Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 677/10

ΣτΕ 677/2010


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 677/2010

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Ολομέλεια

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 06-02- 2009, με την εξής σύνθεση: Γ. Παναγιωτόπουλος, Πρόεδρος, Δ. Κωστόπουλος, Φ. Αρναούτογλου, Ν. Σκλίας, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Θ. Παπαευαγγέλου, Δ. Πετρούλιας, Αν. Γκότσης, Χ. Ράμμος, Ν. Μαρκουλάκης, Π. Κοτσώνης, Ι. Μαντζουράνης, Δ. Σκαλτσούνης, Γ. Ποταμιάς, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ι. Γράβαρης, Ι. Ζόμπολας, Δ. Γρατσίας, Β. Γρατσίας, Α. Ντέμσιας, Σ. Παραμυθιώτης, Φ. Ντζίμας, Σ. Χρυσικοπούλου, Ηρακλής Τσακόπουλος, Β. Καλαντζή, Μ. Σταματελάτου-Μπεριάτου, Σύμβουλοι, Ο. Παπαδοπούλου, Μ. Τριπολιτσιώτη, Κ. Λαζαράκη, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Β. Μανωλόπουλος.

 

Για να δικάσει την από 23-05-2007 αίτηση:

 

των:

 

1. Δ. Κ. Φ., κατοίκου Α. (Β. 22), ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος (Αριθμός Μητρώου 6530) και

 

2. Μ. Δ. Φ., κατοίκου Α. (Β. 16), η οποία δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της αιτήσεως,

 

κατά των Υπουργών:

 

1. Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης,

2. Οικονομίας και Οικονομικών και

3. Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι οποίοι παρέστησαν με τους:

 

α) Ηλία Δροσογιάννη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους και

β) Θεόδωρο Ψυχογιό, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

 

και κατά των παρεμβαινόντων:

 

1. Δήμου Αθηναίων, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Στυλιανό Μπεζαντά (Αριθμός Μητρώου 10810), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και

 

2. α. Δ. Π., κατοίκου Α. (Ι. Σ. 62) και β. Δ. συζύγου Κ. Χ., κατοίκου Α. (Β. 22), οι οποίοι δεν παρέστησαν.

 

Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 04-06-2007 πράξης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 εδάφιο α του προεδρικού διατάγματος 18/1989.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 93215/565/2007 κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Μ. Γκορτζολίδου.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πρώτο των αιτούντων, ως δικηγόρο, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο του Δήμου και τους εκπροσώπους των Υπουργών, που ζήτησαν την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, για την κρινόμενη αίτηση καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (831548, 1881915/2007 έντυπα παραβόλου).

 

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της υπ' αριθμόν 93215/565/2007 αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία παραχωρήθηκε δωρεάν και μεταβιβάσθηκε κατά κυριότητα, νομή και κατοχή στο Δήμο Αθηναίων, το άλσος της σχολής Ευελπίδων (πρώην Πολυγώνου).

 

3. Επειδή, η υπόθεση έχει εισαχθεί ενώπιον της Ολομέλειας του Δικαστηρίου με την από 04-06-2007 πράξη του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω μεγαλύτερης σπουδαιότητας, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 εδάφιο α του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989).

 

4. Επειδή, η δεύτερη των αιτούντων στις 17-08-2007 κατέθεσε δήλωση παραιτήσεως από το δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως (βλέπε υπ' αριθμόν Π5060/2007 έγγραφο παραιτήσεως) και, συνεπώς, ως προς αυτήν η παρούσα δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη. Η δε κρινόμενη αίτηση πρέπει να ερευνηθεί σε σχέση μόνο με τον πρώτο των αιτούντων.

 

5. Επειδή, ο αιτών, υπό την ιδιότητα του περιοίκου, έχει προσωπικό έννομο συμφέρον επιδιώκοντας να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, εφόσον, κατά τους ισχυρισμούς του, η παραχώρηση του άλσους στο Δήμο Αθηναίων θα έχει βλαπτικές συνέπειες για τη μορφή του άλσους αυτού (ΣτΕ 3142/2006 Ολομέλεια).

 

6. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνει ο Δήμος Αθηναίων υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης. Η παρέμβαση ασκείται παραδεκτώς και με έννομο συμφέρον.

