Νόμος 2648/98 - Άρθρο 32

Άρθρο 32: Θέματα φορολογικών ελέγχων


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Τα έκτο, έβδομο όγδοο και ένατο εδάφια της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του προεδρικού διατάγματος 186/1992 (ΦΕΚ 84/Α/1992) αντικαθίστανται ως εξής:

 

{Στην έδρα κάθε Οικονομικής Επιθεώρησης συνιστάται τριμελής Επιτροπή, εκτός των Οικονομικών Επιθεωρήσεων Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας, στις οποίες συνιστάται από μία Επιτροπή για κάθε Υποδιεύθυνση αυτών, για την κρίση των Βιβλίων και Στοιχείων των επιτηδευματιών αρμοδιότητας της, που ελέγχθηκαν από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες ή τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα, οι οποίες συγκροτούνται από:

 

α) Έναν Οικονομικό Επιθεωρητή που εποπτεύει δημόσια οικονομική υπηρεσία, η οποία εδρεύει στην περιφέρεια της αντίστοιχης Οικονομικής Επιθεώρησης ή υποδιεύθυνσης αυτής κατά περίπτωση, ως πρόεδρο, που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από το Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Επιθεώρησης.

 

β) Έναν Οικονομικό Επιθεωρητή που εποπτεύει δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, η οποία εδρεύει μέσα στην περιφέρεια της αντίστοιχης Οικονομικής Επιθεώρησης ή υποδιεύθυνσης αυτής κατά περίπτωση, που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από το Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Επιθεώρησης και

 

γ) Έναν εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της πόλης που εδρεύει η Οικονομική Επιθεώρηση, ο οποίος προτείνεται με τον αναπληρωτή του από αυτό.

 

Στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών συνιστώνται πέντε (5) τριμελείς Επιτροπές, για την κρίση των Βιβλίων και Στοιχείων των επιτηδευματιών που ελέγχθηκαν από το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘΕΚ), καθεμία από τις οποίες συγκροτείται από:

 

α. Έναν εκ των προϊσταμένων των Διευθύνσεων Φορολογίας Εισοδήματος, Ελέγχου, Βιβλίων και Στοιχείων, Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και Τελών και Ειδικών Φορολογιών, της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, που ορίζεται ως πρόεδρος της επιτροπής με την απόφαση ορισμού των μελών αυτής από το αρμόδιο όργανο και αναπληρώνεται από το νόμιμο αναπληρωτή του.

 

β. Έναν Οικονομικό Επιθεωρητή που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από το Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Επιθεώρησης και

 

γ. Έναν κοινό εκπρόσωπο των Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων Αθήνας και Πειραιά που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από αυτά. Σε περίπτωση διαφωνίας αυτών, ο εκπρόσωπος ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

 

Η κατά τόπο αρμοδιότητα των παραπάνω επιτροπών ορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.}

 

2. Τα τέταρτο και πέμπτο εδάφια της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του προεδρικού διατάγματος 186/1992 (Κώδικας Βιβλίων Στοιχείων) αντικαθίστανται ως εξής:

 

{Για την έρευνα και την κατάσχεση συντάσσεται έκθεση, η οποία υπογράφεται από αυτούς που ενεργούν την κατάσχεση και τον επιτηδευματία ή τον παρόντα κατά τη διενέργεια του ελέγχου εταίρο ή μέλος ή συγγενικό προς τους ανωτέρω πρόσωπο ή πρόσωπο που μετέχει στη διοίκηση ή διαχείριση ή υπάλληλο ή λογιστή της επιχείρησης. Αντίγραφο της έκθεσης παραδίδει στον υπόχρεο ή στον παριστάμενο, κατά τις διακρίσεις του προηγούμενου εδαφίου, πρόσωπο. Σε περίπτωση άρνησης των παραπάνω να υπογράψουν, εφαρμόζονται οι σχετικές με τις κοινοποιήσεις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας. Ο ελεγχόμενος δικαιούται να λάβει αντίγραφα ή φωτοτυπίες των κατασχεθέντων βιβλίων, στοιχείων και λοιπών εγγράφων, με δαπάνες του. Για την κατάσχεση βιβλίων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων τρίτου φορολογούμενου δεν απαιτείται επίδοση της έκθεσης κατάσχεσης σε αυτόν, με την προϋπόθεση ότι στην έκθεση ελέγχου, που επισυνάπτεται στην απόφαση επιβολής προστίμου σε βάρος του τρίτου, επισυνάπτεται αντίγραφο της σχετικής έκθεσης κατάσχεσης ή απόσπασμα αυτής.}

