Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 200/05

ΝΣΚ 200/2005


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 200/2005 (13-04-2005)

 

Αριθμός ερωτήματος: Το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου Δ4/γ/0/4468/Φ.Γ./Μ/04/01-12-2004 της Διεύθυνσης Λιμενικών Έργων και Έργων Αεροδρομίων (Δ4) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.

 

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται αν επέρχονται αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού της αμοιβής των μελετών, μετά την εφαρμογή του νόμου 3263/2004 και της απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων με αριθμό απόφασης [Α] Δ17Α/01/93/ΦΝ487/01-10-2004, που εκδόθηκε με εξουσιοδότησή του και με την οποία καθορίσθηκαν τα ενιαία τιμολόγια για την σύνταξη των προϋπολογισμών των έργων. Πιο συγκεκριμένα ερωτάται πως θα υπολογισθεί η αμοιβή των μελετητών στις παρακάτω περιπτώσεις:

 

α) Συμβάσεις πριν την εφαρμογή του νόμου 3263/2004 στις οποίες αναφέρεται ως ισχύον το προεδρικό διάταγμα 515/1989, εφόσον το μελετητικό αντικείμενο α)α) είχε εκπονηθεί, υποβληθεί και εγκριθεί πριν την εφαρμογή του ενιαίων τιμολογίων, α)β) είχε μεν εκπονηθεί και υποβληθεί, αλλά δεν είχε εγκριθεί πριν την εφαρμογή των τιμολογίων και α)γ) εκπονείται μετά την εφαρμογή των τιμολογίων.

 

β) Συμβάσεις μελετών που είχαν προκηρυχθεί υπό την ισχύ του προεδρικού διατάγματος 515/1989, είχαν υποβληθεί αιτήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος, αλλά εκκρεμεί η ανάθεσή τους.

 

γ) Συμβάσεις μελετών που πρόκειται να προκηρυχθούν στο μέλλον.

 

Απάντηση Ερωτήματος: Επί του ερωτήματος αυτού το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε τα ακόλουθα:

 

Α. 1. Στις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 7 (εδάφια 3 και 4) και παράγραφος 8 του νόμου 716/1977 περί μητρώου μελετητών και ανάθεσης και εκπόνησης μελετών ορίζονται τα ακόλουθα:

 

{Η συμβατική αμοιβή του μελετητή υπολογίζεται βάσει του προϋπολογισμού που εγκρίνεται του σταδίου της προμελέτης και καθορίζεται με την εγκριτική απόφαση του σταδίου αυτού του εργοδότη. Η αμοιβή που καταβάλλεται τελικά στον Μελετητή, η οποία καθορίζεται βάσει των ισχυουσών διατάξεων περί αμοιβών μελετητών, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη της αμοιβής που καθορίζεται συμβατικά σύμφωνα με τα παραπάνω, όπως αυτή διαμορφώνεται αναγόμενη στο χρόνο υποβολής της μελέτης κατόπιν αναθεώρησης κατά τις διατάξεις περί αναθεωρήσεως τιμών δημοσίων έργων, κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 40%, έστω και εάν σύμφωνα με τις διατάξεις περί αμοιβών η αμοιβή της οποίας δικαιούται ο μελετητής, βάσει του τελικού προϋπολογισμού της μελέτης, είναι μεγαλύτερη του παραπάνω ποσοστού της διαφοράς θεωρούμενης ως ποινικής ρήτρας σε βάρος του ανάδοχου για εσφαλμένη εκτίμηση του προϋπολογισμού του πρώτου σταδίου της μελέτης.

 

8. Σε περίπτωση κατά την οποία δεν προβλέπεται αμοιβή μελέτης από κάποια από τις ισχύουσες διατάξεις η αμοιβή καθορίζεται από τον εργοδότη και αναφέρεται στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος.}

 