 

7. Επειδή, στην δίκη παρεμβαίνουν και ζητούν την απόρριψη της κρινομένης αιτήσεως ο Δ. Π. και η Δ. Χ., περίοικοι του άλσους, οι οποίοι λειτουργούν, εντός τμήματος αυτού, καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, με δικόγραφο παρεμβάσεως που υπογράφεται από δικηγόρο, ως πληρεξούσιο των παρεμβαινόντων. Κατά τη συζήτηση όμως της υποθέσεως στο ακροατήριο, ο παρεμβαίνων ούτε παρέστη με πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε εμφανίσθηκε για να δηλώσει ότι εγκρίνει την άσκηση της παρεμβάσεως, δεν προσκομίσθηκε δε, μέχρι τη συζήτηση, δια της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας συμβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητας στο δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο της παρεμβάσεως. Συνεπώς, η παρέμβαση πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του προεδρικού διατάγματος 18/1989, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 2 του νόμου [Ν] 2479/1997 (ΦΕΚ 67/Α/1997).

 

8. Επειδή, μετά την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως, δημοσιεύθηκε ο νόμος 3698/2008 Ρυθμίσεις θεμάτων κτηνοτροφίας και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 198/Α/2008), με το άρθρο 36Α του οποίου, ορίζεται ότι:

 

{Κυρώνεται η υπ' αριθμόν 93215/565/2007 κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικών Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία παραχωρήθηκε στο Δήμο Αθηναίων το άλσος της Σχολής Ευελπίδων (πρώην Πολυγώνου).}

 

9. Επειδή, η ανωτέρω διάταξη, αποσκοπούσα στην νομοθετική κύρωση ατομικής διοικητικής πράξεως, ενόσω κατ' αυτής εκκρεμεί αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι αντίθετη προς την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών που καθιερώνεται με το άρθρο 26 του Συντάγματος, προς το άρθρο 95 του Συντάγματος που κατοχυρώνει το ένδικο μέσο της αιτήσεως ακυρώσεως, αλλά και τη διάταξη του άρθρου 20 παράγραφος 1 του Συντάγματος, που εγγυάται το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας και, ως εκ τούτου, δεν είναι εφαρμοστέα και δεν επηρεάζει την παρούσα δίκη (βλέπε Ολομέλεια ΣτΕ 604/2002, Ολομέλεια ΣτΕ 3610/2002, Ολομέλεια ΣτΕ 542/1999 κ.α.)

 

10. Επειδή, στο άρθρο 24 παράγραφος 1 του Συντάγματος του 1975 ορίζεται ότι:

 

{1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του κράτους ... Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και γενικά των δασικών εκτάσεων. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δημόσιων δασών και των δημόσιων δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον.}

 

Εξάλλου στο άρθρο 3 του νόμου 998/1979 Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας (ΦΕΚ 289/Α/1979), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του νόμου 3208/2003 (ΦΕΚ 303/Α/2003), ορίζεται ότι:

 

{5. Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται και τα εντός των πόλεων και των οικιστικών περιοχών πάρκα και άλση, καθώς και οι εκτάσεις που κηρύσσονται ή έχουν κηρυχθεί με πράξη της αρμόδιας αρχής δασωτέες ή αναδασωτέες ...

 

5. ...

 

6. Δεν υπάγονται οπωσδήποτε εις τις διατάξεις του παρόντος νόμου: α) ... ε) Οι περιοχές δια τις οποίας υφίστανται εγκεκριμένα έγκυρα σχέδια πόλεως ή καταλαμβάνονται υπό οικισμών προϋφιστάμενων του έτους 1923 ή πρόκειται περί οικοδομήσιμων εκτάσεων οικιστικών περιοχών του νόμου 947/1979, στ) ...}

 

Επίσης, στο άρθρο 4 του παραπάνω νόμου 998/1979 ορίζεται ότι: 1. ... 2. ... Από της απόψεως της θέσεως των δασών και δασικών εκτάσεων εν σχέσει προς τους χώρους ανθρώπινης εγκαταστάσεως και δραστηριότητος διακρίνονται: α) Πάρκα και άλση εντός των πόλεων ή των οικιστικών περιοχών, β) ...}

 

Τέλος, στο άρθρο 49 του ίδιου νόμου 998/1979 ορίζεται ότι:

 

{1. Τα εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή πολεοδομικής ζώνης ή εντός οικιστικής περιοχής υφιστάμενα πάρκα ή άλση και δενδροστοιχίες, υπό την επιφύλαξη των στα άρθρα 48 παράγραφος 1 και 52 παράγραφος 1 προβλεπομένων, δεν δύνανται να μεταβάλουν προορισμό ή χρήσιν.

