Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο | | | Νέοι χρήστες | Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο. | Δημιουργία νέου λογαριασμού | | |
Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 148/2012
Αριθμός Ερωτήματος: Υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου οίκοθεν 23639/27-05-2011 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικοδομικών και Κτιριοδομικών Κανονισμών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
Περίληψη Ερωτήματος: Ποια υπηρεσία είναι αρμόδια για την έκδοση των οικοδομικών αδειών, τον έλεγχο της εκτέλεσης των οικοδομικών εργασιών και την έκδοση των αντίστοιχων διοικητικών πράξεων (π.χ. διακοπή οικοδομικών εργασιών, έκθεση αυθαιρέτων κατασκευών κ.λ.π.) στα κτίρια που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 Περί Καταστατικού Χάρτη της εκκλησίας της Ελλάδος.
I. Ιστορικό
Με το ως άνω έγγραφο η ερωτώσα υπηρεσία εκθέτει τα εξής:
{Με αφορμή την έκδοση και δημοσίευση στο (ΦΕΚ 135/Α/2010) του υπ' αριθμόν 211/2010 Κανονισμού Κωδικοποίηση και συμπλήρωση διατάξεων περί λειτουργίας της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών (ΕΚΥΟ), θέτουμε υπόψη σας τα εξής:
1. Οι εκάστοτε Υπουργικές Αποφάσεις και προεδρικά διατάγματα Περί τρόπου εκδόσεως οικοδομικών αδειών, ήτοι:
α. Η Ε18241/1976 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 147/Δ/1976)
β. Η Ε37608/1976 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 361/Δ/1976)
γ. Η 27067/1978 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 585/Δ/1978)
δ. Το από 03-09-1983 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 394/Δ/1983)
ε. Το από 08-07-1993 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 795/Δ/1993)
που ισχύουν έως σήμερα, ορίζουν ως αρμόδιες υπηρεσίες για την έκδοση οικοδομικών αδειών και τον έλεγχο των οικοδομικών κατασκευών, τις κατά τόπους αντίστοιχες πολεοδομικές υπηρεσίες.
Η εν λόγω αρμοδιότητα των πολεοδομικών υπηρεσιών έχει επίσης θεσμοθετηθεί με το άρθρο 22 παράγραφος 1 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985), όπως ισχύει.
2. Σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 (ΦΕΚ 146/Α/1977), για την ανέγερση ή επισκευή των Μητροπολιτικών Μεγάρων ... τη σχετική άδεια χορηγεί ο Οργανισμός Διοίκησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας ... τα κατά τόπους Γραφεία Σχεδίου Πόλεως έχουν αρμοδιότητα μόνον επί της εφαρμογής των όρων δόμησης.
3. Σύμφωνα με το άρθρο 3 του νόμου 1811/1988 (ΦΕΚ 231/Α/1988) καταργήθηκε ο Οργανισμός Διοίκησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας και οι υπάλληλοι του μετατάχθηκαν σε υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.
4. Βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 1 του υπ' αριθμόν 66/1993 Κανονισμού της Ιεράς Συνόδου της εκκλησίας (ΦΕΚ 47/Α/1993), η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του άρθρου 47 του νόμου [Ν] 490/1977 αρμοδιότητα του Οργανισμού Διοίκησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας περιήλθε και ασκείται από το Γραφείο Ναοδομίας της Ιεράς Συνόδου.
5. Με τις 692/1993 και 1794/1994 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, ακυρώθηκαν οικοδομικές άδειες που εκδόθηκαν από το Γραφείο Ναοδομίας της Ιεράς Συνόδου, διότι θεωρήθηκε ότι είναι αναρμόδιο όργανο έκδοσης των σχετικών οικοδομικών αδειών, οι οποίες έπρεπε να έχουν εκδοθεί από τις Πολεοδομικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.
Σημειώνεται ότι η πρακτική που διαχρονικά έχει ακολουθηθεί από το 1988 και εντεύθεν (δηλαδή μετά την κατάργηση του Οργανισμού Διοίκησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας με το νόμο 1811/1988) ήταν να εκδίδονται οι οικοδομικές άδειες από το Τμήμα Ναοδομίας της Ιεράς Συνόδου, ενώ ο έλεγχος των κατασκευαζόμενων οικοδομών ανήκε στην αρμοδιότητα των αντίστοιχων τοπικών πολεοδομικών υπηρεσιών.
6. Με την εγκύκλιο 11/2010 της Γενικής Γραμματέας Χωροταξίας και Αστικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (αριθμός πρωτοκόλλου 28290/24-06-2010), εδόθησαν οδηγίες προς τις πολεοδομικές υπηρεσίες για την εφαρμογή των (5) ανωτέρω.
7. Με τον υπ' αριθμόν 211/2010/2010 νέο Κανονισμό της Ιεράς Συνόδου της εκκλησίας (ΦΕΚ 135/Α/2010), το Γραφείο Ναοδομίας αναβιβάζεται σε Διεύθυνση Ναοδομίας, αναφέροντας ότι έχει την αρμοδιότητα έκδοσης οικοδομικών αδειών και διενέργειας ελέγχου των πραγματοποιούμενων κατασκευών.
