Νόμος 4409/16 - Άρθρο 2

Άρθρο 2: Ορισμοί


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

(Άρθρο 2 της Οδηγίας 2013/30/ΕΕ)

 

Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

 

1. Σοβαρό ατύχημα, σε ό,τι αφορά σε εγκατάσταση ή συνδεδεμένη υποδομή, σημαίνει:

 

α) συμβάν που περιλαμβάνει έκρηξη, πυρκαγιά, απώλεια ελέγχου της γεώτρησης ή απελευθέρωση πετρελαίου, φυσικού αερίου ή επικίνδυνων ουσιών που συνοδεύεται από, ή είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει, βίαιο θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό ανθρώπων,

 

β) συμβάν που έχει ως αποτέλεσμα σοβαρή ζημία στην εγκατάσταση ή τη συνδεδεμένη υποδομή και συνοδεύεται από ή είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει, βίαιο θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό ανθρώπων,

 

γ) οποιοδήποτε άλλο συμβάν επιφέρει βίαιο θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό πέντε ή περισσότερων ατόμων, τα οποία βρίσκονται επί της υπεράκτιας εγκατάστασης από την οποία πηγάζει ο κίνδυνος ή τα οποία εμπλέκονται με υπεράκτια εργασία υδρογονανθράκων σχετιζόμενη με την εγκατάσταση ή τη συνδεδεμένη υποδομή, ή

 

δ) οποιοδήποτε σοβαρό περιβαλλοντικό συμβάν προκύπτει από τα αναφερόμενα στις περιπτώσεις α', β' και γ'.

 

Για να διαπιστωθεί εάν ένα συμβάν συνιστά σοβαρό ατύχημα κατά τις περιπτώσεις α', β' ή δ', εγκατάσταση που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν είναι επανδρωμένη, αντιμετωπίζεται ως επανδρωμένη.

 

2. Υπεράκτιος (offshore) σημαίνει ευρισκόμενος είτε στα ύδατα τα υπερκείμενα των υποθαλάσσιων περιοχών, είτε στις υποθαλάσσιες περιοχές, όπως αυτές καθορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του νόμου 2289/1995.

 

3. Υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων σημαίνει όλες τις δραστηριότητες που συνδέονται με εγκατάσταση ή συνδεδεμένη υποδομή, συμπεριλαμβανομένων του σχεδιασμού, του προγραμματισμού, της κατασκευής, της λειτουργίας και της απεγκατάστασής της, οι οποίες σχετίζονται με την έρευνα και την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, μη συμπεριλαμβανομένης όμως της μεταφοράς υδρογονανθράκων από μία ακτή σε άλλη.

 

4. Διακινδύνευση ή Επικινδυνότητα (risk), εφεξής Διακινδύνευση, σημαίνει τον συνδυασμό της πιθανότητας επέλευσης ενός συμβάντος και των επιπτώσεων του εν λόγω συμβάντος.

 

5. Κατάλληλος σημαίνει σωστός ή πλήρως ενδεδειγμένος - συνεκτιμώμενων του μεγέθους της προσπάθειας και του κόστους για δεδομένη απαίτηση ή κατάσταση - εφόσον βασίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία και τεκμηριώνεται από σχετική ανάλυση, σύγκριση με ενδεδειγμένα πρότυπα ή άλλες λύσεις, που εφαρμόζονται σε συγκρίσιμες καταστάσεις από άλλες αρχές ή άλλο κλάδο.

 

6. Οντότητα σημαίνει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή οποιαδήποτε ομάδα τέτοιων προσώπων.

 

7. Ανεκτός (acceptable), όσον αφορά στην διακινδύνευση, σημαίνει επίπεδο διακινδύνευσης για το οποίο ο χρόνος, το κόστος ή η προσπάθεια περαιτέρω μείωσής του θα ήταν κατάφωρα δυσανάλογα προς τα οφέλη από αυτή τη μείωση. Κατά την εκτίμηση του κατά πόσον ο χρόνος, το κόστος ή η προσπάθεια θα ήταν κατάφωρα δυσανάλογα του οφέλους από την περαιτέρω μείωση της διακινδύνευσης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα επίπεδα διακινδύνευσης της βέλτιστης πρακτικής που είναι συμβατά με τη δραστηριότητα αυτή.

 

8. Άδεια σημαίνει την παραχώρηση δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων σύμφωνα με τον νόμο 2289/1995.

 

9. Περιοχή αδειοδότησης σημαίνει τη γεωγραφική περιοχή που καλύπτεται από την άδεια.

 

10. Αδειοδοτούσα Αρχή σημαίνει τη δημόσια αρχή, η οποία είναι αρμόδια για τη χορήγηση αδειών ή την παρακολούθηση της εκτέλεσης αδειών κατά τα προβλεπόμενα στους νόμους 2289/1995 και 4001/2011.

 

11. Αρμόδια Αρχή σημαίνει τη δημόσια αρχή που ορίζεται και ασκεί αρμοδιότητες κατά τον παρόντα Νόμο.

 

12. Έρευνα ή Εξερεύνηση, εφεξής Έρευνα, σημαίνει την ανόρυξη γεώτρησης σε τοποθεσία πιθανού κοιτάσματος και όλες τις συναφείς με αυτήν υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων που είναι απαραίτητες πριν από τις εργασίες τις σχετιζόμενες με την παραγωγή.

 

13. Παραγωγή σημαίνει την υπεράκτια εξόρυξη υδρογονανθράκων από τα υπόγεια στρώματα της περιοχής αδειοδότησης, συμπεριλαμβανομένων της υπεράκτιας επεξεργασίας υδρογονανθράκων και της μεταφοράς τους μέσω συνδεδεμένης υποδομής.

 

14. Εγκατάσταση σημαίνει μια μόνιμη, σταθερή ή κινητή κατασκευή ή ένας συνδυασμός κατασκευών διασυνδεδεμένων μόνιμα μεταξύ τους με γέφυρες ή άλλες κατασκευές, που χρησιμοποιούνται σε υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων ή σχετίζονται με τέτοιες εργασίες. Οι εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν υπεράκτιες κινητές μονάδες ανόρυξης γεώτρησης (MODU), μόνον όταν τοποθετηθούν σε υπεράκτια ύδατα για ανόρυξη γεώτρησης, παραγωγή, ή άλλες δραστηριότητες που συνδέονται με υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων.

 

15. Παραγωγική εγκατάσταση σημαίνει εγκατάσταση που χρησιμοποιείται για την παραγωγή.

 

16. Μη παραγωγική εγκατάσταση (Μ.Π.ΕΓΚ.) σημαίνει εγκατάσταση εκτός εκείνης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή.

 

17. Συνδεδεμένη υποδομή σημαίνει, εντός της ζώνης ασφαλείας ή εντός παρακείμενης ζώνης μεγαλύτερης απόστασης από την εγκατάσταση κατά την κρίση της Αρμόδιας Αρχής:

 

α) οποιαδήποτε γεώτρηση και σχετικές κατασκευές, συμπληρωματικές μονάδες και συσκευές που συνδέονται με την εγκατάσταση,

 

β) οποιοδήποτε μηχάνημα ή μηχανολογικό εξοπλισμό τοποθετημένο ή στερεά συνδεδεμένο με την κύρια κατασκευή της εγκατάστασης.

 

γ) οποιοδήποτε προσαρτημένο μηχάνημα ή μηχανολογικό εξοπλισμό αγωγού μεταφοράς (pipeline).

 

18. Κάτοχος άδειας (licensee) ή Ανάδοχος κατά το νόμο 2289/1995, εφεξής Κάτοχος άδειας, σημαίνει τον δικαιούχο ή τους συνδικαιούχους της άδειας.

 

19. Φορέας εκμετάλλευσης ή Διαχειριστής ή Εντολοδόχος (operator), εφεξής Διαχειριστής, σημαίνει την οντότητα, που έχει ορισθεί από τον κάτοχο άδειας ή την Αδειοδοτούσα Αρχή για να διεξάγει υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων, συμπεριλαμβανομένων του προγραμματισμού και της εκτέλεσης εργασιών γεώτρησης ή της διαχείρισης και του ελέγχου των λειτουργιών παραγωγικής εγκατάστασης.

