Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης αποβλέπουν στην κοινωνική και οικονομική ενσωμάτωση και επαγγελματική ένταξη των ατόμων με σοβαρά ψυχοκοινωνικά προβλήματα και συμβάλλουν στη θεραπεία τους και στην κατά το δυνατόν οικονομική τους αυτάρκεια. Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου με περιορισμένη ευθύνη των μελών τους, έχουν εμπορική ιδιότητα και αποτελούν Μονάδες Ψυχικής Υγείας, οι οποίες εντάσσονται στους Τομείς Ψυχικής Υγείας. Η μέριμνα για την ανάπτυξή τους και η εποπτεία τους ανήκουν στον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας και ασκούνται μέσω της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας.
2. Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης μπορούν να είναι ταυτόχρονα παραγωγικές, καταναλωτικές, εμπορικές, προμηθευτικές, μεταφορικές, τουριστικές, οικοδομικές, πιστωτικές, αναπτυξιακές, κοινωνικές, εκπαιδευτικές και πολιτιστικές μονάδες και να αναπτύσσουν οποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα (αγροτική, κτηνοτροφική, μελισσοκομική, αλιευτική, δασική, βιομηχανική, βιοτεχνική, ξενοδοχειακή, εμπορική, παροχής υπηρεσιών, κοινωνικής ανάπτυξης).
Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης μπορεί:
α) Να ιδρύουν και να διατηρούν καταστήματα πώλησης και υποκαταστήματα οπουδήποτε.
β) Να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας εφόσον η συμμετοχή αυτή επιτρέπεται από τις ειδικές κατά περίπτωση διατάξεις. Ειδικότερα, μπορεί να συμμετέχουν σε Ευρωπαϊκούς Ομίλους Οικονομικού Σκοπού, Κοινοπραξίες, Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης, Ανώνυμες Εταιρείες και Δημοτικές Επιχειρήσεις.
γ) Να συμμετέχουν σε αναπτυξιακά προγράμματα ή να συμμετέχουν με άλλες επιχειρήσεις ή εταιρείες στην πραγματοποίησή τους και να συνεργάζονται μέσω κοινοπραξιών ή προγραμματικών συμβάσεων με άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, εταιρείες ή άλλες ενώσεις κάθε τύπου, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την ανάπτυξη δραστηριοτήτων, από αυτές που προβλέπονται στον παρόντα νόμο.
Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης έχουν έδρα τους το δήμο στον οποίο εδρεύει η διοίκησή τους. Η επωνυμία τους περιλαμβάνει υποχρεωτικά τον όρο Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης και την έδρα. Μπορεί να περιλαμβάνει και διακριτικό τίτλο. Σε κάθε Τομέα Ψυχικής Υγείας Αττικής και Θεσσαλονίκης συστήνεται και λειτουργεί αποκλειστικά ένας Κοινωνικός Συνεταιρισμός Περιορισμένης Ευθύνης. Στους υπόλοιπους Τομείς Ψυχικής Υγείας που περιλαμβάνουν περισσότερες από μία Περιφερειακές Ενότητες του άρθρου 3 του νόμου 3852/2010 (ΦΕΚ 87/Α/2010), δύναται να συστήνεται και να λειτουργεί ένας Κοινωνικός Συνεταιρισμός Περιορισμένης Ευθύνης ανά Περιφερειακή Ενότητα. Η επωνυμία των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης διακρίνεται από την επωνυμία άλλων συνεταιρισμών, οι οποίοι εδρεύουν στον ίδιο δήμο, αναπτύσσουν τις δραστηριότητές τους στον ίδιο Τομέα Ψυχικής Υγείας και έχουν τον ίδιο ή παρεμφερή σκοπό. Στην επωνυμία δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνονται ονόματα φυσικών προσώπων ή επωνυμίες άλλων νομικών προσώπων.
3. Η σύσταση των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης ρυθμίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1667/1986 (ΦΕΚ 196/Α/1986) χωρίς τον περιορισμό για υπογραφή του καταστατικού από εκατό (100) τουλάχιστον πρόσωπα αν πρόκειται για καταναλωτικό συνεταιρισμό. Απαιτείται άδεια σκοπιμότητας, η οποία χορηγείται από τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας μετά από εξέταση του προτεινομένου καταστατικού και αφού ληφθούν υπόψη οι δυνατότητες των Μονάδων Ψυχικής Υγείας, τα αναπτυξιακά δεδομένα της περιοχής δράσης και η γνώμη του Τομέα Ψυχικής Υγείας. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 4 έως 8 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1667/1986 εκτός από τα εδάφια δ' και ε' της παραγράφου 4.