 

3. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 36 του προεδρικού διατάγματος 186/1992 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

 

{Επίσης επιτρέπεται παραλαβή των βιβλίων και στοιχείων αυτών, προς έλεγχο στις περιπτώσεις μη ύπαρξης ανεπισήμων βιβλίων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων, με απόδειξη παραλαβής.}

 

4. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 21 του νόμου 2523/1997 (ΦEK 179/A/1997) προστίθενται δύο εδάφια, που έχουν ως εξής:

 

{Ειδικά κατά των πράξεων επιβολής προστίμου, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 8, 9 και 10 του άρθρου 5, που εκδίδονται σε βάρος των εκμεταλλευτών κέντρων διασκέδασης και των λοιπών καταστημάτων ψυχαγωγίας, η εκδίκαση της προσφυγής προσδιορίζεται μέσα σε δύο (2) μήνες από την παρέλευση του φακέλου στη γραμματεία του οικείου διοικητικού δικαστηρίου. Στην ίδια προθεσμία εκδικάζεται και η έφεση, καθώς και η αναίρεση που τυχόν θα ασκηθούν. Σε περίπτωση αναβολής, που χορηγείται μόνο μία φορά, η νέα δικάσιμος προσδιορίζεται μέσα σε 1 μήνα από τη χορήγηση αυτής.}

 

5. Από τις διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του νόμου 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α') απαλείφονται οι λέξεις η δικαστικού και μετά το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου προστίθενται δύο εδάφια, που έχουν ως εξής:

 

{Το κατά τα ανωτέρω ποσοστό φόρου ή προστίμου μπορεί να καταβληθεί και εντός των δύο επόμενων από της υπογραφής του συμβιβασμού εργάσιμων για τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες ημερών, γενομένης σχετικής μνείας για την υποχρέωση αυτή του υπόχρεου στο έγγραφο του συμβιβασμού. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής από τον υπόχρεο, ο επιτευχθείς συμβιβασμός θεωρείται ως μη γενόμενος.}

 

6. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 85 του νόμου 2238/1994 (ΦΕΚ 151/Α/1994) προστίθεται νέα περίπτωση ε', που έχει ως εξής:

 

{ε) Η χορήγηση στοιχείων σε δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οργανισμούς που έχουν αρμοδιότητα διαχείρισης, παρακολούθησης ή ελέγχου των πάσης φύσεως χρηματοδοτήσεων, ενισχύσεων ή επιδοτήσεων που καταβάλλονται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα και φορείς και προέρχονται από εθνικούς ή κοινοτικούς πόρους, για την άσκηση αποκλειστικά των παραπάνω αρμοδιοτήτων τους.}

 

7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζονται υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, στις οποίες υποβάλλονται τα στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 8 του νόμου 1882/1990 και των άρθρων 47 και 55 του νόμου 2065/1992, όπως αυτά ισχύουν, καθώς επίσης να εξαιρούνται ορισμένοι υπόχρεοι από την υποβολή στοιχείων ή να ορίζεται διαφορετικός τρόπος υποβολής αυτών.

 

8. Οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών που επιλέγονται ως ελεγκτές του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου (ΕΘΕΚ) ή των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (ΠΕΚ), από την ανάληψη των ελεγκτικών καθηκόντων τους, απαλλάσσονται από τα καθήκοντά τους ως προϊστάμενοι για το υπόλοιπο διάστημα της θητείας τους. Οι παραπάνω υπάλληλοι είναι δυνατόν να επιλέγονται εκ νέου ως προϊστάμενοι οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών και πριν από την πάροδο τριετίας από την κατά τα ανωτέρω απαλλαγή των καθηκόντων τους ως προϊσταμένων, μη εφαρμοζομένων γι' αυτούς των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του νόμου 2190/1994 (ΦΕΚ 28/Α/1994).

