Νόμος 1512/85 - Άρθρο 8

Άρθρο 8: Συμπλήρωση στο νόμο 1337/1983 και λοιπές ρυθμίσεις


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Το προεδρικό διάταγμα, που προβλέπεται από την παράγραφο 5 του άρθρου 56 του νόμου 947/1979 (ΦΕΚ 169/Α/1979), εκδίδεται μέσα σε έξη μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος. Με το διάταγμα αυτό μπορεί να περιληφθούν στους σκοπούς του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων:

 

α. η επιδότηση, η δανειοδότηση και η χρηματοδότηση γενικά της Δημόσιας Επιχείρησης Πολεοδομίας και Στέγασης (ΔΕΠΟΣ) ή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης για να εκτελούνται οικιστικά και στεγαστικά προγράμματα καθώς και έργα ανάπλασης υποβαθμισμένων περιοχών αυθαιρέτων που εντάσσονται στο σχέδιο και

 

β. η εξασφάλιση με αγορά ή απαλλοτρίωση της γης που είναι αναγκαία για να εφαρμόζονται ρυμοτομικά σχέδια ή στεγαστικά και οικιστικά προγράμματα.

 

2. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 6 προστίθενται τα εξής:

 

{Κατ' εξαίρεση σε περιοχές με μεγάλη κατάτμηση και για οικόπεδα εμβαδού μικρότερου των 150 m2 μπορεί να ορίζεται συντελεστής δόμησης μεγαλύτερος του 0.8, εφόσον δεν προκύπτει συνολική επιφάνεια ορόφων μεγαλύτερη των 120 m2 Η εξαίρεση αυτή έχει εφαρμογή μόνο σε οικόπεδα που έχουν προκύψει από κατάτμηση μέχρι την 10-03-1982, αφού αφαιρεθεί το εμβαδόν της εισφοράς σε γη που καθορίζεται στο νόμο αυτόν.}

 

3. Η παράγραφος 7 του άρθρου 10 του νόμου 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Για το ύψος της εισφοράς σε γη και χρήμα σε Ζώνη Ενεργού Πολεοδομίας και ζώνη αστικού αναδασμού εφαρμόζονται αντίστοιχα τα άρθρα 8 παράγραφος 4 και επόμενες και 9 του νόμου αυτού. Εάν μέρος ή και το σύνολο των Ζωνών Ενεργού Πολεοδομίας ή ζωνών αστικού αναδασμού είναι πυκνοδομημένη περιοχή σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου, εφαρμόζονται αντί του προηγούμενου εδαφίου οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 8 του νόμου αυτού.

 

Σε περίπτωση που Ζώνη Ενεργού Πολεοδομίας και ζώνη αστικού αναδασμού χαρακτηρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του νόμου αυτού Ζώνες Ειδικής ενίσχυσης εφαρμόζονται τα εξής:

 

α. η εισφορά γης για τις ιδιοκτησίες των φορέων ανάπτυξης ή αναμόρφωσης Ζώνης Ενεργού Πολεοδομίας και ζώνης αστικού αναδασμού, όπως αυτοί ορίζονται από τις παραγράφους 8, 9 και 10 του άρθρου αυτού, ορίζεται σε ποσοστό 35%.

 

β. Για τις λοιπές ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται στις πιο πάνω Ζώνες Ειδικής Ενίσχυσης και μόνο για τα τμήματα αυτών πάνω από 1000 m2, οι προβλεπόμενες από το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής εισφορές του άρθρου 8 παράγραφος 4 μειώνονται κατά 10%.}

 

4. Η παράγραφος 4 του άρθρου 11 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{4. Για την ανάπτυξη των ζωνών ειδικής ενίσχυσης χορηγείται από το Δημόσιο κρατική ενίσχυση στον αντίστοιχο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στη Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδομίας και Στεγάσεως και στον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας για τη συμμετοχή στην εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων.}

 

5. α) Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του νόμου 1337/1983 προστίθενται τα ακόλουθα:

 