4. Μέλη των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης μπορούν να γίνουν:
α) Φυσικά πρόσωπα, ενήλικες ή ανήλικοι τουλάχιστον 15 ετών, οι οποίοι λόγω ψυχικής διαταραχής έχουν ανάγκη αποκατάστασης, όπως αυτή προσδιορίζεται από την αντίστοιχη Τομεακή Επιτροπή Ψυχικής Υγείας, ανεξάρτητα από τη διαγνωστική κατηγορία, το στάδιο της νόσου και τη διαμονή (Προσωπική Κατοικία, Μονάδες Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης του παρόντος νόμου, νοσοκομεία του Εθνικού Συστήματος Υγείας, κυρίως ψυχιατρικά, Πανεπιστημιακά Ψυχιατρικά Νοσοκομεία ή άλλες Μονάδες Ψυχικής Υγείας), χωρίς να απαιτείται να έχουν την ικανότητα για δικαιοπραξία, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Αστικού Κώδικα και των νόμων Περί Συνεταιρισμών. Τα μέλη αυτής της κατηγορίας αποτελούν τουλάχιστον το 35% του συνόλου των μελών.
β) Ενήλικες που εργάζονται στο χώρο της ψυχικής υγείας, όπως εργοθεραπευτές, εκπαιδευτές και άλλες κατηγορίες επαγγελματιών της ψυχικής υγείας. Επιτρέπεται η συμμετοχή των δημοσίων υπαλλήλων ή ψυχιάτρων ή ψυχολόγων κλάδου Εθνικού Συστήματος Υγείας. Τα μέλη αυτής της κατηγορίας δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το 45% του συνόλου των μελών.
γ) Δήμοι, Κοινότητες ή άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, εφόσον προβλέπεται από το καταστατικό των συνεταιρισμών, και ειδικότερα τα νοσοκομεία του Εθνικού Συστήματος Υγείας, κυρίως τα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία, τα Γενικά Νοσοκομεία, τα Πανεπιστήμια Ψυχιατρικά Νοσοκομεία, τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου τα οποία έχουν αναπτύξει Μονάδες Ψυχικής Υγείας και υπάγονται στον κατά περίπτωση Τομέα Ψυχικής Υγείας. Τα μέλη αυτής της κατηγορίας δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το 20% του συνόλου των μελών.
Μέλη των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης δεν μπορεί να γίνουν νομικά ή φυσικά πρόσωπα τα οποία μετέχουν σε άλλο συνεταιρισμό, ο οποίος έχει τον ίδιο ή παρεμφερή σκοπό και έχει την έδρα του στον ίδιο Τομέα Ψυχικής Υγείας.
5. Τα μέλη των συνεταιρισμών μπορεί να απασχολούνται στους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης ως εξής:
α) Τα μέλη της πρώτης κατηγορίας μπορεί να παρέχουν εργασία στους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης και να αμείβονται ανάλογα με την παραγωγικότητά τους και το χρόνο της εργασίας τους, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό εσωτερικής λειτουργίας του κατά περίπτωση Κοινωνικού Συνεταιρισμού Περιορισμένης Ευθύνης. Αν τα απασχολούμενα μέλη της κατηγορίας αυτής έχουν σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας ή επίδομα πρόνοιας ή επιδόματα επανένταξης ή οποιασδήποτε μορφής νοσήλειο ή παροχή, δεν χάνουν αυτές τις παροχές, αλλά συνεχίζουν να τις εισπράττουν ταυτόχρονα και αθροιστικά με την αμοιβή τους από το συνεταιρισμό. Αν τα απασχολούμενα μέλη της πρώτης κατηγορίας της παραγράφου 6 εδάφιο α' δεν είναι ασφαλισμένα, ούτε καλύπτονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 18 του νόμου 2072/1992 ασφαλίζονται από τους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης στους αντίστοιχους ασφαλιστικούς οργανισμούς των κλάδων τους.
