσης την έννοια της οικοδομήσεως σε επαφή με τα πλάγια και οπίσθια όρια ή της τηρήσεως υποχρεωτικής αποστάσεως Δ από το κοινό όριο και επαγόμενης κατάργηση των προϋφιστάμενων διαφόρων συστημάτων δομήσεως με τις συναφείς δεσμεύσεις.

 

Κατ' εξαίρεση, σε περιπτώσεις ομόρων οικοπέδων, στο ένα των οποίων είχε ανεγερθεί κτίριο σε υποχρεωτική απόσταση από το κοινό όριο, υπό το προϊσχύσαν πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα δομήσεως, αποτελεί κανόνα, κατά το εδάφιο α της παραγράφου 3 του άρθρου τούτου, η τήρηση της υποχρεωτικής αποστάσεως Δ του νέου κτιρίου από το κοινό όριο των δύο οικοπέδων. Ο κανόνας αυτός αποβλέπει στο να παραμείνει ακάλυπτη μεταξύ των δύο οικοδομών η εδαφική εκείνη λωρίδα, η οποία κρίνεται ότι είναι απαραίτητη για να εξασφαλισθεί επαρκής ηλιασμός, φωτισμός και αερισμός σε κτίρια που είχαν ανεγερθεί με την προοπτική ότι η αρτίωση της ακάλυπτης εδαφικής λωρίδας θα γίνει με την τήρηση υποχρεωτικής αποστάσεως και από την μελλοντική οικοδομή, (βλέπε ΣτΕ 1159/1989 Ολομέλεια).

 

Ο κανόνας δ' αυτός εφαρμόζεται, κατά το εδάφιο δ της ιδίας παραγράφου, και όταν το υφιστάμενο κτίριο στο ένα των ομόρων οικοπέδων είχε ανεγερθεί σε υποχρεωτική απόσταση από το κοινό όριο, υπό το προϊσχύσαν συνεχές σύστημα δομήσεως, εφ' όσον όμως πρόκειται για όμορα μεσαία οικόπεδα και για το κοινό τμήμα του οπισθίου ορίου τους. Απ' εναντίας, υπό τον νέο Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, προκειμένου περί ομόρων γωνιαίων οικοπέδων, εις ένα εκ των οποίων είχε ανεγερθεί κτίσμα υπό το προϊσχύσαν συνεχές σύστημα δομήσεως, αφεθέντος υποχρεωτικώς ακαλύπτου χώρου στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου, δεν ισχύει πλέον ως κανών, για ανεγειρόμενο νέο κτίριο, η υποχρέωση αφέσεως ακαλύπτου χώρου στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου, παρά το κοινό όριο των δύο οικοπέδων, χάριν ακριβώς της υπό της μνησθείσης διατάξεως του άρθρου 18 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού επιδιωκόμενης εξασφαλίσεως του ηλιασμού, φωτισμού και αερισμού κτιρίου, που είχε ανεγερθεί με την προοπτική ότι η αρτίωση του παρ' αυτού αφεθέντος ακαλύπτου χώρου θα γίνει με την άφεση αντιστοίχου ακαλύπτου χώρου κατά την μελλοντική ανέγερση κτιρίου στο όμορο οικόπεδο, ισχύοντος επομένως για το νέο τούτο κτίριο της κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 9 (του νέου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού) αρχής της ελευθέρας τοποθετήσεως του κτιρίου στο οικόπεδο.

 

Εν όψει τούτων, η προπαρατεθείσα διάταξη του εδάφιο δ του άρθρου 9 παράγραφος 3 του νέου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του νόμου 1772/1988, κατά το μέρος που περιορίζεται στη, κατ' εξαίρεση από της κατά τη παράγραφος 1 του ανωτέρω άρθρου αρχής της ελευθέρας τοποθετήσεως του κτιρίου στο οικόπεδο, θέσπιση της μνησθείσης ρυθμίσεως μόνο προκειμένου περί ομόρων μεσαίων οικοπέδων κειμένων σε περιοχή όπου πρότερον ίσχυε το συνεχές σύστημα δομήσεως, μηδεμία δε ρύθμιση, αντίστοιχη εκείνης του άρθρου 18 του προϊσχύσαντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, διαλαμβάνουσα προκειμένου περί ομόρων γωνιαίων οικοπέδων, με συνέπεια να ισχύει πλέον για την ανέγερση νέου κτιρίου η αρχή της ελευθέρας τοποθετήσεως αυτού στο οικόπεδο και όταν στο όμορο αυτού οικόπεδο είχε ανεγερθεί κτίριο υπό τον προϊσχύσαντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, αφεθέντος του υπό τούτου προβλεπομένου υποχρεωτικώς ακαλύπτου χώρου, επάγεται επιδείνωση των όρων διαβιώσεως των κατοίκων, που είχαν διαμορφωθεί υπό τον προϊσχύσαντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, και αντιβαίνει στο άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος, παριστάμενη ως εκ τούτου αντισυνταγματική και ανίσχυρη.

 

7. Επειδή, λόγω της σπουδαιότητος του τιθεμένου εν προκειμένω ως άνω ζητήματος, δοθέντος ότι, κατά τα στοιχεία του φακέλλου, για την παρά των αιτούντων ανεγερθείσα, βάσει της υπ' αριθμόν 5037/1975 οικοδομικής αδείας της Υπηρεσίας Πολεοδομίας Αθηνών, κατά το πρότερον ισχύον στην υπ' όψη περιοχή συνεχές σύστημα δομήσεως, υπό τον προϊσχύσαντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, οικοδομή στο γωνιαίο αυτών οικόπεδο, καταλείφθηκε υποχρεωτικώς ακάλυπτος χώρος στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου τούτου, για δε την παρά του παρεμβαίνοντος ανεγειρόμενη επίδικη οικοδομή στο, ωσαύτως γωνιαίο, όμορο οικόπεδο, βάσει της προσβαλλομένης οικοδομικής αδείας και υπό τον ισχύοντα Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό, δεν καταλείπεται αντίστοιχος ακάλυπτος χώρος στην έναντι της γωνίας θέση του οικοπέδου τούτου, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση προς εκδίκαση, βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 5 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989) στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος τούτου, οριζομένου εισηγητού του Συμβούλου Μιχαήλ Βροντάκη και δικασίμου της 01-12-1992. Δια ταύτα Παραπέμπει την υπόθεση προς εκδίκαση στην Επταμελή Σύνθεση του Δ' Τμήματος, και Ορίζει ως Εισηγητή τον Σύμβουλο Μιχαήλ Βροντάκη και δικάσιμο την 01-12-1992.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 19-05-1992 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 06-07-1992.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.