2. Με το προεδρικό διάταγμα 696/1974 περί αμοιβών μηχανικών δια σύνταξη μελετών, επίβλεψη, παραλαβή κ.λ.π. Συγκοινωνιακών, Υδραυλικών και Κτιριακών Έργων, ως και Τοπογραφικών, Κτηματογραφικών και Χαρτογραφικών Εργασιών και σχετικών τεχνικών προδιαγραφών μελετών (ΦΕΚ 301/Α/1974), που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 59 του νομοθετικού διατάγματος 17-07-1923 περί σχεδίων πόλεων κ.λ.π., όπως αυτό ισχύει κατόπιν του νομοθετικού διατάγματος 2726/1953, ορίστηκε ότι για τις αμοιβές των μελετητών των ως άνω έργων καθορίζονται υποχρεωτικά κατώτερα όρια, που για κάποιες κατηγορίες έργων συνίστανται σε ποσοστό επί του προϋπολογισμού του έργου, όπως τον προϋπολογισμό αυτόν προσδιορίζει ο ίδιος ο μελετητής (άρθρο 2). Πιο συγκεκριμένα, οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 4 του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος 696/1974, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 2 του προεδρικού διατάγματος 515/1989 (ΦΕΚ 219/Α/1989) ορίζει τον προϋπολογισμό του έργου ως εξής:

 

{1. Ο προϋπολογισμός με τον οποίο υπολογίζεται η αμοιβή κάθε έργου είναι αυτός που εξάγεται με τις ποσότητες όλων των κονδυλίων αυτού, όπως αυτός εγκρίνεται από τον Εργοδότη, σύμφωνα με αναλυτική προμέτρηση και με τις τιμές μονάδας εργασιών που υπολογίζονται με βάση τις εγκεκριμένες από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων αναλύσεις τιμών και τις βασικές τιμές ημερομισθίων, υλικών σύνταξης του προϋπολογισμού του τελευταίου σταδίου της μελέτης που έχει ανατεθεί στον ίδιο μελετητή με την οικεία σύμβαση. Σε περίπτωση μη ύπαρξης εγκεκριμένης ανάλυσης τιμών για ορισμένες εργασίες η τιμή των εργασιών αυτών υπολογίζεται με νέες τιμές που συντάσσει ο ανάδοχος, σύμφωνα με τις περί εκτέλεσης δημοσίων έργων διατάξεις και όπως αυτές οι τιμές θα εγκριθούν από τον Εργοδότη. Στον παραπάνω προϋπολογισμό, που δηλώνει το κόστος του έργου, δεν προστίθεται ποσοστό γενικών εξόδων και οφέλους εργολάβου ούτε και αφαιρείται τυχόν έκπτωση δημοπρασίας.

 

2. Στον προϋπολογισμό προστίθεται η αξία των υλικών, τα μισθώματα των μηχανημάτων και η προσφορά εργασία που τυχόν χορηγούνται από τον εργοδότη.

 

3. Στον προϋπολογισμό δεν περιλαμβάνονται κονδύλια απρόβλεπτων δαπανών, απαλλοτριώσεων και ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας που βαρύνει τον εργοδότη.

 

4. Το ποσό του προϋπολογισμού ορίζεται με τις ποσότητες της μελέτης εφαρμογής ή, όπου δεν προβλέπεται τέτοιο στάδιο μελέτης από τις προδιαγραφές του βιβλίου Β του παρόντος προεδρικού διατάγματος, με τις ποσότητες της οριστικής μελέτης. Για ενδιάμεσα στάδια μελέτης ο προϋπολογισμός υπολογίζεται με την ακρίβεια που απαιτείται από τις αντίστοιχες προδιαγραφές. Για τον υπολογισμό της αμοιβής ο προϋπολογισμός Σ λαμβάνεται με τις ποσότητες του πιο προωθημένου σταδίου της μελέτης που έχει ανατεθεί.}

 

3. Στο άρθρο 8 του νόμου 3263/2004 (Μειοδοτικό σύστημα ανάθεσης των δημοσίων έργων και άλλες διατάξεις - (ΦΕΚ 179/Α/2004)), που άρχισε να ισχύει στις 28-09-2004, σύμφωνα με την ακροτελεύτια διάταξη του άρθρου 13, ορίζονται τα ακόλουθα:

 

{1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων εγκρίνονται ενιαία τιμολόγια, ανάλογα με την κατηγορία και το μέγεθος των έργων και με την προσβασιμότητα της περιοχής εκτέλεσής τους, πρότυπα τεύχη διακηρύξεων και εντύπων προσφοράς για όλα τα συστήματα υποβολής προσφοράς καθώς και άλλο πρότυπα εγγράφων που χρησιμοποιούνται από τις δημοπρασίες των έργων.