β) Τα μέλη της δεύτερης κατηγορίας μπορεί να παρέχουν εργασία στους συνεταιρισμούς, με πλήρη ή μερική απασχόληση, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από το καταστατικό και τον κανονισμό εσωτερικής λειτουργίας τους. Ειδικότερα, εργαζόμενοι σε Μονάδα Ψυχικής Υγείας του Τομέα Ψυχικής Υγείας με την οποία οι συνεταιρισμοί συνεργάζονται για επιστημονικούς, εκπαιδευτικούς και θεραπευτικούς σκοπούς μπορεί να απασχολούνται παράλληλα, να μετακινούνται ή να αποσπώνται με τη συναίνεσή τους στους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης. Τα απασχολούμενα μέλη αυτής της κατηγορίας δεν αμείβονται από τους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης. Οι συνεταιρισμοί οφείλουν μόνο να καταβάλουν σε αυτά τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκαν λόγω της εργασίας τους σε αυτούς.
6. Τα ιδρυτικά μέλη γίνονται μέλη των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης με την υπογραφή του καταστατικού. Η εγγραφή νέων μελών είναι πάντοτε ελεύθερη σε νομικά και φυσικά πρόσωπα που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις του νόμου και του καταστατικού. Η διαδικασία εγγραφής διέπεται από τις διατάξεις του νόμου [Ν] 1667/1986 άρθρο 2 παράγραφοι 4 - 6. Τα μέλη μπορεί να αποχωρήσουν από τους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης. με γραπτή δήλωσή τους, που υποβάλλεται στο Διοικητικό Συμβούλιο τρεις (3) μήνες τουλάχιστον πριν από το τέλος της οικονομικής χρήσης. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επιτρέψει την αποχώρηση μελών πριν από τη συμπλήρωση του παραπάνω χρονικού διαστήματος. Το μέλος διαγράφεται από τους συνεταιρισμούς στις περιπτώσεις που προβλέπει το καταστατικό ή αν λόγω μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεών τους βλάπτονται τα συμφέροντα των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης. Στα μέλη που αποχωρούν ή διαγράφονται από τους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης. αποδίδεται η συνεταιριστική μερίδα που εισέφεραν το αργότερο τρεις (3) μήνες από την έγκριση του ισολογισμού της χρήσης μέσα στην οποία έγινε η αποχώρηση ή η διαγραφή.
7. Κάθε μέλος εγγράφεται με μια υποχρεωτική συνεταιριστική μερίδα που καθορίζεται στο καταστατικό. Αν το καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά, η εισφορά της συνεταιριστικής μερίδας γίνεται μέσα σε 1 μήνα από την καταχώριση του συνεταιρισμού ή από την εγγραφή του μέλους. Η συνεταιριστική μερίδα είναι αδιαίρετη και ίση για όλα τα μέλη.
Το καταστατικό μπορεί να επιτρέπει την απόκτηση από κάθε μέλος έως 5 προαιρετικών μερίδων, εκτός από την υποχρεωτική μερίδα και να ορίζει χωρίς περιορισμό τον αριθμό προαιρετικών μερίδων που μπορούν να αποκτήσουν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που υπάγονται στον ευρύτερο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα. Η αξία κάθε προαιρετικής μερίδας είναι ίση με την αξία της υποχρεωτικής. Για την απόκτηση της υποχρεωτικής ή των προαιρετικών μερίδων τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου εγγράφουν στον προϋπολογισμό τους ανάλογη πίστωση για το σκοπό αυτόν. Η μεταβίβαση της συνεταιριστικής μερίδας σε τρίτο γίνεται εγγράφως ύστερα από συναίνεση του Διοικητικού Συμβουλίου, εφόσον στο πρόσωπο του τρίτου συντρέχουν οι όροι που απαιτούνται για την είσοδό του ως μέλους.
Η προαιρετική συνεταιριστική μερίδα μπορεί να μεταβιβάζεται χωρίς προηγούμενη άδεια του Διοικητικού Συμβουλίου σε άλλο μέλος του Κοινωνικού Συνεταιρισμού Περιορισμένης Ευθύνης. Ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του νόμου [Ν] 1667/1986. Η συνεταιριστική ιδιότητα δεν κληρονομείται ούτε κληροδοτείται. Στους κληρονόμους αποδίδεται η συνεταιριστική μερίδα.
