Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 899/11

ΣτΕ 899/2011


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 899/2011

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Ε

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 09-01-2008, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Αγγελικής Θεοφιλοπούλου, Ιωάννης Μαντζουράνης, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, Αντώνης Ντέμσιας, Σύμβουλοι, Όλγα Παπαδοπούλου, Ρ. Γιαννουλάτου, Πάρεδροι.

 

Γραμματέας η Ειρήνη Βαϊδάνη.

 

Για να δικάσει την από 01-11-2004 αίτηση των:

 

1) __________, κατοίκου Παλαιού Φαλήρου Αττικής, οδός __________, αριθμός __________ και 2) __________, κατοίκου Παλαιού Φαλήρου Αττικής, οδός __________, αριθμός __________ οι οποίοι δεν παρέστησαν, αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,

 

κατά των:

 

1) Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Δημήτριο Μακαρονίδη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, 2) Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών - Πειραιά, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Παναγιώτη Δημητρόπουλο (Αριθμός Μητρώου 17778), που τον διόρισε με πληρεξούσιο ο Δήμαρχος και 3) Δήμου Παλαιού Φαλήρου Αττικής, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Στυλιανό Βλαχόπουλο (Αριθμός Μητρώου 4667), που τον διόρισε με το από 09-01-2008 έγγραφό του ο Δήμαρχος,

 

και κατά των παρεμβαινόντων: 1) Ετερόρρυθμης Εταιρείας με την επωνυμία __________, που εδρεύει στον Άλιμο Αττικής, οδός __________, αριθμός __________, 2) __________, κατοίκου Παλαιού Φαλήρου Αττικής, οδός __________, αριθμός __________, 3) __________, 4) __________, κατοίκων Βάρκιζας Αττικής, οδός __________, αριθμός __________, 5) __________ χήρας __________, το γένος __________, 6) __________, κατοίκων Παλαιού Φαλήρου Αττικής, οδός __________, αριθμός __________, 7) __________ χήρας __________, το γένος __________, κατοίκου Παλαιού Φαλήρου Αττικής, οδός __________, αριθμός __________, 8) __________ συζύγου __________, το γένος __________, κατοίκου Αλίμου Αττικής, οδός __________, αριθμός __________, οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Εμμανουήλ Δασκαλογιαννάκη (Αριθμός Μητρώου 3482), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, 9) __________ συζύγου __________, κατοίκου Παλαιού Φαλήρου Αττικής, η οποία δεν παρέστη, 10) __________ και 11) __________, κατοίκων Παλαιού Φαλήρου Αττικής, οι οποίοι παρέστησαν με τον ίδιο πιο πάνω δικηγόρο Εμμανουήλ Δασκαλογιαννάκη, που τον διόρισαν με πληρεξούσιο.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν:

 

1) της προσωρινής οριογραμμής ρέματος στο οικοδομικό τετράγωνο 423 του Δήμου Παλαιού Φαλήρου, στη θέση Κοψαχείλα, που καθορίστηκε με την 8512/507/08-07-1999 πράξη της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Αργυρούπολης του Τομέα Νότιας Αθήνας της Νομαρχίας Αθηνών, όπως αυτή εμφαίνεται στο από Απριλίου 1999 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού __________ και το από 08-10-2003 τοπογραφικό διάγραμμα της ως άνω Διεύθυνσης Πολεοδομίας,

 

2) της 1063841/6270/Α0010/28-06-2001 απόφασης του Γενικού Διευθυντή Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, με την οποία γίνεται δεκτή η 14/2001 γνωμοδότηση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων περί καταγραφής ως δημοσίων κτημάτων δύο εκτάσεων εμβαδού 133,00 m2 και 88,00 m2, αντιστοίχως, παρά το ρέμα της Πικροδάφνης στο Παλαιό Φάληρο,

 

3) της 1106270/10967/Α0010/19-12-2001 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών, με την οποία εγκρίθηκε η απ' ευθείας εκποίηση του δημοσίου Κτήματος με ΑΒΚ 145 Π εκτάσεως 133 m2, κειμένου παρά το ρέμα Πικροδάφνης και επί των οδών __________ και __________,

 

4) της 1440/26-03-2002 πράξης του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά περί απ' ευθείας και χωρίς δημοπρασία εκποίησης του ως άνω δημοσίου κτήματος, εκτάσεως 133 m2,

 

5) της 468/12-06-2002 οικοδομικής άδειας και των 266/25-11-2002 και 213/25-07-2003 πράξεων αναθεώρησης αυτής που εκδόθηκαν από την ως άνω Διεύθυνση Πολεοδομίας Αργυρούπολης υπέρ της εταιρείας __________ και αφορούν την ανέγερση δύο κτιρίων κατοικιών 6 ορόφων επί pilotis με υπόγειο και δώμα στο οικοδομικό τετράγωνο 423, επί της οδού __________,

 

6) της 101/26-03-2003 πράξης του Δημοτικού Συμβουλίου Παλαιού Φαλήρου, με την οποία εγκρίθηκε η υποβληθείσα από την ως άνω εταιρεία υψομετρική μελέτη της οδού __________ για το τμήμα αυτής μεταξύ των οδών __________ και __________ και

 

7) της 14092/964/2003/14-11-2003 απόφασης του Διευθυντή Πολεοδομίας του Τομέα Νότιας Αθήνας, της Νομαρχίας Αθηνών, με την οποία κυρώθηκε η 14/2003 πράξη αναλογισμού αποζημιώσεως λόγω ρυμοτομίας του Δήμου Παλαιού Φαλήρου.

 

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Αγγελικής Θεοφιλοπούλου.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των παρεμβαινόντων που παρέστησαν, τους πληρεξουσίους των καθ' ων και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικά γραμμάτια παραβόλου 1503987 και 2034456/2004).