 

2. Τα τιμολόγια καθώς και τα πρότυπα, μετά την έγκρισή τους ισχύουν υποχρεωτικά για όλους τους φορείς που δημοπρατούν δημόσιο έργο. Με αιτιολογημένη απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής μπορεί να προστίθενται στη διακήρυξη επιπλέον όροι, όταν τούτο ενδείκνυται.

 

3. Οι τιμές των εργασιών των ενιαίων τιμολογίων, αναπροσαρμόζονται όπως ορίζεται στην απόφαση και λαμβάνονται αυτούσιες ή σε συνδυασμό μεταξύ τους για τη σύνταξη των προϋπολογισμών των έργων.}

 

4. Στην Αιτιολογική Έκθεση του νόμου 3263/2004, υπό το άρθρο 9 (το άρθρο 8 κατά την αρίθμηση του νομοσχεδίου, όπως κατατέθηκε στη Βουλή, αποσύρθηκε και έτσι η αιτιολογική έκθεση του άρθρου 9 αφορά πράγματι το άρθρο 8 του νόμου) διατυπώνεται εναργώς η ratio legis που διέπει τη σύνταξη και έγκριση των ενιαίων τιμολογίων. Αναφέρονται επί λέξει τα ακόλουθα:

 

{Οι διατάξεις του άρθρου 9 είναι απαραίτητες για την καλή λειτουργία του άρθρου 4 περί εγγυήσεων, επειδή καθιστούν δυνατή, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, την καθιέρωση ενιαίου τιμολογίου ανά κατηγορία έργων. Πράγματι για να θεσπισθεί ενιαίο όριο πάνω από το οποίο οι εκπτώσεις τιμωρούνταν με την υποχρέωση των αναδόχων να καταθέσουν πρόσθετη εγγύηση, απαιτείται να υπάρχουν ενιαίοι κανόνες για την σύνταξη των προϋπολογισμών των έργων και όχι να επικαιροποιούνται οι τιμές των αναλυτικών τιμολογίων με πρωτοβουλία της Προϊσταμένης Αρχής.

 

Παράλληλα καθιερώνεται ενιαίος τύπος διακήρυξης, εντύπων προσφοράς και άλλων κρίσιμων για την εξυγίανση της διαδικασίας, εγγράφων του διαγωνισμού.

 

Τα τιμολόγια και τα πρότυπα ισχύουν και χρησιμοποιούνται υποχρεωτικά μετά την έγκρισή τους από τους φορείς που εκτελούν δημόσια έργα, εκτός των περιπτώσεων που η ίδια η απόφαση προσδιορίζει. Οι τιμές των τιμολογίων αναπροσαρμόζονται σε τακτό διαστήματα και λαμβάνονται αυτούσιες ή σε συνδυασμό μεταξύ τους κατά την κατάρτιση των προϋπολογισμών.}

 

5. Ήδη εκδόθηκαν αποφάσεις ([Α] Δ17Α/01/93/ΦΝ.437/01-10-2004 και [Α] Δ17Α/08/136/ΦΝ437/29-12-2004) του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, με τις οποίες εγκρίθηκαν τα ενιαία τιμολόγια για τις εργασίες των έργων οδοποιίας των λιμενικών, των υδραυλικών και των οικοδομικών έργων, οι οποίες όρισαν τιμές αρκετά μικρότερες (και πάντως διαφορετικές) από τις τιμές που προκύπτουν επί τη βάσει των εγκεκριμένων αναλύσεων τιμών.

 

6. Μετά την υποβολή του ερωτήματος στις 22-02-2005, τέθηκε σε ισχύ ο νόμος 3316/2005 (ΦΕΚ 42/Α/2005) Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις, ο οποίος ρυθμίζει με διαφορετικό τελείως τρόπο (σε σχέση με τα ισχύοντα πριν) τον τρόπο υπολογισμού της αμοιβής των μελετών. Στις μεταβατικές του διατάξεις και συγκεκριμένα την παράγραφο 1 του άρθρου 45, ορίζονται τα ακόλουθα σχετικά με τις συμβάσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του:

 