Κατόπιν των ανωτέρω (παράγραφοι 1 έως 7), σας θέτουμε τα εξής ερωτήματα:
Α. Ποία υπηρεσία είναι αρμόδια για την έκδοση των οικοδομικών αδειών, όσον αφορά στο είδος των κτιρίων που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 Περί Καταστατικού Χάρτη της εκκλησίας της Ελλάδας;
Β. Ποία υπηρεσία είναι αρμόδια για τον έλεγχο εκτέλεσης των οικοδομικών εργασιών των εν λόγω κτιρίων και την έκδοση των αντίστοιχων διοικητικών πράξεων; (π.χ. διακοπή οικοδομικών εργασιών, έκθεση αυθαιρέτων κατασκευών, κ.λ.π.)}
II. Νομοθετικό πλαίσιο
Στις σχετικές με τα ως άνω τεθέντα ερωτήματα διατάξεις ορίζονται τα εξής:
Α. Στο Σύνταγμα 1975 (άρθρα 3 παράγραφος 1 και 43 παράγραφος 2) ορίζεται ότι:
{Άρθρο 3: 1. Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικό με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού, τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου της ΚΘ' 29-06-1850 και της Συνοδικής Πράξης της 04-09-1928.
Άρθρο 43: 2. Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όριά της. Εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό.}
Β. Στα άρθρα 1 παράγραφος 4, 3 παράγραφος 1, 4 περίπτωση ε', 36 παράγραφος 6, 46 (παράγραφοι 2 και 5) και 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΦΕΚ 146/Α/1977) προβλέπονται τα ακόλουθα:
{Άρθρο 1: 4. Κατά τις νομικές αυτών σχέσεις η Εκκλησία της Ελλάδος, οι Μητροπόλεις, οι ενορίες μετά των Ενοριακών αυτών ναών, οι Μονές, η Αποστολική Διακονία, ο Οργανισμός Διοίκησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας, το Ταμείο Ασφάλισης Κληρικών Ελλάδας, το Διορθόδοξο Κέντρον της Εκκλησίας της Ελλάδος, είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Το Εκκλησιαστικόν Ορφανοτροφείο Βουλιαγμένης, ως και τα λοιπά Εκκλησιαστικά Καθιδρύματα της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και των Μητροπόλεων, τα λειτουργούντα μέχρι της ισχύος του παρόντος και κεκτημένα νομική προσωπικότητα, είναι Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, λειτουργούν δε επί τη βάσει των υφισταμένων μέχρι σήμερον οργανισμών αυτών, οίτινες δύνανται να συμπληρώνονται και να τροποποιούνται εφ' εξής δια κανονιστικών αποφάσεων, εκδιδομένων υπό του οικείου Αρχιερέως, δι' ων θα ρυθμίζονται τα της διοικήσεως, διαχειρίσεως, ελέγχου και εν γένει λειτουργίας αυτών, ως και τα της υπηρεσιακής εν γένει καταστάσεως του προσωπικού αυτών. Η εις την Κρήτη, Δωδεκάνησο και Άγιον Όρος κρατούσα Εκκλησιαστική κατάστασις, διεπόμενη υπό του ισχύοντος σε αυτές πατριαρχικού καθεστώτος, δεν θίγεται δια του παρόντος.
Άρθρο 3: 1. Ανωτάτη Εκκλησιαστική Αρχή της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας, συγκροτούμενη εκ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, ως Προέδρου, και εκ πάντων των διαποιμενόντων Μητροπόλεις Αρχιερέων, διαρκές δε διοικητικό όργανον αυτής είναι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, συγκροτούμενη κατά τα στο άρθρο 7 του παρόντος οριζόμενα. Αμφότεροι εδρεύουν εν Αθήναις.
Άρθρο 4: Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται επί παντός ζητήματος αφορώντος εις την Εκκλησίαν. Ειδικότερα αυτή:
...
ε. Εκδίδει κανονιστικός αποφάσεις περί της οργανώσεως και εσωτερικής διοικήσεως της Εκκλησίας, κατά τα ειδικότερα στο παρόν διαλαμβανόμενα, δημοσιευμένος δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 36: 6. Τα της ιδρύσεως, των πόρων, της διοικήσεως, της διαχειρίσεως και εν της γένει λειτουργίας των ιερών ναών (ενοριακών και μη), τα της εκτελέσεως εκκλησιαστικών έργων, τα της ανεγέρσεως ιερών ναών και των κτισμάτων αυτών, ως και τα της συστάσεως, συγκροτήσεως, αρμοδιοτήτων και εν γένει λειτουργίας των ερανικών επιτροπών θα καθορισθούν δια κανονιστικών αποφάσεων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, εγκρινομένων υπό την Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθ' ο μέρος δεν ρυθμίζονται δια του παρόντος. Δι' ομοίων αποφάσεων θα καθορισθούν και τα της λειτουργίας εν γένει των ενοριών.
Άρθρο 42: Δι' αποφάσεων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου εγκρινομένων υπό της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, θεσπίζονται οι Οργανισμοί λειτουργίας και διοικήσεως των στην παράγραφο 2 εκκλησιαστικών νομικών προσώπων, ως και τα της συνθέσεως, συγκροτήσεως και λειτουργίας των διοικητικών αυτών Συμβουλίων, εκτός εάν άλλως ορίζονται στο παρόν, καταργούμενης πάσης αντιθέτου διατάξεως.
Άρθρο 46: 2. Ο τρόπος διοικήσεως, διαχειρίσεως και εν γένει αξιοποιήσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας ήτοι της μοναστηριακής, διατηρητέας τε και μη, της Μητροπολιτικής ενοριακής και της ανηκούσης εις τα λοιπά εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου καθορίζεται δι' αποφάσεων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, εγκρινομένων υπό της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας και βάσει των ιερών κανόνων και των νόμων της Πολιτείας, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
5. Ο Οργανισμός Διοικήσεως και Διαχειρίσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας ΟΔΔΕΠ φέρει εφ' εξής την επωνυμία Οργανισμός Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας (ΟΔΕΠ). Ούτος τελών υπό την εποπτεία και τον έλεγχο της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου διοικεί και διαχειρίζεται την εκποιητέα μοναστηριακή περιουσίαν, ως προς την οποίαν νομιμοποιείται ενεργητικά και παθητικώς. Ο αυτός Οργανισμός παρέχει επίσης γνώμες και συμβουλές εις θέματα αξιοποιήσεως της καθόλου εκκλησιαστικής περιουσίας προς εξασφάλιση των υλικών μέσων πραγματοποιήσεως των πνευματικών, κοινωνικών και φιλανθρωπικών σκοπών της Εκκλησίας.