{Για την εφαρμογή της παραγράφου 8 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου επιτρέπεται μέσα στην περιοχή επέκτασης ή ένταξης, που περιλαμβάνεται κάθε φορά στην πολεοδομική μελέτη, η συνένωση των τμημάτων που αποτελούν την εισφορά γης, η μετακίνηση σε άλλη θέση των λοιπών ιδιοκτησιών της ιδίας περιοχής και η μεταβολή τους κατά το σχήμα.}

 

β) Στο τέλος της παραγράφου 7 του ιδίου άρθρου προστίθενται τα ακόλουθα:

 

{Η πράξη εφαρμογής μετά την κύρωσή της γίνεται οριστική και αμετάκλητη. Κάθε διαφορά ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών που βεβαιώνεται με απόφαση των αρμόδιων δικαστηρίων, μετατρέπεται σε χρηματική αποζημίωση όπως ειδικότερα ορίζεται, με την απόφαση της παραγράφου 10 του άρθρου αυτού.}

 

6. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 άρθρου 15 του νόμου 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Για τα εκτός σχεδίου αυθαίρετα η αναστολή από την κατεδάφιση ισχύει μέχρι να ρυθμιστεί η χρήση γης της περιοχής όπου βρίσκεται και κριθεί η οριστική διατήρηση ή όχι κάθε συγκεκριμένου αυθαιρέτου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 παράγραφος 3. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται ανάλογα και οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 16.}

 

7. Στο τέλος της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου 15 προστίθενται τα εδάφια ως εξής:

 

{Επίσης αναστέλλεται η κατεδάφιση των κτισμάτων που ανεγείρονται με άδεια που εκδόθηκε μετά από έλεγχο της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής και που μεταγενέστερα ανακαλείται για οποιοδήποτε λόγο, εκτός αν η ανάκληση οφείλεται σε υποβληθέντα αναληθή στοιχεία ή σε ανακριβείς αποτυπώσεις της υπάρχουσας πραγματικής κατάστασης.

 

Η αναστολή από την κατεδάφιση ισχύει μέχρις ότου κριθεί η οριστική διατήρηση ή όχι του κτίσματος, που γίνεται με απόφαση του νομάρχη, με σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος του νομού το οποίο λαμβάνει υπόψη του και τις περιπτώσεις α, β και γ της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του νόμου αυτού.

 

Για τα αυθαίρετα αυτά έχουν εφαρμογή μόνο οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου 15.}

 

8. Οι παράγραφοι 3, 4 και 5 του άρθρου 16 του νόμου 1337/1983 αντικαθίστανται με τις παραγράφους 3, 4, 5 και 6 και η παράγραφος 6 του νόμου αριθμείται σε 7:

 

{3. Η απόφαση για την εξαίρεση ή όχι την κατεδάφιση εκδίδεται από το νομάρχη και με σύμφωνη γνώμη επιτροπής που αποτελείται από έναν υπάλληλο της αρμόδιας, από τη θέση του αυθαιρέτου, πολεοδομικής νομαρχιακής υπηρεσίας, από έναν εκπρόσωπο του δήμου ή της κοινότητας του αυθαιρέτου, που ορίζεται από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο και έναν εκπρόσωπο του τοπικού ή περιφερειακού τμήματος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας. Η επιτροπή συγκροτείται, συγκαλείται και λειτουργεί κατά τα λοιπά κατά τα οριζόμενα με τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 8 του άρθρου 18. Με την παραπάνω απόφαση και με σύμφωνη γνώμη της επιτροπής και μόνο για τα κτίρια που εξαιρούνται από την κατεδάφιση μπορεί να επιτρέπεται η αποπεράτωση του κτίσματος, του οποίου έχει περατωθεί ο φέρων οργανισμός, αν συντρέχουν κοινωνικοί λόγοι και να επιβάλλονται στους ιδιοκτήτες πρόσθετοι όροι που να αποβλέπουν στην προστασία του περιβάλλοντος, τη στατική επάρκεια του κτίσματος ή και την αποφυγή αρχιτεκτονικής δυσαρμονίας αυτού.