{1. Ο νόμος αυτός εφαρμόζεται για την ανάθεση των μελετών και υπηρεσιών, όλων εν γένει των αναθετουσών Αρχών, όπως προσδιορίζονται στην παράγραφο 9 του άρθρου 1, επιφυλασσομένων των διατάξεων των περιπτώσεων ε, στ και ζ της παραγράφου 1 του επομένου άρθρου, στους διαγωνισμούς των οποίων η προκήρυξη θα δημοσιευθεί μετά την έναρξη ισχύος του, καθώς και στις συμβάσεις που θα συναφθούν συνεπεία των διαγωνισμών αυτών, χωρίς να επιτρέπονται παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του. Ως δημοσίευση νοείται η αποστολή της περίληψης προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή, στους διαγωνισμούς με προεκτιμώμενη αμοιβή κάτω του ορίου εφαρμογής της κοινοτικής οδηγίας για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η πρώτη αποστολή προς δημοσίευση στον ελληνικό τύπο. Σε περίπτωση ανάθεσης με διαδικασία διαπραγμάτευσης οι διατάξεις του νόμου αυτού εφαρμόζονται αν η πρόσκληση προς διαπραγμάτευση αποσταλεί μετά την έναρξη ισχύος του. Οι διατάξεις του κεφαλαίου περί διοικητικής επίλυσης των διαφορών εφαρμόζονται στις διαφορές που ανακύπτουν με κοινοποίηση της βλαπτικής πράξης στον ανάδοχο, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης της σύμβασης.}

 

Εξάλλου στην παράγραφο 7 του άρθρου 45 του ως άνω νόμου ορίζονται τα ακόλουθα σε σχέση με το υποβληθέν ερώτημα:

 

{Οι αμοιβές μηχανικών για μελέτες και συναφείς υπηρεσίες που έχουν ανατεθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υπολογίζονται με τους προϋπολογισμούς που εξάγονται σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο σύναψης των σχετικών συμβάσεων. Στις συμβάσεις αυτές οι ανάδοχοι μελέτης οφείλουν να υποβάλουν χωρίς πρόσθετη αμοιβή και προϋπολογισμούς των έργων που μελετήθηκαν, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 11, για τις ανάγκες της δημοπράτησής τους.}

 

Β. Από τις προδιαληφθείσες διατάξεις προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

1. Μέχρι τη θέση σε εφαρμογή του νόμου 3316/2005 (ο οποίος άρχισε να ισχύει από τη δημοσίευση του, δηλαδή τις 22-02-2005) ίσχυε ο νόμος 716/1977 που ρύθμιζε την ανάθεση και εκπόνηση των μελετών τεχνικών έργων. Ο νόμος αυτός εξακολουθεί να ισχύει, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 45 του νόμου 3316/2005, στις δημοπρασίες που η προκήρυξή τους έχει δημοσιευτεί (όπως ο όρος αυτός αυθεντικά ερμηνεύεται από την ίδια τη διάταξη) πριν τις 22-02-2005. Επίσης εξακολουθούν να ισχύουν οι περί εκτέλεσης της σύμβασης διατάξεις του νόμου 716/1977 για τις συμβάσεις που ανατέθηκαν ή θα ανατεθούν με εφαρμογή των διατάξεων του, άρα και οι διατάξεις του νόμου αυτού για τον τρόπο υπολογισμού και καταβολής της αμοιβής του μελετητή, στις περιπτώσεις αυτές.

 

2. Περαιτέρω ανακύπτει το ερώτημα αν, υπό την ισχύ του νόμου 716/1977 και μετά την θέση σε εφαρμογή του νόμου 3263/2004, που καθιέρωσε (με τις διατάξεις του άρθρου 8) τα ενιαία τιμολόγια, για τον υπολογισμό της αμοιβής του μελετητή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο προϋπολογισμός του έργου όπως προκύπτει από τις (προϋφιστάμενες και ισχύουσες) εγκεκριμένες αναλύσεις τιμών των έργων, ή τα ενιαία τιμολόγια του νόμου 3263/2004. Το ζήτημα αυτό καθίσταται κρίσιμο γιατί οι προϋπολογισμοί των έργων που συντάσσονται με τα ενιαία τιμολόγια του νόμου 3263/2004 είναι αρκετά μικρότεροι από αυτούς που συντάσσονται με τήρηση των εγκεκριμένων αναλύσεων τιμών.