Άρθρο 47: 2. Δια την ανέγερση ή επισκευή των Μητροπολιτικών μεγάρων, Ιερών Μονών και Ιερών Ναών, μετά των κτισμάτων αυτών, την σχετική άδεια χορηγεί ο Οργανισμός Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας δια της εγκρίσεως της σχετικής μελέτης υπό της αρμοδίας Τεχνικής Υπηρεσίας αυτού, μετά γνωμοδότηση της σε αυτό Επιτροπής Έργων και της κατά τόπο αρμόδιας Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (όπως η εν λόγω παράγραφος διαμορφώθηκε με την προσθήκη της παραγράφου 7 του άρθρου 29 του νόμου 1577/1985, (ΦΕΚ 210/Α/1985)).}
Γ. Στο άρθρο 3 του νόμου 1811/1988 περί κυρώσεως της σύμβασης παραχώρησης στο Δημόσιο της δασικής και αγροτολιβαδικής περιουσίας των ιερών μονών της Εκκλησίας της Ελλάδος που συμβάλλονται στην σύμβαση αυτή (ΦΕΚ 231/Α/1988) ορίζονται τα εξής:
{Άρθρο 3: 1. Μετά την παραχώρηση στο Δημόσιο της αγροτολιβαδικής και δασικής μοναστηριακής περιουσίας των Μονών, που συμβάλλονται στη σύμβαση αυτή, ο Οργανισμός Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας καταργείται και το Δημόσιο θα αναλάβει τη μετάταξη σ' αυτό των υπηρετούντων στον Οργανισμό Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας υπαλλήλων. Παράλληλα θα αντιμετωπιστεί η περίπτωση να τους χορηγηθεί πλασματικός χρόνος 10 ετών για συνταξιοδότηση λόγω εθελούσιας εξόδου από την υπηρεσία. Η διάταξη αυτή ισχύει και για τους υπηρετούντες δικηγόρους του Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, εφ' όσον έχουν συνολική υπερδεκαπενταετή υπηρεσία υπαλλήλου και δικηγόρου στον ίδιο Οργανισμό.
2. Μετά την, κατά τους όρους και συμφωνίες της σύμβασης αυτής, παραχώρηση στο Δημόσιο της Μοναστηριακής δασικής και αγροτολιβαδικής περιουσίας και την κατάργηση του Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας τη διατηρητέα αστική και απομένουσα στην κυριότητα, νομή και κατοχή των Ιερών Μονών διατηρητέα αγροτολιβαδική και δασική Περιουσία θα διοικούν και θα διαχειρίζονται οι Ιερές Μονές, οι οποίες συμβάλλονται, δια της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, στη σύμβαση αυτή, ύστερα από τις εξουσιοδοτήσεις των ηγουμένων συμβουλίων τους.
Τη ρευστοποιητέα αστική και απομένουσα στις Μονές που συμβάλλονται στη Σύμβαση αυτή αγροτολιβαδική και δασική περιουσία, θα διοικεί και θα διαχειρίζεται η Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία και νομιμοποιείται ενεργητικά και παθητικά ως προς την περιουσία αυτή, υπεισερχομένη στα δικαιώματα και υποχρεώσεις του καταργουμένου Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
Η ανήκουσα κατά κυριότητα, νομή, και κατοχή στον καταργούμενο Οργανισμό Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας ακίνητη και κινητή περιουσία περιέρχεται αυτοδικαίως στην κυριότητα, νομή και κατοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Με κανονιστικές αποφάσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου που θα δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται και ρυθμίζεται ο τρόπος διοίκησης, διαχείρισης και αξιοποίησης της άνω περιουσίας, εφαρμοζομένου κατά τα λοιπά του άρθρου 46 του νόμου 590/1977.}
Δ. Στους κατωτέρω Κανονισμούς που εξέδωσε η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Ελλάδος (ΙΣΙ), κατ' εξουσιοδότηση των ως άνω διατάξεων του νόμου 590/1977, προβλέπονται τα εξής:
1. Κανονισμός 66/1993 (ΦΕΚ 47/Α/1993)
{Άρθρο 1 (Γραφείο Ναοδομίας)
1. Η προβλεπόμενη δια του άρθρου 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 αρμοδιότης της Τεχνικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας, από την καταργήσεως του Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας δια του νόμου 1811/1988, έχει περιέλθει και ασκείται από του εντεταγμένου και λειτουργούντος στην Ιερά Σύνοδο Γραφείου Ναοδομίας.}
2. Κανονισμός 100/1998 (ΦΕΚ 261/Α/1998)
{Άρθρο 1: Σύστασις και λειτουργία
{1. Συνιστάται Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών (ΕΚΥΟ) δια την διοίκησιν, διαχείρισιν, αξιοποίηση των χρημάτων, των χρεωγράφων και της εν γένει κινητής και ακινήτου εκκλησιαστικής περιουσίας, ήτοι της ανηκούσης εις τον καταργηθέντα Οργανισμό Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας και της εκποιητέας μοναστηριακής τοιαύτης.}
3. Κανονισμός 158/2003 (ΦΕΚ 249/Α/2005)
{Άρθρο 3
Η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών, ως Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος (διαδόχου του πρώην Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του νόμου 1811/1988), έχει την αρμοδιότητα εκδόσεως Οικοδομικών Αδειών για εκκλησιαστικές κατασκευές, συμφώνως τω άρθρο 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 και στο άρθρο 5 παράγραφος 14 του νόμου 2940/2001, ως και της παρακολουθήσεως και στηρίξεως εκκλησιαστικών έργων.