8. Τα δικαιώματα των μελών διέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του νόμου [Ν] 1667/1986. Κάθε νέο μέλος υποχρεούται να καταβάλει, εκτός από το ποσό της μερίδας του και εισφορά ανάλογη προς την καθαρή περιουσία του συνεταιρισμού, όπως αυτή προκύπτει από τον ισολογισμό της τελευταίας χρήσης. Η εισφορά αυτή φέρεται σε ειδικό αποθεματικό. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει καταβολή μικρότερης εισφοράς ή συμβολικής αξίας εισφορά για τα μέλη της πρώτης και δεύτερης κατηγορίας. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει ότι τα μέλη υποχρεούνται να καταβάλουν ορισμένο χρηματικό ποσό για την κάλυψη ζημιών των συνεταιρισμών και μόνο ύστερα από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης Τα μέλη ευθύνονται για τα χρέη των συνεταιρισμών σε τρίτους μέχρι το ποσό της συνεταιριστικής τους μερίδας.
Η ευθύνη των μελών υφίσταται και για χρέη που είχαν δημιουργηθεί πριν γίνουν μέλη και δεν περιλαμβάνει τα χρέη που δημιουργήθηκαν μετά την έξοδό τους. Η σχετική αξίωση παραγράφεται μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από την έξοδο του μέλους ή από την περάτωση της πτώχευσης ή της εκκαθάρισης. Δεν απαγγέλλεται ποτέ προσωπική κράτηση κατά των μελών των οργάνων των συνεταιρισμών για χρέη προς τρίτους και προς το Δημόσιο, καθώς και για χρέη μεταξύ μελών και συνεταιρισμών.
9. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελείται από επτά (7) τακτικά μέλη και ισάριθμα αναπληρωματικά που εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση. Η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου είναι η ακόλουθη: Πέντε (5) μέλη της δεύτερης και τρίτης κατηγορίας, καθώς και δύο (2) μέλη της πρώτης κατηγορίας του παρόντος άρθρου εφόσον δεν τελούν σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση.
Το Διοικητικό Συμβούλιο, με πρόσκληση του συμβούλου που πλειοψήφησε, συνέρχεται και εκλέγει με φανερή ψηφοφορία πρόεδρο, ταμία και γραμματέα. Δεν μπορεί να εκλεγούν στη θέση του προέδρου, γραμματέα και ταμία μέλη της πρώτης κατηγορίας. Το Διοικητικό Συμβούλιο μέσα σε τρεις (3) μήνες πρέπει να δηλώσει την εκλογή του για καταχώριση στο μητρώο συνεταιρισμών του αρμοδίου Ειρηνοδικείου. Η διάρκεια της θητείας του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τριετής και παρατείνεται μέχρι την εκλογή νέου Διοικητικού Συμβουλίου το πολύ για τρεις (3) μήνες. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση μία φορά το μήνα και σε έκτακτη, όταν το συγκαλέσει ο πρόεδρος ή το ζητήσουν τρία (3) από τα μέλη του. Βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα, όταν παρίστανται πέντε (5) τουλάχιστον μέλη του. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση άρτιου αριθμού, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου. Εκπροσώπηση μέλους δεν επιτρέπεται.
Οι αποφάσεις καταχωρούνται από το γραμματέα στο βιβλίο πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 7 του νόμου [Ν] 1667/1986.