 

2. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση ζητείται η ακύρωση:

 

1) της προσωρινής οριογραμμής ρέματος στο οικοδομικό τετράγωνο 423 του Δήμου Παλαιού Φαλήρου, στη θέση Κοψαχείλα, που καθορίστηκε με την 8512/507/08-07-1999 πράξη της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Αργυρούπολης του Τομέα Νότιας Αθήνας της Νομαρχίας Αθηνών, όπως αυτή εμφαίνεται στο από Απριλίου 1999 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού __________ και το από 08-10-2003 τοπογραφικό διάγραμμα της ως άνω Διεύθυνσης Πολεοδομίας,

 

2) της 1063841/6270/Α0010/28-06-2001 απόφασης του Γενικού Διευθυντή Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, με την οποία γίνεται δεκτή η 14/2001 γνωμοδότηση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων περί καταγραφής ως δημοσίων κτημάτων δύο εκτάσεων εμβαδού 133,00 m2 και 88,00 m2, αντιστοίχως, παρά το ρέμα της Πικροδάφνης στο Παλαιό Φάληρο,

 

3) της 1106270/10967/Α0010/19-12-2001 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών, με την οποία εγκρίθηκε η απ' ευθείας εκποίηση του δημοσίου Κτήματος με ΑΒΚ 145 Π εκτάσεως 133 m2, κειμένου παρά το ρέμα Πικροδάφνης και επί των οδών __________ και __________,

 

4) της 1440/26-03-2002 πράξης του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά περί απ' ευθείας και χωρίς δημοπρασία εκποίησης του ως άνω δημοσίου κτήματος, εκτάσεως 133 m2,

 

5) της 468/12-06-2002 οικοδομικής άδειας και των 266/25-11-2002 και 213/25-07-2003 πράξεων αναθεώρησης αυτής που εκδόθηκαν από την ως άνω Διεύθυνση Πολεοδομίας Αργυρούπολης υπέρ της εταιρείας __________ και αφορούν την ανέγερση δύο κτιρίων κατοικιών 6 ορόφων επί pilotis με υπόγειο και δώμα στο οικοδομικό τετράγωνο 423, επί της οδού __________,

 

6) της 101/26-03-2003 πράξης του Δημοτικού Συμβουλίου Παλαιού Φαλήρου, με την οποία εγκρίθηκε η υποβληθείσα από την ως άνω εταιρεία υψομετρική μελέτη της οδού __________ για το τμήμα αυτής μεταξύ των οδών __________ και __________ και

 

7) της 14092/964/2003/14-11-2003 απόφασης του Διευθυντή Πολεοδομίας του Τομέα Νότιας Αθήνας, της Νομαρχίας Αθηνών, με την οποία κυρώθηκε η 14/2003 πράξη αναλογισμού αποζημιώσεως λόγω ρυμοτομίας του Δήμου Παλαιού Φαλήρου.

 

3. Επειδή, στο άρθρο 6 της 3046/304/1989 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων Κτιριοδομικός Κανονισμός (ΦΕΚ 59/Δ/1989), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο εκδόσεως της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης (08-07-1999), του οποίου το περιεχόμενο αποδίδεται στο άρθρο 349 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας που εγκρίθηκε με το από 14-07-1999 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 580/Δ/1999), υπό τον τίτλο Δόμηση κοντά σε ρέματα ορίζονται τα εξής:

 

{1. Στα ρέματα, των οποίων οι οριογραμμές έχουν καθοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του νόμου 880/1979 (ΦΕΚ 58/Α/1979), όπως ισχύει, η ανέγερση κτιρίων, εγκαταστάσεων ή περιτοιχισμάτων και γενικά η δόμηση ρυθμίζεται ως εξής:

 

1.1. Απαγορεύεται απολύτως η δόμηση μέσα στην έκταση που περικλείεται από τις οριογραμμές του ρέματος.

 

1.2. Επιτρέπεται η δόμηση έξω από την έκταση της προηγούμενης περίπτωσης σύμφωνα με τους όρους δόμησης της περιοχής, μόνο εφόσον έχουν κατασκευαστεί τα έργα διευθέτησης του ρέματος. Εάν δεν έχουν κατασκευαστεί τα έργα διευθέτησης του ρέματος, η δόμηση επιτρέπεται σε απόσταση τουλάχιστον 10 m από την οριογραμμή.

 

2. Στα ρέματα των οποίων οι οριογραμμές δεν έχουν ακόμη καθοριστεί σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις, η δόμηση επιτρέπεται σε απόσταση από την οριογραμμή που ορίζεται προσωρινά από την πολεοδομική υπηρεσία:

 

2.1. Μεγαλύτερη των 20 m σύμφωνα με τους όρους δόμησης της περιοχής, χωρίς άλλους πρόσθετους περιορισμούς.

 

2.2. Μικρότερη των 20 m μόνο εφόσον προηγουμένως έχουν εκτελεστεί τα τεχνικά έργα που τυχόν απαιτούνται κάθε φορά για την ελεύθερη ροή των νερών και την ασφάλεια του κτιρίου και των λοιπών δομικών έργων, που πρόκειται να ανεγερθούν. Τα έργα αυτά πρέπει να έχουν εκτελεστεί τουλάχιστον σε όλο το πρόσωπο που έχει προς το ρέμα το υπόψη οικόπεδο.

 

2.2.1. Τα παραπάνω απαιτούμενα τεχνικά έργα καθορίζονται από την αρμόδια κάθε φορά υπηρεσία και σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να παρεμποδίζουν τη μελλοντική εκτέλεση των έργων διευθέτησης του ρέματος που τυχόν προβλέπονται σε σχετικές εγκεκριμένες μελέτες.

 

2.2.2. Η οικοδομική άδεια χορηγείται από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, ύστερα από έγκριση των τεχνικών έργων από την αρμόδια υπηρεσία και με την προϋπόθεση ότι θα εκτελεσθούν πριν ή παράλληλα με την ανέγερση του φέροντα οργανισμού του κτιρίου ή της εγκατάστασης που προβλέπεται στην άδεια αυτή.