Η εν λόγω αρμοδιότης ασκείται δια του παρ' Αυτή Γραφείου Ναοδομίας, της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών, συμφώνως προς τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού.
Άρθρο 18: Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών
Στην Διεύθυνση ταύτη υπάγονται:
...
4. Γραφείον Ναοδομίας:
α. ί. Ελέγχει τους φακέλλους τους υποβαλλόμενους υπό των Ιερών Μητροπόλεων δια την έκδοση Αδειών προς ανέγερση, προσθήκη, διαρρύθμιση, επισκευή, αλλαγή χρήσεως, κατεδάφιση, περίφραξη, διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου, κοπή δένδρων και την αναθεώρηση Αδειών, δια τα κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 47 του νόμου 590/1977 και την παράγραφο 14 του άρθρου 5 του νόμου 2940/2001 οικοδομήματα και εκδίδει τις Πράξεις εγκρίσεως τούτων.
ii. Εκδίδει Πράξεις διακοπής οικοδομικών εργασιών, οσάκις κριθή τούτο αναγκαίο.
iii. Χορηγεί αδείας δια την νομιμοποίηση αυθαιρέτων εκκλησιαστικών κτισμάτων, αφού θα έχουν εξαιρεθεί ταύτα προηγουμένως της κατεδαφίσεως από τις αρμόδιες Κρατικές Υπηρεσίες και θα έχουν καταβληθεί τα εκ των νόμων προβλεπόμενα πρόστιμα.
iv. Εγκρίνει την εκτέλεσιν καλλιτεχνικών έργων, ως λ.χ. αγιογράφησης, ξυλογλυπτικής ή μαρμαρογλυπτικής κ.λ.π.
v. Θεωρεί τα Στελέχη Οικοδομικών Αδειών δια την σύνδεση με τα Δίκτυα κοινής ωφελείας.
β. Τις υποβαλλόμενες προς έγκριση μελέτες θεωρεί η Επιτροπή Έργων, κατόπιν γραπτής Εισηγήσεως των εκάστοτε αρμοδίων μηχανικών του γραφείου Ναοδομίας.
γ. Όλες οι ως άνω Άδειες, Εγκρίσεις, Πράξεις και Θεωρήσεις υπογράφονται υπό του Γεν. Διευθυντού, κατόπιν Εισηγήσεως του Διευθυντού των Τεχνικών Υπηρεσιών.}
4. Κανονισμός 211/2010 (ΦΕΚ 135/Α/2010)
{Άρθρο 3
Η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών, ως Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος (διαδόχου του πρώην Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας κατ' άρθρο 3 παράγραφος 2 της δια του άρθρου πρώτου του νόμου 1811/1988 κυρωθείσης από 11-05-1988 Συμβάσεως), έχει την αρμοδιότητα εκδόσεως οικοδομικών αδειών και διενέργειας ελέγχων δι' εκκλησιαστικός κατασκευές, σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 και το άρθρο 5 παράγραφος 14 του νόμου 2940/2001, ως και της παρακολουθήσεως και στηρίξεως εκκλησιαστικών έργων.
Η εν λόγω αρμοδιότης ασκείται συμφώνως προς τις διατάξεις του παρόντος δια του παρ' αυτή Γραφείου Ναοδομίας, της Διευθύνσεως Τεχνικών Υπηρεσιών, το οποίον αναβιβάζεται εις Διεύθυνση Ναοδομίας.
Άρθρο 4
Η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών έχει την ακόλουθη διάρθρωση:
...
2. Γενική Διεύθυνσις
...
2.5. Διεύθυνσις Ναοδομίας
Άρθρο 19: Διεύθυνσις Ναοδομίας
Α. Οργάνωσις και Αρμοδιότητες
I. Η Διεύθυνσις Ναοδομίας διαιρείται εις:
α. Τμήμα Εκπονήσεως Μελετών και Εκδόσεως Αδειών Δομήσεως (ΤΕΜΕΑΔ)
β. Τμήμα Ελέγχου Κατασκευών (ΤΕΚ), καθήκον του οποίου είναι η εφαρμογή των άρθρων 17 του νόμου 1337/1983, 3 και επόμενα, του προεδρικού διατάγματος 267/1998 (ΦΕΚ 195/Α/1998) και της κοινής υπουργικής απόφασης [Α] 9732/2004 (ΦΕΚ 468/Β/2004), ως εκάστοτε ισχύουν. Η Επιτροπή Έργων ασκεί καθήκοντα κρίσεως επί ασκουμένων ενστάσεων κατ' εφαρμογήν του προεδρικού διατάγματος 267/1998.
γ. Τμήμα Προδιαγραφών, Προτύπων, παραδοσιακών κτισμάτων και Εκκλησιαστικής Τέχνης.