10. Το Εποπτικό Συμβούλιο αποτελείται από τρία (3) μέλη που εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση. Το ίδιο μέλος δεν μπορεί να μετέχει στο Εκτελεστικό Συμβούλιο και στα Διοικητικά Συμβούλια. Μέλη των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης της πρώτης κατηγορίας δεν μετέχουν στο Εκτελεστικό Συμβούλιο. Τα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου και του Διοικητικού Συμβουλίου δεν επιτρέπεται να έχουν μεταξύ τους συγγένεια μέχρι δεύτερο βαθμό ή να είναι σύζυγοι. Αν τα μέλη του συνεταιρισμού είναι λιγότερα από είκοσι (20) δεν απαιτείται η εκλογή Εκτελεστικού Συμβουλίου, εκτός αν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό. Μείωση των μελών κάτω των πενήντα (50) δεν θίγει τη σύνθεση και τη λειτουργία του Εκτελεστικού Συμβουλίου μέχρι τη λήξη της θητείας του. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 9. Το Εκτελεστικό Συμβούλιο ελέγχει τις πράξεις του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και την τήρηση των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης από το Διοικητικό Συμβούλιο. Το Εκτελεστικό Συμβούλιο έχει δικαίωμα και καθήκον να λαμβάνει γνώση οποιουδήποτε βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείων των συνεταιρισμών, να διενεργεί λογιστικό και διαχειριστικό έλεγχο και να παρακολουθεί την πορεία των υποθέσεων του συνεταιρισμού. Για τη διενέργεια λογιστικού και διαχειριστικού ελέγχου μπορεί να διορίσει έναν ειδικό σύμβουλο ή εμπειρογνώμονα. Το Εκτελεστικό Συμβούλιο αν διαπιστώσει παραβάσεις του νόμου, του καταστατικού ή των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου ή παρατυπίες ως προς τη διαχείριση, που βλάπτουν τα συμφέροντα των συνεταιρισμών, υποδεικνύει εγγράφως την επανόρθωσή τους και ζητεί εκτάκτως από το Διοικητικό Συμβούλιο τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης.
11. Η Γενική Συνέλευση των μελών είναι το ανώτατο όργανο του Κοινωνικού Συνεταιρισμού Περιορισμένης Ευθύνης, αποφασίζει για κάθε υπόθεση που δεν υπάγεται στην αρμοδιότητα άλλου οργάνου και έχει την εποπτεία και τον έλεγχο των οργάνων της Διοίκησης. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Γενικής Συνέλευσης εκτός από τις προβλέψεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 1667/1986, υπάγονται:
α) Η έγκριση για συμμετοχή σε Ευρωπαϊκούς Ομίλους οικονομικού Σκοπού, σε Εταιρείες ή Επιχειρήσεις δημόσιου συμφέροντος, καθώς και η αποχώρηση από αυτές.
β) Η έγκριση για συμμετοχή των συνεταιρισμών σε Κοινοπραξίες ή Ενώσεις συνεταιριστικές ανώτερου βαθμού και η αποχώρησή τους από αυτές.
γ) Η παύση των μελών των οργάνων της Διοίκησης, οποτεδήποτε για σπουδαίο λόγο και κυρίως για παράβαση καθήκοντος ή για ανικανότητα να ασκήσουν την τακτική διαχείριση.
Η Γενική Συνέλευση απαρτίζεται από όλα τα μέλη που συνέρχονται σε τακτική ή έκτακτη συνεδρίαση όπως ορίζει ο παρών νόμος. Όλα τα μέλη των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης, ανεξάρτητα από κατηγορία, μετέχουν και ψηφίζουν αυτοπροσώπως, εκτός αν το καταστατικό προβλέπει την αντιπροσώπευση διαμέσου άλλου μέλους εξουσιοδοτημένου από αυτά. Ειδικότερα τα μέλη της πρώτης κατηγορίας παρέχουν έγκυρη εξουσιοδότηση κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Αστικού Κώδικα για δικαιοπρακτική ικανότητα. Η εξουσιοδότηση γενικά παρέχεται με απλό έγγραφο. Κάθε παριστάμενο μέλος μπορεί να αντιπροσωπεύει μόνο ένα απόν μέλος.
Θέματα σύγκλησης, λειτουργίας και εγκυρότητας των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης ρυθμίζονται από τις διατάξεις των παραγράφων 2 - 6 και 8 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1667/1986. Η σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης γνωστοποιείται και στη Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας. Αιτήματα για σύγκληση έκτακτης Γενικής Συνέλευσης υποβάλλονται από τουλάχιστον πέντε (5) μέλη στα οποία περιλαμβάνονται και μέλη του εδαφίου α' της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
12. Οι πόροι των συνεταιρισμών προέρχονται από:
α) Επιχορήγηση από τον Τακτικό Κρατικό Προϋπολογισμό ή το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων αποκλειστικά για συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή Διεθνείς Οργανισμούς. Οι όροι και οι προϋποθέσεις της επιχορήγησης από τον Τακτικό Κρατικό Προϋπολογισμό καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας.