 

Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος εξειδικεύονται οι κοινωνικοί λόγοι (στεγαστικές ανάγκες, οικονομική κατάσταση, αριθμός μελών οικογένειας κ.λ.π.) και ρυθμίζονται ο τρόπος, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία, τα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.

 

4. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες εγκρίνεται η οριστική εξαίρεση από την κατεδάφιση κτισμάτων κειμένων εντός εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων ή εντός ορίων οικισμών πριν από το 1923 που αντιβαίνουν στους όρους δόμησης της περιοχής και κατά το μέρος της υπέρβασης των όρων και περιορισμών αυτών επιβάλλεται το κάθε χρόνο επιβαλλόμενο πρόστιμο της παραγράφου 2 περίπτωση (β) του άρθρου 17 του νόμου αυτού εκτός από την ειδική εισφορά αυθαιρέτων. Στις περιπτώσεις αυτές το πρόστιμο οφείλεται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Στις παραπάνω περιπτώσεις με την απόφαση της οριστικής εξαίρεσης το πρόστιμο διατήρησης μπορεί να μετατρέπεται σε πρόστιμο που καταβάλλεται εφάπαξ. Το ύψος του εφάπαξ αυτού προστίμου καθορίζεται με την πιο πάνω απόφαση ανάλογα με το ποσοστό υπέρβασης των όσων και περιορισμών δόμησης και δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το τριπλάσιο της ειδικής εισφοράς.

 

Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος καθορίζονται η διαδικασία, οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια μετατροπής του προστίμου διατήρησης σε πρόστιμο εφάπαξ, η κλιμάκωσή του και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

 

5. Ειδικά τα αυθαίρετα κτίσματα ή κατασκευές που βρίσκονται εντός εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων ή εντός ορίων οικισμών πριν από το 1923, που έχουν ανεγερθεί μέχρι τις 31-01-1983 και που δεν έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου, εάν δεν αντιβαίνουν στους όρους και περιορισμούς δόμησης της περιοχής που βρίσκονται, μπορεί να εξαιρούνται από την υποχρεωτική κατεδάφιση, επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 15. Η εξαίρεση από την κατεδάφιση γίνεται με απόφαση του νομάρχη με τη διαδικασία και μετά από σύμφωνη γνώμη της επιτροπής που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού. Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία, τα δικαιολογητικά για την έκδοση της οικοδομικής άδειας για τα κτίσματα αυτά, η καταβολή ειδικής εισφοράς, το ύψος της οποίας μπορεί να είναι διαφορετικό από τα οριζόμενα στο άρθρο 18 του νόμου 1337/1983, ο τρόπος καταβολής της και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

 

6. Σε περίπτωση που σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις κτίσμα δεν εξαιρείται από την κατεδάφιση δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 3, 5 και 7 του άρθρου 101 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973. Σε περίπτωση που κτίσμα εξαιρείται από την κατεδάφιση το μεν τμήμα που δεν αντιβαίνει στους περιορισμούς και όρους δόμησης της περιοχής θεωρείται νομίμως υφιστάμενο και έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 101 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973, ενώ για το τμήμα που αντιβαίνει έχουν εφαρμογή μόνον οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 101 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973.}

 

9. Στο τέλος του ιδίου άρθρου 16 προστίθεται η πιο κάτω παράγραφος 8:

 

{8. Στις περιπτώσεις κτισμάτων για τα οποία έχουν υποβληθεί σχετικές δηλώσεις και τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο άρθρο 15 του νόμου αυτού, μπορεί να επιτρέπεται η εκτέλεση εργασιών επισκευής που αποβλέπουν στην υγιεινή, τη χρήση και τη συνήθη συντήρησή τους, ύστερα από τη χορήγηση σχετικής άδειας από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία. Η παραπάνω άδεια μπορεί να χορηγείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις και πριν από την έκδοση της απόφασης για την εξαίρεση ή όχι από την κατεδάφιση εφόσον οι εργασίες για τις οποίες ζητείται η εκτέλεσή τους δεν επαυξάνουν το κτίσμα σε ύψος ή επιφάνεια, δεν το ανακαινίζουν ριζικά ή δεν ενισχύουν ή αντικαθιστούν στοιχεία του φέροντος οργανισμού. Για την έκδοση των αδειών αυτών υποβάλλονται στις αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες δικαιολογητικά που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος.}