 

3 ...}

 

Με τις ως άνω διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του Κτιριοδομικού Κανονισμού επιτρέπεται ο καθορισμός προσωρινής οριογραμμής ρέματος προκειμένου να επιτραπεί η δόμηση σε ορισμένη απόσταση από αυτήν. Η πράξη της πολεοδομικής υπηρεσίας, με την οποία καθορίζεται προσωρινή οριογραμμή ρέματος, δηλαδή εγκρίνεται σημειακός καθορισμός οριογραμμής σε τμήμα ρέματος, κατόπιν αιτήσεως ιδιοκτήτου παραρρεμάτιου ακινήτου, ενόψει εκδόσεως οικοδομικής άδειας για την ανέγερση επ' αυτού οικοδομής, συνδέεται απολύτως με την ανέγερση συγκεκριμένου κτιρίου στο ακίνητο αυτό και αποτελεί ατομική διοικητική πράξη, συναφή με την οικοδομική άδεια που έχει την πράξη αυτή ως έρεισμα. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Αγγέλου Θεοφιλοπούλου και Αικατερίνης Σακελλαροπούλου, η πράξη αυτή, με την οποία καθορίζεται από την πολεοδομική υπηρεσία η προσωρινή οριογραμμή σε τμήμα ρέματος, αλλά και όρος δόμησης, ήτοι η οικοδομική γραμμή του ακινήτου σε σχέση με το ρέμα, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, όπως και η οριστική οριοθεσία του ρέματος κατά τη διαδικασία του άρθρου 6 του νόμου 880/1979.

 

4. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 7 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 του νόμου 2944/2001 (ΦΕΚ 222/Α/2001), η υπόθεση αρμοδίως, κατ' αρχήν, εισάγεται στο σύνολό της προς εκδίκαση στο Ε' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφόσον στην αρμοδιότητα του Τμήματος αυτού ανήκει η χρονολογικώς προηγούμενη προσβαλλόμενη πράξη 8512/507/08-07-1999 της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Αργυρούπολης του Τομέα Νότιας Αθήνας της Νομαρχίας Αθηνών, η οποία έχει ως περιεχόμενο την προσωρινή οριοθέτηση του ρέματος της Πικροδάφνης, στο οικοδομικό τετράγωνο 423 του Δήμου Παλαιού Φαλήρου, κατ' εφαρμογήν της πολεοδομικής νομοθεσίας. Εξάλλου, η πράξη αυτή, ενόψει του, κατά τα κριθέντα με την προηγούμενη σκέψη, ατομικού χαρακτήρα της και η πράξη έγκρισης υψομετρικής μελέτης οδού, οι οποίες απετέλεσαν την προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικής άδειας για την ανέγερση οικοδομών στο ως άνω οικοδομικό τετράγωνο, αλλά και η 468/12-06-2002 οικοδομική άδεια και οι 266/25-11-2002 και 213/25-07-2003 πράξεις αναθεώρησης αυτής, καθώς και η συμπροσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία κυρώθηκε η πράξη αναλογισμού αποζημιώσεως λόγω ρυμοτομίας ανήκουν, κατά το άρθρο 1 παράγραφος 1 περιπτώσεις θ' και ζ' του νόμου [Ν] 702/1977 (ΦΕΚ 268/Α/1977), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του νόμου 2944/2001 (ΦΕΚ 222/Α/2001), στην ακυρωτική αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού εφετείου (ΣτΕ 180/2007, 195/2005, 2148, 2067/2003), το Δικαστήριο, όμως, κρίνει ότι η υπόθεση αυτή, η οποία εισήχθη στην επταμελή σύνθεση με την από 04-11-2004 πράξη του Προέδρου του Ε' Τμήματος λόγω σπουδαιότητας, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5 του προεδρικού διατάγματος 18/1989, πρέπει, κατά το άρθρο 34 παράγραφος 1 του νόμου [Ν] 1968/1991 (ΦΕΚ 150/Α/1991), να κρατηθεί και να εκδικασθεί στο σύνολό της από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ 3193/2000 Ολομέλεια, 2957/2006).

 

5. Επειδή στο άρθρο 95 παράγραφος 1, εδάφιο α, του Συντάγματος ορίζεται ότι στο Συμβούλιο της Επικρατείας ανήκει η ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή παράβαση νόμου και στο άρθρο 94 παράγραφος 3 του Συντάγματος ορίζεται, ότι στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται, μεταξύ άλλων, όλες οι ιδιωτικές διαφορές. Από τις διατάξεις αυτές που οριοθετούν τη γενική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας έναντι της γενικής αρμοδιότητας των πολιτικών δικαστηρίων στις ιδιωτικές διαφορές προκύπτει ότι ακυρωτική διαφορά ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν προκαλεί κάθε πράξη που φέρει τα εξωτερικά γνωρίσματα μονομερούς πράξεως της Διοικήσεως, από την οποία παράγονται έννομα αποτελέσματα, αλλά μόνο εκείνη από τις πράξεις αυτές, η οποία, στο πλαίσιο των διατάξεων που διέπουν τη δημόσια διοικητική δράση, επιδιώκει δημόσιο σκοπό. Οι λοιπές μονομερείς πράξεις της Διοικήσεως, όσες δηλαδή στερούνται του λειτουργικού αυτού στοιχείου και κινούνται σε κύκλο σχέσεων του ιδιωτικού δικαίου, δημιουργούν διαφορές που ανήκουν στη γενική, σύμφωνα με το Σύνταγμα, δικαιοδοσία που έχουν τα πολιτικά δικαστήρια στις περιπτώσεις προσβολής ιδιωτικών δικαιωμάτων. Σε αυτή την έννοια της εκτελεστής πράξεως, στην έννοια δηλαδή που προκύπτει από τις πιο πάνω συνταγματικές διατάξεις, αναφέρεται και το προεδρικό διάταγμα 18/1989 με τον τίτλο Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΦΕΚ 8/Α/1989), το οποίο ορίζει στην παράγραφο 1 του άρθρου 45 ότι η αίτηση ακυρώσεως ασκείται κατά των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών (βλέπε ΣτΕ 6322, 2329/1996, 2272/1986, 2424/1984, 924/1982).