 

2. ...}

 

Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι τα άλση και πάρκα που βρίσκονται σε κοινόχρηστο χώρο εντός εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου εξομοιώνονται με τα δασικά οικοσυστήματα και υπάγονται στην ιδιαίτερη προστασία που θεσπίζεται για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις με το άρθρο 24 του Συντάγματος (βλέπε ΣτΕ Ολομέλεια 55/1993). Κατά συνέπεια, δεν επιτρέπεται η μεταβολή της χρήσης ή του προορισμού των εντός σχεδίου πόλεων κοινοχρήστων εκτάσεων, οι οποίες καλύπτονται από δασική βλάστηση που έχει δημιουργηθεί φυσικώς ή τεχνητώς (πάρκα ή άλση), ειμή μόνον κατ' εξαίρεση στις περιπτώσεις που προβλέπονται από διάταξη νόμου για την ικανοποίηση σκοπού, επιβαλλομένου από το δημόσιο συμφέρον, σύμφωνα με την ανωτέρω συνταγματική διάταξη, όπως είναι η περίπτωση της διανοίξεως δημόσιων οδών προκειμένου να εξυπηρετηθεί σπουδαία ανάγκη επικοινωνίας (άρθρο 48 παράγραφος 1 του νόμου 998/1979).

 

11. Επειδή, εξάλλου, με την παράγραφο 3 του άρθρου 117 του Συντάγματος ορίζεται ότι:

 

{Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό...}

 

Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, σε περίπτωση καταστροφής ή αποψιλώσεως του δάσους ή της δασικής εκτάσεως από πυρκαϊά ή οποιαδήποτε άλλη αιτία, προερχόμενη είτε από ανθρώπινη ενέργεια, είτε από φυσική αιτία, είναι υποχρεωτική η κήρυξή της ως αναδασωτέας και αποκλείεται η διάθεσή της για άλλο σκοπό δημοσίου συμφέροντος που θα δικαιολογούσε κατά νόμο επέμβαση στο δάσος πριν από την καταστροφή του. Τέτοια επέμβαση επιτρέπεται στο άκρως απαραίτητο μέτρο μόνο μετά την πραγματοποίηση της αναδασώσεως και την ανάκτηση της δασικής μορφής της εκτάσεως που καταστράφηκε, ενώ απαγορεύεται απολύτως επέμβαση πριν από την πραγματοποίηση του σκοπού της αναδασώσεως (ΣτΕ Ολομέλεια 2778/1988).

 

12. Επειδή, το άρθρο 23 του νόμου [Ν] 1644/1986 (ΦΕΚ 131/Α/1986) ορίζει ότι:

 

{1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Γεωργίας παραχωρούνται δωρεάν και μεταβιβάζονται κατά κυριότητα, νομή και κατοχή στο Δήμο Αθηναίων τα πιο κάτω άλση του Δημοσίου: ... Σχολής Ευελπίδων (πρώην Πολυγώνου) ...

 

5. Ο Δήμος Αθηναίων υποχρεούται με ευθύνη και δαπάνες του, να συντηρεί και να βελτιώνει τη βλάστηση, να διοικεί, να διαχειρίζεται, να εκμεταλλεύεται, να φυλάσσει και γενικά να προστατεύει με οποιονδήποτε τρόπο τους παραχωρούμενους κήπους και δενδροστοιχίες, καθώς και τα μεταβιβαζόμενα άλση, τα οποία διατηρούν στο ακέραιο και επ' άπειρο το δασικό τους χαρακτήρα και εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας.

 

6. Απαγορεύεται η δημιουργία οποιασδήποτε εγκατάστασης μέσα στα άλση, εκτός εκείνων που κρίνονται ως απολύτως αναγκαίες για τη δημόσια υγεία.

 

7. Οι παραχωρήσεις των παραγράφου 1 και 2 ανακαλούνται με τον τρόπο που έγιναν οποτεδήποτε, εφόσον ήθελε επιχειρηθεί αλλαγή του προορισμού ή της χρήσης ή του χαρακτήρα των αλσών, των κήπων και των δενδροστοιχιών που παραχωρούνται ...