 

10. Η παράγραφος 4 του άρθρου 17 συμπληρώνεται με την προσθήκη του πιο κάτω εδαφίου:

 

{Σε περίπτωση εκτέλεσης εργασιών από νομέα, κάτοχο, ή επικαρπωτή τα πρόστιμα επιβάλλονται σε όλους και ο καθένας είναι υπεύθυνος για την καταβολή ολόκληρου του προστίμου.}

 

11. Στο τέλος της παραγράφου 8 του άρθρου 17 προστίθενται τα εξής:

 

{Ειδικότερα η πιο πάνω ευθύνη επιμερίζεται, με τις ακόλουθες διακρίσεις:

 

α) Στον κύριο, στο νομέα ή επικαρπωτή του ακινήτου. Σε περίπτωση ανέγερσης κτιρίου με το σύστημα της αντιπαροχής υπεύθυνο πρόσωπο για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού είναι ο κατασκευαστής.

 

β) Στο γενικό εργολάβο του έργου ή στους ειδικούς εργολάβους που εκτελούν τις διάφορες εργασίες, εφόσον δεν εφαρμόζουν τις σχετικές μελέτες που έχουν εγκριθεί ή δεν ακολουθούν τις γραπτές οδηγίες του επιβλέποντα τεχνικού ή εκτελούν εργασίες χωρίς να υπάρχουν άδειες ή εγκεκριμένες μελέτες.

 

γ) Στον τεχνικό ή στους τεχνικούς που αναλαμβάνουν τη μελέτη του έργου, ή των εγκαταστάσεων εφόσον περιέχονται σ αυτή στοιχεία ή σχέδια απεικόνισης της υπάρχουσας κατάστασης που παραπλανούν την αρμόδια για τη χορήγηση αδειών πολεοδομική υπηρεσία.

 

δ) Στον τεχνικό ή στους τεχνικούς που αναλαμβάνουν την επίβλεψη του έργου, ή των εγκαταστάσεων εφόσον δεν εφαρμόζουν τις σχετικές μελέτες που έχουν εγκριθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες ή εφόσον αναλαμβάνουν την επίβλεψή τους χωρίς να υπάρχουν οι απαραίτητες άδειες και οι εγκεκριμένες μελέτες. Η ευθύνη του επιβλέποντα υπάρχει για όλο το χρονικό διάστημα της ανέγερσης του κτιρίου μέχρι την αποπεράτωσή του ή μέχρι τον τελικό έλεγχο από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία ή μέχρι τη λήξη του χρόνου που ισχύει η άδεια, εφόσον δεν υποβάλλει στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία σχετική δήλωση διακοπής της επίβλεψης.}

 

12. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 12 του άρθρου 17 τροποποιείται ως εξής:

 

{Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, καθορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία έκδοσης των οικοδομικών αδειών και ελέγχου των ανεγειρόμενων οικοδομών, οι υποχρεώσεις του επιβλέποντος και του μελετητή καθώς και όσων συμπράττουν στην εκτέλεση του έργου.