 

6. Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 8 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1539/1938 περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων (ΦΕΚ 488/Α/1938), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 24 του νόμου 2732/1999 (ΦΕΚ 154/Α/1999), εκείνος που αξιώνει δικαίωμα κυριότητος ή άλλο εμπράγματο, πλην της νομής, δικαίωμα έναντι του Δημοσίου οφείλει πριν από την κατάθεση της αγωγής στο αρμόδιο δικαστήριο να κοινοποιήσει με δικαστικό επιμελητή τις αξιώσεις του στο Δημόσιο. Η έγερση αγωγής κατά του Δημοσίου επιτρέπεται μόνο μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας από της επιδόσεως της σχετικής αιτήσεως. Περαιτέρω στο άρθρο 10 του νόμου προβλέπεται η λειτουργία στο Υπουργείο Οικονομικών Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων (ήδη Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων και Ανταλλάξιμης Περιουσίας κατ' άρθρο 90 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 284/1988 (ΦΕΚ 128/Α/1988)), στο οποίο εισάγονται προς κρίση οι εν λόγω αιτήσεις. Οι γνωμοδοτήσεις του Συμβουλίου εγκρίνονται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δύναται να τις αποδεχθεί ή όχι. Στην προκειμένη υπόθεση, η προσβαλλόμενη 1063841/6270/Α0010/28-06-2001 απόφαση του Γενικού Διευθυντή Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων, με την οποία γίνεται δεκτή η 14/2001 γνωμοδότηση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων περί καταγραφής ως δημοσίων κτημάτων δύο εκτάσεων 133,00 m2 και 88,00 m2 παρά το ρέμα της Πικροδάφνης στο Παλαιό Φάληρο που εκδόθηκε κατ' εφαρμογή των ως άνω διατάξεων του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1539/1938, είναι μονομερής διοικητική πράξη, η οποία δεν αποβλέπει στην θεραπεία συγκεκριμένου δημόσιου σκοπού, αλλά εκδίδεται στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ δημοσίου και ιδιώτη ως προς την ύπαρξη και την αναγνώριση εμπραγμάτου δικαιώματος κυριότητας, για το οποίο η τελική κρίση ανήκει στα πολιτικά δικαστήρια. Επομένως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, η ως άνω προσβαλλόμενη διοικητική πράξη δεν υπόκειται στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά προκαλεί διαφορά υπαγόμενη στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει ν' απορριφθεί ως απαράδεκτη κατά το μέρος που ζητείται η ακύρωση της ως άνω απόφασης του Γενικού Διευθυντή Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων (βλέπε ΣΕ 2329/1996, 2272/1986).

 

7. Επειδή, κατά το άρθρο 95 του από [ΠΔ] 11-11-1929 Περί διοικήσεως των δημοσίων κτημάτων διατάγματος (ΦΕΚ 399/Α/1929), όπως ήδη ισχύει:

 

{1. Επιτρέπεται μετά γνώμη της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων η απ' ευθείας εκποίησις κτημάτων του Δημοσίου εις Δήμους, Κοινότητας ...

 

2. Οικόπεδα του Δημοσίου κείμενα εντός σχεδίου πόλεως μη άρτια ή και μη οικοδομήσιμα δύνανται να εκποιούνται άνευ δημοπρασίας προς τους ιδιοκτήτες των συνεχομένων ακινήτων, μεθ' ων δέον κατά τις κείμενες περί σχεδίων πόλεων διατάξεις να τακτοποιούνται, αντί τιμήματος καθοριζόμενου υπό του Υπουργού Οικονομικών μετά γνώμη της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων εκφερόμενη κατόπιν γνώμης, ως προς την αξίαν του κτήματος επιτροπής εκ δημοσίων υπαλλήλων ...}

 

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι η άνευ δημοπρασίας εκποίηση ακινήτων του Δημοσίου, ανηκόντων στην ιδιωτική του περιουσία, κατά τις διατάξεις αυτές, συνιστά πράξη αναγόμενη σε διαχείριση ιδιωτικής περιουσίας, δηλαδή πράξη που δεν εκδίδεται εξουσιαστικώς από τη διοίκηση με σκοπό τη θεραπεία δημοσίου συμφέροντος, αλλά με κριτήρια διαχειρίσεως της περιουσίας του Δημοσίου και αποσκοπεί στη μεταβίβαση εμπραγμάτων δικαιωμάτων προς τους ιδιοκτήτες ομόρων ακινήτων, με τη συνένωση των εδαφικών αυτών τμημάτων, που είναι μη άρτια και μη οικοδομήσιμα και, άρα, μη δυνάμενα να αξιοποιηθούν από το Δημόσιο. Ενόψει αυτού, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην σκέψη 5, πράξη εκδιδόμενη βάσει των ανωτέρω διατάξεων, δεν υπόκειται στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά προκαλεί ιδιωτική διαφορά, για την επίλυση της οποίας έχουν δικαιοδοσία τα πολιτικά δικαστήρια (παράβαλε ΣτΕ 1448/2000, 1886/1991,4024/1989, 2373/1984, 336/1983, 3777/1983, 2408/1978. 3003/1978). Συνεπώς, η προσβαλλόμενη 1106270/10967/Α0010/19.12.2001 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών, περί της απ' ευθείας εκποίησης του δημοσίου Κτήματος με ΑΒΚ 145 Π κειμένου παρά το ρέμα Πικροδάφνης και επί των οδών __________ και __________, καθώς και η 1440/26-03-2002 πράξη του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά περί απ' ευθείας και χωρίς δημοπρασία εκποίησης του ως άνω δημοσίου κτήματος, εκτάσεως 133 m2, οι οποίες εκδόθηκαν κατ' εφαρμογήν του προαναφερόμενου άρθρου 95 του από [ΠΔ] 11-11-1929 διατάγματος, προκαλούν ιδιωτική διαφορά υπαγόμενη στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και, ως εκ τούτου, απαραδέκτως με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση αυτών. Κατά τη γνώμη όμως της Συμβούλου Αικατερίνης Σακελλαροπούλου, στην οποία προσχώρησε η Πάρεδρος Ρ. Γιαννουλάτου, η απ' ευθείας εκποίηση μη αρτίων ή και μη οικοδομήσιμων οικοπέδων του Δημοσίου προς τους ιδιοκτήτες των συνεχομένων προς αυτά ακινήτων, με την οποία χωρεί και τακτοποίηση κατά τις κείμενες περί σχεδίων πόλεων διατάξεις, όπως η βάσει των ως άνω προσβαλλόμενων πράξεων εκποίηση, προκαλεί διοικητική διαφορά υπαγόμενη στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας και, συνεπώς, κατά την άποψη αυτή, οι πράξεις αυτές του Υφυπουργού Οικονομικών και του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά υπόκεινται στο ένδικο βοήθημα της αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