 

9. Φορολογικές διαφορές από φύλλα ελέγχου, πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων, πράξεις προσδιορισμού του φόρου και αποφάσεις επιβολής προστίμων φορολογίας εισοδήματος, φόρου προστιθέμενης αξίας, λοιπές φορολογίες και Κώδικα Βιβλίων Στοιχείων, που εκκρεμούν ενώπιον των οποιουδήποτε βαθμού διοικητικών δικαστηρίων συμπεριλαμβανομένου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίες προέκυψαν μετά από τακτικό φορολογικό έλεγχο που διενεργήθηκε από 20-11-1992 μέχρι 04-03-1993 σε επιχειρήσεις τουριστικών ειδών, ειδών λαϊκής τέχνης και αργυροχρυσοχοΐας, για τις οποίες υφίσταντο από διασταυρώσεις στοιχείων διαφορές από πωλήσεις μέσω πιστωτικών καρτών, μπορεί να επιλύονται με δικαστικό συμβιβασμό σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 4600/1966 (ΦΕΚ 42/Α/1966), εφόσον είχαν υποβληθεί συμπληρωματικές δηλώσεις κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου [Ν] 2120/1993, για τις διαφορές από πωλήσεις μέσω πιστωτικών καρτών, κατά τη χρήση 1992.

 

10. Η επίλυση ενεργείται μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, η οποία υποβάλλεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά την επίλυση επαναπροσδιορίζονται τα ακαθάριστα έσοδα με την προσθήκη των διαφορών από πωλήσεις μέσω πιστωτικών καρτών στα προκύπτοντα από τα βιβλία και τις οικείες δηλώσεις ακαθάριστα έσοδα. Τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις με βάση τα κατά τα ανωτέρω προσδιοριζόμενα ξανά ακαθάριστα έσοδα. Για διαφορές ακαθαρίστων εσόδων, όπως αυτά επαναπροσδιορίζονται, εφόσον αφορούν αποδεδειγμένα λιανικές πωλήσεις, μέσω πιστωτικών καρτών, σε αλλοδαπούς, δεν αναζητείται Φόρος Προστιθέμενης Αξίας. Οι πρόσθετοι φόροι και προσαυξήσεις περιορίζονται στο ένα πέμπτο (1/5) του προκύπτοντος ποσού επί των διαφορών των κύριων φόρων μετά την επίλυση των διαφορών. Ομοίως περιορίζονται στο ένα πέμπτο (1/5) τα ποσά των καταλογισθέντων προστίμων Κώδικα Βιβλίων Στοιχείων και στο 1/10 τα ποσά των καταλογισθέντων προστίμων Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

 

Για το βεβαιωμένο προς καταβολή ποσό οφειλής που απομένει μετά τον κατά τα ανωτέρω προσδιορισμό με τον δικαστικό συμβιβασμό, δεν οφείλονται προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την ημερομηνία του συμβιβασμού.

 

11. Οι διατάξεις του άρθρου 33 του νόμου 2515/1997 (ΦΕΚ 154/Α/1997) καταργούνται.

 

12. Δεν υποβάλλεται μηνυτήρια αναφορά από τον προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας κατά των προσώπων του άρθρου 20 του νόμου 2523/1997 για φορολογικές παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι 31-12-1997 και οι οποίες δεν αποτελούν από 01-01-1998 ποινικά αδικήματα σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 2523/1997.

 

13. Οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 10 του νόμου 2579/1998 (ΦΕΚ 31/Α/1998) εφαρμόζονται ανάλογα και για την περαίωση των οικείων υποθέσεων, οι οποίες μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν έχουν περαιωθεί οριστικά και εκκρεμούν στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες ή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, πραγματοποιήσουν διοικητική επίλυση της διαφοράς.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.