II. Η Διεύθυνσις Ναοδομίας ασκεί τις κατωτέρω αρμοδιότητας:
α. Τμήμα εκπονήσεως μελετών και εκδόσεως αδειών δομήσεως
i. Ελέγχει τους φακέλους τους δια των Ιερών Μητροπόλεων υποβαλλόμενους προς έκδοση αδειών προς ανέγερση, προσθήκη, διαρρύθμιση, επισκευή, αλλαγή χρήσεως, κατεδάφιση, περίφραξη, διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου, κοπή δένδρων και την αναθεώρηση αδειών, δια τα κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 47 του νόμου 590/1977 και την παράγραφο 14 του άρθρου 5 του νόμου 2940/2001 οικοδομήματα και εκδίδει τις πράξεις εγκρίσεως τούτων. Τις υποβαλλόμενος προς έγκριση μελέτες θεωρεί η Επιτροπή Έργων, κατόπιν γραπτής Εισηγήσεως των εκάστοτε αρμοδίων μηχανικών του Γραφείου Ναοδομίας.
ii. Συντάσσει μελέτες απάντων των εκκλησιαστικών κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 47 του νόμου 590/1977 και την παράγραφο 14 του άρθρου 5 του νόμου 2940/2001 οικοδομημάτων, εφ' όσον ζητούνται υπό των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων.
iii. Χορηγεί άδειας δια την νομιμοποίηση αυθαιρέτων εκκλησιαστικών κτισμάτων, αφού το Τμήμα Ελέγχου Κατασκευών χωρέσει εις την έκδοση πράξεως εξαιρέσεως της κατεδαφίσεως και καταλογίσει τα τυχόν εκ του νόμου επιβαλλόμενα πρόστιμα.
iv. θεωρεί τα Στελέχη Οικοδομικών Αδειών δια την σύνδεση μετά των Δικτύων κοινής ωφελείας.
Εις όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις τηρείται κατά τη διεκπεραίωση αυστηρώς η χρονολογική σειρά καταθέσεως ή εισαγωγής των σχετικών αιτήσεως ή φακέλων.
β. Το Τμήμα Ελέγχου Κατασκευών (ΤΕΚ)
i. Ελέγχει άπαντα τα εκκλησιαστικά κατά τις ανωτέρω διατάξεις των νόμων 590/1977 και 2940/2001 οικοδομήματα.
ii. Εκδίδει πράξεις διακοπής οικοδομικών εργασιών και εκθέσεις αυτοψίας κατ' εφαρμογήν των κειμένων διατάξεων, οσάκις κριθή τούτον αναγκαίο.
iii. Επιβάλλει πρόστιμα ανεγέρσεως και διατηρήσεως αυθαιρέτων κτισμάτων,
iv. Εξαιρεί αυθαίρετα κτίσματα από της κατεδαφίσεως, εφ' όσον έχουν επιβληθεί πρόστιμα και έχουν αποκατασταθεί οι αυθαιρεσίες και προτείνει προς το Τμήμα Εκδόσεως Αδειών, την χορήγηση Αδειών Νομιμοποιήσεως Αυθαιρέτων κτισμάτων.
Εις τον προϋπολογισμό της Εκκλησίας της Ελλάδος εγγράφεται κωδικός αριθμός εσόδου υπό τίτλου: Έργα ευποιίας και περιβαλλοντικής αποκαταστάσεως υπέρ Ιερών Μητροπόλεων, Ιερών Μονών και Ιερών Ναών. Τα τυχόν εισπραττόμενα πρόστιμα υπό της Διευθύνσεως Ναοδομίας πιστώνονται ως έσοδον του εν λόγω κωδικού και χρησιμοποιούνται μόνον δια την εκτέλεσιν έργων ευποιίας υπέρ των Ιερών Μητροπόλεων, Ναών και Μονών ή δι' έργα περιβαλλοντικής αποκαταστάσεως (αναδασώσεις, αντιπλημμυρικό έργα κ.λ.π.). Το εν λόγω ποσόν διατίθεται εκάστοτε προς του ανωτέρω σκοπούς δι' αποφάσεως της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου με εισήγηση της Διοικούσας Επιτροπής της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών.
γ. Το Τμήμα Προδιαγραφών, Προτύπων, Παραδοσιακών κτισμάτων και Εκκλησιαστικής Τέχνης:
i. Εγκρίνει την εκτέλεσιν καλλιτεχνικών έργων ως λ.χ. Αγιογράφηση, Ξυλογλυπτική, Μαρμαρογλυπτική κ.λ.π.
ii. Συντάσσει προδιαγραφές και πρότυπα δια την κατασκευήν Ιερών Μονών, Ναών κ.λ.π.
iii. Παρακολουθεί διεθνείς εξελίξεις σχετικώς προς την ανέγερση, ενίσχυση, διατήρηση, ανάδειξη Ιερών Ναών, Ιερών Μονών κ.λ.π.
iv. Διοργανώνει συνέδρια, σεμινάρια σχετικά προς την Εκκλησιαστικήν Αρχιτεκτονική, τις Εκκλησιαστικός Τέχνες κ.λ.π.
Όλες οι ως άνω Άδειες, Εγκρίσεις, Πράξεις και Θεωρήσεις υπογράφονται υπό του Γενικού Διευθυντού της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών, κατόπιν Εισηγήσεως του Διευθυντού των Τεχνικών Υπηρεσιών.
Β. Διαδικασία ανασυστάσεως απολεσθέντων ή ελλειπόντων φακέλων Διευθύνσεων Ναοδομίας
...
Γ. Χρονικά όρια ελέγχου
1. Εκκλησιαστικές κατασκευές που ανεγέρθηκαν προ της 31-01-1983 (παράβλεπε άρθρο 17 του νόμου 1337/1983), δια τις οποίας δεν υφίσταται άδεια δομήσεως θεωρούνται νομίμως υφιστάμενοι εφ' όσον συγκεντρώνουν τις κατά νόμον προϋποθέσεις δομήσεως και δεν υπόκεινται εις έλεγχο νομιμότητας υπό του Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών είτε αυτεπαγγέλτως είτε επ' ευκαιρία διαδικασίας εκδόσεως διοικητικής πράξεως της Διευθύνσεως Ναοδομίας εν σχέσει προς αυτός.
2. Ο χρόνος κατασκευής βεβαιώνεται δια πράξεως του επιχωρίου Μητροπολίτου, όστις έχει την αρμοδιότητα εξετάσεως των αποδεκτών στοιχείων περί του χρόνου ανεγέρσεως.