8. Επειδή, οι αιτούντες, φερόμενοι ως κάτοικοι της περιοχής από την οποία διέρχεται το ρέμα της Πικροδάφνης και ισχυριζόμενοι ότι από την ανέγερση των επίδικων οικοδομών παρεμποδίζεται η επιτέλεση της φυσικής λειτουργίας του ρέματος, με έννομο συμφέρον ασκούν την κρινόμενοι αίτηση, ομοδικούν δε παραδεκτώς προβάλλοντας κοινούς λόγους ακυρώσεως που στηρίζονται στην ίδια νομική και πραγματική βάση.

 

9. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνουν με έννομο συμφέρον, με το από 23-11-2004 δικόγραφο παρεμβάσεως, το οποίο υπογράφεται από δικηγόρο, η ετερόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία __________, εργολήπτρια εταιρεία, η οποία έχει αναλάβει την με αντιπαροχή ανέγερση των δύο εξαώροφων κτιρίων επί του επίδικου ακινήτου, καθώς και οι συνιδιοκτήτες του ακινήτου αυτού. Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως οι παρεμβαίνοντες παρέστησαν με τον υπογράφοντα την παρέμβαση πληρεξούσιο δικηγόρο, ο οποίος ζήτησε προθεσμία για τη νομιμοποίησή του. Εντός της προθεσμίας που χορηγήθηκε από τον Πρόεδρο του Τμήματος προσκομίστηκε η 18188/14-01-2008 πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών Έλλης Δασκαλογιαννάκη - Θεοδωράκη περί παροχής πληρεξουσιότητας στον υπογράφοντα το δικόγραφο και παραστάντα δικηγόρο από τους παρεμβαίνοντες, πλην της ένατης __________ συζύγου __________, ως προς την οποία δεν νομιμοποιήθηκε κατά τα προβλεπόμενα από το νόμο ο ανωτέρω δικηγόρος. Συνεπώς, η παρέμβαση αυτή πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 27 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 2 του νόμου [Ν] 2479/1997 (ΦΕΚ 67/Α/1997), να απορριφθεί ως απαράδεκτη κατά το μέρος που ασκείται από την ως άνω ένατη παρεμβαίνουσα.

 

10. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, κατά της ήδη προσβαλλόμενης 468/2002 οικοδομικής άδειας και των 213/25-07-2003 και 266/25-11-2002 πράξεων αναθεώρησης αυτής, ασκήθηκαν η από 23-10-2003 αίτηση ακυρώσεως και η από 27-11-2003 αίτηση αναστολής ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών από τους __________, __________, __________ του __________, __________, __________ και __________ επί των οποίων εκδόθηκαν αντιστοίχως, οι 1675/2006 και 48/2004 αποφάσεις του ως άνω δικαστηρίου. Προβάλλεται δε από τους παρεμβαίνοντες ότι οι ήδη αιτούντες αποτελούν μια ενιαία ομάδα με τους ασκήσαντες τις ως άνω αιτήσεις ακυρώσεως και αναστολής και ως εκ τούτου γνώριζαν έκτοτε την ύπαρξη των προσβαλλόμενων πράξεων και, ειδικότερα, ο δεύτερος των αιτούντων, δεδομένου ότι κατοικεί στην οδό ..., στην ίδια πολυκατοικία με τον προαναφερόμενο __________, και ότι οι παρεμβαίνοντες είχαν επιδώσει εξώδικες διαμαρτυρίες στους σύνοικους γονείς του __________ και __________. Εκ των ανωτέρω, όμως, υπό των ήδη παρεμβαινόντων εκτιθεμένων δεν δύναται να συναχθεί ότι οι ασκήσαντες την υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως είχαν, οι ίδιοι, πλήρη γνώση των προσβαλλόμενων πράξεων σε χρόνο απέχοντα πλέον του 60-ήμερου από την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως και, συνεπώς, είναι απορριπτέος ο ανωτέρω περί απαραδέκτου της αιτήσεως ακυρώσεως, λόγω εκπροθέσμου, ισχυρισμός των παρεμβαινόντων.

 