 

8. ...}

 

Τέλος, στην εισηγητική έκθεση του ανωτέρω νόμου [Ν] 1644/1986 αναφέρεται ότι:

 

{η παραχώρηση, των αλσών και κήπων του δημοσίου στο Δήμο Αθηναίων γίνεται με το σκοπό και την προοπτική, όλοι οι χώροι πρασίνου της πόλης να τεθούν υπό ενιαίο φορέα, ο οποίος διαθέτει την κατάλληλη υποδομή και εμπειρία σε οργάνωση, προσωπικό και μηχανήματα για τη συντήρηση, καθαριότητα, καλλωπισμό και εμπλουτισμό του με δένδρα και καλλωπιστικά φυτά.}

 

13. Επειδή, εκ των αναφερομένων στην προηγούμενη σκέψη διατάξεων, προκύπτει ότι η ως άνω παραχώρηση του άλσους της Σχολής Ευελπίδων έχει, εκ του νόμου, ως αποκλειστικό σκοπό την προσήκουσα συντήρηση και διαχείριση του πρασίνου του άλσους από το Δήμο Αθηναίων (Ολομέλεια ΣτΕ 3142/2006), εις τρόπον, όμως, ώστε να διατηρούν, όπως ορίζεται στη παράγραφο 5 του ανωτέρω άρθρου, στο ακέραιο και επ' άπειρο το δασικό τους χαρακτήρα και εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Με το περιεχόμενο αυτό, οι διατάξεις του άρθρου 23 του νόμου [Ν] 1644/1986, τελούν σε αρμονία με τις διατάξεις των άρθρων 24 παράγραφος 1 και 117 παράγραφος 3 του Συντάγματος, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω.

 

14. Επειδή, κατ' επίκληση της ανωτέρω διατάξεως του νόμου [Ν] 1644/1986, με την 77250/3866/10-07-1991 απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Γεωργίας παραχωρήθηκε δωρεάν και μεταβιβάστηκε, όπως, αναφέρεται σε προηγούμενη σκέψη, στο Δήμο Αθηναίων κατά κυριότητα, νομή και κατοχή το άλσος της Σχολής Ευελπίδων. Κατά της πράξης αυτής ο αιτών άσκησε αίτηση ακυρώσεως, επί της οποίας εκδόθηκε η 4570/1996 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με την απόφαση αυτή ακυρώθηκε η ως άνω πράξη λόγω αναρμοδιότητας. Ακολούθως, με την 95202/9572/ΠΕ/10-02-1997 απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Γεωργίας παραχωρήθηκε εκ νέου δωρεάν και μεταβιβάστηκε στο Δήμο Αθηναίων κατά κυριότητα, νομή και κατοχή το ίδιο άλσος. Και κατά της πράξης αυτής ο αιτών άσκησε νέα αίτηση ακυρώσεως επί της οποίας εκδόθηκε η 714/2001 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με την απόφαση αυτή ακυρώθηκε και πάλι η προσβληθείσα πράξη παραχώρησης λόγω αναρμοδιότητας. Εξ άλλου, η δεύτερη από τους αρχικά αιτούντες Μ. Φ., η οποία, σύμφωνα με τα αναφερόμενα σε προηγούμενη σκέψη, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της κρινομένης αιτήσεως, με την από 19-06-1995 αίτησή της προς τους Υπουργούς Γεωργίας, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, το Διευθυντή Δασών Νομαρχίας Αθηνών, το Νομάρχη Αθηνών και τον Περιφερειακό Διευθυντή Νομαρχίας Αθηνών, ζήτησε να εκδοθούν πράξεις κατεδάφισης κτισμάτων και εγκαταστάσεων εντός του άλσους της Σχολής Ευελπίδων, κήρυξης ως αναδασωτέων των αποψιλωθέντων τμημάτων του και χαρτογράφησης τους. Κατά της σιωπηρής απόρριψης του αιτήματος αυτού η ανωτέρω αιτούσα άσκησε αίτηση ακυρώσεως. Επ' αυτής εκδόθηκε η 1978/2002 απόφαση του Δικαστηρίου, με την οποία η αίτηση έγινε δεκτή, διότι κρίθηκε ότι συνέτρεχε σχετική παράλειψη οφειλόμενης νόμιμη ενεργείας της Διοίκησης. Ειδικότερα, με την τελευταία αυτή απόφαση έγινε δεκτό ότι οι διενεργηθείσες στο άλσος επεμβάσεις (ανέγερση κτισμάτων, κατασκευή γηπέδων και άλλων εγκαταστάσεων και εκμίσθωση χώρων του άλσους σε επαγγελματίες, οι οποίοι τοποθετούσαν τραπεζοκαθίσματα για τους πελάτες τους) συνιστούσαν ανεπίτρεπτη μεταβολή του προορισμού του άλσους. Περαιτέρω, με την 91876/888/2001 απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Γεωργίας παραχωρήθηκε εκ νέου και μεταβιβάσθηκε στο Δήμο Αθηναίων κατά κυριότητα, νομή και κατοχή το άλσος της Σχολής Ευελπίδων. Ο αιτών στις 26-05-2002 υπέβαλε προς τη Διοίκηση αίτημα, με το οποίο ζήτησε να ανακληθεί η τελευταία κοινή υπουργική απόφαση και, στη συνέχεια, άσκησε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της σιωπηρής απόρριψης του αιτήματός του αυτού. Στη συνέχεια, με την από 20-5-2003 αίτησή του, ο αιτών υπέβαλε προς τη Διοίκηση, κατ' επίκληση νεωτέρων στοιχείων, αίτημα όμοιου περιεχομένου. Με νέα αίτησή του προς το Συμβούλιο της Επικρατείας ο αιτών ζήτησε να ακυρωθεί η σιωπηρή απόρριψη από τη Διοίκηση του δεύτερου αιτήματός του και να ανακληθεί η πιο πάνω, 91876/888/2001, κοινή υπουργική απόφαση.