β) Χρηματοδότηση από Εθνικούς Οργανισμούς, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, Αναπτυξιακά Προγράμματα, καθώς και από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή Διεθνείς Οργανισμούς.
γ) Κληροδοτήματα, δωρεές και παραχωρήσεις της χρήσης περιουσιακών στοιχείων.
δ) Έσοδα από την άσκηση των δραστηριοτήτων των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης.
ε) Έσοδα από την εκμετάλλευση περιουσιακών τους στοιχείων.
Το κεφάλαιο των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης απαρτίζεται από:
α) τις συνεταιριστικές μερίδες,
β) το τακτικό αποθεματικό,
γ) το έκτακτο αποθεματικό,
δ) τα ειδικά αποθεματικά του παρόντος άρθρου και τα ειδικά αποθεματικά που τυχόν αποφασίζει η Γενική Συνέλευση.
Τακτικό αποθεματικό σχηματίζεται από την παρακράτηση τουλάχιστον του ενός εικοστού (1/20) των καθαρών κερδών χρήσης. Η συγκεκριμένη παρακράτηση δεν είναι υποχρεωτική όταν το ύψος του αποθεματικού έχει εξισωθεί με τη συνολική αξία των συνεταιριστικών μερίδων. Επιπλέον περιέρχεται στο τακτικό αποθεματικό κάθε άλλο έσοδο για το οποίο δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη στον παρόντα νόμο και στο καταστατικό.
Ειδικό αποθεματικό σχηματίζεται από την εισφορά νέων μελών ανάλογη προς την καθαρή περιουσία των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης, όπως αυτή προκύπτει από τον ισολογισμό της τελευταίας χρήσης. Το καταστατικό μπορεί να ορίζει την καταβολή μικρότερης εισφοράς.
Τα μέλη που είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή μη κερδοσκοπικά Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου του ευρύτερου δημόσιου και ιδιωτικού τομέα μπορεί να μην εισπράττουν τα καθαρά κέρδη χρήσης, με απόφαση του διοικούντος οργάνου τους, για το σχηματισμό ειδικού αποθεματικού. Το ποσό αυτό χρησιμοποιείται όταν το αποθεματικό είναι ανεπαρκές για την κάλυψη ζημιών των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης και κυρίως για την ανταλλαγή από έκτακτη εισφορά των συγκεκριμένων μελών που δεν εισέπραξαν τα διανεμηθέντα καθαρά κέρδη.
Οι επιχορηγήσεις από ταν Τακτικό Κρατικό Προϋπολογισμό, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, τα Αναπτυξιακά Προγράμματα, την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και τα έσοδα από χαριστική αιτία, εφόσον ο σκοπός τους δεν ορίζεται ειδικά, αποτελούν ειδικό αποθεματικό για την κάλυψη των προγραμμάτων, των εργασιών, των δαπανών και των αναγκών των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης. Σε περίπτωση διάλυσης των συνεταιρισμών το ειδικό αυτό αποθεματικό δεν διανέμεται εξίσου στα μέλη του, αλλά διατίθεται για παρεμφερείς σκοπούς. Εκτός από τα αποθεματικά που προβλέπονται στον παρόντα νόμο και στο καταστατικό, η Γενική Συνέλευση μπορεί να αποφασίζει για το σχηματισμό έκτακτων και ειδικών αποθεματικών.
Μετά την αφαίρεση των αποθεματικών, το υπόλοιπο των καθαρών κερδών διανέμεται μεταξύ των μελών. Ειδικότερα, αν το καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά, τα μισά καθαρά κέρδη διανέμονται ανάλογα με τις συνεταιριστικές μερίδες, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου και του καταστατικού και τα άλλα μισά ανάλογα με την ποσοστιαία συμμετοχή τους στις εργασίες του συνεταιρισμού. Το καταστατικό καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού της ποσοστιαίας συμμετοχής.
13. Πέραν των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του νόμου [Ν] 1667/1986, οι οποίες ρυθμίζουν θέματα διαχείρισης, οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης υποχρεούνται να δημοσιεύσουν περίληψη του ισολογισμού τους στον αθηναϊκό ή επαρχιακό τύπο, αναλόγως της έδρας τους.
Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης τηρούν τα εξής βιβλία:
α) βιβλίο Εσόδων - Εξόδων, που προβλέπει η φορολογική νομοθεσία,
β) ημερολόγιο, βιβλίο απογραφών κινητής και ακίνητης περιουσίας και βιβλία επιστολών που προβλέπει η εμπορική νομοθεσία,
γ) βιβλίο πρακτικών Διοικητικού Συμβουλίου,
δ) βιβλίο πρακτικών Εκτελεστικού Συμβουλίου,
ε) βιβλίο πρακτικών Γενικών Συνελεύσεων,
στα οποία καταχωρούνται τα πρακτικά των αντίστοιχων οργάνων,
στ) βιβλίο μητρώου μελών Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης, στο οποίο καταχωρούνται με χρονολογική σειρά η ημερομηνία εγγραφής, τα στοιχεία ταυτότητας του μέλους, ο αριθμός των μερίδων και η αξία τους, η εισφορά νέων μελών και η χρονολογία τυχόν αποχώρησης ή διαγραφής των μελών. Τα βιβλία υπό στοιχεία (γ) έως (στ) θεωρούνται πριν από τη χρήση τους από το Ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύουν οι συνεταιρισμοί.
14. Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης διαλύονται:
α) Αν τα μέλη τους μειωθούν κάτω των δέκα (10).
β) Όταν λήξει ο χρόνος διάρκειάς τους, όπως ορίζεται στο καταστατικό.
γ) Αν αποφασίσει η Γενική Συνέλευση.
δ) Αν κηρυχθούν σε πτώχευση, μόνο αφού αποτύχει η διαδικασία για έκτακτη εισφορά κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Η σχετική διαπιστωτική πράξη καταχωρείται, με μέριμνα του Διοικητικού Συμβουλίου, στο μητρώο συνεταιρισμών του Ειρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου εδρεύουν οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης.
Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 2 - 4 του άρθρου 10 και της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του νόμου [Ν] 1667/1986.
Αν αποτύχει η διαδικασία η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του νόμου [Ν] 1667/1986, οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης κηρύσσονται σε πτώχευση με απόφαση του αρμοδίου Ειρηνοδικείου, ύστερα από δήλωση του Διοικητικού Συμβουλίου των συνεταιρισμών ή αίτηση οποιουδήποτε δανειστή.
Μέσα σε τρεις (3) μήνες από την υποβολή της δήλωσης ή αίτησης για την κήρυξη σε πτώχευση των συνεταιρισμών, το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να δηλώσει στο Ειρηνοδικείο αν θα καταβληθούν τα χρέη των συνεταιρισμών ή αν η διαφορά μεταξύ παθητικού και ενεργητικού μειώθηκε κάτω από το ένα τρίτο (1/3).
Μετά την πάροδο του τριμήνου, πριν από τη λήψη οποιοδήποτε άλλου μέτρου, ο Ειρηνοδίκης συγκαλεί τους δανειστές για συμβιβασμό. Κατά το συμβιβασμό, στη συνέλευση των δανειστών προεδρεύει ο Ειρηνοδίκης. Ο συμβιβασμός, εφόσον επιτευχθεί, επικυρώνεται από το Ειρηνοδικείο. Μετά την επικύρωση οι συνεταιρισμοί συνεχίζουν τις εργασίες τους. Η απόφαση αυτή κοινοποιείται στη Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας με φροντίδα του Διοικητικού Συμβουλίου του Κοινωνικού Συνεταιρισμού Περιορισμένης Ευθύνης.
Σε περίπτωση που αποτύχει ο συμβιβασμός, το Ειρηνοδικείο κηρύσσει σε πτώχευση τους συνεταιρισμούς. Από την κήρυξή τους σε πτώχευση οι συνεταιρισμοί διαλύονται.
Αρμόδιο δικαστήριο για την πτώχευση είναι το Ειρηνοδικείο της έδρας των συνεταιρισμών. Καθήκοντα εισηγητή δικαστή εκτελεί ο Ειρηνοδίκης. Σύνδικος διορίζεται αυτός που υποδεικνύει η πλειοψηφία των δανειστών, εκτός αν σπουδαίος λόγος δεν το επιτρέπει.