11. Επειδή, όπως παγίως έχει κριθεί, ουσιώδες στοιχείο του υπό του άρθρου 24 του Συντάγματος προστατευόμενου φυσικού περιβάλλοντος, και μάλιστα της γεωμορφολογίας του, αποτελούν τα υπό διάφορες ονομασίες ρεύματα, δια των οποίων συντελείται κυρίως η απορροή προς τη θάλασσα των πλεοναζόντων υδάτων της ξηράς. Εκτός, όμως, από αυτή τη λειτουργία, τα ρεύματα αποτελούν, επίσης, φυσικούς αεραγωγούς, μαζί δε με τη χλωρίδα και πανίδα τους είναι οικοσυστήματα με ιδιαίτερο μικροκλίμα που συμβάλλουν πολλαπλώς στην ισορροπία του περιβάλλοντος (ΣτΕ 1801/1995, 4577/1998, 2656/1999, 2591/2005, κ.ά.). Κατ' ακολουθίαν, το κράτος υποχρεούται να διατηρεί τα πάσης φύσεως υδατορέματα στην φυσική τους κατάσταση προς διασφάλιση της λειτουργίας τους ως οικοσυστημάτων, επιτρεπομένης μόνον της εκτέλεσης των απολύτως αναγκαίων τεχνικών έργων διευθέτησης της κοίτης και των πρανών τους προς διασφάλιση της ελεύθερης ροής των υδάτων, αποκλειόμενης κάθε αλλοίωσης της φυσικής τους κατάστασης με επίχωση ή κάλυψη της κοίτης τους, ή τεχνική επέμβαση στα σημεία διακλαδώσεώς τους (ΣτΕ 4577/1998, 2315/2002, 2591/2005, 3849/2006 κ.ά.). Εξάλλου, τα υδατορέματα προστατεύονται καθ' όλη τους την έκταση και ανεξάρτητα από τις διαστάσεις τους, ώστε να διατηρείται η φυσική τους κατάσταση και να διασφαλίζεται η επιτελούμενη από αυτά λειτουργία της απορροής των υδάτων (ΣτΕ 3849/2006, 319/2002, 2669/2001, 2656/1999, κ.ά., ΠΕ Ολομέλεια 262/2003). Η ένταξή τους σε πολεοδομική ρύθμιση είναι επιτρεπτή μόνο όταν τούτο επιβάλλουν οι ανάγκες ενός ευρύτερου πολεοδομικού σχεδιασμού και μόνο εφόσον διασφαλίζεται η επιτέλεση της φυσικής τους λειτουργίας. Πρωταρχικός όρος για την ένταξη των ρεμάτων σε πολεοδομική ρύθμιση είναι η προηγούμενη αποτύπωσή τους και ο καθορισμός της οριογραμμής τους (ΣτΕ 3849/2006 κ.ά.)

 

12. Επειδή, προκειμένου να λάβουν χώρα οι τυχόν επιτρεπόμενες επεμβάσεις στα υδατορέματα ή και πλησίον αυτών, απαιτείται η προηγουμένη οριοθέτησή τους κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του νόμου 880/1979 (ΣτΕ 2591/2005, ΣτΕ 2669/2001). Στο άρθρο 6 του νόμου 880/1979, (ΦΕΚ 58/Α/1979), του οποίου το περιεχόμενο αποδίδεται στο άρθρο 188 παράγραφοι 1, 2 και 3 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας όπως ίσχυε κατά την υποβολή της από 05-07-1999 αιτήσεως του μηχανικού των παρεμβαινόντων για προσωρινή οριοθεσία του ρέματος προ της ιδιοκτησίας τους, ορίζεται ότι:

 

{1. Οι εντός ή εκτός ρυμοτομικού σχεδίου ή εντός οικισμών στερουμένων ρυμοτομικού σχεδίου χείμαρροι, ρυάκια, ρεύματα, αποτυπώνονται επί τοπογραφικού και υψομετρικού διαγράμματος υπό κατάλληλη κλίμακα, συντεταγμένου α) υπό του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ή β) υπό της αρμοδίας Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών του Νομού ή γ) υπό των Δήμων ή Κοινοτήτων ή δ) υπό έχοντος αρμοδιότητα προς σύνταξιν τοιούτου διαγράμματος ιδιώτη μηχανικού (φυσικού ή νομικού προσώπου). Εις τις περιπτώσεις γ και δ το διάγραμμα δέον μετά προηγούμενη επαλήθευση της ακριβούς αποτυπώσεως υπό της ως άνω αρμοδίας Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών να θεωρείται παρ' αυτής.

 

2. Ο καθορισμός της οριογραμμής (όχθης) των κατά την προηγούμενη παράγραφο ρευμάτων, χειμάρρων ή ρυάκων σημειώνεται επί του διαγράμματος υπό του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ή υπό της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών του Νομού.

 

3. Τα ως άνω διαγράμματα επικυρώνονται δια Προεδρικών Διαταγμάτων εκδιδομένων με πρόταση του Υπουργού Δημοσίων Έργων, μετά γνώμη του οικείου Δήμου ή Κοινότητος, παρεχομένη εντός προθεσμίας ενός μηνός από της περί τούτου προσκλήσεώς των ή άνευ γνώμης ταύτης μετά πάροδο απράκτου της προθεσμίας ταύτης ...}

 

Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, ερμηνευόμενων υπό το πρίσμα της ως άνω συνταγματικής επιταγής περί προστασίας του περιβάλλοντος, σκοπός της οριοθέτησης είναι η αποτύπωση της φυσικής κοίτης του μη πλεύσιμου ποταμού ή του ρέματος, λαμβανομένου υπόψη του χαρακτήρα του αφ' ενός ως υδρογεωλογικού στοιχείου και αφ' ετέρου ως οικοσυστήματος. Η αποτύπωση αυτή δεν αφορά μόνον στην πραγματική κατάσταση της κοίτης, η οποία ενδεχομένως έχει διαμορφωθεί και κατόπιν αυθαιρέτων επιχώσεων ή άλλων ανθρωπίνων επεμβάσεων. Επίσης, η οριοθέτηση πρέπει να γίνεται (α) κατόπιν ειδικής μελέτης, υδρογεωλογικής και υδραυλικής, η οποία να λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη και την λειτουργία του ρέματος ως οικοσυστήματος, (β) επί τοπογραφικού και υψομετρικού διαγράμματος υπό κατάλληλη κλίμακα, δηλαδή υπό κλίμακα πρόσφορη και για τον περαιτέρω τυχόν πολεοδομικό σχεδιασμό της περιοχής. Προκειμένου δε να είναι εφικτός ο έλεγχος της νομιμότητας της οριοθέτησης αυτής, απαιτείται η σύνταξη συνοπτικής επεξηγηματικής τεχνικής εκθέσεως, στην οποία να εκτίθενται αφ' ενός μεν οι λόγοι για τους οποίους χαράχθηκε η οριογραμμή και αφ' ετέρου εάν αυτή εξυπηρετεί την επιπλέον λειτουργία του ρέματος ως οικοσυστήματος (ΣτΕ 2591/2005, ΣτΕ 2215/2002 και ΠΕ 195, 246/2000). Η οριοθέτηση γίνεται κατ' αρχήν για το σύνολο του υδατορέματος. Κατ' εξαίρεση είναι επιτρεπτή τμηματική οριοθέτηση εφόσον τούτο δικαιολογείται για ειδικούς λόγους, όπως όταν το υπόλοιπο τμήμα του ρέματος έχει ήδη ενταχθεί σε ρυμοτομικό σχέδιο, και εφόσον στις οικείες μελέτες έχουν ληφθεί υπόψη στοιχεία που αφορούν το σύνολο του ρέματος (βλέπε ΣτΕ 3849/2006). Κατά την ως άνω προβλεπόμενη από το άρθρο 6 του νόμου 880/1979 διαδικασία χωρεί η οριοθέτηση και των εντός ρυμοτομικού σχεδίου ρεμάτων, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για να επιτραπεί η δόμηση στις παραρεμάτιες περιοχές. Εξάλλου, δεδομένου ότι η οριοθεσία του ρέματος προφανώς επηρεάζει την τακτοποίηση των παραρεμάτιων ιδιοκτησιών, δεν επιτρέπεται να εκδοθεί πράξη εφαρμογής ρυμοτομικού σχεδίου, προσκύρωσης, τακτοποίησης και αναλογισμού αποζημίωσης αν δεν έχει καθορισθεί προηγουμένως η οριστική οριογραμμή του ρέματος.