 

20. Ιδιοκτήτης (owner), εφεξής Ιδιοκτήτης μη παραγωγικής εγκατάστασης, σημαίνει οντότητα, δικαιούμενη κατά τον νόμο να ελέγχει τη λειτουργία μη παραγωγικής εγκατάστασης.

 

21. Εργολάβος (contractor) σημαίνει οποιαδήποτε οντότητα, στην οποία ο διαχειριστής ή ο ιδιοκτήτης μη παραγωγικής εγκατάστασης αναθέτει με σύμβαση συγκεκριμένα καθήκοντα για λογαριασμό του διαχειριστή ή του ιδιοκτήτη μη παραγωγικής εγκατάστασης.

 

22. Κοινό σημαίνει μία ή περισσότερες οντότητες, καθώς και τις ενώσεις, τις οργανώσεις ή τις ομάδες εκπροσώπησής τους, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πρακτική.

 

23. Αποδοχή, όσον αφορά την έκθεση μεγάλων κινδύνων, σημαίνει τη γραπτή ενημέρωση εκ μέρους της Αρμόδιας Αρχής προς το διαχειριστή ή τον ιδιοκτήτη μη παραγωγικής εγκατάστασης ότι η έκθεση, εάν εφαρμοστούν όσα προβλέπει, ικανοποιεί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου. Η αποδοχή δεν συνεπάγεται, τη, με οποιονδήποτε τρόπο, μεταβίβαση στην Αρμόδια Αρχή ευθύνης για τον έλεγχο των μεγάλων κινδύνων.

 

24. Μεγάλος κίνδυνος (major hazard) σημαίνει κατάσταση που είναι πιθανόν να οδηγήσει σε σοβαρό ατύχημα.

 

25. Εργασία γεώτρησης σημαίνει οποιαδήποτε σχετική με γεώτρηση εργασία, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει, λόγω ατυχήματος, απελευθέρωση υλικών με πιθανότητα να οδηγήσει σε σοβαρό ατύχημα, συμπεριλαμβανομένων της ανόρυξης γεώτρησης, της επισκευής ή της τροποποίησης γεώτρησης, της αναστολής των εργασιών γεώτρησης και της οριστικής εγκατάλειψης γεώτρησης.

 

26. Συνδυασμένη εργασία σημαίνει την εργασία, η οποία εκτελείται από εγκατάσταση από κοινού με άλλη εγκατάσταση ή εγκαταστάσεις για σκοπούς συναφείς με την (τις) άλλη(ες) εγκατάσταση (εγκαταστάσεις) και επιδρά ουσιωδώς στη διακινδύνευση της ασφάλειας προσώπων ή της προστασίας του περιβάλλοντος σε οποιεσδήποτε ή σε όλες τις εγκαταστάσεις.

 

27. Ζώνη ασφαλείας σημαίνει την περιοχή εντός απόστασης 500 m από οποιοδήποτε σημείο της εγκατάστασης, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 11 του νόμου 2289/1995.

 

28. Εσωτερικό σχέδιο αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης σημαίνει σχέδιο, το οποίο εκπονούν οι διαχειριστές ή οι ιδιοκτήτες μη παραγωγικών εγκαταστάσεων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου σχετικά με τα μέτρα για την πρόληψη της κλιμάκωσης ή τον περιορισμό των συνεπειών σοβαρού ατυχήματος από υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων.

 

29. Ανεξάρτητη επαλήθευση σημαίνει αξιολόγηση και επιβεβαίωση της εγκυρότητας συγκεκριμένων γραπτών δηλώσεων οντότητας ή οργανωτικής μονάδας του διαχειριστή ή του ιδιοκτήτη μη παραγωγικής εγκατάστασης. Η ανεξάρτητη επαλήθευση δεν υπόκειται στον έλεγχο ή στην επιρροή της οντότητας ή της οργανωτικής μονάδας που κάνει χρήση των εν λόγω δηλώσεων.