 

Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι προδιαγραφές για τη σύνταξη των μελετών, τα απαραίτητα σχέδια κ.λ.π. για την έκδοση οικοδομικών αδειών.}

 

13. Το άρθρο 26 του νόμου 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Άρθρο 26

 

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, κατά τις διατάξεις του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων κ.λ.π. , μπορεί να εγκρίνεται τοπικό ρυμοτομικό σχέδιο εκτός των εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων οικισμών προ του 1923, για τον καθορισμό χώρων και την ανέγερση κτιρίων δημόσιων και δημοτικών σκοπών και γενικά κτιρίων κοινής ωφέλειας καθώς και για την εκτέλεση επειγόντων στεγαστικών κρατικών προγραμμάτων και επειγόντων στεγαστικών προγραμμάτων του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, της Δημόσιας Επιχείρησης Πολεοδομίας και Στέγασης και της Εθνοκτηματικής Ανώνυμης Εταιρείας Ενεργού Πολεοδομίας και να ορίζονται γενικώς οι όροι και περιορισμοί δόμησης τους. Η απόκτηση των ανωτέρω χώρων γίνεται με μέριμνα και δαπάνες των οικείων φορέων, είτε με ελεύθερη συναλλαγή, είτε με αναγκαστική απαλλοτρίωση κατά τις κείμενες διατάξεις.

 

Μέσα στα διοικητικά όρια δήμων και κοινοτήτων με πληθυσμό κάτω από 5.000 κατοίκους η κατά τα παραπάνω έγκριση τοπικού ρυμοτομικού σχεδίου και οι όροι και περιορισμοί δόμησης καθορίζονται με απόφαση του οικείου νομάρχη. Για την έγκριση τοπικού ρυμοτομικού σχεδίου για την εκτέλεση των παραπάνω στεγαστικών προγραμμάτων τηρείται η διαδικασία του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος.}

 

14. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Σε περίπτωση που επεκτείνεται το πολεοδομικό σχέδιο μέσα στη Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου ή και έξω απ αυτή δύναται να επεκταθεί η Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με τον ίδιο ως άνω τρόπο.}

 

15. Η παράγραφος 2 του άρθρου 33 του νόμου 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{2. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του αναγκαστικού νόμου 314/1968 (ΦΕΚ 47/Α/1968), όπως ισχύει σήμερα, προστίθενται τα ακόλουθα:

 

{Η έγκριση όμοιων τροποποιήσεων χωρίς μεταβολή των όρων δόμησης, με εξαίρεση την επιβολή προκηπίων (πρασιών), μπορεί να γίνει και για οικισμούς με πληθυσμό πάνω από 20.000 κατοίκους στις περιπτώσεις που ορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με τον ίδιο τρόπο μπορεί να εγκρίνονται εξαιρέσεις από τις περιπτώσεις της επόμενης παραγράφου 3 του άρθρου αυτού. Ο καθορισμός και η τροποποίηση όρων και περιορισμών δόμησης μπορεί να γίνεται με την απόφαση του νομάρχη και για οικισμούς με πληθυσμό μικρότερο από 20.000 κατοίκους.

 

Όπου ο νομάρχης, σύμφωνα με τα παραπάνω, έχει αρμοδιότητα να εγκρίνει τροποποιήσεις σχεδίων ή τροποποιήσεις και καθορισμό όρων και περιορισμών δόμησης ή και να επιβάλλει προκήπια έχει και την αρμοδιότητα να επιβάλλει ή να παρατείνει την αναστολή των οικοδομικών εργασιών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του νομοθετικού διατάγματος από 17-07-1923 (ΦΕΚ 228/Α/1923) όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 1 του νόμου 551/1977 (ΦΕΚ 68/Α/1977).}}

 

16. Το άρθρο 37 του νόμου 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Ρυμοτομικά σχέδια που μελετήθηκαν και εφαρμόστηκαν από το Υφυπουργείο Ανοικοδομήσεως, Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών, Υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, υπηρεσία οικισμού του Υπουργείου Δημοσίων Έργων και Υπουργείο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, μέσα στα πλαίσια των προγραμμάτων για την αποκατάσταση δικαιούχων των παραπάνω φορέων, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία έγκρισής τους, θεωρούνται εγκεκριμένα όπως έχουν. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα η εφαρμογή της ρυμοτομικής μελέτης τέτοιων σχεδίων. Για την τροποποίηση ή επέκταση των σχεδίων αυτών εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά.}

 