15. Πέντε (5) τουλάχιστον Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης που διέπονται από αυτό το άρθρο μπορεί να συστήσουν Ένωση Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης με σκοπό το συντονισμό και την προώθηση των δραστηριοτήτων τους. Η Γενική Συνέλευση της Ένωσης απαρτίζεται από τους αντιπροσώπους των συνεταιρισμών - μελών. Οι αντιπρόσωποι εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση κάθε Κοινωνικού Συνεταιρισμού Περιορισμένης Ευθύνης σε αναλογία ένα ανά δέκα (10) μέλη. Κάθε αντιπρόσωπος έχει μία ψήφο.
Οι Ενώσεις Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης και οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης που διέπονται από αυτό το άρθρο μπορεί να συστήσουν την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Κοινωνικών Συνεταιρισμών. Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης έχει ως σκοπό τη γενικότερη εκπροσώπηση και το συντονισμό των δραστηριοτήτων της κοινωνικής και οικονομικής ενσωμάτωσης, της επαγγελματικής ένταξης ατόμων με ψυχοκοινωνικά προβλήματα. Κάθε Ένωση Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης και κάθε Κοινωνικός Συνεταιρισμός Περιορισμένης Ευθύνης συμμετέχει στη Γενική Συνέλευση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης με δύο (2) αντιπροσώπους. Κάθε αντιπρόσωπος διαθέτει μία ψήφο. Οι αντιπρόσωποι εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση της Ένωσης Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης ή των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης. Στις Ενώσεις Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης και στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του παρόντος άρθρου.
16. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να προσλάβει εργαζόμενους που δεν είναι μέλη των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης. Οι εργαζόμενοι που δεν είναι μέλη των συνεταιρισμών μπορεί να παρίστανται στη Γενική Συνέλευση και να εκφέρουν τη γνώμη τους χωρίς δικαίωμα ψήφου, εφόσον προβλέπεται στο καταστατικό.
17. Το Δημόσιο, οι Δημόσιοι Οργανισμοί, οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού και τα νομικά τους πρόσωπα προμηθεύονται αγαθά και δέχονται υπηρεσίες από τους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης. Η προμήθεια αγαθών και η παροχή υπηρεσιών της παραγράφου αυτής απαλλάσσεται από κάθε κράτηση υπέρ τρίτου.
Το Δημόσιο, οι Δημόσιοι Οργανισμοί, οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού και τα νομικά τους πρόσωπα επιτρέπεται να παραχωρούν κατά χρήση στους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης πράγματα κινητά ή ακίνητα και κάθε μορφής εγκαταστάσεις. Ειδικότερα, το ίδιο ισχύει για νοσοκομεία του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 2592/1953 και του νόμου [Ν] 1397/1983, τα Πανεπιστημιακά Ψυχιατρικά Νοσοκομεία και λοιπές Μονάδες Ψυχικής Υγείας που λειτουργούν ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου ή Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου. Παραχώρηση κατά χρήση πραγμάτων κινητών ή ακινήτων και κάθε μορφής εγκαταστάσεων, που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος σε άτυπες συνεταιριστικές δραστηριότητες ή σε μονάδες επανένταξης ή αποκατάστασης που δημιουργήθηκαν με τον Κανονισμό 815/1984, διατηρούνται μέχρι τη σύσταση των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης. Μετά τη σύσταση των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης επιτρέπεται η κατά παραχώρηση χρήση.
Τα καταστατικά ή τροποποιήσεις των καταστατικών των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης πρωτοβαθμίων και δευτεροβαθμίων, δεν υπόκεινται στο τέλος χαρτοσήμου ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου. Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης απαλλάσσονται από κάθε φόρο άμεσο, έμμεσο ή υπέρ τρίτων εκτός του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας όπου εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου [Ν] 1642/1986 όπως ισχύει.
18. Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, από το νόμο για τους αστικούς συνεταιρισμούς και από κανόνες δικαίου που ρυθμίζουν ψυχιατρικά θέματα.
19. Στο νόμο 1892/1990, όπως κάθε φορά ισχύει, υπάγονται και οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας, καθώς και του τυχόν κατά περίπτωση συναρμοδίου Υπουργού καθορίζονται το ίδιο κεφάλαιο συμμετοχής, το ποσοστό επιχορήγησης και επιδότησης των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια, οι όροι, ο τρόπος και η διαδικασία καταβολής, καθώς και κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής του νόμου 1892/1990, όπως κάθε φορά ισχύει, και ως προς τους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης.