Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
1. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του νόμου 3091/2002 (ΦΕΚ 330/Α/2002) αντικαθίσταται ως εξής:
{Εάν η μεταβίβαση του ακινήτου γίνεται προς φυσικό πρόσωπο, το οποίο αποδεικνύει ότι είναι ο πραγματικός κύριος του ακινήτου ή σύζυγος αυτού ή έχει σχέση συγγένειας κατευθείαν γραμμή μέχρι δευτέρου βαθμού με αυτόν, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης γ' του άρθρου 17 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 34 του νόμου [Ν] 2961/2001 (ΦΕΚ 266/Α/2001), υπό την προϋπόθεση ότι κατά το χρόνο κτήσης του ακινήτου από την εταιρεία δεν θα είχαν εφαρμογή για τον πραγματικό κύριο οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία και λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής της διάταξης αυτής.}
2. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει 01-01-2003.
3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του νόμου [Ν] 2961/2001 (ΦΕΚ 266/Α/2001) αντικαθίσταται ως εξής:
{1. Για εισηγμένες στο χρηματιστήριο μετοχές, ομολογίες, ιδρυτικούς και λοιπούς γενικά τίτλους των εμπορικών εταιρειών, δημόσια χρεόγραφα ή άλλες τέτοιας φύσης αξίες, ως αξία αυτών λαμβάνεται η αξία της προηγούμενης ημέρας του χρόνου γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης. Αν η μεταβίβαση των περιουσιακών αυτών στοιχείων πραγματοποιείται με ιδιωτικό ή συμβολαιογραφικό έγγραφο ή με εγγραφή στο χρηματιστήριο και αν η διαφορά μεταξύ της αξίας που δηλώθηκε και της ανωτέρω αξίας υπερβαίνει το ποσοστό 3% της τελευταίας, υποβάλλεται συμπληρωματική δήλωση για τη διαφορά της αξίας μέσα σε δέκα (10) ημέρες από το χρόνο κατάρτισης του ιδιωτικού ή συμβολαιογραφικού εγγράφου ή της εγγραφής στο χρηματιστήριο.}
4. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν για δηλώσεις φόρου κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών που θα υποβληθούν από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Η παράγραφος 10 του άρθρου 15 του νόμου [Ν] 2961/2001 η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 12 του νόμου 3091/2002, αντικαθίσταται ως εξής:
{10. α. Η αξία της πραγματικής δουλείας επί κτίσματος ορίζεται ίση με την αξία που προκύπτει από την εφαρμογή του αντικειμενικού συστήματος προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας αυτού.
β. Η αξία της πραγματικής δουλείας επί οικοπέδου ή αγροτεμαχίου ορίζεται ίση με ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15 %) της αγοραίας ή αντικειμενικής αξίας της πλήρους κυριότητας ισοδύναμης επιφάνειας οικοπέδου ή αγροτεμαχίου.
γ. Η αξία του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης επί κοινόκτητων κύριων, βοηθητικών ή ειδικών χώρων κτισμάτων ή επί κοινόκτητου οικοπέδου ορίζεται ίση με την αξία που προκύπτει από την εφαρμογή του αντικειμενικού συστήματος προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας αυτών στις εξής περιπτώσεις:
γ.α. χώρου στάθμευσης σε κοινόχρηστη επιφάνεια υπογείου, πυλωτής, ασκεπούς ορόφου, δώματος ή ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου,
γ.β. βοηθητικών ή αποθηκευτικών χώρων κοινόχρηστων κτισμάτων που δεν χρησιμοποιούνται ως χώροι κύριας χρήσης,
γ.γ. κοινόχρηστων αθλητικών εγκαταστάσεων,
γ.δ. κατοικίας ή επαγγελματικής στέγης ή ειδικών κτιρίων.
δ. Η αξία του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης επιφάνειας επί του κοινόκτητου ασκεπούς ορόφου, δώματος ή πυλωτής της οικοδομής ή επί του κοινόκτητου ακάλυπτου χώρου οικοπέδου ή αγροτεμαχίου ορίζεται ίση με ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15 %) της αξίας της πλήρους κυριότητας ισοδύναμης επιφάνειας οικοπέδου ή αγροτεμαχίου.}
6. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 20 του άρθρου 6 του νόμου [Ν] 3029/2002 (ΦΕΚ 160/Α/2002) προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
{Κατά την ανωτέρω μετατροπή, η ακίνητη περιουσία των υφιστάμενων ασφαλιστικών ταμείων περιέρχεται αυτοδίκαια στο νέο Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου χωρίς την καταβολή φόρου μεταβίβασης ή τέλους ή δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου, Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή άλλου προσώπου.}
7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 10 του νόμου 973/1979 (ΦΕΚ 226/Α/1979) αντικαθίσταται ως εξής:
{4. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών μπορεί να παραχωρηθούν κατά κυριότητα στην Εταιρία, ακίνητα του Δημοσίου των οποίων έχει τη διαχείριση, με ή χωρίς αντάλλαγμα ή άλλους όρους, προκειμένου να τα εισφέρει σε είδος ως κεφάλαιο σε εταιρίες που αναφέρονται στις δύο προηγούμενες παραγράφους.
Η απόφαση εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρίας, περιλαμβάνει περιγραφή του ακινήτου και μεταγράφεται στο Υποθηκοφυλακείο της περιφέρειας του ακινήτου.
Η μεταβίβαση κυριότητας που διενεργείται σύμφωνα με τη διαδικασία αυτή και η εισφορά τους ως κεφάλαιο σε είδος, απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου προσώπου. Τα δικαιώματα και η αμοιβή του Υποθηκοφύλακα ορίζονται στο ποσό των εκατό (100) ευρώ για κάθε μεταγραφή.}
8. Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1521/1950 (ΦΕΚ 245/Α/1950) προστίθεται παράγραφος 4 και οι παράγραφοι 4 έως και 7 αναριθμούνται αντίστοιχα σε 5 έως και 8:
{4. Ως μεταβίβαση λογίζονται: α) η περαιτέρω, πλην της πρώτης, μεταβίβαση του τίτλου μεταφοράς συντελεστή δόμησης και β) η παραχώρηση του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης επί κοινόκτητων κύριων, βοηθητικών ή ειδικών χώρων κτισμάτων ή επί κοινόκτητου τμήματος οικοπέδου.}
9. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1078/1980 (ΦΕΚ 238/Α/1980) αντικαθίσταται ως εξής:
{Αν ο αγοραστής μεταβιβάσει ή συστήσει επ' αυτού οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, πλην υποθήκης, πριν την παρέλευση πενταετίας, υποχρεούται, πριν τη μεταβίβαση ή τη σύσταση του εμπράγματου δικαιώματος, σε υποβολή δήλωσης και καταβολή εφάπαξ του φόρου που αναλογεί στην αξία του ακινήτου.