17. Η παράγραφος 5 του άρθρου 42 του νόμου 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται, με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, ορίζονται οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες με τις οποίες μπορεί να εγκρίνεται η πολεοδόμηση και επέκταση Οικισμών με πληθυσμό μέχρι 2.000 κατοίκους, να καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και περιορισμοί δόμησης και τα ποσοστά εισφοράς σε γη και σε χρήμα τα οποία μπορεί και να αποκλίνουν από τα ποσοστά που προβλέπονται στα άρθρα 8 και 9 του νόμου αυτού. Επίσης με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, ορίζεται ο τρόπος καθορισμού των ορίων και των όρων δόμησης των οικισμών πληθυσμού μέχρι 2.000 κατοίκους, προβλέπονται τα στοιχεία εκτίμησης κατά τον καθορισμό των ορίων, η διαδικασία που τηρείται για τον καθορισμό αυτόν, κατηγορίες οικισμών καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Τα όρια των οικισμών αυτών καθορίζονται με απόφαση του νομάρχη που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.}

 

18. α) Η παράγραφος 3 του άρθρου 43 του νόμου 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Για τις περιπτώσεις σχεδίων πόλεων σε πυκνοδομημένες περιοχές και σε όσες υπάγονται στο άρθρο 10 του νόμου 1221/1981 όπως ισχύει μετά το νόμο αυτόν το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο μπορεί να ζητήσει την υπαγωγή τους στην εισφορά σε γη των παραγράφων 4 και επόμενες του άρθρου 8 του νόμου αυτού αντί των παραγράφων 1 και 2 του ίδιου άρθρου. Η υπαγωγή γίνεται με την πράξη εγκρίσεως της πολεοδομικής μελέτης του σχετικού σχεδίου πόλεως κατά περίπτωση.}

 

19. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 43 του νόμου 1337/1983 αντικαθίσταται ως εξής:

 

{Σε ζώνες πυκνοδομημένες του άρθρου 8 παράγραφος 2 του παρόντος νόμου καθώς και σε πολεοδομικές ενότητες στις οποίες οι πυκνοδομημένες ζώνες αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα της περιοχής που εντάσσεται στο σχέδιο, είναι δυνατό, μετά από γνώμη του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης να προηγηθεί της έγκρισης του γενικού πολεοδομικού σχεδίου, εφόσον θα έχει εκπονηθεί στα πλαίσια των κατευθύνσεων αυτού, όπως αυτές θα προκύψουν κατά την πρόοδο της μελέτης του.}

 

20. Στο τέλος της παραγράφου 10 του ιδίου άρθρου 43 προστίθενται τα εξής:

 

{Τα ανωτέρω εφαρμόζονται ανάλογα και για την εκτέλεση επειγόντων στεγαστικών προγραμμάτων της Δημόσιας Επιχείρησης Πολεοδομίας και Στεγάσεως, του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, δημοτικών επιχειρήσεων και της Εθνοκτηματικής Ανώνυμης Εταιρείας Ενεργού Πολεοδομίας και σε μη πυκνοδομημένες περιοχές. Στην περίπτωση αυτή, αντί της προτάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, υποβάλλεται αιτιολογημένη πρόταση του αρμόδιου φορέα.}

 

21. Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 43 προστίθεται παράγραφοι 12 και η παράγραφος 12 αριθμείται ως παράγραφος 13 και αντικαθίσταται ως εξής:

 

{12. Σε περιοχές που εντάσσονται στο σχέδιο και που ίσχυε παλαιότερα εγκεκριμένο σχέδιο πόλης και ακυρώθηκε για τυπικούς λόγους έχουν εφαρμογή για τον υπολογισμό της εισφοράς σε γη και χρήμα οι διατάξεις του άρθρου 13 του νόμου 1337/1983.

 

13. Το κεφάλαιο Α (άρθρα 1 - 14) του νόμου αυτού εφαρμόζεται για επεκτάσεις, των οποίων θα έχει εγκριθεί το γενικό πολεοδομικό σχέδιο σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 μέσα στην τετραετία από την ισχύ του παρόντος νόμου.}

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.