 

15. Επειδή, επί της τελευταίας αυτής αιτήσεως ακυρώσεως εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 3142/2006 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία έγιναν δεκτά τα εξής:

 

{Η παραχώρηση, με την 91876/888/2001 κοινή υπουργική απόφαση, στο Δήμο Αθηναίων του πιο πάνω άλσους, έγινε υπό ορισμένες, περιεχόμενες σ' αυτή, προϋποθέσεις. Ειδικότερα, στην παράγραφο Γ' της πράξης προβλέπεται η σύνταξη πρωτοκόλλου παράδοσης και παραλαβής, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει και λάβει υποχρεωτικά υπόψη, μεταξύ άλλων, - τις παράνομες επεμβάσεις που έχει κάνει είτε ο Δήμος είτε τρίτοι στο άλσος, με επισήμανση στο Δήμο να μεριμνήσει για την αποκατάσταση του άλσους στην προτέρα κατάστασή του - (περίπτωση ε'). Περαιτέρω, στην παράγραφο Στ' της πράξης προβλέπεται ότι η παραχώρηση του άλσους γίνεται με - δεσμεύσεις -, όσον αφορά την αλλαγή χρήσης του. Συγκεκριμένα:

 

Απαγορεύεται η δημιουργία οιασδήποτε εγκατάστασης μέσα στο παραχωρούμενο άλσος, εκτός εκείνων που κρίνονται αρμοδίως ως απολύτως αναγκαίες για τη δημόσια υγεία και τυγχάνουν σχετικής έγκρισης ... (περίπτωση 1) και
Εφόσον ήθελε επιχειρηθεί αλλαγή του προορισμού ή της χρήσης ή του χαρακτήρα του Άλσους, η παρούσα απόφαση ανακαλείται αυτοδίκαια με απόφαση των αυτών Υπουργών, ύστερα από πρόταση της αρμόδιας Δασικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας ... (περίπτωση 3).