 

13. Επειδή, τέλος, στο άρθρο 26 του νόμου 1577/1985 Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (ΦΕΚ 210/Α/1985), του οποίου το περιεχόμενο αποδίδεται στο άρθρο 444 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας, ορίζονται τα εξής:

 

{1. Με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων έργων ρυθμίζονται θέματα κτιριοδομικού περιεχομένου, που είτε απορρέουν από την εφαρμογή του παρόντος νόμου είτε με τη ρύθμισή τους:

 

α. βελτιώνεται η άνεση, η υγεία ενοίκων και περιοίκων,

β. βελτιώνεται η ποιότητα, η ασφάλεια, η αισθητική και η λειτουργικότητα των κτιρίων,

γ. προστατεύεται το περιβάλλον, εξοικονομείται ενέργεια και προωθείται η έρευνα και παραγωγή στον τομέα της οικοδομής.

 

2. Οι ρυθμίσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου είναι:

 

Α. Διαδικαστικές, όπως μελέτες και εκδόσεις πάσης φύσεως αδειών, αρμοδιότητες και ευθύνες για το έργο.

 

Β. Λειτουργικές και κτιριοδομικές όπως:

 

α. Χρήσεις κτιρίων για κατοικία, γραφεία, αναψυχή, βιομηχανία, εκπαίδευση, περίθαλψη, κοινωνική πρόνοια και άλλα.

β. Χρήσεις χώρων για διαμονή, συνάθροιση, υγιεινή, αποθήκευση, στάθμευση και άλλα.

γ. Ειδικές λειτουργικές απαιτήσεις για άτομα με ειδικές ανάγκες, ασφάλεια, υγεία και άλλα.

δ. Φωτισμός, ηλιασμός, αισθητική κτιρίων.

ε. Εσωτερικές εγκαταστάσεις, υδραυλικές, ηλεκτρικές, μηχανολογικές και άλλες.

 

Γ. Κατασκευαστικές και ποιοτικές, όπως:

 

α. Φυσική των κτιρίων για θερμομόνωση, ηχομόνωση, ακουστική, πυροπροστασία, πυρασφάλεια και άλλες.

β. Δομικά υλικά.

γ. Κτιριοδομικά στοιχεία των κτιρίων που αφορούν κυρίως χωματουργικές εργασίες, θεμελιώσεις, ικριώματα, φέρουσα κατασκευή, κατασκευή πλήρωσης, δάπεδα, ανοίγματα, στέγες, προεξοχές.

δ. Κατασκευές που εξυπηρετούν τα κτίρια, όπως σιλό, δεξαμενές, αποθήκες, χώροι στάθμευσης, λύματα, απορρίμματα και άλλα.

 

3. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων μπορούν να επιβάλλονται περιορισμοί και απαγορεύσεις ως προς τη χρήση των δομικών υλικών και δομικών στοιχείων για λόγους αισθητικής, εθνικής οικονομίας, ασφάλειας και προσαρμογής στο περιβάλλον.

 

4. Οι διατάξεις κτιριοδομικού περιεχομένου του νομοθετικού διατάγματος 8/1973, όπως προσδιορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 31 διατηρούνται σε ισχύ μέχρι να ρυθμιστούν τα θέματα αυτά με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οπότε παύουν να ισχύουν.}

 

Κατ' επίκληση των ως άνω εξουσιοδοτικών διατάξεων του άρθρου 26 εκδόθηκε η 3046/304/1989 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων Κτιριοδομικός Κανονισμός, το άρθρο 6 της οποίας, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο εκδόσεως της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης (08-07-1999), παρατίθεται στη σκέψη 3. Με τις ως άνω διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του Κτιριοδομικού Κανονισμού επιτρέπεται ο καθορισμός προσωρινής οριογραμμής ρέματος και η δόμηση σε ορισμένη απόσταση από αυτήν, χωρίς να παρέχεται από το άρθρο 26 του νόμου 1577/1985 ειδική εξουσιοδότηση για τη θέσπιση της δυνατότητας αυτής, η οποία συνιστά απόκλιση από τις ρυθμίσεις για την οριοθέτηση των ρεμάτων, οι οποίες εισάγονται με το άρθρο 6 του νόμου 880/1979 και οι οποίες είναι σύμφωνες προς τον κανόνα της προστασίας των υδατορεμάτων, ως στοιχείων του περιβάλλοντος, ο οποίος απορρέει από τις επιταγές του άρθρου 24 του Συντάγματος, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 11.