Δ. Εκκλησιαστικοί κατασκευές
Η Διεύθυνσις Ναοδομίας ασκεί τις αρμοδιότητας αυτής ως προς τους:
1. Ιερούς Ναούς και τα προκτίσματα αυτών, ήτοι τα εντός του ίδιου ή, ομόρου ακινήτου οικοδομήματα, τα οποία εξυπηρετούν α) την κύρια χρήσιν του Ιερού ναού (ως λ.χ. αποθήκες, χώροι υγιεινής, χώροι ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων, στεγασμένοι χώροι σταθμεύσεως, γραφεία, κωδωνοστάσια), ή β) τους σκοπούς του νομικού προσώπου της Ενορίας, ήτοι Κέντρα Ενοριακής Διακονίας (λ.χ. πρεσβυτέριον, χώροι κατηχήσεως, μαγειριών και εστιάσεως, αθλήσεως, κατασκηνώσεων, εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, βιβλιοθήκη).
2. Ιερές Μονές και τα προκτίσματα αυτών, ήτοι οικοδομήματα τα οποία εξυπηρετούν παντοιοτρόπως την κοινοβιακή ζωήν της Μονής ευρίσκονται εντός ή εκτός περιβόλου Μονής και πάντως τουλάχιστον εντός ομόρου ακινήτου αποτελούντα αρμονικό μετά της Μονής αρχιτεκτονικό σύνολον, ως λ.χ. Ξενώνες, χώροι εργαστηρίων (αγιογραφίας, υφαντουργίας κ.λ.π.), χώροι πολιτιστικών και μορφωτικών δραστηριοτήτων (λ.χ. μουσεία, χώροι συνεδρίων).
3. Μητροπολιτικό Κτίρια, περιλαμβάνοντα τις εξής χρήσεις: κατοικία του Μητροπολίτου, χώρους φιλοξενίας, γραφεία διοικήσεως, Ιερόν Ναόν, χώρους εκδηλώσεων, κοινωνικών, ποιμαντικών, πολιτιστικών και εν γένει εκπαιδευτικών, φιλανθρωπικών δραστηριοτήτων, και βοηθητικούς χώρους (αποθήκες, αρχεία κ.λ.π.).
Άρθρο 30
1. Η ισχύς του παρόντος Κανονισμού άρχεται από της δημοσιεύσεως του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και του επισήμου δελτίου ΕΚΚΛΗΣΙΑ της Εκκλησίας της Ελλάδος.
2. Οι κανονισμοί 100/1998 και 158/2003, ως ισχύουν, καταργούνται από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος.
3. ...
4. ...
5. Πάσα κανονιστική διάταξις αντικείμενη εις τον παρόντα Κανονισμόν παύει ισχύουσα.}
Ε. Στο άρθρο 17 παράγραφος 12, όπως τροποποιήθηκε με το νόμο 1512/1985, άρθρο 8 παράγραφος 12 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 12/Α/1985), προβλέπεται ότι:
{... Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, καθορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία έκδοσης των οικοδομικών αδειών και ελέγχου των ανεγειρόμενων οικοδομών, οι υποχρεώσεις του επιβλέποντος και του μελετητή
καθώς και όσων συμπράττουν στην εκτέλεση του έργου για την έκδοση οικοδομικών αδειών.}
Στο άρθρο 22 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985) ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι Για την εκτέλεση οποιασδήποτε εργασίας δόμησης εντός ή εκτός οικισμού απαιτείται οικοδομική άδεια της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας..., ενώ στο άρθρο 27 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι Αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του παρόντος νόμου είναι η κατά τόπους πολεοδομική υπηρεσία.
Περαιτέρω στο άρθρο 2 του από 08-07-1993 προεδρικού διατάγματος περί του τρόπου έκδοσης οικοδομικών αδειών και ελέγχου των ανεγειρομένων οικοδομών, ορίζεται ότι Αρμόδια όργανα για τη χορήγηση των οικοδομικών αδειών είναι οι Πολεοδομικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ή οι αρμόδιες Υπηρεσίες των Δήμων ή Κοινοτήτων, στις οποίες μεταβιβάζονται οι σχετικές αρμοδιότητες κατά τις κείμενες διατάξεις.
Τέλος, με τις νεότερες ρυθμίσεις του άρθρου 2 του νόμου 4030/2011 (ΦΕΚ 249/Α/2011) προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι:
{Αρμόδια όργανα για τη χορήγηση της έγκρισης δόμησης και της άδειας δόμησης είναι οι Υπηρεσίες Δόμησης των Δήμων, εκτός εάν από ειδικές διατάξεις ορίζεται διαφορετικά},
ενώ στο άρθρο 7 προβλέπονται τα περί ελέγχου των εργασιών δόμησης, στο άρθρο 10 οι ελεγκτές δόμησης και στο άρθρο 11 οι αρμοδιότητές τους.
III. Ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων
Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις, από τις οποίες αυτές των κανονισμών 100/1998 και 158/2003 καταργήθηκαν ρητά με το άρθρο 30 παράγραφος 2 του Κανονισμού 211/2010 και παρατίθενται για την εμφάνιση πλήρους εικόνας της εξέλιξης του εν προκειμένου ενδιαφέροντος νομοθετικού καθεστώτος, συνάγονται τα ακόλουθα:
Α. Στο Σύνταγμα (άρθρο 3 παράγραφος 1) ορίσθηκε ότι η Εκκλησία της Ελλάδας είναι αυτοκέφαλη και διοικείται από την Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και την εξ αυτής προερχόμενη Διαρκή Ιερά Σύνοδο (ΔΙΣ), όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας. Στον νόμο 590/1977 περί Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (άρθρο 4), γίνεται αναφορά των αρμοδιοτήτων της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, μεταξύ των οποίων, είναι η έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, που αφορούν την οργάνωση και διοίκηση της Εκκλησίας (περίπτωση ε'), η οποία, κατ' άρθρο 1 παράγραφος 3 του ίδιου νόμου, είναι ως προς τις νομικές. σχέσεις νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Η παροχή εξουσιοδότησης προς την αυτοδιοικούμενη Εκκλησία της Ελλάδος, για την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων με βάση τις διατάξεις του προαναφερθέντος Καταστατικού Χάρτη, είναι συνταγματικά ανεκτή (Ολομέλεια ΣτΕ 960/1978, Ολομέλεια ΣτΕ 196/2010), πλην όμως το κύρος και η νομιμότητα των Κανονισμών που εκδίδονται τελεί υπό την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις τους ευρίσκονται εντός των ορίων της νομοθετικής εξουσιοδότησης (Ολομέλεια ΣτΕ 196/2010).
Περαιτέρω, στο άρθρο 36 παράγραφος 6 του ίδιου ως άνω νόμου, προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι τα της ανεγέρσεως ιερών μονών και των κτισμάτων αυτών καθορίζονται με κανονιστικές αποφάσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, που εγκρίνονται από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στο δε άρθρο 47 παράγραφος 2 οριζόταν πριν από την κατάργηση του Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας (ΟΔΕΠ), ότι ο εν λόγω Οργανισμός χορηγεί την άδεια ανέγερσης ή επισκευής μητροπολιτικών μεγάρων, ιερών μονών και ιερών ναών, με την έγκριση της σχετικής μελέτης από την τεχνική του υπηρεσία, μετά από γνωμοδότηση της παρ' αυτού Επιτροπής Έργων και της Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (νυν Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής).
Β. Με το νόμο 1811/1988 κυρώθηκε η από 11-05-1988 σύμβαση μεταξύ του Δημοσίου και της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, με αντικείμενο την παραχώρηση στο Δημόσιο της αγροτολιβαδικής και δασικής μοναστηριακής περιουσίας των δεσμευομένων από τη σύμβαση Μονών. Στο άρθρο 3 (παράγραφοι 1 και 2) ορίσθηκε ότι μετά την παραχώρηση της εν λόγω περιουσίας καταργείται ο Οργανισμός Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, η δ' ανήκουσα σε αυτόν ακίνητη και κινητή περιουσία περιέρχεται αυτοδικαίως στην Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία, με κανονιστικές αποφάσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, καθορίζει και ρυθμίζει τον τρόπο διοίκησης, διαχείρισης και αξιοποίησης αυτής της περιουσίας.
Γ. Όπως προεκτέθηκε, στον Οργανισμό Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, ο οποίος είχε αποτελέσει τη νέα επωνυμία του Οργανισμού Διοικήσεως και Διαχειρίσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας (ΟΔΔΕΠ) στο πλαίσιο της κατά χρόνον οργάνωσης της διαχείρισης από την Εκκλησία των περιουσιακών της ζητημάτων (στην απόφαση ΣτΕ 1794/1994 παρατίθενται συνοπτικά οι διαχρονικές αλλαγές στην εν λόγω οργάνωση), είχε, κατ' αρχήν, ανατεθεί η αρμοδιότητα χορήγησης άδειας ανέγερσης και επισκευής των εκεί αναφερομένων εκκλησιαστικών κτιρίων. Ωστόσο, στη συνέχεια, με τις διατάξεις του νόμου 1811/1988, (άρθρο 3 παράγραφος 1) καταργήθηκε ο Οργανισμός Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, αλλά ενώ ορίσθηκε ότι η ακίνητη και κινητή περιουσία του περιέρχεται στην Εκκλησία της Ελλάδος, δεν έγινε ειδική πρόβλεψη αναφορικά με τη μετάθεση ή ανάθεση σε έτερο όργανο, της αρμοδιότητάς του να χορηγεί την κατά τα ως άνω άδεια δόμησης. Οι διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 2 της κυρωθείσης με το νόμο 1811/1988 σύμβασης για την περιέλευση της περιουσίας του Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας στην Εκκλησία της Ελλάδος και την υπεισέλευση αυτής στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Οργανισμού ως προς ορισμένα περιουσιακά στοιχεία των Ιερών Μονών, δεν ρύθμισαν σε αυτό και την τύχη των καθαρώς διοικητικών αρμοδιοτήτων του καταργουμένου Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας. Συνακόλουθα, η κατά τα ως άνω αρμοδιότητα για χορήγηση άδειας δόμησης καταργήθηκε σε αυτό με την κατάργηση του Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας και η άσκησή της περιήλθε στις αρμόδιες πολεοδομικές αρχές (ΣτΕ 1794/1994, 692/1993, σχετικό ΣτΕ 3237/2000).
Δ. Η ανωτέρω άποψη δεν αναιρείται ούτε από τις μεταγενέστερες κανονιστικές πράξεις που εκδόθηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος, κατ' εφαρμογή των εξουσιοδοτικών διατάξεων του νόμου 590/1977. Ειδικότερα:
Όπως προκύπτει από τον καταργηθέντα Κανονισμό 158/2003 είχε ανατεθεί στην Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών, που είχε συσταθεί με τον ίδιο Κανονισμό, η αρμοδιότητα έκδοσης οικοδομικών αδειών για τις εκκλησιαστικές κατασκευές του άρθρου 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 και συγκεκριμένα η άσκηση της αρμοδιότητας αυτής επιφυλασσόταν στο Γραφείο Ναοδομίας της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών. Η αρμοδιότητα αυτή, μαζί με την αρμοδιότητα διενέργειας ελέγχων στις εν λόγω κατασκευές, προβλέφθηκε και στον μεταγενέστερο και νυν ισχύοντα Κανονισμό 211/2010, σύμφωνα με τον οποίο οι εν λόγω αρμοδιότητες ασκούνται από τη Διεύθυνση (πλέον) Ναοδομίας της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών, που απαρτίζεται από επί μέρους τμήματα (τμήμα έκδοσης αδειών, τμήμα ελέγχου κατασκευών κ.λ.π.).