 

30. Ουσιώδης αλλαγή σημαίνει:

 

α) ως προς την έκθεση μεγάλων κινδύνων, αλλαγή στη βάση, επί της οποίας έγινε αποδεκτή η αρχική έκθεση, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των υλικών τροποποιήσεων, της διαθεσιμότητας νέων γνώσεων ή νέας τεχνολογίας και των αλλαγών στην επιχειρησιακή διαχείριση,

 

β) ως προς την κοινοποίηση εργασιών γεώτρησης ή συνδυασμένων εργασιών, αλλαγή στη βάση, επί της οποίας υποβλήθηκε η αρχική κοινοποίηση, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των υλικών τροποποιήσεων, της αντικατάστασης μιας εγκατάστασης με άλλη, της διαθεσιμότητας νέων γνώσεων ή νέας τεχνολογίας και των αλλαγών στην επιχειρησιακή διαχείριση.

 

31. Έναρξη των εργασιών σημαίνει το χρονικό σημείο, κατά το οποίο η εγκατάσταση ή η συνδεδεμένη υποδομή εμπλέκεται για πρώτη φορά στις εργασίες για τις οποίες προορίζεται.

 

32. Αποτελεσματικότητα αντιμετώπισης πετρελαιοκηλίδας σημαίνει τη δυνατότητα των συστημάτων αντιμετώπισης διαρροής να λειτουργήσουν επιχειρησιακά σε περίπτωση εμφάνισης πετρελαιοκηλίδας, λαμβάνοντας υπόψη την ανάλυση της συχνότητας εμφάνισης, της διάρκειας και του χρόνου εμφάνισης των περιβαλλοντικών συνθηκών που θα καθιστούσαν αδύνατη την επιχειρησιακή λειτουργία των συστημάτων αυτών. Η εκτίμηση της αποτελεσματικότητας αντιμετώπισης πετρελαιοκηλίδας πρέπει να εκφράζεται ως ποσοστό του χρόνου κατά τον οποίο δεν υφίστανται τέτοιες συνθήκες και πρέπει να περιλαμβάνει περιγραφή των περιορισμών που τίθενται στη λειτουργία των εν λόγω εγκαταστάσεων ως αποτέλεσμα αυτής της εκτίμησης.

 

33. Κρίσιμα στοιχεία ασφάλειας και περιβάλλοντος σημαίνει τα μέρη μιας εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένου του λογισμικού, σκοπός των οποίων είναι να αποτρέψουν ένα σοβαρό ατύχημα ή να περιορίσουν τις συνέπειές του ή η αστοχία των οποίων θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρό ατύχημα ή να συντελέσει ουσιωδώς στην πρόκληση σοβαρού ατυχήματος.

 

34. Τριμερής διαβούλευση σημαίνει επίσημη διευθέτηση που καθιστά δυνατό το διάλογο και τη συνεργασία ανάμεσα στην Αρμόδια Αρχή, τους διαχειριστές και τους ιδιοκτήτες μη παραγωγικής εγκαταστάσεων, καθώς και τους εκπροσώπους των εργαζομένων.

 

35. Κλάδος σημαίνει τις οντότητες που εμπλέκονται άμεσα σε υπεράκτιες δραστηριότητες υδρογονανθράκων κατά τον παρόντα Νόμο ή των οποίων οι εργασίες συνδέονται στενά με τις εν λόγω δραστηριότητες.

 

36. Εξωτερικό σχέδιο αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης σημαίνει την τοπική, εθνική ή περιφερειακή στρατηγική για την πρόληψη της κλιμάκωσης ή τον περιορισμό των συνεπειών σοβαρού ατυχήματος που σχετίζεται με υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων, με αξιοποίηση τόσο όλων των διαθέσιμων στο διαχειριστή πόρων, όπως περιγράφεται στο σχετικό εσωτερικό σχέδιο αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, όσο και οποιωνδήποτε διαθέσιμων συμπληρωματικών πόρων.

 

37. Σοβαρό περιβαλλοντικό συμβάν σημαίνει συμβάν που προκαλεί ή θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον, κατά τους ορισμούς του προεδρικού διατάγματος 148/2009 (ΦΕΚ 190/Α/2009).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.