 

14. Επειδή, το ρέμα της Πικροδάφνης, που έχει χαρακτηρισθεί ως ιδιαιτέρου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος (βλέπε ΣτΕ 3849/2006,) στο επίμαχο τμήμα, απεικονίζεται στο ρυμοτομικό σχέδιο της περιοχής του έτους 1969, είτε ως τμήμα του Οικοδομικού Τετραγώνου 423 είτε ως οδός (__________), δεν έχει οριοθετηθεί κατά την προβλεπόμενη στις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 6 του νόμου 880/1979 διαδικασία, όπως βεβαιώνεται και στην πράξη 8512/507/08-07-1999 της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Αργυρούπολης. Βάσει των ισχυουσών ρυμοτομικών ρυθμίσεων κινήθηκε από τους παρεμβαίνοντες η διαδικασία τακτοποιήσεως και προσκυρώσεως, καθώς και της εγκρίσεως της υψομετρικής μελέτης της οδού __________ για το τμήμα αυτής μεταξύ των οδών __________ και __________ προκειμένου να καταστεί δυνατή η έκδοση οικοδομικών αδειών και η ανέγερση οικοδομής επί ενιαίου οικοπέδου. Προηγήθηκε, η προσωρινή οριοθέτηση του ρέματος προ της ιδιοκτησίας των παρεμβαινόντων, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του προαναφερόμενου άρθρου 6 της 3046/304/1989 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων Κτιριοδομικός Κανονισμός, με την ανωτέρω 8512/507/08-07-1999 πράξη της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Αργυρούπολης, κατά της οποίας στρέφεται η κρινόμενη αίτηση. Η πράξη, όμως, αυτή, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της εκδόσεως της 648/2003 οικοδομικής άδειας και των συμπροσβαλλόμενων πράξεων αναθεώρησης αυτής, δεν έχει νόμιμο έρεισμα διότι εκδόθηκε κατ' εφαρμογή της ως άνω διάταξης του Κτιριοδομικού Κανονισμού, η οποία δεν στηρίζεται σε νομοθετική εξουσιοδότηση, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, χωρίς να έχει προηγηθεί οριστική οριοθεσία του ρέματος της Πικροδάφνης με προεδρικό διάταγμα, κατά το άρθρο 6 του νόμου 880/1979. Για το λόγο αυτό που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, διότι ανάγεται στο κύρος της διάταξης, βάσει της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 8512/507/08-07-1999 πράξη της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Αργυρούπολης του Τομέα Νότιας Αθήνας της Νομαρχίας Αθηνών, πρέπει να ακυρωθεί η πράξη αυτή κατ' αποδοχή της κρινόμενης αίτησης, κατόπιν δε τούτου ακυρωτέες καθίστανται και οι έχουσες τη πράξη αυτήν ως έρεισμα 101/26-03-2003 πράξη του Δημοτικού Συμβουλίου Παλαιού Φαλήρου εγκρίσεως υψομετρικής μελέτης της οδού __________ για το τμήμα αυτής μεταξύ των οδών __________ και __________ και 14092/964/2003/14-11-2003 απόφαση του Διευθυντή Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών, Τομέα Νότιας Αθήνας, με την οποία κυρώθηκε σχετική πράξη αναλογισμού. Εξάλλου, δεδομένου ότι με την 1675/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς ακυρώθηκε και ήδη η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια, ως ίσχυε μετά την έκδοση των πράξεων αναθεώρησης αυτής, κατά της αποφάσεως δε αυτής έχει ασκηθεί έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας από τους ήδη παρεμβαίνοντες στην παρούσα δίκη, πρέπει να αναβληθεί η εξέταση της κρινόμενης αίτησης, κατά το μέρος που ζητείται η ακύρωση της ως άνω οικοδομικής άδειας και των πράξεων αναθεώρησης αυτής.

 

Δια ταύτα

 

Δέχεται εν μέρει την κρινόμενη αίτηση.

 

Ακυρώνει α) την 8512/507/08-07-1999 πράξη προσωρινής οριοθεσίας ρέματος της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Αργυρούπολης του Τομέα Νότιας Αθήνας της Νομαρχίας Αθηνών, β) την 101/26-03-2003 πράξη του Δημοτικού Συμβουλίου Παλαιού Φαλήρου περί εγκρίσεως υψομετρικής μελέτης της οδού __________ για το τμήμα αυτής μεταξύ των οδών __________ και __________ και γ) την 14092/964/2003/14-11-2003 απόφαση του Διευθυντή Πολεοδομίας Τομέα Νότιας Αθήνας της Νομαρχίας Αθηνών, περί κυρώσεως της 14/2003 πράξης αναλογισμού αποζημιώσεως λόγω ρυμοτομίας του Δήμου Παλαιού Φαλήρου.

 

Αναβάλλει την εκδίκαση της υποθέσεως κατά το μέρος που ζητείται η ακύρωση της 468/12.6.2002 οικοδομικής άδειας και των 266/25-11-2002 και 213/25-07-2003 πράξεων αναθεώρησης αυτής που εκδόθηκαν από την ως άνω Διεύθυνση Πολεοδομίας Αργυρούπολης και ορίζει νέα δικάσιμο για τη συζήτηση της υποθέσεως κατά το μέρος αυτό την 08-02-2012 και εισηγητή τον Σύμβουλο Θ. Αραβάνη.

 

Απορρίπτει την αίτηση κατά τα λοιπά.

 

Απορρίπτει στο σύνολό της την παρέμβαση, κατά το μέρος που ασκείται από τη __________

 

Απορρίπτει εν μέρει την παρέμβαση, κατά το μέρος που ασκείται από τους λοιπούς παρεμβαίνοντες υπέρ των ακυρουμένων ως άνω πράξεων, και δέχεται αυτήν εν μέρει, κατά το μέρος που ασκείται υπέρ των πράξεων, ως προς τις οποίες απορρίπτεται η αίτηση ακυρώσεως.

 

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 19-01-2009 και στις 23-11-2009

 

Ο Πρόεδρος του Ε' Τμήματος

Κ. Μενουδάκος

 

Η Γραμματέας

Ειρήνη Βαϊδάνη

 

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 23-03-2011.

 

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος

Ν. Ρόζος

 

Η Γραμματέας

Κ. Ανδρέου

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.