 

Τέλος, στην παράγραφο ζ' της πράξης ορίζεται ότι:

 

{Ο Δήμος Αθηναίων, με την παραλαβή του άλσους ... θεωρείται κατά αμάχητο τεκμήριο ότι έκανε αποδεκτούς τους όρους της παρούσας.}

 

Με το ανωτέρω περιεχόμενο της πράξης, το οποίο είναι σύμφωνο με τις διατάξεις των άρθρων 24 παράγραφος 1 και 117 παράγραφος 3 του Συντάγματος και 23 του νόμου [Ν] 1644/1986, καθορίζονται οι όροι, υπό τους οποίους πραγματοποιείται η παραχώρηση του άλσους, η παράβαση δε τούτων δημιουργεί υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την πράξη αυτή.}

 

Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι η ανάκληση της 91876/888/2001 πράξης παραχώρησης επιτάσσεται, αφενός μεν από τις διατάξεις του άρθρου 23 του νόμου [Ν] 1644/1986, κατά τις οποίες η παραχώρηση αυτής είχε, εκ του νόμου, ως αποκλειστικό σκοπό την προσήκουσα συντήρηση και διαχείριση του πρασίνου του άλσους από το Δήμο Αθηναίων, αφετέρου δε από την ίδια την πράξη παραχώρησης, τους όρους της οποίας παραβίασε ο Δήμος, όπως τούτο διαγνώσθηκε με την 1978/2002 απόφαση του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, με την ίδια απόφαση διαπιστώθηκε ότι, όπως προέκυπτε από τα στοιχεία του φακέλου, αλλά και από την 1978/2002 απόφαση του Δικαστηρίου, στο χώρο του άλσους υπάρχουν γήπεδο αθλοπαιδιών, διάφορα κτίσματα, εγκαταστάσεις και κατασκευές, ενώ αρκετοί χώροι του είχαν αποψιλωθεί από τη δενδρώδη ή και θαμνώδη βλάστηση που προϋπήρχε σ' αυτούς και έχουν ισοπεδωθεί και στρωθεί με χαλίκια, ότι από τις επεμβάσεις αυτές, άλλες ήταν προγενέστερες της παραχώρησης του άλσους στο Δήμο, ο οποίος δεν έλαβε μέριμνα προκειμένου να το αποκαταστήσει στην προηγούμενη μορφή του, άλλες δε μεταγενέστερες και ότι ο Δήμος είχε παραχωρήσει τμήμα του εδάφους του άλσους σε επιχειρήσεις εστίασης (ταβέρνες, ψητοπωλεία, ουζερί), οι οποίες τοποθέτησαν τραπεζοκαθίσματα για την εξυπηρέτηση των πελατών τους. Με αυτά τα δεδομένα, το Δικαστήριο έκρινε ότι η άρνηση της Διοίκησης να ανακαλέσει την 91876/888/2001 πράξη παραχώρησης συνιστά παράλειψή της να προβεί σε οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια και ακύρωσε την παράλειψη αυτή.

 

16. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη, 93215/565/2007, κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία, αφενός μεν, ανακλήθηκε η ανωτέρω πράξη παραχώρησης του έτους 2001 (91876/888/2001), αφετέρου δε παραχωρήθηκε εκ νέου το άλσος στο Δήμο Αθηναίων κατά κυριότητα, νομή και κατοχή. Στη νέα και όμοια κατά περιεχόμενο με την ανακληθείσα, απόφαση ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

 

{ΣΤ. Ο Δήμος Αθηναίων, ο οποίος κατέχει ήδη την έκταση, υποχρεώνεται με ευθύνη και δαπάνες του να συντηρεί και να βελτιώνει τη βλάστηση, να διοικεί, να διαχειρίζεται, να εκμεταλλεύεται, να φυλάσσει και γενικά να προστατεύει με οποιονδήποτε τρόπο το μεταβιβαζόμενο δια της παρούσας Άλσος, το οποίο εξακολουθεί να διέπεται από τις διατάξεις της Δασικής Νομοθεσίας και να διατηρεί στο ακέραιο και στο διηνεκές το δασικό του χαρακτήρα.

 

Ζ. 1. Η τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων για ορισμένο χρονικό διάστημα ως και η εγκατάσταση του αναγκαίου ηλεκτροφωτισμού, σε τμήμα του Άλσους, θα γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 30 του νόμου 3259/2004, το οποίο εξακολουθεί να ισχύει.

 

2. Η οργάνωση και αναβάθμιση χώρων υπαίθριας αναψυχής σε τμήματα του άλσους επιτρέπονται υπό την προϋπόθεση να γίνεται σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις της 66102/970/1995 (ΦΕΚ 170/Β/1995) απόφασης του τέως Υπουργείου Γεωργίας νυν Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατά τρόπο που δεν θα θίγεται η υπάρχουσα βλάστηση.