Ο φόρος υπολογίζεται με βάση την αξία του ακινήτου κατά το χρόνο της νέας μεταβίβασης ή της σύστασης του εμπράγματου δικαιώματος ή το δηλούμενο τίμημα της νέας μεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, με εφαρμογή των συντελεστών που ίσχυαν κατά το χρόνο χορήγησης της απαλλαγής, εκτός αν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου του χρόνου απαλλαγής είναι μεγαλύτερος, οπότε καταβάλλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος.}
10. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1078/1980 προστίθενται εδάφια ως εξής:
{Της απαλλαγής του άγαμου μπορεί να τύχει ο σύζυγος που βρίσκεται σε διάσταση και έχει καταθέσει αίτηση ή αγωγή διαζυγίου τουλάχιστον προ έξι (6) μηνών από το χρόνο της αγοράς. Αν δεν λυθεί ο γάμος με διαζύγιο μέσα σε πέντε (5) έτη από την αγορά, αίρεται η χορηγηθείσα απαλλαγή και καταβάλλεται ο οικείος φόρος σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού.}
11. Στην παράγραφο 1 της ενότητας Α' του άρθρου 26 του νόμου [Ν] 2961/2001 προστίθενται εδάφια ως εξής:
{Της απαλλαγής του άγαμου μπορεί να τύχει ο σύζυγος που βρίσκεται σε διάσταση και έχει καταθέσει αίτηση ή αγωγή διαζυγίου τουλάχιστον προ έξι (6) μηνών από το χρόνο της αιτία θανάτου κτήσης. Αν δεν λυθεί ο γάμος με διαζύγιο μέσα σε πέντε (5) έτη από την αιτία θανάτου κτήση, αίρεται η χορηγηθείσα απαλλαγή και καταβάλλεται ο οικείος φόρος σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού.}
12. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1078/1980 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Αν έχει χορηγηθεί απαλλαγή και στους δύο συζύγους κατά την αγορά ακινήτου εξ αδιαιρέτου, κατά τη μεταβίβαση του ποσοστού του ενός συζύγου καταβάλλεται ο φόρος που αναλογεί στο ποσοστό αυτό.}
13. Το έκτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1078/1980 αντικαθίσταται ως εξής:
{Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και στην περίπτωση που ο αγοραστής είναι κύριος εξ αδιαιρέτου ποσοστού ή ψιλός κύριος ή επικαρπωτής κατοικίας ή οικοπέδου και αγοράζει το υπόλοιπο ποσοστό ή το εμπράγματο δικαίωμα της ψιλής κυριότητας ή της επικαρπίας, ώστε να γίνει κύριος ολόκληρου του ακινήτου.}
14. Η παράγραφος 2 του άρθρου 27 του νόμου 2459/1997 (ΦΕΚ 17/Α/1997) αντικαθίσταται ως εξής:
{2. Η δήλωση υποβάλλεται σε ένα αντίτυπο αυτοπροσώπως από τον υπόχρεο ή από πρόσωπο που έχει ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτηθεί από αυτόν, στον προϊστάμενο της αρμόδιας για τη φορολογία εισοδήματος δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας και μέσα στις παρακάτω προθεσμίες:
α. Για τα νομικά πρόσωπα μέχρι και τις 3 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους. Η υποβολή της δήλωσης πραγματοποιείται ανάλογα με το τελευταίο ψηφίο του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου του φορολογουμένου, με αρχή το ψηφίο 1 και ολοκληρώνεται μέσα σε 11 εργάσιμες ημέρες.
β. Για τα φυσικά πρόσωπα μέχρι και τις 2 Ιουνίου του οικείου οικονομικού έτους. Η υποβολή της δήλωσης πραγματοποιείται ανάλογα με το τελευταίο ψηφίο του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου του φορολογουμένου, με αρχή το ψηφίο 1 και ολοκληρώνεται μέσα σε 11 εργάσιμες ημέρες.}
15. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης δ' του άρθρου 23 του νόμου 2459/1997 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα κτίσματα των πιο πάνω επιχειρήσεων, που έχουν πωληθεί με οριστικά συμβόλαια από τραπεζικά πιστωτικά ιδρύματα με παρακράτηση της κυριότητας μέχρι της αποπληρωμής του τιμήματος, εφόσον χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία της αγοράστριας επιχείρησης.}
16. Στην περίπτωση ε' του άρθρου 23 του νόμου 2459/1997 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα γήπεδα των ακινήτων των πιο πάνω επιχειρήσεων, που έχουν πωληθεί με οριστικά συμβόλαια από τραπεζικά πιστωτικά ιδρύματα με παρακράτηση της κυριότητας μέχρι της αποπληρωμής του τιμήματος, εφόσον χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία της αγοράστριας επιχείρησης.}
17. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 22 του νόμου 2459/1997 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
{Για τα ακίνητα των επιχειρήσεων, που έχουν πωληθεί από τραπεζικά πιστωτικά ιδρύματα με παρακράτηση της κυριότητας μέχρι της αποπληρωμής του τιμήματος, υπόχρεος σε φόρο είναι ο αγοραστής από το χρόνο σύναψης των οριστικών συμβολαίων, εφόσον χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία της αγοράστριας επιχείρησης.}