 

Το ως άνω ερώτημα απαντάται καταρχήν από την αιτιολογική έκθεση του νόμου 3263/2004, όπου διατυπώνεται ρητά η πρόθεση του νομοθέτη να εκλογικεύσει και ενιαιοποιήσει τον τρόπο κατάρτισης του προϋπολογισμού δημοπράτησης του έργου, ώστε να λειτουργήσει απρόσκοπτα το νέο σύστημα ανάθεσης, που απαιτεί την παροχή υψηλών εγγυήσεων καλής εκτέλεσης, αν η έκπτωση που προσφέρει ο ανάδοχος επί των τιμών του προϋπολογισμού υπερβεί ένα εύλογο όριο που τίθεται στην προκήρυξη. Η καθιέρωση των ενιαίων τιμολογίων επιτρέπει το προσδιορισμό του προϋπολογισμού δημοπράτησης των έργων με προδιαγεγραμμένο τρόπο και περαιτέρω τον ορισμό ενιαίου ορίου εκπτώσεων. Χωρίς τις διατάξεις αυτές, θα εξακολουθούσε να υφίσταται η με πρωτοβουλία της κάθε μιας Προϊσταμένης Αρχής επικαιροποίηση των προϋπολογισμών μελέτης των έργων που ίσχυε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 3 του νόμου 1418/1984 και άρθρου 4 παράγραφος 3 του προεδρικού διατάγματος 609/1985, γεγονός που θα καθιστούσε αδύνατη την απρόσκοπτη εφαρμογή των διατάξεων του νέου νόμου. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι δεν περιλαμβάνεται στους σκοπούς του νόμου 3263/2004, η τροποποίηση των διατάξεων του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος 694/1974 και η υποκατάσταση των εγκεκριμένων αναλύσεων τιμών από τα ενιαία τιμολόγια να υποκαταστήσει τις εγκεκριμένες αναλύσεις τιμών από τα ενιαία τιμολόγια. Συνεπώς το άρθρο 3 του προεδρικού διατάγματος 694/1974 που ορίζει ότι ο προϋπολογισμός του έργου στον οποίο στηρίζεται η αμοιβή του μελετητή συντάσσεται από τον ίδιο με βάση τις εγκεκριμένες αναλύσεις τιμών δεν καταργήθηκε από το άρθρο 8 του νόμου 3263/2004.

 

3. Το συμπέρασμα αυτό δεν μεταβάλλεται από την θέση σε εφαρμογή του νόμου 3316/2005, που δεν ρυθμίζει τα σχετικά ζητήματα. Η διάταξη του άρθρου 45 παράγραφος 7 του νόμου αυτού, που αναφέρει ότι οι αμοιβές των μελετητών που ανέλαβαν συμβάσεις που διέπονται από το νομοθετικό καθεστώς του νόμου 716/1977 εξάγονται με βάση το καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο σύναψης τους, ενώ υπέχουν (οι μελετητές) υποχρέωση να υποβάλλουν, χωρίς πρόσθετη αμοιβή, προϋπολογισμό συνταγμένο κατά το άρθρο 8 του νόμου 3263/2004, για τις ανάγκες δημοπράτησης των έργων αυτών, δεν αναφέρει κάτι διαφορετικό από το συμπέρασμα που προαναφέρθηκε, δεδομένου ότι ισχύουσες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις ήταν αυτές του νόμου 716/1977 και του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος 694/1974.

 

Άλλωστε αποτελεί πάγια αρχή, θεσμοθετημένη στο άρθρο 2 του Αστικού Κώδικα, ότι ο νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ και μόνον εξαιρετικά, εφόσον ρητώς ορίζεται, μπορεί να ρυθμίσει αναδρομικά τις έννομες σχέσεις, υπό τον όρο ότι η αναδρομική ρύθμιση δεν πρέπει να προσβάλλει νομίμως κεκτημένα περιουσιακά δικαιώματα των διοικούμενων, γιατί στην περίπτωση αυτή η αναδρομικότητα θεωρείται αντισυνταγματική ([ΑΠ] Ολομέλεια 654/1984, Ολομέλεια 40/1998). Η αρχή αυτή, στο δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων υλοποιείται με την πρόβλεψη του νομοθέτη (πάγια σε όλους τους νόμους που τέθηκαν σε ισχύ στο πρόσφατο παρελθόν) ότι ο νέος νόμος ισχύει για την ανάθεση και εκτέλεση των συμβάσεων που θα προκηρυχθούν μετά την έναρξη ισχύος του. Η προκήρυξη δημόσιας σύμβασης αποτελεί κατά πάγια νομολογία (ενδεικτικό [ΣΤΕ] ΣτΕ 1754/1996, ΣτΕ 4550/1998 κ.α.) κανονιστική διοικητική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ισχύει στον χρόνο έκδοσης της και η δημοσίευση της παγιώνει το καθεστώς που διέπει την διαδικασία ανάθεσης και εκτέλεσης της σύμβασης. Άλλωστε η αρχή αυτή προκύπτει ρητώς πλέον από τη διάταξη του άρθρου 16 παράγραφος 1 εδάφιο α του νόμου 2690/1999 (περί κώδικα διοικητικής διαδικασίας), όπου ορίζεται ότι η διοικητική πράξη είναι έγγραφη, αναφέρει την εκδούσα αρχή και τις εφαρμοζόμενες διατάξεις, φέρει δε χρονολογία, καθώς και υπογραφή του αρμόδιου οργάνου. Η αρχή αυτή, πριν την πανηγυρική θέσπιση της με το νόμο 2690/1999 είχε παγιωθεί ως νομολογία (ΣτΕ 3459/1972, ΣτΕ 1098/1988, ΝΟΒ 1988, 672, 1270/1998, Ελληνική Δικαιοσύνη 1999, 932, κ.α.).

 

4. Στην προκείμενη περίπτωση, από τις διατάξεις του νέου νόμου 3316/2005 δεν προκύπτει ρητή ή έστω σιωπηρή πρόθεση περί αναδρομικής ρυθμίσεως του ζητήματος της αμοιβής μελετητών που ανέλαβαν συμβάσεις μελετών υπό την ισχύ του νόμου 716/1977. Αντιθέτως μάλιστα η αναφορά σε σύνταξη προϋπολογισμών έργων κατά το άρθρο 11 παράγραφος 3 (που περαιτέρω παραπέμπει στο άρθρο 8 του νόμου 3263/2004) για τις ανάγκες της δημοπράτησης τους ενισχύει τα συμπεράσματα που αναφέρθηκαν προηγουμένως.

 

Συμπερασματικά, κατά τη διαμορφωθείσα στο τμήμα ομόφωνη γνώμη η απάντηση που προσήκει στα ερωτήματα που τέθηκαν είναι η ακόλουθη:

 

α) Συμβάσεις εκπόνησης μελετών που ανατέθηκαν πριν την εφαρμογή του νόμου 3263/2004 αμείβονται όπως ορίζει ο νόμος 716/1977, επί τη βάση του προεδρικού διατάγματος 694/1974, όπως ισχύει και λαμβανομένων υπόψη των εγκεκριμένων αναλύσεων τιμών, είτε το μελετητικό αντικείμενο α)α) είχε εκπονηθεί, υποβληθεί και εγκριθεί πριν την εφαρμογή του ενιαίων τιμολογίων που προβλέπει η παράγραφος 1 του νόμου 3263/2004 και εγκρίθηκαν με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, είτε α)β) είχε μεν εκπονηθεί και υποβληθεί, αλλά δεν είχε εγκριθεί πριν την εφαρμογή των τιμολογίων, είτε α)γ) εκπονείται μετά την εφαρμογή των τιμολογίων αυτών.

 

β) Συμβάσεις μελετών που έχουν ήδη προκηρυχθεί με τις διατάξεις του νόμου 716/1977, έχουν υποβληθεί αιτήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τους διαγωνιζόμενους, και δεν έχουν ακόμα συναφθεί οι σχετικές συμβάσεις αμείβονται κατά τον ίδιο όπως και παραπάνω τρόπο.

 

γ) Σε συμβάσεις μελετών που έχουν προκηρυχθεί πριν τις 22-02-2005 (ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του νόμου 3316/2005), η αμοιβή θα υπολογισθεί ομοίως κατά τον τρόπο που ορίζει ο νόμος 716/1977, δηλαδή με εφαρμογή των διατάξεων του προεδρικού διατάγματος 694/1974, όπως ισχύει σήμερα και λαμβανομένων υπόψη των εγκεκριμένων αναλύσεων τιμών και όχι των ενιαίων τιμολογίων του νόμου 3263/2004.

 

δ) Τέλος στις συμβάσεις που προκηρύχτηκαν ή θα προκηρυχτούν με εφαρμογή των διατάξεων του νόμου 3316/2005 η αμοιβή των μελετητών υπολογίζεται όπως ορίζουν οι διατάξεις αυτές.

 

Ο Εισηγητής

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.