 

3. Επιτρέπεται, μετά από σχετική έγκριση, η δημιουργία εγκαταστάσεων, που είναι απολύτως αναγκαίες για τη Δημόσια Υγεία καθώς και τη συντήρηση, βελτίωση και συμπλήρωση της δασικής βλάστησης.

 

4. Εφόσον ήθελε επιχειρηθεί αλλαγή του προορισμού ή της χρήσης ή του χαρακτήρα του Άλσους, η απόφαση αυτή ανακαλείται αυτοδίκαια με απόφαση των αυτών Υπουργών, ύστερα από πρόταση της αρμόδιας Δασικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας.}

 

17. Επειδή, με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως προσκρούει στο περιεχόμενο της ακυρωτικής αποφάσεως 3142/2006 του Δικαστηρίου και, συνεπώς, θα πρέπει, για το λόγο αυτό, να ακυρωθεί.

 

18. Επειδή, από τις διατάξεις του άρθρου 95 παράγραφος 5 του Συντάγματος και 50 παράγραφος 4 του προεδρικού διατάγματος 18/1989. συνάγεται ότι η Διοίκηση, συμμορφούμενη προς το περιεχόμενο της ακυρωτικής αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας, υποχρεούται όχι μόνο να θεωρήσει ανίσχυρη και μη υφιστάμενη νομικώς την ακυρωθείσα διοικητική πράξη, αλλά και να προβεί με θετικές ενέργειες στην αναμόρφωση της νομικής καταστάσεως που προέκυψε αμέσως ή εμμέσως από την ακυρωθείσα πράξη. Προς το σκοπό αυτόν οφείλει να ανακαλέσει ή τροποποιήσει τις διοικητικές πράξεις που στηρίζονται στην ακυρωθείσα και να επαναλάβει τις πράξεις που, κατά το νόμο, υποχρεούται να εκδώσει, χωρίς τη νομική πλημμέλεια που διαπιστώθηκε με την ακυρωτική απόφαση, ώστε να διαμορφωθεί νομική κατάσταση σύμφωνη προς το νόμο, κατά την έννοια της ακυρωτικής αποφάσεως. Το ειδικότερο περιεχόμενο και η έκταση των υποχρεώσεων συμμορφώσεως της Διοικήσεως προσδιορίζονται από το αντικείμενο της απαγγελλόμενης ακυρώσεως, ήτοι από την φύση και το είδος της ακυρούμενης πράξεως, ή τα νόμιμα στοιχεία που συγκροτούν την παράλειψη, καθώς και από την κρίση ή τις κρίσεις επί των ζητημάτων που εξέτασε και για τα οποία αποφάνθηκε το Δικαστήριο στο αιτιολογικό της αποφάσεώς του, δημιουργώντας, ως προς αυτά, δεδικασμένο για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Ειδικότερα, σε περίπτωση ακυρώσεως με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας της παραλείψεως της Διοικήσεως να προβεί σε οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια, η Διοίκηση έχει υποχρέωση όχι μόνο να προβεί στην ενέργεια αυτή, σύμφωνα με το νόμο και τα κριθέντα από την ακυρωτική απόφαση, αλλά και να απέχει από κάθε ενέργεια, η οποία είναι ασυμβίβαστη με την υποχρέωσή της, η οποία δημιουργήθηκε από την ακύρωση που απαγγέλθηκε και παραβιάζει το δεδικασμένο που απορρέει από την ακυρωτική απόφαση.

 

19. Επειδή, στην υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 129/28-02-2008 έκθεση απόψεων της Διεύθυνσης Δασών της Περιφέρειας Αθηνών προς το Δικαστήριο αναφέρεται ότι ύστερα από διενέργεια αυτοψίας της Υπηρεσίας στον επίδικο χώρο:

 

{μέχρι σήμερα ούτε αποκατάσταση του άλσους στην προτέρα των επεμβάσεων κατάστασή του έχει γίνει, ούτε συντήρηση και βελτίωση της βλάστησης, σύμφωνα με τους όρους της παραχώρησης.}

 

Περαιτέρω, στα σχετικά έγγραφα, τα οποία συνοδεύουν την υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 86082/248/2008 έκθεση απόψεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων προς το Δικαστήριο, όπου επιβεβαιώνονται τα αναφερόμενα στο ως άνω έγγραφο της Διεύθυνσης Δασών της Περιφέρειας Αθηνών, επισημαίνεται ότι:

 

{παρά τις επανειλημμένες επισημάνσεις των αρμοδίων Δασικών Αρχών προκειμένου ο παραχωρησιούχος να εκπληρώσει τις εκ του παραχωρητηρίου υποχρεώσεις του, αυτός προχώρησε σε αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου που έρχονται σε ευθεία αντίθεση τόσο με τις αποφάσεις του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου, όσο και των εγγράφων των αρμοδίων εποπτευουσών Αρχών.}

 

20. Επειδή, εν όψει των δεδομένων αυτών, η έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως παραχωρήσεως, χωρίς να έχει μεταβληθεί η πραγματική κατάσταση των επιβλαβών επεμβάσεων στο χώρο του άλσους της σχολής Ευελπίδων, είναι ανεπίτρεπτη υπό την ισχύ του νόμου [Ν] 1644/1986. Τούτο δε διότι, όπως κρίθηκε με την ακυρωτική απόφαση 3142/2006 του Δικαστηρίου, οι ως άνω επεμβάσεις στο χώρο του άλσους, συνιστούν ανεπίτρεπτη μεταβολή του προορισμού του και παράβαση εκ μέρους του Δήμου Αθηναίων των μνημονευθεισών διατάξεων του νόμου [Ν] 1644/1986 και των όρων της 91875/888/2001 πράξεως παραχωρήσεως, επιβάλλουν δε την ακύρωση της παραλείψεως της Διοικήσεως να ανακαλέσει την επίδικη παραχώρηση. Κατά συνέπεια, η μετά από την εν λόγω ακύρωση επανέκδοση πράξεως παραχωρήσεως, η οποία παρουσιάζει τις ίδιες, με την αρχική, πλημμέλειες, οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο της κρίσης της 3142/2006 αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας, συντελείται κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 95 παράγραφος 5 του Συντάγματος και 50 παράγραφος 4 του προεδρικού διατάγματος 18/1989. Τέλος, το γεγονός ότι ο όρος Ζ.1 της προσβαλλόμενης πράξεως παραχωρήσεως παραπέμπει στις μνημονευθείσες διατάξεις του νόμου 3259/2004 (ΦΕΚ 149/Α/2004), με τις οποίες επιτρέπεται η ανάπτυξη τραπεζοκαθισμάτων και του αναγκαίου δικτύου ηλεκτροφωτισμού σε τμήμα του άλσους για ορισμένο χρονικό διάστημα, δεν συνιστά μεταβολή των νομικών δεδομένων, επί των οποίων έκρινε η 3142/2006 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεδομένου ότι και η νέα πράξη παραχωρήσεως έχει ως νόμιμο έρεισμα τις αυτές, όπως και η ανακληθείσα, ουσιαστικές διατάξεις (ήτοι το άρθρο 23 του νόμου [Ν] 1644/1986), ενώ η διάταξη του άρθρου 30 του νόμου 3259/2004 δεν αποτελεί νόμιμο έρεισμα της πράξεως παραχωρήσεως, αλλά την προϋποθέτει, ρυθμίζοντας διαφορετικό ζήτημα, όπως ομοίως έκρινε η 3142/2006 απόφαση του Δικαστηρίου. Για το λόγο, επομένως, αυτόν, ο οποίος προβάλλεται βασίμως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να απορριφθούν οι ασκηθείσες παρεμβάσεις, παρέλκει δε, ως αλυσιτελής, η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως.

 

Δια ταύτα

 

Δέχεται την αίτηση, ως προς τον πρώτο αιτούντα.

 

Κηρύσσει, κατά τα λοιπά, την δίκη καταργημένη.

 

Ακυρώνει υπ' αριθμόν 93215/565/2007 απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

 

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

 

Απορρίπτει τις παρεμβάσεις.

 

Επιβάλλει στο Δημόσιο και τους παρεμβαίνοντες ισομερώς την πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του πρώτου των αιτούντων, η οποία ανέρχεται σε 920 €.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 06-05-2009

 

Ο Πρόεδρος

Ο Γραμματέας

 

και η δημοσίευση έγινε σε δημόσια συνεδρίαση της 26-02-2010.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.