Ωστόσο, αναφορικά με τις ως άνω προβλέψεις, παρατηρείται, ότι η κανονιστική αρμοδιότητα που ανατίθεται με τις διατάξεις του νόμου 590/1977 στην Εκκλησία της Ελλάδος και σχετίζεται με ζητήματα περί την διοίκηση, διαχείριση και εν γένει λειτουργία των ιερών ναών και περί την εκτέλεση εκκλησιαστικών έργων και την ανέγερση ιερών ναών και των κτισμάτων αυτών (άρθρο 36), δεν μπορεί να νοηθεί ότι περιλαμβάνει και την ανάθεση στην Εκκλησία της Ελλάδος να θεσπίσει το πρώτον διοικητικές αρμοδιότητες, όπως της έκδοσης οικοδομικών αδειών και της άσκησης συναφούς ελέγχου, αφαιρώντας μάλιστα αυτές από τις υπηρεσίες και τα όργανα, στα οποία ανήκουν κατά τις γενικές διατάξεις. Η προβλεπόμενη στο Σύνταγμα (άρθρο 43 παράγραφος 2) δυνατότητα παροχής, με εξουσιοδότηση, της αρμοδιότητας της έκδοσης κανονιστικών πράξεων σε διοικητικά όργανα, εστιάζεται στη ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων ή θεμάτων με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό. Ως ειδικότερα θέματα νοούνται εκείνα που αποτελούν, κατά το περιεχόμενο τους και σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοθετικό κείμενο, μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος, το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της νομοθετικής ρύθμισης (ΣτΕ 63/2012, στην οποία παρατίθεται και άλλη νομολογία).
Από το περιεχόμενο των ως άνω εξουσιοδοτικών διατάξεων του Καταστατικού Χάρτη, προκύπτει ότι δεν παρασχέθηκε ρητά στην Εκκλησία της Ελλάδος η αρμοδιότητα για χορήγηση άδειας δόμησης (όπως προβλεπόταν ρητά για τον καταργηθέντα Οργανισμό Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας), ούτε, πολύ περισσότερο, της αρμοδιότητας ελέγχου των εκκλησιαστικών κτιρίων και κατασκευών και, επομένως, οι εν λόγω αρμοδιότητες δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο κανονιστικών πράξεων, αφού δεν αποτελούν ζήτημα (ειδικό, τεχνικό κ.λ.π.) που να μπορεί να ρυθμισθεί κανονιστικά. Η αρμοδιότητα έκδοσης άδειας δόμησης ιερών ναών και ετέρων εκκλησιαστικών κτισμάτων και της διενέργειας ελέγχων αποτελούν κύριες διοικητικές αρμοδιότητες που πρέπει ρητά να προβλέπονται και δεν μπορεί να ενταχθούν στις προαναφερθείσες διατάξεις για την κανονιστική ρύθμιση των ζητημάτων οργάνωσης και εσωτερικής διοίκησης της Εκκλησίας και των περί την ανέγερση ιερών ναών και των κτισμάτων αυτών. Η ανάθεση στην Εκκλησία της Ελλάδος των ως άνω κύριων διοικητικών αρμοδιοτήτων πρέπει να είναι αντικείμενο ρητής και σαφούς διατάξεως. Είναι δε άλλο το ζήτημα του τρόπου εσωτερικής οργάνωσης των υπηρεσιών της Εκκλησίας, για την αποτελεσματική άσκηση των ήδη ρητά, πάντως, απονεμηθεισών αρμοδιοτήτων, αφού η εν λόγω οργάνωση δεν αποκλείεται, ως ζήτημα περί την ανέγερση ναών, να αποτελέσει αντικείμενο άσκησης κανονιστικής αρμοδιότητας εντασσόμενο πλέον, κατ' αρχήν, στα θέματα που μπορούν, ανεκτά κατά το Σύνταγμα να ρυθμισθούν κανονιστικά (θέματα ειδικά ή τεχνικά ή λεπτομερειακά κ.λ.π.). Πάντοτε, όμως, προϋποτίθεται ότι οι ως άνω κύριες διοικητικές αρμοδιότητες έκδοσης άδειας και άσκησης ελέγχου έχουν ήδη ρητά προβλεφθεί και απονεμηθεί, πράγμα που, όπως προεκτέθηκε, δεν συντρέχει εν προκειμένω.
Ε. Από το σύνολο των όσων αναπτύχθηκαν προηγουμένως συνάγεται ότι, μετά την κατάργηση του Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, η αρμοδιότητα έκδοσης της άδειας δόμησης των κτιρίων που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977, καθώς και της άσκησης του συναφούς ελέγχου τήρησης των πολεοδομικών διατάξεων ως προς τα κτίρια αυτά, ανήκει στις κατά τις γενικές διατάξεις αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες και τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα.
IV. Κατ' ακολουθίαν των προεκτεθέντων, στο τεθέν ερώτημα αρμόζει η απάντηση ότι οι αρμοδιότητες έκδοσης οικοδομικής άδειας και άσκησης ελέγχου της τήρησης των πολεοδομικών διατάξεων για τα κτίρια του άρθρου 47 παράγραφος 2 του νόμου 590/1977 ανήκουν στις κατά τις γενικές περί αδειών και ελέγχου δόμησης διατάξεις αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες και στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα.
Ο Εισηγητής
Αθήνα, 22-03-2012